οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019

'...Τα κόκκινα δάνεια όχι μόνο ανέρχονται στο 44% του συνόλου των δανείων αλλά συνεχίζουν να αυξάνονται εξαιτίας της αδράνειας και αδιαφορίας που επέδειξε και επιδεικνύει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Το γεγονός αυτό αποτρέπει τις ελληνικές τράπεζες από το να συνεισφέρουν, μέσω χορήγησης νέων δανείων, στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. Προβληματική είναι και η πορεία των καθαρών επενδύσεων που παραμένει σε αρνητικά επίπεδα από το ξεκίνημα της κρίσης. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο παραγωγικός ιστός της οικονομίας καταστρέφεται γρηγορότερα από όσο αναπληρώνεται...."

Από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"

"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 23-24/02/19
ΤΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ*

Εχει συμπληρωθεί μια δεκαετία από το ξέσπασμα της μεγαλύτερης κρίσης που αντιμετώπισε η χώρα μεταπολεμικά. Παρά το γεγονός ότι πέτυχε, με μεγάλο κόστος, να μηδενίσει τα μεγάλα δημοσιονομικά της ελλείμματα εξακολουθούν να υπάρχουν ουσιαστικές επιφυλάξεις για τις αναπτυξιακές προοπτικές της και τη δυνατότητα να μειωθεί γρήγορα η ανεργία με νέες ποιοτικές θέσεις εργασίας. Οι διεθνείς οργανισμοί εκτιμούν ότι η Ελλάδα σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα κατά μέσο όρο θα αναπτύσσεται ετησίως με ρυθμό 1%-1,25%. Η επίδοση αυτή είναι σαφώς κατώτερη αυτής που θα της επιτρέψει να μπει σε τροχιά πραγματικής σύγκλισης με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες που βγήκαν νωρίτερα από την κρίση.

Παρά την αναιμική ανάπτυξη των ετών 2017 και 2018, τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας παραμένουν και συσσωρεύονται υπονομεύοντας περαιτέρω τις προοπτικές της. Για παράδειγμα, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την Εφορία έχουν υπερβεί τα 106 δισ. ενώ οι αντίστοιχες προς τον ασφαλιστικό φορέα προσεγγίζουν τα 34 δισ. Στον δημόσιο διάλογο της τελευταίας δεκαετίας όλη η ευθύνη για την υφεσιακή πορεία της οικονομίας αποδόθηκε αποκλειστικά και μόνο στη λιτότητα. Αποσιωπήθηκε, γιατί δεν βόλευε την αφήγηση των δήθεν αντιμνημονιακών δυνάμεων, η αρνητική επίδραση που είχε η πιστωτική συρρίκνωση στην οικονομία.

Τα κόκκινα δάνεια όχι μόνο ανέρχονται στο 44% του συνόλου των δανείων αλλά συνεχίζουν να αυξάνονται εξαιτίας της αδράνειας και αδιαφορίας που επέδειξε και επιδεικνύει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Το γεγονός αυτό αποτρέπει τις ελληνικές τράπεζες από το να συνεισφέρουν, μέσω χορήγησης νέων δανείων, στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. Προβληματική είναι και η πορεία των καθαρών επενδύσεων που παραμένει σε αρνητικά επίπεδα από το ξεκίνημα της κρίσης. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο παραγωγικός ιστός της οικονομίας καταστρέφεται γρηγορότερα από όσο αναπληρώνεται. Αυτό από μόνο του εξηγεί γιατί οι εκτιμήσεις για τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη είναι τόσο απαισιόδοξες. Αν στα παραπάνω προσθέσουμε τη μείωση του εργατικού δυναμικού είτε για λόγους δημογραφικούς είτε εξαιτίας της μαζικής μετανάστευσης στο εξωτερικό και τη μείωση της παραγωγικότητας έχουμε συμπληρωμένο το παζλ των προβλημάτων που η χώρα πρέπει να αντιμετωπίσει αν θέλει να λύσει το πρόβλημα της ανεργίας, που στην περίπτωση της Ελλάδας στο μεγαλύτερο μέρος της είναι μακροχρόνια.

Τα όποια στοιχεία δημοσιεύονται αποκρύπτουν ότι η παρατηρούμενη μείωση της ανεργίας δεν οφείλεται στη δημιουργία νέων ποιοτικών θέσεων εργασίας στους τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας αλλά στη δημιουργία θέσεων εργασίας με χαμηλούς μισθούς σε οικονομικές δραστηριότητες με χαμηλή προστιθέμενη αξία.

Στην πρόσφατη συνάντησή μας με τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σολτς επισημάνθηκε από την Πρόεδρο του Κινήματος Αλλαγής κυρία Γεννηματά ότι η αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας έχει υπονομευτεί εξαιτίας της επιβολής το 2015 στην μειωμένης αξιοπιστίας κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ μέχρι το 2060. Τονίσαμε, ότι τα υπερπλεονάσματα για τα οποία επαίρεται η κυβέρνηση είναι αντιαναπτυξιακά στον βαθμό που προκύπτουν μέσω της υπερφορολόγησης και της μείωσης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.


Η κυρία Γεννηματά πρότεινε την εφαρμογή ενός προγράμματος προοδευτικών μεταρρυθμίσεων που θα αποσκοπούν στο να κάνουν την οικονομία πιο εξωστρεφή, τη δημόσια διοίκηση πιο αποτελεσματική και φιλική στην επιχειρηματικότητα. Παράλληλα πρότεινε την ταυτόχρονη μείωση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% του ΑΕΠ ώστε ο όποιος δημοσιονομικός χώρος δημιουργηθεί να αξιοποιηθεί για την ελάφρυνση των φορολογικών βαρών για να επιταχυνθεί η ανάπτυξη. Τέλος, πρότεινε να κατευθυνθεί σε αναπτυξιακά έργα μεγαλύτερο μέρος από τα έσοδα από την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Στους πολίτες επαφίεται να δώσουν ισχυρή εντολή στο Κίνημα Αλλαγής ώστε η συζήτηση αυτή να συνεχιστεί μετά τις εκλογές από θέση ισχύος.

*Πρώην υπουργός και γραμματέας Τομέα Οικονομικών του Κινήματος Αλλαγής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου