οι κηπουροι τησ αυγησ

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

"...Η Τουρκία αποτελεί σημαντικό μέρος των προκλήσεων της ευρύτερης περιοχής. Το ζητούμενο για αυτή είναι να αρχίσει να προσφέρει εποικοδομητικές λύσεις στα προβλήματα. Ακόμη και έτσι, πάντως, δεν πρόκειται να βγει αλώβητη, ούτε να διασφαλίσει τα συμφέροντά της σε όλα τα πεδία ενδιαφέροντός της. Πρέπει, λοιπόν, να είμαστε καλά προετοιμασμένοι έναντι αυτής της προοπτικής...."

Από την Χριστουγεννιάτικη "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/12/16

Η αστάθεια στην Τουρκία ανησυχεί την Αθήνα

Το διπλό θέμα, από το Βασιλη Νέδο

Την εύλογη ανησυχία της Αθήνας προκαλούν τα περιστατικά που έχουν καταγραφεί στην Τουρκία τις τελευταίες εβδομάδες, από το τρομοκρατικό χτύπημα στο γήπεδο της Μπεσίκτας και την επίθεση εναντίον στρατιωτικών στην Καισάρεια, έως την εν ψυχρώ δολοφονία του Ρώσου πρέσβη στην Αγκυρα Αντρέι Καρλόφ. Το τελευταίο περιστατικό θεωρείται, από όλους τους έμπειρους παρατηρητές, ως δείγμα εξαιρετικής ρευστότητας και αστάθειας μέσα στον ίδιο τον πυρήνα του τουρκικού κράτους. Κάτι που ερμηνεύεται ως ένδειξη ύπαρξης θυλάκων αντίδρασης προς την εξουσία του κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ακόμη και στο εσωτερικό των Ειδικών Δυνάμεων της αστυνομίας, οι οποίες υπενθυμίζεται ότι χρησιμοποιήθηκαν ως η πολεμική αιχμή του δόρατος εναντίον των πραξικοπηματιών της 15ης Ιουλίου. Το γεγονός ότι ο Καρλόφ περιλαμβανόταν στην πρώτη δεκάδα των Ρώσων διπλωματών, ως ένα πρόσωπο με ρόλο τόσο στις συζητήσεις για τη Συρία και το Χαλέπι και, βεβαίως, την Τουρκία, απλώς περιπλέκει ακόμη περισσότερο την ήδη δύσκολη κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή.

Για την Αθήνα, βεβαίως, τα δύο βασικά θέματα ανησυχίας σε σχέση με την Αγκυρα είναι οι συζητήσεις για το Κυπριακό και, βεβαίως, η κατάσταση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Υπενθυμίζεται ότι η Αθήνα έχει θέσει ως όρο συμμετοχής στην πολυμερή διάσκεψη της Γενεύης για το Κυπριακό την προηγούμενη πραγματοποίηση διμερούς συνάντησης των κ. Τσίπρα και Ερντογάν, με σκοπό μια αρχική συνεννόηση ανάμεσα στους δύο ηγέτες. Η Αγκυρα «παίζει καθυστερήσεις», καθώς, έπειτα από αρκετές απόπειρες, η πρώτη συνάντηση ανάμεσα σε διπλωμάτες των δύο χωρών που θα ασχοληθούν με την προετοιμασία του ραντεβού Τσίπρα - Ερντογάν θα πραγματοποιηθεί την επόμενη εβδομάδα. Καθίσταται, λοιπόν, σαφές ότι η συγκεκριμένη συνάντηση θα γίνει σίγουρα στο νέο έτος και πιθανότατα πάρα πολύ κοντά στη 12η Ιανουαρίου, ημερομηνία διεξαγωγής της πολυμερούς διάσκεψης για το Κυπριακό, στη Γενεύη με τη συμμετοχή εγγυητών (Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία), της Ε.Ε. (δεν είναι ακόμη γνωστό αν θα εκπροσωπήσει την Ευρώπη η κ. Φεντερίκα Μογκερίνι, ο κ. Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο κ. Ντόναλντ Τουσκ ή άλλο πρόσωπο), μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Γαλλία) υπό τον γ.γ. κ. Αντόνιο Γκουτιέρες. Ερώτημα αποτελεί η φύση της συμμετοχής στην πολυμερή των κ. Ν. Αναστασιάδη και Ακιντζί. Ο κ. Αναστασιάδης, πάντως, έχει ήδη δηλώσει ότι αυτονόητα η Κυπριακή Δημοκρατία θα είναι παρούσα στην πολυμερή. Παρά το γεγονός ότι ακόμη δεν υπάρχει ένδειξη για την πορεία των συνομιλιών, εφόσον οι διαπραγματεύσεις κυλήσουν προς μια κατεύθυνση προώθησης των συζητήσεων στο επόμενο στάδιο, θεωρείται δεδομένο ότι θα επαναληφθεί διάσκεψη των ηγετών δύο ή τρεις εβδομάδες έπειτα από την 12η Ιανουαρίου.

Οι ανησυχίες για την κατάσταση στο Αιγαίο επιβεβαιώνονται καθημερινά, καθώς και την προηγούμενη εβδομάδα σημειώθηκαν εικονικές αερομαχίες ανάμεσα σε μαχητικά, ενώ τουρκικό αεροσκάφος πέταξε μόλις 30 μέτρα πάνω από τη νησίδα Παναγιά του Συμπλέγματος των Οινουσσών. Τόσο ο υπουργός Εθνικής Αμυνας κ. Π. Καμμένος, ο Α/ΓΕΕΘΑ κ. Ευάγγελος Αποστολάκης όσο και οι αρχηγοί των Οπλων (ΓΕΣ, ΓΕΝ, ΓΕΑ) έχουν περιοδεύσει ανά το Αιγαίο αυτές τις ημέρες για τις καθιερωμένες ευχές αλλά και επιθεώρηση της ετοιμότητας του στρατεύματος. Οι εντολές που έχουν δοθεί συνιστούν απόλυτη ψυχραιμία.

Θέμα ενίσχυσης της διοίκησης της Νότιας Πτέρυγας του ΝΑΤΟ

Στη σύνοδο των υπουργών Αμυνας του ΝΑΤΟ τον Φεβρουάριο του 2017 θα τεθεί το ζήτημα της δημιουργίας αναβαθμισμένης διοικητικής δομής της Συμμαχίας στον Νότο, με βάση τη Νάπολη της Ιταλίας. Οπως αποκάλυψε η «Κ» την προηγούμενη Κυριακή, 18 Δεκεμβρίου οι τέσσερις μόνιμοι αντιπρόσωποι Ελλάδας, Ιταλίας, Πορτογαλίας και Ισπανίας (Σπ. Λαμπρίδης, Κλαούντιο Μπιζονιέρο, Λουίς ντε Αλμέιδα Σαμπάιο και Μιγκέλ Αγκίρε δε Καρθέρ) ζήτησαν, με επιστολή τους, προς τον γ.γ. της Συμμαχίας κ. Γενς Στόλτενμπεργκ την αναβάθμιση της Νάπολης, τη δημιουργία θέσης αναπληρωτή γ.γ. συντονιστή του ΝΑΤΟ για τον Νότο και κοινές επιχειρήσεις και ασκήσεις στη νότια πτέρυγα ώστε να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που αναδύονται από την περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής (MENA Region).

Η «Κ» έχει στη διάθεσή της στοιχεία που αποδεικνύουν ότι στο δείπνο που παρέθεσε η Μόνιμη Αντιπροσωπεία των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, προς τιμήν της διοικητού του Διακλαδικού Στρατηγείου της Νάπολης κ. Μισέλ Χάουαρντ, η ιδέα αναβάθμισης του Νότου βρήκε ένθερμη υποστήριξη. Μάλιστα, η κ. Χάουαρντ ζήτησε τη δημιουργία περιφερειακής δομής για τον Νότο το συντομότερο δυνατόν, τονίζοντας, επιπλέον, την ανάγκη για ενίσχυση και επαρκή στελέχωσή της. Σημειώνεται, πάντως, ότι ενώ στο συγκεκριμένο δείπνο ήταν καλεσμένες όλες οι χώρες της νότιας πτέρυγας (περιλαμβανομένης Αλβανίας και Σλοβενίας), απούσα ήταν μόνο η Τουρκία. Μάλιστα, λίγες ημέρες νωρίτερα ο Τούρκος μόνιμος αντιπρόσωπος εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι οι τέσσερις εμπνευστές της επιστολής (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία) δεν περιέλαβαν στον σχεδιασμό τους την Αγκυρα. Είπε, δε, ειρωνικά, ότι η Τουρκία θεωρείται μάλλον ως «βόρειος εταίρος». Γενικά, επρόκειτο για μια συνάντηση μονίμων αντιπροσώπων στην οποία ετέθη και το ζήτημα της δραστηριότητας στο Αιγαίο. Ο κ. Στόλτενμπεργκ έχει συμπεριλάβει στην ημερήσια διάταξη της υπουργικής του Φεβρουαρίου του 2017 και το ερώτημα περί συνέχισης ή όχι της δράσης του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο. Η Γερμανία και η Γαλλία διαφωνούν με τη συγκεκριμένη προτεραιότητα και μέσω των αντιπροσώπων τους επισήμαναν ότι είναι πολύ πρόωρο να ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση, κυρίως προτού καταρτιστεί μια τεχνικά λεπτομερής καταγραφή και αξιολόγηση της μέχρι σήμερα προόδου.

Φόβοι για «μαύρη τρύπα» ασφαλείας από τον Βορρά
Στο τελευταίο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, όπου η Αυστρία ουσιαστικά «πάγωσε» τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την Ε.Ε., ο Ελληνας υπ. Εξωτερικών κ. Ν. Κοτζιάς ζήτησε από τον Αυστριακό ομόλογό του κ. Σεμπάστιαν Κουρτς να είναι εποικοδομητικός έναντι της Αγκυρας. Και, κυρίως, να μη συνδέσει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας με εκείνη των Δυτικών Βαλκανίων, καθώς κάτι τέτοιο θα καθιστούσε τις χώρες αυτές ως «ομήρους» των ευρωτουρκικών σχέσεων. Εκ πρώτης όψεως η παρατήρηση του κ. Κοτζιά φαίνεται παράξενη, καθώς η Αλβανία δεν έλαβε καμία ημερομηνία για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, ούτε και ουσιαστικά εύσημα για κάποιο από τα πέντε σχετικά κεφάλαια, όχι μόνο υπό την απειλή ενός ελληνικού βέτο λόγω της στάσης των Τιράνων έναντι της Εθνικής Μειονότητας και των αλυτρωτισμών που εκφράστηκαν από τους πολιτικούς εκπροσώπους των Τσάμηδων, αλλά και της στάσης μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών που υπαγόρευσαν αυστηρές και ακριβείς διατυπώσεις στο κείμενο συμπερασμάτων της σλοβακικής προεδρίας. Επισημαίνεται ότι η Αλβανία δεν έλαβε ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων, ούτε όμως και υπόσχεση μελλοντικής έναρξής τους (γνωστή στη διπλωματική γλώσσα ως «rendez-vous clause»).

Ωστόσο, ο κ. Κοτζιάς, αλλά και οι έμπειροι διπλωμάτες του ΥΠΕΞ, αναγνωρίζουν τους κινδύνους μετατροπής των Δυτικών Βαλκανίων σε μια «βραδυφλεγή» πυριτιδαποθήκη, με βασική, μεταξύ άλλων, εύφλεκτη ύλη τον πολυεπίπεδο (αν και όχι συντονισμένο) αλβανικό εθνικισμό. Κάτι που αφορά τη στάση όχι μόνον έναντι της Ελλάδας, αλλά και τις χώρες όπου υφίσταται μικρή, όπως το Μαυροβούνιο, αλλά και πολύ μεγαλύτερη παρουσία Αλβανών, όπως η ΠΓΔΜ. Σε αυτό το πλαίσιο, η Αθήνα ανησυχεί, μεταξύ άλλων, και για το ενδεχόμενο επιστροφής ξένων μαχητών στα Βαλκάνια, λόγω της σταδιακής κατάρρευσης του Ισλαμικού Μετώπου στη Συρία και το Ιράκ. Σε συνδυασμό και με την πιθανή διαιώνιση της πολιτικής αστάθειας στην ΠΓΔΜ μετά το οριακό εκλογικό αποτέλεσμα, η Αθήνα δεν επιθυμεί να βρεθεί αντιμέτωπη με μια «μαύρη τρύπα» ασφαλείας προς το Βορρά.

Τα διμερή θέματα

Ως προς τις αμιγώς διμερείς επαφές, η Αθήνα εξακολουθεί να επιθυμεί την ομαλοποίηση των σχέσεων με τα Τίρανα και τη συμφωνία επί των διαφορών οι οποίες υπάρχουν. Δεν υπάρχει προοπτική άμεσων εξελίξεων κυρίως λόγω του γεγονότος ότι η Αλβανία εισέρχεται σε προεκλογική περίοδο, κάτι που σημαίνει ότι οι εθνικιστικοί τόνοι θα είναι πολύ υψηλοί τουλάχιστον για το πρώτο μισό του 2017. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι ο πρωθυπουργός της Αλβανίας κ. Εντι Ράμα δέχεται κριτική από βουλευτές διαφόρων πολιτικών παρατάξεων διότι «απέτυχε» να επιτύχει ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Ενώ κατηγορείται, επίσης, για τα παλαιά και ενδημικά προβλήματα της Αλβανίας, όπως η διαφθορά, η διακίνηση ναρκωτικών και η ακραία φτώχεια. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο κείμενο της σλοβακικής προεδρίας γίνεται λόγος ακόμη και για ανάγκη αλλαγής του πλαισίου διεξαγωγής των εκλογών σε πρότυπα εγγύτερα προς τα ευρωπαϊκά, με βάση τις συστάσεις που έχει ήδη προ ετών κάνει και ο ΟΑΣΕ.

Αλβανοτουρκικές σχέσεις

Αντιθέτως, σε τροχιά ομαλοποίησης φαίνεται ότι βαίνουν οι σχέσεις Τουρκίας και Αλβανίας, έπειτα από ένα τρίμηνο πολύ έντονων πιέσεων της Αγκυρας προς τα Τίρανα για το κλείσιμο των σχολείων που άλλοτε είχαν ιδρυθεί και λειτουργούσαν με τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος Γκιουλέν. Το θετικό κλίμα επιβεβαιώθηκε στην επίσκεψη που έκανε την προηγούμενη εβδομάδα στην Τουρκία ο πρόεδρος της Αλβανίας κ. Μπουγιάρ Νισάνι, ο οποίος, μάλιστα, συνάντησε τον θεσμικό ομόλογό του κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αγκυρα. Η εξομάλυνση των σχέσεων έχει ως βασικό υπόβαθρο την αντικατάσταση των επενδύσεων που έκανε το Ιδρυμα Γκιουλέν (η «τρομοκρατική οργάνωση FETO», όπως έχει επικρατήσει να χαρακτηρίζεται στην Τουρκία), με εξίσου αποδοτικές τουρκικές συνεισφορές προς την αλβανική οικονομία και κοινωνία. Ως κίνηση καλής θέλησης ερμηνεύεται η αλλαγή ιδιοκτησίας αλλά και διεύθυνσης των σχολών του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν στην Αλβανία.

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/12/16

Στο τέλμα της μεταμοντέρνας Οθωμανίας


Του Άγγελου Μ. Συρίγου*

Τον Νοέμβριο του 2003 ο γενικός πρόξενος της Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη σκοτώθηκε όταν ένα φορτηγό με εκρηκτικά έπεσε πάνω στον τοίχο του βρετανικού προξενείου. Τότε είχε θεωρηθεί υπεύθυνη η Αλ-Κάιντα. Η δολοφονία του Ρώσου πρέσβη Αντρέι Καρλόφ πριν από μερικές ημέρες στην Αγκυρα είχε εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Τον φόνο διέπραξε με το υπηρεσιακό του όπλο ένας αστυνομικός που μπήκε στον χώρο όπου ήταν ο πρέσβης κάνοντας χρήση της αστυνομικής του ταυτότητας. Συγκριτικά με το 2003, οι ευθύνες για το καθεστώς Ερντογάν είναι πολύ βαρύτερες.

Επισήμως οι δύο χώρες καταδίκασαν το περιστατικό και συνομολόγησαν ότι δεν πρόκειται να διαταράξει τις σχέσεις τους. Ο Ερντογάν βρήκε ήδη και τον βολικό ηθικό αυτουργό. Χωρίς να παρουσιάσει περισσότερα στοιχεία, ανέφερε ότι το προφίλ του δράστη δείχνει ότι είχε ανδρωθεί μέσα στο κίνημα Γκιουλέν, το οποίο –προφανώς– διοργάνωσε την εκτέλεση. Αυτό είναι και το πρώτο άμεσο πρόβλημα του Ερντογάν. Το ίδιο προφίλ με τον δράστη έχουν χιλιάδες άτομα που υπηρετούν στις τουρκικές δυνάμεις ασφαλείας. Πόση είναι η διείσδυση ακραίων ισλαμιστών στην αστυνομία, η οποία μετά το πραξικόπημα είναι ο κύριος στυλοβάτης του Τούρκου προέδρου;

Το δεύτερο πρόβλημα του Ερντογάν σχετίζεται με το Συριακό. Πριν από μερικούς μήνες ο Τούρκος πρόεδρος είχε τιθασεύσει την αλαζονεία του και είχε προσπέσει στον Πούτιν ζητώντας βοήθεια ως προς τους Κούρδους της Συρίας. Η προσέγγιση δεν υπήρξε εύκολη. Δεν ήταν μόνον το γεγονός της καταρρίψεως του ρωσικού αεροσκάφους τον Νοέμβριο του 2015. Ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός μεταξύ Ρωσίας - Τουρκίας είναι ιστορικά δεδομένος. Από το 1568 οι δύο χώρες έχουν εμπλακεί σε 13 πολέμους μεταξύ τους, τους περισσότερους από τους οποίους έχει κερδίσει η Ρωσία.

Για να αποκατασταθούν οι σχέσεις ο Ερντογάν υποχρεώθηκε να δεχθεί τους όρους Πούτιν. Οι δύο χώρες συμφώνησαν ατύπως να επιτραπεί η είσοδος και παραμονή τουρκικών δυνάμεων στο έδαφος της Συρίας σε περιοχές κατά μήκος των συνόρων που ενδιαφέρουν και τους Κούρδους. Η τουρκική επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» έχει αποδειχθεί, προς το παρόν, μικρής σημασίας για τα πράγματα στη Συρία. Χρησιμεύει στον Τούρκο πρόεδρο κυρίως για ψυχολογικό κατευνασμό της κοινής γνώμης της χώρας του. Σε αντάλλαγμα για την παρουσία της στη Συρία, η Τουρκία περιόρισε την υποστήριξη που παρείχε προς τους αντάρτες που αντιμάχονται το καθεστώς Ασαντ. Η είσοδος των φιλοκυβερνητικών δυνάμεων στο ανατολικό Χαλέπι τις τελευταίες ημέρες εκτιμάται ότι είναι συνέπεια αυτής της άτυπης συμφωνίας.

Με αυτά τα δεδομένα, η πιθανότητα ο δράστης να εκτελούσε εντολές κάποιας ακραίας ισλαμικής οργανώσεως που έχει ενοχληθεί από την κατάληψη του Χαλεπίου και ήθελε να δυναμιτίσει τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις είναι ισχυρή. Εάν ισχύει κάτι τέτοιο, η χρονική επιλογή της δολοφονίας ενέχει τον συμβολισμό της. Την ώρα του δραματικού συμβάντος ο Τούρκος πρωθυπουργός ταξίδευε προς τη Μόσχα για συνομιλίες με τους Ρώσους και τους Ιρανούς για το Συριακό. Ακόμη και εάν θεωρηθεί, όμως, ότι ο δολοφόνος ήταν ένας «μοναχικός λύκος», είναι βέβαιον ότι ο Πούτιν θα εκμεταλλευθεί όσο μπορεί το γεγονός για να κάνει ακόμη πιο ετεροβαρή την κατάσταση για τον Ερντογάν.

Το τρίτο και χειρότερο πρόβλημα για την Τουρκία είναι άλλο. Οι κεμαλικοί προκάτοχοι του Ερντογάν ακολουθούσαν πάντα μία προσεκτική πορεία μη αναμείξεως στην περιοχή με την οποία γειτνιάζουν (με την εξαίρεση του Κουρδικού). Τους καθοδηγούσε η επιδίωξη του εξευρωπαϊσμού που ήθελαν να πετύχουν αλλά και η οδυνηρή οθωμανική εμπειρία με τους αραβικούς πληθυσμούς της αυτοκρατορίας ιδίως κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το όραμα του Ερντογάν για τη δημιουργία μίας μεταμοντέρνας Οθωμανίας με σουνιτικές αδελφότητες επικεφαλής των γειτονικών κρατών έχει οδηγήσει σε εκατόμβες νεκρών εντός της Τουρκίας. Η χώρα βουλιάζει για τα καλά στον παραλογισμό της βίας που ενδημεί στη Μέση Ανατολή.

* Ο Αγγελος Μ. Συρίγος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου & Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/12/16

Μεγάλο το κόστος για τον Ερντογάν

Του Κωνσταντίνου Φίλη*

Η δολοφονία του Ρώσου πρεσβευτή στην Αγκυρα έχει προεκτάσεις αλλά και εξηγήσεις. Ο Ερντογάν πληρώνει τα επίχειρα στρατηγικών αντιφάσεων, τακτικιστικών ακροβασιών και προσεταιρισμού ακραίων στοιχείων για την επίτευξη εθνικών ή και προσωπικών στόχων. Πλέον η χώρα του έχει εισέλθει σε (μακρά;) περίοδο έντονης αβεβαιότητας, αναταράξεων και οικονομικών δυσχερειών. Εφόσον πρωταρχικός στόχος του παραμένει η συνταγματική αναθεώρηση προκειμένου να μακροημερεύσει στην εξουσία, παίζει με τον χρόνο – χρειάζεται άλλωστε την προστασία της ασυλίας εξαιτίας της ανάμειξης του ιδίου και της οικογένειάς του σε υποθέσεις υπό διερεύνηση.

Το ερώτημα είναι αν η κατάσταση μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο και υπό ποιες προϋποθέσεις. Επί παραδείγματι, μετά το πογκρόμ διώξεων στον απόηχο του αποτυχημένου πραξικοπήματος, έχοντας κάνει βουτιά στην επετηρίδα για να επιλέξει τους πιο «πιστούς», απαιτείται χρόνος ώστε διπλωματικό σώμα, ένοπλες δυνάμεις και υπηρεσίες ασφαλείας να επιστρέψουν στην επιχειρησιακή επάρκεια του παρελθόντος. Ετσι, δημιουργούνται κενά στην άσκηση και αποτελεσματικότητα της διοίκησης. Συνάμα, επιβεβαιώνεται πως η εγχώρια πόλωση, με τη στοχοποίηση των Κούρδων και κάθε αντίθετης φωνής, η ανάδειξη μίας νέας, συντηρητικής ισλαμικής ταυτότητας –που αλληλοτροφοδοτείται με τον φανατισμό–, καθώς και η «ισλαμοποίηση» της εξωτερικής πολιτικής, εκθέτουν τη γειτονική χώρα σε επικίνδυνες περιπέτειες.

Μάλιστα, η αναγκαστική μεταστροφή/προσαρμογή στο Συριακό, με την αποκήρυξη της στενής σχέσης με τζιχαντιστικές δυνάμεις και το Ισλαμικό Χαλιφάτο, έχει ενεργοποιήσει πυρήνες εντός της Τουρκίας, που προφανώς αναπτύχθηκαν το διάστημα των υπόγειων διαδρομών του πρόσφατου παρελθόντος. Τώρα που η Αγκυρα μετριάζει τη θέση της έναντι του μπααθικού καθεστώτος, οι «προδομένοι» τζιχαντιστές στρέφονται εις βάρος της, δείχνοντας τον βαθμό έκθεσης της χώρας έναντι της τρομοκρατίας, μέρος της οποίας εξετράφη με στόχο την ανατροπή του Ασαντ.

Στην εξωτερική πολιτική, η αμφιλεγόμενη στάση στη Μέση Ανατολή και η διεύρυνση του χάσματος με τη Δύση έχουν εξασθενίσει τη θέση της Αγκυρας. Προκειμένου να επανακάμψει, αναδιπλώνεται, δίνοντας, εντούτοις, μία αίσθηση προσωρινότητας στην ακολουθούμενη πολιτική. Μόνη σταθερά παραμένει η ανακοπή της δυναμικής των Κούρδων της Συρίας και η σχετική επιρροή που ασκεί σε κάποιες δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Προσχωρώντας στο ρωσικό σχέδιο όχι μόνο για την κατάπαυση του πυρός στο Χαλέπι αλλά για μία συνολικότερη μεταβατική διευθέτηση, επιδιώκει να εδραιωθεί ως συνομιλητής εκ μέρους κομματιού της αντιπολίτευσης αλλά και να διευρύνει τη διείσδυσή της στο βόρειο τμήμα της περιοχής για να ελέγξει τυχόν κουρδική επέκταση. Αυτά, ωστόσο, δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από αυτή. Είναι χαρακτηριστικό πως η δολοφονία του Ρώσου πρεσβευτή ανάγκασε την Τουρκία –έστω και προσωρινά– στη συνθηκολόγηση με τη Ρωσία υπό δυσμενείς όρους. Εστω και αν αυτή προετοιμαζόταν από καιρό, τα περιθώρια ελιγμών της Αγκυρας στις διαβουλεύσεις με τη Μόσχα συρρικνώθηκαν περαιτέρω εξαιτίας του συμβάντος της περασμένης Δευτέρας.

Στη διαχείριση των πολλαπλών μετώπων, ο Ερντογάν όπως και να κινηθεί θα έχει κόστος. Αν, για παράδειγμα, θέλει να ικανοποιήσει το εγχώριο ακροατήριο, όπως το έχει «εκπαιδεύσει», δεν μπορεί να φανεί ότι υποχωρεί σε σχέση με τις βασικές συνισταμένες της πολιτικής του. Ιδίως ως προς τις δυνάμεις που έχει τοποθετήσει απέναντι. Αν μεταβάλει τις θέσεις του, θα απογοητεύσει αρκετούς από αυτούς στην υποστήριξη των οποίων προσβλέπει για να φέρει το Σύνταγμα στα μέτρα του. Οσο, όμως, συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο καθίσταται όλο και πιο ευάλωτος. Ο βαθμός δυσκολίας αυξάνει από τη φθίνουσα πορεία της οικονομίας, την «εσωτερικοποίηση» της εξωτερικής πολιτικής (με αποτέλεσμα οι αποτυχίες αυτής να μετατρέπονται σε εγχώριους παράγοντες αστάθειας), την αφερεγγυότητα του ηγέτη και τη συνθετότητα του περιφερειακού και διεθνούς περιβάλλοντος.

Η Τουρκία αποτελεί σημαντικό μέρος των προκλήσεων της ευρύτερης περιοχής. Το ζητούμενο για αυτή είναι να αρχίσει να προσφέρει εποικοδομητικές λύσεις στα προβλήματα. Ακόμη και έτσι, πάντως, δεν πρόκειται να βγει αλώβητη, ούτε να διασφαλίσει τα συμφέροντά της σε όλα τα πεδία ενδιαφέροντός της. Πρέπει, λοιπόν, να είμαστε καλά προετοιμασμένοι έναντι αυτής της προοπτικής.

* Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου