οι κηπουροι τησ αυγησ

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2021

Η αδιαλλαξία, όμως, δεν είναι προϊόν μόνο βραχέος πολιτικού υπολογισμού. Για ορισμένους είναι και θέμα αρχών. Σύμφωνα με αυτούς, επί 47 χρόνια η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία αντιδρά ενοχικά απέναντι σε έναν κλάδο των εχθρών της. Τώρα, πρέπει να φανεί άτεγκτη, όχι για λόγους γοήτρου ή ρεβανσισμού. Πρέπει να επιχειρήσει μια ιστορική τομή, δείχνοντας ότι στην επικράτειά της οι μολότοφ ή τα καλάσνικοφ δεν παράγουν πια πολιτικά αποτελέσματα. Πρέπει να δείξει ότι οι θεσμοί πια δεν απειλούνται. Η επιλογή της αναμέτρησης έχει μεγάλο ρίσκο. Η επιλογή της καταλλαγής αραιώνει το ρίσκο. Το διαιωνίζει σε μικρές δόσεις...

Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"


εύονταν με τίτλο περί «αναγκαστικής σίτισης». Η είδηση αναπαρήχθη γρήγορα, με την πραγματικότητα πάντως να είναι αρκετά διαφορετική.

Ο Δημήτρης Κουφοντίνας ξεκίνησε την απεργία πείνας την 8η Ιανουαρίου, ζητώντας να μεταχθεί στον Κορυδαλλό από τις φυλακές Δομοκού, όπου κρατείται. Την 27η Ιανουαρίου και ενώ είχε ήδη μεταφερθεί στο νοσοκομείο Λαμίας, ο εισαγγελέας με διάταξή του ζήτησε από τους γιατρούς να προβούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου η ζωή και η σωματική του ακεραιότητα να μη διατρέξουν κίνδυνο.

Στις 4 Φεβρουαρίου, η «Κ» είχε δημοσιεύσει ρεπορτάζ με τίτλο «Εισαγγελική διάταξη για τη νοσηλεία Κουφοντίνα». Σε αυτό αναφερόταν, μεταξύ άλλων, ότι «η εισαγγελέας ζητεί από τους γιατρούς και τους νοσηλευτές να παρέμβουν σε περίπτωση που ανακύψει κίνδυνος για μη αναστρέψιμες βλάβες στην υγεία του απεργού πείνας».

Στο ίδιο ρεπορτάζ αναφερόταν ακόμη ότι γιατροί, σε επικοινωνία με τους συνηγόρους του Κουφοντίνα, ξεκαθάρισαν ότι σε περίπτωση που υπάρξει σοβαρός κίνδυνος για την υγεία του, θα παρέμβουν ανεξαρτήτως της δικής του επιθυμίας.

Το περιβάλλον Κουφοντίνα τελούσε εν γνώσει των πρωτοβουλιών του εισαγγελέα και των γιατρών του νοσοκομείου.

Τι καινούργιο προέκυψε, λοιπόν, την Τρίτη και τροφοδότησε τα δημοσιεύματα περί αναγκαστικής σίτισης, που σημειωτέον θεωρείται βασανιστήριο σύμφωνα με τη διακήρυξη του Παγκόσμιου Ιατρικού Συνεδρίου της Μάλτας (1991);

Η απάντηση είναι «όχι πολλά». «Εμμένουμε στην από 27 Ιανουαρίου διάταξή μας» αναφέρεται στο νέο έγγραφο του εισαγγελέα. «Διατάσσουμε τη λήψη κάθε αναγκαίας ιατρικής πράξης και θεραπείας κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, εφόσον κρίνονται επιβεβλημένα από τους θεράποντες ιατρούς».

Προς τι, λοιπόν, η νέα παρέμβαση;

Πηγή κοντά στο θέμα διευκρίνισε ότι ο εισαγγελέας επανέφερε τη διάταξη μετά την προσπάθεια του απεργού πείνας να αφαιρέσει τον καθετήρα από το χέρι του, μέσω του οποίου του χορηγείται ορός.



                           "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 25/02/21



ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ

Μπορεί ο απεργός να θέλει να γίνει μάρτυρας. Στην εγκληματική του καριέρα έδρεψε τις ζωές των θυμάτων του, χύνοντας το αίμα τους ως προπαγανδιστικό μέσο. Τώρα, μην μπορώντας πια να βλάψει τους άλλους, διακινδυνεύει τον δικό του θάνατο, για τους ίδιους σκοπούς. Το διάβημά του εκπορεύεται από τον ομόλογο φανατισμό που εμπνέει τις επιθέσεις αυτοκτονίας άλλων αιρέσεων: Ο τζιχαντιστής επιδιώκει όχι μόνο το άμεσο πλήγμα του, αλλά και την αιματηρή παρακαταθήκη του στους ομοδόξους του.

Ούτε τα κίνητρα του απεργού ούτε τα κίνητρα των ακολούθων του, που συχνά τυλίγουν τους αντιδημοκρατικούς ιδεασμούς τους μέσα στο ασημόχαρτο ενός προσχηματικού δικαιωματισμού, δεν (πρέπει να) ενδιαφέρουν την πολιτεία. Από την άποψη του δικαίου, το δίλημμα Κουφοντίνα δεν είναι δίλημμα. Η δημοκρατική πολιτεία υπάρχει για να προστατεύει τη ζωή –την κάθε ζωή– χωρίς να ζητάει ποινικό μητρώο. Υπάρχει για να μεταβολίζει σε ένα σύστημα απροσωπόληπτης δικαιοσύνης την ανεκρίζωτη ροπή μας προς την εκδίκηση.

Το δίλημμα Κουφοντίνα, όμως, δεν είναι μόνο δίλημμα φιλοσοφίας του δικαίου. Ζυμώνεται τις τελευταίες ημέρες και ως πολιτικό ερώτημα ιστορικών διαστάσεων. Στα μάτια των πολλών, η κυβέρνηση δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι έθεσε η ίδια σε κίνδυνο τη ζωή του απεργού πείνας. Η απόφαση ήταν δική του. Με αφετηρία αυτήν τη διαπίστωση, κάποιοι επιχειρούν να ζυγίσουν τον αντίκτυπο που θα είχε μιαν ανυποχώρητη στάση της πολιτείας.

Οι απαντήσεις που δίνονται είναι, χονδρικά, δύο: Οι διαλλακτικοί πιστεύουν ότι υπάρχει κίνδυνος αναζωπύρωσης των θυλάκων πολιτικής βίας, σε μια περίοδο που το φαινόμενο βρίσκεται σε ύφεση. Εκφράζονται φόβοι για αλυσιδωτές αντιδράσεις, που μπορεί να απειλήσουν ακόμη και την επάνοδο στη μεταπανδημική κανονικότητα – αν όχι και να δημιουργήσουν συνθήκες εκκόλαψης μιας νέας γενιάς τρομοκρατίας.

Η δεύτερη απάντηση θεωρεί υπερβολικές τις εκτιμήσεις για το βεληνεκές του περιθωρίου. Η αντιπαράθεση εκθέτει ήδη, λένε, τους απολογητές της βίας. Και θα τους εκθέτει περισσότερο, όσο η συνηγορία τους γίνεται δραστικότερη. Η μεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώμης δεν θα ανεχόταν να δει τη χώρα να πυρπολείται για χάρη ενός αμεταμέλητου δολοφόνου.

Η αδιαλλαξία, όμως, δεν είναι προϊόν μόνο βραχέος πολιτικού υπολογισμού. Για ορισμένους είναι και θέμα αρχών. Σύμφωνα με αυτούς, επί 47 χρόνια η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία αντιδρά ενοχικά απέναντι σε έναν κλάδο των εχθρών της. Τώρα, πρέπει να φανεί άτεγκτη, όχι για λόγους γοήτρου ή ρεβανσισμού. Πρέπει να επιχειρήσει μια ιστορική τομή, δείχνοντας ότι στην επικράτειά της οι μολότοφ ή τα καλάσνικοφ δεν παράγουν πια πολιτικά αποτελέσματα. Πρέπει να δείξει ότι οι θεσμοί πια δεν απειλούνται.

Η επιλογή της αναμέτρησης έχει μεγάλο ρίσκο. Η επιλογή της καταλλαγής αραιώνει το ρίσκο. Το διαιωνίζει σε μικρές δόσεις.



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου