οι κηπουροι τησ αυγησ

Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2019

«Τό μεγαλείο ενός άνθρώπου δέν μετριέται μέ τό πόσο μας στοιχίζει ή ζωή του, άλλά μέ τό πόσο μας στοιχίζει ό θά­νατος του».

Από την "ΕΣΤΙΑ"






τό κατάστημα στην όδό Κλάδου κα Άρεως δίπλα στον άγιο Έλισσαΐο τοΰ Παπαδιαμά­ντη, όπου εργάσθηκε γιά 10 δραχμές. Συμ­μετέσχε στό φοιτητικό κίνημα τοϋ 1961-1963 γιά τό 15% τοϋ προϋπολογισμού γιά τήν παιδεία. Έδίδαξε σέ φροντιστήρια, σέ ιδιωτικά σχολεία καί σέ ανώτατες στρατι­ωτικές σχολές

Παράλληλα έγραψε. Τά βι­βλία του υπερβαίνουν τά 100, χωρίς νά υπο­λογίσουμε τά δημοσιεύματα του στον ημε­ρήσιο καί περιοδικό τϋπο. Καμμία μέρα χω­ρίς γραμμή ήταν τό σύνθημα του. Τό μολύβι καί η γομολαστιχα ήσαν αχώριστοι σύντρο­φοι του, όπως ή αγαπημένη του Γιάννα καί τά βλαστάρια τους. Ναί, όλη ή πνευματική του παραγωγή γράφηκε μέ μολύβι. Ή συγ­γραφή του βασίστηκε στην αυτοψία. Γι' αυ­τό, σάν άλλος Οδυσσέας, «πολλών ανθρώ­πων είδεν άστεα καί νόον έγνω». Μέχρι τήν Αίθιοπία καί τήν Κίνα έφθασε, καί γιά τους 'Ολυμπιακούς αγώνες τοϋ Πεκίνου έγραψε Πινδαρικούς στίχους.

Έβάδισε σέ δρόμους δύσκολους, συχνά δύσβατους καί πάντα ανηφορικούς. Καί όσο πιό δύσκολος γινόταν ό δρόμος του, τόσο τό βήμα του γινόταν σταθερότερο, ή θέ­ληση του πιό ισχυρή, τό πνεϋμα του οξύτε­ρο καί ή καρδιά του -αυτό είναι τό θαυμα­στό- τρυφερότερη καί πιό αγνή. Ό ανηφο­ρικός δρόμος τόν έκαμε νά μπαίνει σέ όλο καί πιό καθαρή ατμόσφαιρα. Τό δοθέν τά­λαντο τό πολλαπλασίασε, τό προσέφερε στην κοινωνία καί ενθάρρυνε πολλούς σέ κάθε έθνωφελή συγγραφική προσπάθεια

Δέν έπεζήτησε νά επωφεληθεί τής δημοτι­κότητας του. Στή ζωή του δέν διεκδίκησε θέσεις, οϋτε αξιώματα. Δέν είχε εξάρτηση άπό πουθενά. Κράτησε αποστάσεις άπό πα­ντός είδους ρεύματα τής εποχής. Καί όπως έγραψε κάποτε: «Δέν έγινα αρκετά ανήθι­κος γιά νά προβάλλομαι ώς προοδευτικός». Έξεμέτρησε τό βιολογικώς ζήν «μή βαρυνόμενος» όπως έλεγε «άπό πολιτειακό τι­μητικό αξίωμα».

Ό Σαράντος μία θέση έπόθησε καί σέ αυτήν στάθηκε καί υπηρέτησε μέ ζήλο μέ­χρι τέλους. Τήν τιμητικώτερη θέση: εκεί­νη τοϋ ΔΑΣΚΑΛΟΥ Όμως, γιά νά είσαι δά­σκαλος πρέπει νά έχεις αγάπη. Είναι τό μό­νο πού χρειάζεται ό κόσμος. Αγάπη γιά τόν άλλον. Νά συμπεριφέρεσαι όπως θά ήθε­λες νά σοϋ συμπεριφερθούν έάν ήσουν στή θέση τοϋ άλλου. «Είμαστε άνθρωποι όταν γινόμαστε σάν συνάνθρωποι», σημειώνει.

Ό Σαράντος αγάπησε τήν παιδεία καί τά παιδιά. Γι' αυτό ήταν αυστηρός. Αυστη­ρός αλλά δίκαιος. Στό βιβλίο πού απευθύ­νεται ειδικά στους νέους-στούς έφηβους μέ τίτλο «Μιά στάση ζωής που σέ κάνει νά λές παρών», καί πρέπει να τό προσφέρου­με στά παιδιά μας, σημειώνει: «Ή αυστη­ρότητα δέν είναι ταυτόσημη μέ τήν σκλη­ρότητα ή τή βαναυσότητα. Είναι τό σω­στό μέτρο έκφραση αγάπης». Τό βιβλίο, όπως καί οι 6 τόμοι «Διάλογος μέ τους νέ­ους», διαπνέεται άπό τή φράση τοϋ Δημο­κρίτου: «πάντων κάκιστων η εύπετείη παιδεϋσαι τήν νεότητα, αύτη γάρ εστίν η τί­κτει τάς ήδονάς έξ ών η κακότης γίγνεται».

Συχνά έτόνιζε πως δέν ήθελε «παιδιά φρό­νιμα, αλλά παιδιά μέ γενναίο φρόνημα. Τό γενναίο φρόνημα δέν εκφράζεται μέ τή θρασύτητα που καλύπτεται άπό τή νομι­μοποιημένη ατιμωρησία οϋτε μέ τή μαζι­κή παλληκαριά. Τό γενναίο φρόνημα είναι μία στάση ζωής πού σέ κάνει νά λές «πα­ρών», ακόμη καί δταν έπραξες τό κακό, καί νά μήν παριστάνεις τόν κουφό, δταν σέ κα­λεί τό καθήκον. Ή δειλία μπορεί νά φέρνει προς στιγμή τήν επιτυχία, άλλα δέν δημι­ουργεί ανθρώπους μέ άξία». Μέ θλίψη
πα­ρακολουθούσε τήν έξαχρείωση τής γλώσ­σας μας, αλλά καί τή λεξιπενία, τή «γλωσσι­κή μηχανοποίηση καί ξενοκρατία»φαινό­μενα πού χαρακτήρισε «γλωσσικό δράμα μέ πολλές πράξεις» καί τάραξε τά λιμνασμένα νερά μέ τά βιβλία «Άλεξία» καί «Αλαλία».

Υπερβολική η ανησυχία καί οι χαρακτηρι­σμοί του; Κάθε άλλο. Σέ πρόσφατη έκθεση τής 'Επιτροπής τής ΕΕ τοϋ διαγωνισμού Πί­ζα τοϋ ΟΟΣΑ καί τοϋ Υπουργείου Παιδείας διαπιστώθηκε ότι τό 1/3 τών δεκαπεντάχρονων μαθητών αδυνατεί νά διαβάσει, νά γρά­ψει, νά υπολογίσει καί νά κατανοήσει. Καί τό 1/3 άπό αυτό τό ποσοστό καταφέρνει νά εισάγεται σέ ανώτατες σχολές. Σέ παλαιότερη έρευνα διαπιστώθηκε ότι τό 1955 ό μέ­σος απόφοιτος του γυμνασίου (σημερινού λυκείου) χρησιμοποιούσε 3.000 λέξεις καί τό 1990 μόνο 700. 

Γιά νά εκτιμηθεί η έκτα­ση τής λεξιπενίας άς ληφθεί ύπ' όψη ότι κατά τις διεθνείς προδιαγραφές η βασική γνώση μιας ξένης γλώσσας, δηλαδή γιά νά μπορεί ό αλλοδαπός επισκέπτης μιας χώ­ρας νά συνεννοηθεί στοιχειωδώς (νά προ­μηθευθεί τροφή καί προσωρινή στέγη), όχι για νά προσφέρει επαγγελματικές υπηρε­σίες, συμποσοϋται στις 700 περίπου λέξεις.
Γι' αυτό, ό Σαράντος όπως καί πολλοί άλλοι επέμεινε στή σωστή χρήση της αλλά καί στή γνώση εις βάθος καί τοϋ πλούτου της όχι άπό σωβινισμό, άλλα άπό σεβασμό προς τό μέλλον. «Τά 'Ελληνικά σημειώνει πάντα θά έχουν μέλλον. Ο Ελληνες χωρίς αυτά όχι».

Ό αναγνώστης τών κειμένων του θαυ­μάζει τή στιλπνότητα τοϋ πνεύματος, τή λαγαρή έκφραση, τόν γλωσσικό του πλούτο καί τόν σεβασμό προς τήν ιστορική ορθο­γραφία. Τις λέξεις μέ τους τόνους καί τά πνεύματα πού μοιάζουν σάν καλλιτεχνήμα­τα, κατά τόν χαρακτηρισμό τοϋ Γιάννη Ρί­τσου, καί βοηθεί στό άνετο διάβασμα. "Οταν κατηγορήθηκε δτι χρησιμοποιεί ώραιολογίες απάντησε δτι «τίς προτιμά άπό τις χυδαιολογίες»

Κάποτε υπέδειξε σέ φίλο του ένα κείμενο τοϋ Κων. Τσάτσου, ό όποίος γράφει γιά τήν ιστορική ορθογραφία: «Όταν τά με­γάλα εκδοτικά κέντρα κλασσικών κειμένων συνεχίζουν αναλλοίωτη στή γραφή τους τήν παράδοση τών βυζαντινών χρόνων καί τών εκδόσεων κατά τήν ιταλική αναγέννηση, θά πρέπει νά είμαι ό τελευταίος, πού θά εγκα­ταλείψει τό παραδοσιακό αυτό στοιχείο, πού μέ συνδέει καί μέ ταυτίζει μέ τά μεγά­λα σύγχρονα κέντρα τοϋ ελληνικού ουμα­νισμού». Τή γλώσσα μας πού καταλαμβάνει μιά μεγάλη έκταση τοϋ γλωσσικού θησαυ­ρού όλων τών ευρωπαϊκών λαών, πρέπει νά τή διαφυλάξομε, νά διαφυλάξομε τή γλωσ­σική δύναμη καί αίγλη τής γλώσσας μας καί γι' αυτά αγωνίσθηκε ö ΣαράντοςΟι άνθρω­ποι της Θεωρίας, ακόμη καί τής ιστορικής θεωρήσεως τών κοινωνιών, είναι συνήθως αδέξιοι, άντικρύζοντας τά προβλήματα τής καθημερινότητας. Ξέρουν νά πετούν ψη­λά, άλλα δέν τους είναι εύκολο νά περπα­τούν χαμηλά.

Ό Σαράντος Καργάκος αποτελούσε εξαίρεση. Συνεδύαζε τήν ιστορική 
θεώρη­ση μέ τό παρόν καί τήν αγωνία γιά τό μέλ­λον. Καί ύπο τήν έννοια αυτή είχε πολιτι­κή σκέψη, πού πάντα τή συνόδευε ό πόνος γιά ό,τι ελληνικό. "Ενιωθε καμάρι γιά τήν καταγωγή του καί καμάρωνε γιά ό,τι καλό και ντροπή, γιά όμτι κακό έπραξαν οι συμπατριώτες του. Όπως ένιωθε υπερηφάνεια γιά όσα λαμπρά έπραξαν οι "Ελληνες στό διάβα τής Ιστορίας καί ένοχή γιά οσα κακά διέπραξαν εις βάρος άλλων καί κυρίως ενα­ντίον τοϋ εαυτού τους. «Ούδένα έβλαψαν οι Έλληνες περισσότερο άπό τους άλλους "Ελληνες. Είναι νά λυπάται κανείς όταν ό Έλληνας μαραίνεται στή δική του γή καί θαυματουργεί σέ ξένη γή». Τή μόνη εξή­γηση πού έδωσε είναι ότι «στή ξένη γή ο "Ελληνας είναι άνθρωπος τοϋ νόμου ένώ στην Ελλάδα μας σέ πρώτη γραμμή βρί­σκεται ό άνθρωπος τού υπονόμου. Τρω­γόμαστε σάν τά σκυλιά καί σκυλεύουμε τό κουφάρι τής δόλιας πατρίδας μας πού αντί στίς κρίσιμες στιγμές νά βγάλει Λεωνίδες γεννά Εφιάλτες».

Αγωνιούσε γιά τή Μακε­δονία άπό τότε πού, στρατιώτης μέ το Τάγ­μα του στην περιοχή τής Φλώρινας, έτρεξε στά κατεστραμμένα άπό τόν σεισμό Σκόπια τό 1963 καί εγκαίρως έκρουσε τόν κώδω­να μέ τό βιβλίο «Άπό τό Μακεδόνικο ζήτη­μα στην εμπλοκή τών Σκοπίων» μέ πρόλογο τοϋ μακαριστού τότε μητροπολίτου Δημη­τριάδος μετέπειτα αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, άλλα καί γιά τή Θράκη μας δημο­σιεύοντας τό βιβλίο «Αλεξανδρούπολη, μιά νέα πόλη μέ παλιά ιστορία, 2000». Έπίστευε ότι γιά τή Θράκη μας ισχύει ή φρά­ση τοϋ Ίωνος Δραγούμη γιά τή Μακεδονία: «Νά ξέρετε πώς άν τρέξουμε νά σώσουμε τή Θράκη, ή Θράκη θά μας σώσει». Κι αυτό γιατί «Τό δράμα τής Ελλάδος έγκειται στό ότι όλοι τήν θέλουν. Κι άν δχι όλη, τουλά­χιστον κάποιο τμήμα της, κάποια σύμβολα, κάποια ονόματά της, πού έκπλειστηριάζονται στό ενεχυροδανειστήριο τών διεθνών σκοπιιμοτήτων».

Καί μέ αυτά πού διδάσκο­νται στά σχολεία τά παιδιά μας «μεγάλες μορφές καί στιγμές τής ιστορίας μας σπι­λώνονται. Ή ελληνική ιστορία μετατρέπε­ται σέ ένα είδος μοντέρνας μυθολογίας». Γι' αυτό δημοσίευσε τό βιβλίο «Ή Ιστορία άπό τή σκοπιά τών Τούρκων, 2007», γιά νά προειδοποιήσει γι' αυτά πού γίνονται εις βάρος τής ελληνικής νεολαίας». Μέ τό εκτεταμένο ιστορικό συγγραφικό του έργο διδάσκει. Διδάσκει διότι ή Ιστορία είναι παρούσα. "Ας μή ξεχνάμε δτι ή Ιστο­ρία είναι τοϋ παρελθόντος ραψωδός, τοϋ παρόντος οδηγός καί χρησμωδός τού μέλ­λοντος. "Η, διαφορετικά, ή Ιστορία διδά­σκει έάν θέλουμε νά διδαχθούμε

Τήν επο­χή πού τίς έννοιες πατρίδα, ιστορία, Θρη­σκεία, γλώσσα οι αυτοαποκαλούμενοι προ­οδευτικοί προσπαθούν νά άποκαθηλώσουν άπό τίς καρδιές μας, νά τίς ρίξουν στή λήθη καί θέλουν τόνΈλληνα άμαθή καί χειραγωγίσιμο, υποτελή στά πάσης φύσεως διεθνή συμφέροντα, ό Σαράντος αγωνίσθηκε γιά νά κρατήσει τήν ελληνική ψυχή έν έγρηγόρσει. Δικαίως καί εύστόχως ό σεβασμιώτατος μητροπολίτης Μάνης τόν χαρακτή­ρισε Διδάσκαλο τοϋ Γένους τοϋ αιώνα μας. Κάποτε μοϋ είπε: ό θάνατος είναι ψέμμα, είναι συνέχεια ζωής. Φεύγοντας προς τήν όντως ζωή μας άφησε τό τελευταίο του βι­βλίο, τήν Ελληνική Επανάσταση. Βιβλίο, τό οποίο όπως καί τά βιβλία του Μικρασια­τική Εκστρατεία, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, διακρίνεται γιά τήν αντικειμενι­κότητα, γιά τήν εύληπτη γιά απόφοιτο τοϋ Λυκείου εξιστόρηση τοϋ πολιτικού παρα­σκηνίου, φωτίζοντας άγνωστες ή ελάχιστα γνωστές πτυχές τής ιστορίας. Μέ επιείκεια, άρα εξατομικευμένη δικαιοσύνη κρίνει τίς πράξεις τών προσωπικοτήτων πού έδρασαν τή συγκεκριμένη ιστορική περίοδο.

Κλείνω μέ μία φράση τοϋ φίλου Σαράντου. «Τό μεγαλείο ενός άνθρώπου δέν μετριέται μέ τό πόσο μας στοιχίζει ή ζωή του, άλλά μέ τό πόσο μας στοιχίζει ό θά­νατος του».

*Έπ. Πρόεδρος Εφετών Δ. Δ., Δρ Νομ.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου