οι κηπουροι τησ αυγησ

Τετάρτη 4 Απριλίου 2018

ΠΟΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ...- ΜΙΑ sine qua non conditio ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ, ΠΟΛΛΩ ΜΑΛΛΟΝ ΓΙΑ ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΦΙΛΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ....

Δύο κείμενα παρέμβασης, από "ΤΑ ΝΕΑ"

"ΤΑ ΝΕΑ", 03/04/18
ΤΗΣ ΛΙΝΑΣ ΜΕΝΔΩΝΗ*

Διαβάζοντας τις ομιλίες της Λυδίας Κονιόρδου, στα Περιφερειακά Αναπτυξιακά Συνέδρια, διαπιστώνω την απουσία λέξεων, που θα έπρεπε να είναι μάλλον οικείες και προσφιλείς στην υπουργό Πολιτισμού μιας έστω και δήθεν αριστερής κυβέρνησης: πολιτιστική δημοκρατία, συμμετοχική δημοκρατία, κοινωνική ένταξη, κοινωνική ενσωμάτωση.
Οι υπουργικές αναφορές στην αποφυγή της «αποικιοκρατικής αντίληψης των κέντρων, τα οποία επιβάλλουν πανομοιότυπα μοντέλα και δημιουργούν κακέκτυπα, εμποδίζοντας την κάθε περιφέρεια να αναπτύξει και να αναδείξει τη δική της ταυτότητα...» αποτελούν μια επανάληψη πολυκαιρισμένων στερεότυπων. Μαρτυρούν άγνοια των όσων οι υπηρεσίες και οι φορείς του υπουργείου Πολιτισμού έχουν ήδη αναδείξει τα τελευταία χρόνια και υποτιμούν το γεγονός ότι στα αστικά κέντρα ζει το μεγαλύτερο ποσοστό του ενεργού πληθυσμού.


Οπως διαμορφώνονται οι συνθήκες στην Ευρωπαϊκή Ενωση, στις πόλεις θα δοκιμαστεί το νέο, βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι πόλεις συγκεντρώνουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού -έρευνες εκτιμούν ότι μέχρι το 2050, επτά στους δέκα κατοίκους του πλανήτη θα ζουν στα αστικά κέντρα - ενώ μαστίζονται από προβλήματα αστικής υποβάθμισης, περιθωριοποίησης, κοινωνικής πόλωσης, κοινωνικού διαχωρισμού και αποκλεισμού. Στη χώρα μας ο ρόλος του πολιτισμού, της πολιτιστικής κληρονομιάς, και ιδιαίτερα των μουσείων μπορεί να αναδειχθεί μέσω των πολιτικών για την κοινωνική ενσωμάτωση σε καθοριστικό παράγοντα της βιώσιμης ανάπτυξης. Η ενεργός συμμετοχή των πολιτών, των κατοίκων, και όχι μόνον, στο πολιτιστικό γίγνεσθαι μπορεί να αποτελέσει ουσιαστικό μέρος της λύσης στο ζήτημα της κοινωνικής ενσωμάτωσης, που έθεσε με τρόπο ιδιαίτερα εμφατικό η κρίση. Οταν ιδρύθηκαν τα πρώτα μουσεία του νεοελληνικού κράτους, είχαν αποκλειστική αποστολή την στέγαση των τέχνεργων του παρελθόντος. Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν ο τρόπος με τον οποίον εμείς ως θεατές προσλαμβάνομε την τέχνη έχει αλλάξει. Οπως έχει μεταβληθεί και ο τρόπος με τον οποίον εκθέματα και εκθέσεις διατυπώνουν και μεταδίδουν τις αξίες και τα νοήματά τους. Η ελληνική κοινωνία μετασχηματίζεται δραματικά. Τα ζητήματα της κοινωνικής ενσωμάτωσης σε συνδυασμό με την κοινωνική βιωσιμότητα των μουσειακών και των πολιτιστικών οργανισμών τίθενται επιτακτικά.


Στο πλαίσιο αυτό, η οποιαδήποτε κατανομή πόρων εκ μέρους της πολιτείας οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις ποικίλες ανισότητες, να επενδύει στην πολιτιστική εκπαίδευσή τους, να εξασφαλίζει το δικαίωμα της ελεύθερης δημόσιας έκφρασης των διαφορετικών πολιτιστικών ταυτοτήτων, να προσελκύει κοινωνικές ομάδες που αντιμετωπίζουν φοβικά τη συμμετοχή τους στα πολιτιστικά δρώμενα. Πρόκληση είναι η ανάπτυξη μιας δυναμικής που προάγεται από την πρωτοτυπία, το εύρος της κοινωνικής συμμετοχής, τη δυνατότητα διάχυσης και διανομής των πολιτιστικών εκφράσεων προς όσο το δυνατόν περισσότερες κοινωνικές ομάδες. Οταν τον Δεκέμβριο 2014 εγκρίθηκαν από την ΕΕ οι αρχές χρηματοδότησης δράσεων και έργων πολιτισμού, στο πλαίσιο της προγραμματικής περιόδου 2014-2020, πολλά από τα παραπάνω είχαν ενσωματωθεί. Πώς τέσσερα χρόνια μετά το ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπουργείο Πολιτισμού έχει εξειδικεύσει τις πολιτικές του για την κοινωνική ένταξη και ενσωμάτωση; Μήπως έχει παντελώς αδιαφορήσει; Μήπως και στην περίπτωση αυτή αποκαλύπτεται ως δήθεν το πλεονέκτημα της Αριστεράς και στον πολιτισμό;

*Αρχαιολόγος και πρώην γενική γραμματέας  του ΥΠ.ΠΟ. 


"ΤΑ ΝΕΑ", 03/04/18
ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ*


Παρατηρώντας κανείς τις ιδέες, τις αντιλήψεις, τους μύθους και τα στερεότυπα που ηγεμονεύουν στην Ελλάδα της κρίσης μπορεί να διακρίνει, στον πυρήνα αυτών των ιδεών, το φαινόμενο μιας επίμονης αίσθησης θυματοποίησης, δηλαδή αυτοθυματοποίησης (victim mentality), που εμφανίζεται σε τρία διαφορετικά επίπεδα: προσωπικό, κοινωνικό και πολιτικό.

Σε προσωπικό επίπεδο, η επίρριψη των ευθυνών στους «άλλους» για οτιδήποτε αρνητικό μάς συμβαίνει τείνει να γίνει κυρίαρχο ανθρωπολογικό χαρακτηριστικό. Εύκολα διακρίνει κανείς την πλήρη αδυναμία να δούμε κριτικά και από απόσταση τον εαυτό μας. Η προσωπική υπευθυνότητα και η ανάληψη της ευθύνης των πράξεών μας απουσιάζουν παντελώς. Ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές, η δυσκολία στην εξεύρεση προσωπικών προοπτικών προσλαμβάνεται ως τμήμα μιας στρατηγικής σκοτεινών κύκλων (ποιων άραγε;) που απεργάζονται τη φτωχοποίηση των κατοίκων αυτής της χώρας προκειμένου να επιτύχουν τον στόχο τους, να γίνουμε όλοι τα «γκαρσόνια της Ευρώπης».

Σε κοινωνικό επίπεδο, η αυτοθυματοποίηση έχει ακόμα πιο βαθιές ρίζες. Μπορεί να την ανιχνεύσει κανείς πρώιμα στους στίχους του εθνικού ποιητή Διονυσίου Σολωμού «Δυστυχισμένε μου λαέ καλέ και αγαπημένε. Πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε». Είναι ιδιαίτερα εύστοχη η επισήμανση του Κέβιν Φέδερστον, καθηγητή Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών στο LSE, που υποστηρίζει ότι «από τις απαρχές του σύγχρονου ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα η ελληνική κοινωνία τείνει να διακατέχεται από διαρκή αίσθηση θυματοποίησης (sense of victimhood)».

Δεν είναι λοιπόν παράξενο, έπειτα από όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, ότι σε πρόσφατη έρευνα της διαΝΕΟσις για το τι πιστεύουν οι Ελληνες, στο ερώτημα εάν «τα Μνημόνια ήταν εφεύρημα των Ευρωπαίων για να εκμεταλλευτούν τη χώρα μας» «συμφωνεί» και «μάλλον συμφωνεί» το 71% των ερωτηθέντων. Σε πολιτικό επίπεδο, όπως παρατηρεί ο Ρωμανός Γεροδήμος, «η ιδεολογία αυτή χρησιμοποιήθηκε συστηματικά ως εργαλείο προπαγάνδας και πολιτικής κυριαρχίας. Δηλητηρίασε την πολιτική κουλτούρα και τη δημοκρατία μας επειδή δίχασε την κοινωνία σε καλούς και κακούς και έστρεψε τους πολίτες όχι μόνο ενάντια σε συγκεκριμένα φθαρμένα πρόσωπα ή θεσμούς, αλλά και σε αφηρημένες έννοιες - θεμέλια της δημοκρατίας, όπως η αντιπροσώπευση, ο σεβασμός της άλλης άποψης, η ανοχή, η αξιοκρατία, η αριστεία».


Η πολιτική εργαλειοποίηση αυτών των αντιλήψεων ήταν το κεντρικό στοιχείο στη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να εξασφαλίσει πολιτική υποστήριξη και να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες. Ο εθνικολαϊκιστικός, δήθεν «απελευθερωτικός», λόγος που εκφράστηκε με συνθήματα όπως το «Go back κυρία Μέρκελ», καλλιέργησε την προσδοκία των «θυμάτων» ότι «εμείς θα βαράμε το νταούλι και αυτοί (οι αγορές) θα χορεύουνε...». Σ' ένα τέτοιο περιβάλλον, εύκολα εξηγείται η άνθηση των κάθε είδους θεωριών συνωμοσίας. Οταν τα άτομα, οι κοινωνίες και ο πολιτικός λόγος κυριαρχούνται από τέτοιες αντιλήψεις, δεν υπάρχει καμία ελπίδα σωτηρίας, όσα προγράμματα διάσωσης και εάν εκπονηθούν, όσα Μνημόνια και αν υπογραφούν, όσες θεσμικές μεταρρυθμίσεις και αν γίνουν.

Η ριζική αλλαγή αντιλήψεων και νοοτροπιών είναι conditio sine qua non για την ανάταξη της χώρας. Μια τέτοια αλλαγή θα έπρεπε να είναι το κεντρικό σημείο της πολιτικής των κομμάτων της δημοκρατικής και φιλευρωπαϊκής αντιπολίτευσης.Δυστυχώς, το θέμα αυτό δεν φαίνεται να τους απασχολεί.

*Εκδότης και συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου