οι κηπουροι τησ αυγησ

Παρασκευή 29 Μαΐου 2020

Βασικό στοιχείο της ελληνικής γλώσσας είναι ότι τα αριθμητικά έχουν γένος (αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο) που ακολουθεί το ουσιαστικό που προσδιορίζουν. Λέμε «ένας άνδρας», «μία γυναίκα», «ένα παιδί». Οταν πρόκειται δε για μεγάλους αριθμούς που περιλαμβάνουν χιλιάδες, εκατομμύρια κ.λπ., το κάθε αριθμητικό έχει το ίδιο γένος με το ποσοτικό που ακολουθεί, δηλαδή θηλυκό για τις χιλιάδες, ουδέτερο για τα εκατομμύρια κ.ο.κ. Συνεπώς δεν πρόκειται για π.χ. διακόσιους σαράντα ένα χιλιάδες νεκρούς παγκοσμίως, όπως σε διπλό λάθος σχεδόν πάντοτε εκφωνείται, αλλά για διακόσιες σαράντα μία χιλιάδες νεκρούς, εφόσον τόσο το «διακόσιες» όσο και το «μία» αναφέρονται στις χιλιάδες που είναι θηλυκό και όχι στους νεκρούς που είναι αρσενικό. Ενα ακόμη συχνότατο λάθος γίνεται στην εκφώνηση στρογγυλοποιημένων αριθμών, όπως τρεισήμισι ή τριάμισι, όταν αναφέρονται σε χιλιάδες ή εκατομμύρια ή ακόμη και σε ποσοστά. Δεν λέμε τρεισήμισι εκατομμύρια, αλλά τριάμισι εκατομμύρια, όπως δεν λέμε τριάμισι χιλιάδες, αλλά τρεισήμισι χιλιάδες και όπως δεν λέμε τρεισήμισι τοις εκατό, αλλά τριάμισι τοις εκατό. Ενας απλούστατος κανόνας για την ορθή χρήση των μισών είναι ποιος τύπος χρησιμοποιείται όταν λέμε τον αντίστοιχο ακέραιο αριθμό, δηλαδή τρία εκατομμύρια, τρεις χιλιάδες, τρία τοις εκατό κ.λπ. Τέλος ένας ευρύτατα χρησιμοποιούμενος όρος είναι η «διάμεση» ηλικία. Κατά την άποψή μου ο σωστός όρος είναι η «μέση» ηλικία, διότι εννοούμε τον μέσο όρο των ηλικιών των θυμάτων ή νοσηλευομένων κ.λπ., ενώ η λέξη διάμεσος σημαίνει κάτι που ευρίσκεται μεταξύ δύο άλλων και όχι απαραιτήτως τον μέσο όρο αυτών...

Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", και...

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 28/05/20


1. Η τέχνη, τα σύννεφα και περί καταπίεσης...


Κύριε διευθυντά,


Στις «Τέχνες & Γράμματα» της «Καθημερινής» (24/5), η συγγραφέας και ηθοποιός κ. Λένα Κιτσοπούλου γράφει ότι όταν ξέσπασε η πανδημία πήγε σε ένα χωριό της ορεινής Ναυπακτίας, με υψόμετρο 1.400, όπου βιώνει μια πρωτόγνωρη εμπειρία ελευθερίας και αυτονομίας, καλλιεργώντας και ψαρεύοντας, δίχως χρήματα και ειδήσεις, διότι η τέχνη δεν έχει ανάγκη τα έκτακτα δελτία.

Επίσης, υποστηρίζει ότι «το σύστημα, που ταυτίζει την ευτυχία με την απόκτηση υλικών αγαθών (σε τέτοιο βαθμό ώστε να λησμονείται η απόλαυση για την οποία ήρθαμε στη γη), μοιάζει υπό διάλυση». Ακολούθως, γράφει ότι συμμετέχει στο πρότζεκτ «Enter» του Ιδρύματος Ωνάση, «απέναντι στην καταπίεση που όλοι έχουμε υποστεί στο καπιταλιστικό σύστημα».

Γράφει και διάφορα άλλα και αναρωτιέμαι αν η Τέχνη μπορεί να είναι αποστασιοποιημένη από τη ζωή και τα δεινά της, όταν η κ. Κιτσοπούλου πιστεύει ότι «ένας καλλιτέχνης βρίσκεται διαρκώς πολύ μακρύτερα από τα γεγονότα». Μήπως στα σύννεφα; Επίσης, επειδή το Ιδρυμα Ωνάση και το πρότζεκτ του ανήκουν στο καπιταλιστικό σύστημα, μήπως είναι αντιφατικό να το χρησιμοποιεί και να το εκμεταλλεύεται μια καλλιτέχνις που τόσο στηλιτεύει και σιχαίνεται το καπιταλιστικό σύστημα; Ασφαλώς δεν πάει ο νους μου ότι το κάνει για να διαφημισθεί και να προσπορισθεί κάτι, αφού η διαφήμιση είναι εργαλείο του συστήματος. Μήπως να προσέχουμε τι γράφουμε;

Γιούλη Φραγκιαδάκη, Αναισθησιολόγος


2. Η άλωση της Πόλης, θρύλοι και στίχοι


Κύριε διευθυντά,

Αύριο, 29 Μαΐου συμπληρώνονται 567 χρόνια από την αποφράδα ημέρα της άλωσης της Κωνσταντινουπόλεως (29 Μαΐου 1453), ένα ιστορικό γεγονός παγκόσμιας σημασίας, που αποτελεί, συγχρόνως, έναν μύθο και έναν μεγάλο καϋμό του Ελληνισμού. Η οδυνηρή αγγελία ότι η Πόλις εάλω συνδέεται άρρηκτα με τη θαυμαστή μορφή του περιώνυμου υπερασπιστή της Βασιλεύουσας Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου, με την υπερήφανη στάση του, στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τον Μωάμεθ, και τη θαρραλέα απάντηση του χρέους και της θυσίας. Ο τελευταίος Βυζαντινός αυτοκράτορας πέρασε στα τραγούδια του λαού μας, στις λαϊκές παραδόσεις και στους θρύλους, θρήνος και προσδοκία για τον Ελληνισμό.

Με βάση τα κείμενα των τεσσάρων σύγχρονων ιστορικών της Αλώσεως (Δούκα, Φραντζή, Κριτόβουλου και Χαλκοκονδύλη) αλλά και τις παραδόσεις του ελληνικού λαού, ο ποιητής και ακαδημαϊκός Γεώργιος Δροσίνης συνθέτει τα επόμενα εθνικοθρησκευτικά ποιήματα, τα οποία περιλαμβάνονται στη συλλογή Πύρινη Ρομφαία, ονομασία από την πύρινη σπάθη του αγγέλου που την παραδίνει σε ανώνυμο άνδρα: «Λάβε την ρομφαίαν ταύτην και εκδίκησον τον λαόν Κυρίου».

Το πολύστιχο ποίημα της Αγίας Θεοδοσίας αναφέρεται στα δρώμενα στην ολονύχτια ακολουθία, των πιστών, στην εορτή της οσιομάρτυρος, χωρίς να έχουν πληροφορηθεί την πτώση της πόλης, και τη σφαγή τους από τους Οθωμανούς. Το δεκατετράστιχο Διπλή κρίση αναφέρεται στη θριαμβευτική είσοδο του Μωάμεθ στην κατακτημένη βασιλεύουσα και στην απόφασή του να θανατωθεί επί τόπου ο Τούρκος που του προσκόμισε ως δώρο το κεφάλι του Παλαιολόγου – θαυμασμός και μεγαλοψυχία του νικητή απέναντι στον νικημένο (πρβλ. το ιστορικό αφήγημα του Μιχ. Μητσάκη «Το Φίλημα»). Η Αγία Τράπεζα αναφέρεται στο καράβι στο οποίο οι Χριστιανοί φόρτωσαν την Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας, λίγο πριν από την άλωση· το καράβι, όμως, χάθηκε, σε μεγάλο βάθος, ενώ η θάλασσα προσέλαβε θαυματουργικές ιδιότητες. Η καταποντισμένη, όμως, Αγία Τράπεζα θα ανεβεί πάλι στην επιφάνεια, όταν η Πόλη ελευθερωθεί.

Στο ίδιο κλίμα κινείται και το δεκατετράστιχο ποίημα Πέντ’ αιώνες, που αναπλάθει την παράδοση για τον μαρμαρωμένο Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον οποίο άγγελος Κυρίου διέσωσε από τον θάνατο και τον έκρυψε κάτω από τη γη, σε μια σπηλιά. Ο βασιλιάς ήταν γραφτό να ζωντανέψει, όταν θα ερχόταν η πολυπόθητη ημέρα της ανάστασης του γένους, θα καταδίωκε τους Τούρκους από την Πόλη και θα λειτουργούσε πάλι η Αγία Σοφία (πρβλ. Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς).

Τέλος, στο μεγαλόπνοο ποίημα Ο Δικέφαλος, εμπνευσμένο από τον δικέφαλο αετό, έμβλημα της βασιλικής ισχύος των Βυζαντινών αυτοκρατόρων, ο Δροσίνης αξιοποιεί επιτυχώς τις λαϊκές παραδόσεις, οι οποίες αναφέρονται στη συμβολική σημασία του. Ο Δικέφαλος, αν και έπεσε στα χέρια του κατακτητή στην πόρτα της Αγιάς Σοφιάς, εν τούτοις ανορθώθηκε και προστάτευσε το δουλωμένο γένος, σε όλη την περίοδο της οδυνηρής τουρκοκρατίας, στον δημόσιο και ιδιωτικό βίο, αναπτερώνοντας το ηθικό των σκλαβωμένων Ελλήνων και συμβάλλοντας στην επανάσταση και στην απελευθέρωση.

Ο Δροσίνης αξιοποιεί, με ιδιαίτερη ευαισθησία, τις λαϊκές παραδόσεις και θρύλους, που συνδέονται και με τα γεγονότα της νεότερης ιστορίας.

Αναστάσιος Αγγ. Στέφος, δ.φ., Ειδικός Γραμματέας της Π.Ε.Φ.

3. Ο μεταδοτικός ιός (και) των λαθών

Κύριε διευθυντά,

Από την έναρξη της πανδημίας βομβαρδιζόμαστε συνεχώς με ανακοινώσεις αριθμών, ποσοστών και μεγεθών που συναρτώνται με την εξάπλωση του ιού παγκοσμίως. Αυτό είναι φυσιολογικό καθότι η αντιμετώπιση των πανδημιών συνδέεται άρρηκτα με τη στατιστική και τα εξ αυτής εξαγόμενα συμπεράσματα. Και εάν μεν η παράθεση των μεγεθών γίνεται μόνο με γραφικά ή με αριθμητικά σύμβολα, τότε έχει καλώς. Οταν όμως αρχίσει η εκφώνηση των αριθμών από τους πάσης φύσεως εμπλεκόμενους στα μέσα δημοσιότητας, τότε παράλληλα αρχίζει και η κακοποίηση της θαυμαστής ελληνικής γλώσσας.

Βασικό στοιχείο της ελληνικής γλώσσας είναι ότι τα αριθμητικά έχουν γένος (αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο) που ακολουθεί το ουσιαστικό που προσδιορίζουν. Λέμε «ένας άνδρας», «μία γυναίκα», «ένα παιδί». Οταν πρόκειται δε για μεγάλους αριθμούς που περιλαμβάνουν χιλιάδες, εκατομμύρια κ.λπ., το κάθε αριθμητικό έχει το ίδιο γένος με το ποσοτικό που ακολουθεί, δηλαδή θηλυκό για τις χιλιάδες, ουδέτερο για τα εκατομμύρια κ.ο.κ.

Συνεπώς δεν πρόκειται για π.χ. διακόσιους σαράντα ένα χιλιάδες νεκρούς παγκοσμίως, όπως σε διπλό λάθος σχεδόν πάντοτε εκφωνείται, αλλά για διακόσιες σαράντα μία χιλιάδες νεκρούς, εφόσον τόσο το «διακόσιες» όσο και το «μία» αναφέρονται στις χιλιάδες που είναι θηλυκό και όχι στους νεκρούς που είναι αρσενικό.

Ενα ακόμη συχνότατο λάθος γίνεται στην εκφώνηση στρογγυλοποιημένων αριθμών, όπως τρεισήμισι ή τριάμισι, όταν αναφέρονται σε χιλιάδες ή εκατομμύρια ή ακόμη και σε ποσοστά. Δεν λέμε τρεισήμισι εκατομμύρια, αλλά τριάμισι εκατομμύρια, όπως δεν λέμε τριάμισι χιλιάδες, αλλά τρεισήμισι χιλιάδες και όπως δεν λέμε τρεισήμισι τοις εκατό, αλλά τριάμισι τοις εκατό. Ενας απλούστατος κανόνας για την ορθή χρήση των μισών είναι ποιος τύπος χρησιμοποιείται όταν λέμε τον αντίστοιχο ακέραιο αριθμό, δηλαδή τρία εκατομμύρια, τρεις χιλιάδες, τρία τοις εκατό κ.λπ.

Τέλος ένας ευρύτατα χρησιμοποιούμενος όρος είναι η «διάμεση» ηλικία. Κατά την άποψή μου ο σωστός όρος είναι η «μέση» ηλικία, διότι εννοούμε τον μέσο όρο των ηλικιών των θυμάτων ή νοσηλευομένων κ.λπ., ενώ η λέξη διάμεσος σημαίνει κάτι που ευρίσκεται μεταξύ δύο άλλων και όχι απαραιτήτως τον μέσο όρο αυτών.

Δεδομένου ότι η ελληνική γλώσσα είχε βάναυσα κακοποιηθεί και προ ελεύσεως πανδημίας, ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να μην προσθέτουμε τα ανωτέρω γλωσσικά ολισθήματα.

Δημήτρης Καράμπελας, Χημικός Μηχανικός ΕΜΠ

...από την "ΕΣΤΙΑ"


"ΕΣΤΙΑ", 28/05/20

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου