Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 30/11/16
Ο Τσίπρας στην Αβάνα
Του Στέφανου Κασιμάτη
Επιλέγοντας την Αθήνα ως σταθμό της τελευταίας χειρονομίας του προς τον κόσμο, ο Ομπάμα προσέφερε στον Τσίπρα μια σπάνια ευκαιρία να στραφεί προς το μέλλον. Αυτός, όπως είδαμε, ούτε που κατάλαβε. Ο Τσίπρας μπορεί να μιλάει συνεχώς για το μέλλον (και ποιος πολιτικός δεν το κάνει εξάλλου), αλλά δεν έχει ιδέα ούτε για το παρόν. Διότι ο ίδιος προέρχεται από το παρελθόν –τον αυτάρκη κόσμο της ελληνικής Αριστεράς– και ανήκει πάντα εκεί, στο παρελθόν. Το απέδειξαν τα τεράστια κενά μόρφωσης και παιδείας, που αποκαλύφθηκαν αμέσως μόλις αναμετρήθηκε με τις απαιτήσεις του πρωθυπουργικού αξιώματος και του σημερινού κόσμου. Κενά τα οποία, μάλιστα, ήσαν το αποτέλεσμα των ενσυνείδητων επιλογών του ιδίου, όχι ευκαιριών που δήθεν δεν είχε ο καημένος.
Το συμπίλημα από μαρξιστικές μπροσούρες και καφενειακές συζητήσεις, που αποτελεί την παιδεία του, του δίνει μεν ένα ένστικτο για το παρελθόν (τι θα έλεγε ο Λένιν, πώς θα απαντούσε ο πρόεδρος Μάο και άλλα τέτοια), αλλά τον καθιστά εντελώς ακατάλληλο για το μέλλον, που μάλιστα έρχεται πολύ πιο γρήγορα στις μέρες μας. Γι’ αυτό και ο Τσίπρας ενέδωσε σε μία όντως μοναδική ευκαιρία να αποδράσει στο παρελθόν, με την κηδεία του δικτάτορα της Κούβας. Για την ακρίβεια, δεν ήταν κηδεία, αλλά μια «ανοικτή, λαϊκή συγκέντρωση» (πλατιά και δημοκρατική, βεβαίως...) μαζί με χιλιάδες κόσμου, σε μια πλατεία. Δεν είναι να απορείς που σοβαρός ηγέτης δεν τόλμησε να πατήσει το πόδι του εκεί*. Ολοι έστειλαν κάποιον εκπρόσωπο, κάτω από β΄ τάξεως μάλιστα. Μόνον ο Τσίπρας ήταν εκεί αυτοπροσώπως από την Ευρώπη – αφήνοντας πίσω του μια ανοικτή αξιολόγηση, για την οποία ζητεί «πολιτική συμφωνία», και έναν τουρίστα υπουργό να τη χειρίζεται, ο οποίος επικαλείται σε ακατάληπτα, μπερδεμένα ελληνικά το δίκαιο του Ζορμπά...
Οι ισορροπίες στην Ευρώπη αλλάζουν με τρόπο που προφανώς δεν ευνοεί την παράταση εκκρεμοτήτων. Υπάρχει, κατ’ αρχάς, η αβεβαιότητα που προκαλεί στο σύστημα ο Τραμπ· υπάρχουν και οι σοβαρότατες προκλήσεις στη συνοχή της Ενωσης: από το Brexit, που τείνει να γίνει ένας επικίνδυνος βάλτος και για τις δύο πλευρές (ενδιαφέρουσα ειρωνεία έναν αιώνα μετά τον Μεγάλο Πόλεμο του 1914-1918...), μέχρι το δημοψήφισμα της Κυριακής στην Ιταλία, υπέρ ή κατά των μεταρρυθμίσεων, καθώς και την προεδρική εκλογή στην Αυστρία, όπου είναι πολύ πιθανό να επικρατήσει ο Χόφερ.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, υπάρχουν και ενδείξεις συσπείρωσης γύρω από το λαβωμένο ευρωπαϊκό ιδεώδες – μια αντίδραση στις απειλητικές αλλαγές, την οποία πολλοί ειδικοί προέβλεψαν. Βλέπουμε, λ.χ., στις πανευρωπαϊκές μετρήσεις της κοινής γνώμης, να ανεβαίνει το ποσοστό υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής μεταξύ των πολιτών της Ευρώπης, ακριβώς επειδή οι απειλές για το ευρωπαϊκό μέλλον είναι πολύ σοβαρές, λένε οι ειδικοί. Ακόμη και η επιλογή του Φιγιόν από τη γαλλική Κεντροδεξιά ως αντιπάλου της Λεπέν στην προσεχή προεδρική εκλογή μια παρόμοια ένδειξη είναι. Ο Φιγιόν είναι, ως προς τις ιδέες και την πολιτική του θέση, ένας Σαρκοζί χωρίς το ναρκισσιστικό καραγκιοζιλίκι του Σαρκό. Είναι ένας κεντροδεξιός, συντηρητικός, αλλά και πραγματιστής, δηλαδή προσαρμοστικός, πραγματιστής και συντηρητικός, κυρίως όμως είναι ευρωπαϊστής. Η θέση του, λ.χ., υπέρ της βελτίωσης των σχέσεων με τη Ρωσία του Πούτιν δεν οφείλεται σε κάποια γοητεία που του ασκεί το μείγμα τσάρου και Στάλιν στον Πούτιν. Οφείλεται στον ευρωπαϊκό πραγματισμό, που επιτάσσει τη μακροπρόθεσμη συνεννόηση και συνεργασία με τη Ρωσία για λόγους ενεργειακούς.
Παρά την εντεινόμενη ρευστότητα του περιβάλλοντος, ο Τσίπρας, χωρίς τον Βαρουφάκη, ανεβάζει μόνος του ξανά την παράσταση του 2015: παίζει τη διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους στα όρια, λες και έχει την πολυτέλεια να τα σπάσει μαζί τους αύριο. (Στα αγγλικά, κύrιε πrόεδρε, αυτό λέγεται brinkmanship…) Και προσφέρει στον κόσμο άλλη μία άκρως κολακευτική εικόνα για την Ελλάδα στον κόσμο: ο Τσίπρας στην Αβάνα να θρηνεί τον τελευταίο κομμουνιστή δικτάτορα του 20ού αιώνα. (Σ.σ.: Ο τσιμπητούλης της Β. Κορέας είναι μια ξεχωριστή, sui generis περίπτωση, λόγω του μακραίωνου και αδιάσπαστου αυτοκρατορικού παρελθόντος της Κορέας.) Δεν τον νοιάζει αν εκπροσωπεί τη χώρα και την εκθέτει, διότι το κάνει για τον εαυτό του και μόνο. Το είπε υπέροχα με τον τρόπο του ο Πετρουλάκης στο χθεσινό σκίτσο του: είναι κομμουνιστής ο άνθρωπος, τόσο απλό είναι. Μα είναι τρελό στον 21ο αιώνα – δεν είναι; Ναι, αλλά δεν παύει να είναι απλό. Σιγά, λοιπόν, μην άφηνε την ευκαιρία μιας σπάνιας τουριστικής εμπειρίας για κάθε συνειδητοποιημένο κομμουνιστή. Τις κηδείες του Λένιν και του Στάλιν τις έχασε διότι ακόμη δεν είχε γεννηθεί, στου Μάο ήταν μόλις δύο ετών. Να αφήσει την κηδεία του Κάστρο; Ποιος άλλος πρόεδρος δεκαπενταμελούς, από όλο τον κόσμο, είχε ποτέ το προνόμιο να βρεθεί σε ένα τέτοιο ιστορικό γεγονός;
Αυτός είναι ο Τσίπρας, αλλά αυτοί είμαστε κι εμείς. Διότι εμείς τον κάναμε πρωθυπουργό· και, για όσο μείνει, είναι αυτός που μας απεικονίζει και αυτός που μας αξίζει. Αν δεν μας αξίζει, ας το αποδείξουμε στις εκλογές, όποτε και αν είναι. (Παρεμπιπτόντως, η νομοθέτηση μέτρων που ευνοούν το λαθρεμπόριο καυσίμων, τρέχα γύρευε για ποιο λόγο, αλλά εμένα με κάνουν να σκέπτομαι εκλογές και ο νοών νοείτω...)
*: Αξιοσημείωτη, παρ’ όλα αυτά, είναι η εξαίρεση του Χουάν Κάρλος, που δεν βρίσκεται πια στον θρόνο της Ισπανίας, αλλά δεν παύει να είναι μια προσωπικότητα ιδιαίτερου κύρους στην Ευρώπη, με προσφορά στην εμπέδωση των δημοκρατικών θεσμών στη χώρα του. Στην περίπτωση αυτή, όμως, είμαι βέβαιος ότι το κίνητρο είναι η βαθιά απέχθεια του Χουάν Κάρλος για τον Κάστρο. Αυτός δεν είναι που του είχε φωνάξει κάποτε «σκάσε, επιτέλους»; Αν, λοιπόν, πράγματι είναι ο Χουάν Κάρλος τόσο ωραίος τύπος όσο λένε, τότε σίγουρα πηγαίνει στην «ανοικτή, λαϊκή εκδήλωση» για να το διασκεδάσει...
Ούτε Μπατίστα ούτε Κάστρο
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 30/11/16
Ο Τσίπρας στην Αβάνα
Του Στέφανου Κασιμάτη
Επιλέγοντας την Αθήνα ως σταθμό της τελευταίας χειρονομίας του προς τον κόσμο, ο Ομπάμα προσέφερε στον Τσίπρα μια σπάνια ευκαιρία να στραφεί προς το μέλλον. Αυτός, όπως είδαμε, ούτε που κατάλαβε. Ο Τσίπρας μπορεί να μιλάει συνεχώς για το μέλλον (και ποιος πολιτικός δεν το κάνει εξάλλου), αλλά δεν έχει ιδέα ούτε για το παρόν. Διότι ο ίδιος προέρχεται από το παρελθόν –τον αυτάρκη κόσμο της ελληνικής Αριστεράς– και ανήκει πάντα εκεί, στο παρελθόν. Το απέδειξαν τα τεράστια κενά μόρφωσης και παιδείας, που αποκαλύφθηκαν αμέσως μόλις αναμετρήθηκε με τις απαιτήσεις του πρωθυπουργικού αξιώματος και του σημερινού κόσμου. Κενά τα οποία, μάλιστα, ήσαν το αποτέλεσμα των ενσυνείδητων επιλογών του ιδίου, όχι ευκαιριών που δήθεν δεν είχε ο καημένος.
Το συμπίλημα από μαρξιστικές μπροσούρες και καφενειακές συζητήσεις, που αποτελεί την παιδεία του, του δίνει μεν ένα ένστικτο για το παρελθόν (τι θα έλεγε ο Λένιν, πώς θα απαντούσε ο πρόεδρος Μάο και άλλα τέτοια), αλλά τον καθιστά εντελώς ακατάλληλο για το μέλλον, που μάλιστα έρχεται πολύ πιο γρήγορα στις μέρες μας. Γι’ αυτό και ο Τσίπρας ενέδωσε σε μία όντως μοναδική ευκαιρία να αποδράσει στο παρελθόν, με την κηδεία του δικτάτορα της Κούβας. Για την ακρίβεια, δεν ήταν κηδεία, αλλά μια «ανοικτή, λαϊκή συγκέντρωση» (πλατιά και δημοκρατική, βεβαίως...) μαζί με χιλιάδες κόσμου, σε μια πλατεία. Δεν είναι να απορείς που σοβαρός ηγέτης δεν τόλμησε να πατήσει το πόδι του εκεί*. Ολοι έστειλαν κάποιον εκπρόσωπο, κάτω από β΄ τάξεως μάλιστα. Μόνον ο Τσίπρας ήταν εκεί αυτοπροσώπως από την Ευρώπη – αφήνοντας πίσω του μια ανοικτή αξιολόγηση, για την οποία ζητεί «πολιτική συμφωνία», και έναν τουρίστα υπουργό να τη χειρίζεται, ο οποίος επικαλείται σε ακατάληπτα, μπερδεμένα ελληνικά το δίκαιο του Ζορμπά...
Οι ισορροπίες στην Ευρώπη αλλάζουν με τρόπο που προφανώς δεν ευνοεί την παράταση εκκρεμοτήτων. Υπάρχει, κατ’ αρχάς, η αβεβαιότητα που προκαλεί στο σύστημα ο Τραμπ· υπάρχουν και οι σοβαρότατες προκλήσεις στη συνοχή της Ενωσης: από το Brexit, που τείνει να γίνει ένας επικίνδυνος βάλτος και για τις δύο πλευρές (ενδιαφέρουσα ειρωνεία έναν αιώνα μετά τον Μεγάλο Πόλεμο του 1914-1918...), μέχρι το δημοψήφισμα της Κυριακής στην Ιταλία, υπέρ ή κατά των μεταρρυθμίσεων, καθώς και την προεδρική εκλογή στην Αυστρία, όπου είναι πολύ πιθανό να επικρατήσει ο Χόφερ.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, υπάρχουν και ενδείξεις συσπείρωσης γύρω από το λαβωμένο ευρωπαϊκό ιδεώδες – μια αντίδραση στις απειλητικές αλλαγές, την οποία πολλοί ειδικοί προέβλεψαν. Βλέπουμε, λ.χ., στις πανευρωπαϊκές μετρήσεις της κοινής γνώμης, να ανεβαίνει το ποσοστό υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής μεταξύ των πολιτών της Ευρώπης, ακριβώς επειδή οι απειλές για το ευρωπαϊκό μέλλον είναι πολύ σοβαρές, λένε οι ειδικοί. Ακόμη και η επιλογή του Φιγιόν από τη γαλλική Κεντροδεξιά ως αντιπάλου της Λεπέν στην προσεχή προεδρική εκλογή μια παρόμοια ένδειξη είναι. Ο Φιγιόν είναι, ως προς τις ιδέες και την πολιτική του θέση, ένας Σαρκοζί χωρίς το ναρκισσιστικό καραγκιοζιλίκι του Σαρκό. Είναι ένας κεντροδεξιός, συντηρητικός, αλλά και πραγματιστής, δηλαδή προσαρμοστικός, πραγματιστής και συντηρητικός, κυρίως όμως είναι ευρωπαϊστής. Η θέση του, λ.χ., υπέρ της βελτίωσης των σχέσεων με τη Ρωσία του Πούτιν δεν οφείλεται σε κάποια γοητεία που του ασκεί το μείγμα τσάρου και Στάλιν στον Πούτιν. Οφείλεται στον ευρωπαϊκό πραγματισμό, που επιτάσσει τη μακροπρόθεσμη συνεννόηση και συνεργασία με τη Ρωσία για λόγους ενεργειακούς.
Παρά την εντεινόμενη ρευστότητα του περιβάλλοντος, ο Τσίπρας, χωρίς τον Βαρουφάκη, ανεβάζει μόνος του ξανά την παράσταση του 2015: παίζει τη διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους στα όρια, λες και έχει την πολυτέλεια να τα σπάσει μαζί τους αύριο. (Στα αγγλικά, κύrιε πrόεδρε, αυτό λέγεται brinkmanship…) Και προσφέρει στον κόσμο άλλη μία άκρως κολακευτική εικόνα για την Ελλάδα στον κόσμο: ο Τσίπρας στην Αβάνα να θρηνεί τον τελευταίο κομμουνιστή δικτάτορα του 20ού αιώνα. (Σ.σ.: Ο τσιμπητούλης της Β. Κορέας είναι μια ξεχωριστή, sui generis περίπτωση, λόγω του μακραίωνου και αδιάσπαστου αυτοκρατορικού παρελθόντος της Κορέας.) Δεν τον νοιάζει αν εκπροσωπεί τη χώρα και την εκθέτει, διότι το κάνει για τον εαυτό του και μόνο. Το είπε υπέροχα με τον τρόπο του ο Πετρουλάκης στο χθεσινό σκίτσο του: είναι κομμουνιστής ο άνθρωπος, τόσο απλό είναι. Μα είναι τρελό στον 21ο αιώνα – δεν είναι; Ναι, αλλά δεν παύει να είναι απλό. Σιγά, λοιπόν, μην άφηνε την ευκαιρία μιας σπάνιας τουριστικής εμπειρίας για κάθε συνειδητοποιημένο κομμουνιστή. Τις κηδείες του Λένιν και του Στάλιν τις έχασε διότι ακόμη δεν είχε γεννηθεί, στου Μάο ήταν μόλις δύο ετών. Να αφήσει την κηδεία του Κάστρο; Ποιος άλλος πρόεδρος δεκαπενταμελούς, από όλο τον κόσμο, είχε ποτέ το προνόμιο να βρεθεί σε ένα τέτοιο ιστορικό γεγονός;
Αυτός είναι ο Τσίπρας, αλλά αυτοί είμαστε κι εμείς. Διότι εμείς τον κάναμε πρωθυπουργό· και, για όσο μείνει, είναι αυτός που μας απεικονίζει και αυτός που μας αξίζει. Αν δεν μας αξίζει, ας το αποδείξουμε στις εκλογές, όποτε και αν είναι. (Παρεμπιπτόντως, η νομοθέτηση μέτρων που ευνοούν το λαθρεμπόριο καυσίμων, τρέχα γύρευε για ποιο λόγο, αλλά εμένα με κάνουν να σκέπτομαι εκλογές και ο νοών νοείτω...)
*: Αξιοσημείωτη, παρ’ όλα αυτά, είναι η εξαίρεση του Χουάν Κάρλος, που δεν βρίσκεται πια στον θρόνο της Ισπανίας, αλλά δεν παύει να είναι μια προσωπικότητα ιδιαίτερου κύρους στην Ευρώπη, με προσφορά στην εμπέδωση των δημοκρατικών θεσμών στη χώρα του. Στην περίπτωση αυτή, όμως, είμαι βέβαιος ότι το κίνητρο είναι η βαθιά απέχθεια του Χουάν Κάρλος για τον Κάστρο. Αυτός δεν είναι που του είχε φωνάξει κάποτε «σκάσε, επιτέλους»; Αν, λοιπόν, πράγματι είναι ο Χουάν Κάρλος τόσο ωραίος τύπος όσο λένε, τότε σίγουρα πηγαίνει στην «ανοικτή, λαϊκή εκδήλωση» για να το διασκεδάσει...
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 30/11/16 |
Ούτε Μπατίστα ούτε Κάστρο
Του Σωκράτη Τσιχλιά
Εχουμε ξεχάσει, φαίνεται, στην Ελλάδα των παθών, των φανατισμών και του διχασμού ότι δεν είναι διόλου υποχρεωτικό να διαλέγεις πλευρά από τις κεντρικά προσφερόμενες. Στο δίλημμα δηλαδή Μπατίστα ή Φιντέλ, είναι θεμιτό ένας δημοκράτης να απαντήσει: κανένας από τους δυο. Το έκαναν πολλοί πολίτες στον πλανήτη μας ακόμη κι όταν τα δίπολα ήταν πολύ πιο ευανάγνωστα, τότε που επέλεγες μαύρο ή άσπρο, υπήρχαν γενναίοι που αντέτειναν ότι υπάρχει και το γκρίζο.
Οποιος χαρακτηρίζει σήμερα τον μακαρίτη τον Κάστρο δικτάτορα που κυβέρνησε την πατρίδα του με διώξεις και φυλακίσεις αντιφρονούντων και ομοφυλόφιλων, επισημαίνει ότι στην ελεύθερη Κούβα δεν έγιναν ποτέ εκλογές και προσάπτει στον κομαντάντε πρακτική νεποτισμού, δεν τίθεται στη λάθος πλευρά της ιστορίας, όπως νομίζει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Παπαδημούλης. Οποιος απεχθάνεται τον ολοκληρωτισμό με προοδευτικό πρόσημο, δεν σημαίνει ότι, αυτομάτως, καταπίνει αμάσητο τον υπόλοιπο άνισο και θλιβερό κόσμο ως έχει.
Αλλωστε, δεν υπάρχει τίποτα πιο ταπεινωτικό, μεγαλύτερη κατάντια από το να στρατεύεται κάποιος με πάθος στο μη χείρον.
Ο Φιντέλ Κάστρο προφανώς δεν ήταν απλώς ένας ακόμη κόκκινος δικτάτορας. Υπήρξε κάποτε ρομαντικός, οραματιστής, επαναστάτης, ένας νέος ταλαντούχος μορφωμένος Κουβανός, που τα έβαλε με χυδαίες συμμορίες, εγχώριες και εισαγόμενες, που καταδυνάστευαν την Κούβα. Ξεκίνησε ελευθερωτής. Το θλιβερό είναι ότι αυτό το χαρισματικό πλάσμα, που, όπως γράφει ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, διέθετε αχαλίνωτη φαντασία, μεγάλη οξυδέρκεια και του ήταν αδύνατο να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι η μοίρα του δεν θα ταυτιστεί με κάτι τερατωδώς μεγάλο, κατέληξε ένα γεροντάκι αγκιστρωμένο στην εξουσία που, όταν αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει, την έδωσε στον αδελφό του! Αυτός ο «γάτος» της Λατινικής Αμερικής, μετά 50 χρόνια επαναστατικής διακυβέρνησης, δεν κατάφερε να αναδείξει κανέναν άλλο άξιο, εκτός της οικογένειάς του. Τι ντροπή.
Θλίβομαι για λογαριασμό της αριστεράς που δεν έχει τη γενναιότητα να δει αυτό το δράμα. Να ξεχωρίσει τα πρώτα από τα στερνά, να αναστοχαστεί πάνω στην εξουσία, να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητα χωρίς να καταρρεύσει. Τελικά τι κέρδισε η Κούβα; Ελευθερία, ευημερία, δημοκρατία; Ποιος αντέχει την απάντηση «τίποτα»; Ακόμη και το πολυδιαφημισμένο σύστημα υγείας, όπου δήθεν ο Μαραντόνα και ο Αλαίν Ντελόν νοσηλεύονταν στις ίδιες κλινικές με τους εργάτες των ζαχαροκάλαμων, ένας καλοστημένος μύθος ήταν. Αλλού γιατροπορεύονταν οι διάσημοι πελάτες και οι φίλοι του Φιντέλ, μέρος μιας καλοστημένης μηχανής εσόδων και δημοσίων σχέσεων, αλλού η κομματική νομενκλατούρα κι αλλού ο λαός. Ο Κάστρο ήταν ο πιο χαρισματικός από τους επαναστάτες του εικοστού αιώνα. Ενας σταρ, που θαυμάστηκε από καλλιτέχνες, φίλους αλλά και αντιπάλους. Είναι, γι’ αυτό, δυο φορές κρίμα που άφησε πίσω του ερείπια και κουρέλια.
Εχουμε ξεχάσει, φαίνεται, στην Ελλάδα των παθών, των φανατισμών και του διχασμού ότι δεν είναι διόλου υποχρεωτικό να διαλέγεις πλευρά από τις κεντρικά προσφερόμενες. Στο δίλημμα δηλαδή Μπατίστα ή Φιντέλ, είναι θεμιτό ένας δημοκράτης να απαντήσει: κανένας από τους δυο. Το έκαναν πολλοί πολίτες στον πλανήτη μας ακόμη κι όταν τα δίπολα ήταν πολύ πιο ευανάγνωστα, τότε που επέλεγες μαύρο ή άσπρο, υπήρχαν γενναίοι που αντέτειναν ότι υπάρχει και το γκρίζο.
Οποιος χαρακτηρίζει σήμερα τον μακαρίτη τον Κάστρο δικτάτορα που κυβέρνησε την πατρίδα του με διώξεις και φυλακίσεις αντιφρονούντων και ομοφυλόφιλων, επισημαίνει ότι στην ελεύθερη Κούβα δεν έγιναν ποτέ εκλογές και προσάπτει στον κομαντάντε πρακτική νεποτισμού, δεν τίθεται στη λάθος πλευρά της ιστορίας, όπως νομίζει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Παπαδημούλης. Οποιος απεχθάνεται τον ολοκληρωτισμό με προοδευτικό πρόσημο, δεν σημαίνει ότι, αυτομάτως, καταπίνει αμάσητο τον υπόλοιπο άνισο και θλιβερό κόσμο ως έχει.
Αλλωστε, δεν υπάρχει τίποτα πιο ταπεινωτικό, μεγαλύτερη κατάντια από το να στρατεύεται κάποιος με πάθος στο μη χείρον.
Ο Φιντέλ Κάστρο προφανώς δεν ήταν απλώς ένας ακόμη κόκκινος δικτάτορας. Υπήρξε κάποτε ρομαντικός, οραματιστής, επαναστάτης, ένας νέος ταλαντούχος μορφωμένος Κουβανός, που τα έβαλε με χυδαίες συμμορίες, εγχώριες και εισαγόμενες, που καταδυνάστευαν την Κούβα. Ξεκίνησε ελευθερωτής. Το θλιβερό είναι ότι αυτό το χαρισματικό πλάσμα, που, όπως γράφει ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, διέθετε αχαλίνωτη φαντασία, μεγάλη οξυδέρκεια και του ήταν αδύνατο να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι η μοίρα του δεν θα ταυτιστεί με κάτι τερατωδώς μεγάλο, κατέληξε ένα γεροντάκι αγκιστρωμένο στην εξουσία που, όταν αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει, την έδωσε στον αδελφό του! Αυτός ο «γάτος» της Λατινικής Αμερικής, μετά 50 χρόνια επαναστατικής διακυβέρνησης, δεν κατάφερε να αναδείξει κανέναν άλλο άξιο, εκτός της οικογένειάς του. Τι ντροπή.
Θλίβομαι για λογαριασμό της αριστεράς που δεν έχει τη γενναιότητα να δει αυτό το δράμα. Να ξεχωρίσει τα πρώτα από τα στερνά, να αναστοχαστεί πάνω στην εξουσία, να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητα χωρίς να καταρρεύσει. Τελικά τι κέρδισε η Κούβα; Ελευθερία, ευημερία, δημοκρατία; Ποιος αντέχει την απάντηση «τίποτα»; Ακόμη και το πολυδιαφημισμένο σύστημα υγείας, όπου δήθεν ο Μαραντόνα και ο Αλαίν Ντελόν νοσηλεύονταν στις ίδιες κλινικές με τους εργάτες των ζαχαροκάλαμων, ένας καλοστημένος μύθος ήταν. Αλλού γιατροπορεύονταν οι διάσημοι πελάτες και οι φίλοι του Φιντέλ, μέρος μιας καλοστημένης μηχανής εσόδων και δημοσίων σχέσεων, αλλού η κομματική νομενκλατούρα κι αλλού ο λαός. Ο Κάστρο ήταν ο πιο χαρισματικός από τους επαναστάτες του εικοστού αιώνα. Ενας σταρ, που θαυμάστηκε από καλλιτέχνες, φίλους αλλά και αντιπάλους. Είναι, γι’ αυτό, δυο φορές κρίμα που άφησε πίσω του ερείπια και κουρέλια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου