Οι εξελίξεις στη γείτονα, με αφορμή τις δηλώσεις του Σουλτάνου γιά τη Συνθήκη της Λωζάννης,
από τρία Κυριακάτικα φύλλα
"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 02/10/16 |
Η ανησυχία της Αθήνας για τις δηλώσεις και τις προθέσεις Ερντογάν
Του ΄Αγγελου Αλ. Αθανασόπουλου
Επιβεβαιώνοντας για ακόμη μία φορά πόσο απρόβλεπτος πολιτικός είναι, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποφάσισε την περασμένη Πέμπτη να ανοίξει θέμα Συνθήκης της Λωζάννης προκαλώντας προβληματισμό στην Αθήνα, αλλά και εκτιμήσεις συγκεκριμένων κύκλων περί πλήρους αναθεωρητικής ατζέντας από την πλευρά της Αγκυρας στο Αιγαίο. Ο πρόεδρος της Τουρκίας, μιλώντας ενώπιον κοινοταρχών, επεχείρησε να συνδέσει την, κατά την άποψή του, «ήττα» της Τουρκίας λόγω των αποφάσεων της Συνθήκης της Λωζάννης το 1923 με την «ήττα» που θα υφίστατο η Τουρκία αν το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου πετύχαινε και ο ίδιος ανατρεπόταν.
Επικίνδυνη ατραπός
Η ανησυχία της Αθήνας για τις δηλώσεις Ερντογάν περί νησιών που η Τουρκία παραχώρησε στην Ελλάδα έχει λογική. Στη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ την Παρασκευή ο Αλέξης Τσίπραςυπογράμμισε ότι η αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης είναι επικίνδυνη τόσο για τις σχέσεις των δύο χωρών όσο και για την ευρύτερη περιοχή. Ο κ. Τσίπρας είπε επίσης ότι, ανεξάρτητα από τις πραγματικές αιτίες που οδήγησαν τον κ. Ερντογάν σε αυτές τις δηλώσεις, η Αθήνα δεν θα ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Και κατέληξε: «Θα συνεχίσουμε να ενισχύουμε με συνέπεια και αποφασιστικότητα τον ρόλο της Ελλάδος ως πυλώνα ειρήνης και σταθερότητας σε μια εύθραυστη περιοχή».
Η απάντηση Τσίπρα μπορεί να χαρακτηριστεί αναμενόμενη. Ωστόσο ήταν αναγκαία διότι, πέραν του θέματος πιθανής αμφισβήτησης της κυριαρχίας των νησιών, υπάρχουν και άλλα ζητήματα αμεσότερης σημασίας ανάμεσα στις δύο χώρες που πρέπει να τις απασχολούν.
Το πρώτο είναι το Προσφυγικό, όπου το τελευταίο διάστημα η εφαρμογή της Συμφωνίας ΕΕ - Τουρκίας εμφανίζει αρρυθμίες, με προφανείς επιπτώσεις για την Ελλάδα. Μάλιστα, το τελευταίο διάστημα έχει ενταθεί η κριτική από ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπως το Βερολίνο, για την αποτελεσματικότητα της Αθήνας στο ζήτημα των επιστροφών Σύρων στην Τουρκία.
Το δεύτερο θέμα είναι ότι έχουν εντατικοποιηθεί οι συνομιλίες στο Κυπριακό που εφόσον προχωρήσουν περαιτέρω θα φέρουν την Αθήνα και την Αγκυρα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων επί του ακανθώδους προβλήματος των εγγυήσεων. Ηδη οι απόψεις των δύο πλευρών είναι αποκλίνουσες, με την Τουρκία να ζητεί μόνιμη στρατιωτική βάση και την Ελλάδα πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων έπειτα από μια εύλογη μεταβατική περίοδο.
Το τρίτο θέμα αφορά την υπόθεση της έκδοσης των 8 τούρκων στρατιωτικών που ζήτησαν άσυλο στην Ελλάδα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος . Σε αυτό, όπως «Το Βήμα» είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει από συνομιλίες με τούρκους αξιωματούχους τις προηγούμενες ημέρες, η Αγκυρα επιμένει ότι έχει λάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις υπέρ της έκδοσης.
Για εσωτερική κατανάλωση
«Τα νησιά στο Αιγαίο, που αν φωνάξεις από απέναντι ακούγεσαι, εμείς στη Λωζάννη τα δώσαμε στους Ελληνες. Ορισμένοι επεχείρησαν να παρουσιάσουν τη Λωζάννη ως νίκη. Είναι αυτό νίκη; Μας απείλησαν με τη Συνθήκη των Σεβρών το 1920 και μας έπεισαν να δεχθούμε με τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923» είπε ο κ. Ερντογάν. Και πρόσθεσε: «Ακόμη αγωνιζόμαστε για το ποια θα είναι η υφαλοκρηπίδα, για το τι θα ισχύει στον αέρα και στη θάλασσα. Αυτοί που κάθισαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στη Λωζάννη δεν μπόρεσαν να αποδώσουν δικαιοσύνη, για αυτό εμείς σήμερα βιώνουμε προβλήματα»κατέληξε.
Τα όσα είπε ο τούρκος πρόεδρος κινητοποίησαν, όπως ήταν αναμενόμενο, την ελληνική πλευρά. Κατά καιρούς άλλωστε τόσο ο κ. Ερντογάν όσο και άλλοι τούρκοι αξιωματούχοι εκτοξεύουν τέτοιου είδους «διπλωματικές ρουκέτες». Αλλες φορές η Αγκυρα έχει επικαλεστεί τη Συνθήκη της Λωζάννης σε σχέση με το θέμα των μειονοτήτων των δύο χωρών επιδιώκοντας να τονίσει την «αμοιβαιότητα» μεταξύ μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη και ελληνικής μειονότητας στην Τουρκία.
Χαμηλοί τόνοι στην Αθήνα
Ωστόσο το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών προτίμησε να κρατήσει χαμηλούς τόνους. «Ολοι οφείλουν να σέβονται τη Συνθήκη της Λωζάννης» ήταν το σχόλιο διπλωματικών πηγών λίγο μετά τις δηλώσεις Ερντογάν. «Η Συνθήκη της Λωζάννης και όλο το διεθνές δίκαιο»συμπλήρωναν οι ίδιες πηγές «είναι όντως μια πραγματικότητα στον πολιτισμένο κόσμο την οποία κανείς, ούτε η Αγκυρα, δεν μπορεί να αγνοήσει και όλοι οφείλουν να σέβονται, όσο οδυνηρό και αν τους φαίνεται αυτό».
Λίγες ώρες αργότερα βέβαια η έκδοση δύο ΝΟΤΑΜ από τουρκικής πλευράς με τις οποίες αμφισβητείται το, κατά την άποψη της Αγκυρας, καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης νήσων του Ανατολικού Αιγαίου οδήγησε αυτομάτως στην ενεργοποίηση του «συνδρόμου Παβλόφ» που διακατέχει ορισμένους κύκλους. Πέραν της τυποποιημένης απάντησης που πάντα δίνει η Αγκυρα σε έκδοση ελληνικών ΝΟΤΑΜ που αφορούν τις εν λόγω περιοχές, εγράφη μεταξύ άλλων ότι με τις τουρκικές αγγελίες αμφισβητήθηκε η ελληνική κυριαρχία επί συγκεκριμένων νησιών, κάτι που δεν προκύπτει από το κείμενο των ΝΟΤΑΜ. Αυτό που έγινε, κατά την πάγια τακτική, ήταν η αμφισβήτηση της διαφοράς 6 και 10 ναυτικών μιλίων σε θάλασσα και εναέριο χώρο.
«Γκρίζες ζώνες», επιδιώξεις και φιλοδοξίες:
Ο Ερντογάν «παίζει το εθνικιστικό χαρτί»
Το ερώτημα είναι πού στοχεύει με αυτές τις δηλώσεις ο τούρκος πρόεδρος αλλά και το πλαίσιο εντός των οποίων ελέχθησαν. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Συνθήκη της Λωζάννης είναι το ιδρυτικό κείμενο της Τουρκικής Δημοκρατίας. Με αυτό τερματίστηκε οριστικά ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις επί των εδαφών της άλλοτε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Υπάρχουν όμως δύο παράμετροι που δεν μπορούν να παραβλέπονται.
Η πρώτη σχετίζεται με το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λωζάννης δεν αφορούσε μόνο τις ελληνοτουρκικές διαφορές αλλά και ζητήματα εξίσου «καυτά» για την Τουρκία, όπως π.χ. την τύχη της Μοσούλης και του Κιρκούκ, παρά το γεγονός ότι τα σύνορα με το Ιράκ οριστικοποιήθηκαν αργότερα, το 1926, με άλλη συμφωνία. Η δεύτερη αφορά την πολιτική κατάσταση στη γειτονική χώρα, όπου μετά την απόπειρα πραξικοπήματος ο κ. Ερντογάν επιδιώκει να βάλει τη δική του σφραγίδα σε μία μετακεμαλική Τουρκία - ακριβώς αυτήν που γεννήθηκε από τη Συνθήκη της Λωζάννης.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, η συμφωνία στη Λωζάννη κατοχύρωσε αυτό που είχε μείνει εκκρεμές από τους Βαλκανικούς Πολέμους και συγκεκριμένα από τη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου του 1914 : ότι, δηλαδή, τα νησιά αυτά ανήκουν στην Ελλάδα, πλην Ιμβρου, Τενέδου και Λαγουσών Νήσων. Είναι προφανές όμως ότι όταν ο κ. Ερντογάν αναφέρεται στα νησιά που μπορούν να... ακούσουν τη φωνή του μάλλον αναφέρεται στα Δωδεκάνησα. Αυτά όμως, με τη Συνθήκη της Λωζάννης, πέρασαν στην ιταλική κυριαρχία πριν η Ρώμη τη μεταβιβάσει στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Παρισίων το 1947. Αν ο τούρκος πρόεδρος έχει στο μυαλό του να ανοίξει και πάλι θέμα «γκρίζων ζωνών» παραμένει άγνωστο, αλλά κυβερνητικές και διπλωματικές πηγές τόνιζαν ότι «συνήθως είναι πιο ευθύς όταν θέτει τέτοιου είδους ζητήματα».
Είναι σίγουρα ξεκάθαρο όμως ότι ο τούρκος πρόεδρος «παίζει το εθνικιστικό χαρτί». Κατηγορώντας εκείνους που έφεραν ήττες στο τουρκικό έθνος με τις Συνθήκες των Σεβρών και της Λωζάννης, προειδοποιεί ότι δεν θα συναινέσει στον περαιτέρω εδαφικό ακρωτηριασμό της Τουρκίας. Η ακεραιότητα της χώρας απειλείται σήμερα από την ανάδυση του κουρδικού παράγοντα, με έμφαση στη Συρία και στο Ιράκ. Αυτός όμως θέλει να εμφανιστεί ως ο εγγυητής της σταθερότητας, ως ο νέος Κεμάλ.
Το μέτωπο στο οποίο η Αγκυρα θα μπορούσε να διεκδικήσει οφέλη ως αντιστάθμισμα για τις υποχωρήσεις της σε άλλα είναι μάλλον το Κυπριακό, όχι το Αιγαίο. Ηδη, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, η αμερικανική πλευρά εμφανίστηκε μάλλον απρόθυμη να πιέσει την Τουρκία για λύση στις πρόσφατες διαβουλεύσεις της Νέας Υόρκης.
"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 02/10/16 |
Ο τούρκος πρόεδρος μέσω της εξάρθρωσης των γκιουλενικών επιχειρεί να οικοδομήσει έναν νέο μύθο που μοιάζει με εκείνον του Μουσταφά Κεμάλ «Ατατούρκ»
Του Άγγελου Αλ. Αθανασόπουλου
Οποιος περνά αυτή την περίοδο την είσοδο της Γενικής Διεύθυνσης Τύπου και Πληροφοριών στην Αγκυρα έρχεται αντιμέτωπος με ένα θέαμα ελαφρώς περίεργο. Εχει στηθεί εκεί μια μικρή έκθεση με φωτογραφίες και εξώφυλλα εφημερίδων από τα πραξικοπήματα της σύγχρονης ιστορίας της Τουρκίας. Μετά από αυτά οι επισκέπτες καλούνται να παρακολουθήσουν ένα πράγματι σφιχτοδεμένο και καλογυρισμένο βίντεο που δείχνει πώς ο τουρκικός λαός βγήκε στους δρόμους και απέκρουσε τους επίδοξους πραξικοπηματίες που κατ' εντολήν του Φετουλάχ Γκιουλέν προσπάθησαν να ανατρέψουν την εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας.
Ο στόχος της έκθεσης αυτής είναι εμφανής διά γυμνού οφθαλμού. Ολα τα πραξικοπήματα (συνολικά τέσσερα, με το πρώτο να πραγματοποιείται το 1960 και το τελευταίο το 1997) που προηγήθηκαν της απόπειρας της 15ης Ιουλίου 2016 πέτυχαν τον σκοπό τους: η κυβέρνηση ανετράπη. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Και αυτό δεν οφείλεται πουθενά αλλού παρά μόνο στην παρουσία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Διώξεις και τιμωρία «εν ονόματι του λαού»
Δεν έχει σημασία με ποιον θα μιλήσει κάποιος στη σημερινή Τουρκία. Στη γειτονική χώρα επικρατεί πλέον αδιαμφισβήτητα «ενός ανδρός αρχή». Ο πρόεδρος Ερντογάν έχει καταφέρει να γίνει ο απόλυτος κυρίαρχος, να θεωρείται ο άνθρωπος που κατατρόπωσε το «βαθύ, παράλληλο» κράτος που είχε εγκαθιδρύσει ο άλλοτε στενός σύμμαχός του Φετουλάχ Γκιουλέν. Δεν υπάρχει άλλωστε «κίνημα Γκιουλέν» πλέον, η ονομασία αυτή δεν υφίσταται. Υπάρχει μόνο η FETO, η «τρομοκρατική οργάνωση Φετουλάχ Γκιουλέν». Στο όνομα δε της εξάρθρωσής της υπακούουν τα πάντα: οι θεσμοί, οι πολίτες, οι δημοσιογράφοι - χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν εξαιρέσεις.
Η κινητήριος δύναμη πίσω από όλα αυτά είναι για άλλη μία φορά ο λαός που, σύμφωνα με έρευνες της κοινής γνώμης, μερικές εβδομάδες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος ενέκρινε με ποσοστό που προσεγγίζει το 70% τον τρόπο με τον οποίο ο Ερντογάν διαχειρίστηκε την κατάσταση. Ο τούρκος πρόεδρος, έχοντας δώσει φωνή σε εκατομμύρια Τούρκους που επί χρόνια ήταν αποκλεισμένοι κοινωνικά, διατηρεί υψηλότατη δημοφιλία. Ουδείς λοιπόν αποκλείει ακόμη και το σενάριο των πρόωρων εκλογών που ίσως θα του επέτρεπε να αλλάξει το πολίτευμα σε προεδρική δημοκρατία.
Ο λαός λοιπόν έσωσε τη δημοκρατία, αυτός τώρα «ζητεί αίμα». Και η ηγεσία πρέπει να το προσφέρει. Δεν θα ήταν δε υπερβολή να πει κανείς ότι η νοοτροπία με την οποία πορεύεται η σημερινή τουρκική ηγεσία ομοιάζει με εκείνη του πρώην αμερικανού προέδρου Τζορτζ Μπους μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001: «Οποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας». Μόλις την προηγούμενη Τετάρτη, έπειτα από εξάωρη συνεδρίαση, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας έκρινε ότι πρέπει να παραταθεί η κατάσταση έκτακτης ανάγκης πέραν της 21ης Οκτωβρίου που λήγει για άλλους τρεις μήνες.
Ουσιαστικά αυτή την περίοδο διαμορφώνεται μια «Νέα Τουρκία», η Τουρκία του Ερντογάν. Εν μέσω της εξάρθρωσης των γκιουλενικών, αναλυτές όπως ο Μουσταφά Ακιόλ μιλούν για τη δημιουργία ενός νέου μύθου που μοιάζει με εκείνον που οικοδόμησε από το 1923 και μετά ο Μουσταφά Κεμάλ «Ατατούρκ». Στη θέση του Κεμάλ είναι πλέον ο Ερντογάν. Πριν από λίγες ημέρες μάλιστα, στα μέσα Σεπτεμβρίου, οι μαθητές των τουρκικών σχολείων ξεκίνησαν τα μαθήματά τους με το ιστορικό της προδοσίας του Γκιουλέν και του αποτυχημένου πραξικοπήματος. Μοιράστηκαν επίσης ενημερωτικά φυλλάδια στους μαθητές, ενώ στα βιβλία της επόμενης σχολικής χρονιάς θα περιληφθεί ειδικό κεφάλαιο για τα γεγονότα της 15ης Ιουλίου. Ο ιδρυτικός μύθος της «Νέας Τουρκίας» δεν θα μπορούσε φυσικά παρά να ξεκινήσει από την εκπαίδευση...
Συλλήψεις επί συλλήψεων, κριτική και ανησυχίες
«Η Τουρκία θα μπορεί να αναπνεύσει ξανά μόνο αν όλοι οι ακτιβιστές του Γκιουλέν συλληφθούν» λέει απευθυνόμενος σε ομάδα δημοσιογράφων από την Ιταλία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ελλάδα ο Μεχμέτ Ακάρτζα, γενικός διευθυντής Τύπου και Πληροφοριών και σύμβουλος του πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ. Αν και έχει στο παρελθόν εργαστεί στον ιδιωτικό τομέα, ο κ. Ακάρτζα εκφράζει μάλιστα την απορία του για το γεγονός ότι, ενώ στο παρελθόν έχουν ληφθεί μέτρα εναντίον στελεχών του ΡΚΚ που έχουν γράψει άρθρα σε ευρωπαϊκά έντυπα, δεν έχει συμβεί κάτι ανάλογο με στελέχη του κινήματος Γκιουλέν.
Ηδη όμως οι αριθμοί ζαλίζουν. Η κυβέρνηση επιμένει να προβάλλει τον αριθμό των 241 πολιτών που έχασαν τη ζωή τους το βράδυ της απόπειρας πραξικοπήματος, αλλά την ίδια στιγμή οι διώξεις που έχουν ακολουθήσει έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Συνολικά 32.000 στρατιωτικοί, αστυνομικοί, δικαστικοί, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, ακαδημαϊκοί έχουν είτε απολυθεί από την εργασία τους είτε συλληφθεί και προφυλακιστεί. Οι περιπτώσεις της διάσημης συγγραφέως Ασλί Ερντογάν ή του δημοσιογράφου Μεχμέτ Αλτάν είναι μόνο δύο από τις πολλές.
Ο φόβος γεννά την αυτολογοκρισία
Ο κ. Ακάρτζα ισχυρίζεται ότι μόλις 42 δημοσιογράφοι έχουν συλληφθεί σε μία χώρα με περισσότερους από 700 τηλεοπτικούς σταθμούς, εθνικής ή τοπικής εμβέλειας. Στα γραφεία του κρατικού τηλεοπτικού δικτύου TRT ο αναπληρωτής διευθυντής ειδήσεων Φατίχ Σαχίν Γιοζ μας λέει όμως ότι από το κανάλι έφυγαν μετά τις 15 Ιουλίου 312 εργαζόμενοι από όλες τις βαθμίδες. Αλλοι απλώς απολύθηκαν, άλλοι συνελήφθησαν και κρατούνται. Η απομάκρυνσή τους έγινε με διοικητικά διατάγματα στη βάση της κήρυξης κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Αν κάνουν έφεση και δικαιωθούν, μπορούν μελλοντικά να επιστρέψουν... Ωστόσο, είναι εμφανές ότι οι αριθμοί είναι σχετικοί. Αξιωματούχος που θέλει για ευνόητους λόγους να κρατήσει την ανωνυμία του λέει ότι «το ζήτημα είναι ευρύτερο. Αφορά την επίδραση που έχουν οι διώξεις στους υπόλοιπους - δημοσιογράφους ή μη. Ουδείς τολμά να υπερβεί μια αόρατη γραμμή αυτολογοκρισίας. Ολοι φοβούνται, είτε είναι δημοσιογράφοι είτε κρατικοί λειτουργοί».
Η οργάνωση του πραξικοπήματος
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα πλοκάμια της οργάνωσης του, εξόριστου από το 1999 στην Πενσιλβάνια των Ηνωμένων Πολιτειών, Γκιουλέν είχαν διεισδύσει βαθιά στον κρατικό μηχανισμό. «Αυτό που έγινε στις 15 Ιουλίου προετοιμαζόταν 30 χρόνια» δηλώνει ο πρόεδρος της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης Ισμαήλ Καραμάν. Και δεν είναι ο μόνος. Ολοι στην Τουρκία μιλούν για το πόσο καλά ήταν οργανωμένοι οι γκιουλενιστές, ανεξάρτητα από το κατά πόσο τάσσονται υπέρ ή κατά των κυβερνητικών πρακτικών.
Προς απόδειξη αυτού μιλούν για το δίκτυο επικοινωνιών μέσω κινητών τηλεφώνων που είχαν αναπτύξει και συνομιλούσαν μεταξύ τους. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα, με την ονομασία ByLock, το ανακάλυψε η ΜΙΤ και όποιος το είχε στο κινητό του τηλέφωνο (εκτιμάται περί τα 40.000 άτομα) θεωρείται αυτόματα επιβαρυντικό στοιχείο.
Ο κ. Καραμάν χαρακτηρίζει «μοναδικό» το γεγονός του βομβαρδισμού της Εθνοσυνέλευσης - δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικά από τη στιγμή που ο ρόλος του λαού έχει αναδειχθεί σε τόσο σημαντικό. Επιμένει επίσης, σε όλους τους τόνους, ότι «δεν κάνουμε όσα κάνουμε από εκδίκηση», ότι όλα γίνονται σύντομα και με βάση το Διεθνές Δίκαιο, καθώς και ότι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν πρέπει να εκπλήσσει από τη στιγμή που εφαρμόζεται σε χώρες όπως η Γαλλία. Ωστόσο, το κλίμα ενότητας που επιδείχθηκε την επομένη του πραξικοπήματος μοιάζει να έχει ξεθυμάνει αν πιστέψει κανείς τον Εργκίν Αλτάι, αναπληρωτή πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP).
«Πρέπει να διασφαλιστούν η κοινωνική ομαλότητα και τα δημοκρατικά διαπιστευτήρια αυτής της χώρας. Οι διώξεις έχουν μετατραπεί σε κυνήγι μαγισσών» υπογραμμίζει, λέγοντας ότι η κυβέρνηση ασκεί εξουσία με διατάγματα. Εκφράζει δε ανησυχία για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και προσθέτει ότι πρόσφατα μία αποστολή των Ηνωμένων Εθνών που επρόκειτο να επισκεφθεί την Τουρκία για να ελέγξει κατηγορίες περί βασανιστηρίων ματαιώθηκε. «Επείγει να βρεθούν τα πολιτικά πρόσωπα πίσω από την απόπειρα, όχι απλώς να συλλαμβάνονται όσοι έστω κι εμμέσως είχαν κάποια επαφή με το δίκτυο Γκιουλέν» καταλήγει.
Δυσφορία για Ευρωπαίους και ΗΠΑ
Στην Αγκυρα εξακολουθεί να υπάρχει ενόχληση για την αμφιθυμία τόσο των Ευρωπαίων όσο και των Αμερικανών να καταδικάσουν άμεσα την απόπειρα πραξικοπήματος. «Από ορισμένες πλευρές ακούστηκε η απίστευτη άποψη ότι όλο αυτό οργανώθηκε από την τουρκική κυβέρνηση» σχολιάζει ενώπιον των ξένων δημοσιογράφων ο κ. Καραμάν. «Θα ανέμενα αλληλεγγύη από όλες τις δυτικές δημοκρατίες» προσθέτει ο κ. Ακάρτζα.
Η αίσθηση όμως σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι ότι όσο συνεχίζονται οι μαζικές διώξεις και οι καταγγελίες για παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου δύσκολα θα παύσει ο σχετικός προβληματισμός. Επιπλέον, κύκλοι που πρόσκεινται στον Γκιουλέν έκαναν ισχυρότατο λόμπι υπέρ του Ερντογάν στις Βρυξέλλες επί πολλά χρόνια πριν οι συνθήκες μεταβληθούν το 2013.
Το νομικό σίριαλ της έκδοσης Γκιουλέν
Την ίδια στιγμή η τουρκική κοινή γνώμη πιστεύει ολοένα και περισσότερο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να κρύβονται πίσω από την απόπειρα της 15ης Ιουλίου. Το σίριαλ της έκδοσης του Γκιουλέν θα παραμείνει αγκάθι για πολύ καιρό διότι είναι προφανώς πολύ δύσκολο να δεχθεί η αμερικανική κυβέρνηση την έκδοση με συνοπτικές διαδικασίες.
Η άποψη της Ουάσιγκτον για τον Γκιουλέν δεν έμεινε άκαμπτη κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Το 2007 η κυβέρνηση Μπους είχε αρχικά αρνηθεί να χορηγήσει πράσινη κάρτα στον Γκιουλέν λόγω αντιρρήσεων του Πενταγώνου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ωστόσο, η απόφαση ανετράπη αργότερα. Το κλίμα εστράφη υπέρ του Γκιουλέν και η θετική στάση των τουρκικών κυβερνήσεων έπαιξε τον ρόλο της. Ηταν άλλωστε η εποχή που η Τουρκία εθεωρείτο μοντέλο του μετριοπαθούς πολιτικού Ισλάμ.
Οι εποχές όμως αλλάζουν... Σήμερα η Αγκυρα πληρώνει 50.000 δολάρια τον μήνα σε έναν πόλεμο δικαστικό αλλά και δημοσίων σχέσεων εναντίον του Γκιουλέν στις ΗΠΑ προσλαμβάνοντας μία από τις μεγαλύτερες νομικές φίρμες. Και ο Γκιουλέν προσέλαβε την εταιρεία του άλλοτε προσωπάρχη του Μπιλ Κλίντον, του Τζον Ποντέστα, για να αμυνθεί.
Οι σχέσεις Ερντογάν - Γκιουλέν:
Πώς ο πιστός σύμμαχος μετετράπη σε εχθρό
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η άνοδος του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στην εξουσία το 2002 επέτρεψε στην αυτοκρατορία του Γκιουλέν να εξαπλωθεί πέραν της εκπαίδευσης στα μέσα ενημέρωσης, στον τραπεζικό τομέα κ.α. Η Asya Bank ήταν βασικός πυλώνας του γκιουλενικού συστήματος και φυσικά όποιος είχε καταθέσεις εκεί κρίθηκε σχεδόν αυτόματα ύποπτος. Οι γκιουλενιστές είχαν μια προτίμηση στη διείσδυση σε κρατικούς θεσμούς όπως η αστυνομία και η Δικαιοσύνη. Μετά το 2002 όμως, με τις κυβερνήσεις Ερντογάν να κάνουν τα... στραβά μάτια, άρχισαν να καταλαμβάνουν θέσεις-κλειδιά μέσω του συστήματος προαγωγών. Ο έλεγχος της Δικαιοσύνης επέτρεψε στην τότε συμμαχία Γκιουλέν - Ερντογάν να προχωρήσει στην εκκαθάριση των κεμαλικών στοιχείων από το στράτευμα μέσω των «σκανδάλων» Εργκένεκον και Βαριοπούλα κατά την περίοδο 2009-2013.
Ουσιαστικά, με την «ανοχή» ή την «αβλεψία» των κυβερνήσεων του τότε πρωθυπουργού Ερντογάν, δημιουργήθηκε ένα νέο «βαθύ κράτος» ως ανάχωμα στο κεμαλικό «βαθύ κράτος». Είχε προηγηθεί η απόπειρα του Στρατού να απαγορεύσει την άνοδο στην προεδρία του Αμπντουλάχ Γκιουλ το 2007. Ο Ερντογάν έκανε εκλογές και επέβαλε την επιλογή του, αλλά παράλληλα έδωσε το σήμα για τη σάρωση του παλαιού κατεστημένου. Ο Γκιουλέν μετετράπη κατά μία έννοια στη «μακρά χείρα» του ΑΚΡ. Οι κυβερνήσεις του κ. Ερντογάν ανέχθηκαν, αν δεν ευνόησαν, την ανάπτυξη του εκπαιδευτικού δικτύου Γκιουλέν στα Βαλκάνια, αλλά και στην Αφρική, σε αγαστή συνεργασία με την ΤΙΚΑ, την τουρκική υπηρεσία αναπτυξιακής συνεργασίας που διέθεσε πολλά κεφάλαια.
Το... γυαλί άρχισε να ραγίζει το 2011. Τότε, όπως λέει τούρκος αξιωματούχος, ο Γκιουλέν ενοχλήθηκε διότι ο Ερντογάν δεν συμπεριέλαβε στις εκλογικές λίστες πρόσωπα της εμπιστοσύνης του «ιμάμη». Το προειδοποιητικό χτύπημα ήλθε με τις αποκαλύψεις των μυστικών συνομιλιών ΜΙΤ - ΡΚΚ στο Οσλο το 2012. Εναν χρόνο αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2013, εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα στο Πάρκο Γκεζί. Αν και πολλοί θεωρούν αυθόρμητες τις κοινωνικές αντιδράσεις, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είδε πίσω από αυτές τον Γκιουλέν. Διπλωματική πηγή σημείωνε ότι η ΜΙΤ είχε καταλήξει σε λίστα στρατιωτικών που είχαν σχέση με την οργάνωση του Γκιουλέν και επρόκειτο να τους εκκαθαρίσει κατά τη διάρκεια των κρίσεων αξιωματικών του περασμένου Αυγούστου. Οι επίδοξοι πραξικοπηματίες υποχρεώθηκαν να κινηθούν ταχύτερα - με τα γνωστά αποτελέσματα.
Από τον Δεκέμβριο του 2013 άρχισε ο αγώνας για την εξόντωση της «παράλληλης δομής», όπως την αποκάλεσε ο Ερντογάν. Η αμφισβήτηση της εξουσίας του δεν μπορούσε να συνεχιστεί. Ολα αυτά εκτυλίχθηκαν εν μέσω μιας αυξανόμενης αυταρχικότητας που καλυπτόταν πίσω από τον μανδύα της «κυριαρχίας της πλειοψηφίας» και ενός σαφούς εθνικισμού. Οποιος φυσικά δει κυνικά τα πράγματα, ίσως ο Ερντογάν να μην μπορούσε αλλιώς να πράξει, με τη χώρα του «βουτηγμένη» στον «βούρκο του Συριακού», την κουρδική πληγή χαίνουσα και με πολλά μέτωπα στο εξωτερικό ανοιχτά. Κι άλλωστε, όπως σημείωσε περιπαικτικά ο κ. Ακάρτζα, «χώρισαν ο Μπραντ Πιτ και η Αντζελίνα Τζολί, γιατί να μη χωρίσει ο Ερντογάν από τον Γκιουλέν;».
ΝΕΟ ΒΑΘΥ ΚΡΑΤΟΣ: Ο ιδρυτικός μύθος της «Νέας Τουρκίας» στη θέση του Κεμάλ Ατατούρκ έχει πλέον τον Ερντογάν. Οι μαθητές των τουρκικών σχολείων ξεκίνησαν τα μαθήματά τους με το ιστορικό της προδοσίας του Γκιουλέν και του αποτυχημένου πραξικοπήματος.Συνολικά 32.000 στρατιωτικοί, αστυνομικοί, δικαστικοί, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, ακαδημαϊκοί είτε έχουν απολυθεί από την εργασία τους είτε έχουν συλληφθεί και προφυλακιστεί. Μόνο στο κανάλι TRT απολύθηκαν, συνελήφθησαν και κρατούνται 312 εργαζόμενοι.{CR}Στην Αγκυρα εξακολουθεί να υπάρχει ενόχληση για την αμφιθυμία τόσο των Ευρωπαίων όσο και των Αμερικανών να καταδικάσουν άμεσα την απόπειρα πραξικοπήματος.Η τουρκική κοινή γνώμη πιστεύει ολοένα και περισσότερο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να κρύβονται πίσω από την απόπειρα της 15ης Ιουλίου
"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 02/10/16 |
Του Βασίλη Νέδου
Η δημόσια αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης από τον κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήλθε σχεδόν ως φυσική συνέχεια της νεοοθωμανικής έξαρσης του Τούρκου ηγέτη μετά τις 15 Ιουλίου και η στόχευσή της είναι διττή: τόσο έναντι του εσωτερικού, όσο και έναντι του εξωτερικού ακροατηρίου.
Η Αθήνα γνωρίζει να αντιμετωπίζει σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο (παραβιάσεις και υπερπτήσεις) επί πολλά χρόνια τον τουρκικό αναθεωρητισμό, αλλά η δημόσια «απελευθέρωση» του κ. Ερντογάν αποτελεί μια πολύ ουσιαστική και ανησυχητική αλλαγή. Η επιλογή της λέξης «επικίνδυνη» από τον κ. Αλέξη Τσίπρα για να περιγράψει τη ρητορική του κ. Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λωζάννης δεν συνιστά κλιμάκωση, αλλά μια σαφή δήλωση διπλωματικής ετοιμότητας εκ μέρους της Αθήνας. Αλλωστε, ο κ. Ερντογάν αναφέρθηκε ρητά σε νησιά του Αιγαίου που «εκχωρήθηκαν» στην Ελλάδα, παρότι ανήκαν στην Τουρκία. Προφανώς, η ιστορική ανακρίβεια είναι το λιγότερο που μπορεί να καταλογιστεί στον κ. Ερντογάν, καθώς η ρητορική επιλογή του δεν στόχευε στην επιστημονική ακρίβεια.
Δεν ήταν, πάντως, η πρώτη φορά που ο κ. Ερντογάν αμφισβήτησε τη Συνθήκη της Λωζάννης. Συνέβη και προ του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου. Τον περασμένο Μάιο, σε τηλεοπτική συνέντευξή του είχε μιλήσει για την ανάγκη αναθεώρησης των άρθρων της Συνθήκης που καθορίζουν τη ζωή των μειονοτήτων μέσα στην Τουρκία. Εκείνη η τοποθέτησή του δεν αφορούσε γειτονικές χώρες, ωστόσο ήταν απόλυτα ενταγμένη στο γενικότερο «νεοοθωμανικό» αφήγημα νοσταλγίας τής προ του 1920 Τουρκίας. Αλλωστε και την Πέμπτη, όταν ο κ. Ερντογάν μίλησε ενώπιον των προεστών από όλη την Τουρκία, οι πρώτες και πλέον οξείες αντιδράσεις ήλθαν από τον αρχηγό του κεμαλικού κόμματος CHP, αλλά και... την εγγονή του Ισμέτ Ινονού (δεύτερου προέδρου της Τουρκίας και επικεφαλής της διαπραγμάτευσης στη Λωζάννη), η οποία χαρακτήρισε τη Συνθήκη ως «τίτλο ιδιοκτησίας» της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Πουθενά... στρατός
Η πλέον χαρακτηριστική ένδειξη της «ρεβάνς» που παίρνει ο κ. Ερντογάν από τον κεμαλισμό είναι η δράση που έχει αναλάβει έναντι των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου.
Οπως προκύπτει από τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η «Κ», η στάση έναντι των Ενόπλων Δυνάμεων δεν υπαγορεύεται μόνο από την ανάγκη εκκαθάρισής τους από τους πραξικοπηματίες, αλλά και από τη σαφή βούληση υπονόμευσης του κεντρικού ρόλου που διαδραμάτιζαν οι στρατιωτικοί στην τουρκική κοινωνία επί σχεδόν έναν αιώνα. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Κ», ένα πρώτο δείγμα είναι η έργω υπονόμευση του ρόλου του αρχηγού ΓΕΕΘΑ. Ο Τούρκος Α/ΓΕΕΘΑ (εν προκειμένω ο κ. Χουλουσί Ακάρ) μετακινείται μόνο συνοδεία ανδρών των Ειδικών Δυνάμεων της Αστυνομίας (και όχι του στρατού).
Με το πρόσχημα των λόγων ασφαλείας, οι διάδρομοι του κτιρίου των τουρκικών γενικών επιτελείων φυλάσσονται, επίσης, από άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων της Αστυνομίας. Ο ίδιος ο Α/ΓΕΕΘΑ αντιμετωπίζει περιορισμούς και ως προς την ευχέρειά του να συναντά ξένους. Σε κάθε συνάντηση του Τούρκου Α/ΓΕΕΘΑ με ξένους αρχηγούς ή άλλους στρατιωτικούς παράγοντες, είναι υποχρεωτική η παρουσία στελέχους της Τουρκικής Προεδρίας. Κάτι που έγινε εμφανές στις συναντήσεις του κ. Ακάρ τόσο με τον Α/ΓΕΕΘΑ των ΗΠΑ κ. Τζόζεφ Ντάνφορντ την 1η Αυγούστου, όσο και με τον ανώτατο στρατιωτικό διοικητή του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη (SACEUR) κ. Κέρτις Σκαπαρότι στις 22 Αυγούστου. Επί της ουσίας, ο ρόλος του Α/ΓΕΕΘΑ υπονομεύεται περαιτέρω από το γεγονός ότι δεν διαθέτει πλέον καμία εξουσία έναντι των αρχηγών των γενικών επιτελείων (Στρατού, Αεροπορίας, Ναυτικού), οι οποίοι υπάγονται απευθείας στο υπουργείο Αμυνας.
Η υποβάθμιση του ρόλου των Ενόπλων Δυνάμεων έχει και χωροταξικό χαρακτήρα. Βάσει του υπάρχοντος προγραμματισμού, τα κτίρια των επιτελείων και όλες οι συνδεδεμένες υπηρεσίες θα μεταφερθούν έξω από τις μεγάλες πόλεις (Αγκυρα και Κωνσταντινούπολη). Την ίδια τύχη θα έχουν και όλες οι μεγάλες στρατιωτικές μονάδες. Οι πρώτες μετακινήσεις έχουν ήδη πραγματοποιηθεί.
Συγκεκριμένα, από κέντρο εκπαίδευσης τεθωρακισμένων στο Ετιμεσγκούτ, σχεδόν στο κέντρο της Αγκυρας, μεταφέρθηκαν 62 άρματα μάχης και 37 ΤΟΜΠ και ΤΟΜΑ (Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού και Μάχης) στο Σερεφλικοχισάρ, περίπου 150 χλμ. νοτιοανατολικά της πρωτεύουσας. Από την ίδια μονάδα μεταφέρθηκαν σιδηροδρομικώς 66 άρματα μάχης και 43 ΤΟΜΠ και ΤΟΜΑ στο Μπουρντούρ, στα νοτιοδυτικά της χώρας. Επίσης, άρματα μάχης μετακινήθηκαν και από την 28η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία στην Αγκυρα. Ανάλογες μετακινήσεις έγιναν και στην Κωνσταντινούπολη. Συγκεκριμένα,14 αυτοκινούμενα πυροβόλα μετακινήθηκαν από την 2η Ταξιαρχία της ασιατικής Κωνσταντινούπολης σε στρατόπεδο στους πρόποδες του Ταύρου.
Από την ίδια μονάδα μεταφέρθηκαν σιδηροδρομικώς στο Γκαζιαντέπ στη ΝΑ Τουρκία 80 άρματα μάχης και 169 ΤΟΜΠ. Από την 66η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία στο Μπαγκντσιλάρ της Κωνσταντινούπολης μεταφέρθηκαν 40 άρματα μάχης στη Ραιδεστό, ενώ 15 αυτοκινούμενα πυροβόλα και ΤΟΜΠ μετακινήθηκαν στη Σεβάστεια, στην Κεντρική Τουρκία.
Αναβάθμιση Αστυνομίας και Πολιτοφυλακής
Οι μετακινήσεις στον στρατό είναι δύσκολες, ακόμη και για ασκήσεις ρουτίνας. Με βάση όσα έχουν αποφασιστεί, κάθε μετακίνηση στρατιωτικής μονάδας γίνεται κατόπιν άδειας και σχεδιασμού από την τουρκική προεδρία. Οι παρεμβάσεις δεν περιορίζονται σε αυτό το επίπεδο. Η τουρκική προεδρία περιορίζει τον ρόλο των στρατιωτικών ακόμη και στο κατεξοχήν πεδίο τους: τη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων. Αυτές, ιδίως στο μέτωπο εναντίον του PKK στη Νοτιοανατολική Τουρκία, περνούν ολοένα και περισσότερο από την ευθύνη του στρατού ξηράς στη στρατοχωροφυλακή και στην Αστυνομία. Προκειμένου η μάχη εναντίον του PKK να γίνει πιο αποτελεσματική, έχει σημειωθεί αναβάθμιση του καθεστώτος που διέπει τη λειτουργία των 73.000 πολιτοφυλάκων στη Νοτιοανατολική Τουρκία. Αναβάθμιση και νομική θωράκιση αναμένεται να προωθηθεί και για τις ιδιωτικές εταιρείες παροχής ασφαλείας. Δεν είναι τυχαίο ότι την προσωπική ασφάλεια του κ. Ερντογάν έχουν αναλάβει εκτός από τη Διεύθυνση Ειδικών Επιχειρήσεων της Αστυνομίας και άνδρες της SADAT. Η SADAT είναι μια επιχείρηση που μοιάζει σε πολλά με την αμερικανική Academi (γνωστή ανά την υφήλιο με την τέως ονομασία της: Blackwater). Ιδρύθηκε από Τούρκους απόστρατους και είναι οργανισμός συμβουλευτικής επί θεμάτων ασφάλειας και άμυνας που δραστηριοποιείται αποκλειστικά στην Τουρκία και στον μουσουλμανικό κόσμο.
"ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 02/10/16 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου