Από τα "ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ"
Η ΑΝΑΓΚΗ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ
ΓΙΑ ΤΑ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ
Η διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους άξονες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η διαρκής τουρκική προκλητικότητα και η αναθεωρητική της στρατηγική καθιστούν αναγκαίο έναν συνολικό επαναπροσδιορισμό της ελληνικής προσέγγισης, με στόχο την προώθηση των εθνικών συμφερόντων και τη διασφάλιση της κυριαρχίας μας σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον.
Η Τουρκία έχει υιοθετήσει μια αναθεωρητική πολιτική, όπως εκφράζεται μέσα από το δόγμα της "Γαλάζιας Πατρίδας", διεκδικώντας περιοχές που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο. Αμφισβητεί κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Αιγαίο, στη Θράκη και στην Κύπρο, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τις στρατιωτικές της δυνατότητες και διεκδικεί ρόλο ηγετικής δύναμης στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων, όπως και οι γεωτρήσεις σε αμφισβητούμενες περιοχές, υποδεικνύουν ότι η Τουρκία επιδιώκει να αναδιαμορφώσει τον συσχετισμό δυνάμεων προς όφελός της.
Απέναντι σε αυτήν την επιθετικότητα, η Ελλάδα πρέπει να διαμορφώσει μια νέα, ολοκληρωμένη στρατηγική. Η στρατηγική αυτή πρέπει να συνδυάζει πολιτικά, διπλωματικά, αμυντικά και οικονομικά εργαλεία, στοχεύοντας αφενός στην αποτροπή και αφετέρου στην ενίσχυση της θέσης μας στο διεθνές σύστημα. Ένας βασικός πυλώνας αυτής της στρατηγικής είναι η ενίσχυση των συμμαχιών μας. Η Ελλάδα οφείλει να εμβαθύνει τη συνεργασία της με χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος, αλλά και με σημαντικές ευρωπαϊκές δυνάμεις. Παράλληλα, πρέπει να αξιοποιήσει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, χρησιμοποιώντας το βέτο όπου κρίνεται αναγκαίο, και να ενημερώνει διαρκώς τους εταίρους της για την τουρκική προκλητικότητα και παραβατικότητα.
Στο αμυντικό πεδίο, η Ελλάδα πρέπει να ενισχύσει την αποτρεπτική της ισχύ μέσω της αναβάθμισης του στρατιωτικού εξοπλισμού, της εκπαίδευσης των Ενόπλων Δυνάμεων και της καλλιέργειας μιας ισχυρής αμυντικής κουλτούρας. Η "Ατζέντα 2030" του Υπουργείου Άμυνας, που εστιάζει στην ανανέωση και στον εκσυγχρονισμό, αποτελεί μια αξιόλογη βάση. Η διατήρηση της στρατιωτικής θητείας είναι εξίσου σημαντική, όπως και η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τη σημασία της εθνικής άμυνας.
Η οικονομική ενίσχυση αποτελεί έναν ακόμα κρίσιμο τομέα. Μια ισχυρή οικονομία επιτρέπει την αύξηση των επενδύσεων στην άμυνα και ενδυναμώνει τη θέση της χώρας στο διεθνές σύστημα. Η αξιοποίηση των φυσικών πόρων και η ανάπτυξη της ενεργειακής αυτάρκειας είναι βασικές προτεραιότητες. Παράλληλα, η γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας μπορεί να λειτουργήσει ως πλεονέκτημα, προσελκύοντας διεθνείς επενδύσεις και ενισχύοντας την οικονομική μας ανθεκτικότητα.
Ένα σημαντικό στοιχείο που δεν πρέπει να παραβλέπεται είναι η κοινωνική προετοιμασία. Η αντίληψη ότι η ασφάλεια αφορά όλους, όχι μόνο το κράτος, πρέπει να διαδοθεί ευρύτερα. Στοχευμένες δράσεις ενημέρωσης, εκπαιδευτικά προγράμματα και η καλλιέργεια της εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και κράτους είναι ζωτικής σημασίας για τη διαμόρφωση μιας ενωμένης κοινωνίας που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις προκλήσεις.
Η παγκόσμια γεωπολιτική αστάθεια επιβάλλει την προσαρμογή της ελληνικής στρατηγικής στα νέα δεδομένα. Η πολιτική της μη παραχώρησης παραμένει απαραίτητη, αλλά δεν αρκεί. Χρειάζονται προληπτικές δράσεις, που θα αποτρέπουν την κλιμάκωση και θα ενισχύουν τη θέση της Ελλάδας. Η ειρήνη και η σταθερότητα δεν είναι δεδομένες, αλλά αποτελούν προϊόν συνεχούς προσπάθειας.
Μια πολυεπίπεδη στρατηγική, βασισμένη στον ρεαλισμό και την ευελιξία, είναι το κλειδί. Ο συνδυασμός διπλωματίας, άμυνας, οικονομίας και κοινωνικής ετοιμότητας μπορεί να εξασφαλίσει την εθνική κυριαρχία και την ασφάλεια της Ελλάδας. Μέσα από αυτή την ολιστική στρατηγική, η χώρα μας μπορεί να ανταποκριθεί στις εξωτερικές προκλήσεις και να διασφαλίσει τη θέση της στο διεθνές σύστημα.
Αντιπτέραρχος (Ι) εα. Κωνσταντίνος Ιατρίδης
Επίτιμος Διοικητής ΔΑΥ
Επίτιμος Πρόεδρος Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Αεροπορίας
Αμυντικός Αναλυτής
Η διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους άξονες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η διαρκής τουρκική προκλητικότητα και η αναθεωρητική της στρατηγική καθιστούν αναγκαίο έναν συνολικό επαναπροσδιορισμό της ελληνικής προσέγγισης, με στόχο την προώθηση των εθνικών συμφερόντων και τη διασφάλιση της κυριαρχίας μας σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον.
Η Τουρκία έχει υιοθετήσει μια αναθεωρητική πολιτική, όπως εκφράζεται μέσα από το δόγμα της "Γαλάζιας Πατρίδας", διεκδικώντας περιοχές που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο. Αμφισβητεί κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Αιγαίο, στη Θράκη και στην Κύπρο, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τις στρατιωτικές της δυνατότητες και διεκδικεί ρόλο ηγετικής δύναμης στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων, όπως και οι γεωτρήσεις σε αμφισβητούμενες περιοχές, υποδεικνύουν ότι η Τουρκία επιδιώκει να αναδιαμορφώσει τον συσχετισμό δυνάμεων προς όφελός της.
Απέναντι σε αυτήν την επιθετικότητα, η Ελλάδα πρέπει να διαμορφώσει μια νέα, ολοκληρωμένη στρατηγική. Η στρατηγική αυτή πρέπει να συνδυάζει πολιτικά, διπλωματικά, αμυντικά και οικονομικά εργαλεία, στοχεύοντας αφενός στην αποτροπή και αφετέρου στην ενίσχυση της θέσης μας στο διεθνές σύστημα. Ένας βασικός πυλώνας αυτής της στρατηγικής είναι η ενίσχυση των συμμαχιών μας. Η Ελλάδα οφείλει να εμβαθύνει τη συνεργασία της με χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος, αλλά και με σημαντικές ευρωπαϊκές δυνάμεις. Παράλληλα, πρέπει να αξιοποιήσει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, χρησιμοποιώντας το βέτο όπου κρίνεται αναγκαίο, και να ενημερώνει διαρκώς τους εταίρους της για την τουρκική προκλητικότητα και παραβατικότητα.
Στο αμυντικό πεδίο, η Ελλάδα πρέπει να ενισχύσει την αποτρεπτική της ισχύ μέσω της αναβάθμισης του στρατιωτικού εξοπλισμού, της εκπαίδευσης των Ενόπλων Δυνάμεων και της καλλιέργειας μιας ισχυρής αμυντικής κουλτούρας. Η "Ατζέντα 2030" του Υπουργείου Άμυνας, που εστιάζει στην ανανέωση και στον εκσυγχρονισμό, αποτελεί μια αξιόλογη βάση. Η διατήρηση της στρατιωτικής θητείας είναι εξίσου σημαντική, όπως και η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τη σημασία της εθνικής άμυνας.
Η οικονομική ενίσχυση αποτελεί έναν ακόμα κρίσιμο τομέα. Μια ισχυρή οικονομία επιτρέπει την αύξηση των επενδύσεων στην άμυνα και ενδυναμώνει τη θέση της χώρας στο διεθνές σύστημα. Η αξιοποίηση των φυσικών πόρων και η ανάπτυξη της ενεργειακής αυτάρκειας είναι βασικές προτεραιότητες. Παράλληλα, η γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας μπορεί να λειτουργήσει ως πλεονέκτημα, προσελκύοντας διεθνείς επενδύσεις και ενισχύοντας την οικονομική μας ανθεκτικότητα.
Ένα σημαντικό στοιχείο που δεν πρέπει να παραβλέπεται είναι η κοινωνική προετοιμασία. Η αντίληψη ότι η ασφάλεια αφορά όλους, όχι μόνο το κράτος, πρέπει να διαδοθεί ευρύτερα. Στοχευμένες δράσεις ενημέρωσης, εκπαιδευτικά προγράμματα και η καλλιέργεια της εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και κράτους είναι ζωτικής σημασίας για τη διαμόρφωση μιας ενωμένης κοινωνίας που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις προκλήσεις.
Η παγκόσμια γεωπολιτική αστάθεια επιβάλλει την προσαρμογή της ελληνικής στρατηγικής στα νέα δεδομένα. Η πολιτική της μη παραχώρησης παραμένει απαραίτητη, αλλά δεν αρκεί. Χρειάζονται προληπτικές δράσεις, που θα αποτρέπουν την κλιμάκωση και θα ενισχύουν τη θέση της Ελλάδας. Η ειρήνη και η σταθερότητα δεν είναι δεδομένες, αλλά αποτελούν προϊόν συνεχούς προσπάθειας.
Μια πολυεπίπεδη στρατηγική, βασισμένη στον ρεαλισμό και την ευελιξία, είναι το κλειδί. Ο συνδυασμός διπλωματίας, άμυνας, οικονομίας και κοινωνικής ετοιμότητας μπορεί να εξασφαλίσει την εθνική κυριαρχία και την ασφάλεια της Ελλάδας. Μέσα από αυτή την ολιστική στρατηγική, η χώρα μας μπορεί να ανταποκριθεί στις εξωτερικές προκλήσεις και να διασφαλίσει τη θέση της στο διεθνές σύστημα.
Αντιπτέραρχος (Ι) εα. Κωνσταντίνος Ιατρίδης
Επίτιμος Διοικητής ΔΑΥ
Επίτιμος Πρόεδρος Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Αεροπορίας
Αμυντικός Αναλυτής


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου