Τέσσερις προβολές από τον κλώνο της "Ε"
"Εφ.Συν", 25/04/17
"Εφ.Συν", 25/04/17
Στενόχωρα διλήμματα
Του Τάσου Παππά
Και τώρα; Τι Λεπέν, τι Μακρόν, κατά το «τι Παπάγος, τι Πλαστήρας» ή επί το λαϊκότερον «τι λάχανα, τι μπρόκολα»;
Το αιώνιο δίλημμα της Αριστεράς όταν καλείται να πάρει θέση σε μια διαμάχη που από πρώτη ματιά φαίνεται πως δεν την αφορά. Δυστυχώς όμως στη Γαλλία την αφορά, όπως την αφορούσε και τότε στην Ελλάδα -με λιγότερο δραματικό τρόπο γιατί ήταν βουλευτικές εκλογές- όταν αντίπαλοι ήταν ο στρατάρχης της μισαλλόδοξης Δεξιάς, Παπάγος, και ο εκπρόσωπος του Κέντρου, Πλαστήρας, ο οποίος μιλούσε για εθνική συμφιλίωση την περίοδο που οι αριστεροί ήταν στις φυλακές, στα ξερονήσια και στην εξορία.
Ούτε ο Πλαστήρας ήταν Παπάγος ούτε ο Μακρόν είναι Λεπέν. Σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη κι όταν η αναμέτρηση δεν παίρνει χαρακτηριστικά ακραίου διμέτωπου, οι πολίτες είναι αναγκασμένοι να διαλέξουν ανάμεσα σε πολιτικές προτάσεις με τις οποίες δεν συμφωνούν.
Σε αυτή την άβολη θέση βρέθηκαν αρκετές φορές πολλοί στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Ψήφιζαν πότε Ν.Δ. και πότε ΠΑΣΟΚ με μοναδικό κριτήριο τον σχηματισμό ισχυρής κυβέρνησης. Και το έκαναν χωρίς ενθουσιασμό, χωρίς προσδοκίες, με βαριά καρδιά, για να αποτρέψουν την επικράτηση του κόμματος που θεωρούσαν ότι εκείνη τη στιγμή αντιπροσώπευε το μεγαλύτερο κακό.
Υπήρχε και η σχετική θεωρία που νομιμοποιούσε αυτή τη λογική: η θεωρία «της χρήσιμης ψήφου» ή, στην πιο κινδυνολογική εκδοχή, «της χαμένης ψήφου». Δράστες, ο συναινετικός δικομματισμός και τα συστημικά ΜΜΕ, θύματα τα κόμματα της Αριστεράς.
Οταν όμως το μεγάλο κακό συνιστά κίνδυνο για τη δημοκρατία, τα πολιτικά δικαιώματα και τις ελευθερίες, όπως τώρα στη Γαλλία, δεν υπάρχει περιθώριο για δεύτερη σκέψη. Με μανταλάκι στη μύτη ψηφίζεις το μικρότερο κακό.
Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι η Νέα Δημοκρατία (με απύλωτο θράσος) και η Δημοκρατική Συμπαράταξη (πιο σεμνά) έσπευσαν να πανηγυρίσουν για την πρωτιά Μακρόν. Εκαναν γαργάρα το γεγονός ότι οι πολιτικοί συγγενείς τους στη Γαλλία καταποντίστηκαν. Πρώτη φορά δεν θα εκπροσωπούνται στον δεύτερο γύρο. Αλλά αυτό δεν τους πτόησε.
Ετρεξαν να «τρουπώσουν» στη σκηνή του νικητή. Μάλιστα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε λόγο για νίκη της δημοκρατίας έναντι του αριστεροδεξιού λαϊκισμού.
Αν δεν με απατά η μνήμη μου, και ο πρόεδρος της Ν.Δ. και ο αντιπρόεδρός της Αδ. Γεωργιάδης, όταν είχε αναδειχτεί ως υποψήφιος της Δεξιάς ο Φρ. Φιγιόν, είχαν εκφράσει τον ενθουσιασμό τους και προκαλούσαν τον ΣΥΡΙΖΑ «εμείς έχουμε Φιγιόν, εσείς έχετε Μαδούρο».
Αναρωτιέμαι πάντως ποια στάση θα κρατούσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης αν στον δεύτερο γύρο ήταν η εκπρόσωπος του δεξιού λαϊκισμού Λεπέν και ο εκπρόσωπος του αριστερού λαϊκισμού Μελανσόν (Στάλιν, Τσάβες, αριστεριστής σύμφωνα με τα δεξιά ΜΜΕ της Γαλλίας); Ψήφο κατά συνείδηση; Αποχή; Δεν θα το μάθουμε. Για τη σημερινή Δεξιά, παντού στην Ευρώπη, ο αριστερός λαϊκισμός είναι η μεγαλύτερη απειλή.
Mία πρώτη εντύπωση από τις γαλλικές κάλπες
Του Κώστα Βεργόπουλου
Ο πρώτος γύρος της προεδρικής εκλογής στη Γαλλία έκλεισε διαψεύδοντας τις «Κασσάνδρες», είτε της Αριστεράς είτε της Δεξιάς, που περίμεναν πιο «ριζοσπαστικό» αποτέλεσμα. Η λαϊκή ετυμηγορία δεν είναι τόσο «ριζοσπαστική», χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν ανατρέπει το μέχρι χθες πολιτικό σκηνικό.
Κατ’ αρχάς, επισημαίνεται μια αντίφαση ανάμεσα στην εκφρασμένη γενική επιθυμία αλλαγής του πολιτικού συστήματος και στην υπερψήφιση του υποψηφίου που επαγγέλλεται τις λιγότερες αλλαγές του.
Προφανώς, ο πόλος του, παρ’ όλο που κινείται στον χώρο του συστήματος, θεωρήθηκε ότι φέρει κάποια ανανέωση, χωρίς όμως τον κίνδυνο της αβεβαιότητος. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί η επιτυχία ενός Μακρόν, όταν ο υποτιθέμενος σεναριογράφος του, Φρανσουά Ολάντ, δεν συγκέντρωνε ο ίδιος ούτε 10% σε δημοφιλία;
Ακόμη μία φορά, αποδεικνύεται, ότι από όσους γράφουν και εφευρίσκουν σενάρια, ο πιο αξιόπιστος είναι αυτός που δεν γράφει ούτε εφευρίσκει τίποτα, η ίδια η πραγματικότητα. Από την άλλη πλευρά, η «τιμωρητική» ψήφος υπέρ της Λεπέν δεν ήταν τόσο σαρωτική όσο αναμενόταν από τις δημοσκοπήσεις και στην ουσία παραμένει ελαφρώς μόνον υψηλότερη από το επίπεδο του πατέρα της του 2002: 21,7% έναντι 18,7%.
Τρίτο συμπέρασμα από το χθεσινό αποτέλεσμα είναι οπωσδήποτε η κατάρρευση του δικομματικού συστήματος που είχε κυβερνήσει τη Γαλλία κατά τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες. Με τον αποκλεισμό των υποψηφίων τους από τον δεύτερο γύρο, βαθύτατη ενδοκομματική κρίση επισπεύδεται και ξεσπά στον χώρο τόσο των Ρεπουμπλικανών όσο και των Σοσιαλιστών.
Ενώ οι υποψήφιοί τους, Αμόν και Φιγιόν, είχαν αναδειχθεί όχι από την κομματοκρατία, αλλά μέσω προκριματικής εκλογής με τη συμμετοχή εκατομμυρίων ψηφοφόρων, εν τούτοις η όλη διαδικασία σήμερα διαβάλλεται ως «στημένη» από τους αντίστοιχους κομματικούς μηχανισμούς. Αυτή η κοινωνική καχυποψία έδωσε τη δυνατότητα στον Μακρόν να προβάλλεται ως «ανεξάρτητος» υποψήφιος, τοποθετούμενος «πέραν της Αριστεράς και της Δεξιάς», αφού αυτές οι έννοιες βαρύνονται πλέον με το «αμάρτημα» του «κρυφού και διακριτικού κομματισμού».
Τέλος, ερχόμαστε στον Μελανσόν, ο οποίος, ενώ ήταν υποψήφιος χωρίς κομματική στήριξη από πουθενά, εν τούτοις κατέγραψε κι αυτός μια εντυπωσιακή πορεία μέσα σε έναν μήνα. Οπωσδήποτε, η επίδοση σχεδόν 20% τής πέραν των Σοσιαλιστών Αριστεράς συνιστά αξιοσημείωτο γεγονός, δεδομένου ότι ουδέποτε άλλοτε, μετά το 1981, αυτή η Αριστερά είχε καταγράψει υψηλότερο ποσοστό από τη σοσιαλιστική συνιστώσα.
Αυτό σημαίνει, αν μη τι άλλο, ότι παρ’ όλο που ο υποψήφιός της δεν βρέθηκε μεταξύ των δύο πρώτων, εν τούτοις η Αριστερά των κινημάτων βγαίνει οπωσδήποτε ενισχυμένη και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία όλοι προέβλεπαν τη συρρίκνωση, ακόμη και τον παραμερισμό της από την ομάδα των βασικών παικτών της πολιτικής.
Ισως τελικά αυτό να είναι το μέχρι στιγμής συμπέρασμα από το χθεσινό αποτέλεσμα: τα δύο κατ’ εξοχήν συστημικά κόμματα κατέρρευσαν και μαζί με αυτά το σύστημά τους, ο ακροδεξιός κίνδυνος αναβλήθηκε τουλάχιστον για μια 5ετία και η Αριστερά επανέρχεται στο προσκήνιο, αλλά με πιο ριζοσπαστικούς όρους.
Φυσικά, το τελευταίο συμπέρασμα δεν ισχύει παρά υπό τον αυστηρό όρο ότι η Αριστερά θα πάψει να είναι απλός παρατηρητης και σχολιαστής της εικόνας των εκλογικών αποτελεσμάτων και θα γίνει αυτό που οφείλει να είναι και αυτό που η κοινωνία αναμένει από αυτήν, δηλαδή ενεργός διαμορφωτής των κοινωνικών και πολιτικών καταστάσεων.
Με την κατίσχυση του Μακρόν δεν εξέλιπε ο κίνδυνος της γαλλικής Ακροδεξιάς, απλώς αυτός μετατίθεται για το τέλος της νέας 5ετίας και ανοίγει ο δρόμος για τη γαλλική Αριστερά να μετατρέψει τις σημερινές νοσηρές συνθήκες που εκτρέφουν τις ακραίες «λύσεις» σε καταστάσεις που απομακρύνουν από αυτές. Σε αντίθετη περίπτωση, εάν η Ακροδεξιά είχε κατισχύσει χθες, τότε το νοσηρό πεδίο θα είχε ολοκληρωθεί και κάθε δυνατότητα αλλαγής του θα ήταν πλέον προβληματική.
* καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας
Το jamais στη Λεπέν τα λέει όλα
Του Κώστα Γαβρά
Το πρωτοσέλιδο της Humanité, αυτό το «jamais» (ποτέ) στη Μαρίν Λεπέν, τα λέει όλα. Το ίδιο και η πρώτη δήλωση του Μπενουά Αμόν, υποψηφίου των Σοσιαλιστών, με την οποία, παρά την πίκρα από την ήττα του, κάλεσε τους οπαδούς του να ψηφίσουν στον β’ γύρο τον Εμανουέλ Μακρόν.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση και συγχρόνως με συγκίνησαν η ειλικρίνεια αλλά και η άμεση αντίδρασή του. Επιπλέον, ο Αμόν, που τον γνωρίζω λίγο προσωπικά, νομίζω ότι έχει ιδέες πολύ καινούργιες, που είναι δύσκολο να περάσουν αμέσως. Αλλά νομίζω ότι αυτός είναι το μέλλον, παρά εκείνος που θα έχουμε τελικά πρόεδρο τα επόμενα χρόνια.
Δεν είμαι, όμως, απογοητευμένος από το αποτέλεσμα του α’ γύρου. Ο Μακρόν είναι η καλύτερη λύση από όλες τις άλλες - εκτός από τον Αμόν, φυσικά. Πρέπει να γίνει συσπείρωση εναντίον της Λεπέν, πρέπει να δείξουν οι Γάλλοι και όλοι μας ότι η Λεπέν είναι τελείως απαράδεκτη. Το πρόγραμμά της είναι τρομερά επικίνδυνο, κυρίως όταν απευθύνεται στους «πατριώτες» και μιλά στο όνομα του λαού.
Το πρόβλημα είναι, βλέπετε, ότι έχουμε στη Γαλλία ένα είδος «τραμπισμού», αρχίζει να δημιουργείται ένα αρνητικό κλίμα για τους διανοούμενους, που ο απλός λαός αυτόματα το αγκαλιάζει, χωρίς να σκεφτεί ότι οι διανοούμενοι δεν είναι ελίτ, ούτε έχουν σχέση με τους πλούσιους και την άρχουσα τάξη, είναι οι άνθρωποι που γνωρίζουν τι πρέπει να γίνει, έχουν μελετήσει τα θέματα, έχουν προχωρήσει τη σκέψη τους.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο λυπηρό από το να βλέπεις τον γαλλικό λαό, που υπέφερε πολύ από τη γερμανική κατοχή και τη γαλλική άκρα Δεξιά εκείνης της εποχής, να ψηφίζει το Εθνικό Μέτωπο. Είναι πρόβλημα παιδείας, οι άνθρωποι στη Γαλλία δεν έχουν μάθει ότι υπάρχουν μερικές ιδεολογίες που είναι απαράδεκτες. Ακόμα και ο Φιγιόν να ήταν στον β’ γύρο, θα έπρεπε να τον ψηφίσουμε, όπως κάναμε το 2002 με τον Ζακ Σιράκ.
Η «άλλη» αντι-συστημικότητα
Του Γιάννη Κωνσταντινίδη*
Οσο ανατρεπτικό και αν ακούγεται, το συστατικό της επιτυχίας των δύο νικητών του πρώτου γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών, δηλαδή των δύο υποψηφίων που προκρίθηκαν στον δεύτερο γύρο των εκλογών, είναι το ίδιο: η αντι-συστημικότητα.
Και αν για την υποψηφιότητα της Μαρίν Λεπέν η ερμηνεία της επιτυχίας της στη βάση της διάχυτης αντι-ελιτιστικής διάθεσης της κοινής γνώμης είναι προφανής, η σύνδεση της νίκης του Εμανουέλ Μακρόν με τη δημιουργία μιας εναλλακτικής μη συστημικής πρότασης δεν έχει υπογραμμιστεί επαρκώς. Και όμως ο «υποψήφιος-έκπληξη» κέρδισε τον πρώτο γύρο των εκλογών ακριβώς γιατί ανέδειξε την αντίθεσή του με τις κομματικές ταυτότητες και τον συστημικό διπολισμό.
Οι επιθέσεις των δύο μεγάλων κομμάτων σε βάρος του Μακρόν ευνοούσαν την επιδίωξη του τελευταίου να εμφανιστεί ως «η εναλλακτική ρήξη με τον παλαιοκομματισμό», ενώ παράλληλα η ισχυρή παρουσία της Λεπέν και της αντι-δικομματικής ρητορικής της συνέβαλε στη δημιουργία βαθιών χαρακωμάτων μεταξύ των απογοητευμένων ψηφοφόρων και του κλασικού γαλλικού διπολισμού.
Οσοι από αυτούς ήθελαν να δείξουν την απέχθειά τους για το «παλαιό», αλλά χωρίς να αγκαλιάσουν το «ακραίο», είδαν στον Μακρόν τη φυσική τους επιλογή. Ηταν λοιπόν η «άλλη» αντι-συστημικότητα που έδωσε στον ανεξάρτητο υποψήφιο τη νίκη.
Είναι σε θέση να την επαναλάβει και στον δεύτερο γύρο; Προφανώς και ο δρόμος του Μακρόν προς την προεδρία είναι πλέον πλατύτερος, καθώς οι πολιτικοί του αντίπαλοι θα τον στηρίξουν προκειμένου να ηττηθεί ο εχθρός της δημοκρατίας, όπως επιτυχώς περιέγραψε στο μήνυμά του ο ηττηθείς υποψήφιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Μπενουά Αμόν.
Ομως το αντι-συστημικό προφίλ του δεν θα μπορεί να υπηρετηθεί το ίδιο αποτελεσματικά από τη στιγμή που εκείνοι τους οποίους ο ίδιος στηλίτευε θα του προσφέρουν ανοιχτά τη στήριξή τους.
Το πλεονέκτημά του μετατρέπεται σε ένα μειονέκτημα στον επόμενο γύρο. Προφανώς μειονέκτημα όχι τόσο μεγάλο ώστε να τίθεται σε αμφιβολία η νίκη του, από τη στιγμή μάλιστα που ψηφίστηκε από πολλούς στρατηγικά στον πρώτο γύρο ως αυτός που θα μπορέσει να κερδίσει με μεγαλύτερη σιγουριά τη Λεπέν, σε σύγκριση με τον Φιγιόν ή τον Μελανσόν.
Μειονέκτημα σημαντικό ωστόσο μεσοπρόθεσμα, καθώς η εκλογή του με τις ψήφους του παλαιού κομματικού συστήματος, η υποχρεωτική συνεργασία του με τις κοινοβουλευτικές ομάδες που θα προκύψουν από τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου και φυσικά η ίδια η κυβερνητική του διαχείριση θα τον μετατρέψουν σε κομμάτι του συστήματος.
Αν δεν αγαπηθεί ο ίδιος και αν δεν αποδείξει τη διαφορετικότητα της επικαλούμενης μεταρρυθμιστικής του ατζέντας, οι ψηφοφόροι θα του γυρίσουν την πλάτη. Βεβαίως, ο Μακρόν θα έχει κάθε ευκαιρία να σχεδιάσει τον βηματισμό του και αυτό μπορεί να το κάνει από μηδενική βάση. Οι προεκλογικές στρατηγικές είναι πάντα διαφορετικές από τις στρατηγικές διακυβέρνησης.
* επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Του Τάσου Παππά
Και τώρα; Τι Λεπέν, τι Μακρόν, κατά το «τι Παπάγος, τι Πλαστήρας» ή επί το λαϊκότερον «τι λάχανα, τι μπρόκολα»;
Το αιώνιο δίλημμα της Αριστεράς όταν καλείται να πάρει θέση σε μια διαμάχη που από πρώτη ματιά φαίνεται πως δεν την αφορά. Δυστυχώς όμως στη Γαλλία την αφορά, όπως την αφορούσε και τότε στην Ελλάδα -με λιγότερο δραματικό τρόπο γιατί ήταν βουλευτικές εκλογές- όταν αντίπαλοι ήταν ο στρατάρχης της μισαλλόδοξης Δεξιάς, Παπάγος, και ο εκπρόσωπος του Κέντρου, Πλαστήρας, ο οποίος μιλούσε για εθνική συμφιλίωση την περίοδο που οι αριστεροί ήταν στις φυλακές, στα ξερονήσια και στην εξορία.
Ούτε ο Πλαστήρας ήταν Παπάγος ούτε ο Μακρόν είναι Λεπέν. Σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη κι όταν η αναμέτρηση δεν παίρνει χαρακτηριστικά ακραίου διμέτωπου, οι πολίτες είναι αναγκασμένοι να διαλέξουν ανάμεσα σε πολιτικές προτάσεις με τις οποίες δεν συμφωνούν.
Σε αυτή την άβολη θέση βρέθηκαν αρκετές φορές πολλοί στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Ψήφιζαν πότε Ν.Δ. και πότε ΠΑΣΟΚ με μοναδικό κριτήριο τον σχηματισμό ισχυρής κυβέρνησης. Και το έκαναν χωρίς ενθουσιασμό, χωρίς προσδοκίες, με βαριά καρδιά, για να αποτρέψουν την επικράτηση του κόμματος που θεωρούσαν ότι εκείνη τη στιγμή αντιπροσώπευε το μεγαλύτερο κακό.
Υπήρχε και η σχετική θεωρία που νομιμοποιούσε αυτή τη λογική: η θεωρία «της χρήσιμης ψήφου» ή, στην πιο κινδυνολογική εκδοχή, «της χαμένης ψήφου». Δράστες, ο συναινετικός δικομματισμός και τα συστημικά ΜΜΕ, θύματα τα κόμματα της Αριστεράς.
Οταν όμως το μεγάλο κακό συνιστά κίνδυνο για τη δημοκρατία, τα πολιτικά δικαιώματα και τις ελευθερίες, όπως τώρα στη Γαλλία, δεν υπάρχει περιθώριο για δεύτερη σκέψη. Με μανταλάκι στη μύτη ψηφίζεις το μικρότερο κακό.
Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι η Νέα Δημοκρατία (με απύλωτο θράσος) και η Δημοκρατική Συμπαράταξη (πιο σεμνά) έσπευσαν να πανηγυρίσουν για την πρωτιά Μακρόν. Εκαναν γαργάρα το γεγονός ότι οι πολιτικοί συγγενείς τους στη Γαλλία καταποντίστηκαν. Πρώτη φορά δεν θα εκπροσωπούνται στον δεύτερο γύρο. Αλλά αυτό δεν τους πτόησε.
Ετρεξαν να «τρουπώσουν» στη σκηνή του νικητή. Μάλιστα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε λόγο για νίκη της δημοκρατίας έναντι του αριστεροδεξιού λαϊκισμού.
Αν δεν με απατά η μνήμη μου, και ο πρόεδρος της Ν.Δ. και ο αντιπρόεδρός της Αδ. Γεωργιάδης, όταν είχε αναδειχτεί ως υποψήφιος της Δεξιάς ο Φρ. Φιγιόν, είχαν εκφράσει τον ενθουσιασμό τους και προκαλούσαν τον ΣΥΡΙΖΑ «εμείς έχουμε Φιγιόν, εσείς έχετε Μαδούρο».
Αναρωτιέμαι πάντως ποια στάση θα κρατούσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης αν στον δεύτερο γύρο ήταν η εκπρόσωπος του δεξιού λαϊκισμού Λεπέν και ο εκπρόσωπος του αριστερού λαϊκισμού Μελανσόν (Στάλιν, Τσάβες, αριστεριστής σύμφωνα με τα δεξιά ΜΜΕ της Γαλλίας); Ψήφο κατά συνείδηση; Αποχή; Δεν θα το μάθουμε. Για τη σημερινή Δεξιά, παντού στην Ευρώπη, ο αριστερός λαϊκισμός είναι η μεγαλύτερη απειλή.
Mία πρώτη εντύπωση από τις γαλλικές κάλπες
Του Κώστα Βεργόπουλου
Ο πρώτος γύρος της προεδρικής εκλογής στη Γαλλία έκλεισε διαψεύδοντας τις «Κασσάνδρες», είτε της Αριστεράς είτε της Δεξιάς, που περίμεναν πιο «ριζοσπαστικό» αποτέλεσμα. Η λαϊκή ετυμηγορία δεν είναι τόσο «ριζοσπαστική», χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν ανατρέπει το μέχρι χθες πολιτικό σκηνικό.
Κατ’ αρχάς, επισημαίνεται μια αντίφαση ανάμεσα στην εκφρασμένη γενική επιθυμία αλλαγής του πολιτικού συστήματος και στην υπερψήφιση του υποψηφίου που επαγγέλλεται τις λιγότερες αλλαγές του.
Προφανώς, ο πόλος του, παρ’ όλο που κινείται στον χώρο του συστήματος, θεωρήθηκε ότι φέρει κάποια ανανέωση, χωρίς όμως τον κίνδυνο της αβεβαιότητος. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί η επιτυχία ενός Μακρόν, όταν ο υποτιθέμενος σεναριογράφος του, Φρανσουά Ολάντ, δεν συγκέντρωνε ο ίδιος ούτε 10% σε δημοφιλία;
Ακόμη μία φορά, αποδεικνύεται, ότι από όσους γράφουν και εφευρίσκουν σενάρια, ο πιο αξιόπιστος είναι αυτός που δεν γράφει ούτε εφευρίσκει τίποτα, η ίδια η πραγματικότητα. Από την άλλη πλευρά, η «τιμωρητική» ψήφος υπέρ της Λεπέν δεν ήταν τόσο σαρωτική όσο αναμενόταν από τις δημοσκοπήσεις και στην ουσία παραμένει ελαφρώς μόνον υψηλότερη από το επίπεδο του πατέρα της του 2002: 21,7% έναντι 18,7%.
Τρίτο συμπέρασμα από το χθεσινό αποτέλεσμα είναι οπωσδήποτε η κατάρρευση του δικομματικού συστήματος που είχε κυβερνήσει τη Γαλλία κατά τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες. Με τον αποκλεισμό των υποψηφίων τους από τον δεύτερο γύρο, βαθύτατη ενδοκομματική κρίση επισπεύδεται και ξεσπά στον χώρο τόσο των Ρεπουμπλικανών όσο και των Σοσιαλιστών.
Ενώ οι υποψήφιοί τους, Αμόν και Φιγιόν, είχαν αναδειχθεί όχι από την κομματοκρατία, αλλά μέσω προκριματικής εκλογής με τη συμμετοχή εκατομμυρίων ψηφοφόρων, εν τούτοις η όλη διαδικασία σήμερα διαβάλλεται ως «στημένη» από τους αντίστοιχους κομματικούς μηχανισμούς. Αυτή η κοινωνική καχυποψία έδωσε τη δυνατότητα στον Μακρόν να προβάλλεται ως «ανεξάρτητος» υποψήφιος, τοποθετούμενος «πέραν της Αριστεράς και της Δεξιάς», αφού αυτές οι έννοιες βαρύνονται πλέον με το «αμάρτημα» του «κρυφού και διακριτικού κομματισμού».
Τέλος, ερχόμαστε στον Μελανσόν, ο οποίος, ενώ ήταν υποψήφιος χωρίς κομματική στήριξη από πουθενά, εν τούτοις κατέγραψε κι αυτός μια εντυπωσιακή πορεία μέσα σε έναν μήνα. Οπωσδήποτε, η επίδοση σχεδόν 20% τής πέραν των Σοσιαλιστών Αριστεράς συνιστά αξιοσημείωτο γεγονός, δεδομένου ότι ουδέποτε άλλοτε, μετά το 1981, αυτή η Αριστερά είχε καταγράψει υψηλότερο ποσοστό από τη σοσιαλιστική συνιστώσα.
Αυτό σημαίνει, αν μη τι άλλο, ότι παρ’ όλο που ο υποψήφιός της δεν βρέθηκε μεταξύ των δύο πρώτων, εν τούτοις η Αριστερά των κινημάτων βγαίνει οπωσδήποτε ενισχυμένη και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία όλοι προέβλεπαν τη συρρίκνωση, ακόμη και τον παραμερισμό της από την ομάδα των βασικών παικτών της πολιτικής.
Ισως τελικά αυτό να είναι το μέχρι στιγμής συμπέρασμα από το χθεσινό αποτέλεσμα: τα δύο κατ’ εξοχήν συστημικά κόμματα κατέρρευσαν και μαζί με αυτά το σύστημά τους, ο ακροδεξιός κίνδυνος αναβλήθηκε τουλάχιστον για μια 5ετία και η Αριστερά επανέρχεται στο προσκήνιο, αλλά με πιο ριζοσπαστικούς όρους.
Φυσικά, το τελευταίο συμπέρασμα δεν ισχύει παρά υπό τον αυστηρό όρο ότι η Αριστερά θα πάψει να είναι απλός παρατηρητης και σχολιαστής της εικόνας των εκλογικών αποτελεσμάτων και θα γίνει αυτό που οφείλει να είναι και αυτό που η κοινωνία αναμένει από αυτήν, δηλαδή ενεργός διαμορφωτής των κοινωνικών και πολιτικών καταστάσεων.
Με την κατίσχυση του Μακρόν δεν εξέλιπε ο κίνδυνος της γαλλικής Ακροδεξιάς, απλώς αυτός μετατίθεται για το τέλος της νέας 5ετίας και ανοίγει ο δρόμος για τη γαλλική Αριστερά να μετατρέψει τις σημερινές νοσηρές συνθήκες που εκτρέφουν τις ακραίες «λύσεις» σε καταστάσεις που απομακρύνουν από αυτές. Σε αντίθετη περίπτωση, εάν η Ακροδεξιά είχε κατισχύσει χθες, τότε το νοσηρό πεδίο θα είχε ολοκληρωθεί και κάθε δυνατότητα αλλαγής του θα ήταν πλέον προβληματική.
* καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας
Το jamais στη Λεπέν τα λέει όλα
Του Κώστα Γαβρά
Το πρωτοσέλιδο της Humanité, αυτό το «jamais» (ποτέ) στη Μαρίν Λεπέν, τα λέει όλα. Το ίδιο και η πρώτη δήλωση του Μπενουά Αμόν, υποψηφίου των Σοσιαλιστών, με την οποία, παρά την πίκρα από την ήττα του, κάλεσε τους οπαδούς του να ψηφίσουν στον β’ γύρο τον Εμανουέλ Μακρόν.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση και συγχρόνως με συγκίνησαν η ειλικρίνεια αλλά και η άμεση αντίδρασή του. Επιπλέον, ο Αμόν, που τον γνωρίζω λίγο προσωπικά, νομίζω ότι έχει ιδέες πολύ καινούργιες, που είναι δύσκολο να περάσουν αμέσως. Αλλά νομίζω ότι αυτός είναι το μέλλον, παρά εκείνος που θα έχουμε τελικά πρόεδρο τα επόμενα χρόνια.
Δεν είμαι, όμως, απογοητευμένος από το αποτέλεσμα του α’ γύρου. Ο Μακρόν είναι η καλύτερη λύση από όλες τις άλλες - εκτός από τον Αμόν, φυσικά. Πρέπει να γίνει συσπείρωση εναντίον της Λεπέν, πρέπει να δείξουν οι Γάλλοι και όλοι μας ότι η Λεπέν είναι τελείως απαράδεκτη. Το πρόγραμμά της είναι τρομερά επικίνδυνο, κυρίως όταν απευθύνεται στους «πατριώτες» και μιλά στο όνομα του λαού.
Το πρόβλημα είναι, βλέπετε, ότι έχουμε στη Γαλλία ένα είδος «τραμπισμού», αρχίζει να δημιουργείται ένα αρνητικό κλίμα για τους διανοούμενους, που ο απλός λαός αυτόματα το αγκαλιάζει, χωρίς να σκεφτεί ότι οι διανοούμενοι δεν είναι ελίτ, ούτε έχουν σχέση με τους πλούσιους και την άρχουσα τάξη, είναι οι άνθρωποι που γνωρίζουν τι πρέπει να γίνει, έχουν μελετήσει τα θέματα, έχουν προχωρήσει τη σκέψη τους.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο λυπηρό από το να βλέπεις τον γαλλικό λαό, που υπέφερε πολύ από τη γερμανική κατοχή και τη γαλλική άκρα Δεξιά εκείνης της εποχής, να ψηφίζει το Εθνικό Μέτωπο. Είναι πρόβλημα παιδείας, οι άνθρωποι στη Γαλλία δεν έχουν μάθει ότι υπάρχουν μερικές ιδεολογίες που είναι απαράδεκτες. Ακόμα και ο Φιγιόν να ήταν στον β’ γύρο, θα έπρεπε να τον ψηφίσουμε, όπως κάναμε το 2002 με τον Ζακ Σιράκ.
Η «άλλη» αντι-συστημικότητα
Του Γιάννη Κωνσταντινίδη*
Οσο ανατρεπτικό και αν ακούγεται, το συστατικό της επιτυχίας των δύο νικητών του πρώτου γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών, δηλαδή των δύο υποψηφίων που προκρίθηκαν στον δεύτερο γύρο των εκλογών, είναι το ίδιο: η αντι-συστημικότητα.
Και αν για την υποψηφιότητα της Μαρίν Λεπέν η ερμηνεία της επιτυχίας της στη βάση της διάχυτης αντι-ελιτιστικής διάθεσης της κοινής γνώμης είναι προφανής, η σύνδεση της νίκης του Εμανουέλ Μακρόν με τη δημιουργία μιας εναλλακτικής μη συστημικής πρότασης δεν έχει υπογραμμιστεί επαρκώς. Και όμως ο «υποψήφιος-έκπληξη» κέρδισε τον πρώτο γύρο των εκλογών ακριβώς γιατί ανέδειξε την αντίθεσή του με τις κομματικές ταυτότητες και τον συστημικό διπολισμό.
Οι επιθέσεις των δύο μεγάλων κομμάτων σε βάρος του Μακρόν ευνοούσαν την επιδίωξη του τελευταίου να εμφανιστεί ως «η εναλλακτική ρήξη με τον παλαιοκομματισμό», ενώ παράλληλα η ισχυρή παρουσία της Λεπέν και της αντι-δικομματικής ρητορικής της συνέβαλε στη δημιουργία βαθιών χαρακωμάτων μεταξύ των απογοητευμένων ψηφοφόρων και του κλασικού γαλλικού διπολισμού.
Οσοι από αυτούς ήθελαν να δείξουν την απέχθειά τους για το «παλαιό», αλλά χωρίς να αγκαλιάσουν το «ακραίο», είδαν στον Μακρόν τη φυσική τους επιλογή. Ηταν λοιπόν η «άλλη» αντι-συστημικότητα που έδωσε στον ανεξάρτητο υποψήφιο τη νίκη.
Είναι σε θέση να την επαναλάβει και στον δεύτερο γύρο; Προφανώς και ο δρόμος του Μακρόν προς την προεδρία είναι πλέον πλατύτερος, καθώς οι πολιτικοί του αντίπαλοι θα τον στηρίξουν προκειμένου να ηττηθεί ο εχθρός της δημοκρατίας, όπως επιτυχώς περιέγραψε στο μήνυμά του ο ηττηθείς υποψήφιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Μπενουά Αμόν.
Ομως το αντι-συστημικό προφίλ του δεν θα μπορεί να υπηρετηθεί το ίδιο αποτελεσματικά από τη στιγμή που εκείνοι τους οποίους ο ίδιος στηλίτευε θα του προσφέρουν ανοιχτά τη στήριξή τους.
Το πλεονέκτημά του μετατρέπεται σε ένα μειονέκτημα στον επόμενο γύρο. Προφανώς μειονέκτημα όχι τόσο μεγάλο ώστε να τίθεται σε αμφιβολία η νίκη του, από τη στιγμή μάλιστα που ψηφίστηκε από πολλούς στρατηγικά στον πρώτο γύρο ως αυτός που θα μπορέσει να κερδίσει με μεγαλύτερη σιγουριά τη Λεπέν, σε σύγκριση με τον Φιγιόν ή τον Μελανσόν.
Μειονέκτημα σημαντικό ωστόσο μεσοπρόθεσμα, καθώς η εκλογή του με τις ψήφους του παλαιού κομματικού συστήματος, η υποχρεωτική συνεργασία του με τις κοινοβουλευτικές ομάδες που θα προκύψουν από τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου και φυσικά η ίδια η κυβερνητική του διαχείριση θα τον μετατρέψουν σε κομμάτι του συστήματος.
Αν δεν αγαπηθεί ο ίδιος και αν δεν αποδείξει τη διαφορετικότητα της επικαλούμενης μεταρρυθμιστικής του ατζέντας, οι ψηφοφόροι θα του γυρίσουν την πλάτη. Βεβαίως, ο Μακρόν θα έχει κάθε ευκαιρία να σχεδιάσει τον βηματισμό του και αυτό μπορεί να το κάνει από μηδενική βάση. Οι προεκλογικές στρατηγικές είναι πάντα διαφορετικές από τις στρατηγικές διακυβέρνησης.
* επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου