οι κηπουροι τησ αυγησ

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

"...Είναι λυπηρό νά παρατηρεί κανείς ότι αποδυναμώνονται σταδιακά καί οϊ προϋποθέσεις πού θά μπορούσαν νά βάλουν τήν οικονομία σέ τροχιά εξόδου της άπό τήν ύφε­ση καί τήν συνολική παρακμή της. Καί άπό τίς προ­ϋποθέσεις αυτές ή σημαντικότερη, κατά τήν γνώ­μη μας, είναι ή ύπαρξη πνεύματος δημιουργίας καί εγρήγορσης. Πρέπει κάποιοι νά αποφασίσουν ότι είναι πλέον απόλυτη ανάγκη νά ακούσουν, καί πο­λύ σοβαρά μάλιστα, τίς παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, καί ιδιαίτερα αυτές πού είναι ελεύθερες καί βλέπουν μακριά...".

Από την "ΕΣΤΙΑ"
"ΕΣΤΙΑ",26/09/16
Ακούει κανείς τόν ΣΕΒ;

Του Άθαν. Χ. Παπανδρόπουλου*

ΠΑΡΑ τά όσα λέγονται καί διαδίδονται, ή ελληνική οικονομία είναι γιά καλά βυθισμένη στό χρέος της. Μέ τίς λίγες δέ σημερινές παραγωγικές της δυνατό­τητες είναι αμφίβολο αν θά μπορέσει ποτέ νά ξεφύ­γει άπό τήν παγίδα καταναλώσεως-χρέους, ακόμα καί αν διαγραφεί ολόκληρο τό δημόσιο χρέος της.

Μέσα σέ αυτό τό περιβάλλον, είναι λυπηρό νά παρατηρεί κανείς ότι αποδυναμώνονται σταδιακά καί οϊ προϋποθέσεις πού θά μπορούσαν νά βάλουν τήν οικονομία σέ τροχιά εξόδου της άπό τήν ύφε­ση καί τήν συνολική παρακμή της. Καί άπό τίς  προ­ϋποθέσεις αυτές ή σημαντικότερη, κατά τήν γνώ­μη μας, είναι ή ύπαρξη πνεύματος δημιουργίας καί εγρήγορσης. Πρέπει κάποιοι νά αποφασίσουν ότι είναι πλέον απόλυτη ανάγκη νά ακούσουν, καί πο­λύ σοβαρά μάλιστα, τίς παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, καί ιδιαίτερα αυτές πού είναι ελεύθερες καί βλέπουν μακριά.

Αυτή είναι καί ή διάσταση πού υπογραμμίζεται στό κύριο άρθρο τοϋ Δελτίου πού εκδίδει ό 
Σύνδε­σμος Επιχειρήσεων καί Βιομηχανίας (ΣΕΒ), ή φω­νή τοϋ οποίου είναι πλέον ζωτική ανάγκη νά ακου­στεί. Αναφέρει, λοιπόν, ό ΣΕΒ:

«Διανύουμε ουσιαστικά τόν ένατο χρόνο ύφε­σης καί, ένώ ή οικονομία έχει έν πολλοίς ισορροπή­σει (έχουν εξαλειφθεί οι μακροοικονομικές άνισορροπίες), δέν φαίνεται νά έγει αποκατασταθεί ή άξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής καί, ώς έκ τούτου, νά έχει εμπεδωθεί ή εμπιστοσύνη στίς προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Τό αποτέλεσμα είναι ή οικονομία, οι εργαζόμενοι καί οι επιχειρήσεις νά βρίσκονται σέ αναζήτηση εναλλακτικών στρατη­γικών επιβίωσης, καθώς ή ύπερφορολόγηση σκοτώ­νει τήν οικονομική δραστηριότητα καί τροφοδοτεί τήν φοροδιαφυγή καί τήν αδήλωτη καί απλήρωτη εργασία, μεταφέροντας επιχειρηματικές δραστηρι­ότητες καί αναζητώντας εργασία στό εξωτερικό. Τά νοικοκυριά πλήττονται παντοιοτρόπως. Οι ευκαιρί­ες απασχόλησης σπανίζουν.

»Ή δυνατότητα αποταμίευσης είναι σχεδόν αδύνατη. Τό διαθέσιμο εισόδημα δέν επαρκεί γιά τήν κατανάλωση, πού έν μέρει χρηματοδοτείται άπό τά "έτοιμα" (μείωση καταθέσεων,  ρευστοποί­ηση ακινήτων καί άλλων περιουσιακών στοιχείων, κ.ο.κ.). Ή στρεβλή φορολογία ακινήτων εξοντώνει τά μεσαία εισοδηματικά στρώματα μέσω τοϋ συ­μπληρωματικού φόρου. Οι ληξιπρόθεσμες φορο­λογικές υποχρεώσεις προς τό κράτος συνεχίζουν νά αυξάνονται καθώς μειώνεται διαρκώς ή  φοροδοτική ικανότητα σέ σχέση μέ τό διαθέσιμο εισόδη­μα λόγω της συνεχούς αύξησης της φορολογικής επιβάρυνσης.

»Ή εξυπηρέτηση καταναλωτικών καί στεγα­στικών δανείων γίνεται όλο καί πιό προβληματική, μέ άμεσο κίνδυνο πολλά υπερχρεωμένα νοικοκυ­ριά νά απολέσουν τά περιουσιακά τους στοιχεία. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι προσωπικές καί μι­κρές επιχειρήσεις έχουν μηδενική σχεδόν πρόσβα­ση στό τραπεζικό σύστημα γιά νά στηρίξουν κάποιο επαγγελματικό τους όνειρο. Τέλος, καί χωρίς αυτό νά είναι ήσσονος σημασίας, οι άνθρωποι τής τρίτης ηλικίας όλο καί περισσότερο ζουν μέ τό φάσμα τής φτώχειας καί τοϋ κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς οι συντάξεις συνεχώς περικόπτονται.

»Οι επιχειρήσεις, ομοίως, λειτουργούν σέ ένα δυσμενές επιχειρησιακό περιβάλλον, πού κάνει σχεδόν αδύνατη τήν ανάληψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών. Τό υψηλό μή μισθολογικό κόστος εμποδίζει τίς επιχειρήσεις νά κάνουν προσλήψεις καί νά δώσουν αυξήσεις στους Ικανότερους τοϋ  προσωπικού τους, καθώς ένα όλο καί μεγαλύτερο μερίδιο τοϋ εργατικού κόστους καταλήγει στά χέ­ρια τοϋ κράτους ώς φορολογία εισοδήματος καί μή ανταποδοτικές άσφαλιστικές-είσφορές.

»Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν επίσης ύπέρογκες επιβαρύνσεις κατά τήν άσκηση οικονομικής δραστηριότητας. Τό ενεργειακό κόστος, τό κόστος δανεισμού, τό μεταφορικό κόστος, τό κόστος συμ­μόρφωσης μέ απαρχαιωμένες γραφειοκρατικές ρυθμίσεις, τό κόστος εκκίνησης μίας οικονομικής δραστηριότητας λόγω περιορισμών στον ανταγω­νισμό γιά τήν προστασία εκμετάλλευσης χαμηλής παραγωγικότητας, τό κόστος απονομής δικαιοσύ­νης πού δημιουργεί ανασφάλεια συναλλαγών, είναι όλα παραδείγματα ενός παράλογου συστήματος πού υποχρεώνει τίς ελληνικές επιχειρήσεις σέ μό­νιμο ανταγωνιστικό μειονέκτημα καί εξηγεί, έν μέ­ρει, τήν παραγωγική καχεξία τής χώρας μας».


Όπως βέβαια, προσθέτουμε έμεΐς, εξηγεί καί γιατί στην σημερινή Ελλάδα ή δραπέτευση άπό συνθήκες πνιγηρές καί παράλογες είναι ό μοναδι­κός δρόμος ελπίδας. Τόσο γιά τίς επιχειρήσεις όσο καί γιά τους νέους μας, πού ήδη αποτελούν κορυ­φαίο εξαγώγιμα «προϊόν».

*Επίτιμος Διεθνής Πρόεδρος Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου