οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 5 Μαρτίου 2023

Χτίζουμε μια γραμμή διπλής τροχιάς υψηλών ταχυτήτων, αλλά δεν την προικίζουμε με τα αναγκαία συστήματα φωτεινής σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης, χωρίς τα οποία δεν μπορεί να λειτουργήσει και το ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας των τρένων. Και η εγκατάσταση αυτών των συστημάτων - που θα είχαν αποτρέψει την τραγωδία των Τεμπών - καθυστερούσε επειδή η εκτέλεση των συμβάσεων έμπλεκε στο γνώριμο κουβάρι των αναβολών, των επαναδιαπραγματεύσεων των συμβάσεων από τον επόμενο υπουργό, της μη παραλαβής των έργων, της ασυνέχειας από κυβέρνηση σε κυβέρνηση κι από (διορισμένη) διοίκηση σε (διορισμένη) διοίκηση....

Από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"

'ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 04-05/03/23

 ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ

Τ
ον Δεκέμβριο του 1966, ένα μοιραίο ανθρώπινο λάθος προκάλεσε μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες. Το πλοίο «Ηράκλειο», που ταξίδευε από τα Χανιά για τον Πειραιά, βυθίστηκε κοντά στη βραχονησίδα Φαλκονέρα, παίρνοντας μαζί του τουλάχιστον 277 ανθρώπους. Ηταν ένα λάθος του πλοιάρχου. Είχε δεχθεί να φορτώσει τελευταία στιγμή, βιαστικά, παρά τις αντιρρήσεις του λιμενάρχη και χωρίς να τηρηθούν οι κανόνες, ένα βαρύ όχημα, ένα φορτηγό - ψυγείο βάρους 25 τόνων, το οποίο λύθηκε εν πλω κι έσκασε στην πλαϊνή μπουκαπόρτα, προκαλώντας το ρήγμα που έφερε το ναυάγιο. Ηταν ένα λάθος. Αλλά του λάθους αυτού είχαν προηγηθεί πολλά άλλα. Η ακτοπλοΐα ήταν μια ατελώς ρυθμισμένη δραστηριότητα. Το πλοίο ήταν ένα παλιό δεξαμενόπλοιο που είχε μετασκευαστεί πρόχειρα σε οχηματαγωγό αμφιβόλου αξιοπλοΐας. Και είχε αποπλεύσει παρόλο που στη διαδρομή φυσούσαν άνεμοι 9 μποφόρ. Ενα βαρύ πένθος τύλιξε τότε τη χώρα και οργή μεγάλη φούντωσε, στην Κρήτη προπάντων. Και φυσικά, εκ των υστέρων, κάτι άλλαξε. Νέες ακτοπλοϊκές εταιρείες δημιουργήθηκαν, οι κανόνες έγιναν πιο αυστηροί, το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας απέκτησε θάλαμο επιχειρήσεων. Και καθιερώθηκε τότε για πρώτη φορά η υποχρέωση των λιμεναρχείων να επιβάλλουν απαγόρευση απόπλου, όταν οι καιρικές συνθήκες το απαιτούν, και να μην ταξιδεύουν τα πλοία μόνο με ευθύνη του καπετάνιου.

Συνέβη ξανά, πολλές φορές, σε πολλές περιπτώσεις. Ο Κηφισός, για παράδειγμα, έπνιξε σε αλλεπάλληλες πλημμύρες του, από το 1961 κι ύστερα, πάνω από 100 ανθρώπους και προκάλεσε καταστροφές μεγάλες, μέχρις ότου, το 2002, τρεις συνεχόμενες πλημμύρες καλοκαιριάτικα έκαναν να ξεχειλίσει το ποτήρι και ολοκληρώθηκαν επιτέλους τα έργα εγκιβωτισμού του. Ο θάνατος 21 μαθητών σ' ένα δυστύχημα στα Τέμπη, το 2003 (τέσσερα χρόνια έπειτα από ανάλογο δυστύχημα στο ίδιο σημείο με ένα πούλμαν που μετέφερε φιλάθλους του ΠΑΟΚ), ήταν το σοκ που κίνησε τα πράγματα ώστε να επιταχυνθούν τα έργα για έναν ασφαλή αυτοκινητόδρομο από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη. Η συμφορά στο Μάτι έφερε το 112 και τη νέα υπηρεσία πολιτικής προστασίας, το ναυάγιο του «Σάμινα», με 81 νεκρούς, έφερε τα ονομαστικά εισιτήρια στα πλοία κι άλλαξε τους κανόνες ασφάλειας στις θαλάσσιες μεταφορές. Και ούτω καθεξής.

Μα το ερώτημα είναι, γιατί να χρειάζεται μια τραγωδία για να γίνει το αυτονόητο, για να αλλάξει το προφανές; Ή, όπως ρωτούσε το χθεσινό πρωτοσέλιδο των «ΝΕΩΝ», «γιατί η Ελλάδα μαθαίνει μόνο μετά από τραγωδίες;». Μια απάντηση θα μπορούσε να είναι πως φταίνε οι θεοί που ανέθεσαν στον Επιμηθέα να δώσει στους ανθρώπους τα χαρίσματα και τα ελαττώματά τους και πως ότι προσπάθησε να διορθώσει ο αδελφός του ο Προμηθέας, εκ των υστέρων, δεν είναι αρκετό για να μας αλλάξει τη μοίρα. Μα προφανώς η μυθολογία δεν δίνει όλες τις απαντήσεις.

Είναι σαν να γυρίζουμε στον ίδιο τόπο του ίδιου εγκλήματος. Ξανά και ξανά. Στον πυρήνα μιας συμφοράς σαν αυτή που θρηνούμε τώρα υπάρχει πάντα ένα ανθρώπινο λάθος. Πάντα και παντού - όχι μόνο στην Ελλάδα. Ας αποφύγουμε τη γνώριμη αυτοϋποτίμηση. Αλλά συχνά διαπιστώνουμε ότι εδώ, σε φορείς που διαχειρίζονται κρίσιμα δημόσια αγαθά, πριν από το λάθος και γύρω από αυτό, έχει ανθήσει μια υποτίμηση στον επαγγελματισμό, μια περιφρόνηση στην τήρηση των κανόνων, στη σωστή εκπαίδευση και την αξιολόγηση, στην τυπική εφαρμογή κανονισμών, μια κουλτούρα ανοχής στη χαλαρότητα. Και ακόμη πιο συχνά διαπιστώνουμε ότι του λάθους προηγήθηκε μια αλυσίδα παραλείψεων και καθυστερήσεων, αναβολών και παρατυπιών.

Σκαλίζοντας τις αιτίες του δυστυχήματος στα Τέμπη, σκοντάφτουμε σε έναν οργανισμό που για χρόνια λειτούργησε ως μαύρη τρύπα του συστήματος, υποτιμημένο ως προς τις υπηρεσίες που προσφέρει, υπερτιμημένο ως διάδρομο πελατειακών διευκολύνσεων, που κατάπινε δισεκατομμύρια από τους φόρους των πολιτών και τα ευρωπαϊκά κονδύλια και που ο εκσυγχρονισμός του, όταν ξεκίνησε, έγινε με την κλασική μέθοδο «ένα βήμα εμπρός - δύο βήματα πίσω». Χτίζουμε μια γραμμή διπλής τροχιάς υψηλών ταχυτήτων, αλλά δεν την προικίζουμε με τα αναγκαία συστήματα φωτεινής σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης, χωρίς τα οποία δεν μπορεί να λειτουργήσει και το ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας των τρένων. Και η εγκατάσταση αυτών των συστημάτων - που θα είχαν αποτρέψει την τραγωδία των Τεμπών - καθυστερούσε επειδή η εκτέλεση των συμβάσεων έμπλεκε στο γνώριμο κουβάρι των αναβολών, των επαναδιαπραγματεύσεων των συμβάσεων από τον επόμενο υπουργό, της μη παραλαβής των έργων, της ασυνέχειας από κυβέρνηση σε κυβέρνηση κι από (διορισμένη) διοίκηση σε (διορισμένη) διοίκηση.


Και κάπως έτσι, ίσως, αρχίζουμε να μαντεύουμε την απάντηση στον χθεσινό τίτλο. Γιατί η Ελλάδα μαθαίνει μόνον από τις τραγωδίες; Γιατί το πολιτικό σύστημα, από ατολμία ή φαυλότητα, δύσκολα ανοίγει δρόμο ανάμεσα σε διευθετήσεις διαφόρων συμφερόντων, αν κάποιος - μια ευρωπαϊκή παρέμβαση ή μια τραγωδία που ευαισθητοποιεί την κοινή γνώμη - δεν βάλει το μαχαίρι στον λαιμό. Γιατί συχνά η αναβολή ενός έργου είναι ασφαλέστερη από την εκτέλεσή του - κανείς δεν βρήκε τον μπελά του για κάτι που δεν έκανε, έχω ακούσει συχνά να λένε άνθρωποι με εμπειρία στα δημόσια πράγματα. Και γιατί, προπάντων, η συνέχεια ενός έργου που μια κυβέρνηση ξεκίνησε από την επόμενη είναι η εξαίρεση, όχι ο κανόνας. Μια χώρα όπου οι δημόσιες υπηρεσίες της δεν είναι αυτοτελείς έναντι της πολιτικής ηγεσίας, όπου η τήρηση των κανόνων και η εκτέλεση των συμβάσεων δεν είναι πάνω από την πολιτική βούληση του υπουργού και όπου μια ανεξάρτητη δημόσια διοίκηση δεν διασφαλίζει τη συνέχειά της, η κουλτούρα ευθύνης των στελεχών της εύκολα υπονομεύεται και η ομαλή και έγκαιρη ολοκλήρωση των έργων δύσκολα εξασφαλίζεται. Και επιστρέφουμε, έτσι, κάθε τόσο στην κατάρα του Επιμηθέα - να προηγείται ο θρήνος της πράξης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου