Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", και...
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το αποπαίδι του ΚΚΕ. Κατηγορώντας συλλήβδην το πολιτικό σύστημα για την κατάντια της χώρας, στην πραγματικότητα κατηγορούσε την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Σε πρώτη φάση προσπάθησε να την ανατρέψει, όχι βέβαια με επανάσταση, αλλά με την αποκοπή της χώρας από το διεθνές περιβάλλον, που, εκτός των άλλων, διασφάλιζε και τους δημοκρατικούς θεσμούς. Η α λα Casa de Papel σκέψη περί κατάληψης του νομισματοκοπείου εγκαταλείφθηκε, όμως η ιδέα παρέμεινε ενεργή. Επί μία τετραετία ο Τσίπρας αξιοποίησε την ευρωπαϊκή ασυλία για να υπονομεύει τους δημοκρατικούς θεσμούς, από την ενημέρωση ώς τη Δικαιοσύνη. Oσοι πιστεύουν ότι μπορεί να μεταμορφωθεί μαζί με την παράταξή του ας τον βοηθήσουν, αν μπορούν. Και η Χρυσή Αυγή; Σίγουρα συγκαταλέγεται στη δεύτερη κατηγορία, απόδειξη η ασυλία που της προσέφερε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Απλώς κι αυτή καλείται να αποδείξει ότι είναι πολιτικό κόμμα και όχι ένα μόρφωμα, γέννημα θρέμμα του υποκόσμου και της νύχτας.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 26/04/19
...από την "Εφ.Συν/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"
ΚΙ ΕΝΑΣ ΟΙΟΝΕΙ ΘΕΟΣΕΒΟΥΜΕΝΟΣ, ΑΡΙΣΤΕΡΟΣ ΕΚ ΠΕΠΟΙΘΗΣΕΩΣ...
Μαθαίνοντας η Παναγία (και μάλιστα από τον Αϊ-Γιάννη τον Πρόδρομο, άλλο στοιχείο αυτό της εξωευαγγελικής λαϊκής διήγησης) για τα πάθη του γιου της, σκέφτεται ό,τι αναρίθμητες μανάδες:
«Δεν έχ’ γκρεμό να γκρεμιστώ για το μονογενή μου, / δεν έχ’ μαχαίρι να σφαγώ για το μονογενή μου, / δεν έχ’ σκοινί να κρεμαστώ για το μονογενή μου». Στο «Μοιρολόι» την αποτρέπει ο Χριστός: «Μάνα μ’, αν γκρεμιστείς εσύ, γκρεμιέτ’ όλος ο κόσμος, / μάνα μ’ αν κρεμαστείς εσύ, κρεμιέτ’ όλος ο κόσμος». Αντίθετα, σε μία από τις λαϊκές παραδόσεις που αποθησαύρισε ο Ν.Γ. Πολίτης, η Παναγία αποφασίζει να μην αυτοκτονήσει δίχως την υιική προτροπή. Καταριέται μάλιστα την (ανύπαρκτη σε άλλες αφηγήσεις) αγία Καλή, που την ψέγει επειδή μετέχει στον νεκρόδειπνο: «Οταν σταυρώθη ο Χριστός, και η Παναγία εκαθότανε στην παρηγοριά, επέρασε μια καλόγρια και είπε: Ποιος είδε γιο εις το σταυρό και μάνα στο τραπέζι; Τότε εγύρισε η Παναγία και της είπε: Σύρε, μάνα Καλή, μήτε να ψάλεσαι μήτε να λειτουργιέσαι. Αν κρεμαστώ εγώ, θα κρεμαστούν μανάδες και αν πνιγώ εγώ, θα πνιγούν μανάδες, κάθομαι στην παρηγοριά, για να παρηγορηθούν όλες οι μανάδες».
Παρηγοριούνται άραγε οι ζώντες; Ενα λευκαδίτικο μοιρολόι, «εξαιρετικής τελειότητας» κατά τον Γκυ Σωνιέ που το ανθολογεί, τους δείχνει έτοιμους να υπηρετήσουν ένα ψέμα, όχι όμως για να παρηγορηθούν οι ίδιοι αλλά οι αγαπημένοι νεκροί, που δεν θα ξαναπασχάσουν: «Αυτού που βούλεσαι να πας, κι όπου ξεπερατιέσαι, / αν εύρεις νιους χαιρέτα τους, και νιες κουβέντιασέ τες. [...] Μην πεις πως έρχεται Λαμπρή, πως έρχονται γιορτάδες. / Πες του Χριστού πως χιόνιζε και τη Λαμπρή θα βρέχει, / και την ημέρα τ’ αϊ-Θωμά θα σέρνουν τα ποτάμια». Ή: «Και το δεκαπενταύγουστο φουσκώνουν τα ποτάμια».
...από την "Εφ.Συν/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"
"Εφ.Συν/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 26-28/04/19 |
Μαθαίνοντας η Παναγία (και μάλιστα από τον Αϊ-Γιάννη τον Πρόδρομο, άλλο στοιχείο αυτό της εξωευαγγελικής λαϊκής διήγησης) για τα πάθη του γιου της, σκέφτεται ό,τι αναρίθμητες μανάδες:
«Δεν έχ’ γκρεμό να γκρεμιστώ για το μονογενή μου, / δεν έχ’ μαχαίρι να σφαγώ για το μονογενή μου, / δεν έχ’ σκοινί να κρεμαστώ για το μονογενή μου». Στο «Μοιρολόι» την αποτρέπει ο Χριστός: «Μάνα μ’, αν γκρεμιστείς εσύ, γκρεμιέτ’ όλος ο κόσμος, / μάνα μ’ αν κρεμαστείς εσύ, κρεμιέτ’ όλος ο κόσμος». Αντίθετα, σε μία από τις λαϊκές παραδόσεις που αποθησαύρισε ο Ν.Γ. Πολίτης, η Παναγία αποφασίζει να μην αυτοκτονήσει δίχως την υιική προτροπή. Καταριέται μάλιστα την (ανύπαρκτη σε άλλες αφηγήσεις) αγία Καλή, που την ψέγει επειδή μετέχει στον νεκρόδειπνο: «Οταν σταυρώθη ο Χριστός, και η Παναγία εκαθότανε στην παρηγοριά, επέρασε μια καλόγρια και είπε: Ποιος είδε γιο εις το σταυρό και μάνα στο τραπέζι; Τότε εγύρισε η Παναγία και της είπε: Σύρε, μάνα Καλή, μήτε να ψάλεσαι μήτε να λειτουργιέσαι. Αν κρεμαστώ εγώ, θα κρεμαστούν μανάδες και αν πνιγώ εγώ, θα πνιγούν μανάδες, κάθομαι στην παρηγοριά, για να παρηγορηθούν όλες οι μανάδες».
Παρηγοριούνται άραγε οι ζώντες; Ενα λευκαδίτικο μοιρολόι, «εξαιρετικής τελειότητας» κατά τον Γκυ Σωνιέ που το ανθολογεί, τους δείχνει έτοιμους να υπηρετήσουν ένα ψέμα, όχι όμως για να παρηγορηθούν οι ίδιοι αλλά οι αγαπημένοι νεκροί, που δεν θα ξαναπασχάσουν: «Αυτού που βούλεσαι να πας, κι όπου ξεπερατιέσαι, / αν εύρεις νιους χαιρέτα τους, και νιες κουβέντιασέ τες. [...] Μην πεις πως έρχεται Λαμπρή, πως έρχονται γιορτάδες. / Πες του Χριστού πως χιόνιζε και τη Λαμπρή θα βρέχει, / και την ημέρα τ’ αϊ-Θωμά θα σέρνουν τα ποτάμια». Ή: «Και το δεκαπενταύγουστο φουσκώνουν τα ποτάμια».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου