Από "ΤΑ ΝΕΑ"
"ΤΑ ΝΕΑ", 06/03/23 |
ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΚΑΝΕΛΛΗ
Το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη έχει πολλή θλίψη. Και θυμό. Αναμενόμενο. Μέρος της θλίψης κατευθύνεται στην πολιτεία, στις ανεπάρκειες της ασφάλειας των σιδηροδρόμων - κι αυτό αναμενόμενο και εύλογο. Τη μερίδα του λέοντος της κριτικής την υφίσταται η κυβέρνηση. Σωστό. Τέσσερα χρόνια θα μπορούσαν να έχουν γίνει πολλά. Αν, βεβαίως, δεν είχε συμβεί το δυστύχημα, τα ηλεκτρονικά συστήματα ασφάλειας ίσως να περίμεναν αρκετά χρόνια ακόμα - οι κυβερνήσεις θέτουν προτεραιότητες, ιδίως σε χώρες όπως η Ελλάδα, ο δημόσιος τομέας της οποίας έχει τραυματιστεί χρόνια από την πελατειακή λογική και η τελευταία δεκαετία (της κρίσης, που ουσιαστικά ήταν δεκαετία χρεοκοπίας) αποδιοργάνωσε κι άλλο αρκετές από τις δημόσιες λειτουργίες.
Το μεγαλύτερο μέρος της θλίψης, άφατης, οδυνηρής, το σηκώνουν οι οικογένειες όσων χάθηκαν. Το συλλογικό πένθος είναι, επίσης, εύλογο - αλλά θα υποχωρήσει πολύ πιο γρήγορα από το πένθος όσων θρηνούν απώλειες. Η πολιτική, προφανώς, δεν υποχωρεί, ούτε την ώρα του πένθους ούτε με τον καιρό. Η πολιτική υπάρχει πάντα. Κι είναι σωστό να υπάρχει. Ορθώς η αντιπολίτευση επιρρίπτει ευθύνες στην κυβέρνηση, ορθώς επικαλείται τον θυμό και τη θλίψη. Αλλά η θυσία των 59 θα πάει χαμένη αν το μήνυμα του δυστυχήματος είναι η βία, η διεκδίκηση ενός ακόμα ξεχαρβαλώματος.
Η πολιτική δεν τελειώνει ποτέ. Και η αντιπολίτευση, ιδίως η αξιωματική αντιπολίτευση, έχει προφανώς δικαίωμα, εκτός από κοινοβουλευτική κριτική (την οποία έχει απεμπολήσει) και μιντιακές επιθέσεις, να διοργανώνει συλλαλητήρια και να ζητάει να πέσουν κεφάλια, να πιέζει. Ενα μόνο δεν δικαιούται: να κρύβεται πίσω από το πένθος για να οργανώνει δήθεν αυθόρμητες διαμαρτυρίες που μπορεί να εκτραπούν σε βία. Αυτό δεν είναι πολιτική, είναι κουτοπονηριά.
Είναι πολύ δύσκολο να επαναληφθεί το μοντέλο του Δεκεμβρίου 2008 ή των «Αγανακτισμένων», όταν οι κουκουλοφόροι με τις μολότοφ κατέστρεψαν το κέντρο της Αθήνας, διέλυσαν την εμπορική κίνηση και ερήμωσαν για πολλά χρόνια την πόλη. Ηταν μια εποχή όπου η Αριστερά είχε κρυφτεί πίσω από κινήσεις και προσωπικότητες που ζουν για να βιαιοπραγούν, είτε στο όνομα του αναρχισμού είτε επειδή η βία έλκει. Στο μεταξύ, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση - και στη σημερινή καμπή είναι αδύνατον να προσελκύσει κόσμο καταστρέφοντας.
Επειδή οι πολίτες κουράστηκαν από την πολλή οργή, βαρέθηκαν την καταστροφή και τη διάλυση. Τα κόμματα οφείλουν να απαντήσουν πώς θα φτιάξουν το συντομότερο τις κατεστραμμένες υποδομές και πώς θα συντηρήσουν τις ήδη υπάρχουσες που λειτουργούν αξιοπρεπώς. Το ερώτημα είναι πώς θα φτιάξουν τα τρένα, και οι συγκοινωνίες, και τα ΕΛΤΑ, και ο δημόσιος τομέας, και πώς θα βελτιώνεται η οικονομία, και πώς θα υπάρχουν δουλειές, όχι πώς θα καταλάβει το κράτος κάποια εκδικητική ομάδα. Οι πολίτες θέλουν θετικές προτάσεις και πολιτική προοπτική που υπόσχεται χτίσιμο, όχι ξεχαρβάλωμα - δεν θέλουν Σπίρτζηδες και Πολάκηδες.
Δεν μπορώ να διανοηθώ, δηλαδή, ότι το πένθος είναι ευκαιρία για κάποιους να τα σπάσουν, κι ότι μπορεί να υπάρχουν πολιτικά στελέχη της κοινοβουλευτικής Αριστεράς που να θεωρούν ότι αυτό κάνει καλό στον δικό τους χώρο. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αν επιδιώκει να μείνει με αξιώσεις στο πολιτικό παιχνίδι, ας κάνει έκκληση στους οπαδούς του να «θλίβονται» κατ' ιδίαν, διότι αυτός θα πληρώσει μεγαλύτερο μέρος του μαρμάρου αν στο όνομα του πένθους κυριαρχήσουν οι χούλιγκαν και οι κουκουλοφόροι καταστροφείς. Δεν είναι καιρός για καταστροφές, αλλά για στοχαστικότητα και για υπευθυνότητα. Από όλους.
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΥ
Η τραγωδία απαιτεί απαντήσεις. Οσο δεν πρέπει να εκφυλιστούν αυτές σε μια κοκορομαχία των κομμάτων, άλλο τόσο δεν πρέπει να μείνουν μετέωρες. Μη απάντηση συνιστά η χθεσινή ανάρτηση του Πρωθυπουργού, όπου προσπαθεί να απεμπλακεί από την αρχική δήλωση-υπεκφυγή περί ανθρωπίνου λάθους, ζητώντας συγγνώμη όχι για τις ευθύνες της δικής του κυβέρνησης, αλλά συνολικά του πολιτικού συστήματος. Ανάλογη ήταν και η δήλωση παραίτησης του υπουργού του, του ίδιου που, κουνώντας το δάχτυλο μεμφόταν υπεροπτικά όσους θέτουν ζητήματα ασφάλειας στα τρένα. Ομως, αν όλοι φταίνε, κανείς δεν είναι υπεύθυνος. Η θεωρία της «κακιάς ώρας», του ανθρώπινου λάθους, είναι ουσιαστικά ταυτόσημη με αυτή της «κακής χώρας», της πλήρους διάχυσης των ευθυνών. Καταλήγουν στη συγκάλυψη των πραγματικών αιτιών και των αληθινών ενόχων.
Δεν πρόκειται μόνο για διαχειριστικά λάθη της κυβέρνησης. Πρόκειται για κάτι πολύ βαθύτερο. Σκεφτείτε: Είχαν προηγηθεί τρεις πρόσφατοι εκτροχιασμοί. Λιγότερο από έναν χρόνο πριν, o πρόεδρος της εθνικής επιτροπής του ETCS παραιτήθηκε απευθύνοντας σοβαρές και εμπεριστατωμένες κατηγορίες για αμέλεια και ανικανότητα των διοικούντων. Πολλές απεργίες και εξώδικα των σωματείων των εργαζομένων είχαν θέσει έντονα τα ίδια ζητήματα. Η αδιαφορία της κυβέρνησης απέναντι σε αυτές τις προειδοποιήσεις δεν συνιστά λάθος, αλλά απόφαση. Απόφαση να αφεθούν τα πράγματα στην τύχη τους και να στήνεται παράλληλα μια πρόσοψη εικονικής πραγματικότητας δήθεν εκσυγχρονισμού και success story, όπως τα κωμικοτραγικά εγκαίνια από τον κ. Μητσοτάκη της ανύπαρκτης τηλεδιοίκησης.
Υπάρχουν δύο ακόμη βαθύτερα αίτια για την τραγωδία, που αποτελούν ταυτόχρονα δομικά χαρακτηριστικά της Δεξιάς στη χώρα μας: ο πελατειασμός και η υπονόμευση του κοινωνικού κράτους μέσω των ιδιωτικοποιήσεων. Πώς τοποθετήθηκε ένας άνθρωπος με εκπαίδευση μόλις έξι μηνών σταθμάρχης στον κεντρικότερο σταθμό της χώρας; Γιατί καταργήθηκε ο δεύτερος σταθμάρχης; Επί ΣΥΡΙΖΑ ήταν τοποθετημένοι δύο έμπειροι σταθμάρχες στους κεντρικούς σταθμούς, όπως και κλειδούχοι σε όλα τα αναγκαία σημεία. Λειτουργούσε, επιπλέον, για την αντιμετώπιση του ανθρώπινου λάθους, δευτεροβάθμιο κέντρο παρακολούθησης κυκλοφορίας, που καταργήθηκε το 2020.
Αναπότρεπτη υποβάθμιση των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών συνιστά, διαχρονικά και παγκόσμια, η απόφαση για την ιδιωτικοποίησή τους. Είναι αλήθεια ότι ούτε εμείς μπορέσαμε να αναστρέψουμε τη μνημονιακή δέσμευση της κυβέρνησης Σαμαρά για την ιδιωτικοποίηση των τρένων. Ενισχύσαμε όμως το δημόσιο σιδηροδρομικό δίκτυο, παραδίδοντας ολοκληρωμένη ως προς τις υποδομές και ηλεκτροδοτημένη τη διπλή γραμμή Θεσσαλονίκης - Αθήνας. Το 2017 προχωρήσαμε σε προσλήψεις σταθμαρχών και φυλάκων διαβάσεων. Αντιθέτως, το 2020 δεν ανανεώθηκαν οι σχετικές συμβάσεις και όλο το έργο της φύλαξης πέρασε με ανάθεση σε εταιρείες. Viral έχει γίνει, άλλωστε, η φωτογραφία του κ. Χατζηδάκη να κόβει τούρτα γενεθλίων πανηγυρίζοντας για την ιδιωτικοποίηση του ΟΣΕ.
Μια τελευταία λέξη για όσους υποστηρίζουν ότι ο θάνατος των νέων παιδιών «θα πιάσει τόπο» γιατί έτσι θα εκσυγχρονίσουμε τα τρένα. Είναι οι ίδιοι του «Γερούν γερά» που ευλογούσαν τα Μνημόνια με το επιχείρημα ότι μόνοι μας δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε μεταρρυθμίσεις. Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική Δεξιά είναι αυτή που δεν μπορεί να ξεπεράσει τον πελατειακό εαυτό της και να αλλάξει ουσιαστικά τη χώρα, πέραν επιφανειακών και επικοινωνιακών καλλωπισμών.
-Ο Γιώργος Κατρούγκαλος είναι καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, βουλευτής Β1 Βόρειου Τομέα Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Το μεγαλύτερο μέρος της θλίψης, άφατης, οδυνηρής, το σηκώνουν οι οικογένειες όσων χάθηκαν. Το συλλογικό πένθος είναι, επίσης, εύλογο - αλλά θα υποχωρήσει πολύ πιο γρήγορα από το πένθος όσων θρηνούν απώλειες. Η πολιτική, προφανώς, δεν υποχωρεί, ούτε την ώρα του πένθους ούτε με τον καιρό. Η πολιτική υπάρχει πάντα. Κι είναι σωστό να υπάρχει. Ορθώς η αντιπολίτευση επιρρίπτει ευθύνες στην κυβέρνηση, ορθώς επικαλείται τον θυμό και τη θλίψη. Αλλά η θυσία των 59 θα πάει χαμένη αν το μήνυμα του δυστυχήματος είναι η βία, η διεκδίκηση ενός ακόμα ξεχαρβαλώματος.
Η πολιτική δεν τελειώνει ποτέ. Και η αντιπολίτευση, ιδίως η αξιωματική αντιπολίτευση, έχει προφανώς δικαίωμα, εκτός από κοινοβουλευτική κριτική (την οποία έχει απεμπολήσει) και μιντιακές επιθέσεις, να διοργανώνει συλλαλητήρια και να ζητάει να πέσουν κεφάλια, να πιέζει. Ενα μόνο δεν δικαιούται: να κρύβεται πίσω από το πένθος για να οργανώνει δήθεν αυθόρμητες διαμαρτυρίες που μπορεί να εκτραπούν σε βία. Αυτό δεν είναι πολιτική, είναι κουτοπονηριά.
Είναι πολύ δύσκολο να επαναληφθεί το μοντέλο του Δεκεμβρίου 2008 ή των «Αγανακτισμένων», όταν οι κουκουλοφόροι με τις μολότοφ κατέστρεψαν το κέντρο της Αθήνας, διέλυσαν την εμπορική κίνηση και ερήμωσαν για πολλά χρόνια την πόλη. Ηταν μια εποχή όπου η Αριστερά είχε κρυφτεί πίσω από κινήσεις και προσωπικότητες που ζουν για να βιαιοπραγούν, είτε στο όνομα του αναρχισμού είτε επειδή η βία έλκει. Στο μεταξύ, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση - και στη σημερινή καμπή είναι αδύνατον να προσελκύσει κόσμο καταστρέφοντας.
Επειδή οι πολίτες κουράστηκαν από την πολλή οργή, βαρέθηκαν την καταστροφή και τη διάλυση. Τα κόμματα οφείλουν να απαντήσουν πώς θα φτιάξουν το συντομότερο τις κατεστραμμένες υποδομές και πώς θα συντηρήσουν τις ήδη υπάρχουσες που λειτουργούν αξιοπρεπώς. Το ερώτημα είναι πώς θα φτιάξουν τα τρένα, και οι συγκοινωνίες, και τα ΕΛΤΑ, και ο δημόσιος τομέας, και πώς θα βελτιώνεται η οικονομία, και πώς θα υπάρχουν δουλειές, όχι πώς θα καταλάβει το κράτος κάποια εκδικητική ομάδα. Οι πολίτες θέλουν θετικές προτάσεις και πολιτική προοπτική που υπόσχεται χτίσιμο, όχι ξεχαρβάλωμα - δεν θέλουν Σπίρτζηδες και Πολάκηδες.
Δεν μπορώ να διανοηθώ, δηλαδή, ότι το πένθος είναι ευκαιρία για κάποιους να τα σπάσουν, κι ότι μπορεί να υπάρχουν πολιτικά στελέχη της κοινοβουλευτικής Αριστεράς που να θεωρούν ότι αυτό κάνει καλό στον δικό τους χώρο. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αν επιδιώκει να μείνει με αξιώσεις στο πολιτικό παιχνίδι, ας κάνει έκκληση στους οπαδούς του να «θλίβονται» κατ' ιδίαν, διότι αυτός θα πληρώσει μεγαλύτερο μέρος του μαρμάρου αν στο όνομα του πένθους κυριαρχήσουν οι χούλιγκαν και οι κουκουλοφόροι καταστροφείς. Δεν είναι καιρός για καταστροφές, αλλά για στοχαστικότητα και για υπευθυνότητα. Από όλους.
"ΤΑ ΝΕΑ", 06/03/23 |
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΥ
Η τραγωδία απαιτεί απαντήσεις. Οσο δεν πρέπει να εκφυλιστούν αυτές σε μια κοκορομαχία των κομμάτων, άλλο τόσο δεν πρέπει να μείνουν μετέωρες. Μη απάντηση συνιστά η χθεσινή ανάρτηση του Πρωθυπουργού, όπου προσπαθεί να απεμπλακεί από την αρχική δήλωση-υπεκφυγή περί ανθρωπίνου λάθους, ζητώντας συγγνώμη όχι για τις ευθύνες της δικής του κυβέρνησης, αλλά συνολικά του πολιτικού συστήματος. Ανάλογη ήταν και η δήλωση παραίτησης του υπουργού του, του ίδιου που, κουνώντας το δάχτυλο μεμφόταν υπεροπτικά όσους θέτουν ζητήματα ασφάλειας στα τρένα. Ομως, αν όλοι φταίνε, κανείς δεν είναι υπεύθυνος. Η θεωρία της «κακιάς ώρας», του ανθρώπινου λάθους, είναι ουσιαστικά ταυτόσημη με αυτή της «κακής χώρας», της πλήρους διάχυσης των ευθυνών. Καταλήγουν στη συγκάλυψη των πραγματικών αιτιών και των αληθινών ενόχων.
Δεν πρόκειται μόνο για διαχειριστικά λάθη της κυβέρνησης. Πρόκειται για κάτι πολύ βαθύτερο. Σκεφτείτε: Είχαν προηγηθεί τρεις πρόσφατοι εκτροχιασμοί. Λιγότερο από έναν χρόνο πριν, o πρόεδρος της εθνικής επιτροπής του ETCS παραιτήθηκε απευθύνοντας σοβαρές και εμπεριστατωμένες κατηγορίες για αμέλεια και ανικανότητα των διοικούντων. Πολλές απεργίες και εξώδικα των σωματείων των εργαζομένων είχαν θέσει έντονα τα ίδια ζητήματα. Η αδιαφορία της κυβέρνησης απέναντι σε αυτές τις προειδοποιήσεις δεν συνιστά λάθος, αλλά απόφαση. Απόφαση να αφεθούν τα πράγματα στην τύχη τους και να στήνεται παράλληλα μια πρόσοψη εικονικής πραγματικότητας δήθεν εκσυγχρονισμού και success story, όπως τα κωμικοτραγικά εγκαίνια από τον κ. Μητσοτάκη της ανύπαρκτης τηλεδιοίκησης.
Υπάρχουν δύο ακόμη βαθύτερα αίτια για την τραγωδία, που αποτελούν ταυτόχρονα δομικά χαρακτηριστικά της Δεξιάς στη χώρα μας: ο πελατειασμός και η υπονόμευση του κοινωνικού κράτους μέσω των ιδιωτικοποιήσεων. Πώς τοποθετήθηκε ένας άνθρωπος με εκπαίδευση μόλις έξι μηνών σταθμάρχης στον κεντρικότερο σταθμό της χώρας; Γιατί καταργήθηκε ο δεύτερος σταθμάρχης; Επί ΣΥΡΙΖΑ ήταν τοποθετημένοι δύο έμπειροι σταθμάρχες στους κεντρικούς σταθμούς, όπως και κλειδούχοι σε όλα τα αναγκαία σημεία. Λειτουργούσε, επιπλέον, για την αντιμετώπιση του ανθρώπινου λάθους, δευτεροβάθμιο κέντρο παρακολούθησης κυκλοφορίας, που καταργήθηκε το 2020.
Αναπότρεπτη υποβάθμιση των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών συνιστά, διαχρονικά και παγκόσμια, η απόφαση για την ιδιωτικοποίησή τους. Είναι αλήθεια ότι ούτε εμείς μπορέσαμε να αναστρέψουμε τη μνημονιακή δέσμευση της κυβέρνησης Σαμαρά για την ιδιωτικοποίηση των τρένων. Ενισχύσαμε όμως το δημόσιο σιδηροδρομικό δίκτυο, παραδίδοντας ολοκληρωμένη ως προς τις υποδομές και ηλεκτροδοτημένη τη διπλή γραμμή Θεσσαλονίκης - Αθήνας. Το 2017 προχωρήσαμε σε προσλήψεις σταθμαρχών και φυλάκων διαβάσεων. Αντιθέτως, το 2020 δεν ανανεώθηκαν οι σχετικές συμβάσεις και όλο το έργο της φύλαξης πέρασε με ανάθεση σε εταιρείες. Viral έχει γίνει, άλλωστε, η φωτογραφία του κ. Χατζηδάκη να κόβει τούρτα γενεθλίων πανηγυρίζοντας για την ιδιωτικοποίηση του ΟΣΕ.
Μια τελευταία λέξη για όσους υποστηρίζουν ότι ο θάνατος των νέων παιδιών «θα πιάσει τόπο» γιατί έτσι θα εκσυγχρονίσουμε τα τρένα. Είναι οι ίδιοι του «Γερούν γερά» που ευλογούσαν τα Μνημόνια με το επιχείρημα ότι μόνοι μας δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε μεταρρυθμίσεις. Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική Δεξιά είναι αυτή που δεν μπορεί να ξεπεράσει τον πελατειακό εαυτό της και να αλλάξει ουσιαστικά τη χώρα, πέραν επιφανειακών και επικοινωνιακών καλλωπισμών.
-Ο Γιώργος Κατρούγκαλος είναι καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, βουλευτής Β1 Βόρειου Τομέα Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου