οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2025

Η έλλειψη φωτισμού στην οδό Πανόρμου επί δημαρχίας Χάρη Δούκα έχει μετατρέψει έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας σε ένα επικίνδυνο και αφιλόξενο σημείο. Παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις για μια «φωτεινή και ασφαλή πόλη», η κατάσταση στην περιοχή της Πανόρμου δείχνει το αντίθετο: σκοτεινοί δρόμοι και αίσθημα ανασφάλειας για κατοίκους και περαστικούς. Η δημοτική αρχή φαίνεται να δίνει έμφαση σε έργα βιτρίνας, ενώ βασικές υποδομές, όπως ο δημόσιος φωτισμός, παραμένουν σε άθλια κατάσταση. Οι κάτοικοι της περιοχής εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους, καθώς η αδιαφορία της δημοτικής αρχής έχει κάνει τη βραδινή τους μετακίνηση δύσκολη και επικίνδυνη. Αν η κατάσταση συνεχιστεί, η Πανόρμου κινδυνεύει να χάσει τον χαρακτήρα της ως ζωντανός πυρήνας της πόλης και να μετατραπεί σε ένα ακόμα παραμελημένο κομμάτι της Αθήνας....

 Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"














Σε αυτή την ευφάνταστη εξεικόνιση ο γιος προβάρει την ευρεσιτεχνία που σκαρφίσθηκε ο πατέρας του για να δραπετεύσουν μαζί από την Κρήτη, όπου τους κρατούσε (στον Λαβύρινθο) ο έξαλλος (δεν είναι της ώρας το γιατί) βασιλιάς Μίνωας. Ο καθήμενος σοφός Δαίδαλος τον συμβουλεύει να μην πετάξει πολύ ψηλά γιατί ο ήλιος θα κάνει ανεπανόρθωτη ζημιά, λιώνοντας το κερί που συγκρατούσε τα φτερά. Ο Ικαρος δεν τον άκουσε αλλά με τον πνιγμό του πέρασε στην αιωνιότητα βαφτίζοντας ερήμην του ένα πέλαγος και ένα νησί. Ο πατέρας του προσγειώθηκε πενθώντας αλλά σώος κάπου στη Σικελία. Στις παρακάτω στήλες, μέσω του αναγνώστη της «Κ», ο «Λεονάρντο ντα Βίντσι» της μυθολογίας μας έχει την τιμητική του «διασυνδεδεμένος» μάλιστα με την επικαιρότητα.


Το «Μνημείο Άθανάτων», 
ο «λαβύρινθος» του Βαρώτσου, 
και ο πολυμήχανος Δαίδαλος


«Με λόγο ή με σμιλάρι ... να υψωθούμε αγωνιόμαστε·... και λέμε η γη να σμίξει με τ’ αστέρια μπορεί»
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ («Δαίδαλος»)


Κύριε διευθυντά,

Το θέμα της ανάπλασης του «Μνημείου των Αθανάτων του Εθνους» του υπουργείου Εθνικής Αμυνας και η μεταφορά του στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, στη Βάρη, υπήρξε αντικείμενο συζητήσεων και διαλόγου σε ολοσέλιδα άρθρα στην Κυριακάτικη σελίδα «Ιστορία» της «Καθημερινής» (15/9/2024 και 22/9/2024). 

Από τη συνέντευξη στην «Καθημερινή» (3/11/2024) του γνωστού γλύπτη και αρχιτέκτονα του γυάλινου «Δρομέα», Κώστα Βαρώτσου, στον οποίο έχει ανατεθεί η σχεδίαση του νέου μνημείου, πληροφορούμεθα ότι θα αποτελείται από ένα «γυάλινο λαβύρινθο σε σχήμα πετάλου, την κιβωτό εθνικής μνήμης με τα 121.692 ονόματα των σύγχρονων Ελλήνων ηρώων» (που έπεσαν για την πατρίδα από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους το 1830 έως το 1947) «τυπωμένα πάνω στα γυαλιά και θα μοιάζουν να αιωρούνται, να αποτελούν το νήμα στον λαβύρινθο του Μινώταυρου, το οποίο θα οδηγεί όχι στο σκοτάδι του πολέμου, αλλά στη σωτηρία και στο φως, στην ανάδυση των θετικών ανθρωπίνων αξιών». Ευφάνταστη η σύλληψη του μνημείου και απαιτητική όσο και αινιγματική η κατασκευή του – που αναμένουμε να την θαυμάσουμε ολοκληρωμένη.

Η κεντρική ιδέα του μνημείου ξεκινάει από τον Λαβύρινθο της Μινωικής Κρήτης, που κατά τη μυθολογία κατασκεύασε ως φυλακή για τον Μινώταυρο κατ’ εντολήν του βασιλιά Μίνωα, ο Δαίδαλος: ο πρώτος γλύπτης, αρχιτέκτονας και πολυμήχανος εφευρέτης, που μηχανεύεται ευρηματικές λύσεις σε αδιέξοδες καταστάσεις, όπως το νήμα –μίτος– της Αριάδνης. Με τα φτερά που έφτιαξε «εφηύρε» την ιδέα της κατακόρυφης απόδρασης, της πτήσης προς την ελευθερία και κατ’ επέκταση της απελευθέρωσης του ανθρώπου από τον δικό του «λαβύρινθο». (Σημ. 1)

Ο λαβύρινθος και η «αναίρεσή» του οδηγούν τον καλλιτέχνη Κώστα Βαρώτσο στα βήματα του Δαιδάλου. Ο μύθος του Δαιδάλου, όπως όλοι οι ελληνικοί μύθοι, έχει εμπνεύσει και έχει γονιμοποιήσει τη φαντασία καλλιτεχνών και επιστημόνων σε διαφορετικές εποχές και κοινωνίες.

Με τη σειρά της, η έννοια του λαβυρίνθου σε διάφορες εκδοχές απαντά διαχρονικά σε πολλές εκφάνσεις και απεικονίσεις (από την ανατομία ως τμήμα της δομής του αυτιού, ώς τον σχεδιασμό κήπων και κυρίως ώς τις μεταφορικές αναγωγές στη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, την ψυχολογία, κ.λπ.).

Στην περίπτωση ενός άλλου μνημείου (Σημ. 2) ο λαβύρινθος ως σύμβολο φυλακής και εγκλεισμού αποτυπώνεται σε ένα λιτό εγχάρακτο κόσμημα, σε μια μαρμάρινη στήλη. Οι ανοιχτές πύλες του που τελικά οδηγούν στην ελευθερία, βρίσκονται σε αντιστοιχία με τη σωτηρία και το φως, όπου κατατείνει ο λαβύρινθος του Κώστα Βαρώτσου.

Η σκέψη και τα έργα των ανθρώπων ιχνηλατούν εκλεκτικές συγγένειες. Ετσι, μνημεία και μυθολογία διασταυρώνονται και διαπλέκονται, τα πρώτα ως φορείς μνήμης, ως αρχέτυπη μνήμη η δεύτερη.

Σημ. 1: Το ανθρωπωνύμιο Δαίδαλος προέρχεται από το ομηρικό ρήμα «δαιδάλλω» όπως και πολυάριθμα λεξικολογικά του παράγωγα, π.χ. τα επίθετα δαιδάλεος, πολυδαίδαλος, λογοδαίδαλος, που επαινούν την τέχνη και απαντούν διάσπαρτα σε κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Ο Δαίδαλος, ιστορικό σύμβολο της σκέψης, της ευφυΐας, της εφευρετικότητας και, εντέλει, της ενότητας τέχνης και επιστήμης (εξ ου και ο χαρακτηρισμός του ως προγόνου του Λεονάρντο ντα Βίντσι), έχει υιοθετηθεί ως πρόθεμα στον τίτλο μερικών επιστημονικών περιοδικών ώστε μονολεκτικά να σηματοδοτεί το περιεχόμενό τους: «Daedalus» (1958) της «Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών» (ιδρύθηκε το 1780), «Daedalus Hyperboreus» (1716). Πρόκειται για το πρώτο επιστημονικό περιοδικό της Σουηδίας του Πανεπιστημίου της Ουψάλα (ιδρύθηκε το 1477) αφιερωμένο στα μαθηματικά και τη φυσική. Επίσης «Δαίδαλος» ονομάζεται το Εθνικό Κέντρο «Υπερυπολογιστών» του ΕΜΠ στο Τεχνολογικό και Πολιτιστικό Πάρκο του Λαυρίου. Το 1991, σε συνέδριο στην Αθήνα και με τον προφητικό τίτλο «Υπολογιστής, ο νέος Δαίδαλος», ο Jacques-lοuis Lions, ακαδημαϊκός, καθηγητής μαθηματικών στο «Collège de France», ανέδειξε τις εκλεκτικές συγγένειες μεταξύ του ψηφιακού υπολογιστή και των «μνημειακών» τεχνουργημάτων του μυθικού Δαιδάλου (λαβύρινθος, αρχέτυπο της «πολυπλοκότητας» –κομβική έννοια στους υπολογιστές–, αγάλματα με κινούμενα μέλη, μάτια, και φωνή, προδρομικά της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης), καταλήγοντας με παραδείγματα εξαιρετικής πολυπλοκότητας από την παγκόσμια κλιματική αλλαγή και αεροδιαστημική τεχνολογία ότι «ο υπολογιστής πραγματοποιεί και επεκτείνει τον μύθο του Δαιδάλου». (Ομιλία στο διεθνές συνέδριο, «Διεπιστημονικά Ολύμπια», στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, 12-16/11/1991).

Σημ. 2: Πρόκειται για αναθηματική στήλη η κατασκευή της οποίας –προτάθηκε πέρυσι– επ’ ευκαιρία των 80 χρόνων από την απελευθέρωση στον Δήμο Ηλιδας για να τιμήσει τη «μνήμη των αφανών» ηρωικών ομήρων που συνελήφθησαν από τους ναζί κατακτητές στις 20 Ιουλίου 1944 στο μπλόκο της Αμαλιάδας και εκτελέστηκαν τον Αύγουστο του 1944 στο στρατόπεδο ομήρων Λυμπεροπούλου, στην Πάτρα. Το ιστορικό γεγονός καταγράφηκε σε επιστολές του γράφοντος στην «Καθημερινή»: «Oι “άγνωστοι” ήρωες της Ηλιδας» (29/6/2024) και «Επιλεκτική μνήμη, μνημεία και Ιστορία» (2/11/2024).

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΣΠ. ΞΑΝΘΗΣ 
Ομότιμος καθηγητής Υπολογιστικών Μαθηματικών και Αεροναυπηγικής
Πανεπιστημίου Λονδίνου



Εκ βαθέων «ευχαριστώ»
στην εφημερίδα μου

Κύριε διευθυντά,

Δεν θα ήμουν πάνω από 8-10 χρόνων όταν στις αρχές της δεκαετίας του ’50 αφού έχυνε λίγο από το φλιτζανάκι του καφέ στο πιατάκι (από τότε εθίστηκα στον πρωινό καφέ) καθόμασταν δίπλα δίπλα, εκείνη στην κουνιστή πολυθρόνα κι εγώ στο σκαμνάκι και διαβάζαμε το «κύριο άρθρο» της «Καθημερινής» (άλλος εθισμός). Και στη συνέχεια έπρεπε να της το πω με δικά μου λόγια.

Μεγαλώνοντας ο πατέρας μου, φανατικός κι αυτός αναγνώστης της «Καθημερινής» (θυμάμαι πόσο του έλειπε στα χρόνια της χούντας) θεωρούσε σωστό να διαβάζω και τον Τύπο άλλων πολιτικών πεποιθήσεων, ώστε να μπορώ να κάνω συγκρίσεις και να βγάζω τα δικά μου προσωπικά αποτελέσματα.

Εξακολούθησα να κατεβαίνω πρωί πρωί στο περίπτερο ν’ αγοράσω την «Καθημερινή» και μετά τα «κοινωνικά», να διαβάζω ό,τι πρόφταινα μέχρι να φύγω για τη δουλειά. Η συνέχεια το βράδυ.

Οταν στα εβδομήντα μετακόμισα σε σπίτι που δεν είχε κοντά περίπτερο, ο άντρας μου μού έκανε στα γενέθλιά μου το καλύτερο δώρο. Μια συνδρομή στην «Καθημερινή». Και την ανανεώνει κάθε χρόνο. Από τότε δέκα χρόνια τώρα, συνταξιούχος πια, χώνομαι στην πολυθρόνα μου και την ξεκοκαλίζω. Και δυστυχώς για εσάς δεν υπάρχει περίπτωση να μη βρω κάποια άρθρα που να με ιντριγκάρουν. Και πιάνω το μολύβι και γράφω άλλη μια επιστολή. Να προσθέσω λοιπόν κι εγώ στην επιστολή «Σ’ ευχαριστώ» της κυρίας Κατερίνας Αγραφιώτη άλλο ένα «ευχαριστώ» στην «Καθημερινή».

ΥΓ.: Αλλωστε, από ό,τι έχω παρατηρήσει, οι περισσότεροι επιστολογράφοι νεαρούδια είμαστε, συνταξιούχοι, ομότιμοι, τέως, επίτιμοι... Επιτέλους έχουμε χρόνο για να γράψουμε. Ευχαριστούμε «Καθημερινή» που μας δίνεις τον λόγο.

ΜΑΡΩ ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΗ ΑΔΑΜΗ


Το ιερό, αρχετυπικό λάδι των Ελλήνων

Κύριε διευθυντά,

Περί ελαιολάδου, ως καίριου αρχετυπικού προϊόντος της εθνικής μας διατροφικής και πολιτιστικής ιδιοσυστασίας, η επιστολή μου. Μακράν, δηλαδή, της αμιγώς αγοραίας διάστασης του θορύβου που προκλήθηκε πρόσφατα, γύρω από τον τρόπο διακίνησης του εμβληματικού προϊόντος μας, ανά την επικράτεια. Βιβλιογραφικός οδηγός μου το σχετικό αφιέρωμα στις «Επτά ημέρες» της «Κ», που είχε επιμεληθεί η αείμνηστη Εύη Βουτσινά.

Μέλος της ιερής διατροφικής τριάδας, μαζί με τον σίτον και τον οίνον, το «σεπτόν» και «αιδέσιμον» αυτό προϊόν, συνιστά ένα, αδιατάραχτα, μόνιμο τελετουργικό στοιχείο, πάσης φύσεως, ανά τους αιώνες.

Θεραπευτικό και φαρμακευτικό «ίαμα σώματος και ψυχής», το ελαιόλαδο δοξάστηκε επίσης ως υλικό περιποίησης στιβαρών σωμάτων των αθλητών. Εχοντας συναίσθηση της σπουδαιότητάς του –και παρ’ όλη την ευλογημένη επάρκεια σ’ αυτό– η χρήση του από τον λαό μας ήταν μεν απλόχερη, ποτέ όμως σπάταλη. Με εξαίρεση τα λαδερά μας, τα οποία, ως γνωστόν, πρέπει να... κολυμπούν στο λάδι. Ακόμα και σε ορεινά χωριά, όπου οι κάτοικοι μετρούσαν το λάδι «με τη δαχτυλήθρα», η χρήση του ήταν, όπου αυτό επιβαλλόταν, έως και γενναιόδωρη. Θυμάμαι, τη συνήθως ανταποκριτική μητέρα μου, στις όποιες γαστριμαργικές προτιμήσεις μας, να ορθώνει το ανάστημά της, όταν θέταμε ζήτημα περιορισμού της ποσότητας του λαδιού στη μαγειρική της: «Οσο χρειάζεται...», ήταν η ανυποχώρητη απάντησή της. Ως γνωστόν, λάδι για τους Ελληνες είναι μόνο ένα. Γι’ αυτό και δεν το αποκαλούμε ελαιόλαδο.

Θέτοντας αυτομάτως τα υπόλοιπα λάδια σε υποδεέστερη θέση. Πλούσιο στις σαλάτες, με τη φυσική μορφή του απλού λαδολέμονου, και τα καλοκαιρινά φαγητά, όπου βουτώντας το ψωμάκι μας, μετατρέπουμε την μπουκιά μας σε ύψιστη γκουρμεδιά. Και ως πρωτογενές προϊόν, όμως, η ελίτσα μας, προσφέρει το αξεπέραστο και διαχρονικό ελληνικό προσφάγι, συνώνυμο της πορείας ενός λιτοδίαιτου λαού. Από ένα κείμενο σαν αυτό δεν θα μπορούσε να λείπει η ποιητική διάσταση του πρωταγωνιστή μας, κυρίως ως φωτιστικού μέσου, των, εν πολλοίς, αυτοσχέδιων λυχναριών με το βαμβακένιο φυτίλι. Η λογοτεχνία έχει τον λόγο εδώ: «Η νέα εποχή θα έφτανε ως εμάς [...] με τη μορφή ενός διάφανου σχεδόν άυλου αχλαδιού. Ενας γυάλινος φαλακρός καρπός με ψυχρό αιχμηρό φως.

Αναβε κι έσβηνε στο ταβάνι, πατώντας ένα μαντζούνι-διακόπτη. Ενα ρέκβιεμ, αυτό, στη χαμένη απτότητα, εκείνη που αντικατέστησε το γλυκό φως του λυχναριού, αυτό το κατοικίδιο χειροποίητο άστρο, που έκανε τα πράγματα να κολυμπάνε ανάλαφρα ολόγυρά μας. Η μητέρα τού έβαζε λάδι με το λαδικό. Το βαμβακερό φυτίλι, στριφτή ελάχιστη πλεξίδα, το απορροφούσε αργά. Υστερα άναβε το σπίρτο και το πλησίαζε στην άκρη του. Βλέπαμε τη μικρή γήινη φλόγα να γεννιέται εκεί, σ’ αυτόν τον μικρό λειτουργικό κύκλο της ανθρώπινης επινοητικότητας. Η αργή καύση, σε παράλληλο βηματισμό έντυνε με απαλές ανταύγειες τις αργόσυρτες ώρες μας». (Μ. Πρατικάκης, η Κρήτη, περιοδικό η Λέξη).

Aς θυμηθούμε, εδώ, και τη γνωστή φράση: «όζει λυχνίας», αναφερόμενη, συνήθως, σε ένα βιβλίο, που για να γραφτεί χρειάστηκε πολύ κόπο. Ισχύει όμως και το αντίθετο: «ο συγγραφέας, που κατανάλωσε το λάδι του τζάμπα». Αυτό, αν το βιβλίο δεν άξιζε και πολλά πράγματα. Υπάρχει και λατινική, αντίστοιχη έκφραση: «oleum perdisti». Από την άλλη, μια παλιά έξοχη φράση παραγγέλλει: «Η τέχνη δικαιώνεται μόνο όταν «ου ζητεί τα εαυτής». Οτι, δηλαδή, ένα έργο τέχνης πρέπει να κρύβει τον κόπο του. Τίποτα να μην «όζει λυχνίας». Μόνο οι καλλιτέχνες δημιουργοί να ξέρουν, πόσο λάδι έκαψε ο λύχνος τους.

ΓΙΩΡΓΟΣ Ι. ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ
Βούλα



Πώς ο Τσε έγινε κεντρικός τραπεζίτης

Κύριε διευθυντά,

Ο εκλεκτός επιστολογράφος Α. Ν. Βενέτης μάς πληροφορεί («Κ», 18/1/2025) ότι ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα διετέλεσε και διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κούβας. Πώς όμως έγινε αυτό αφού, ως γιατρός, δεν είχε γνώσεις οικονομικών;

Την απορία μας λύνει ο υπουργός Εξωτερικών της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, Αντρέι Γκρομίκο (1909-1989), στα απομνημονεύματά του που δημοσιεύθηκαν το 1990. Αναφέρει λοιπόν ο Γκρομίκο ότι σε μία συνάντησή τους, ρώτησε τον Τσε πώς, χωρίς γνώσεις οικονομικών, έγινε κεντρικός τραπεζίτης. Και ο Τσε απάντησε: «Μετά την επικράτηση της κομμουνιστικής επανάστασης του 1959 στην Κούβα, ο Φιντέλ Κάστρο μοίραζε αξιώματα. Οταν έφτασε στην Εθνική Τράπεζα της Κούβας ρώτησε όλους εμάς τους συντρόφους: Ποιος είναι καλός «economista» (οικονομολόγος); Εγώ άκουσα «comunista» και αμέσως σήκωσα το χέρι μου. Ετσι, πήρα τη θέση»... Η αυθαιρεσία της εξουσίας σε όλο της το –φαιδρό– μεγαλείο!

ΑΡΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ 
Δικηγόρος Αθήνα


«Φως, περισσότερο φως στην Άθήνα»

Κύριε διευθυντά,

Η έλλειψη φωτισμού στην οδό Πανόρμου επί δημαρχίας Χάρη Δούκα έχει μετατρέψει έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας σε ένα επικίνδυνο και αφιλόξενο σημείο. Παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις για μια «φωτεινή και ασφαλή πόλη», η κατάσταση στην περιοχή της Πανόρμου δείχνει το αντίθετο: σκοτεινοί δρόμοι και αίσθημα ανασφάλειας για κατοίκους και περαστικούς.

Η δημοτική αρχή φαίνεται να δίνει έμφαση σε έργα βιτρίνας, ενώ βασικές υποδομές, όπως ο δημόσιος φωτισμός, παραμένουν σε άθλια κατάσταση. Οι κάτοικοι της περιοχής εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους, καθώς η αδιαφορία της δημοτικής αρχής έχει κάνει τη βραδινή τους μετακίνηση δύσκολη και επικίνδυνη. Αν η κατάσταση συνεχιστεί, η Πανόρμου κινδυνεύει να χάσει τον χαρακτήρα της ως ζωντανός πυρήνας της πόλης και να μετατραπεί σε ένα ακόμα παραμελημένο κομμάτι της Αθήνας.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ


Ο Γρηγόριος Ε΄ και το Κρυφό Σχολειό

Κύριε διευθυντά,

Διάβασα το ολίγον τι σχοινοτενές αλλά αξιανάγνωστο αφιέρωμα με κείμενα της κ. ΚαλλιόπηςΔήμητρας Λειβαδάρου στη ζωή και τη δράση του οικουμενικού πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ (ΠΡΟΣΩΠΑ + ΙΣΤΟΡΙΕΣ, «Καθημερινή», 16.1.2025) και ομολογώ πως έμαθα πολλά. Την προσοχή μου τράβηξε η ακόλουθη παράγραφος: «Στην ακμάζουσα τότε σχολή της Δημητσάνας έστειλε τον Γρηγόριο ο πατέρας του, καθώς διέκρινε την ευφυΐα και τη θέλησή του για μόρφωση. Αποφοιτώντας από τη συγκεκριμένη σχολή, μετέβη το 1765 στην πόλη της Αθήνας, προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του για τα επόμενα δύο χρόνια».

Από τα ανωτέρω είναι καταφανές ότι επί τουρκοκρατίας, τόσο στη Δημητσάνα όσο και στην Αθήνα, λειτουργούσαν «κατά το φανερόν» ελληνικές σχολές. Ενας από τους μαθητές των σχολών αυτών ήταν και ο τότε νεαρός Γρηγόριος (κατά κόσμον Γεώργιος Αγγελόπουλος), ο μετέπειτα πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄. Συγκεκριμένα, εν έτει 1764 η σχολή της Δημητσάνας περιγράφεται ως «οικία πολύδομος και λίαν ευρύχωρος προς διδασκαλίαν 300 μαθητών». Κι όμως, σήμερα πολλοί εξακολουθούν να μιλούν για «κρυφό σχολειό», ενώ γνωρίζουν ότι μέχρι το 1613 λειτουργούσαν σχολές, «φανερώς και ακωλύτως», σε πολλές πόλεις της τουρκοκρατούμενης Ελλάδας, όπως: Σέρρες, Θεσσαλονίκη, Βλαχοκλεισούρα, Κορυτσά, Ιερομέριον, Κέρκυρα, Ιωάννινα, Τρίκαλα, Βαρνάκοβα, Χαλκίδα, Αθήνα, Ζάκυνθος, Αργος, Ναύπλιο, Μυστράς, Μεθώνη, Κορώνη, Μονεμβασιά, Κύθηρα, Χάνδακας (Κρήτη), Ρόδος, Κως, Πάτμος, Χίος κ.α.

Θα μπορούσαμε να μιλούμε με βεβαιότητα για «κρυφά σχολειά», μόνο αν κάποιος μαθητής κατέγραφε τη μαθητική του εμπειρία φοιτώντας σε ένα από αυτά. Ομως τέτοιος μαθητής δεν υπάρχει: ούτε ο Γρηγόριος Ε΄ ούτε ο Ρήγας Φεραίος, ούτε ο Μακρυγιάννης ούτε ο Κολοκοτρώνης μίλησαν για «κρυφό σχολειό». Ωστόσο εμείς, «ουδέν ειδότες», μιλούμε!

Τέλος, το πώς, γιατί και από ποιους χαλκεύτηκε ο «ωφέλιμος» μύθος του «κρυφού σχολειού», είναι μια άλλη συζήτηση.

ΚΩΣΤΑΣ ΒΙΤΚΟΣ
 Μελβούρνη







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου