Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" (κύριο θέμα+ολοσέλιδο αφιέρωμα)
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", κύριο θέμα, 25-26/03/17
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 25-26/03/17
Η Ευρώπη των «27»: ένας ειλικρινής διάλογος
Των ΖΑΝ-ΚΛΟΝΤ ΓΙΟΥΝΚΕΡ και ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΥ*
Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση υπήρξε ανέκαθεν ένα εγχείρημα από τους πολίτες για τους πολίτες. Ηταν το κίνημα μιας γενιάς που, ενωμένη, είπε: «Ποτέ ξανά!». Με την υπογραφή των Συνθηκών της Ρώμης, στις 25 Μαρτίου 1957, τα έξι ιδρυτικά κράτη–μέλη της Ε.Ε. έστειλαν τα φαντάσματα του παρελθόντος της Ευρώπης στα βιβλία της Ιστορίας, από όπου οι μελλοντικές γενιές θα διδάσκονται τι δεν θα πρέπει να επαναλάβουν ποτέ.
Η 60ή επέτειος της σημαδιακής αυτής ημέρας σηματοδοτεί την αναγέννηση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Ζούμε σε έναν κόσμο που διαρκώς μεταβάλλεται και έχει έρθει η στιγμή να ανανεώσουμε τις υποσχέσεις μας και να επαναβεβαιώσουμε τη δέσμευσή μας για ένα κοινό μέλλον, στο οποίο όλοι οι πολίτες και όλα τα κράτη–μέλη θα απολαμβάνουν ίση μεταχείριση. Για να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των πολιτών, η νέα Ευρώπη των «27» πρέπει να δράσει με όραμα και αποφασιστικότητα.
Για τον λόγο αυτό, πρέπει να αναζητήσουμε νέες απαντήσεις σ’ ένα ερώτημα τόσο παλιό όσο και η Ενωσή μας: «Προς τα πού βαδίζουμε;». Ωστόσο, δεν μπορούμε να δώσουμε μόνοι μας τις απαντήσεις αυτές. Η Ευρώπη δεν μπορεί να καθοδηγείται με εκτελεστικά διατάγματα. Είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί από τους Ευρωπαίους πολίτες.
Εδώ και πολύ καιρό, υφίσταται χάσμα μεταξύ των προσδοκιών των πολιτών και των πραγματικών δυνατοτήτων της Ευρώπης. Δεν θα πρέπει, λοιπόν, να προσποιούμαστε ότι η Ευρώπη, μόνη της, μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα. Αντίστοιχα, δεν μπορεί να βρίσκει έδαφος η άποψη ότι τα κράτη μπορούν μόνα τους να επιτυγχάνουν τα πάντα. Οι προκλήσεις της μεταναστευτικής κρίσης και της απειλής της τρομοκρατίας δεν σταματούν στα εθνικά σύνορα, και η αντιμετώπισή τους μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνο σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αντεπεξέλθει μόνη της στην τεράστια πίεση της προσφυγικής κρίσης. Γι’ αυτό και η Ευρώπη στάθηκε στο πλευρό της από την πρώτη στιγμή.
Για τους λόγους αυτούς, πιστεύουμε ότι ήρθε η ώρα να ξεκινήσουμε έναν ειλικρινή διάλογο σχετικά με το τι θέλουμε από την Ενωσή μας στο μέλλον.
Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε να λειτουργούμε με τον ίδιο τρόπο, όπως και σήμερα. Χωρίς να επαναπαυόμαστε στις δάφνες μας, αλλά επικεντρώνοντας όλες τις ενέργειές μας στην αντιμετώπιση των σημαντικών ζητημάτων, όπως η μετανάστευση, η ασφάλεια και η διαχείριση των συνόρων, η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, της ψηφιακής ενιαίας αγοράς, της ενεργειακής ένωσης, της ένωσης κεφαλαιαγορών και της αμυντικής ένωσης.
Θα μπορούσαμε, επίσης, να ακολουθήσουμε μια ακριβώς αντίθετη πορεία και να προχωρήσουμε σε μια Ε.Ε. των «27» με αποκλειστικό σκοπό την ενιαία αγορά. Η Ευρώπη, όμως, είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια αγορά αγαθών και χρημάτων. Με άλλα λόγια, θα ήταν σαν να προδίδαμε αξίες για τις οποίες έχουμε δώσει τόσους αγώνες.
Ενα τρίτο σενάριο θα ήταν να επιτραπεί στα κράτη–μέλη που το επιθυμούν να αναπτύξουν μεγαλύτερη δράση σε κάποιους τομείς που προβλέπονται ήδη από τις συνθήκες, δίνοντας όμως τη δυνατότητα και στα υπόλοιπα κράτη–μέλη να ακολουθήσουν, όταν θα είναι έτοιμα. Κάτι τέτοιο συμβαίνει ήδη, καθώς διάφορες ομάδες κρατών από όλη την ήπειρο συνεργάζονται, για παράδειγμα, για τη δημιουργία ενός δικαστηρίου ευρεσιτεχνιών της Ε.Ε. ή την εναρμόνιση των νομοθεσιών τους σε τομείς όπως τα διαζύγια και το καθεστώς ιδιοκτησίας για τα διεθνή ζευγάρια, ή τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας με στόχο την καταπολέμηση της απάτης εις βάρος του προϋπολογισμού της Ε.Ε. Τα παραδείγματα αυτά ενισχυμένης συνεργασίας αποδεικνύουν ότι δεν χρειάζεται όλοι να προχωρούν με την ίδια ταχύτητα, αλλά ότι χρειάζεται όλοι να πηγαίνουν προς την ίδια κατεύθυνση.
Σύμφωνα με μια παραλλαγή του σεναρίου αυτού, η Ε.Ε. των «27» θα μπορούσε να κάνει πολύ περισσότερα, από κοινού, σ’ έναν περιορισμένο αριθμό τομέων, όπου οι δράσεις μας έχουν, πράγματι, προστιθέμενη αξία και οι πολίτες προσβλέπουν σε αυτές. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε στην ουσία να «κάνουμε λιγότερα» με πιο αποδοτικό τρόπο, σε τομείς στους οποίους τα κράτη–μέλη δεν μπορούν να συμφωνήσουν ή που προτιμούν να αντιμετωπίζουν μόνα τους.
Τέλος, τα κράτη–μέλη θα μπορούσαν να κινηθούν όσο το δυνατόν ταχύτερα και να αποφασίσουν να μοιραστούν περισσότερες αρμοδιότητες, πόρους και διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε όλους τους τομείς.
Και τα πέντε αυτά σενάρια είναι εφικτά. Χωρίς αμφιβολία, θα προκαλέσουν έντονη αντιπαράθεση στα εθνικά κοινοβούλια, στις κυβερνήσεις, στην κοινωνία των πολιτών και στους πολίτες. Στην πραγματικότητα, το πιθανότερο είναι ότι το μέλλον της Ευρώπης θα διαμορφωθεί σύμφωνα με ένα έκτο σενάριο, που θα έχετε σχεδιάσει εσείς οι ίδιοι, οι πολίτες.
Η Ευρώπη έχει «ραντεβού» με τη Δημοκρατία το 2019. Από σήμερα και έως τις επόμενες ευρωεκλογές θέλουμε να ακουστούν όλες οι φωνές. Το μέλλον μας πρέπει να σχεδιαστεί από όλους μας και να ανήκει σε όλους μας. Οχι από τα θεσμικά όργανα ή τους πολιτικούς, αλλά από τους πολίτες. Σε ό,τι αφορά την Ε.Ε., ήταν πάντοτε πολύ εύκολο για τους προέδρους και τους πρωθυπουργούς να λένε τι δεν θέλουν. Τώρα θα πρέπει να προετοιμαστούν και να συμμετάσχουν σε συζητήσεις σε κάθε γωνιά της Ευρώπης, με κάθε κομμάτι της κοινωνίας, για να αποφασίσουν τι είναι αυτό που θέλουν.
Οποιον δρόμο, τελικά, και αν αποφασίσουμε να ακολουθήσουμε, το μέλλον βρίσκεται στα χέρια μας.
Η Ευρώπη κατόρθωσε το ακατόρθωτο: 60 χρόνια διαρκούς ειρήνης, ευημερίας και σταθερότητας. Δεν θα πρέπει, πάντως, να θεωρούμε αυτά τα επιτεύγματα ως κάτι δεδομένο. Η Ευρώπη πάντοτε ήταν και παραμένει και σήμερα επιλογή. Κάνοντας τις επιλογές μας σήμερα, αύριο, σε δύο χρόνια από τώρα, θα πρέπει να έχουμε πλήρη επίγνωση των συνεπειών τους, όχι για εμάς τους ίδιους, αλλά για τις επόμενες γενιές.
Γιατί δεν θα κριθούμε γι’ αυτό που κληρονομήσαμε, αλλά γι’ αυτό που εμείς θα αφήσουμε πίσω μας ως κληρονομιά.
*Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και πίτροπος Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ιθαγένειας, αντιστοίχως
Το μήνυμα των 60 χρόνων είναι
Εύχομαι η χώρα να βρει γρήγορα τη θέση της σε μια πιο συνεκτική Ε.Ε., λέει στην «Κ» ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν
Στην Αλεξία Κεφαλά
Οταν κάνουμε λόγο για την Ενωμένη Ευρώπη, το όνομά του έρχεται αυτόματα στο μυαλό μας. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους υπερασπιστές της Ευρωπαϊκής Ενωσης και είναι εκείνος ο οποίος επέτρεψε, ουσιαστικά, στην Ελλάδα να γίνει το δέκατο μέλος της ΕΟΚ, από το 1981, ο άνθρωπος που πάντα υπερασπιζόταν το όνειρο του Σούμαν και του Μονέ, ήδη πριν από 60 χρόνια.
Σε αυτή την επέτειο της Συνθήκης της Ρώμης, ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν είναι περιζήτητος. Τη στιγμή που όλοι οι αρχηγοί κρατών συγκεντρώνονται στην ιταλική πρωτεύουσα, ο πρώην πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας εκμυστηρεύεται στην «Κ» ότι «όλοι οι αρχηγοί κρατών θέλουν να παρευρίσκονται σε αυτήν τη γιορτή, όμως το πνεύμα των ιδρυτών έχει εξαφανιστεί. Οι πατέρες της Ευρώπης που κατάφεραν να ενοποιήσουν και να αποκαταστήσουν την ειρήνη στην ήπειρο μέσω της οικονομικής ολοκλήρωσης, οραματίζονταν μια ομοσπονδία η οποία μακροπρόθεσμα θα μετατρεπόταν σε πολιτική». Θα ήθελε λοιπόν «η επέτειος αυτή να προκαλέσει μια αρχή προκειμένου να αναζωπυρωθεί η φλόγα των ιδρυτών», όπως λέει.
Αυτή η φλόγα για τον πρώην πρόεδρο δεν αφορά μόνο την ενοποίηση.
«Το επόμενο βήμα για την ενοποίηση, μετά το ευρώ, είναι η φορολογική ένωση: ίδιο νόμισμα, ίδιοι φόροι. Ζώντας σε έναν χώρο ουδετερότητας και φορολογικής ισότητας, οι νεαροί Ευρωπαίοι, αλλά και όλοι οι οικονομικοί παράγοντες θα βιώσουν τη συναρπαστική αίσθηση μιας καινούριας ελευθερίας, προκειμένου να αναλάβουν δράση, να δημιουργήσουν, να παραγάγουν. Η ομάδα των ιδρυτικών χωρών, μαζί με την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Αυστρία, θα μπορούσε να προχωρήσει προς τα εμπρός, δίχως να κλείσει την πόρτα σε εκείνες τις χώρες που θέλουν να φθάσουν στο ίδιο επίπεδο σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα».
Από καιρό, ο πρώην πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας εξηγούσε ότι η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να είχε ενταχθεί στην Ευρωζώνη. Διατηρώντας στενούς δεσμούς με τη χώρα, λέει ότι «η Ελλάδα έχει μια πολιτισμική σημασία ζωτική για την Ευρώπη», όμως η συγκυρία αποτελεί σημαντικό εμπόδιο.
«Τα προβλήματα του χρέους της παραμένουν μεγάλα. Βρίσκεται, επίσης, στην πρώτη γραμμή με την Ιταλία, για να διαχειριστεί την άφιξη των μεταναστών που καταλήγουν στις ακτές της: η Ε.Ε. πρέπει να λάβει υπόψη τη δημογραφική και οικονομική πρόκληση που αυτό το φαινόμενο αντιπροσωπεύει. Εύχομαι η Ελλάδα να βρει γρήγορα τη θέση της σε μια πιο συνεκτική Ενωση». Μια ευχή που αποκτά το νόημά της αυτές τις ημέρες και ουσιαστικά λειτουργεί και ως μήνυμα προς τους Ευρωπαίους ηγέτες που συγκεντρώθηκαν στη Ρώμη για την 60ή επέτειο.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 25-26/03/17
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η ευρωπαϊκή ιδέα
Του ΕΥΑΝΘΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ*
Η 15η Σεπτεμβρίου 1983 ήταν μια σημαντική ημέρα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Για πρώτη φορά, είχε κληθεί να απευθύνει ομιλία στην Ολομέλεια ο αρχηγός ενός κράτουςμέλους. Και αυτός ήταν ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η παρουσία του Κωνσταντίνου Καραμανλή στο Ευρωκοινοβούλιο ήταν, ταυτόχρονα, μια μεγάλη στιγμή και για την Ελλάδα. Οι «πατέρες της Ευρώπης» δεν υπήρχαν πλέον και το άστρο του Ζακ Ντελόρ δεν είχε ακόμη ανατείλει. Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας εκλήθη στην Ολομέλεια ως ένα ευρωπαϊκό σύμβολο – ως ο ηγέτης που είχε επαναφέρει στη χώρα του τη δημοκρατία, την ασφάλεια της οποίας είχε έμπρακτα εναποθέσει στη συμμετοχή της στην Κοινότητα.
Κατά την ομιλία του, στην οποία έντονα φαίνονται οι επιρροές της σκέψης και του Κωνσταντίνου Τσάτσου, ο Καραμανλής δεν παρέλειψε, φυσικά, να αναφερθεί στην Ελλάδα, «που χάρισε στην Ευρώπη το όνομά της και πρόσφερε σ’ αυτή επί πολλούς αιώνες τον λόγο και το πνεύμα της», καθώς και στο συνεχιζόμενο τραύμα της Κύπρου. Σημείωσε όμως ότι θα ομιλούσε «περισσότερο σαν άνθρωπος που πιστεύει βαθύτατα στην Ευρωπαϊκή Ιδέα και λιγότερο σαν φορέας των σκέψεων της χώρας που εκπροσωπώ». Το κεντρικό ερώτημα που έθεσε ήταν απλό: «Θέλουμε ή δεν θέλουμε την Ενωση της Ευρώπης; […] Πρόθεσή μου είναι να ενθαρρύνω το κίνημα το ενωτικό, αποδεικνύοντας την αναγκαιότητα της Ενώσεως».
Ο Καραμανλής υπενθύμισε ότι, από την αρχή, από τη Συνθήκη της Ρώμης του 1957, στόχος ήταν η πολιτική ενοποίηση. Υπογράμμισε τα τεράστια επιτεύγματα της Κοινότητας στην κατοχύρωση της ειρήνης και της ευημερίας. Αλλά δεν δίστασε, παράλληλα, να επισημάνει την ανασταλτική επιρροή των «εθνικιστικών προκαταλήψεων» και του συντηρητισμού. Ηδη, «η καθυστέρηση της πολιτικής σε σχέση προς την οικονομική ενοποιητική πορεία […] όχι μόνο ανέστειλε την πορεία προς την Ενωση, αλλά συνετέλεσε και στην επιβράδυνση των επιδιώξεών μας στον ίδιο τον οικονομικό τομέα». Και η λύση που πρότεινε ήταν η επιτάχυνση της πορείας προς την πολιτική ενοποίηση: «Η γνώση του έσχατου τέρματος θα καταστήσει δυνατή την ασφαλή και ταχεία προσέγγισή του». Βασικός άξονας της σκέψης του, η ρήση του Μοντεσκιέ, στην οποία ρητά παρέπεμψε: «L’Europe n’est plus qu’une nation composée de plusieurs» (Η Ευρώπη είναι ένα έθνος που αποτελείται από περισσότερα).
Η λύση, επομένως, ήταν μια φυγή προς τα εμπρός, χάρη στην οποία η Ευρώπη θα επιβίωνε σε ένα σκληρό κόσμο. Ο Καραμανλής απέρριψε τις ενστάσεις των σκεπτικιστών, ως δείγμα της αδυναμίας τους να προσαρμοστούν στην ιστορική εξέλιξη: «Ο απομονωτισμός, τα δασμολογικά τείχη και η ανέφικτη αυτάρκεια είναι ιστορικά ξεπερασμένα στάδια οικονομικής και πολιτικής δράσεως και αποτελούν παθητική αντιμετώπιση των γεγονότων». Ακόμη πιο σκληρός, όμως, ήταν απέναντι στις πολιτισμικές επικλήσεις των ευρωσκεπτικιστών. Οι ανησυχίες τους «οφείλονται προφανώς σε σύγχυση. Παρασυρμένοι από τις διαφορές της επιφανείας, δεν βλέπουν την ενότητα του βάθους. Δεν βλέπουν τα κοινά συμφέροντα και τους κινδύνους που συνδέουν τους Ευρωπαίους. Λησμονούν την κοινή πολιτιστική τους παράδοση. Τη συγγένεια των ηθών τους. Και την ταυτότητα των μορφών της σκέψεώς τους». Επρόκειτο για μια επιλογή «μεταξύ προόδου και οπισθοδρόμησης». Με σαφήνεια, ο Καραμανλής έδειξε ότι δεν είχε τίποτε το κοινό με τον κόσμο των ευρωσκεπτικιστών. Δεν ήθελε να έχει.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", κύριο θέμα, 25-26/03/17
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 25-26/03/17
Η Ευρώπη των «27»: ένας ειλικρινής διάλογος
Των ΖΑΝ-ΚΛΟΝΤ ΓΙΟΥΝΚΕΡ και ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΥ*
Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση υπήρξε ανέκαθεν ένα εγχείρημα από τους πολίτες για τους πολίτες. Ηταν το κίνημα μιας γενιάς που, ενωμένη, είπε: «Ποτέ ξανά!». Με την υπογραφή των Συνθηκών της Ρώμης, στις 25 Μαρτίου 1957, τα έξι ιδρυτικά κράτη–μέλη της Ε.Ε. έστειλαν τα φαντάσματα του παρελθόντος της Ευρώπης στα βιβλία της Ιστορίας, από όπου οι μελλοντικές γενιές θα διδάσκονται τι δεν θα πρέπει να επαναλάβουν ποτέ.
Η 60ή επέτειος της σημαδιακής αυτής ημέρας σηματοδοτεί την αναγέννηση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Ζούμε σε έναν κόσμο που διαρκώς μεταβάλλεται και έχει έρθει η στιγμή να ανανεώσουμε τις υποσχέσεις μας και να επαναβεβαιώσουμε τη δέσμευσή μας για ένα κοινό μέλλον, στο οποίο όλοι οι πολίτες και όλα τα κράτη–μέλη θα απολαμβάνουν ίση μεταχείριση. Για να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των πολιτών, η νέα Ευρώπη των «27» πρέπει να δράσει με όραμα και αποφασιστικότητα.
Για τον λόγο αυτό, πρέπει να αναζητήσουμε νέες απαντήσεις σ’ ένα ερώτημα τόσο παλιό όσο και η Ενωσή μας: «Προς τα πού βαδίζουμε;». Ωστόσο, δεν μπορούμε να δώσουμε μόνοι μας τις απαντήσεις αυτές. Η Ευρώπη δεν μπορεί να καθοδηγείται με εκτελεστικά διατάγματα. Είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί από τους Ευρωπαίους πολίτες.
Εδώ και πολύ καιρό, υφίσταται χάσμα μεταξύ των προσδοκιών των πολιτών και των πραγματικών δυνατοτήτων της Ευρώπης. Δεν θα πρέπει, λοιπόν, να προσποιούμαστε ότι η Ευρώπη, μόνη της, μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα. Αντίστοιχα, δεν μπορεί να βρίσκει έδαφος η άποψη ότι τα κράτη μπορούν μόνα τους να επιτυγχάνουν τα πάντα. Οι προκλήσεις της μεταναστευτικής κρίσης και της απειλής της τρομοκρατίας δεν σταματούν στα εθνικά σύνορα, και η αντιμετώπισή τους μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνο σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αντεπεξέλθει μόνη της στην τεράστια πίεση της προσφυγικής κρίσης. Γι’ αυτό και η Ευρώπη στάθηκε στο πλευρό της από την πρώτη στιγμή.
Για τους λόγους αυτούς, πιστεύουμε ότι ήρθε η ώρα να ξεκινήσουμε έναν ειλικρινή διάλογο σχετικά με το τι θέλουμε από την Ενωσή μας στο μέλλον.
Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε να λειτουργούμε με τον ίδιο τρόπο, όπως και σήμερα. Χωρίς να επαναπαυόμαστε στις δάφνες μας, αλλά επικεντρώνοντας όλες τις ενέργειές μας στην αντιμετώπιση των σημαντικών ζητημάτων, όπως η μετανάστευση, η ασφάλεια και η διαχείριση των συνόρων, η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, της ψηφιακής ενιαίας αγοράς, της ενεργειακής ένωσης, της ένωσης κεφαλαιαγορών και της αμυντικής ένωσης.
Θα μπορούσαμε, επίσης, να ακολουθήσουμε μια ακριβώς αντίθετη πορεία και να προχωρήσουμε σε μια Ε.Ε. των «27» με αποκλειστικό σκοπό την ενιαία αγορά. Η Ευρώπη, όμως, είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια αγορά αγαθών και χρημάτων. Με άλλα λόγια, θα ήταν σαν να προδίδαμε αξίες για τις οποίες έχουμε δώσει τόσους αγώνες.
Ενα τρίτο σενάριο θα ήταν να επιτραπεί στα κράτη–μέλη που το επιθυμούν να αναπτύξουν μεγαλύτερη δράση σε κάποιους τομείς που προβλέπονται ήδη από τις συνθήκες, δίνοντας όμως τη δυνατότητα και στα υπόλοιπα κράτη–μέλη να ακολουθήσουν, όταν θα είναι έτοιμα. Κάτι τέτοιο συμβαίνει ήδη, καθώς διάφορες ομάδες κρατών από όλη την ήπειρο συνεργάζονται, για παράδειγμα, για τη δημιουργία ενός δικαστηρίου ευρεσιτεχνιών της Ε.Ε. ή την εναρμόνιση των νομοθεσιών τους σε τομείς όπως τα διαζύγια και το καθεστώς ιδιοκτησίας για τα διεθνή ζευγάρια, ή τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας με στόχο την καταπολέμηση της απάτης εις βάρος του προϋπολογισμού της Ε.Ε. Τα παραδείγματα αυτά ενισχυμένης συνεργασίας αποδεικνύουν ότι δεν χρειάζεται όλοι να προχωρούν με την ίδια ταχύτητα, αλλά ότι χρειάζεται όλοι να πηγαίνουν προς την ίδια κατεύθυνση.
Σύμφωνα με μια παραλλαγή του σεναρίου αυτού, η Ε.Ε. των «27» θα μπορούσε να κάνει πολύ περισσότερα, από κοινού, σ’ έναν περιορισμένο αριθμό τομέων, όπου οι δράσεις μας έχουν, πράγματι, προστιθέμενη αξία και οι πολίτες προσβλέπουν σε αυτές. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε στην ουσία να «κάνουμε λιγότερα» με πιο αποδοτικό τρόπο, σε τομείς στους οποίους τα κράτη–μέλη δεν μπορούν να συμφωνήσουν ή που προτιμούν να αντιμετωπίζουν μόνα τους.
Τέλος, τα κράτη–μέλη θα μπορούσαν να κινηθούν όσο το δυνατόν ταχύτερα και να αποφασίσουν να μοιραστούν περισσότερες αρμοδιότητες, πόρους και διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε όλους τους τομείς.
Και τα πέντε αυτά σενάρια είναι εφικτά. Χωρίς αμφιβολία, θα προκαλέσουν έντονη αντιπαράθεση στα εθνικά κοινοβούλια, στις κυβερνήσεις, στην κοινωνία των πολιτών και στους πολίτες. Στην πραγματικότητα, το πιθανότερο είναι ότι το μέλλον της Ευρώπης θα διαμορφωθεί σύμφωνα με ένα έκτο σενάριο, που θα έχετε σχεδιάσει εσείς οι ίδιοι, οι πολίτες.
Η Ευρώπη έχει «ραντεβού» με τη Δημοκρατία το 2019. Από σήμερα και έως τις επόμενες ευρωεκλογές θέλουμε να ακουστούν όλες οι φωνές. Το μέλλον μας πρέπει να σχεδιαστεί από όλους μας και να ανήκει σε όλους μας. Οχι από τα θεσμικά όργανα ή τους πολιτικούς, αλλά από τους πολίτες. Σε ό,τι αφορά την Ε.Ε., ήταν πάντοτε πολύ εύκολο για τους προέδρους και τους πρωθυπουργούς να λένε τι δεν θέλουν. Τώρα θα πρέπει να προετοιμαστούν και να συμμετάσχουν σε συζητήσεις σε κάθε γωνιά της Ευρώπης, με κάθε κομμάτι της κοινωνίας, για να αποφασίσουν τι είναι αυτό που θέλουν.
Οποιον δρόμο, τελικά, και αν αποφασίσουμε να ακολουθήσουμε, το μέλλον βρίσκεται στα χέρια μας.
Η Ευρώπη κατόρθωσε το ακατόρθωτο: 60 χρόνια διαρκούς ειρήνης, ευημερίας και σταθερότητας. Δεν θα πρέπει, πάντως, να θεωρούμε αυτά τα επιτεύγματα ως κάτι δεδομένο. Η Ευρώπη πάντοτε ήταν και παραμένει και σήμερα επιλογή. Κάνοντας τις επιλογές μας σήμερα, αύριο, σε δύο χρόνια από τώρα, θα πρέπει να έχουμε πλήρη επίγνωση των συνεπειών τους, όχι για εμάς τους ίδιους, αλλά για τις επόμενες γενιές.
Γιατί δεν θα κριθούμε γι’ αυτό που κληρονομήσαμε, αλλά γι’ αυτό που εμείς θα αφήσουμε πίσω μας ως κληρονομιά.
*Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και πίτροπος Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ιθαγένειας, αντιστοίχως
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 25-26/03/17 |
οι κοινές λύσεις προς το συμφέρον όλων
Του Αντόνιο Ταγιάνι*
Σήμερα εορτάζουμε την επέτειο των εξήντα καλύτερων ετών της ελεύθερης Ευρώπης. Ωστόσο, ποτέ μέχρι τώρα δεν ήταν τόσο αισθητή η απόσταση από το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Εντός και εκτός της Ε.Ε. διογκώνεται ο εθνικισμός και επικρατεί η αντίληψη «ο καθένας για τον εαυτό του». Για πρώτη φορά, αντί να χαιρετίζουμε νέες προσχωρήσεις, πρέπει να αντιμετωπίσουμε την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν μπορούμε να περιοριστούμε σε πανηγυρικές ρητορείες. Πρέπει να ξαναφέρουμε την Ευρώπη κοντά στους πολίτες, επιλύοντας με συνέπεια τα προβλήματά τους στην πράξη.
Η απάντηση στον λαϊκισμό είναι η Ευρώπη των επιτευγμάτων: μείωση της ανεργίας, διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, εγγύηση για ασφάλεια, μέριμνα για την προστασία του περιβάλλοντος. Να διαιρεθούμε σήμερα, να συνεχίσουμε τη μετακύλιση της ευθύνης για υπαιτιότητες ή σφάλματα σε άλλα θεσμικά όργανα ή κυβερνήσεις, δεν οδηγεί πουθενά. Είναι η ώρα του θάρρους και της ευθύνης ώστε να εργαστούμε για κοινές λύσεις προς το συμφέρον των λαών της Ευρώπης.
Σήμερα εορτάζουμε την επέτειο των εξήντα καλύτερων ετών της ελεύθερης Ευρώπης. Ωστόσο, ποτέ μέχρι τώρα δεν ήταν τόσο αισθητή η απόσταση από το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Εντός και εκτός της Ε.Ε. διογκώνεται ο εθνικισμός και επικρατεί η αντίληψη «ο καθένας για τον εαυτό του». Για πρώτη φορά, αντί να χαιρετίζουμε νέες προσχωρήσεις, πρέπει να αντιμετωπίσουμε την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν μπορούμε να περιοριστούμε σε πανηγυρικές ρητορείες. Πρέπει να ξαναφέρουμε την Ευρώπη κοντά στους πολίτες, επιλύοντας με συνέπεια τα προβλήματά τους στην πράξη.
Η απάντηση στον λαϊκισμό είναι η Ευρώπη των επιτευγμάτων: μείωση της ανεργίας, διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, εγγύηση για ασφάλεια, μέριμνα για την προστασία του περιβάλλοντος. Να διαιρεθούμε σήμερα, να συνεχίσουμε τη μετακύλιση της ευθύνης για υπαιτιότητες ή σφάλματα σε άλλα θεσμικά όργανα ή κυβερνήσεις, δεν οδηγεί πουθενά. Είναι η ώρα του θάρρους και της ευθύνης ώστε να εργαστούμε για κοινές λύσεις προς το συμφέρον των λαών της Ευρώπης.
Για τη μείωση της ανεργίας χρειάζεται μια Ευρώπη πιο ανταγωνιστική και προσανατολισμένη στην πραγματική οικονομία. Παράλληλα με το Σύμφωνο για τη Σταθερότητα και την Ανάπτυξη, απαιτείται ένα σύμφωνο γενεών. Δεν μπορούμε να κληροδοτήσουμε στους νέους οφειλές μη διαχειρίσιμες και οικονομίες αναποτελεσματικές που δυσχεραίνουν τη δημιουργία απασχόλησης. Πρέπει να εξασφαλίσουμε και για αυτούς τα οφέλη του δικού μας προτύπου κοινωνικής οικονομίας της αγοράς.
Η δημοσιονομική εξυγίανση από μόνη της δεν αρκεί. Απαιτείται επίσης μια πολιτική για τις επενδύσεις, για τη βιομηχανία, για τις υπηρεσίες, για την ψηφιακή τεχνολογία, καθώς και μια πραγματική ευρωπαϊκή αγορά. Πρέπει να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή διακυβέρνηση της οικονομίας. Η δημοσιονομική ευελιξία και η χρήση των ευρωπαϊκών ταμείων θα πρέπει να συνδυαστούν με ποιοτικές δαπάνες και μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της οικονομικής και διοικητικής αποτελεσματικότητας. Αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί στην πραγματική σύγκλιση των οικονομιών μας, απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να αποφέρει το ευρώ οφέλη σε όλους τους Ευρωπαίους. Χρειαζόμαστε απλούστερους κανόνες και διαδικασίες που να μην κάνουν πολίτες και επιχειρήσεις να ασφυκτιούν. Δεν πρέπει να χαθούμε στις λεπτομέρειες.
Η δημοσιονομική εξυγίανση από μόνη της δεν αρκεί. Απαιτείται επίσης μια πολιτική για τις επενδύσεις, για τη βιομηχανία, για τις υπηρεσίες, για την ψηφιακή τεχνολογία, καθώς και μια πραγματική ευρωπαϊκή αγορά. Πρέπει να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή διακυβέρνηση της οικονομίας. Η δημοσιονομική ευελιξία και η χρήση των ευρωπαϊκών ταμείων θα πρέπει να συνδυαστούν με ποιοτικές δαπάνες και μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της οικονομικής και διοικητικής αποτελεσματικότητας. Αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί στην πραγματική σύγκλιση των οικονομιών μας, απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να αποφέρει το ευρώ οφέλη σε όλους τους Ευρωπαίους. Χρειαζόμαστε απλούστερους κανόνες και διαδικασίες που να μην κάνουν πολίτες και επιχειρήσεις να ασφυκτιούν. Δεν πρέπει να χαθούμε στις λεπτομέρειες.
Αντιθέτως, πρέπει να επικεντρωθούμε στις μεγάλες παγκόσμιες προκλήσεις: εξωτερική πολιτική, άμυνα, εμπόριο, καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν διαθέτει από μόνο του την ισχύ να διαπραγματευθεί με τις ΗΠΑ, την Κίνα και τη Ρωσία. Μόνον μαζί μπορούμε να ασκήσουμε πραγματικά τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Ενωμένοι κατορθώνουμε να εξασφαλίσουμε στην ευρωπαϊκή αριστεία πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές, με σαφείς κανόνες, δίνοντας ένα τέλος στον αθέμιτο ανταγωνισμό.
Χρειαζόμαστε επίσης μια αγορά και μια ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία για την καλύτερη δυνατή προστασία μας βάσει των διαθέσιμων πόρων. Πρέπει να δημιουργηθούν συνέργειες και να αξιοποιηθούν στρατιωτικά μέσα τα οποία, μολονότι προέρχονται από διαφορετικές χώρες, να μπορούν εν τέλει να λειτουργούν με συντονισμένο τρόπο.
Για την προστασία των πολιτών από την τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα ή για την πάταξη της φοροδιαφυγής, είναι απαραίτητο να υπάρχει αμοιβαία εμπιστοσύνη. Οι υπηρεσίες πληροφοριών, τα δικαστήρια, οι αστυνομικές αρχές, η υπηρεσία δίωξης οικονομικού εγκλήματος οφείλουν να ανταλλάσσουν πληροφορίες και να εργάζονται από κοινού. Οπως ακριβώς και για τον έλεγχο των συνόρων μας, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούνται από κοινού περισσότεροι πόροι και να δημιουργηθεί ένα Ευρωπαϊκό Σώμα Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής.
Ολοι μαζί, με αλληλεγγύη, οφείλουμε να εγγυηθούμε το δικαίωμα σε άσυλο, αναμορφώνοντας τον κανονισμό του Δουβλίνου ώστε να καταστεί πιο αποτελεσματικός. Πρέπει να επιδείξουμε την ίδια αποφασιστικότητα τόσο στο πλαίσιο υποδοχής όλων όσοι δικαιούνται άσυλο όσο και στο πλαίσιο αποτροπής της παράνομης μετανάστευσης.
Για να αντιμετωπιστεί ένα συγκυριακό φαινόμενο που συνδέεται με την αύξηση του πληθυσμού, την κλιματική αλλαγή, την τρομοκρατία, τον πόλεμο και την ένδεια, απαιτείται κοινή στρατηγική που θα εστιάζεται στην ανάπτυξη της Αφρικής. Δεν μπορούμε να αφήσουμε τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών στους διακινητές ανθρώπων και τους τρομοκράτες.
Πρέπει να δημιουργηθούν κέντρα υποδοχής προσφύγων στη Βόρεια Αφρική σε συνεργασία με τον ΟΗΕ, ώστε να διευκολυνθούν και να επισπευσθούν οι διαδικασίες επαναπατρισμού και να μειωθεί η μεταναστευτική πίεση και, για τον σκοπό αυτό, χρειαζόμαστε ισχυρή οικονομική διπλωματία. Ενα σχέδιο Μάρσαλ για την Αφρική, με περισσότερες επενδύσεις και μεταφορά τεχνογνωσίας στους τομείς της ασφάλειας, των υποδομών, της καθαρής ενέργειας, της βιομηχανίας, της επιχειρηματικότητας, της κατάρτισης και της διοικητικής ικανότητας. Η σοβαρή αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων σημαίνει να αντιληφθούμε ότι σήμερα η ενότητα της Ευρώπης είναι περισσότερο απαραίτητη από ποτέ άλλοτε. Η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει, όχι να αποδυναμωθεί.
Μπορούμε να προβληματιστούμε πάνω στα λάθη μας και να μελετήσουμε τι θα μπορούσε να βελτιωθεί. Ωστόσο, δεν πρέπει να χάνουμε το θάρρος μας και πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για όλα όσα οικοδομήσαμε μαζί. Είμαστε η μόνη περιοχή στον κόσμο στην οποία δεν υπάρχει θανατική ποινή. Σε μας στρέφεται όλος ο κόσμος όταν φυλακίζεται ένας δημοσιογράφος, όταν μια γυναίκα υφίσταται βία και διαπιστώνει ότι δεν γίνονται σεβαστά τα δικαιώματά της, όταν ένας πολιτικός της αντιπολίτευσης απειλείται ή στερείται του δικαιώματος της ελευθερίας του. Εξακολουθούμε να αποτελούμε φάρο για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Είμαστε κάτι πολύ περισσότερο από μια αγορά ή ένα νόμισμα. Εχουμε όλοι μας υποχρέωση να διαδραματίζουμε με ακόμη μεγαλύτερη δύναμη και θάρρος ηγετικό ρόλο με βάση τις αξίες που συνιστούν τον κυριότερο λόγο συνύπαρξής μας.
Η Ευρώπη είναι ιστορία επιτυχίας όταν μπορεί να δίνει σάρκα και οστά σε ένα όραμα προόδου, ευημερίας, ελευθερίας και ειρήνης. Αρνούμαι να πιστέψω ότι οι Ευρωπαίοι έχουν χάσει την επιθυμία να οραματίζονται. Από εμάς εξαρτάται να αλλάξουμε την εικόνα της αφηρημένης, αναποτελεσματικής και γραφειοκρατικής Ευρώπης. Πρέπει να συναρπάσουμε εκ νέου τους πολίτες δίνοντάς τους ξανά την αίσθηση ότι συμμετέχουν σε ένα μέγιστο εγχείρημα.
Είναι η καλύτερη παρακαταθήκη που μπορούμε να αφήσουμε στις μελλοντικές γενεές.
*Πρόεδρος του ΕΚ
Χρειαζόμαστε επίσης μια αγορά και μια ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία για την καλύτερη δυνατή προστασία μας βάσει των διαθέσιμων πόρων. Πρέπει να δημιουργηθούν συνέργειες και να αξιοποιηθούν στρατιωτικά μέσα τα οποία, μολονότι προέρχονται από διαφορετικές χώρες, να μπορούν εν τέλει να λειτουργούν με συντονισμένο τρόπο.
Για την προστασία των πολιτών από την τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα ή για την πάταξη της φοροδιαφυγής, είναι απαραίτητο να υπάρχει αμοιβαία εμπιστοσύνη. Οι υπηρεσίες πληροφοριών, τα δικαστήρια, οι αστυνομικές αρχές, η υπηρεσία δίωξης οικονομικού εγκλήματος οφείλουν να ανταλλάσσουν πληροφορίες και να εργάζονται από κοινού. Οπως ακριβώς και για τον έλεγχο των συνόρων μας, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούνται από κοινού περισσότεροι πόροι και να δημιουργηθεί ένα Ευρωπαϊκό Σώμα Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής.
Ολοι μαζί, με αλληλεγγύη, οφείλουμε να εγγυηθούμε το δικαίωμα σε άσυλο, αναμορφώνοντας τον κανονισμό του Δουβλίνου ώστε να καταστεί πιο αποτελεσματικός. Πρέπει να επιδείξουμε την ίδια αποφασιστικότητα τόσο στο πλαίσιο υποδοχής όλων όσοι δικαιούνται άσυλο όσο και στο πλαίσιο αποτροπής της παράνομης μετανάστευσης.
Για να αντιμετωπιστεί ένα συγκυριακό φαινόμενο που συνδέεται με την αύξηση του πληθυσμού, την κλιματική αλλαγή, την τρομοκρατία, τον πόλεμο και την ένδεια, απαιτείται κοινή στρατηγική που θα εστιάζεται στην ανάπτυξη της Αφρικής. Δεν μπορούμε να αφήσουμε τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών στους διακινητές ανθρώπων και τους τρομοκράτες.
Πρέπει να δημιουργηθούν κέντρα υποδοχής προσφύγων στη Βόρεια Αφρική σε συνεργασία με τον ΟΗΕ, ώστε να διευκολυνθούν και να επισπευσθούν οι διαδικασίες επαναπατρισμού και να μειωθεί η μεταναστευτική πίεση και, για τον σκοπό αυτό, χρειαζόμαστε ισχυρή οικονομική διπλωματία. Ενα σχέδιο Μάρσαλ για την Αφρική, με περισσότερες επενδύσεις και μεταφορά τεχνογνωσίας στους τομείς της ασφάλειας, των υποδομών, της καθαρής ενέργειας, της βιομηχανίας, της επιχειρηματικότητας, της κατάρτισης και της διοικητικής ικανότητας. Η σοβαρή αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων σημαίνει να αντιληφθούμε ότι σήμερα η ενότητα της Ευρώπης είναι περισσότερο απαραίτητη από ποτέ άλλοτε. Η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει, όχι να αποδυναμωθεί.
Μπορούμε να προβληματιστούμε πάνω στα λάθη μας και να μελετήσουμε τι θα μπορούσε να βελτιωθεί. Ωστόσο, δεν πρέπει να χάνουμε το θάρρος μας και πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για όλα όσα οικοδομήσαμε μαζί. Είμαστε η μόνη περιοχή στον κόσμο στην οποία δεν υπάρχει θανατική ποινή. Σε μας στρέφεται όλος ο κόσμος όταν φυλακίζεται ένας δημοσιογράφος, όταν μια γυναίκα υφίσταται βία και διαπιστώνει ότι δεν γίνονται σεβαστά τα δικαιώματά της, όταν ένας πολιτικός της αντιπολίτευσης απειλείται ή στερείται του δικαιώματος της ελευθερίας του. Εξακολουθούμε να αποτελούμε φάρο για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Είμαστε κάτι πολύ περισσότερο από μια αγορά ή ένα νόμισμα. Εχουμε όλοι μας υποχρέωση να διαδραματίζουμε με ακόμη μεγαλύτερη δύναμη και θάρρος ηγετικό ρόλο με βάση τις αξίες που συνιστούν τον κυριότερο λόγο συνύπαρξής μας.
Η Ευρώπη είναι ιστορία επιτυχίας όταν μπορεί να δίνει σάρκα και οστά σε ένα όραμα προόδου, ευημερίας, ελευθερίας και ειρήνης. Αρνούμαι να πιστέψω ότι οι Ευρωπαίοι έχουν χάσει την επιθυμία να οραματίζονται. Από εμάς εξαρτάται να αλλάξουμε την εικόνα της αφηρημένης, αναποτελεσματικής και γραφειοκρατικής Ευρώπης. Πρέπει να συναρπάσουμε εκ νέου τους πολίτες δίνοντάς τους ξανά την αίσθηση ότι συμμετέχουν σε ένα μέγιστο εγχείρημα.
Είναι η καλύτερη παρακαταθήκη που μπορούμε να αφήσουμε στις μελλοντικές γενεές.
*Πρόεδρος του ΕΚ
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 25-26/03/17 |
Είναι ζωτική
η σημασία της Ελλάδας
Εύχομαι η χώρα να βρει γρήγορα τη θέση της σε μια πιο συνεκτική Ε.Ε., λέει στην «Κ» ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν
Στην Αλεξία Κεφαλά
Οταν κάνουμε λόγο για την Ενωμένη Ευρώπη, το όνομά του έρχεται αυτόματα στο μυαλό μας. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους υπερασπιστές της Ευρωπαϊκής Ενωσης και είναι εκείνος ο οποίος επέτρεψε, ουσιαστικά, στην Ελλάδα να γίνει το δέκατο μέλος της ΕΟΚ, από το 1981, ο άνθρωπος που πάντα υπερασπιζόταν το όνειρο του Σούμαν και του Μονέ, ήδη πριν από 60 χρόνια.
Σε αυτή την επέτειο της Συνθήκης της Ρώμης, ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν είναι περιζήτητος. Τη στιγμή που όλοι οι αρχηγοί κρατών συγκεντρώνονται στην ιταλική πρωτεύουσα, ο πρώην πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας εκμυστηρεύεται στην «Κ» ότι «όλοι οι αρχηγοί κρατών θέλουν να παρευρίσκονται σε αυτήν τη γιορτή, όμως το πνεύμα των ιδρυτών έχει εξαφανιστεί. Οι πατέρες της Ευρώπης που κατάφεραν να ενοποιήσουν και να αποκαταστήσουν την ειρήνη στην ήπειρο μέσω της οικονομικής ολοκλήρωσης, οραματίζονταν μια ομοσπονδία η οποία μακροπρόθεσμα θα μετατρεπόταν σε πολιτική». Θα ήθελε λοιπόν «η επέτειος αυτή να προκαλέσει μια αρχή προκειμένου να αναζωπυρωθεί η φλόγα των ιδρυτών», όπως λέει.
Αυτή η φλόγα για τον πρώην πρόεδρο δεν αφορά μόνο την ενοποίηση.
«Το επόμενο βήμα για την ενοποίηση, μετά το ευρώ, είναι η φορολογική ένωση: ίδιο νόμισμα, ίδιοι φόροι. Ζώντας σε έναν χώρο ουδετερότητας και φορολογικής ισότητας, οι νεαροί Ευρωπαίοι, αλλά και όλοι οι οικονομικοί παράγοντες θα βιώσουν τη συναρπαστική αίσθηση μιας καινούριας ελευθερίας, προκειμένου να αναλάβουν δράση, να δημιουργήσουν, να παραγάγουν. Η ομάδα των ιδρυτικών χωρών, μαζί με την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Αυστρία, θα μπορούσε να προχωρήσει προς τα εμπρός, δίχως να κλείσει την πόρτα σε εκείνες τις χώρες που θέλουν να φθάσουν στο ίδιο επίπεδο σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα».
Από καιρό, ο πρώην πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας εξηγούσε ότι η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να είχε ενταχθεί στην Ευρωζώνη. Διατηρώντας στενούς δεσμούς με τη χώρα, λέει ότι «η Ελλάδα έχει μια πολιτισμική σημασία ζωτική για την Ευρώπη», όμως η συγκυρία αποτελεί σημαντικό εμπόδιο.
«Τα προβλήματα του χρέους της παραμένουν μεγάλα. Βρίσκεται, επίσης, στην πρώτη γραμμή με την Ιταλία, για να διαχειριστεί την άφιξη των μεταναστών που καταλήγουν στις ακτές της: η Ε.Ε. πρέπει να λάβει υπόψη τη δημογραφική και οικονομική πρόκληση που αυτό το φαινόμενο αντιπροσωπεύει. Εύχομαι η Ελλάδα να βρει γρήγορα τη θέση της σε μια πιο συνεκτική Ενωση». Μια ευχή που αποκτά το νόημά της αυτές τις ημέρες και ουσιαστικά λειτουργεί και ως μήνυμα προς τους Ευρωπαίους ηγέτες που συγκεντρώθηκαν στη Ρώμη για την 60ή επέτειο.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 25-26/03/17
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η ευρωπαϊκή ιδέα
Του ΕΥΑΝΘΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ*
Η 15η Σεπτεμβρίου 1983 ήταν μια σημαντική ημέρα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Για πρώτη φορά, είχε κληθεί να απευθύνει ομιλία στην Ολομέλεια ο αρχηγός ενός κράτουςμέλους. Και αυτός ήταν ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η παρουσία του Κωνσταντίνου Καραμανλή στο Ευρωκοινοβούλιο ήταν, ταυτόχρονα, μια μεγάλη στιγμή και για την Ελλάδα. Οι «πατέρες της Ευρώπης» δεν υπήρχαν πλέον και το άστρο του Ζακ Ντελόρ δεν είχε ακόμη ανατείλει. Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας εκλήθη στην Ολομέλεια ως ένα ευρωπαϊκό σύμβολο – ως ο ηγέτης που είχε επαναφέρει στη χώρα του τη δημοκρατία, την ασφάλεια της οποίας είχε έμπρακτα εναποθέσει στη συμμετοχή της στην Κοινότητα.
Κατά την ομιλία του, στην οποία έντονα φαίνονται οι επιρροές της σκέψης και του Κωνσταντίνου Τσάτσου, ο Καραμανλής δεν παρέλειψε, φυσικά, να αναφερθεί στην Ελλάδα, «που χάρισε στην Ευρώπη το όνομά της και πρόσφερε σ’ αυτή επί πολλούς αιώνες τον λόγο και το πνεύμα της», καθώς και στο συνεχιζόμενο τραύμα της Κύπρου. Σημείωσε όμως ότι θα ομιλούσε «περισσότερο σαν άνθρωπος που πιστεύει βαθύτατα στην Ευρωπαϊκή Ιδέα και λιγότερο σαν φορέας των σκέψεων της χώρας που εκπροσωπώ». Το κεντρικό ερώτημα που έθεσε ήταν απλό: «Θέλουμε ή δεν θέλουμε την Ενωση της Ευρώπης; […] Πρόθεσή μου είναι να ενθαρρύνω το κίνημα το ενωτικό, αποδεικνύοντας την αναγκαιότητα της Ενώσεως».
Ο Καραμανλής υπενθύμισε ότι, από την αρχή, από τη Συνθήκη της Ρώμης του 1957, στόχος ήταν η πολιτική ενοποίηση. Υπογράμμισε τα τεράστια επιτεύγματα της Κοινότητας στην κατοχύρωση της ειρήνης και της ευημερίας. Αλλά δεν δίστασε, παράλληλα, να επισημάνει την ανασταλτική επιρροή των «εθνικιστικών προκαταλήψεων» και του συντηρητισμού. Ηδη, «η καθυστέρηση της πολιτικής σε σχέση προς την οικονομική ενοποιητική πορεία […] όχι μόνο ανέστειλε την πορεία προς την Ενωση, αλλά συνετέλεσε και στην επιβράδυνση των επιδιώξεών μας στον ίδιο τον οικονομικό τομέα». Και η λύση που πρότεινε ήταν η επιτάχυνση της πορείας προς την πολιτική ενοποίηση: «Η γνώση του έσχατου τέρματος θα καταστήσει δυνατή την ασφαλή και ταχεία προσέγγισή του». Βασικός άξονας της σκέψης του, η ρήση του Μοντεσκιέ, στην οποία ρητά παρέπεμψε: «L’Europe n’est plus qu’une nation composée de plusieurs» (Η Ευρώπη είναι ένα έθνος που αποτελείται από περισσότερα).
Η λύση, επομένως, ήταν μια φυγή προς τα εμπρός, χάρη στην οποία η Ευρώπη θα επιβίωνε σε ένα σκληρό κόσμο. Ο Καραμανλής απέρριψε τις ενστάσεις των σκεπτικιστών, ως δείγμα της αδυναμίας τους να προσαρμοστούν στην ιστορική εξέλιξη: «Ο απομονωτισμός, τα δασμολογικά τείχη και η ανέφικτη αυτάρκεια είναι ιστορικά ξεπερασμένα στάδια οικονομικής και πολιτικής δράσεως και αποτελούν παθητική αντιμετώπιση των γεγονότων». Ακόμη πιο σκληρός, όμως, ήταν απέναντι στις πολιτισμικές επικλήσεις των ευρωσκεπτικιστών. Οι ανησυχίες τους «οφείλονται προφανώς σε σύγχυση. Παρασυρμένοι από τις διαφορές της επιφανείας, δεν βλέπουν την ενότητα του βάθους. Δεν βλέπουν τα κοινά συμφέροντα και τους κινδύνους που συνδέουν τους Ευρωπαίους. Λησμονούν την κοινή πολιτιστική τους παράδοση. Τη συγγένεια των ηθών τους. Και την ταυτότητα των μορφών της σκέψεώς τους». Επρόκειτο για μια επιλογή «μεταξύ προόδου και οπισθοδρόμησης». Με σαφήνεια, ο Καραμανλής έδειξε ότι δεν είχε τίποτε το κοινό με τον κόσμο των ευρωσκεπτικιστών. Δεν ήθελε να έχει.
Δεν θα γίνει αναφορά, εδώ, στις ειδικότερες προτάσεις που διατύπωσε ο Καραμανλής για τα προβλήματα εκείνης της εποχής. Αλλά η βασική του παρέμβαση σχετίζεται με τον πυρήνα των προβλημάτων του 2017. Και ήταν μια παρέμβαση που αφορούσε, τελικά, την ταυτότητα του ελεύθερου ανθρώπου. Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, διακοπτόμενος πολλές φορές από τα χειροκροτήματα των μελών του πρώτου εκλεγμένου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μίλησε ως Ελληνας και ως εκπρόσωπος του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ως ένας παγκοίνως αναγνωρισμένος, πλέον, εκφραστής του ευρωπαϊκού εγχειρήματος: «Μπορεί οι αντιδραστικοί να το πολεμήσουν. Μπορεί οι σκεπτικισταί να το επιβραδύνουν. Δεν μπορούν, όμως, να το ματαιώσουν, γιατί αποτελεί, όπως είπα, ιστορική επιταγή».
* Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου είναι καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
* Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου είναι καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου