οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 31 Μαΐου 2020

Μακάρι. Αλλά είναι πολύ νωρίς. Κι έχουμε δει κι έχουμε πάθει πολλά για να έχουμε αυταπάτες. Αλλά δεν είναι νωρίς για να σκεφτούμε τα του οίκου μας. Αν ο τελικός συμβιβασμός επιτευχθεί, αν η πρόταση της Επιτροπής, ή κάποια παραλλαγή της, επικυρωθεί, η Ελλάδα θα βρεθεί μπροστά σε μια σπάνια, δεύτερη ευκαιρία. Θα της αναλογεί ένα ύψος επιδοτήσεων ικανό όχι απλώς να απαλύνει τις συνέπειες της ύφεσης που ήδη δαγκώνει. Αλλά και να υποστηρίξει ένα πραγματικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στο κράτος και στην παραγωγική διαδικασία. Χρειάζεται, όμως, σχέδιο. Και χρειάζονται προπάντων οι πολιτικές προϋποθέσεις της εφαρμογής του. Και τα δύο έλειψαν την προηγούμενη φορά. Πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι δεν θα λείψουν τώρα....

Από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"

"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 30-31/05/20


ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ


Θυμηθείτε πώς έγιναν τα πράγματα την προηγούμενη φορά, στην προηγούμενη κρίση. Η Ευρωπαϊκή Ενωση από το 2008 συζητούσε πίσω από ερμητικά κλειστές πόρτες πώς θα αντιδράσει όταν η οικονομική κρίση, που πυροδότησε η πτώση της Λίμαν, χτυπήσει κάποια ή κάποιες χώρες-μέλη της ως κρίση χρέους. Συζητούσε, αλλά δεν συμφωνούσε. Και έμενε ακίνητη, περιμένοντας το μοιραίο.

Στα τέλη του 2008, στις αρχές του 2009, η κρίση χτύπησε δύο χώρες-μέλη της - που δεν ήταν όμως μέλη της ευρωζώνης, είχαν ακόμη το εθνικό τους νόμισμα: την Ουγγαρία και τη Ρουμανία. Κανείς δεν τις λυπήθηκε, κανείς δεν τις βοήθησε. Εστάλησαν και οι δύο πακέτο στο ΔΝΤ για ένα πρόγραμμα λιτότητας. Κι έπειτα, για κάτι περισσότερο από έναν χρόνο, η Ευρώπη αγωνιούσε: ποια θα είναι η πρώτη χώρα του ευρώ που θα πέσει; Η Ιρλανδία, η Ισπανία ή μήπως η Ελλάδα; Αγωνιούσε, αλλά δεν αποφάσιζε.

Τελικά, όταν οι αγορές έβαλαν τον κλήρο να δούνε ποιος θα φαγωθεί, που λέει και το παιδικό τραγούδι, ο κλήρος έπεσε στην Ελλάδα, που δεν ήταν βέβαια αταξίδευτη, ήταν όμως εντελώς, μα εντελώς αμέριμνη. Χαμένη στα μικροπολιτικά της παιχνίδια - τι λένε οι δημοσκοπήσεις, πότε να κάνουμε πρόωρες εκλογές; Πώς θα αναβάλουμε όλα τα αντι-δημοφιλή μέτρα μέχρι να γίνουν οι εκλογές; Πώς να πουλήσουμε εντός το παραμύθι πως είμαστε θωρακισμένοι και εκτός το παραμύθι πως οι λογαριασμοί μας βγαίνουν; - έχασε χρόνο, έχασε αξιοπιστία, τα έχασε όλα. Και ήταν κι άτυχη επιπλέον. Την πρώτη φορά που την κλήρωσαν οι αγορές για μελλοθάνατη, τον Ιανουάριο του 2009, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών ήταν στα χέρια του Σοσιαλδημοκράτη Στάινμπρουκ. Μια δήλωσή του μας γλίτωσε και μας έδωσε παράταση ζωής. Την αφήσαμε να πάει χαμένη. Κι όταν το μοιραίο επήλθε οριστικά, η βάρδια στο Βερολίνο είχε αλλάξει. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μαζί με τον Τρισέ της ΕΚΤ είχαν αναλάβει ακοίμητοι φρουροί της δογματικής ορθοδοξίας, των ιερών ταμπού. Οι συνθήκες απαγορεύουν διάσωση κρατών. Κι αν τελικά η Ευρώπη υποχρεωθεί να παρέμβει για να αποτρέψει μια ελληνική χρεοκοπία, θα το κάνει επικουρικά, αφήνοντας στο ΔΝΤ τον πρώτο λόγο. Και θα το κάνει τιμωρητικά. Η τιμωρία πρέπει να προηγηθεί της βοήθειας. The rest is history, που λένε και στην Ομόνοια.

Στην πραγματικότητα, η Ευρώπη χρειάστηκε τέσσερα ολόκληρα χρόνια για να βρει απάντηση στην κρίση που απλωνόταν, από το 2008 μέχρι το καλοκαίρι του 2012, μέχρι να πει ο Ντράγκι το σωτήριο «whatever it takes». Εμάς μας πήρε άλλα έξι χρόνια να βγούμε από το τούνελ, αλλά γι' αυτό δεν μας φταίει κανείς, ήταν δική μας «επιλογή». Αν, λοιπόν, συγκριθούν τα τέσσερα χαμένα χρόνια της προηγούμενης κρίσης με την ταχύτητα αντίδρασης της Ευρώπης στην παρούσα κρίση, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για θαύμα. Η Κριστίν Λαγκάρντ ξεκίνησε επαναλαμβάνοντας το λάθος του συμπατριώτη της Τρισέ, αλλά το διόρθωσε σε τρία 24ωρα και έθεσε σε κίνηση το δεύτερο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων σε λίγες ημέρες. Το Eurogroup, με διαδικασίες εξπρές, αποφάσισε ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες και τα ιερά δισκοπότηρα των ελλειμμάτων και των πλεονασμάτων παύουν να δεσμεύουν. Ο ESM έβαλε (λίγα) χρήματα στο τραπέζι και η Επιτροπή εφηύρε ένα πρόγραμμα αντιμετώπισης της ανεργίας. Με τα μέτρα της προηγούμενης κρίσης, αυτά ήταν πολλά. Με τα μέτρα της παρούσας κρίσης, ελάχιστα. Το επόμενο βήμα έγινε. Πρώτα με τη συμφωνία Μέρκελ - Μακρόν κι έπειτα με την πρόταση της Επιτροπής με τα 750 δισ. επιχορηγήσεις και δάνεια.


Η πρόταση της Επιτροπής μοιάζει να είναι το περίφημο «μπαζούκα» που χρειαζόταν η Ευρώπη. Αλλά θα το οπλίσουν τα κράτη-μέλη; Θα το συμπληρώσουν άραγε, όπως στο παρελθόν, με όρους που ακυρώνουν τη δύναμη πυρός του; Θα αποδειχθεί επαρκές; Τα ερωτήματα δεν έχουν ακόμη απάντηση. Αλλά μπορούμε να διακρίνουμε την αλλαγή ρυθμού: Αν την προηγούμενη φορά χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια, τώρα έχουν περάσει μόλις τρεις μήνες από τότε που, για πρώτη φορά, μια ευρωπαϊκή κυβέρνηση υποχρεώθηκε να κλειδώσει την οικονομία της για να σώσει τις ζωές των πολιτών της και οι Ευρωπαίοι άρχισαν να μετρούν τις πιθανές οικονομικές συνέπειες της πανδημίας, μέχρι να διατυπωθεί κάτι που μοιάζει να είναι ένα νέο «whatever it takes». Μπορούμε να διακρίνουμε και την αλλαγή υποδείγματος. Την προηγούμενη φορά, οι αντιρρήσεις των ιεράκων παρέλυσαν την Ευρώπη για τέσσερα χρόνια. Τώρα, οι ιέρακες της Καρλσρούης, άθελά τους, έδωσαν μια κλωτσιά στην Ευρώπη να φύγει εμπρός. Κάποιοι μιλούν - ίσως με υπερβολική αισιοδοξία - πως αυτή είναι η «στιγμή Χάμιλτον» για την Ευρώπη, με αναφορά στον πρώτο υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ που έκανε το χρέος των επιμέρους Πολιτειών χρέος της Ενωσής τους και δημιούργησε τις πραγματικά (και οικονομικά) Ηνωμένες Πολιτείες.

Μακάρι. Αλλά είναι πολύ νωρίς. Κι έχουμε δει κι έχουμε πάθει πολλά για να έχουμε αυταπάτες. Αλλά δεν είναι νωρίς για να σκεφτούμε τα του οίκου μας. Αν ο τελικός συμβιβασμός επιτευχθεί, αν η πρόταση της Επιτροπής, ή κάποια παραλλαγή της, επικυρωθεί, η Ελλάδα θα βρεθεί μπροστά σε μια σπάνια, δεύτερη ευκαιρία. Θα της αναλογεί ένα ύψος επιδοτήσεων ικανό όχι απλώς να απαλύνει τις συνέπειες της ύφεσης που ήδη δαγκώνει. Αλλά και να υποστηρίξει ένα πραγματικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στο κράτος και στην παραγωγική διαδικασία. Χρειάζεται, όμως, σχέδιο. Και χρειάζονται προπάντων οι πολιτικές προϋποθέσεις της εφαρμογής του. Και τα δύο έλειψαν την προηγούμενη φορά. Πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι δεν θα λείψουν τώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου