Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" (φύλλο 22/02/24)
Στις περισσότερες σκηνές που αναφέρει, καθημερινά γεγονότα δηλαδή, έχει δίκιο. Φταίει ο οδηγικός χαρακτήρας των Ελλήνων. Εκεί που έχει απόλυτα δίκιο είναι η «Σκηνή έκτη», όπου περιγράφει την ντροπιαστική αδιαφορία των συμπατριωτών μας για το περιβάλλον. Σκουπίδια παντού, που δείχνουν το επίπεδο του πολιτισμού μας.Στα υπόλοιπα άσχημα οδηγικά συμβάντα που αναφέρει ο αρθρογράφος, παραμένει μόνο στις διαπιστώσεις και καυτηριάζει μόνο τον κακό χαρακτήρα των Ελλήνων. Αλλά δεν λέει κουβέντα για τον εμφύλιο των δρόμων και το ότι είμαστε στις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη σε θανάτους και τραυματίες, ενώ κάποιοι από αυτούς παραμένουν ισοβίως παραπληγικοί ή τετραπληγικοί. Αυτό είναι το μείζον, που δεν το τονίζει ο κ. Δρυμιώτης. Και μόνο αναρωτιέται τι φταίει, λέγοντας μεταξύ των άλλων, μήπως φταίει ο... φούφουτος!
Ελεος, το μόνο που φταίει είναι η έλλειψη ελέγχου της εφαρμογής του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, που είναι αρμοδιότητα της κυβέρνησης και του υπουργείου. Διαχρονικώς όλες οι κυβερνήσεις ευθύνονται γι’ αυτήν την τραγική μας κατάντια, δυστυχώς. Και τέλος, δεν προτείνει λύσεις. Από τη Μεταπολίτευση έως σήμερα είναι γνωστό το απαράδεκτο φαινόμενο όπου κάποιες χιλιάδες αστυνομικών ετεροαπασχολούνται, φυλάσσοντας δημοσιογράφους, επιχειρηματίες και άλλα πρόσωπα που θα έπρεπε να πληρώνουν για να έχουν ιδιωτική φύλαξη.
Η φιλόξενη «Καθημερινή» δημοσίευσε επιστολή μου στις 21/1/2020 με τίτλο «Ο εμφύλιος των δρόμων και ο κ. Χρυσοχοΐδης». Εκεί θύμιζα την επιστολή του κ. Στέφανου Μάνου στις 7/8/2019, όπου ρωτούσε τον κ. Μιχάλη Χρυσοχοΐδη αν θα απελευθερώσει αστυνομικούς από τη φύλαξη «επωνύμων», ώστε να πάνε στην πάταξη της παραβατικότητας των δρόμων. Φαίνεται ότι μετά τόσα χρόνια δεν έγινε τίποτα, διότι και μετά τις εκλογές Ιουνίου 2023 ο κ. πρωθυπουργός εξήγγειλε την απόσπαση κάποιων χιλιάδων αστυνομικών από τους «επώνυμους» στους δρόμους.
Πριν από λίγο καιρό, διαβάσαμε στην «Καθημερινή» ότι πολλοί αστυνομικοί έχουν παραλάβει επιστολές μετάταξής τους στη φύλαξη δρόμων, αλλά με διάφορα ελληνικά τεχνάσματα (αναρρωτικές ή άλλες αιτίες) δεν πήγαν στις νέες θέσεις τους!
Προφανώς η κακή εικόνα των ελληνικών δρόμων και της οδηγικής μας συμπεριφοράς οφείλονται στην έλλειψη ελέγχου των δρόμων και όχι σε κάποιο κακό μας DNA. Διότι οι Ελληνες οδηγοί, όταν οδηγούμε στο εξωτερικό, εφαρμόζουμε αυστηρά τους εκεί κανόνες που δεν αστειεύονται. Διότι οι κάμερες καταγράφουν και έρχεται εδώ το πρόστιμο για την πληρωμή.
Αφού, κακώς βεβαίως, δεν έχουμε εδώ κάμερες, ας αναλάβουν οι τροχονόμοι να μας συνετίσουν και όχι να είναι ορντινάτσες «επωνύμων».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΕΩΡΓΑΝΤΑΣ,
Χειρουργός Μαρούσι
Απάντηση:
Κατ’ αρχάς θέλω να ευχαριστήσω τον επιστολογράφο για τα καλά του λόγια. Με αδικεί όμως ότι δεν προτείνω λύσεις. Σε προηγούμενο κείμενό μου που δημοσιεύθηκε στην «ΚΤΚ» στις 6 Οκτωβρίου 2019 με τίτλο «Μήπως πρέπει να μιμηθούμε τη Γεωργία» πρότεινα και τη λύση στο θέμα. Αντιγράφω από το άρθρο μου: «[...] Δεν γνωρίζω αν ο Στέφανος Μάνος, ο οποίος έχει πάντα φρέσκες και πρακτικές ιδέες, γνώριζε την περίπτωση της Γεωργίας ή απλά πρότεινε μια πρακτική αντιμετώπιση του προβλήματος. Πάντως ακριβώς αυτά που εισηγείται να γίνουν στην Ελλάδα, έχουν ήδη γίνει και λειτουργούν αποτελεσματικά στην πρωτεύουσα της Γεωργίας, Τιφλίδα όπου κατοικούν 1,1 εκατομμύρια Γεωργιανοί. Στη Γεωργία, λοιπόν, οι κάμερες καταγράφουν όλες τις παραβάσεις των οχημάτων (δίκυκλων και αυτοκινήτων) και αποστέλλουν το πρόστιμο αμέσως και απευθείας στον κάτοχο του οχήματος με συνοπτικές διαδικασίες. Δεν απαιτείται ούτε κλήση ούτε άλλες γραφειοκρατικές διατυπώσεις οι οποίες τελικά οδηγούν στην ανομία. Αν ο κάτοχος δεν ήταν ο οδηγός του οχήματος, ας ψάξει αυτός να βρει τον οδηγό και όχι η αστυνομία. Ετσι απλά. [...]»
Βλέπετε, λύσεις υπάρχουν αλλά εμείς εδώ στην Ελλάδα έχουμε αλλεργία στις κάμερες και προτιμάμε να θυσιάζονται οι άνθρωποι στην άσφαλτο. Πρόσφατα μάλιστα έγραψα δύο άρθρα για την αντιδικία μου σχετικά με τις κάμερες με την υπερπροστατευτική Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΡΥΜΙΩΤΗΣ
Απάντηση:
Κατ’ αρχάς θέλω να ευχαριστήσω τον επιστολογράφο για τα καλά του λόγια. Με αδικεί όμως ότι δεν προτείνω λύσεις. Σε προηγούμενο κείμενό μου που δημοσιεύθηκε στην «ΚΤΚ» στις 6 Οκτωβρίου 2019 με τίτλο «Μήπως πρέπει να μιμηθούμε τη Γεωργία» πρότεινα και τη λύση στο θέμα. Αντιγράφω από το άρθρο μου: «[...] Δεν γνωρίζω αν ο Στέφανος Μάνος, ο οποίος έχει πάντα φρέσκες και πρακτικές ιδέες, γνώριζε την περίπτωση της Γεωργίας ή απλά πρότεινε μια πρακτική αντιμετώπιση του προβλήματος. Πάντως ακριβώς αυτά που εισηγείται να γίνουν στην Ελλάδα, έχουν ήδη γίνει και λειτουργούν αποτελεσματικά στην πρωτεύουσα της Γεωργίας, Τιφλίδα όπου κατοικούν 1,1 εκατομμύρια Γεωργιανοί. Στη Γεωργία, λοιπόν, οι κάμερες καταγράφουν όλες τις παραβάσεις των οχημάτων (δίκυκλων και αυτοκινήτων) και αποστέλλουν το πρόστιμο αμέσως και απευθείας στον κάτοχο του οχήματος με συνοπτικές διαδικασίες. Δεν απαιτείται ούτε κλήση ούτε άλλες γραφειοκρατικές διατυπώσεις οι οποίες τελικά οδηγούν στην ανομία. Αν ο κάτοχος δεν ήταν ο οδηγός του οχήματος, ας ψάξει αυτός να βρει τον οδηγό και όχι η αστυνομία. Ετσι απλά. [...]»
Βλέπετε, λύσεις υπάρχουν αλλά εμείς εδώ στην Ελλάδα έχουμε αλλεργία στις κάμερες και προτιμάμε να θυσιάζονται οι άνθρωποι στην άσφαλτο. Πρόσφατα μάλιστα έγραψα δύο άρθρα για την αντιδικία μου σχετικά με τις κάμερες με την υπερπροστατευτική Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΡΥΜΙΩΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου