Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
Κύριε διευθυντά
Το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του της Κυριακής 12ης Ιανουαρίου –με τίτλο «Τράπεζες και “τραπεζίτες” στο στόχαστρο των λαϊκιστών»– ο κ. Ανδρέας Δρυμιώτης αναφέρεται στις προμήθειες που χρεώνουν οι τράπεζες για τις διάφορες συναλλαγές με τους πελάτες τους. Αναλύει και υποστηρίζει τις απόψεις του με επιχειρήματα, με αρκετά εκ των οποίων συμφωνώ.
Υπενθυμίζω ότι,πριν από αρκετά χρόνια, όταν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές ήταν περιορισμένες, οι τράπεζες προέτρεπαν όλους μας να συναλλασσόμαστε ηλεκτρονικά προκειμ ένου να αποφεύγουμε τις χρεώσεις προμηθειών. Σήμερα, όμως, που οι ηλεκτρονικές συναλλαγές έχουν γενικευθεί (περιορίζοντας δραστικά τις φυσικές συναλλαγές), οι τράπεζες υπαναχωρούν στην υπόσχεσή τους εκείνη, συνειδητοποιώντας ότι αυτή η αντιστροφή της πραγματικότητας επέφερε σημαντική μείωση των εσόδων τους. Δεν γνωρίζω ποια σχέση υπάρχει μεταξύ της εν λόγω μείωσης των εσόδων και της περιστολής των δαπανών που επέτυχαν οι τράπεζες λόγω περιορισμού καταστημάτων, περιορισμού προσωπικού κ.λπ. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυρισθεί ότι ο περιορισμός των εσόδων «ισοφαρίστηκε» από τον περιορισμό των εξόδων τους. Συνεπώς, προς τι οι χρεώσεις προμηθειών;
Υπενθυμίζω ότι,πριν από αρκετά χρόνια, όταν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές ήταν περιορισμένες, οι τράπεζες προέτρεπαν όλους μας να συναλλασσόμαστε ηλεκτρονικά προκειμ ένου να αποφεύγουμε τις χρεώσεις προμηθειών. Σήμερα, όμως, που οι ηλεκτρονικές συναλλαγές έχουν γενικευθεί (περιορίζοντας δραστικά τις φυσικές συναλλαγές), οι τράπεζες υπαναχωρούν στην υπόσχεσή τους εκείνη, συνειδητοποιώντας ότι αυτή η αντιστροφή της πραγματικότητας επέφερε σημαντική μείωση των εσόδων τους. Δεν γνωρίζω ποια σχέση υπάρχει μεταξύ της εν λόγω μείωσης των εσόδων και της περιστολής των δαπανών που επέτυχαν οι τράπεζες λόγω περιορισμού καταστημάτων, περιορισμού προσωπικού κ.λπ. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυρισθεί ότι ο περιορισμός των εσόδων «ισοφαρίστηκε» από τον περιορισμό των εξόδων τους. Συνεπώς, προς τι οι χρεώσεις προμηθειών;
Οσον αφορά το παράδειγμα που αναφέρει για μηδενισμό της προμήθειας για ανάληψη μετρητών από ΑΤΜ άλλης τράπεζας σε απομακρυσμένες περιοχές όπου υπάρχει μόνο ένα ΑΤΜ προκειμένου να εξυπηρετείται ο πολίτης, συμφωνώ απολύτως με την ανάλυση των εξόδων που αναφέρει (εγκατάσταση, καθημερινά έξοδα διαχείρισης του ΑΤΜ, ανανέωση μετρητών από υπηρεσία ασφαλείας (7χ24), πληρωμή παρόχου ηλεκτρονικών υπηρεσιών ανά συναλλαγή, κίνδυνος βανδαλισμού ΑΤΜ κ.λπ.).
Ομως, αντί να χρεώνεται την προμήθεια ο πολίτης –πελάτης ανταγωνιστικής τράπεζας– θα πρέπει να χρεώνεται την προμήθεια η άλλη ανταγωνιστική τράπεζα, η οποία επωφελείται από την ύπαρξη του μοναδικού ΑΤΜ. Πιστεύω ότι για συναλλαγές μέσω ΑΤΜ μπορεί να ισχύει αδιακρίτως θέσης του ΑΤΜ. Γιατί να υπάρχουν, για παράδειγμα, έξω από πολυκαταστήματα 3 και 4 ΑΤΜ, ενώ θα μπορούσε να υπάρχει μόνο ένα;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΣΑΤΣΑΝΙΦΟΣ,
ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΣΑΤΣΑΝΙΦΟΣ,
Δρ Πολιτικός Μηχανικός
Απάντηση
Στις Επιστολές Αναγνωστών την 22/1/2025, δημοσιεύθηκε επιστολή του κ. Γιάννη Παλαμίδη σχετικά με την αρθρογραφία μου για τις τράπεζες. Η επιστολή αυτή δεν μου κοινοποιήθηκε ποτέ, προκειμένου να απαντήσω και στην εφημερίδα εκ παραδρομής δημοσιεύθηκε δική μου απάντηση η οποία αφορούσε άλλη επιστολή αναγνώστη η οποία... δεν δημοσιεύθηκε. Ετσι η δική μου απάντηση εμφανίζεται σαν εντελώς άσχετη με το θέμα που θίγει ο επιστολογράφος. Ο επιστολογράφος διατυπώνει την άποψη ότι «[...] ότι χωρίς τράπεζες δεν θα υπήρχε οικονομία, αλλά δεν χρειάζεται –νομίζω– ένας εξαρτώμενος οικονομικά από τα πιστωτικά ιδρύματα να γίνεται βασιλικότερος του βασιλέως». Το διαβεβαιώνω ότι εδώ και πολλά χρόνια δεν έχω απολύτως καμία σχέση (οικονομική ή άλλη) με τις τράπεζες και αυτό τόνισα στο πρώτο κείμενό μου για να αποφύγω αυτού του είδους τα σχόλια. Το περιστατικό που αναφέρει είναι εντελώς άσχετο με το θέμα των χρεώσεων των τραπεζών, αλλά επιπλέον λείπουν σημαντικές λεπτομέρειες της συναλλαγής. Θα πρέπει να το λύσει με την τράπεζά του. Από την περιγραφή του μάλλον δεν έχει δίκαιο. Η απάντησή μου είναι επιβεβλημένη γιατί με θίγει ηθικά.
Τώρα, σχετικά με τη σημερινή επιστολή του κ. Χρήστου Τσατσανίφου (συμπτωματικά και οι δύο επιστολογράφοι είναι συνάδελφοι Πολιτικοί Μηχανικοί) έχω τα εξής σχόλια:
– Η θεμελιώδης αρχή που θέλω να αναδείξω με την αρθρογραφία μου για τις τράπεζες είναι ότι «οποιαδήποτε υπηρεσία εμπεριέχει κόστος. Αν αυτός που απολαμβάνει την υπηρεσία δεν πληρώνει το κόστος της, κάποιος άλλος το επιβαρύνεται. Αυτό είναι άδικο». Στο δεύτερο σημείωμά μου που δημοσιεύθηκε στις 19/1/2025 αναλύω γιατί οι ηλεκτρονικές συναλλαγές έχουν σημαντικό κόστος για την τράπεζα και πρέπει να πληρώνονται.
– Ακριβώς για τον λόγο αυτό συμφωνώ με τον επιστολογράφο και το προτείνω στα κείμενά μου. Αν ο πελάτης δεν επιβαρύνεται με κάποια υπηρεσία, να την επιβαρύνεται η τράπεζά του και όχι η τράπεζα που παρέχει την υπηρεσία. – Η εγκατάσταση ΑΤΜ διαφόρων τραπεζών σε ένα χώρο δεν μπορεί να καταργηθεί διότι οι τράπεζες έχουν σημαντικά έσοδα από τη χρήση των ΑΤΜ από τα 30 και πλέον εκατομμύρια τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας. Επιπλέον οι προμήθειες αυτές είναι καθορισμένες από την Visa, Mastercard κ.ά. και είναι ιδιαίτερα υψηλές. Είναι 1,75 ευρώ συν 3 / 1.000 επί του ποσού. – Σύμφωνα με την «Καθημερινή» (29/12/2024) «Το πιο ευαίσθητο σημείο των ελληνικών τραπεζών είναι τα έσοδα από προμήθειες, που αντιπροσωπεύουν το 18% των λειτουργικών τους εσόδων, έναντι 28% στην Ε.Ε.». Βλέπουμε ότι υπολείπονται σημαντικά από τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Επειδή είμαι βέβαιος ότι κάποιος θα ισχυριστεί ότι αυτό συμβαίνει γιατί έχουν πολύ υψηλότερα έσοδα από τόκους, αντιγράφω και πάλι από το ίδιο άρθρο: «Εσοδα από τόκους ως ποσοστό των λειτουργικών εσόδων ελληνικές τράπεζες 79,5% και Ε.Ε. 60,6%». Δηλαδή έχουμε 31,2% περισσότερους τόκους αλλά 36% χαμηλότερες προμήθειες.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΡΥΜΙΩΤΗΣ
Σλάλομ ανάμεσα σε τραπεζοκαθίσματα
Κύριε διευθυντά,
Σας στέλνω αυτή την επιστολή για να αναδείξω ένα θέμα που ταλαιπωρεί πολλούς κατοίκους στη γειτονιά μου. Εχω μεγαλώσει και μένω στο Παγκράτι. Η περιοχή μου έχει αναβαθμιστεί τουριστικά αρκετά τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα όλο και περισσότερα μαγαζιά να ανοίγουν. Δεν είναι κάτι που ενοχλεί φυσικά αυτό. Αντίθετα θα έλεγα. Το πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχει κανένας έλεγχος στα τραπεζοκαθίσματα που πλέον έχουν καταλάβει πεζοδρόμια, πλατείες, ακόμη και τις άκρες των δρόμων σε κάποιες περιπτώσεις. Ειδικά τους τελευταίους μήνες έχει χειροτερεύσει πολύ η κατάσταση και δυστυχώς κανένα τηλέφωνό μας στον δήμο δεν την έχει αλλάξει.
Ελπίζω να αναδείξετε το πρόβλημα αυτό, με την ελπίδα κάτι να αλλάξει σύντομα.
ΑΡΓΥΡΗΣ ΠΈΤΡΟΥΛΗΣ
Απάντηση
Στις Επιστολές Αναγνωστών την 22/1/2025, δημοσιεύθηκε επιστολή του κ. Γιάννη Παλαμίδη σχετικά με την αρθρογραφία μου για τις τράπεζες. Η επιστολή αυτή δεν μου κοινοποιήθηκε ποτέ, προκειμένου να απαντήσω και στην εφημερίδα εκ παραδρομής δημοσιεύθηκε δική μου απάντηση η οποία αφορούσε άλλη επιστολή αναγνώστη η οποία... δεν δημοσιεύθηκε. Ετσι η δική μου απάντηση εμφανίζεται σαν εντελώς άσχετη με το θέμα που θίγει ο επιστολογράφος. Ο επιστολογράφος διατυπώνει την άποψη ότι «[...] ότι χωρίς τράπεζες δεν θα υπήρχε οικονομία, αλλά δεν χρειάζεται –νομίζω– ένας εξαρτώμενος οικονομικά από τα πιστωτικά ιδρύματα να γίνεται βασιλικότερος του βασιλέως». Το διαβεβαιώνω ότι εδώ και πολλά χρόνια δεν έχω απολύτως καμία σχέση (οικονομική ή άλλη) με τις τράπεζες και αυτό τόνισα στο πρώτο κείμενό μου για να αποφύγω αυτού του είδους τα σχόλια. Το περιστατικό που αναφέρει είναι εντελώς άσχετο με το θέμα των χρεώσεων των τραπεζών, αλλά επιπλέον λείπουν σημαντικές λεπτομέρειες της συναλλαγής. Θα πρέπει να το λύσει με την τράπεζά του. Από την περιγραφή του μάλλον δεν έχει δίκαιο. Η απάντησή μου είναι επιβεβλημένη γιατί με θίγει ηθικά.
Τώρα, σχετικά με τη σημερινή επιστολή του κ. Χρήστου Τσατσανίφου (συμπτωματικά και οι δύο επιστολογράφοι είναι συνάδελφοι Πολιτικοί Μηχανικοί) έχω τα εξής σχόλια:
– Η θεμελιώδης αρχή που θέλω να αναδείξω με την αρθρογραφία μου για τις τράπεζες είναι ότι «οποιαδήποτε υπηρεσία εμπεριέχει κόστος. Αν αυτός που απολαμβάνει την υπηρεσία δεν πληρώνει το κόστος της, κάποιος άλλος το επιβαρύνεται. Αυτό είναι άδικο». Στο δεύτερο σημείωμά μου που δημοσιεύθηκε στις 19/1/2025 αναλύω γιατί οι ηλεκτρονικές συναλλαγές έχουν σημαντικό κόστος για την τράπεζα και πρέπει να πληρώνονται.
– Ακριβώς για τον λόγο αυτό συμφωνώ με τον επιστολογράφο και το προτείνω στα κείμενά μου. Αν ο πελάτης δεν επιβαρύνεται με κάποια υπηρεσία, να την επιβαρύνεται η τράπεζά του και όχι η τράπεζα που παρέχει την υπηρεσία. – Η εγκατάσταση ΑΤΜ διαφόρων τραπεζών σε ένα χώρο δεν μπορεί να καταργηθεί διότι οι τράπεζες έχουν σημαντικά έσοδα από τη χρήση των ΑΤΜ από τα 30 και πλέον εκατομμύρια τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας. Επιπλέον οι προμήθειες αυτές είναι καθορισμένες από την Visa, Mastercard κ.ά. και είναι ιδιαίτερα υψηλές. Είναι 1,75 ευρώ συν 3 / 1.000 επί του ποσού. – Σύμφωνα με την «Καθημερινή» (29/12/2024) «Το πιο ευαίσθητο σημείο των ελληνικών τραπεζών είναι τα έσοδα από προμήθειες, που αντιπροσωπεύουν το 18% των λειτουργικών τους εσόδων, έναντι 28% στην Ε.Ε.». Βλέπουμε ότι υπολείπονται σημαντικά από τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Επειδή είμαι βέβαιος ότι κάποιος θα ισχυριστεί ότι αυτό συμβαίνει γιατί έχουν πολύ υψηλότερα έσοδα από τόκους, αντιγράφω και πάλι από το ίδιο άρθρο: «Εσοδα από τόκους ως ποσοστό των λειτουργικών εσόδων ελληνικές τράπεζες 79,5% και Ε.Ε. 60,6%». Δηλαδή έχουμε 31,2% περισσότερους τόκους αλλά 36% χαμηλότερες προμήθειες.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΡΥΜΙΩΤΗΣ
Σλάλομ ανάμεσα σε τραπεζοκαθίσματα
Κύριε διευθυντά,
Σας στέλνω αυτή την επιστολή για να αναδείξω ένα θέμα που ταλαιπωρεί πολλούς κατοίκους στη γειτονιά μου. Εχω μεγαλώσει και μένω στο Παγκράτι. Η περιοχή μου έχει αναβαθμιστεί τουριστικά αρκετά τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα όλο και περισσότερα μαγαζιά να ανοίγουν. Δεν είναι κάτι που ενοχλεί φυσικά αυτό. Αντίθετα θα έλεγα. Το πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχει κανένας έλεγχος στα τραπεζοκαθίσματα που πλέον έχουν καταλάβει πεζοδρόμια, πλατείες, ακόμη και τις άκρες των δρόμων σε κάποιες περιπτώσεις. Ειδικά τους τελευταίους μήνες έχει χειροτερεύσει πολύ η κατάσταση και δυστυχώς κανένα τηλέφωνό μας στον δήμο δεν την έχει αλλάξει.
Ελπίζω να αναδείξετε το πρόβλημα αυτό, με την ελπίδα κάτι να αλλάξει σύντομα.
ΑΡΓΥΡΗΣ ΠΈΤΡΟΥΛΗΣ
Η χρυσή συμβουλή του πατρός Έιρήνης Παπά
Κύριε διευθυντά,
Οταν η μεγάλη Ειρήνη Παπά τελείωσε τις βασικές της σπουδές, στο χωριό, Χιλιομόδι Κορινθίας, ο πατέρας της, ο μπάρμπα Σταύρος, ο Λελέκος, σπουδαίος δάσκαλος και βαθύς γνώστης των θέσεων των αρχαίων Ελλήνων σχετικά με τη διακυβέρνηση των χωρών, της έδωσε μια συμβουλή: «Στη ζωή σου να θαυμάζεις μόνο τους ανθρώπους του πνεύματος κι όχι τους ανθρώπους που είναι άπληστοι και πιστεύουν στον πλούτο και στο χρήμα. Να εύχεσαι να κυβερνούν την ανθρωπότητα μόνον αυτοί». Δηλαδή οι άριστοι, όπως πίστευε και ο μεγάλος Πλάτωνας.
Για πολλούς αιώνες, κυρίως η Δύση, κυβερνιόταν βάσει των κανόνων του πνεύματος, όπως αυτό παγιώθηκε από τις αξίες και τις αρχές των αρχαίων Ελλήνων (Περικλή, Πλάτωνα, Αριστοτέλη κ.λπ.).
Δυστυχώς, σήμερα παρατηρούμε ότι μπαίνουμε σε μια άλλη εποχή.
Την κατ’ εξοχήν χώρα της Δημοκρατίας της Δύσης (ΗΠΑ) την λάμπρυναν κάποτε ηγέτες όπως οι Ουάσιγκτον, Τζέφερσον, Μονρόε, Λίνκολν κ.λπ. και είχαν πάντα ως πρότυπο τους αρχαίους Ελληνες φιλοσόφους.
Δυστυχώς, άλλαξαν αυτές οι αρχές πρόσφατα, αφού έδωσαν την εξουσία στους πλουτοκράτες, που έχουν ως πρότυπο το χρήμα και τίποτα άλλο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ
Συνταξιούχους Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου