Από την "Εφ.Συν"
"Εφ.Συν", 20/01/20 |
ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ Ζ. ΔΡΟΣΟΥ
Πολιτικός από τα μύχια της συντηρητικής παράταξης, με καταγωγή από τη βαθιά λαϊκή Ελλάδα (με ό,τι θετικά και αρνητικά φέρει αυτό), ο Προκόπης απομακρύνεται από την Προεδρία της Δημοκρατίας με απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη, παρά το ότι την επανεκλογή του υποστήριξε ο Αλέξης Τσίπρας, άρα ήταν δεδομένη και ως πολιτειακό γεγονός και ως συμβολική πράξη εθνικής συνεννόησης. Η αντικατάστασή του θα είχε λόγο αν είχε αποτύχει. Ομως δεν απέτυχε, το αντίθετο μάλιστα.
Στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κύριο Παυλόπουλο (στη θητεία του οποίου και μόνον αναφέρομαι εδώ) οφείλονται πολλά, πολύ περισσότερα από όσα του αναγνωρίζονται ή όσα (υποκριτικά εν πολλοίς ή με μικρότητα) θα του αναγνωρισθούν τελετουργικά κατά τη στιγμή της αποχώρησής του. Περιορίζομαι σε όσα -μέσα στο πλαίσιο του συνταγματικού του ρόλου- επετέλεσε το θυελλώδες πρώτο εξάμηνο του 2015 και ιδιαίτερα την άγρια εβδομάδα μετά το δημοψήφισμα και μέχρι την επανασυνεννόηση με τους εταίρους μας στην ευρωζώνη, επανασυνεννόηση ανέφικτη χωρίς τη σύμπραξη της αντιπολιτευόμενης τότε παράταξής του.
Ισως η παράταξη αυτή να τον τιμωρεί για τη δημιουργική συγκατοίκησή του με την κυβέρνηση της Αριστεράς, δηλαδή επειδή επετέλεσε τον συνταγματικό του ρόλο. Ή και για την ισχυρότατη επίδρασή του στην τιθάσευση των υστερικά ανθελληνικών φωνών σε ορισμένες ηγεσίες της ευρωζώνης και στη δημιουργία της κρίσιμης εθνικής-κοινοβουλευτικής συναίνεσης τον Ιούλιο του 2015, που αρκετοί από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας τότε απέρριπταν, προτιμώντας να πάει η χώρα στον χαμό παρά να τη βγάλει από την κρίση κάποιος άλλος, και μάλιστα ένας Τσίπρας.
Εκείνο το (προς την Ελλάδα και έξω από αυτήν) «δεν πρόκειται να είμαι ο Πρόεδρος της δραχμής» δεν του συγχώρεσαν, καθώς φαίνεται, οι δικοί του. Ισως ότι ούτε στο θέμα της Βόρειας Μακεδονίας βγήκε έξω από το πλαίσιο του συνταγματικού του ρόλου. Αλλά μπορεί να φταίει και το physique του, που μάλλον δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια του πολιτικού GNTM που διάφοροι λειψοί, πλην θορυβώδεις θεωρούν σπουδαία για την ανάδειξη σε θέσεις καίριας ευθύνης.
Και κάτι προσωπικό, που ελπίζω να μου το συγχωρήσει: η συμβολή στην εθνική συνεννόηση σε στιγμές έσχατης -σχεδόν- κρίσης δεν ήταν διόλου αυτονόητη για έναν άνθρωπο με την ιστορία του Προκόπη. Ξέρει κανείς γιατί η σύζυγός του φέρει το μικρό όνομα που φέρει και ότι ο λόγος που το φέρει θα έκανε δυο φορές πιο δύσκολη τη συνεννόηση με την κάθετα αντίθετη πλευρά; Οχι για εκείνον όμως.
Η κ. Σακελλαροπούλου είναι δικαστικός που αναδείχθηκε στη θέση της αντιπροέδρου και μετέπειτα προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας από την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Είναι η δεύτερη, μετά τον Χρήστο Σαρτζετάκη, δικαστικός που δοκιμάζεται στην αρχηγία του κράτους υπό το ισχύον Σύνταγμα. Φέρει άρωμα γυναίκας και Κεντροαριστεράς. Εγινε γνωστή και εκτιμήθηκε ειδικότερα από όσους βρέθηκαν με τη μία ή την άλλη ιδιότητα στις αίθουσες του Συμβουλίου της Επικρατείας ή στην εμβέλεια των αποφάσεών του.
Δεν μάσησε τα λόγια της. Η στάση της ήταν σαφής, διαφανής και γνωστή σε όλες τις περιπτώσεις που είχε ή θα μπορούσε να έχει αποφασιστική γνώμη, όπως σε νομολογία συναφώς με την προστασία του περιβάλλοντος, το κύρος των μνημονίων, συνταξιοδοτικά ζητήματα ή νομολογία για άλλα μεγάλα θέματα, όπως η περίφημη και διαβόητη αντιδικία σχετικά με τις άδειες των καναλιών, όπου δεν μετέσχε στη σύνθεση του σχηματισμού που δίκασε ή και για μικρότερα, αλλά ίσως μεγάλης σημασίας για τους διαδίκους θέματα. Η επιλογή της λοιπόν με δικαστικά κριτήρια είναι απολύτως κατανοητή.
Ωστόσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν κρίνεται με jurimetrics. Γι’ αυτό και η επιλογή της είναι μια μεγάλη ήττα της πολιτικής. Είναι επιλογή συμβόλου έναντι της ουσίας. Προβάλλει έναν α-πολιτικό χαρακτήρα στον αρχηγού του κράτους. Απομειώνει, μέσω των χαρακτηριστικών του προσώπου, τις όποιες ουσιαστικές δυνατότητες προσφέρουν οι αρμοδιότητές του θεσμού. Υποδηλώνει την τάση για υποκατάσταση της πολιτικής σύνθεσης από μια ουδέτερη και άχρωμη πολιτική ορθότητα: μη μου άπτου...
Μετά μάλιστα την πρόσφατη συνταγματική αναθεώρηση, η ευχέρεια του πρωθυπουργού να αναδεικνύει ανέλεγκτα και χωρίς κανένα θεσμικό αντίβαρο για Πρόεδρο της Δημοκρατίας όποιον θέλει (κάποια φορά στο μέλλον ίσως και τον Incinatus) μπορεί να οδηγήσει στη μεταχείριση της δυνατότητάς του αυτής για ευθυνούς σκοπούς, όπως για να αποσείσει την προσοχή από κάποια δύσκολη γι’ αυτόν στιγμή.
Δυστυχώς η πρόταση για εκλογή της κ. Σακελλαροπούλου προικοδοτήθηκε με τη σύνδεσή της με διαδοχικά φιάσκα στην εξωτερική μας πολιτική, με κορύφωμα την εκλάκτιση της χώρας μας από τη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη (παρά την παράδοση που από την εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου και πρόσφατα του Αλέξη Τσίπρα τη θέλει πρωταγωνιστικά παρούσα στα διπλωματικά τεκταινόμενα για τη Λιβύη). Μοιάζει σαν η κυβέρνηση να θέλησε να πει: Εντάξει, πάθαμε στραπάτσο στα εξωτερικά, μούσκεμα τα κάναμε και στο μεταναστευτικό, αλλά σας προτείνουμε την κ. Σακελλαροπούλου!
Νομίζω ότι και ο θεσμός της Προεδρίας και η ίδια η κ. Σακελλαροπούλου προσωπικά άξιζαν μεγαλύτερο σεβασμό. Την ίδια είναι πρέπον να τη συνοδεύσουν οι ειλικρινείς ευχές που αρμόζουν στην αρχηγό του κράτους μας.
Τη δική μου ευχή για κάθε καλή επιτυχία τη συνοδεύει η ευχή να καταφέρει να μιλήσει, με το μικρό τους όνομα και την πρέπουσα ώριμη σοβαρότητα και αποτελεσματικότητα όπως μιλούσε ο Προκόπης όχι μόνο με Ελληνες υπουργούς, αλλά και με πρόσωπα όπως ο Ζαν-Κλοντ, ο Φρανσουά, ο Μανουέλ, ο Μπίμπι, ο Φρανκ ή ακόμη και με τη σταθερότητα που μιλούσε στον Ταγίπ και τόσους άλλους, όχι με τον ενικό που επιτρέπει όχι ο συναγελασμός με ένα αξιογέλαστο διεθνές τζετ σετ επωνύμων, αλλά με τον ενικό που επιβάλλει η συνείδηση συμμετοχής σε μια πολιτική τάξη όπου τα πράγματα λέγονται με το όνομά τους και φέρουν σκληρότητα, όταν γίνονται. Από αυτό και όχι από οποιαδήποτε θεσμική τσαχπινιά θα κριθεί και η κ. Σακελλαροπούλου.
* Ομότιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου