οι κηπουροι τησ αυγησ

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

"...Η κυβέρνηση δείχνει να μην μπορεί να αποφασίσει με ποιο αφήγημα θα πορευθεί. Η πολυαναμενόμενη ανακοίνωση αποφάσεων για αναδιάρθρωση του χρέους, αποδείχθηκε πολύ κατώτερη των περιστάσεων, ενώ ακόμη και τα λίγα που αποφασίστηκαν, ανεστάλησαν ως αποτέλεσμα της μονομερούς εξαγγελίας παροχών. Το αφήγημα εξόδου από την κρίση, με ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και έξοδο στις αγορές εντός του 2017 δείχνει να θολώνει, όσο καθυστερεί η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Ετσι, ο ίδιος ο κ. Τσίπρας δείχνει να επιστρέφει σε συγκρουσιακή προς τους εταίρους ρητορική, η οποία είναι πιο προσφιλής και στον ίδιο και στα κομματικά και κυβερνητικά στελέχη. Αυτή η επιλογή είναι που επιτείνει τη σεναριολογία για εκλογές..."


Από την Χριστουγεννιάτικη "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

(κύριο+εσωτερικά θέματα)


                                       "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", πρωτοσέλιδο, 24-25/2/16


                                            "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/2/16

 "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/2/16
                                   Παραμένουν αγεφύρωτες οι διαφορές

Της Ελένης Βαρβιτσιώτη

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ - ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Με το κλίμα για την Ελλάδα να έχει βαρύνει αισθητά στις Βρυξέλλες μετά τις αιφνιδιαστικές εξαγγελίες του Ελληνα πρωθυπουργού, τα μάτια δεν είναι στραμμένα στο κατά πόσον θα «ξεπαγώσουν» τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, αλλά στο πώς και πότε θα κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, καθώς οι αποστάσεις ανάμεσα στο ΔΝΤ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη Γερμανία παραμένουν ακόμα αγεφύρωτες. Οποια λύση βρεθεί θα είναι σε απόλυτη συνάρτηση με τις πολιτικές εξελίξεις των επόμενων μηνών. Δεν είναι τυχαίο ότι ο επικεφαλής του Eurogroup Γ. Ντάισελμπλουμ τον τελευταίο μήνα έχει κάνει συστηματικές και έντονες προσπάθειες επίλυσης του αδιεξόδου, σε ασυνήθιστα –σε σχέση με το παρελθόν– μεγάλο βαθμό.

Ο κ. Ντάισελμπλουμ επιδιώκει να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση όσο το δυνατόν γρηγορότερα, γνωρίζοντας την εσωτερική πολιτική σκηνή της Ολλανδίας, η οποία αναμένεται να επηρεάσει τις αποφάσεις για το ελληνικό πρόγραμμα πολύ περισσότερο απ’ ό,τι έχει εκτιμηθεί μέχρι τώρα. Και αυτό διότι η βέβαιη άνοδος του ακροδεξιού κόμματος του Γ. Βίλντερς στις εκλογές του Μαρτίου θα περιπλέξει τα πράγματα ακόμα περισσότερο, καθώς είναι γνωστή η αρνητική του θέση όσον αφορά την παροχή βοήθειας στην Ελλάδα. Γι’ αυτό άλλωστε και ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας, Μ. Ρούτε, συναντήθηκε με τον Αλ. Τσίπρα στο περιθώριο της τελευταίας Συνόδου Κορυφής και ξεκαθάρισε ότι πρόγραμμα χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ (όσο ακραία και αν είναι τα αιτήματά του) δεν πρόκειται να περάσει από την ολλανδική βουλή.

Συγχρόνως στις Βρυξέλλες δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι λόγω της αβεβαιότητας για τη στάση που θα κρατήσει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντ. Τραμπ, αναφορικά με τον ρόλο του ΔΝΤ στην Ευρώπη και κατ’ επέκταση στην Ελλάδα, είναι προτιμότερο να επιχειρηθεί να κλείσει η αξιολόγηση άμεσα. Οι φωνές απομονωτισμού που έχει διατυπώσει ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ κάνει πολλούς να ανησυχούν.

Οι προσπάθειες να βρεθεί λύση ενόψει του πολιτικού κύκλου εκλογών της επόμενης χρονιάς επιβαρύνθηκαν από τις εξαγγελίες του κ. Τσίπρα. Ενώ η Ελλάδα θεωρείτο από τα κράτη-μέλη ότι βρισκόταν σε γενικές γραμμές σε συμμόρφωση και πολλά κράτη-μέλη μάλιστα είχαν πάψει να παρακολουθούν βήμα προς βήμα την πορεία του προγράμματος, οι παροχές ξύπνησαν μνήμες του παρελθόντος και έκαναν την πλειοψηφία των κρατών-μελών –όπως φάνηκε στο τελευταίο Euroworking Group– να επανέλθει σε μία σκληρή και επικριτική στάση.

Στη συνεδρίαση αυτή τα μέλη στην πλειοψηφία τους (Αυστρία, Ολλανδία, Σλοβακία, Φινλανδία κ.ά.) εξέφρασαν την αντίθεσή τους με τις παροχές. Αλλα κράτη-μέλη τόνιζαν ότι στις χώρες τους οι συντάξεις είναι χαμηλότερες και ένα επιπλέον επίδομα σε συντάξεις στην Ελλάδα θα είναι δύσκολο να υποστηριχθεί πολιτικά, ενώ άλλα, σε καλύτερη δημοσιονομική κατάσταση από αυτήν της Ελλάδας, ανέφεραν ότι και αυτά όταν θέλησαν να δώσουν εφάπαξ επιδόματα σε συνταξιούχους τελικά χορήγησαν πολύ μικρότερο ποσό από αυτό που εξήγγειλε ο κ. Τσίπρας.

Αντίστοιχες περικοπές

Το πακέτο Τσίπρα προκάλεσε μια πρόσθετη εστία τριβής σε μία συγκυρία κατά την οποία καταβάλλονταν προσπάθειες να γεφυρωθεί το χάσμα όσον αφορά τις διαφωνίες των θεσμών για τις δημοσιονομικές προβλέψεις και στόχους και οδήγησε στο «πάγωμα» της εφαρμογής των βραχυπρόθεσμων μέτρων. Ετσι, αντί η προσοχή και η προσπάθεια όλων να στραφεί προς την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, έχει στραφεί προς το θέμα που έχει ανακύψει, των δεσμευτικών και αξιόπιστων γραπτών διαβεβαιώσεων του κ. Τσακαλώτου. Και μάλιστα με τη σκληρή στάση της Γερμανίας που ζητούσε την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης ως προϋπόθεση για να «ξεπαγώσουν» τα βραχυπρόθεσμα μέτρα. Σύμφωνα με Ευρωπαίο αξιωματούχο, η ελληνική πλευρά θα πρέπει να διαβεβαιώσει ότι σε περίπτωση που το τελικό πρωτογενές πλεόνασμα είναι μικρότερο από αυτό των ελληνικών προβλέψεων, βάσει του οποίου υπολογίσθηκε το επίδομα στους συνταξιούχους, τότε θα πρέπει να κάνει αντίστοιχες περικοπές.

Το σίγουρο είναι ότι η απόφαση για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα μεταφέρεται για τον νέο χρόνο, για τις 12 Ιανουαρίου 2017, που είναι προγραμματισμένο το Euroworking Group, ενώ η ολοκλήρωση της αξιολόγησης καθυστερεί με δυσμενείς επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία.

Η εκρηκτική «χημεία» Ελλάδας - Γερμανίας

Του Μπάμπη Παπαδημητρίου

Οι παλινωδίες της κυβέρνησης συνεχίζονται, με τη χώρα να χάνει ταχύτατα όσα με πολλούς κόπους κέρδισε τους 16 μήνες μετά την αναγκαστική αλλά πάντως σωτήρια πολιτική αναστροφή της πλειοψηφίας, τον Αύγουστο 2015. Από τότε και μέχρι σήμερα, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία και ο στρατός των προπαγανδιστών της, ματαίως προσπαθεί να αποφύγει την αδήριτη αλήθεια: όλες οι αποφάσεις που λαμβάνονται, είναι «ελληνικές», ανεξαρτήτως των διαφωνιών που ενδεχομένως έχουν οι τεχνοκράτες.

Από την πρώτη στιγμή γνωρίζαμε ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν τρόπο να εμποδίσουν την κυβέρνηση να δώσει το επίδομα κατά την κρίση της. Ηταν προφανές ότι ο υπολογισμός της νέας ηγετικής ομάδας του Μαξίμου, είχε γίνει καθαρά για να αντιμετωπιστεί η ραγδαία απώλεια εμπιστοσύνης ειδικώς από τις πιο ευμετάβλητες ομάδες ψηφοφόρων. Οι σχεδιαστές της παροχής γνώριζαν ότι αυτή την περίοδο οι συνταξιούχοι που δεν είχαν δει, επί επτά χρόνια, την πιο σκληρή όψη της μνημονιακής προσαρμογής, θα κατέγραφαν δύο τρομακτικές εξελίξεις. Πρώτον, θα έλειπε από το πορτοφόλι τους το αρχαιότερο βοήθημα, το ΕΚΑΣ. Δεύτερον, οι νέες συντάξεις που είναι πολύ χαμηλότερες των παλαιότερων, θα γίνουν οι συντάξεις όλων, αφού η «προσωπική διαφορά» είναι σχεδόν αδύνατον να διατηρηθεί, λόγω της παράτασης της ύφεσης και της συνεχιζόμενης ανικανότητας είσπραξης των οφειλομένων.

Ο κ. Τσίπρας κάνει ένα διπλό λάθος. Βαπτίζει «υπεραπόδοση» και θεωρεί τον εαυτό του «ιδιοκτήτη» του αποτελέσματος της πολύ σκληρής δουλειάς αναδιοργάνωσης των συντελεστών του παραγωγικού τομέα της οικονομίας. Στην πλευρά του κεφαλαίου, οι σοβαροί εργοδότες αναδιοργάνωσαν τη χρηματική δομή των επιχειρήσεων, αντικαθιστώντας το κάποτε φθηνό χρήμα με αυτοχρηματοδότηση και αναζήτησαν νέες διεξόδους για την παραγωγή τους, ειδικότερα στις εξωτερικές αγορές. Οι εργαζόμενοι μισθωτοί αυτών των επιχειρήσεων, με συντριπτικές απώλειες εισοδήματος και ποιότητας ζωής, πήραν το μεγαλύτερο βάρος από οιοδήποτε άλλο τμήμα της κοινωνίας μας, πλην όσων έχασαν τη δουλειά τους. Η «υπεραπόδοση», δηλαδή η υπερφορολόγηση του κ. Τσίπρα, τους κάνει να μην είναι καθόλου ευχαριστημένοι από την κομματικοποίηση της παροχής στους συνταξιούχους.

Η πλευρά της λογικής, που αθροίζει πλέον μια συνεχώς διευρυνόμενη πλειοψηφία μέσα στα πιο διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, γίνεται, σταδιακά, ένα προσεκτικό ακροατήριο των πιο σκληρών παρεμβάσεων που χωρίς πλέον άλλον δισταγμό κάνει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών λέγει όσα δεν θέλουν ή δεν έχουν την άνεση να πουν σχεδόν όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι υπουργοί. Καμία «μαρμίτα αισιοδοξίας» δεν σώζει τον κ. Τσίπρα που διαπιστώνει ότι αντιμετωπίζει πλέον την πιο εξευτελιστική απομόνωση μεταξύ των ηγετών των κρατών της Ευρωζώνης, αλλά και ευρύτερα, όπως στην Πολωνία. Ακόμη και εκείνοι που, μάλλον δικαιολογημένα, θεωρούν «αφόρητο» τον κ. Σόιμπλε, του αναγνωρίζουν το «δικαίωμα» να τιμωρεί τον «άμυαλο» κ. Τσίπρα.

Η όποια καθυστέρηση στην εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος έχει συμβολική σημασία για τον κ. Σόιμπλε, αλλά πολύ μεγάλη για την Ελλάδα, όπως άλλωστε έδειξαν και οι πανηγυρισμοί του Μαξίμου την 5η Δεκεμβρίου. Κατ’ αναλογίαν, κάθε εβδομάδα καθυστέρησης στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα είναι καταστροφική για όλους εμάς, ενώ θα προσφέρει στο Βερολίνο νέες ευκαιρίες να χρησιμοποιήσει τον «μικρό Τσίπρα» όπως τον συμφέρει καλύτερα, αναλόγως με την πορεία της πολύ δύσκολης προεκλογικής περιόδου στη Γερμανία. Ο πρωθυπουργός οδήγησε τη χώρα στην κεκαυμένη ζώνη των ευρωπαϊκών συγκρούσεων, ενόσω γνώριζε πολύ καλά ότι ήταν αυτό ακριβώς που έπρεπε με κάθε τρόπο να αποφύγει.

Το πρώτο βήμα από την Αθήνα, λένε οι θεσμοί

Του Σωτήρη Νίκα

Οταν την Πέμπτη, 8 Δεκεμβρίου, ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας προχωρούσε στην εξαγγελία των παροχών, ελάχιστοι μπορούσαν να φανταστούν ότι ξεκινούσε ένας «χαμένος» μήνας διαπραγματεύσεων. Από τότε έως σήμερα, τα κλιμάκια των θεσμών ήρθαν στην Αθήνα και έφυγαν, ενώ υπήρξαν και εξ αποστάσεως επαφές των δύο πλευρών. Ωστόσο, όπως αναφέρουν στελέχη με γνώση των διαπραγματεύσεων, «ουσιαστικά βρισκόμαστε στο σημείο που ήμασταν μετά το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου». Με τη διαφορά ότι οι παροχές που ανακοινώθηκαν στις 8 Δεκεμβρίου οδήγησαν την Ευρωζώνη στο να «παγώσει» τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που είχε αποφασίσει τρεις ημέρες νωρίτερα το Eurogroup.

Πλέον, το θέμα των παροχών και των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος θα επιδιωχθεί να επιλυθεί στο Euroworking Group της 12ης Ιανουαρίου. Σε εκείνη τη συνεδρίαση θα αποφασιστεί –εκτός απροόπτου– και το εάν θα επιστρέψουν οι θεσμοί στην Αθήνα, σε μια προσπάθεια να κλείσουν τα μέτωπα της αξιολόγησης έως το προγραμματισμένο Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου. Για να συμβεί αυτό, παράγοντες του οικονομικού επιτελείου και των δανειστών συμφωνούν ότι θα πρέπει όλες οι πλευρές να αρχίσουν να κάνουν μικρές υποχωρήσεις. Οπως αναφέρουν, όμως, πηγές των θεσμών, το πρώτο βήμα θα πρέπει να το κάνει η Αθήνα, υποστηρίζοντας ότι μια υποχώρηση της κυβέρνησης στο θέμα των ομαδικών απολύσεων θα μπορούσε να βοηθήσει στην πορεία των διαπραγματεύσεων. Τα σημαντικότερα ανοικτά ζητήματα της δεύτερης αξιολόγησης είναι:

1. Πρωτογενή πλεονάσματα από το 2019 και μετά: Πρόκειται για το θέμα στο οποίο δεν έχει καταγραφεί καμία πρόοδος από τον περασμένο Μάιο. Η Γερμανία θέλει να διατηρηθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα της Ελλάδας στο 3,5% του ΑΕΠ για 10 χρόνια. Το ΔΝΤ θεωρεί ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 χωρίς νέα μέτρα ύψους 2,4% του ΑΕΠ (4,3 δισ.) και πολύ περισσότερο να συντηρηθεί για μία δεκαετία. Η κυβέρνηση θέλει να μειωθεί ο στόχος από το 2019 και η Κομισιόν, προσπαθώντας να συμβιβάσει όλες τις απόψεις, προτείνει να διατηρηθούν στο 3,5% για 3 ή 5 χρόνια.

Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτος έχει καταθέσει επισήμως πρόταση στην Κομισιόν, η οποία προβλέπει ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018, αλλά θα χρησιμοποιεί το 1% του ΑΕΠ για να μειώνει φόρους και εισφορές επιχειρήσεων, μειώνοντας ουσιαστικά τον στόχο στο 2,5% του ΑΕΠ. Στην πρόταση αυτή δεν έχει υπάρξει απάντηση από την πλευρά των δανειστών, ενώ έχει ένα σημαντικό πρόβλημα: Δεν ικανοποιεί τις θέσεις του ΔΝΤ. Ακόμα κι αν το δεχτεί η Ευρωζώνη, η Αθήνα θα πρέπει να προσδιορίσει μέτρα ύψους 1% του ΑΕΠ, τα οποία θα θεωρήσει το Ταμείο ότι οδηγούν με αξιόπιστο τρόπο (άρα μειώσεις συντάξεων ή και αφορολόγητου ορίου) στην επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 2,5% του ΑΕΠ το 2018, αντί 1,5% που προβλέπει σήμερα.

Αν η κυβέρνηση δείξει ευελιξία σε κάτι τέτοιο, πιθανόν να μπορούσε να βρεθεί ένας συμβιβασμός στον οποίο η Αθήνα θα λάβει ορισμένα μέτρα για να ικανοποιηθεί το Ταμείο, η Ευρωζώνη θα υποχωρήσει στην απαίτηση για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ ικανοποιώντας την ελληνική πλευρά και παράλληλα θα προσδιορίσει τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος για να μπορέσει το ΔΝΤ να δημοσιοποιήσει θετική έκθεση βιωσιμότητάς του.

Ενα άλλο συμβιβαστικό σενάριο που ενδεχομένως να συζητηθεί τις επόμενες ημέρες προβλέπει τη σταδιακή απομείωση των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος. Δηλαδή, να συμφωνηθεί ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ στην περίοδο 2019-2021 και μετά αυτά θα αρχίσουν να αποκλιμακώνονται με ρυθμό που θα συμφωνηθεί από τώρα και όχι να υποχωρήσουν απευθείας στο 2,5% του ΑΕΠ που επιδιώκει η Αθήνα.

2. Αλλαγές στην αγορά εργασίας: Τρία είναι τα σημαντικά ανοικτά ζητήματα. Το πρώτο αφορά το πλαίσιο που θα διέπει τις ομαδικές απολύσεις. Το ΔΝΤ ζητεί την πλήρη απελευθέρωσή τους, ενώ η Κομισιόν την αύξηση του ορίου. Το δεύτερο αφορά τη λειτουργία του θεσμού της διαιτησίας, ενώ το τρίτο έχει σχέση με τις συλλογικές συμβάσεις.

3. Παρεμβάσεις στην αγορά ενέργειας: Μετά το «ναυάγιο» στην πώληση του ΔΕΣΦΑ στην αζέρικη Socar, θα πρέπει να κινηθούν εκ νέου οι διαδικασίες για την πώληση της εταιρείας. Επίσης, σημαντικό ανοικτό θέμα είναι και το τι θα γίνει με τις δημοπρασίες ισχύος (ΝΟΜΕ) για τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ.Έντυπη


                                      "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/2/16

Ο Τσίπρας και το «σύνδρομο της διετίας»

Της Δώρας Αντωνίου


Το «σύνδρομο της διετίας», που έχει πλήξει τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις, φαίνεται ότι πλήττει και την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, η οποία παρουσιάζει συμπτώματα κόπωσης, στασιμότητας, αναζήτησης αφηγήματος, προβλημάτων στην άσκηση πολιτικής και διαχείρισης της καθημερινότητας. Τόσο ο Γιώργος Παπανδρέου όσο και ο Αντώνης Σαμαράς είδαν τις κυβερνήσεις τους, λίγο μετά τη συμπλήρωση δύο ετών στην διακυβέρνηση της χώρας, να παρουσιάζουν αντίστοιχα συμπτώματα, τα οποία οδήγησαν σε προσφυγή στις κάλπες. Ο κ. Τσίπρας και τα κυβερνητικά στελέχη δημοσίως διακηρύσσουν ότι δεν τίθεται θέμα η παρούσα κυβέρνηση να μην εξαντλήσει την τετραετία. Τα δείγματα, ωστόσο, από την άσκηση κυβερνητικής πολιτικής, ιδιαίτερα στο πεδίο της καθημερινότητας, οι επιλογές του ίδιου του κ. Τσίπρα, η συμπεριφορά υπουργών και βουλευτών, διαμορφώνουν ένα τελείως αντίθετο κλίμα και προκαλούν πραγματική απορία για το πώς η κυβέρνηση μπορεί να συνεχίσει να επιβιώνει μέσα σε αυτό το κλίμα για τα επόμενα δυόμισι χρόνια.

Λίγες ημέρες πριν από τη συμπλήρωση δύο μηνών από τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης, η φρεσκάδα και η νέα δυναμική που επιζητούσε ο κ. Τσίπρας με το νέο κυβερνητικό σχήμα δεν φαίνεται να έχουν επιτευχθεί. Ενα από τα στοιχήματα της νέας κυβέρνησης, με τις σχετικές αλλαγές να έχουν γίνει στα κομβικά υπουργεία, ήταν το γρήγορο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, το οποίο τοποθετείτο για τις αρχές Δεκεμβρίου. Για τον λόγο αυτό μετακινήθηκαν υπουργοί όπως ο κ. Πάνος Σκουρλέτης και ο κ. Γιώργος Κατρούγκαλος, που είχαν την ευθύνη ολοκλήρωσης των δύσκολων σημείων της διαπραγμάτευσης που αφορούν την αγορά ενέργειας και τα εργασιακά. Η κυβέρνηση είχε θέσει ως ορόσημο το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, το οποίο όχι μόνο παρήλθε, αλλά ο ορίζοντας ολοκλήρωσης της αξιολόγησης δείχνει να μετατίθεται σε ένα άδηλο μέλλον.

Το νέο υπουργικό σχήμα δεν απέδωσε τα αναμενόμενα ούτε όσον αφορά τη γνωστοποίηση του κυβερνητικού έργου, καθώς οι υπουργοί δείχνουν να είναι εξαφανισμένοι από τα μέσα ενημέρωσης. Αντί να γίνονται τοποθετήσεις ανάδειξης των προσπαθειών της κυβέρνησης, κυριαρχούν δηλώσεις, όπως αυτή του κ. Κώστα Ζουράρι, περί της ελάχιστης σημασίας πιθανής απώλειας μερικών νησιών, που προκαλούν ενόχληση και αμηχανία στο Μαξίμου.

Στο πεδίο της καθημερινότητας, η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με την αδυναμία να βρει πεδίο ισορροπίας ανάμεσα στην ευθύνη διαχείρισης των κοινών και των ιδεολογικών αγκυλώσεων στον κομματικό μηχανισμό. Ενδεικτική είναι η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στον τομέα της ασφάλειας, όπου η συντεταγμένη πολιτεία και τα εντεταλμένα όργανά της δείχνουν να κυριαρχούνται από παράλυση. Το αποτέλεσμα είναι ποικίλες ομάδες, με το πρόσημο του αντιεξουσιαστικού χώρου, να αλωνίζουν κυριολεκτικά. Τα επαναλαμβανόμενα κρούσματα πυρπόλησης μέσων μαζικής μεταφοράς στην Πατησίων προκάλεσαν τη δίκαιη οργή του δημάρχου Αθηναίων Γιώργου Καμίνη και είναι το χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα μιας κουλτούρας ανοχής στην ανομία, που δείχνει να κυριαρχεί στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και η οποία εκκινεί από την πολιτική απόφαση να μην προκληθούν αντιδράσεις από τον κομματικό ΣΥΡΙΖΑ για τον τρόπο που λειτουργεί η αστυνομία και για πολιτικές καταστολής.

Ενα άλλο πεδίο όπου η κυβέρνηση δοκιμάζεται για την επάρκειά της είναι η διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών που έχουν φθάσει στη χώρα μας και παραμένουν εδώ. Είναι οι ίδιοι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που έφεραν μόλις προ τριημέρου το θέμα στη Βουλή, με σοβαρές καταγγελίες για τον τρόπο με τον οποίο υλοποιούνται τα προγράμματα στους χώρους φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών. Οι αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών, ιδιαίτερα στα νησιά πρώτης υποδοχής, όπου οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί είναι εκρηκτικές, είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν θα κατευναστούν από την απόφαση για αναστολή αύξησης του ΦΠΑ.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η κυβέρνηση δείχνει να μην μπορεί να αποφασίσει με ποιο αφήγημα θα πορευθεί. Η πολυαναμενόμενη ανακοίνωση αποφάσεων για αναδιάρθρωση του χρέους, αποδείχθηκε πολύ κατώτερη των περιστάσεων, ενώ ακόμη και τα λίγα που αποφασίστηκαν, ανεστάλησαν ως αποτέλεσμα της μονομερούς εξαγγελίας παροχών. Το αφήγημα εξόδου από την κρίση, με ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και έξοδο στις αγορές εντός του 2017 δείχνει να θολώνει, όσο καθυστερεί η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Ετσι, ο ίδιος ο κ. Τσίπρας δείχνει να επιστρέφει σε συγκρουσιακή προς τους εταίρους ρητορική, η οποία είναι πιο προσφιλής και στον ίδιο και στα κομματικά και κυβερνητικά στελέχη. Αυτή η επιλογή είναι που επιτείνει τη σεναριολογία για εκλογές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου