ΟΙ ΚΗΠΟΥΡΟΙ ΤΗΣ "ΑΥΓΗΣ", 1.521 (160)
"Η ΑΥΓΗ", 29/03/17 |
ΣΤΟ ΗΘΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟ ΝΟΜΙΜΟ
Του Άγγελου Μανταδάκη
O ΣΥΡΙΖΑ δημιουργήθηκε με την ενοποίηση κομμάτων και κινήσεων που κινούνταν μέσα στο πλαίσιο του ευρύτερου αριστερού χώρου, ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες, αλλά με κοινή αναφορά την ανάγκη οικοδόμησης ενός μετώπου κατά του νεοφιλελευθερισμού.
Ενσάρκωσε επομένως στην Ελλάδα τη δυναμική ενός κινήματος που αμφισβητούσε τα Μνημόνια και διατύπωνε μια πρόταση ανατροπής της πολιτικής της λιτότητας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προτιμήθηκε από το εκλογικό σώμα μόνο γι’ αυτό ή μόνο για την ελκυστική φιγούρα του αρχηγού του. Κυρίως προτιμήθηκε ως εγγυητής μιας δύναμης ικανής να εξυγιάνει τον δημόσιο χώρο από τα αρρωστημένα φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς που είχαν ως μόνιμα θύματα τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Η συνέχεια του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2012 ήταν πρωτοφανής. Ως ενιαίος φορέας ακολούθησε μια ανοδική πορεία, που τον οδήγησε στο να εξελιχθεί σε κυρίαρχη πολιτική δύναμη στον ελλαδικό χώρο και σε αντικείμενο μελέτης σε ολόκληρη την Ευρώπη. Σήμερα όμως, η συγκυρία είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη προ τεσσάρων ετών. Και ως προς το εσωτερικό σκηνικό, και ως προς τις διεθνείς εξελίξεις.
Στην Ελλάδα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛΛ. δίνει σκληρή μάχη για να κλείσει ο κύκλος της αξιολόγησης και να προκύψει συμφωνία απομείωσης του χρέους και ένταξης της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η εκπλήρωση των στόχων του οδικού χάρτη που διαμόρφωσε η κυβέρνηση θα οδηγήσει σε μια άλλη ποιοτικά καλύτερη κατάσταση της οικονομίας, αφού θα διευκολύνει την είσοδο επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα.
Το διεθνές σκηνικό συμπληρώνεται και επηρεάζεται επίσης από το Brexit, από την αλλαγή στην αμερικανική ηγεσία, τις εκλογικές αναμετρήσεις σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, τις εξελίξεις στο Συριακό και το Προσφυγικό και την κρίση στις ευρωτουρκικές σχέσεις.
Στις συγκεκριμένες λοιπόν συνθήκες, προκειμένου να εκπληρωθούν οι στόχοι μας, χρειάζεται μια ευρύτατη κοινωνική στήριξη της κυβέρνησης, που θα γίνει παράλληλα με την εκλαΐκευση του κυβερνητικού έργου.
Ο ρόλος του κόμματος, στον οποίο έχουμε ήδη αναφερθεί εξαντλητικά και στη διάρκεια του πρόσφατου συνεδρίου και πριν από αυτό, προβάλλει για άλλη μια φορά ιδιαίτερα καθοριστικός. Το κόμμα ως οργανωμένη συλλογικότητα ακολουθεί πορεία υστέρησης συγκριτικά με την πολιτική του επιρροή.
Έμεινε μικρό σε σχέση με τον ηγεμονικό ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν παρακολουθεί την εξέλιξη του κυβερνητικού έργου. Φαίνεται πολλές φορές ότι η κυβέρνηση έχει αποστασιοποιηθεί από το κόμμα και ενεργεί μόνη της αφήνοντας το κόμμα σε ρόλο θεατή. Υπουργοί σπεύδουν να ασχοληθούν με τη διαπραγμάτευση ως μη όφειλαν, αφού οι διαπραγματευτές είναι ο πρωθυπουργός, ο υπουργός και ο υφυπουργός των Οικονομικών. Γεγονότα που δεν ταιριάζουν με τη φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τον εκθέτουν, συναντώνται συχνά στην καθημερινή ζωή. Πολλές φορές το απλό μέλος αναρωτιέται γιατί να συμβαίνουν ορισμένα πράγματα που το ενοχλούν και για τα οποία δεν παίρνει απαντήσεις. Π.χ. η περίπτωση με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΔΕΣΦΑ, όπου χρειάστηκε να επιστρατευτούν δύο υπουργοί για να υπερασπιστούν τον εν λόγω παράγοντα, ισχυριζόμενοι ότι η διαφορά εφάπαξ που έλαβε κατά την προαγωγή του δεν ήταν τόσο υψηλή όσο ισχυρίστηκαν στην αντιπολίτευση (100.000), αλλά μόνο 27.000 ευρώ (!). Όταν αυτά τα ποσά εμφανίζονται από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο ως φυσιολογικά σε ανθρώπους με μισθό 400 ώς 600 ευρώ ή σε ανέργους, αποτελούν τουλάχιστον πρόκληση.
Στη δεύτερη περίπτωση καταγγέλλεται αύξηση μαμούθ στις αποδοχές στελεχών του ΟΔΔΗΧ (Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους) όπου ο έχων τη θέση του γενικού διευθυντή σχεδόν διπλασιάζει τον μισθό του, αφού επικαλείται διάταξη με βάση την οποία ο ανώτερες αποδοχές του γενικού διευθυντή και του αναπληρωτή γενικού διευθυντή δεν ακολουθούν το όριο των δημόσιων υπαλλήλων, αλλά εκείνο του προέδρου του Αρείου Πάγου (αθροιστικά άνω των 8.000 ευρώ)(!). Είναι τόσο δύσκολο σε στελέχη της κυβέρνησης και του κόμματος να αντιληφθούν ότι τέτοιοι αριθμοί μας τρομάζουν γιατί τα ακροατήριά μας έχουν εισοδήματα μέχρι και δέκα φορές μικρότερα; Ότι το χειρότερο που μπορεί να πάθει ένα κόμμα αριστερό είναι η αποξένωση από την κοινωνική του βάση;
Το νόμιμο και το ηθικό πάντα στη χώρα μας βρίσκονταν σε μια περίεργη σχέση. Το πρώτο ποτέ δεν εξασφάλιζε το δεύτερο, αλλά και το δεύτερο δεν οδηγούσε πάντα στο πρώτο. Ας το προσέξουμε.
Του Άγγελου Μανταδάκη
O ΣΥΡΙΖΑ δημιουργήθηκε με την ενοποίηση κομμάτων και κινήσεων που κινούνταν μέσα στο πλαίσιο του ευρύτερου αριστερού χώρου, ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες, αλλά με κοινή αναφορά την ανάγκη οικοδόμησης ενός μετώπου κατά του νεοφιλελευθερισμού.
Ενσάρκωσε επομένως στην Ελλάδα τη δυναμική ενός κινήματος που αμφισβητούσε τα Μνημόνια και διατύπωνε μια πρόταση ανατροπής της πολιτικής της λιτότητας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προτιμήθηκε από το εκλογικό σώμα μόνο γι’ αυτό ή μόνο για την ελκυστική φιγούρα του αρχηγού του. Κυρίως προτιμήθηκε ως εγγυητής μιας δύναμης ικανής να εξυγιάνει τον δημόσιο χώρο από τα αρρωστημένα φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς που είχαν ως μόνιμα θύματα τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Η συνέχεια του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2012 ήταν πρωτοφανής. Ως ενιαίος φορέας ακολούθησε μια ανοδική πορεία, που τον οδήγησε στο να εξελιχθεί σε κυρίαρχη πολιτική δύναμη στον ελλαδικό χώρο και σε αντικείμενο μελέτης σε ολόκληρη την Ευρώπη. Σήμερα όμως, η συγκυρία είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη προ τεσσάρων ετών. Και ως προς το εσωτερικό σκηνικό, και ως προς τις διεθνείς εξελίξεις.
Στην Ελλάδα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛΛ. δίνει σκληρή μάχη για να κλείσει ο κύκλος της αξιολόγησης και να προκύψει συμφωνία απομείωσης του χρέους και ένταξης της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η εκπλήρωση των στόχων του οδικού χάρτη που διαμόρφωσε η κυβέρνηση θα οδηγήσει σε μια άλλη ποιοτικά καλύτερη κατάσταση της οικονομίας, αφού θα διευκολύνει την είσοδο επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα.
Το διεθνές σκηνικό συμπληρώνεται και επηρεάζεται επίσης από το Brexit, από την αλλαγή στην αμερικανική ηγεσία, τις εκλογικές αναμετρήσεις σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, τις εξελίξεις στο Συριακό και το Προσφυγικό και την κρίση στις ευρωτουρκικές σχέσεις.
Στις συγκεκριμένες λοιπόν συνθήκες, προκειμένου να εκπληρωθούν οι στόχοι μας, χρειάζεται μια ευρύτατη κοινωνική στήριξη της κυβέρνησης, που θα γίνει παράλληλα με την εκλαΐκευση του κυβερνητικού έργου.
Ο ρόλος του κόμματος, στον οποίο έχουμε ήδη αναφερθεί εξαντλητικά και στη διάρκεια του πρόσφατου συνεδρίου και πριν από αυτό, προβάλλει για άλλη μια φορά ιδιαίτερα καθοριστικός. Το κόμμα ως οργανωμένη συλλογικότητα ακολουθεί πορεία υστέρησης συγκριτικά με την πολιτική του επιρροή.
Έμεινε μικρό σε σχέση με τον ηγεμονικό ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν παρακολουθεί την εξέλιξη του κυβερνητικού έργου. Φαίνεται πολλές φορές ότι η κυβέρνηση έχει αποστασιοποιηθεί από το κόμμα και ενεργεί μόνη της αφήνοντας το κόμμα σε ρόλο θεατή. Υπουργοί σπεύδουν να ασχοληθούν με τη διαπραγμάτευση ως μη όφειλαν, αφού οι διαπραγματευτές είναι ο πρωθυπουργός, ο υπουργός και ο υφυπουργός των Οικονομικών. Γεγονότα που δεν ταιριάζουν με τη φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τον εκθέτουν, συναντώνται συχνά στην καθημερινή ζωή. Πολλές φορές το απλό μέλος αναρωτιέται γιατί να συμβαίνουν ορισμένα πράγματα που το ενοχλούν και για τα οποία δεν παίρνει απαντήσεις. Π.χ. η περίπτωση με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΔΕΣΦΑ, όπου χρειάστηκε να επιστρατευτούν δύο υπουργοί για να υπερασπιστούν τον εν λόγω παράγοντα, ισχυριζόμενοι ότι η διαφορά εφάπαξ που έλαβε κατά την προαγωγή του δεν ήταν τόσο υψηλή όσο ισχυρίστηκαν στην αντιπολίτευση (100.000), αλλά μόνο 27.000 ευρώ (!). Όταν αυτά τα ποσά εμφανίζονται από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο ως φυσιολογικά σε ανθρώπους με μισθό 400 ώς 600 ευρώ ή σε ανέργους, αποτελούν τουλάχιστον πρόκληση.
Στη δεύτερη περίπτωση καταγγέλλεται αύξηση μαμούθ στις αποδοχές στελεχών του ΟΔΔΗΧ (Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους) όπου ο έχων τη θέση του γενικού διευθυντή σχεδόν διπλασιάζει τον μισθό του, αφού επικαλείται διάταξη με βάση την οποία ο ανώτερες αποδοχές του γενικού διευθυντή και του αναπληρωτή γενικού διευθυντή δεν ακολουθούν το όριο των δημόσιων υπαλλήλων, αλλά εκείνο του προέδρου του Αρείου Πάγου (αθροιστικά άνω των 8.000 ευρώ)(!). Είναι τόσο δύσκολο σε στελέχη της κυβέρνησης και του κόμματος να αντιληφθούν ότι τέτοιοι αριθμοί μας τρομάζουν γιατί τα ακροατήριά μας έχουν εισοδήματα μέχρι και δέκα φορές μικρότερα; Ότι το χειρότερο που μπορεί να πάθει ένα κόμμα αριστερό είναι η αποξένωση από την κοινωνική του βάση;
Το νόμιμο και το ηθικό πάντα στη χώρα μας βρίσκονταν σε μια περίεργη σχέση. Το πρώτο ποτέ δεν εξασφάλιζε το δεύτερο, αλλά και το δεύτερο δεν οδηγούσε πάντα στο πρώτο. Ας το προσέξουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου