Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 21/04/21 |
Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος: Ευχέλαια
Μιχάλης Τσιντσίνης
Οταν μαζεύονται οι χαβαλέδες στις πλατείες, μη στείλεις την αστυνομία. Ο καλύτερος τρόπος για να το αντιμετωπίσεις είναι ένα ευχέλαιο.
Το πολιτικό ανάλογο ενός εξορκισμού θύμισε η κυβερνητική χορογραφία τα τελευταία 24ωρα: Oταν δεν σε ακούν οι νέοι, ο καλύτερος τρόπος για να το αντιμετωπίσεις, είναι να συζητήσεις με τον Αρχιεπίσκοπο.
Εντάξει, η σύνδεση είναι αυθαίρετη. Η διάσωση τουλάχιστον του τελετουργικού από ένα χαμένο Πάσχα θα μπορούσε να λειτουργήσει παρηγορητικά για το μέρος εκείνο της κοινωνίας που αποτελεί και κατεξοχήν ακροατήριο της κυβέρνησης. Αν δεν μπορείς να προσεγγίσεις τους νέους, φρόντισε τουλάχιστον να μην αποξενώσεις αυτούς που ήδη έχεις – τους μπαμπάδες και τις μαμάδες τους.
Αυτήν τη φορά το εκκλησιαστικό ζήτημα λύθηκε –διά του «συμψηφισμού», όπως είπε ο Αρχιεπίσκοπος– προτού καν ανακύψει. Η συνεννόηση του πρωθυπουργού με τον Αρχιεπίσκοπο, και του Αρχιεπισκόπου με την πολυφωνική Ιεραρχία, ωρίμασε μέσα από μικροεμφράγματα και παρεξηγήσεις. Η Ιεραρχία κατάφερε βήμα βήμα, από κύμα σε κύμα, να περάσει το δόγμα των πρωτείων της: Καμία εξαίρεση από τα μέτρα για κανέναν, αν δεν εξαιρεθεί και η Εκκλησία.
Για τα εκτός ποιμαντικής εμβέλειας ακροατήρια η κυβερνητική πειθώ φαίνεται, όμως, να ακολούθησε αντίστροφη πορεία. Η κυβέρνηση είναι ολοένα και λιγότερο σε θέση να γειώσει την υγειονομική της στρατηγική.
Η ερμηνεία αυτής της αδυναμίας είναι μονότονα η μοιρολατρία: ο κόσμος κουράστηκε. Η συνείδηση δεν αστυνομεύεται.
Η πλατεία δεν μαζεύεται.
Η προϊούσα καταρράκωση του κύρους των υγειονομικών κανόνων παρουσιάστηκε από νωρίς ως αναπόδραστη νομοτέλεια. Η κυβέρνηση συντέλεσε έτσι, νομιμοποιητικά, στο «μοιραίο» αδιέξοδο που απευχόταν: Οι περιορισμοί ούτε να εφαρμοστούν μπορούν πια ούτε να αρθούν. Η επιστήμη δεν επιτρέπει την άρση, η κοινωνία δεν επιτρέπει την εφαρμογή. Και η κυβέρνηση; Καρφωμένη στη δίδυμη αδυναμία, περιμένει να δράσουν τα εμβόλια.
Εδώ έγκειται και η μεγαλύτερη πηγή ανασφάλειας για τη συνέχεια. Το πρόβλημα δεν είναι οι βακχεύουσες μειοψηφίες που ποτίζονται και ποτίζουν τρία – τέσσερα πάρκα ανά την επικράτεια. Το πρόβλημα είναι ότι στον εμβολιασμό προσέρχονται οι μισοί. Κινδυνεύουμε να έχουμε επάρκεια σε εμβόλια και έλλειμμα σε εμβολιαστικό φρόνημα.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η κυβέρνηση δεν φταίει γι’ αυτό το έλλειμμα – που προκλήθηκε από τη διασταύρωση φαρμακολογικής σχολαστικότητας και κοινωνικής εμπιστοσύνης· προκλήθηκε από τον κοινό ψυχικό μηχανισμό που διογκώνει τον στατιστικώς αμελητέο κίνδυνο.
Ούτε για τον κορωνοϊό έφταιγε η κυβέρνηση. Αλλά σε εκείνη έπεσε η ευθύνη να τον αντιμετωπίσει. Τους πιστούς τούς έχει. Χρειάζεται επειγόντως και τους απίστους.
Οταν μαζεύονται οι χαβαλέδες στις πλατείες, μη στείλεις την αστυνομία. Ο καλύτερος τρόπος για να το αντιμετωπίσεις είναι ένα ευχέλαιο.
Το πολιτικό ανάλογο ενός εξορκισμού θύμισε η κυβερνητική χορογραφία τα τελευταία 24ωρα: Oταν δεν σε ακούν οι νέοι, ο καλύτερος τρόπος για να το αντιμετωπίσεις, είναι να συζητήσεις με τον Αρχιεπίσκοπο.
Εντάξει, η σύνδεση είναι αυθαίρετη. Η διάσωση τουλάχιστον του τελετουργικού από ένα χαμένο Πάσχα θα μπορούσε να λειτουργήσει παρηγορητικά για το μέρος εκείνο της κοινωνίας που αποτελεί και κατεξοχήν ακροατήριο της κυβέρνησης. Αν δεν μπορείς να προσεγγίσεις τους νέους, φρόντισε τουλάχιστον να μην αποξενώσεις αυτούς που ήδη έχεις – τους μπαμπάδες και τις μαμάδες τους.
Αυτήν τη φορά το εκκλησιαστικό ζήτημα λύθηκε –διά του «συμψηφισμού», όπως είπε ο Αρχιεπίσκοπος– προτού καν ανακύψει. Η συνεννόηση του πρωθυπουργού με τον Αρχιεπίσκοπο, και του Αρχιεπισκόπου με την πολυφωνική Ιεραρχία, ωρίμασε μέσα από μικροεμφράγματα και παρεξηγήσεις. Η Ιεραρχία κατάφερε βήμα βήμα, από κύμα σε κύμα, να περάσει το δόγμα των πρωτείων της: Καμία εξαίρεση από τα μέτρα για κανέναν, αν δεν εξαιρεθεί και η Εκκλησία.
Για τα εκτός ποιμαντικής εμβέλειας ακροατήρια η κυβερνητική πειθώ φαίνεται, όμως, να ακολούθησε αντίστροφη πορεία. Η κυβέρνηση είναι ολοένα και λιγότερο σε θέση να γειώσει την υγειονομική της στρατηγική.
Η ερμηνεία αυτής της αδυναμίας είναι μονότονα η μοιρολατρία: ο κόσμος κουράστηκε. Η συνείδηση δεν αστυνομεύεται.
Η πλατεία δεν μαζεύεται.
Η προϊούσα καταρράκωση του κύρους των υγειονομικών κανόνων παρουσιάστηκε από νωρίς ως αναπόδραστη νομοτέλεια. Η κυβέρνηση συντέλεσε έτσι, νομιμοποιητικά, στο «μοιραίο» αδιέξοδο που απευχόταν: Οι περιορισμοί ούτε να εφαρμοστούν μπορούν πια ούτε να αρθούν. Η επιστήμη δεν επιτρέπει την άρση, η κοινωνία δεν επιτρέπει την εφαρμογή. Και η κυβέρνηση; Καρφωμένη στη δίδυμη αδυναμία, περιμένει να δράσουν τα εμβόλια.
Εδώ έγκειται και η μεγαλύτερη πηγή ανασφάλειας για τη συνέχεια. Το πρόβλημα δεν είναι οι βακχεύουσες μειοψηφίες που ποτίζονται και ποτίζουν τρία – τέσσερα πάρκα ανά την επικράτεια. Το πρόβλημα είναι ότι στον εμβολιασμό προσέρχονται οι μισοί. Κινδυνεύουμε να έχουμε επάρκεια σε εμβόλια και έλλειμμα σε εμβολιαστικό φρόνημα.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η κυβέρνηση δεν φταίει γι’ αυτό το έλλειμμα – που προκλήθηκε από τη διασταύρωση φαρμακολογικής σχολαστικότητας και κοινωνικής εμπιστοσύνης· προκλήθηκε από τον κοινό ψυχικό μηχανισμό που διογκώνει τον στατιστικώς αμελητέο κίνδυνο.
Ούτε για τον κορωνοϊό έφταιγε η κυβέρνηση. Αλλά σε εκείνη έπεσε η ευθύνη να τον αντιμετωπίσει. Τους πιστούς τούς έχει. Χρειάζεται επειγόντως και τους απίστους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου