οι κηπουροι τησ αυγησ

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016

"....Αλλά δεν ήταν μόνο η οικονομική κρίση και η τεχνολογική αλλαγή που έθεσαν σε δοκιμασία τις εκδοτικές επιχειρήσεις. Σχεδόν ταυτόχρονα εξελίχθηκαν σημαντικές πολιτικές μετατοπίσεις, οι οποίες επιβάρυναν ακόμη περισσότερο τις συνθήκες για τις παραδοσιακές εκδοτικές επιχειρήσεις. Με την έναρξη της κρίσης κυριάρχησαν ακραίες λαϊκιστικές δυνάμεις, οι οποίες ανέδειξαν την ασημαντότητά τους διά της πολεμικής εναντίον των εφημερίδων και των δημοσιογράφων. Το Mega, o ΔΟΛ και τα πρόσωπα που τα συγκροτούσαν ανεδείχθησαν ως τα μέγιστα κακά του κόσμου τούτου. Ολες οι αμαρτίες της σύγχρονης πολιτικής και οικονομικής ζωής φορτώθηκαν στα παραπάνω εκδοτικά σχήματα. Αλλοτε πολιτικοί των δρόμων, πρόσωπα ιδεοληπτικά και φορτισμένα από το βάρος της ήττας των νιάτων τους, έδρασαν κατά τρόπο εκδικητικό. Εκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους προκειμένου να σβήσουν μέσα σε δύο χρόνια την ιστορία προσφοράς στα γράμματα, στις τέχνες, στον πολιτισμό, στην οικονομία και στην πολιτική ενός αιώνα. Δρώντας συνδυασμένα και συντονισμένα προπαγάνδισαν χυδαία και προπαρασκεύασαν με όλα τα μέσα κλίμα ρεβανσισμού και αποκαθήλωσης...."


"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ" και οι πιστοί 

της ελεύθερης (μη κατευθυνόμενης) ενηνέρωσης

                                      "ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 24-25/12/16
"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 24-25/12/16

Η κρίση του Τύπου και τα παιχνίδια της εξουσίας
Οι συνέπειες της οικονομικής ύφεσης, η τεχνολογική έκρηξη, ο ρόλος των τραπεζών και της πολιτικής

Του Αντώνη Καρακούση

Η παρούσα κρίση του Τύπου ούτε απλή είναι ούτε συνηθισμένη. Αντιθέτως, είναι πολυπαραγοντική και βαθιά διαρθρωτική. Και βεβαίως δεν αφορά μόνο τα έντυπα και τις ηλεκτρονικές εκδόσεις του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη.

Εκτείνεται σε όλον τον κλάδο και αφορά σχεδόν όλες τις εκδοτικές επιχειρήσεις, μεγάλες και μικρές. Συνέπεσαν τούτα τα χρόνια συνθήκες ξεχωριστές και απολύτως αποδιοργανωτικές.

Εν αρχή ην η κρίση, η μεγάλη οικονομική κρίση που βασανίζει τη χώρα μας από το 2008 και εντεύθεν.

Η αποκάλυψη του συγκεκαλυμμένου ελληνικού οικονομικού προβλήματος, όλος αυτός ο κύκλος της άμετρης κρατικής υπερχρέωσης, βύθισε την οικονομία στην ύφεση, μεταφέροντας κύματα πίεσης σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας.

Οσοι έχουν στοιχειωδώς παρακολουθήσει τις ελληνικές οικονομικές εξελίξεις γνωρίζουν το βάρος που συσσώρευσαν σε όλους τους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας η κατάρρευση και η χρεοκοπία του σύγχρονου ελληνικού κράτους.

Από την επελθούσα, αλλά μηδέποτε επισήμως ομολογηθείσα χρεοκοπία του κράτους πηγάζουν τα δεινά της τρέχουσας περιόδου. Και είναι αυτή αποτέλεσμα της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να αναγνωρίσει τα σημάδια της επερχόμενης κρίσης και να λάβει εγκαίρως τα μέτρα αποτροπής του μοιραίου.

Το γεγονός δε ότι η κρίση διατηρείται επί τόσα έτη είναι αποτέλεσμα και πάλι της αβελτηρίας κομμάτων και κυβερνήσεων. Ηγεσίες και κόμματα απεδείχθησαν πουκάμισα αδειανά και ελλειμματικοί οργανισμοί, χωρίς επεξεργασίες, χωρίς πρόνοιες, χωρίς εν τέλει δυνατότητες χειρισμού των κρίσιμων υποθέσεων της χώρας.

Το δυστύχημα είναι ότι η αδυναμία της πολιτικής παρέτεινε τη διάρκεια της κρίσης και πολλαπλασίασε τα βάρη. Ακόμη και τώρα αυτή ακριβώς η αβελτηρία συνεχίζει να χαρακτηρίζει την ελληνική πολιτική.

Γι' αυτό και η Ελλάδα παραμένει μετέωρη, μεταξύ φθοράς και απραξίας, με μόνο εργαλείο επιβίωσης αυτό της αναξιοπρεπούς «ενόπλου επαιτείας».

Στα πολλά χρόνια της κρίσης λοιπόν δεν υπήρξε ανεπηρέαστος κλάδος της ελληνικής οικονομίας. Τα εισοδήματα εκάμφθησαν, η ζήτηση περιορίστηκε, τα νοικοκυριά άρχισαν να κάνουν αιματηρές οικονομίες και οι επιχειρήσεις επίσης. Πρώτες περιορίστηκαν οι λεγόμενες ελαστικές δαπάνες.

Οταν τίθεται θέμα επιβίωσης, τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι επιχειρήσεις κόβουν τις θεωρούμενες περιττές ή τις ελαστικές δαπάνες, όπως επικρατεί να λέγονται στα οικονομικά. Ετσι λοιπόν οι δαπάνες για εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία και αντίστοιχα πνευματικά αγαθά περιορίστηκαν δραστικά, όπως μαρτυρεί και το μαζικό κλείσιμο εκδοτικών επιχειρήσεων και βιβλιοπωλείων στα χρόνια της κρίσης.

Οι επιχειρήσεις από την πλευρά τους, το πλήθος των μεγάλων και μικρών διαφημιζομένων, περιόρισαν εν ριπή οφθαλμού, κάτω από αυτές τις οικονομικές συνθήκες, τις δαπάνες προβολής και επικοινωνίας.

Αποτέλεσμα αυτών των συνθηκών ήταν να περιοριστούν δραματικά τα έσοδα των εκδοτικών επιχειρήσεων τόσο από τις πωλήσεις όσο και από τις διαφημίσεις. Η κάμψη των εισπράξεων ήταν τέτοια που βύθιζε εκ των πραγμάτων την οικονομική θέση των μέσων ενημέρωσης.

Τα παραδοσιακά μέσα δυσκίνητα όπως ήταν, με βαριές οργανώσεις χτισμένες στις εποχές των μεγάλων θριάμβων, δεν ήταν εύκολο να ανταποκριθούν στις νέες συνθήκες, χωρίς μαζικές απολύσεις ή χωρίς δραστικό περιορισμό των εξόδων τους.

Η αλήθεια είναι ότι έγιναν τέτοιες απόπειρες ελέγχου των δαπανών, αλλά το βάθος της κρίσης, κυρίως η διάρκειά της, δημιουργούσε ολοένα και μεγαλύτερες απαιτήσεις, πράγμα που δεν μπορούσε να εξελιχθεί χωρίς εντάσεις και αποδιοργανωτικές συγκρούσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι ακριβές ότι η συνειδητοποίηση της κρισιμότητας των περιστάσεων άργησε, τα μέτρα καθυστέρησαν και οι όποιες επεμβάσεις ήταν περιορισμένης κλίμακας, μη δυνάμενες να σηκώσουν το βάρος της απαιτούμενης αναδιάρθρωσης και αναδιοργάνωσης.

Από ένα σημείο και πέρα το πρόβλημα έγινε δυσβάστακτο και δυσεπίλυτο. Εξελισσόμενη η κρίση και συνοδευόμενη από έλλειψη κεφαλαίων και εξαφάνιση χρηματοδοτικών εργαλείων προκάλεσε στην κυριολεξία πιστωτική ασφυξία, η οποία με τη σειρά της κατέστησε σχεδόν αδύνατη την έξοδο από την κρίση.

Η οικονομική κρίση συνέπεσε βεβαίως με την τεχνολογική έκρηξη. Οι παραδοσιακές επιχειρήσεις του Τύπου λεηλατήθηκαν για δεύτερη φορά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Στα τέλη της δεκαετίας του '80 ήταν η υπερανάπτυξη της τηλεόρασης που αφαίρεσε δυνάμεις και αναγνωστικό κοινό από τον παραδοσιακό Τύπο. Ο ανταγωνισμός της τηλεόρασης υπήρξε έντονος και καταδυναστευτικός των εφημερίδων.

Το Internet ωστόσο, η εισβολή επίσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και βεβαίως το πλήθος των ενημερωτικών sites που τα τελευταία χρόνια πλημμύρισε την αγορά της πληροφορίας και της ενημέρωσης, στρέβλωσαν κατ' απόλυτο βαθμό τον ανταγωνισμό και λεηλάτησαν στην κυριολεξία τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.

Νεόκοπος εκδότης, από αυτούς που φιλοδοξούν να κερδίσουν σπουδαία θέση στον κόσμο της νέας μιντιακής εποχής, κόμπαζε τελευταία ότι ευτυχώς υπάρχoυν το in.gr, «Tο Βήμα», ο «Βηματοδότης» και «Τα Νέα» για να τα αντιγράφουμε και να διεκδικούμε διαφήμιση από την αγορά. Μικρές μονάδες, χωρίς δημοσιογράφους, με αμοιβές της πλάκας, χωρίς να πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές, απολαμβάνουν εισόδημα και κέρδη διατηρώντας μόνο θέσεις λίγων αντιγραφέων. Η λεηλασία των παραδοσιακών εκδοτικών επιχειρήσεων εκδηλώθηκε και συνεχίζει να εκδηλώνεται με ωμό τρόπο, χωρίς κανείς να νοιάζεται και χωρίς κανείς βεβαίως να επεμβαίνει.

Αλλά δεν ήταν μόνο η οικονομική κρίση και η τεχνολογική αλλαγή που έθεσαν σε δοκιμασία τις εκδοτικές επιχειρήσεις. Σχεδόν ταυτόχρονα εξελίχθηκαν σημαντικές πολιτικές μετατοπίσεις, οι οποίες επιβάρυναν ακόμη περισσότερο τις συνθήκες για τις παραδοσιακές εκδοτικές επιχειρήσεις.

Με την έναρξη της κρίσης κυριάρχησαν ακραίες λαϊκιστικές δυνάμεις, οι οποίες ανέδειξαν την ασημαντότητά τους διά της πολεμικής εναντίον των εφημερίδων και των δημοσιογράφων. Το Mega, o ΔΟΛ και τα πρόσωπα που τα συγκροτούσαν ανεδείχθησαν ως τα μέγιστα κακά του κόσμου τούτου.

Ολες οι αμαρτίες της σύγχρονης πολιτικής και οικονομικής ζωής φορτώθηκαν στα παραπάνω εκδοτικά σχήματα. Αλλοτε πολιτικοί των δρόμων, πρόσωπα ιδεοληπτικά και φορτισμένα από το βάρος της ήττας των νιάτων τους, έδρασαν κατά τρόπο εκδικητικό.
Εκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους προκειμένου να σβήσουν μέσα σε δύο χρόνια την ιστορία προσφοράς στα γράμματα, στις τέχνες, στον πολιτισμό, στην οικονομία και στην πολιτική ενός αιώνα. Δρώντας συνδυασμένα και συντονισμένα προπαγάνδισαν χυδαία και προπαρασκεύασαν με όλα τα μέσα κλίμα ρεβανσισμού και αποκαθήλωσης.

Εργαλειοποίησαν τη Δικαιοσύνη και τις φορολογικές αρχές χτίζοντας πρώτα κατηγορίες και στη συνέχεια διώξεις. Επί δύο χρόνια τα μέσα ενημέρωσης και ιδιαίτερα οι παραδοσιακοί δημοσιογραφικοί οργανισμοί υβρίζονται σε καθημερινή βάση από υπουργούς, στελέχη και τον Πρωθυπουργό τον ίδιο. Δεν υπάρχει μέρα που να μην εκτοξευθεί κάποιου είδους κατηγορία.

Κακά τα ψέματα, το σχέδιο εξόντωσης των ελεύθερων και ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης βρίσκεται τούτο τον καιρό σε πλήρη εξέλιξη.

Με εντολή της κυβέρνησης άλλωστε, σύμφωνα με αξιόπιστες τραπεζικές πηγές, μπλοκαρίστηκε η μισθοδοσία του ΔΟΛ την προπερασμένη Παρασκευή, για να αναιρεθεί την περασμένη Τετάρτη έπειτα από την κοινωνική κατακραυγή. Και δεν χωρεί καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση πιέζει τις τράπεζες να οδηγήσουν τον ΔΟΛ με διαδικασίες εξπρές σε εκκαθάριση και τμηματική πώληση, κομμάτι-κομμάτι, των ιστορικών τίτλων. Ή να τον παραδώσουν σε εκλεκτό της εκδότη ή επιχειρηματία. Οφείλουν ωστόσο να γνωρίζουν άπαντες οι εμπλεκόμενοι, πολιτικοί και οι νεόκοποι σύμμαχοί τους τραπεζίτες, ότι οι εφημερίδες δεν είναι ιχθυοκαλλιέργειες. Το βασικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων Τύπου συγκροτείται από τα πρόσωπα, τις γνώσεις, τις εμπειρίες και την κουλτούρα που τα συνοδεύουν.

Και αυτό το ανθρώπινο κεφάλαιο δεν φυλακίζεται. Πολύ περισσότερο όταν συγκροτείται από πρόσωπα με πεποιθήσεις και αντιλήψεις συγκεκριμένες.

Είναι προφανές ότι αφερέγγυες επιχειρηματικές λύσεις δεν θα έχουν καμία τύχη. Οπως δεν θα έχει καμία τύχη και η τμηματική πώληση των τίτλων.

Οι ελεύθεροι δημοσιογράφοι έχουν επιλογές. Το πνεύμα του ελεύθερου Βήματος δεν θα χαθεί, ούτε θα αιχμαλωτιστεί. Ας είναι βέβαιοι όλοι γι' αυτό.

"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 24-25/12/16 
«Το Βήμα» είστε εσείς, οι αναγνώστες μας
Ερχονται στιγμές που όλοι αναγκαζόμαστε να κάνουμε τον απολογισμό μας. Σε αυτές τις ρωγμές του χρόνου που η κανονικότητα χάνεται οφείλουμε να σταθούμε με ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό μας και σε αυτούς στους οποίους λογοδοτούμε. Εμείς οι δημοσιογράφοι λογοδοτούμε στους αναγνώστες μας. Σε όλους εσάς που στηρίξατε και στηρίζετε τις εφημερίδες μας, το ραδιόφωνό μας και τις ηλεκτρονικές εκδόσεις μας. Σε όσους δεν μας εγκαταλείψατε ούτε σε αυτή την καθοριστική στιγμή για την επιβίωση του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη.

Ο δρόμος μπροστά μας είναι ανηφορικός, αλλά καμιά φορά, όπως ξέρουν οι ορειβάτες, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να ανεβείς ακόμα ψηλότερα.

Στη μακρά ιστορία μας, έχουμε υπηρετήσει τη δημοσιογραφία, την ελευθερία και τη δημοκρατία έχοντας κρατήσει ως ιερή παρακαταθήκη το προοδευτικό πνεύμα της χώρας από τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι σήμερα.

Εχουμε κάνει και σφάλματα, αλλά πάνω στο καμίνι της καθημερινής ειδησεογραφίας μπορεί να αξιολογήσεις τις εξελίξεις με μια οπτική βιαστική που όταν η εικόνα μεγαλώσει και ο χρόνος επανατοποθετήσει τα γεγονότα να σε αδικήσει. Οι βασικές μας επιλογές ωστόσο είχαν μία κατεύθυνση: την πολιτική σταθερότητα και την προκοπή του τόπου, παρά τη μυθολογία που περιβάλλει το «Συγκρότημα».

Καμία κυβέρνηση, καμία πολιτική ή κομματική σκοπιμότητα δεν χωρά στη σχέση μιας εφημερίδας με τους αναγνώστες της. «Το Βήμα» και «Τα Νέα» δεν ανήκουν ούτε στους μετόχους τους ούτε στις τράπεζες ούτε στους επίδοξους επενδυτές. Η ιστορία τους είναι βαριά και ξεπερνά τη συγκυρία. Μέχρι χθες γράφαμε εμείς τις εφημερίδες μας. Από αύριο θα τις γράφουμε μαζί σας. Δεν θα υποστείλουμε τη σημαία, δεν θα γίνουμε εύκολη λεία για όσους θέλουν να διαμοιράσουν τα ιμάτιά μας και ελπίζουμε να γίνετε εσείς, οι αναγνώστες μας, η ασπίδα μας. Γιατί αν χαθεί το ελεύθερο, προοδευτικό, εκσυγχρονιστικό πνεύμα από τη χώρα, τα νέα δεν θα είναι κακά για τον Τύπο. Θα είναι ακόμη χειρότερα για τη Δημοκρατία.

ΤΟ ΒΗΜΑ

"Τύπος, η πεμπτουσία της ενημέρωσης"

Του Γιώργου Καμίνη

Σε μία εποχή που οι εφημερίδες σε όλον τον κόσμο δίνουν αγώνα επιβίωσης απέναντι στην κυριαρχία του Διαδικτύου, στην Ελλάδα η οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με την έλλειψη οποιασδήποτε πρωτοβουλίας για την ενίσχυση της έντυπης δημοσιογραφίας, απειλεί να επισπεύσει τις δυσμενέστερες προβλέψεις.

Ο ρόλος των κυβερνήσεων δεν είναι να περιορίζουν με νόμους τον αριθμό των Μέσων Ενημέρωσης. Είναι να διασφαλίζουν τη λειτουργία τους με κανόνες δημοκρατίας, πλουραλισμού και πολυφωνίας και να παρεμβαίνουν όταν και όπου εμφανίζονται σκιές στη χρηματοδότησή τους ή στις σχέσεις τους με την πολιτική εξουσία. Οι Ανεξάρτητες Αρχές είναι οι μόνες αρμόδιες να ρυθμίσουν τη λειτουργία του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, καθώς και την ποιότητα της παρεχόμενης ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, ενώ οι οικονομικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους επαρκούν για τον έλεγχο της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων ενημέρωσης.

Τις προηγούμενες ημέρες, η απουσία δύο παραδοσιακών εφημερίδων, των «Νέων» και του «Εθνους», από τα περίπτερα - αλλά και από το Διαδίκτυο - συγκλόνισε ένα πολύ μεγάλο και σημαντικό κοινό, που μπορεί να μην αγοράζει πια εφημερίδες, εξακολουθεί όμως να πιστεύει ότι στο χαρτί συνεχίζει να βρίσκεται η πεμπτουσία της ενημέρωσης και η δύναμη της συγκροτημένης άποψης. Η ευρωπαϊκή και αμερικανική πραγματικότητα το επιβεβαιώνει: έστω και με μικρότερη από το παρελθόν κυκλοφορία, οι εφημερίδες εξακολουθούν να είναι οι ατμομηχανές της ενημέρωσης, με τους διαδικτυακούς τους δορυφόρους να αποτελούν τη σύνδεσή τους με την ανάγκη συνεχούς ενημέρωσης.

Διαχειριστικά σφάλματα και εκδοτικές αστοχίες δεν αλλάζουν την ουσία. Ηδη αρκετές ιστορικές εφημερίδες και πανίσχυρα ηλεκτρονικά Μέσα Ενημέρωσης εξαφανίζονται από τον χάρτη της ενημέρωσης. Το κλείσιμο μιας εφημερίδας δεν αποτελεί πρόβλημα μόνο για τον κλάδο των δημοσιογράφων, συνιστά πρόβλημα για τη Δημοκρατία και την ελευθερία της έκφρασης.

Πολύ περισσότερο που με το φάσμα του λουκέτου απειλούνται εφημερίδες που απασχολούν μεγάλο αριθμό δημοσιογράφων και καλύπτουν τις ανάγκες ενός πολύ απαιτητικού κοινού. Εφημερίδες και Μέσα Ενημέρωσης που δεν υποκύπτουν στην ομοιομορφία του copy paste και του εντυπωσιασμού, του λεγόμενου μιντιακού λαϊκισμού. Πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, χρόνια τώρα, κινούνται στη λογική της ενίσχυσης των εφημερίδων. Προφανώς κάτι ξέρουν.

-Ο Γιώργος Καμίνης είναι δήμαρχος Αθηναίων.

"Η πολυφωνία είναι μείζον ζήτημα Δημοκρατίας"

Της Φώφης Γεννηματά

Για εμάς, τη Δημοκρατική Παράταξη, ο πλουραλισμός και η πολυφωνία στην ενημέρωση είναι μείζον ζήτημα Δημοκρατίας. Γι' αυτό και η αναστολή λειτουργίας εφημερίδων και ΜΜΕ, που μάλιστα έχουν μακροχρόνια παρουσία και προσφορά στην ενημέρωση, αποτελεί πληγή στο σώμα της Δημοκρατίας. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για έντυπα που παραδοσιακά στέκονταν στο πλευρό της ευρύτερης δημοκρατικής παράταξης. Οι εξελίξεις αυτές δεν αφορούν μόνο τους ιδιοκτήτες, αφορούν κυρίως τους εργαζομένους στα ΜΜΕ.

Σ' αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνούν οι εργαζόμενοι, στεκόμαστε έμπρακτα δίπλα τους. Με ειλικρίνεια και καθαρότητα και όχι με κροκοδείλια δάκρυα όπως οι κυβερνώντες ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ...

-Η Φώφη Γεννηματά είναι πρόεδρος του ΠαΣοΚ.

«Η εφημερίδα είναι μια μηχανή Δημοκρατίας»

Του Σταύρου Θεοδωράκη

Θυμάμαι τι έλεγε ο Λέων Καραπαναγιώτης: «Η εφημερίδα είναι μια μηχανή Δημοκρατίας. Είναι το μόνο γκάλοπ στο οποίο πληρώνει ο ερωτώμενος. Οι αναγνώστες - με την επιλογή τους και τον οβολό τους - ψηφίζουν καθημερινά θέσεις στα μεγάλα ζητήματα της κοινωνίας».

Και οι Eλληνες έδιναν μια αξιοσημείωτα θετική «ψήφο» όλα αυτά τα χρόνια... Σε αντίθεση δηλαδή με πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ο σοβαρός Τύπος είχε πάντα τη μερίδα του λέοντος στις κυκλοφορίες σε σύγκριση με τον κίτρινο Τύπο. Η σοβαρή επένδυση στα ΜΜΕ για δεκαετίες ήταν συνδυασμένη με μια καλή εφημερίδα.

Και είναι δυσάρεστο και περίεργο που σήμερα δύο μεγάλες εφημερίδες, «Tο Βήμα» και «Τα Νέα», δύο σοβαρά και μεγάλου κοινωνικού κεφαλαίου έντυπα, απειλούνται με κλείσιμο. Με σιωπή. Ομως, και αυτό είναι κάτι που πολλοί αποκρύπτουν, τα περισσότερα ΜΜΕ - για να μην πω όλα - αδυνατούν σήμερα να αντεπεξέλθουν στα χρέη και τα κόστη που έχουν δημιουργήσει. Από τις δέκα κυριακάτικες εφημερίδες, ζήτημα είναι αν υπάρχουν τρεις που καταβάλλουν στην ώρα τους κουτσουρεμένους μισθούς. Προφανώς τα λάθη των ιδιοκτητών είναι μεγάλα. Οπως και οι ευθύνες τους. Κακοδιαχείριση - σπατάλες - κρίση. Και τα βάρη που κουβαλάνε οι εκδοτικοί οργανισμοί είναι πια τεράστια. Τα δάνεια, για να το ξεκαθαρίσουμε, πρέπει να ξεπληρωθούν στο ακέραιο. Να συνεργασθούν οι τράπεζες και οι αρχές, να γίνουν διαχειριστικοί έλεγχοι και ό,τι άλλο χρειάζεται... Αλλά όλα αυτά πρέπει να γίνουν παράλληλα με την προσπάθεια σωτηρίας των εντύπων - ΜΜΕ που ακόμη και σήμερα αποσπούν ένα σεβαστό μερίδιο διαφήμισης της ιδιωτικής αγοράς. Αν όλα αυτά χαθούν, τότε η περιουσία των τραπεζών - που έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί με χρήματα των φορολογουμένων - θα μειωθεί και ευθύνες δεν θα αποδοθούν. Θα χάσουν βέβαια και τη δουλειά τους αρκετές εκατοντάδες άνθρωποι. Ανάμεσά τους - αν αυτό έχει σημασία - δεξιοί, κεντρώοι, αριστεροί, φιλελεύθεροι ή δογματικοί. Γιατί ειδικά αυτές οι εφημερίδες, «Το Βήμα» και «Τα Νέα», δεν ήταν ποτέ μονόχρωμες. Στη Χρήστου Λαδά και μετά στη Μιχαλακοπούλου βρήκαν καταφύγιο δημοσιογράφοι, διανοούμενοι, σχολιαστές που εμπλούτιζαν επί δεκαετίες τη γνώση και τον διάλογο στην πολιτική και στον πολιτισμό. Με πολλούς συγκρούστηκα, με κάποιους αγαπήθηκα, με τους περισσότερους είχα μια σχέση αλληλοσεβασμού. Ποτέ δεν σκέφθηκα όμως «να φύγουν αυτοί - να μείνουν οι άλλοι».

Κάποιοι όμως στο κυβερνητικό στρατόπεδο θεωρούν ότι επωφελούνται από την «προοπτική» κλεισίματος των εφημερίδων. Τα χαρτί με τα κανάλια δεν τους βγήκε. Η ήττα της ήταν βαριά. Ακόμα και βουλευτές και ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ λένε τώρα «τι βλακεία ήταν αυτό με τα τέσσερα κανάλια». Οταν τους τα λέγαμε βέβαια στη Βουλή, μας αποδοκίμαζαν. Είχαν ανάγκη από ένα ψεύτικο αφήγημα σαν και αυτό που τώρα κάποιοι ονειρεύονται. «Ξεμπλέξαμε με τον ΔΟΛ, τον κλείσαμε».

Το Ποτάμι ζητάει να εκφραστεί από όλους, κόμματα, ενώσεις - την ΕΣΗΕΑ κυρίως - η βούληση να κρατηθούν ζωντανά τα έντυπα στην Ελλάδα. Να υπάρξουν λύσεις στα οικονομικά τους προβλήματα, όχι με χαρίσματα, θα το ξαναπώ, αλλά με ευελιξία και μελετημένες κινήσεις. Το ίδιο έκαναν οι αριστεροί στην Ιταλία και οι δεξιοί στη Γαλλία. Βρήκαν τρόπους να σώσουν τις εφημερίδες τους (και δεν εννοώ τους εκδότες τους).

Οι περιπέτειες και τα σκαμπανεβάσματα της Δημοκρατίας στη χώρα μας ήταν πάντα συνδυασμένες με την ιστορία του Τύπου και των μεγάλων εφημερίδων γνώμης. Τα επιχειρήματα, η κριτική, ο αντίλογος, η έρευνα, η αποκάλυψη, η γνώση, η σύγκρουση, ο διάλογος, όλα αυτά που κρατάνε ζωντανή μια Δημοκρατία, απειλούνται. Αν συνεχίζουν να απειλούνται, αν κάθε μέρα μειώνονται οι φωνές στα περίπτερα, κάποιοι ίσως θα έχουν ένα πρόσκαιρο κέρδος αλλά η κοινωνία και - επιτρέψτε μου - ο πολιτισμός μας θα έχουν πληρώσει ένα βαρύ τίμημα.

-Ο Σταύρος Θεοδωράκης είναι επικεφαλής του Ποταμιού.
"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 24-25/12/16 

Η τεράστια άυλη υπεραξία του «Βήματος»

Του Ευάγγελου Βενιζέλου

Εμαθα ανάγνωση - κατά κυριολεξία - με τις επιφυλλίδες του Παύλου Παλαιολόγου στο «Βήμα». Θυμάμαι ακόμη πολλές από αυτές, γραμμένες με το μοναδικό κοφτό και λιτό ύφος του, με τις σύντομες κύριες προτάσεις.

Ημουν συνεπώς πολύ υπερήφανος που ο Λ. Καραπαναγιώτης δημοσίευσε για πρώτη φορά άρθρο μου στο «Βήμα», όταν ήμουν ακόμη φοιτητής, πριν ακριβώς σαράντα χρόνια.

Για τη γενιά μου, η σχέση με «Το Βήμα» - το ίδιο ισχύει και για «Τα Νέα» - είναι σχέση ζωής. Είναι στοιχείο της προσωπικής μας υπόστασης. Είναι μια σχέση μαθητείας στην Ιστορία, τον πολιτισμό, τα διεθνή ρεύματα των ιδεών. Είναι ο τόπος στον οποίο ζήσαμε επί δεκαετίες όλες τις μεγάλες μάχες για τη Δημοκρατία, το Κράτος Δικαίου, το Σύνταγμα. Είναι η σκηνή πάνω στην οποία εξελίχθηκαν οι πιο γόνιμες ιστοριογραφικές, φιλολογικές, γλωσσολογικές, λογοτεχνικές, θεατρολογικές, μουσικολογικές και άλλες παρόμοιες έριδες. Και είναι φυσικά το σώμα πάνω στο οποίο αποτυπώνονται οι πολιτικές εξελίξεις ενός ολόκληρου αιώνα, ο μισός και παραπάνω από τον οποίο είναι τμήμα και της ατομικής μας μνήμης.

Αυτά τα στοιχεία διαμορφώνουν μια εφημερίδα-θεσμό που υπερβαίνει κατά πολύ τα όρια της αντίστοιχης εκδοτικής επιχείρησης, τη μετοχική της σύνθεση, τη διοίκησή της, τα χρηματοοικονομικά της δεδομένα, τον τραπεζικό της δανεισμό και όλα τα συναφή. Μια εφημερίδα-θεσμό που ακουμπά στην τεράστια άυλη υπεραξία της συνεισφοράς όλων των συντακτών και συνεργατών της, τωρινών και παλαιότερων, που συνδιαμόρφωσαν την παράδοση και το ιδιαίτερο κλίμα αυτής της εφημερίδας. Μιας εφημερίδας που ποτέ δεν έκρυψε την προνομιακή της σχέση με τη δημοκρατική παράταξη, με την ευρύτερη έννοια του όρου.

Ο Χρήστος Λαμπράκης δεν ήταν μάνατζερ των ΜΜΕ. Ηταν ο επίμονος εκφραστής ενός οράματος πολιτιστικού εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας. Να δεχθώ ότι το όραμα αυτό ήταν καθαρά δυτικότροπο. Ηταν όμως όραμα, δεν είχε τίποτα το μίζερο και φθηνό επάνω του.

Δεν ξεχνώ πολιτικές σκοπιμότητες που υπηρετήθηκαν, παραπολιτικές ή μικροπολιτικές παρεκβάσεις που φιλοξενήθηκαν στις σελίδες της. Ολα όμως αυτά δεν αλλοιώνουν τη μεγάλη εικόνα. Τη δημοκρατική και εθνική εισφορά. Τη τεράστια συμβολή στην εκμάθηση της πολυφωνίας.

Τίποτα από αυτά δεν έχει βεβαίως σημασία όταν αναφερόμαστε στην προστασία της ελευθερίας του Τύπου και του πολιτικού και επικοινωνιακού πλουραλισμού. Αξιο προστασίας είναι κάθε μέσο ενημέρωσης ανεξαρτήτως της παράδοσης και της ποιότητάς του που δεν είναι θεσμικά ελεγχόμενο ζήτημα.

Ολα όμως αυτά εξηγούν γιατί υπάρχει η ομολογημένη και απροκάλυπτη επιδίωξη της κυβέρνησης να δημιουργήσει ασφυκτικό κλοιό ειδικά γύρω από τις δύο αυτές εφημερίδες-θεσμούς. Με στόχο το κλείσιμό τους που θα έχει καταλυτικές επιπτώσεις στην πολυφωνία των ΜΜΕ, άρα στην καρδιά της Δημοκρατίας.

Ολα όσα συμβαίνουν τα δύο τελευταία χρόνια όχι στην οικονομία, αλλά στους θεσμούς, στη Δικαιοσύνη, στις Ανεξάρτητες Αρχές, στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο, στη λειτουργία της Βουλής, στην «ευέλικτη» διαχείριση θεμάτων όπως η αναθεώρηση του Συντάγματος και το νέο φλερτ με το δημοψήφισμα, θέτουν ζήτημα Δημοκρατίας. Η δήθεν ριζοσπαστική δημοκρατία του εθνικολαϊκισμού που βασίζεται στη σύγκρουση, στη διαρκή επινόηση εχθρών, δεν είναι μια θεμιτή εκδοχή της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Πρώτον, γιατί διαμορφώνει μια υποδόρια «κοινοτοπία του κακού», που δηλητηριάζει ό,τι έχει απομείνει ως πολιτικός ορθολογισμός στον τόπο μας. Δεύτερον, γιατί δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς κοινές αξιακές παραδοχές και συναινέσεις. Οταν συνεπώς κάποιοι απεργάζονται το κλείσιμο εφημερίδων επικαλούμενοι π.χ. κριτήρια τραπεζικά, επιχαίρουν για αυτό ή έστω το ανέχονται, κάνουν ή στηρίζουν μια επιλογή βαθιά αντιδημοκρατική και κυρίως επικίνδυνη. Μια επιλογή που τιμωρεί τελικά όσους την κάνουν ή τη στηρίζουν.

-Ο Ευ. Βενιζέλος είναι πρώην υπουργός.
"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 24-25/12/16
Ενας ισχυρός θεσμός στον δημόσιο χώρο

Του Νίκου Μουζέλη

Εδώ και δεκαετίες, από την εποχή που ο Λέων Καραπαναγιώτης ήταν διευθυντής, συνεργάζομαι με «Το Βήμα». Η συνεργασία ήταν πάντα εξαιρετική και για μένα πολύ παραγωγική. Με ανάγκαζε, ακόμα όταν εργαζόμουν στο εξωτερικό, να παρακολουθώ τα γεγονότα στη χώρα μου και να συμβάλλω, όσο μου ήταν δυνατό, σε μια σειρά από προβληματισμούς, κυρίως στον πολιτικό και κοινωνικό χώρο. Ηταν ένας τρόπος να συνδέω το επιστημονικό μου έργο με την κοινωνική πραγματικότητα, με το ιστορικό γίγνεσθαι.

«Το Βήμα» συνδέεται άμεσα με τη μεσοπολεμική και τη μεταπολεμική ιστορία της χώρας. Παρ' όλες τις κατά καιρούς κριτικές που έχουν γίνει από διάφορες παρατάξεις, παραμένει αναμφισβήτητα μια εφημερίδα κύρους. Είχε και εξακολουθεί να έχει έναν αντιαυταρχικό, κοινωνικά προοδευτικό, σοσιαλδημοκρατικό προσανατολισμό. Αυτή τη στιγμή, στην πολιτική αρένα καλύπτει τον κεντρώο και κεντροαριστερό χώρο. Δεν γνωρίζω την εσωτερική οργάνωση και τις λειτουργίες ή δυσλειτουργίες του ΔΟΛ - ούτε τα βασικά αίτια του σημερινού αδιεξόδου. Είμαι όμως σίγουρος πως αν δεν βρεθεί λύση για τη διάσωση του «Βήματος» και των «Νέων», αυτό θα είναι ένα μεγάλο πλήγμα για τον δημοσιογραφικό χώρο και μεγάλη απώλεια για τους αναγνώστες τους. Και τα δύο φύλλα βοήθησαν τους πολίτες να πληροφορούνται και να προβληματίζονται όχι μόνο από συζητήσεις στο καφενείο, αλλά και από μια ομάδα έγκριτων δημοσιογράφων και συνεργατών στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό χώρο. Οσο για τους εργαζόμενους στον ΔΟΛ που αυτή τη στιγμή δικαίως απεργούν, αυτοί αποτελούν το πιο πολύτιμο κεφάλαιο του Οργανισμού. Το να βρεθούν ξαφνικά χωρίς εργασία δεν είναι μόνο ένα ανθρώπινο πρόβλημα, είναι και πρόβλημα κατασπατάλησης ενός εργατικού δυναμικού που είναι απαραίτητο για να πάει μπροστά η χώρα.

Ο ΔΟΛ είναι μεν μια ιδιωτική επιχείρηση, έχει όμως πάρει τον χαρακτήρα ενός ισχυρού θεσμού στον δημόσιο χώρο. Δεν πρόκειται για μια οποιαδήποτε εμπορική επιχείρηση. Αρα δεν μπορεί η τύχη του να αποφασισθεί με μόνο χρηματοοικονομικά κριτήρια της αγοράς. Πρόκειται για έναν οργανισμό που επηρεάζει σε ένα σημαντικό βαθμό τη φυσιογνωμία και την κουλτούρα όλων των θεσμικών χώρων. Η έκλειψή του θα μειώσει τον δημοκρατικό πλουραλισμό και θα εντείνει την επιρροή του κίτρινου Τύπου.

Συμπέρασμα, πρέπει να βρεθούν τρόποι για την επιβίωση των «Νέων» και του «Βήματος». Σε πολλές χώρες, σε περίπτωση παρόμοιας δημοσιογραφικής κρίσης, υπάρχει κρατική στήριξη. Στην προκειμένη περίπτωση, κάτι τέτοιο δεν είναι πιθανό. Οι τράπεζες όμως στις οποίες οφείλονται τα μεγαλύτερα χρέη πρέπει να βρουν τρόπους διάσωσης. Οχι «κούρεμα» του χρέους αλλά αναδιάρθρωση, π.χ. με αλλαγή στο ύψος των τόκων και στις περιόδους εξόφλησης. Βέβαια, οι τράπεζες πρέπει να απαιτήσουν ριζικές αλλαγές, κυρίως στο διευθυντικό επίπεδο. Οσοι σκέπτονται όχι με στενά κομματικά, αλλά με εθνικά και δημοκρατικά κριτήρια πρέπει να υποστηρίξουν δυναμικά την προσπάθεια διάσωσης του «Βήματος» και των «Νέων».

-Ο Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στην LSE.


"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ",
24-25/12/16
«Κι όμως τούτη η θητεία δεν σταματάει πουθενά»

Του Σήφη Πολυμίλη

Ενας κορυφαίος στοχαστής του καιρού μας, ο Κλαούντιο Μάγκρις για όσους, λίγους δυστυχώς, τον ξέρουν, σημείωνε πριν από μερικά χρόνια ότι οι εφημερίδες είναι το σημειωματάριο ενός πολυπλόκαμου, παγκόσμιου μυθιστορήματος. Πολλά εξαρτώνται, έγραφε, από την ποιότητα, τον τόνο, την εντιμότητα αυτού του μυθιστορήματος σε συνέχειες που είναι η εφημερίδα. Αυτό το μυθιστόρημα κάποιοι, ελπίζω αρκετοί, αιθεροβάμονες και μη, θέλουμε να συνεχίσουμε να το γράφουμε, με όποιο προσωπικό κόστος, με όποιες αντιδράσεις.

Ούτε απλό είναι ούτε εύκολο. Σε μια εποχή πολιτικής, πνευματικής, κοινωνικής λειψυδρίας, με την εξουσία να επιστρατεύει κάθε θεμιτό και κυρίως αθέμιτο μέσο για να συκοφαντήσει και να στοχοποιήσει τον Τύπο η επιβίωση της ανεξάρτητης και κριτικής δημοσιογραφίας είναι ένα δύσκολο εγχείρημα. Δεν είναι η πρώτη φορά ούτε μόνο ελληνικό φαινόμενο η προσπάθεια καθυπόταξης των μέσων ενημέρωσης. Από τις απαρχές του ο Τύπος βρέθηκε στο στόχαστρο της εξουσίας. Ωστόσο το δημοκρατικό κεκτημένο της Δύσης διαμόρφωσε τους αναγκαία αποδεκτούς κανόνες συμβίωσης και ανοχής.

Στην Ελλάδα του ανορθολογισμού, της συνωμοσιολογίας και των ολοκληρωτικών αντιλήψεων τα μέσα ενημέρωσης όμως ήταν πάντα ο εύκολος εχθρός. Ο σεβασμός στην ελευθερία, τον διάλογο, τη διαφορετικότητα, η διάκριση μεταξύ ορθού λόγου και συναισθήματος, μεταξύ πραγματικότητας και πίστης ήταν και είναι είδη εν ανεπαρκεία. Δεν είναι τυχαίο ότι διαχρονικά έχουμε τη μικρότερη αναλογία αναγνωστών σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο.

Προφανώς και οι άνθρωποι των Μέσων, εκδότες και δημοσιογράφοι, δεν είναι ανεύθυνοι για αυτήν την πραγματικότητα. Η οικονομική κρίση πριόνισε δραματικά το κλαδί που βρισκόμαστε, αρνήθηκαν πολλοί, με πρώτους τους επιχειρηματίες, να αντιληφθούν την αλλαγή της εποχής. Αλληλοσυκοφαντηθήκαμε στο πλαίσιο ενός ανταγωνισμού χωρίς αρχές, πολλοί υποτάχθηκαν ή βολεύτηκαν στα κελεύσματα της εξουσίας. Εφησυχάσαμε στις πρόσκαιρες εποχές της ευμάρειας και τώρα βλέπουμε το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια μας.

Η διαχείριση της νέας επώδυνης πραγματικότητας δεν θα είναι εύκολη για κανέναν. Πέρα από την τραγική οικονομική κατάσταση του συνόλου σχεδόν των μέσων ενημέρωσης στη χώρα μας, έχουμε να αντιμετωπίσουμε και το μεγάλο πρόβλημα της αξιοπιστίας μας που έχει τρωθεί βαρύτατα. Καλώς ή κακώς η τραυματική πορεία του πολιτικού συστήματος παρέσυρε και τον Τύπο και τους δημοσιογράφους.

Βρισκόμαστε στην εποχή της εντυπωσιοθηρίας, του λαϊκισμού, των αδίστακτων συμφερόντων. Το μόνο θετικό σημάδι είναι η ευαισθησία που έδειξαν οι, εναπομείναντες έστω, αναγνώστες μας μπροστά στο ενδεχόμενο εφημερίδες με ιστορία σχεδόν ενός αιώνα να εκλείψουν. Για αυτούς τους ρομαντικούς της νέας εποχής αξίζει να προσπαθήσουμε να διασώσουμε την τιμή των δημοσιογράφων και των εφημερίδων.
"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 24-25/12/16

Ο διακαής πόθος του ΣΥΡΙΖΑ
 για έλεγχο της ενημέρωσης
Από την προσπάθεια προσέγγισης και ελέγχου, στις απειλές «εμείς τσαβίζουμε σε ό,τι αφορά τα μέσα ενημέρωσης»


Της Δήμητρας Κρουστάλλη

Η ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ με την ενημέρωση είναι μια εξελισσόμενη απόπειρα ελέγχου του λόγου, βγαλμένη από τις χειρότερες σελίδες της ιστορίας του καθεστωτισμού. Εκδηλώθηκε με ένταση το 2012 από τον Αλέξη Τσίπρα και το επιτελείο του όταν στις διπλές εκλογικές αναμετρήσεις εκείνης της χρονιάς πίστεψαν για πρώτη φορά ότι θα μπορούσαν να κατακτήσουν την εξουσία αν είχαν στο πλευρό τους φιλικά μέσα ενημέρωσης.

Αρχισαν τότε να πλευρίζουν τα παραδοσιακά μέσα, τα ίδια που αργότερα ενοχοποίησαν ως συστημικά και διαπλεκόμενα, και με τον άκομψο τρόπο που διαχειρίζονται όλες τις υποθέσεις τους προσπάθησαν να στήσουν γέφυρες. Ακόμα και αν ορισμένοι από τους συνομιλητές τους γοητεύονταν από την ιδέα της ριζικής ανανέωσης του πολιτικού συστήματος πάγωναν όταν στο κλείσιμο της συζήτησης μάθαιναν, εν είδει επικρεμάμενης απειλής, ότι «εμείς τσαβίζουμε σε ό,τι αφορά τα μέσα ενημέρωσης».

Κυριαρχία και έλεγχος

Αυτή είναι η βαθιά συνείδηση του ΣΥΡΙΖΑ, η πολιτική κυριαρχία μέσω του ελέγχου της ενημέρωσης και της οικονομίας. Εκτός από επιθυμίες και ιδεοληψίες δεν υπήρχε κανένας σχεδιασμός, ούτε plan Α ούτε ασφαλώς plan B. Η οικονομία ερημοποιήθηκε, χωρίς ορατές προοπτικές ανάπτυξης, αυξάνοντας όμως την εξάρτηση από το κράτος, αλλά στα μέσα ενημέρωσης το παιχνίδι δεν εξελίχθηκε όπως το είχαν σχεδιάσει. Η κυβέρνηση υπέστη βαριά ήττα στο ζήτημα των τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών. Και επειδή η Ιστορία κυλάει πιο γρήγορα από ό,τι αντιλαμβάνεται ο παρατηρητής της, ο Πρωθυπουργός βιάστηκε να διεκδικήσει τα εύσημα για το αδιέξοδο του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, μιλώντας για επιχείρηση-φούσκα, που «δυστυχώς τώρα σκάει» επειδή η κυβέρνηση «αρνήθηκε να τους κάνει τη χάρη και να συνεχίσει να τους χαρίζει δάνεια».

Προσκολλημένος στο αφήγημα του αμαρτωλού τριγώνου της διαπλοκής - κόμματα, μέσα ενημέρωσης, τράπεζες - δεν χάνει ευκαιρία να μιλήσει απαξιωτικά για τους επιχειρηματίες της ενημέρωσης. «Το νταβατζιλίκι τελείωσε, η εξεταστική επιτροπή έχει γίνει ο τόπος του μαρτυρίου σας», «χάρηκα πιο πολύ γιατί αυτοί οι ογκόλιθοι πήραν τη βαλιτσούλα τους και κλείστηκαν για τρία μερόνυχτα μέσα στα καμαράκια της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και δεν βγήκε κανείς» δήλωσε από το βήμα της Βουλής. Από το βήμα της ΔΕΘ περιποιήθηκε και τους εργαζομένους στα ΜΜΕ «δεν είσαστε οι μόνοι που βρίσκεστε σε δύσκολη θέση», «η αγορά έχει την ιδιότητα να αυτορρυθμίζεται», ήταν τα μόνα λόγια παρηγοριάς που βρήκε να πει.

Σταδιακά έχασε τη μεγαλύτερη εικόνα. Ενα εκδοτικό συγκρότημα σχεδόν εκατονταετούς λειτουργίας, το οποίο άφησε το στίγμα του στην ιστορία του τόπου, την πολιτική και την πολιτιστική, τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας, τη σύνδεσή της με το διεθνές γίγνεσθαι, με τις νέες τεχνολογίες, δεν είναι φούσκα. «Το Βήμα» και «Τα Νέα» μπορεί να έχουν οικονομικά προβλήματα, έχουν όμως και αναγνώστες που όχι μόνο δεν τα εγκατέλειψαν στη δύσκολη στιγμή αλλά κατέκλυσαν τα social media με μηνύματα συμπαράστασης, διανθισμένα με προσωπικές αναμνήσεις. Και ήταν πολύ περισσότερα από τα χαιρέκακα σχόλια πανηγυρισμού επειδή «έκλεισε ο ΔΟΛ».

Μέσα σε αυτά θάφτηκε το χολερικό σχόλιο του Πάνου Καμμένου που αποχαιρετούσε τον ΔΟΛ: «bye». Το ίδιο συνέβη με το προπαγανδιστικό retweet (το οποίο έσπευσε να σβήσει όταν ανακοινώθηκε ότι κυκλοφορούν ξανά οι δύο εφημερίδες του ομίλου) του Νίκου Παππά, που αναπαρήγαγε τη βασική γραμμή άμυνας της κυβέρνησης ότι η ευθύνη για όσα συμβαίνουν στον ΔΟΛ βαρύνει αποκλειστικά την ιδιοκτησία του.

Μύθοι και ψέματα
Οι συνέπειες της κατάρρευσης του ΔΟΛ όμως είναι ορατές κατ' αρχήν μέσα στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μία ο Νίκος Παππάς εξακολουθεί άοκνα και καθημερινά την προσπάθεια χειραγώγησης των μέσων ενημέρωσης, αυτή τη φορά πιέζοντας τις διοικήσεις των τραπεζών να δείχνουν μηδενική ανοχή στις εκδοτικές και τηλεοπτικές επιχειρήσεις, να μη διευκολύνουν ούτε τη μισθοδοσία των εργαζομένων. Επιπλέον άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να συσταθεί Προανακριτική Επιτροπή για τα δάνεια των ΜΜΕ, συντηρώντας τη μυθολογία των θαλασσοδανείων παρά την κατάθεση στοιχείων από τον Γιάννη Στουρνάρα στην Εξεταστική Επιτροπή που δείχνουν ότι τα συνολικά δάνεια των ΜΜΕ είναι 1,3 δισ. ευρώ και μόνο το 25% από αυτά, δηλαδή 317 εκατ. ευρώ, κάτω από τον μέσο όρο των «κόκκινων» δανείων, βρίσκονται σε καθυστέρηση.

Από την άλλη πλευρά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο Νίκος Βούτσης και ο Νίκος Φίλης, που αντιλαμβάνονται το βάρος και την παράδοση που κουβαλά η κάθε εφημερίδα, διαχωρίζουν τη θέση τους από τα φαινόμενα τυφλής εκδικητικότητας που εμφανίζονται στον χώρο τους. Το πρωτοσέλιδο της «Αυγής» «Κακά Νέα» επικρίθηκε όσο κανένα άλλο από τον κόσμο που τάχα εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Εκατό χρόνια ιστορίας
Η μακρά σχέση με την Αριστερά
και οι μεγάλοι γραφιάδες

Εξω από τις Συρακούσες υπάρχει μια τεχνητή σπηλιά, σε σχήμα αφτιού, με εξαιρετική ακουστική, που ονομάζεται «το αφτί του Διονυσίου». Σύμφωνα με τον μύθο, εκεί φυλάκιζε ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος Α' τους πολιτικούς του αντιπάλους προκειμένου να ακούει τι του καταμαρτυρούσαν. Οποιος έχει επισκεφθεί τη σπηλιά αυτή γνωρίζει ότι και ο παραμικρός ψίθυρος επιστρέφει ως φωνή δυνατή και επιβλητική. Σε ένα τέτοιο σπήλαιο φαντάζονταν ο Πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του ότι θα έριχναν τα μέσα ενημέρωσης και κυρίως «Το Βήμα», το οποίο κατηγορούν για ιδεολογικό πόλεμο, και ότι το μόνο που θα ακουγόταν στην κοινωνία θα ήταν ο αντίλαλος της δικής τους φωνής.

Υπολόγισαν λάθος. Γιατί χειρίζονται τα ζητήματα με τη λογική της ωμής εξουσίας αποκομμένα από τον ιστορικό και τον κοινωνικό τους περίγυρο, και η ιστορία του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη με την Αριστερά είναι μακρά, με πολλά σκαμπανεβάσματα, αλλά και με αμοιβαίο σεβασμό.

Το «Ελεύθερον Βήμα» εκδόθηκε το 1922, με κεφάλαιο τις 5.000 χρυσές λίρες που έστειλε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στον Δημήτρη Λαμπράκη μέσω του Πρόδρομου Μποδοσάκη. Τα «Αθηναϊκά Νέα» το 1929. Στο βιβλίο του «Δύο μόνο δάκρυα» ο Μίμης Ανδρουλάκηςπεριγράφει μια συζήτηση στην οποία ο Ηλίας Τσιριμώκος εξηγεί στον φίλο και συντοπίτη του Αρη Βελουχιώτη για ποιους λόγους πίεζε ο Δημήτρης Λαμπράκης τους πολιτικούς και τις ηγετικές προσωπικότητες του Κέντρου, μεταξύ των οποίων και τον Αλέξανδρο Σβώλο, να ενταχθούν στην Κυβέρνηση του Βουνού.

Οι δημοσιογράφοι του «Ριζοσπάστη» σε εποχές διωγμών έβρισκαν εργασιακό καταφύγιο στα γραφεία του Οργανισμού στη Χρήστου Λαδά, από όπου ελάμβαναν τον μισθό τους για να μπορούν να δουλεύουν αμισθί στο κομματικό έντυπο.

Ο Κώστας Νίτσος, ιστορικός διευθυντής της εφημερίδας «Τα Νέα» στη χρυσή εποχή της, ήταν παράλληλα και στέλεχος του ΚΚΕ εν γνώσει του Λαμπράκη, μολονότι ο ίδιος δήλωνε αργότερα «κομμουνιστής χωρίς κόμμα». «Το Βήμα» και «Τα Νέα» τυπώνονταν για πολλά χρόνια στην Τυποεκδοτική του Περισσού. Γνωστή είναι η σχέση του Χρήστου Λαμπράκη με τον Μίκη Θεοδωράκη, αλλά ίσως δεν είναι τόσο γνωστό ότι ο Λαμπράκης διέσωσε και οργάνωσε το αρχείο του μεγάλου μουσικοσυνθέτη.

Δεν είναι τυχαίο ότι το ΚΚΕ ήταν το μοναδικό κόμμα που έστειλε την περασμένη Πέμπτη αντιπροσωπεία με επικεφαλής τη Λιάνα Κανέλλη, σε ένδειξη συμπαράστασης στους εργαζομένους του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη. «Το Βήμα» και «Τα Νέα» έπειτα από τη νέα τους περιπέτεια δεν θα φέρουν το στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά την κληρονομιά του Ηλία Βενέζη, του Γιώργου Σεφέρη, του Δημήτρη Ψαθά, του Παύλου Παλαιολόγου, του Λέοντος Καραπαναγιώτη, την παράδοση της διατύπωσης ελεύθερης γνώμης, της προάσπισης της δημοκρατίας και της διατήρησης ενός επιπέδου πολιτισμού.
"ΤΟ ΒΗΜΑ
ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ"
 24-25/12/16

Τα δίνουν όλα για την εξουσία
Του Νότη Παπαδόπουλου

Γιατί η κυβέρνηση Τσίπρα δίνει τα ρέστα της για να κλείσει ο ΔΟΛ;

Μα γιατί οι δύο εφημερίδες του συγκροτήματος έχουν στενή σχέση με την πολιτιστική και πολιτική ιστορία του τόπου. Στον σχεδόν έναν αιώνα που κυκλοφορούν, έχουν περάσει από τις σελίδες τους μερικοί από τους μεγαλύτερους γραφιάδες της νεότερης Ελλάδας και κάποια από τα πιο φωτεινά μυαλά του τόπου. Από τον Τερζάκη, τον Βενέζη και τον Παλαμά ως τον Παπανούτσο, τον Ψαθά και τον Παλαιολόγο.

Κάθε κυβέρνηση βλέπει με δέος και φόβο ένα ισχυρό συγκρότημα Τύπου που έχει βαθιές δημοκρατικές ρίζες - στήριξε τον Ελευθέριο Βενιζέλο και πολέμησε τη βασιλεία - και έχει κύρος, επιρροή, εκατοντάδες χιλιάδες αναγνώστες και διαμορφώνει την πολιτική ατζέντα της χώρας.

Πόσω μάλλον μια κυβέρνηση που βασίζεται σε ένα περιθωριακό αριστερό κόμμα του 3%, που μέσα στις ειδικές συνθήκες χρεοκοπίας της χώρας και της υπογραφής των μνημονίων λιτότητας εκτοξεύθηκε στο 36,5% ποντάροντας στο πολιτικό άστρο και στον αδιάντροπο λαϊκισμό του κ. Τσίπρα.

Ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπίσει τη σκληρή δημοσιογραφική κριτική η κυβέρνηση Τσίπρα για την παντελή έλλειψη προγράμματος εξόδου από την κρίση, τη διοικητική της ανεπάρκεια και τις αναχρονιστικές ιδεοληψίες της ήταν να απαξιώσει πολιτικά τους εκδότες και τους δημοσιογράφους. Να αναγορεύσει τα ΜΜΕ (και φυσικά τον ΔΟΛ) στον κύριο εχθρό της δημοκρατίας, στον κύριο υπεύθυνο της κακοδαιμονίας που χτύπησε τον τόπο.

Το τελειωτικό χτύπημα στα λεγόμενα «διαπλεκόμενα ΜΜΕ» θα ήταν ο νόμος-έκτρωμα του κ. Παππά για την κατάργηση όλων των τηλεοπτικών αδειών και την αντικατάστασή τους με τέσσερις άδειες επιχειρηματιών με «τη μεγαλύτερη πορτοφόλα». Μια επιχείρηση χειραγώγησης της ενημέρωσης που έπεσε στα βράχια του ΣτΕ και κόλλησε στα βοσκοτόπια του κ. Καλογρίτσα.

Παρά το ναυάγιο, η κυβέρνηση Τσίπρα δεν φαίνεται να ορρωδεί προ ουδενός. Ακόμη κι αν το κλείσιμο των παλιών καναλιών θα προκαλούσε τουλάχιστον 1.500 ανέργους. Ακόμη κι αν το «λουκέτο» στον ΔΟΛ θα έριχνε στην απόγνωση 550 οικογένειες.

Μπορεί η κυβέρνηση να κάνει διευκολύνσεις για δάνεια σουπερμάρκετ αλλά δεν πρόκειται ποτέ να δεχθεί ρυθμίσεις για δάνεια παραδοσιακών ΜΜΕ.

Στην Ιταλία και στη Γαλλία που νοιάζονται για την πολυφωνία και τη Δημοκρατία στήριξαν τα ΜΜΕ για να αντεπεξέλθουν στην κατάρρευση της διαφημιστικής αγοράς.

Οχι πάντως στην Ελλάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Που θέλει να μείνει με νύχια και δόντια στην εξουσία. Και ελπίζει σε εκλογές χωρίς «Το Βήμα», «Τα Νέα» και το Mega.

Δεν πρέπει να του περάσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου