οι κηπουροι τησ αυγησ

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

«Οι Ελληνες διδάκτορες, προσωπικό αυξημένων προσόντων και δεξιοτήτων, αποτελούν πολύτιμο αναπτυξιακό κεφάλαιο για τη χώρα, τόσο λόγω της επιστημονικής και τεχνικής τους κατάρτισης όσο και εξαιτίας των διεθνών δικτύων που έχουν δημιουργήσει», λέει στην «Κ» η Εύη Σαχίνη, διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης. Και η ίδια τονίζει: «Προς την κατεύθυνση αυτή, η κατανόηση πτυχών που σχετίζονται με τη σταδιοδρομία τους, την κινητικότητά τους ή την ικανοποίηση από την εργασία τους είναι σημαντική για τη χάραξη εθνικής στρατηγικής σε ζητήματα όπως η ανανέωση του ανθρώπινου δυναμικού στα πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα, η αντιστροφή του κύματος της “διαρροής εγκεφάλων”, μέχρι τη σταδιακή μετάβαση σε ένα παραγωγικό μοντέλο που είναι προσανατολισμένο στην κοινωνία της γνώσης, όπου η επιχειρηματικότητα αξιοποιεί τα ερευνητικά αποτελέσματα και την υψηλή τεχνολογία», προσβλέποντας να εισακουστεί από τους αρμόδιους κυβερνητικούς «εγκεφάλους»...

Από την Χριστουγεννιάτικη "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" 


Υπερπαραγωγή Ελλήνων διδακτόρων

Του Απόστολου Λακασά

Μια χώρα με ξεχωριστή πλουτοπαραγωγική ισχύ όσον αφορά τους... διδάκτορες είναι η Ελλάδα. Από το 1990 έως σήμερα, πάνω από 40.000 διδακτορικές διατριβές έχουν ολοκληρωθεί από Eλληνες στη χώρα μας, και στο εξωτερικό, αριθμός που φέρνει την Ελλάδα στην πρώτη σειρά των κρατών που μετείχαν στην έρευνα «International Survey on Careers of Doctorate Holders – CDH» με τον συντονισμό του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Οι περισσότεροι κάτοχοι διδακτορικών διατριβών είναι 35 έως 44 ετών, επιθυμούν να μείνουν στην Ελλάδα, ωστόσο η οικονομική κρίση τούς έχει πλήξει εντονότερα από κάθε άλλον συνάδελφό τους στο εξωτερικό, καθώς οι Eλληνες κάτοχοι διδακτορικών έχουν την υψηλότερη ανεργία.

Ειδικότερα, ο αριθμός των διδακτορικών που απονεμήθηκαν από ελληνικά ΑΕΙ ή σε Eλληνες από ξένα ιδρύματα από το 1990 έως σήμερα είναι 40.554. Εξ αυτών, οι 35.457 διατριβές δόθηκαν την περίοδο από το 1990 έως το 2013 (περίοδος αναφοράς της έρευνας CDH που δημοσιοποιήθηκε φέτος), και άλλες 5.097 την τελευταία τριετία 2014-2016, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) που πραγματοποίησε την έρευνα CDH στην Ελλάδα. Επίσης, στα αρχεία του ΕΚΤ υπάρχουν 7.361 διατριβές που εκπονήθηκαν πριν από το 1990, αλλά ο συνολικός αριθμός είναι υψηλότερος αφού υπάρχουν μη καταγεγραμμένες διατριβές.

Πιο συγκεκριμένα:

•Με βάση τις 35.457 κατόχους διδακτορικού, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 11η θέση μεταξύ των 24 χωρών που μετέχουν στην έρευνα CDH. Την υψηλότερη θέση κατέχουν οι ΗΠΑ και η Γερμανία, οι οποίες μάλιστα με βάση τα διαχρονικά στοιχεία της σχετικής βάσης δεδομένων του ΟΟΣΑ παρουσιάζουν συνεχή αύξηση του αριθμού των διδακτόρων.

•Ωστόσο, η Ελλάδα βελτιώνει τη θέση της με κριτήριο τον αριθμό των διδακτόρων ανά χίλια άτομα ενεργού πληθυσμού. Η Ελλάδα, με 7,3 διδάκτορες ανά χίλια άτομα οικονομικά ενεργού πληθυσμού, βρίσκεται στην 9η θέση. Την πρώτη θέση καταλαμβάνει η Ελβετία με 28,2 διδάκτορες ανά χίλια άτομα ενεργού πληθυσμού και ακολουθούν η Γερμανία (15,2), το Ισραήλ (10,9) και η Αυστραλία (10).

•Στο σύνολο των 35.457 διδακτόρων, οι 13.793 είναι γυναίκες (ποσοστό 38,9%). Το μεγαλύτερο ποσοστό σε γυναίκες κατόχους διδακτορικού τίτλου (45,1%) καταγράφεται στην ηλικιακή ομάδα κάτω των 35 ετών, το οποίο δείχνει τη δυναμική των γυναικών στις επιστήμες.

•Η πλειονότητα των διδακτόρων –ποσοστό 86,2%– απέκτησε τον τίτλο από ελληνικά πανεπιστήμια. Ποσοστό 11,2% αποφοίτησε από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με πρώτες χώρες τη Βρετανία, τη Γαλλία και τη Γερμανία, ενώ ποσοστό 2,4% των διδακτορικών διατριβών εκπονήθηκε σε ΑΕΙ χωρών της Βόρειας Αμερικής, κυρίως τις ΗΠΑ.

•Οι διδακτορικές σπουδές χρηματοδοτήθηκαν από προσωπικές αποταμιεύσεις και υποστήριξη από την οικογένεια του επιστήμονα (ποσοστό 23,6%), από υποτροφία που χορηγήθηκε στην Ελλάδα (23,1%), από άλλη εργασία (21,5%) και από την απασχόληση του δυνάμει διδάκτορα ως βοηθού διδακτικού ή ερευνητικού προσωπικού σε ΑΕΙ (17,4%).

•Ο μέσος όρος ηλικίας απόκτησης του διδακτορικού τίτλου σπουδών είναι τα 37 για τους άνδρες και 38 για τις γυναίκες.

•Τα δημοφιλέστερα επιστημονικά πεδία είναι η ιατρική και οι επιστήμες υγείας (26,7%), οι φυσικές επιστήμες (21,9%), οι κοινωνικές επιστήμες (17%) και οι επιστήμες μηχανικού και τεχνολογίας (16,8%).

«Οι Ελληνες διδάκτορες, προσωπικό αυξημένων προσόντων και δεξιοτήτων, αποτελούν πολύτιμο αναπτυξιακό κεφάλαιο για τη χώρα, τόσο λόγω της επιστημονικής και τεχνικής τους κατάρτισης όσο και εξαιτίας των διεθνών δικτύων που έχουν δημιουργήσει», λέει στην «Κ» η Εύη Σαχίνη, διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης. Και η ίδια τονίζει: «Προς την κατεύθυνση αυτή, η κατανόηση πτυχών που σχετίζονται με τη σταδιοδρομία τους, την κινητικότητά τους ή την ικανοποίηση από την εργασία τους είναι σημαντική για τη χάραξη εθνικής στρατηγικής σε ζητήματα όπως η ανανέωση του ανθρώπινου δυναμικού στα πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα, η αντιστροφή του κύματος της “διαρροής εγκεφάλων”, μέχρι τη σταδιακή μετάβαση σε ένα παραγωγικό μοντέλο που είναι προσανατολισμένο στην κοινωνία της γνώσης, όπου η επιχειρηματικότητα αξιοποιεί τα ερευνητικά αποτελέσματα και την υψηλή τεχνολογία», προσβλέποντας να εισακουστεί από τους αρμόδιους κυβερνητικούς «εγκεφάλους»...

Η κρίση έπληξε και επαγγελματίες υψηλών προσόντων

Ναι μεν οι κάτοχοι διδακτορικού στην Ελλάδα δεν πρέπει να παραπονιούνται για την ανεργία συγκρινόμενοι με άλλες ομάδες με βάση το επίπεδο σπουδών, ωστόσο οι Ελληνες διδάκτορες έχουν τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας σε σύγκρισή με τους συναδέλφους τους στις άλλες χώρες της έρευνας CDH.

Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία της έρευνας, η μεγάλη πλειονότητα των κατόχων διδακτορικού (94,8%) στην Ελλάδα είναι εργαζόμενοι (μισθωτοί ή αυτοαπασχολούμενοι). Ομως, συγκριτικά με τις άλλες χώρες της έρευνας CDH, η Ελλάδα παρουσιάζει το υψηλότερο ποσοστό διδακτόρων (3,5%) σε κατάσταση ανεργίας. Το ποσοστό είναι μικρότερο στους άνδρες από ό,τι στις γυναίκες: 3,0% και 4,3% αντίστοιχα.

Ωστόσο, είναι εντυπωσιακή η κατακόρυφη εκτίναξη της ανεργίας στους επιστήμονες που πήραν τον διδακτορικό τους τίτλο τα τελευταία χρόνια, όταν είχε ξεσπάσει η κρίση. Παρότι ο γενικός μέσος όρος ανεργίας διδακτόρων είναι 3,5% και ενώ εκείνοι που απέκτησαν το διδακτορικό τους το 2011 έχουν ανεργία 5%, για τους νεότερους που πήραν τον διδακτορικό τίτλο το 2012 το ποσοστό της ανεργίας διπλασιάστηκε στο 10% και για όσους το πήραν το 2013 αυξήθηκε ακόμη περισσότερο, στο 13,4%.

Εύλογα, καθώς οι νεότερες ηλικίες έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση, το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας (12,2%) καταγράφεται στους διδάκτορες κάτω των 35 ετών. Τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας καταγράφονται στα επιστημονικά πεδία των ανθρωπιστικών επιστημών (5,7%), των γεωργικών επιστημών (5,6%) και των φυσικών επιστημών (4,3%).

Οι εργαζόμενοι διδάκτορες έχουν την τύχη το επάγγελμά τους να συναρτάται με το επιστημονικό πεδίο του διδακτορικού τους. Η μεγάλη πλειονότητα (84,1%) απασχολείται κυρίως με σχέση μισθωτής εργασίας πλήρους απασχόλησης, το 12% εργάζεται με αυτοαπασχόληση, και με μισθωτή εργασία μερικής απασχόλησης το 3,8%. Στους νεότερους διδάκτορες, κάτω των 35 ετών, καταγράφονται τα μεγαλύτερα ποσοστά αυτοαπασχόλησης (28,6%) και μερικής απασχόλησης (10%).

Οσον αφορά τον τομέα απασχόλησης, το μεγαλύτερο ποσοστό (57%) των εργαζομένων διδακτόρων συγκεντρώνεται στον τομέα της τριτοβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Στον κρατικό τομέα εργάζεται το 20,6% των διδακτόρων ενώ το 8,7% απασχολείται στις επιχειρήσεις. Κάτι που δείχνει και το ιδιαίτερα μικρό ενδιαφέρον των ελληνικών επιχειρήσεων να οργανώσουν οι ίδιες έρευνα. Μάλιστα, είναι ενδεικτικό ότι τουλάχιστον οι μισοί κάτοχοι διδακτορικού τίτλου (50,3% οι άνδρες και 41,8% οι γυναίκες), που εργάζονται στον τομέα των επιχειρήσεων, δεν απασχολούνται σε ερευνητικές δραστηριότητες της εταιρείας. Αντίθετα, οι επιχειρήσεις προτιμούν να αναζητούν προς εκμετάλλευση τα ερευνητικά αποτελέσματα που παράγονται σε ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα.

Στη μεγάλη τους πλειονότητα οι εργαζόμενοι διδάκτορες, σε ποσοστό 77,2%, δηλώνουν ότι είναι πλήρως (17,1%) ή μερικώς (60,1%) ικανοποιημένοι από την απασχόλησή τους. Οι κυριότεροι παράγοντες ικανοποίησης σχετίζονται με την κοινωνική συνεισφορά, τον χώρο της εργασίας και τον βαθμό υπευθυνότητας. Στον αντίποδα, οι χαμηλότεροι βαθμοί ικανοποίησης αφορούν τις οικονομικές απολαβές.

Ανταγωνιστικοί διεθνώς...

Οι Ελληνες κάτοχοι διδακτορικού έχουν από τα υψηλότερα ποσοστά διεθνούς κινητικότητας μεταξύ των χωρών της έρευνας. Προσοχή: αυτό δεν σημαίνει ότι φεύγουν στο εξωτερικό μόνο επειδή δεν καταφέρνουν να βρουν μία καλή δουλειά στην Ελλάδα (άλλωστε, το ποσοστό της ανεργίας τους με βάση το επίπεδο σπουδών είναι χαμηλό). Μεταναστεύουν και προς αναζήτηση καλύτερων συνθηκών εργασίας και ζωής ή επιλέγουν να εργασθούν για ένα χρονικό διάστημα στο εξωτερικό στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος.

Επιλογές, που επιβεβαιώνουν το υψηλό επίπεδο των Ελλήνων κατόχων διδακτορικού, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικοί στη διεθνή ερευνητική κοινότητα και περιζήτητοι.

Ειδικότερα, η Ελλάδα έχει το πέμπτο μεγαλύτερο ποσοστό κινητικότητας του επιστημονικού της προσωπικού με διδακτορικό προς το εξωτερικό (18,9%) κατά τη δεκαετία 2004 - 2013, μετά τη Μάλτα, την Ουγγαρία, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Η Βρετανία, οι ΗΠΑ και η Γερμανία αποτελούν τις πρώτες χώρες προορισμού για τους περισσότερους Ελληνες διδάκτορες. Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ερευνας (χρηματοδοτεί υψηλού επιπέδου προγράμματα αριστείας), στη Βρετανία, τη Γερμανία, την Ολλανδία, την Αυστρία, τη Σουηδία και τη Δανία περισσότεροι από τους μισούς νέους ερευνητές, που έχουν πάρει επιχορήγηση για τη δουλειά τους, δεν έχουν την εθνικότητα της χώρας που τους φιλοξενεί.

Οι βασικοί λόγοι κινητικότητας των Ελλήνων διδακτόρων σχετίζονται είτε με την ερευνητική τους δραστηριότητα (όπως η εκπόνηση ή συνέχιση των διδακτορικών σπουδών, ή δημιουργία ερευνητικής ομάδας), σε ποσοστό 38,0%, είτε με την καριέρα τους (όπως αναζήτηση - εύρεση εργασίας, μεταδιδακτορική έρευνα), σε ποσοστό 28,1%.

Για το 2015 το 10,2% των Ελλήνων διδακτόρων δήλωσε ότι προτίθεται να φύγει στο εξωτερικό. Ως προς τους ανέργους διδάκτορες, ο ένας στους τέσσερις (26%, ποσοστό που θεωρείται υψηλό) φεύγει στο εξωτερικό για να βρει δουλειά. Από αυτούς, οι περισσότεροι είναι κάτω των 35 ετών, ηλικιακή ομάδα με τη μεγαλύτερη ανεργία μεταξύ των διδακτόρων. Με βάση το επιστημονικό πεδίο, τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφονται στα πεδία της ιατρικής και των επιστημών υγείας (23,9%) και στις φυσικές επιστήμες (22,6%). Ωστόσο, πρέπει να προβληματίσει ότι σε σχέση με τις λοιπές χώρες της έρευνας CDH, οι Ελληνες διδάκτορες παρουσιάζουν συχνότερη και μεγαλύτερης διάρκειας διαμονή σε χώρες εκτός Ελλάδας. Αναλυτικότερα, το ποσοστό των Ελλήνων διδακτόρων που έχουν μείνει από 2 έως 4 φορές (38,7%) και 5 φορές και άνω (4,9%) σε άλλη χώρα είναι υψηλότερο από ό,τι στις άλλες χώρες της έρευνας CDH. Επίσης, η Ελλάδα καταγράφει, μαζί με το Ισραήλ και τη Λιθουανία, τα μεγαλύτερα ποσοστά διδακτόρων με διάρκεια διαμονής σε άλλη χώρα 5 - 10 έτη. Τα στοιχεία αυτά υποδηλώνουν ότι οι Ελληνες κάτοχοι διδακτορικού τίτλου έχουν πρόθεση μόνιμης εγκατάστασης στο εξωτερικό.

Θησαυροφυλάκιο διατριβών

www.didaktorika.gr. Πρόκειται για την ηλεκτρονική «στέγη» του Εθνικού Αρχείου Διδακτορικών Διατριβών (ΕΑΔΔ), που αποτελεί ουσιαστικά το «θησαυροφυλάκιο» των διδακτορικών που έχουν εκπονηθεί στα ΑΕΙ της χώρας μας και από Ελληνες στο εξωτερικό. Εκεί καθένας μπορεί να βρει 35.228 διδακτορικές διατριβές Ελλήνων επιστημόνων, ορισμένες εκ των οποίων έχουν συνταχθεί περισσότερο από τρεις δεκαετίες πριν.

Ειδικότερα, όπως ανέφερε στην «Κ» ο Μαργαρίτης Προέδρου, προϊστάμενος Τμήματος Δημοσιότητας και Επικοινωνίας του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ), στο αποθετήριο του ΕΑΔΔ βρίσκονται συγκεντρωμένες σε ψηφιακή μορφή οι διδακτορικές διατριβές που έχουν εκπονηθεί στα ελληνικά πανεπιστήμια από Ελληνες και ξένους διδάκτορες, και σε πανεπιστήμια του εξωτερικού από Ελληνες διδάκτορες (αναγνωρισμένες από το ΔΟΑΤΑΠ). Το έντυπο αρχείο των διατριβών διατηρείται στη Βιβλιοθήκη Επιστήμης και Τεχνολογίας του ΕΚΤ στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών.

Από τις 35.228 διδακτορικές διατριβές, οι 7.361 εκπονήθηκαν πριν από το 1990. «Η υποχρέωση βάσει νόμου για κατάθεση στο ΕΑΔΔ είναι μετά το 1985, και οι διατριβές των προηγούμενων ετών είναι όσες με πρωτοβουλία του το ΕΚΤ συνέλεξε και ψηφιοποίησε», λέει ο κ. Προέδρου. Εξ αυτών, οι περισσότερες είναι στην ιατρική και τις επιστήμες υγείας και ακολουθούν οι φυσικές επιστήμες, η μηχανική και τεχνολογία, οι κοινωνικές, οι ανθρωπιστικές και οι γεωργικές επιστήμες. Να σημειωθεί ότι κάποιες διατριβές μπορεί να εντάσσονται σε περισσότερες από μία κατηγορίες. Επίσης, υπάρχουν κάποιες παλαιότερες διατριβές στο ΕΑΔΔ που δεν έχουν ενταχθεί σε κάποια κατηγορία, ενώ οι διαθέσιμες διατριβές μετά το 1990 είναι λιγότερες από τον αριθμό των κατόχων διδακτορικών, διότι κάποιες γραμματείες σχολών ή το ΔΟΑΤΑΠ δεν έχουν καταθέσει ακόμη διατριβές.

Στο www.didaktorika.gr οι διατριβές είναι συστηματικά τεκμηριωμένες (με στοιχεία όπως τίτλος, περίληψη, συγγραφέας, επιστημονικό πεδίο, ίδρυμα, μέλη επιτροπής, έτος απονομής διδακτορικού). Οι χρήστες μπορούν να αναζητήσουν το υλικό που τους ενδιαφέρει, χρησιμοποιώντας πολλαπλά φίλτρα, και να πλοηγηθούν με βάση τα επιμέρους πεδία: επιστημονικό πεδίο, ίδρυμα, συγγραφέας, χώρα, γλώσσα, ημερομηνία. Εκτός από τη δυνατότητα ξεφυλλίσματος και εκτύπωσης ανά σελίδα, οι χρήστες μπορούν να αποθηκεύσουν τη διατριβή, έπειτα από την εγγραφή τους στο αποθετήριο. Οι εγγεγραμμένοι χρήστες μπορούν, επίσης, να παραγγείλουν online μια διατριβή σε έντυπη μορφή ή σε CD/DVD, ή να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους για την ψηφιοποίηση/ ανάρτηση διατριβής που δεν διατίθεται διαδικτυακά.

Τέλος, το ΕΚΤ διαθέτει τις ελληνικές διδακτορικές διατριβές στην ευρωπαϊκή πύλη DART (www.dart-europe.eu), η οποία παρέχει ανοικτή πρόσβαση σε περισσότερες από 700.000 διδακτορικές διατριβές από 28 ευρωπαϊκές χώρες. Μέρος των δράσεων του ΕΑΔΔ υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» (ΕΣΠΑ).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου