Από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"
"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 21-22/12/19 |
ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗ
Σε συνέχεια του πολύκροτου αφιερώματος που δημοσιεύθηκε προσφάτως σε αυτή την εφημερίδα (βλ. «Τα Νέα», 14-15 Δεκεμβρίου 2019) με έναυσμα την επέτειο του Ελσίνκι (20 χρόνια μετά), θα καταθέσω ορισμένα επιπλέον στοιχεία, συμπληρώνοντας κυρίως τα άρθρα του Κώστα Σημίτη, του Πέτρου Λιάκουρα και του Παναγιώτη Τσάκωνα.
Το Ελσίνκι, που ήταν όντως ιστορική στιγμή και επιτυχία της ελληνικής διπλωματίας, είχε ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, την έναρξη των γνωστών ως «διερευνητικών επαφών» τον Μάρτιο του 2002, οι οποίες παραλίγο να καταλήξουν σε συμφωνία στα τέλη του 2003. Και θα είχαν καταλήξει αισίως αν δεν είχαν λάβει χώρα, νωρίς, οι εθνικές εκλογές του επόμενου έτους με το γνωστό αποτέλεσμα.
Στις συνομιλίες αυτές, τις οποίες έχω χαρακτηρίσει «μικρό πακέτο λύσης» (σε αντίθεση με το «μεγάλο πακέτο λύσης» επί Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1975-1981), με συνομιλητές από ελληνικής πλευράς τον πρέσβη Αναστάσιο Σκοπελίτη και τον καθηγητή Αργύρη Φατούρο, η κατάληξη (ad referendum) ήταν η εξής:
(1) η παραπομπή του θέματος της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο, μετά από επιτυχείς διαπραγματεύσεις για τη σύνταξη κατάλληλου συνυποσχετικού·
(2) πριν από την παραπομπή, η μερική επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης πέραν των έξι μιλίων για την ηπειρωτική χώρα και για τα νησιά που δεν βρίσκονται κοντά στα τουρκικά παράλια και εφόσον με την επέκταση δεν κλείνει η ανοικτή θάλασσα του Αιγαίου· και
(3) η ταυτόχρονη εναρμόνιση του ελληνικού εναερίου χώρου με τη νέα αιγιαλίτιδα ζώνη.
Κατά την περίοδο 2004-6 όταν υπουργός Εξωτερικών ήταν ο Πέτρος Μολυβιάτης το ζήτημα της επίλυσης των διαφορών του Αιγαίου τέθηκε στις ελληνικές καλένδες, με βάση το ακόλουθο σκεπτικό (και με τη σύμφωνη γνώμη του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή): επειδή με την υφαλοκρηπίδα και στα άλλα θέματα (ειδικά στην περίπτωση της αιγιαλίτιδας ζώνης και του εθνικού εναερίου χώρου), η Ελλάδα θα χρειαστεί, θέλοντας και μη, να υποχωρήσει (προκειμένου να βρεθούν από κοινού αποδεκτές λύσεις), περισσότερο απ' ό,τι αναμένει το ευέξαπτο ελληνικό κοινό (που αγνοεί τα θέματα του Αιγαίου), η επίλυση θα είχε μεγάλο πολιτικό κόστος που δεν θα έπρεπε, σε καμία περίπτωση, να επωμισθεί μια κυβέρνηση της Νέα Δημοκρατίας. Η διάδοχος του Μολυβιάτη, Ντόρα Μπακογιάννη, επιχείρησε να αναθερμάνει τις διερευνητικές επαφές, με στόχο την επίλυση, αλλά αυτό δεν της επετράπη από τους Καραμανλή - Μολυβιάτη για τους προαναφερθέντες λόγους.
Στη συνέχεια, επί κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου, οι συνομιλίες αναζωπυρώθηκαν το 2010, με συνομιλητή από ελληνικής πλευράς τον πρέσβη ε.τ. Παύλο Αποστολίδη. Οι επαφές ξεκίνησαν με καλούς οιωνούς, αλλά στη συνέχεια βάλτωσαν, γιατί η Ελλάδα, λόγω των οικονομικών της δεινών, δεν ήταν σε θέση να προχωρήσει με αυτοπεποίθηση, η δε Τουρκία δεν φαινόταν πια ιδιαίτερα πρόθυμη για αμοιβαίες υποχωρήσεις, όπως αντίθετα είχε συμβεί το 2003.
Για να έχει κανείς πληρέστερη εικόνα, ας δούμε τα σημεία σύγκλισης από τις ελληνοτουρκικές συνομιλίες της περιόδου 1976-1981 (με πρωτοστάτες από ελληνικής πλευράς κυρίως τους πρέσβεις Βύρωνα Θεοδωρόπουλο και Ιωάννη Τζούνη):
(1) Η επίλυση του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας με διαπραγματεύσεις και, σε περίπτωση μη ανεύρεσης ικανοποιητικής λύσης, η παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο ή σε άλλο διεθνές δικαστικό όργανο (διαιτητικό δικαστήριο)·
Κατά την περίοδο 2004-6 όταν υπουργός Εξωτερικών ήταν ο Πέτρος Μολυβιάτης το ζήτημα της επίλυσης των διαφορών του Αιγαίου τέθηκε στις ελληνικές καλένδες, με βάση το ακόλουθο σκεπτικό (και με τη σύμφωνη γνώμη του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή): επειδή με την υφαλοκρηπίδα και στα άλλα θέματα (ειδικά στην περίπτωση της αιγιαλίτιδας ζώνης και του εθνικού εναερίου χώρου), η Ελλάδα θα χρειαστεί, θέλοντας και μη, να υποχωρήσει (προκειμένου να βρεθούν από κοινού αποδεκτές λύσεις), περισσότερο απ' ό,τι αναμένει το ευέξαπτο ελληνικό κοινό (που αγνοεί τα θέματα του Αιγαίου), η επίλυση θα είχε μεγάλο πολιτικό κόστος που δεν θα έπρεπε, σε καμία περίπτωση, να επωμισθεί μια κυβέρνηση της Νέα Δημοκρατίας. Η διάδοχος του Μολυβιάτη, Ντόρα Μπακογιάννη, επιχείρησε να αναθερμάνει τις διερευνητικές επαφές, με στόχο την επίλυση, αλλά αυτό δεν της επετράπη από τους Καραμανλή - Μολυβιάτη για τους προαναφερθέντες λόγους.
Στη συνέχεια, επί κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου, οι συνομιλίες αναζωπυρώθηκαν το 2010, με συνομιλητή από ελληνικής πλευράς τον πρέσβη ε.τ. Παύλο Αποστολίδη. Οι επαφές ξεκίνησαν με καλούς οιωνούς, αλλά στη συνέχεια βάλτωσαν, γιατί η Ελλάδα, λόγω των οικονομικών της δεινών, δεν ήταν σε θέση να προχωρήσει με αυτοπεποίθηση, η δε Τουρκία δεν φαινόταν πια ιδιαίτερα πρόθυμη για αμοιβαίες υποχωρήσεις, όπως αντίθετα είχε συμβεί το 2003.
Για να έχει κανείς πληρέστερη εικόνα, ας δούμε τα σημεία σύγκλισης από τις ελληνοτουρκικές συνομιλίες της περιόδου 1976-1981 (με πρωτοστάτες από ελληνικής πλευράς κυρίως τους πρέσβεις Βύρωνα Θεοδωρόπουλο και Ιωάννη Τζούνη):
(1) Η επίλυση του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας με διαπραγματεύσεις και, σε περίπτωση μη ανεύρεσης ικανοποιητικής λύσης, η παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο ή σε άλλο διεθνές δικαστικό όργανο (διαιτητικό δικαστήριο)·
(2) η τουρκική υφαλοκρηπίδα δεν θα πρέπει να περικυκλώνει ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου·
(3) η ελληνική υφαλοκρηπίδα δεν θα πρέπει να κλείνει τις υπάρχουσες τέσσερις εξόδους της Τουρκίας στην ανοικτή θάλασσα του Αιγαίου·
(4) η Ελλάδα δεν θα επεκτείνει μονομερώς την αιγιαλίτιδα ζώνη της·
(5) η τελική εναρμόνιση εναερίου χώρου με την αιγιαλίτιδα ζώνη της Ελλάδας·
(6) σε καμία περίπτωση δεν θα περιοριστεί η ελευθερία της ναυσιπλοΐας στο Αιγαίο·
(7) δεν θα εγερθεί θέμα ΑΟΖ από τις δύο χώρες· και
(8) η επίλυση των διαφορών του Αιγαίου θα πρέπει να ικανοποιεί τις ανάγκες και των δύο πλευρών και να απαντάει στους εκατέρωθεν φόβους και τις ανησυχίες τους σε σχέση με το Αιγαίο.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι όλες ανεξαιρέτως οι διαφορές στο Αιγαίο μπορεί να επιλυθούν, χωρίς υπέρμετρες θυσίες για τις δύο πλευρές, με δύο κερδισμένους.
Γενικότερα, ιστορικά σε ό,τι αφορά την επίλυση των διαφορών στο Αιγαίο υπάρχουν από ελληνικής πλευράς δύο τάσεις: (α) η απορριπτική και (β) η εποικοδομητική. Η πρώτη δεν θέλει καν επίλυση στη λογική ότι το υπάρχον καθεστώς στο Αιγαίο είναι υπέρ της Ελλάδας και σε βάρος της Τουρκίας, ως εκ τούτου προς τι οι συνομιλίες και η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο; Στην πιο ακραία της εκδοχή είναι η σχολή του Ανδρέα Παπανδρέου (πλην της εποικοδομητικής περιόδου Νταβός το 1988), στην πιο ήπια εκδοχή της η σχολή Μολυβιάτη. Η εποικοδομητική σχολή έχει συνυφασμένη, από πλευράς ελλήνων πρωθυπουργών, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον Κώστα Σημίτη και τον Γιώργο Παπανδρέου. Στόχος οι αγαστές σχέσεις καλής γειτονίας με την Τουρκία με επίλυση όλων των ελληνοτουρκικών διαφορών (Αιγαίο, Κυπριακό, μειονοτικά, Πατριαρχείο), προκειμένου να εδραιωθεί μια ελληνοτουρκική προσέγγιση, όπως αυτή της περιόδου 1930-1939, προσέγγιση που συμφέρει και ωφελεί και τα δύο κράτη και τους λαούς τους.
-Ο Αλέξης Ηρακλείδης είναι ομότιμος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι όλες ανεξαιρέτως οι διαφορές στο Αιγαίο μπορεί να επιλυθούν, χωρίς υπέρμετρες θυσίες για τις δύο πλευρές, με δύο κερδισμένους.
Γενικότερα, ιστορικά σε ό,τι αφορά την επίλυση των διαφορών στο Αιγαίο υπάρχουν από ελληνικής πλευράς δύο τάσεις: (α) η απορριπτική και (β) η εποικοδομητική. Η πρώτη δεν θέλει καν επίλυση στη λογική ότι το υπάρχον καθεστώς στο Αιγαίο είναι υπέρ της Ελλάδας και σε βάρος της Τουρκίας, ως εκ τούτου προς τι οι συνομιλίες και η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο; Στην πιο ακραία της εκδοχή είναι η σχολή του Ανδρέα Παπανδρέου (πλην της εποικοδομητικής περιόδου Νταβός το 1988), στην πιο ήπια εκδοχή της η σχολή Μολυβιάτη. Η εποικοδομητική σχολή έχει συνυφασμένη, από πλευράς ελλήνων πρωθυπουργών, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον Κώστα Σημίτη και τον Γιώργο Παπανδρέου. Στόχος οι αγαστές σχέσεις καλής γειτονίας με την Τουρκία με επίλυση όλων των ελληνοτουρκικών διαφορών (Αιγαίο, Κυπριακό, μειονοτικά, Πατριαρχείο), προκειμένου να εδραιωθεί μια ελληνοτουρκική προσέγγιση, όπως αυτή της περιόδου 1930-1939, προσέγγιση που συμφέρει και ωφελεί και τα δύο κράτη και τους λαούς τους.
-Ο Αλέξης Ηρακλείδης είναι ομότιμος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου