οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2024

Η αλλαγή του status έλαβε χώρα με τον νόμο 2215/1994 (γνωστό και ως νόμο Βενιζέλου, τότε υφυπουργού Προεδρίας της δεύτερης περιόδου κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου), ενώ μάλιστα ο τέως βασιλέας και τα μέλη της οικογένειάς του, αφενός ουδέποτε είχαν αμφισβητήσει το πολίτευμα και το Σύνταγμα της Ελλάδος, αφετέρου δεν είχαν άλλη ιθαγένεια. Η νομοθετική αυτή ρύθμιση είχε πολιτικές σκοπιμότητες. Αυτό προέκυπτε μόνο και από το γεγονός ότι ο ίδιος ο νόμος (άρθρο 6 παρ. 5 εδάφιο α΄) απέδιδε στον τέως βασιλέα το επώνυμο «Γλύξμπουργκ». Βεβαίως εν συνεχεία τόσο τα ελληνικά δικαστήρια (απόφαση 45/1997 ΑΕΔ) όσο και το δικαστήριο της ΕΣΔΑ δέχθηκαν ότι η τέως ελληνική βασιλική οικογένεια δεν είχε επώνυμο. Με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 5 του νόμου 2215/1994 και τις προϋποθέσεις που αυτή έθετε για την αναγνώριση στα μέλη της οικογένειας της ελληνικής ιθαγένειας –που ταυτοχρόνως ουσιαστικά τους την αφαιρούσε– ο νομοθέτης δεν επέλεξε να επιλύσει ευθέως ο ίδιος το όποιο πρόβλημα θεώρησε ότι υπήρχε είκοσι χρόνια μετά το 1974. Συγκεκριμένα, θεώρησε ότι υπήρχε ανάγκη να γίνει δήλωση σεβασμού στο Σύνταγμα και συνακολούθως στο πολίτευμα, ενώ η προηγηθείσα επί εικοσαετία στάση της οικογένειας –που διατηρούσε την ελληνική ιθαγένεια– δεν φαίνεται να δημιουργούσε μία τέτοια ανάγκη. Σε κάθε περίπτωση και ενώ προφανώς μία τέτοια δήλωση αρκούσε, επέλεξε να απαιτήσει από τον τέως αρχηγό του ελληνικού κράτους μία αμφισβητούμενης εγκυρότητας παραίτηση από μάλλον δήθεν διεκδικήσεις. Τέλος ζήτησε να προσέλθουν τα μέλη της οικογένειας να δηλώσουν επώνυμο, υποδεικνύοντάς τους όμως ουσιαστικά στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 5 παρ. 6 το επώνυμο «Γλύξμπουργκ». Αυτό ήταν στην πραγματικότητα και το σφάλμα του τότε νομοθέτη, στον οποίο προφανώς ήταν γνωστό ότι η οικογένεια δεν είχε επώνυμο, όπως άλλωστε εν συνεχεία αναγνωρίσθηκε και από τα δικαστήρια. Αυτό είναι που μας καθιστά σαφές ότι ο νομοθέτης δεν πρέπει να ενεργεί με πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά να δίνει λύσεις. Η πολιτεία πρέπει να προστατεύει του πολίτες της και να τους καθοδηγεί, όχι να τους δοκιμάζει....

 Aπό την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 28/12/24











Δημόσιος χώρος και περί αισθητικής

Kύριε διευθυντά,

Εχουμε συνηθίσει να μη μας απασχολεί ιδιαίτερα η αισθητική των δημόσιων χώρων των πόλεων με την άποψη ότι το ενδιαφέρον περιορίζεται στα του οίκου μας και τα λοιπά αφορούν τον Δήμο ή την Περιφέρεια ανάλογα με την κατανομή των αρμοδιοτήτων.

Ως γνωστόν, η Αθήνα δεν έχει ιδιαίτερα πολλούς μεγάλους ελεύθερους χώρους, όπως πλατείες και πάρκα, εντούτοις τελευταία παρατηρείται το φαινόμενο να καταλαμβάνεται επιφάνεια αυτών των χώρων από τα λεγόμενα σπιτάκια ανακύκλωσης της εταιρείας TEXAN. Δεν θα αναφερθώ σε όσα έχουν γραφτεί σχετικά με τη Σύμβαση, διότι δεν τα γνωρίζω. Το θέμα όμως είναι ότι η πλατεία Βικτωρίας, η οδός Τοσίτσα πλάι στο Πολυτεχνείο, η είσοδος του πάρκου Ελευθερίας, η πλατεία στον Νέο Κόσμο, από τους χώρους που γνωρίζω, έχουν εξωραϊσθεί με αυτές τις κατασκευές στις οποίες προστέθηκε και ένα ξύλινο σπιτάκι για τον/την επόπτη της καλής λειτουργίας του τεχνικού εξοπλισμού. Νομίζω ότι στα τόσα εκατομμύρια αυτής της επένδυσης θα μπορούσε να περιληφθεί και η δαπάνη για έναν στεγασμένο ισόγειο χώρο, αντί για την τοποθέτηση σε υπαίθρια πάρκα με αυτό το βάρβαρο αισθητικό αποτέλεσμα. Προφανώς κάποια αρχή θα πρέπει να έδωσε την άδεια.

Το αποκορύφωμα αυτών των εγκαταστάσεων ευρίσκεται στο πάρκο Ελευθερίας, μπροστά στο άγαλμα του Ελευθερίου Βενιζέλου και πλάι στο Μέγαρο Μουσικής, όπου ο περαστικός αντικρίζει ένα κοντέινερ και την απορία διαδέχεται η εξήγηση ότι πρόκειται για δημόσια τουαλέτα με τρεις καμπίνες για άνδρες, γυναίκες, και Αμεα ή μητέρες βρεφών. Ποιος εγκέφαλος είχε αυτή τη φαεινή ιδέα και ποιους πρόκειται να εξυπηρετήσει;

Σημειωτέον ότι 20 μέτρα πιο κάτω στην είσοδο του σταθμού μετρό υπάρχει τουαλέτα με πιο ευπρόσωπη εμφάνιση και χωρίς να προσβάλλει την αισθητική του χώρου. 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΙΚΟΣ
Aθήνα



Η ευθύνη της πολιτείας και τα περί ιθαγένειας

Kύριε διευθυντά,

Είκοσι χρόνια μετά το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 ο νομοθέτης αποφάσισε να τροποποιήσει το status της ιθαγένειας των μελών της τέως ελληνικής βασιλικής οικογένειας. Καθ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα τα μέλη της διατηρούσαν την ελληνική ιθαγένεια, λαμβάνοντας προφανώς σχετικά ταξιδιωτικά έγγραφα της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Η αλλαγή του status έλαβε χώρα με τον νόμο 2215/1994 (γνωστό και ως νόμο Βενιζέλου, τότε υφυπουργού Προεδρίας της δεύτερης περιόδου κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου), ενώ μάλιστα ο τέως βασιλέας και τα μέλη της οικογένειάς του, αφενός ουδέποτε είχαν αμφισβητήσει το πολίτευμα και το Σύνταγμα της Ελλάδος, αφετέρου δεν είχαν άλλη ιθαγένεια.

Η νομοθετική αυτή ρύθμιση είχε πολιτικές σκοπιμότητες. Αυτό προέκυπτε μόνο και από το γεγονός ότι ο ίδιος ο νόμος (άρθρο 6 παρ. 5 εδάφιο α΄) απέδιδε στον τέως βασιλέα το επώνυμο «Γλύξμπουργκ». Βεβαίως εν συνεχεία τόσο τα ελληνικά δικαστήρια (απόφαση 45/1997 ΑΕΔ) όσο και το δικαστήριο της ΕΣΔΑ δέχθηκαν ότι η τέως ελληνική βασιλική οικογένεια δεν είχε επώνυμο.

Με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 5 του νόμου 2215/1994 και τις προϋποθέσεις που αυτή έθετε για την αναγνώριση στα μέλη της οικογένειας της ελληνικής ιθαγένειας –που ταυτοχρόνως ουσιαστικά τους την αφαιρούσε– ο νομοθέτης δεν επέλεξε να επιλύσει ευθέως ο ίδιος το όποιο πρόβλημα θεώρησε ότι υπήρχε είκοσι χρόνια μετά το 1974. Συγκεκριμένα, θεώρησε ότι υπήρχε ανάγκη να γίνει δήλωση σεβασμού στο Σύνταγμα και συνακολούθως στο πολίτευμα, ενώ η προηγηθείσα επί εικοσαετία στάση της οικογένειας –που διατηρούσε την ελληνική ιθαγένεια– δεν φαίνεται να δημιουργούσε μία τέτοια ανάγκη. Σε κάθε περίπτωση και ενώ προφανώς μία τέτοια δήλωση αρκούσε, επέλεξε να απαιτήσει από τον τέως αρχηγό του ελληνικού κράτους μία αμφισβητούμενης εγκυρότητας παραίτηση από μάλλον δήθεν διεκδικήσεις. Τέλος ζήτησε να προσέλθουν τα μέλη της οικογένειας να δηλώσουν επώνυμο, υποδεικνύοντάς τους όμως ουσιαστικά στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 5 παρ. 6 το επώνυμο «Γλύξμπουργκ».

Αυτό ήταν στην πραγματικότητα και το σφάλμα του τότε νομοθέτη, στον οποίο προφανώς ήταν γνωστό ότι η οικογένεια δεν είχε επώνυμο, όπως άλλωστε εν συνεχεία αναγνωρίσθηκε και από τα δικαστήρια. Αυτό είναι που μας καθιστά σαφές ότι ο νομοθέτης δεν πρέπει να ενεργεί με πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά να δίνει λύσεις. Η πολιτεία πρέπει να προστατεύει του πολίτες της και να τους καθοδηγεί, όχι να τους δοκιμάζει.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΛΙΒΑΝΙΟΣ


Η φωνή του Στέλιου θα «υπάρχει» πάντα

Κύριε διευθυντά

Οι ωραιότερες ουρές των φετινών γιορτών δεν είναι έξω από κάποια πολυκαταστήματα αλλά έξω από τα σινεμά όλης της χώρας. Εκεί όπου μικροί και μεγάλοι περιμένουν για να παρακολουθήσουν τη βιογραφική ταινία «Υπάρχω» με θέμα τη ζωή του λαϊκού τραγουδιστή Στέλιου Καζαντζίδη. Και να προσπαθήσουν να κατανοήσουν στις δύο ώρες της ταινίας, το πώς κάποιοι πριν από μερικές δεκαετίες ακούγοντας μόνο ένα τραγούδι του Στέλιου ένιωθαν πλήρεις. Oπως στην εξαιρετική σκηνή στο παραθαλάσσιο κέντρο «Λουξεμβούργο» της Θεσσαλονίκης, εκεί όπου πρωτοεμφανίζεται το ντουέτο Καζαντζίδης - Μαρινέλλα στο πάλκο. Τραγουδώντας ερωτευμένοι για τα μεταπολεμικά βάσανα και τα πρώτα καρδιοχτύπια. Ξορκίζοντας με τις φωνές τους τη σκληρότητα που προηγήθηκε και κοιτώντας με ελπίδα τους εαυτούς τους και το αύριο. Ενώ το πλάνο της κάμερας βγαίνει προς τα έξω, οι θαμώνες εναλλάσσονται με αυτούς που κάθονται στην παραλία και στα φωτισμένα καΐκια. Μα είτε κοιτώντας τους τραγουδιστές είτε απλά το φεγγάρι, οι πάντες αποπνέουν μία σχεδόν μαγική πληρότητα. Μία πληρότητα που δύσκολα ξαναβρήκαν στη συνέχεια. 

Δ. ΜΑΚΡΙΔΗΣ 
Ιστορικός


Επενδύοντας στο Δημόσιο;

Κύριε διευθυντά,

Τρία άρθρα στην εφημερίδα σας μέσα στον τελευταίο μήνα παρουσιάζουν μια εικόνα προβληματισμού για το Δημόσιο.

Το πρώτο του κ. Λέανδρου Ρακιντζή (7/12) παρουσιάζει μια απογοητευτική εικόνα για το Δημόσιο και προκρίνει την ιδιωτικοποίηση τομέων προς ένα μικρότερο αλλά αποτελεσματικότερο κράτος (νέο δημόσιο μάνατζμεντ). Στο δεύτερο, του κ. Πάσχου Μανδραβέλη (10/12), προκρίνεται η πραγματική αποκέντρωση με τους ΟΤΑ να διαχειρίζονται τους πόρους τους προς μια καλύτερου τύπου οργάνωση του κράτους (πολυεπίπεδη διακυβέρνηση). Στο τρίτο της κ. Καλλιόπης Σπανού (11/12) προβάλλεται η ανθεκτική μεταρρύθμιση του ΕΚΔΔΑ προς αντιμετώπιση της έλλειψης ικανών ανώτατων στελεχών στο Δημόσιο, ως «“δυνητικά” χρήσιμη και αναγκαία». 

Κοινός τόπος των τριών άρθρων είναι ο πελατειασμός που χαρακτηρίζει την ελληνική κεντρική και περιφερειακή διοίκηση διαχρονικά: στην επιλογή προϊσταμένων κατά Ρακιντζή, τοπικών αρχόντων κατά Μανδραβέλη, και αντίρροπων της αποπολιτικοποίησης τάσεων κατά Σπανού. 

Τα ερωτήματα που ανακύπτουν πολλά:

– Τι σημαίνει «αποτελεσματικό» κράτος και γιατί η ανάληψη από τον ιδιωτικό τομέα λειτουργιών του Δημοσίου (που κατά κανόνα είναι ασύμφορες οικονομικά) θα αποδώσει;

– Πώς μια πολιτικοποιημένη κεντρική διοίκηση θα εκχωρήσει αρμοδιότητες και πόρους στην περιφέρεια αν ήδη δεν τα διοικεί ανταποδοτικά;

– Και τελικά υπήρχε όντως έλλειψη ικανών στελεχών στο Δημόσιο στις αρχές του ’80; Ή το όποιο κενό δεν εξαλείφθηκε σήμερα παρά την επιτυχία του ΕΚΔΔΑ;

Κανείς δεν είδε απόδοση στο κεφάλαιό του, αν δεν το επένδυσε σωστά. Οσο λοιπόν δεν επενδύουμε στο Δημόσιο τόσο δεν θα κεφαλαιοποιούμε κέρδη από εκεί.

ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΑΦΙΔΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου