Από "ΤΑ ΝΕΑ" και την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
Δύο δρόμοι για το Κυπριακό
Ατυπο αλλά εκβιαστικό χρονοδιάγραμμα για λύση εντός μερικών μηνών
Του Άνθου Λυκαύγη
Καθηλωμένοι στις καταθλιπτικές παλινδρομήσεις των χρεοκοπικών αδιεξόδων (και περισπώμενοι από τη διχαστική εσωστρέφεια), μάλλον δεν συνειδητοποιούμε τις έως και καλπάζουσες εξελίξεις σε καίρια εθνικά ζητήματα. Και πρωταρχικά (σε αυτή τη φάση) στο Κυπριακό. Το οποίο μονοδρομείται ήδη προς καταληκτική τροχιά. Και του οποίου οι επιταχυνόμενες καταλυτικές διεργασίες θα επιδράσουν αναλόγως και στα υπόλοιπα.
Κάτι που προφανώς θα ενεργοποιήσει ευρύτερες μετεξελίξεις, «ανακατανέμοντας τη στρατηγική τράπουλα» στην ήδη φλεγόμενη περιοχή. Οπου διαμορφώνεται νέο ενεργειακό τοπίο. Με πολλούς «παίκτες» να συνωθούνται.
Αυτά δεν αποτελούν αυθαίρετη συμπερασματολογία. Συνιστούν πεποίθηση που απορρέει από τη διαλεκτική των δεδομένων, τα οποία και διαμορφώνουν ανάλογες δυναμικές. Οτι δηλαδή τελικά, είτε με υπέρβαση (και άρα λύση) είτε με νέο αδιέξοδο, αυτή τη φορά το Κυπριακό θα έχει επιλυθεί! Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
1. Με αυτοδήλως επώδυνο ιστορικό συμβιβασμό (γιατί δεν γίνεται διαφορετικά) στην πρώτη περίπτωση. Της λύσης δηλαδή. Καθώς ο βασικός πυλώνας οποιασδήποτε συναινετικής ρύθμισης θα εδράζεται αφεύκτως στα τετελεσμένα της εισβολής (ή τουλάχιστον κατά το μεγαλύτερο μέρος) όπως παγιώθηκαν ως λειτουργικές δομές, με την πολύχρονη κατοχή. Κι από κοντά, την απροκάλυπτη εν πολλοίς ανοχή.
Οπότε λοιπόν και σε μεγάλο βαθμό: α) Θα νομιμοποιηθούν, ως μέρος των ήδη αμοιβαίως προαγόμενων σχεδίων, που απασχολούν συνομιλητές και διαμεσολαβούντες. β) Θα επισφραγίσουν τη γεωπολιτική διαίρεση, ως κεντρικό άξονα και σημείο αναφοράς, αυτού που προσδιορίζεται ως «Διζωνική Ομοσπονδία» στη βάση της «πολιτικής ισότητας». Πέραν δηλαδή ποσοτικών αναλογιών. Γιατί η Διζωνική ως μόρφωμα και πρακτική παραπέμπει σε δυνάμει «εσωτερική διχοτόμηση».
2. Με καταιγιστική (και επικίνδυνη) μετεξέλιξη αυτών των ίδιων τετελεσμένων, στη δεύτερη περίπτωση. Δηλαδή, αυτή του αδιεξόδου. Από την οποία και θα αναπαραχθούν νέες γεωπολιτικές πραγματικότητες. Που δεν θα είναι δυστυχώς αναστρέψιμες. Τουλάχιστον ανωδύνως. Και κυρίως με τα κρατούντα ισοζύγια. Στα οποία η ελληνική πλευρά είναι το ανίσχυρο σκέλος της καταθλιπτικής ανισοσθένειας.
Πραγματικότητες που εν πολλοίς (και αφεύκτως) θα οδηγήσουν: α) Σε αναβάθμιση του κατοχικού μορφώματος σε σημείο «οιονεί αναγνώρισης», με τη δημιουργία συνθηκών «ταϊβανοποίησης». Και αυτό στην καλύτερη (για μας) περίπτωση. Στη χειρότερη, θα δούμε την άμεση αναγνώρισή του από «γνωστούς πρόθυμους» λόγω διασταυρούμενων συμφερόντων. β) Σε δημιουργία προσαρτησιακών προϋποθέσεων που ήδη επωάζονται με συγκεκριμένη μεθοδολογία. Η οποία, πέραν άλλων, διαλαμβάνει (ως προεισαγωγή) τη ζεύξη των κατεχομένων με την Τουρκία, μέσω αγωγών υδροδότησης (που ήδη λειτουργούν) και πόντισης καλωδίων ηλεκτροδότησης. γ) Σε απροκάλυπτη και άρδην δημογραφική ανατροπή. Με πληθυσμικό διεμβολισμό της Κύπρου γενικότερα. Και μετάλλαξη της ίδιας της τουρκοκυπριακής κοινότητας ειδικότερα. Εν ολίγοις, επιτάχυνση της έωλης και μη αναστρέψιμης εκτροπής. Και ως προς αυτό, η Αγκυρα είναι «κάθετη»!
Το μεγάλο ερώτημα. Ως προς αυτά, λοιπόν, να μην υπάρχει αμφιβολία. Και το κρίσιμο για την ελληνική πλευρά ερώτημα είναι αρκούντως απλό: Συναινεί σήμερα στα πρώτα, προκειμένου να αποφύγει αύριο τα δεύτερα; Υπογράφουμε δηλαδή έστω και επώδυνο συμβιβασμό, για να προλάβουμε τα χειρότερα; Ή μήπως διά της υπογραφής μας θα εισπράξουμε τελικώς αυτά που θέλουμε διακαώς να αποτρέψουμε;
Αυτό δεν είναι σοφιστική προσέγγιση. Ούτε και τρόπος αποφυγής της ιστορικής ευθύνης για (επιτέλους) επίλυση του προβλήματος. Η οποία θα έπρεπε ήδη να έχει επιτευχθεί. «Λύση χθες» όπως έλεγε προηγούμενος πολιτειακός διαχειριστής. Που εμείς όσο κανένας άλλος πρέπει διακαώς να επιδιώκουμε. Γιατί εμάς είναι που καίει το αδιέξοδο.
Αυτές οι σημάνσεις είναι απλώς η αναψηλάφηση τεκμαρτών φόβων. Τους οποίους το τελευταίο διάστημα φροντίζουν να τονίζουν χώρες που ατύπως διαμεσολαβούν. ΗΠΑ, Βρετανία και Ευρώπη. Και το μέτρο αυτών των φόβων προσδιορίζεται από βεβαιότητες που συμπτύσσονται σε μία λέξη: ασφάλεια! Το άπαν. Βασικές δικλίδες της οποίας είναι:
1. Η εν δυνάμει κατοχύρωση της επιβίωσης και της ιστορικής συνέχειας του κυπριακού Ελληνισμού, στη φυσική του γεωγραφία. Και αυτό αποτελεί το καθαυτό ζητούμενο.
2. Η αποτροπή διεμβολισμού των ευρωπαϊκών πλαισίων και διάβρωσης του κοινοτικού κεκτημένου, με δούρειους ίππους «εξαιρέσεων» και σοφιστικές θεωρίες «αναγκαίων μεταβατικών παρακάμψεων».
Υπό το φως ακριβώς όσων συγκροτούν την αδυσώπητη (και δυσεπίλυτη) εξίσωση του Κυπριακού, εκείνο που αυτή τη στιγμή προκύπτει για τη Λευκωσία (και από κοντά την Αθήνα) ως το καθαυτό ζητούμενο, δεν είναι η αποφυγή συμβιβασμού αλλά το είδος του. Δεν είναι η αποφυγή εκπτώσεων από τις αντιλήψεις περί δικαίου και λογικού, αλλά η σαφής χάραξη των τελικών ορίων ως προς τις παραχωρήσεις στις οποίες θα υποχρεωθούν.
Και αυτό, καθώς τα Ηνωμένα Εθνη διά χειλέων του γενικού γραμματέα έχουν θέσει ατύπως μεν, ουσιαστικώς δε, περιθώριο λίγων μόνο μηνών για τελική συμφωνία.
Η Κύπρος, θυσία στον Ερντογάν;
Του Αθανάσιου Έλλις
Παρά τις προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας να εκπέμψει ένα μήνυμα υπεραισιοδοξίας για επικείμενη λύση του Κυπριακού, τις τελευταίες ημέρες και μετά τις επαφές που πραγματοποιήθηκαν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αναπτύσσεται στους κόλπους της ελληνοκυπριακής πλευράς έντονος προβληματισμός, καθώς δέχεται υπερβολικές πιέσεις στο πλαίσιο μιας μάλλον ετεροβαρούς προσέγγισης. Ο πρόεδρος Αναστασιάδης τόνισε δημοσίως ότι πέρα από την υπαρκτή πρόοδο που όντως έχει σημειωθεί, παρατηρείται σε πολλά θέματα στασιμότητα και διεμήνυσε πως αν δεν λυθούν με δίκαιο και ισορροπημένο τρόπο οι εναπομείνασες διαφορές, δεν πρόκειται να υπάρξει λύση που θα γίνει αποδεκτή από την ελληνοκυπριακή πλευρά. Υπογράμμισε ότι ο ίδιος με τη μέχρι τώρα στάση του έχει αποδείξει ότι έχει το θάρρος, την τόλμη και την αποφασιστικότητα να πάρει δύσκολες αποφάσεις. Αυτό είναι αλήθεια. Δεν αποτελεί ρητορική υπερβολή. Και το γνωρίζει η διεθνής κοινότητα. Το 2004 ο κ. Αναστασιάδης είχε υποστηρίξει το σχέδιο Ανάν, κόντρα στη συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων.
Σε συζήτηση που είχε ο γράφων στην Αγκυρα με τον Αχμέτ Νταβούτογλου, την άνοιξη του 2013, λίγο μετά την εκλογή Αναστασιάδη στην προεδρία, ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας είχε αναγνωρίσει τη θαρραλέα στάση που είχε τηρήσει ο κ. Αναστασιάδης και υπό αυτό το πρίσμα είχε εκφράσει την ελπίδα ότι αυτή τη φορά θα λυθεί το Κυπριακό.
Αυτός, λοιπόν, ο Αναστασιάδης που υποστήριξε το σχέδιο Ανάν καλεί τώρα τη διεθνή κοινότητα –κατά κύριο λόγο την Ουάσιγκτον που διαδραματίζει τον καθοριστικό μεσολαβητικό ρόλο– να μην επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει το Κυπριακό για να εξυπηρετήσει ευρύτερα συμφέροντά της. Η αίσθηση που δημιουργήθηκε τις προηγούμενες ημέρες στον ΟΗΕ είναι ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική τείνει να βρεθεί όμηρος της υπόθεσης Γκιουλέν από τη μια πλευρά και των προτεραιοτήτων της στη Συρία από την άλλη. Και για να μη συγκρουσθούν με τον Ταγίπ Ερντογάν σε ένα ακόμη ζήτημα, οι Αμερικανοί ίσως –αυτό μένει να φανεί– είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν την Κύπρο. Να προσφέρουν, δηλαδή, στον Τούρκο πρόεδρο μια λύση που να μην περιλαμβάνει εκ μέρους του παραχωρήσεις ώστε να μην «εκτεθεί» έναντι κεμαλιστών και εθνικιστών που θα τον επικρίνουν ότι αφήνει «απροστάτευτη» την Κύπρο. Μήπως, όμως, θα έπρεπε οι ΗΠΑ να προσεγγίσουν την όλη εξίσωση αντιστρόφως; Τη στιγμή που ο Τούρκος πρόεδρος έχει ανοίξει τόσα μέτωπα –με τις ΗΠΑ λόγω Γκιουλέν και αμερικανικής υποστήριξης στους Κούρδους αντάρτες και με την Ε.Ε. λόγω προσφυγικού και μη κατάργησης της βίζας– έχει την πολυτέλεια να διατηρεί ανοικτό και το «μέτωπο» της Κύπρου, επιμένοντας σε ένα μη λειτουργικό και απαράδεκτο για ευρωπαϊκό κράτος καθεστώς;
Και χωρίς να παραγνωρίζεται ο ρόλος της Τουρκίας, η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να μην αντιλαμβάνεται ότι η «μικρή Κύπρος», μέσα από τις συνεργασίες με Ελλάδα, Ισραήλ και Αίγυπτο, θα μπορούσε δυνητικά να αποτελέσει «μεγάλο σύμμαχο» στην Αν. Μεσόγειο.
"ΤΑ ΝΕΑ", 27/09/16 |
Ατυπο αλλά εκβιαστικό χρονοδιάγραμμα για λύση εντός μερικών μηνών
Του Άνθου Λυκαύγη
Καθηλωμένοι στις καταθλιπτικές παλινδρομήσεις των χρεοκοπικών αδιεξόδων (και περισπώμενοι από τη διχαστική εσωστρέφεια), μάλλον δεν συνειδητοποιούμε τις έως και καλπάζουσες εξελίξεις σε καίρια εθνικά ζητήματα. Και πρωταρχικά (σε αυτή τη φάση) στο Κυπριακό. Το οποίο μονοδρομείται ήδη προς καταληκτική τροχιά. Και του οποίου οι επιταχυνόμενες καταλυτικές διεργασίες θα επιδράσουν αναλόγως και στα υπόλοιπα.
Κάτι που προφανώς θα ενεργοποιήσει ευρύτερες μετεξελίξεις, «ανακατανέμοντας τη στρατηγική τράπουλα» στην ήδη φλεγόμενη περιοχή. Οπου διαμορφώνεται νέο ενεργειακό τοπίο. Με πολλούς «παίκτες» να συνωθούνται.
Αυτά δεν αποτελούν αυθαίρετη συμπερασματολογία. Συνιστούν πεποίθηση που απορρέει από τη διαλεκτική των δεδομένων, τα οποία και διαμορφώνουν ανάλογες δυναμικές. Οτι δηλαδή τελικά, είτε με υπέρβαση (και άρα λύση) είτε με νέο αδιέξοδο, αυτή τη φορά το Κυπριακό θα έχει επιλυθεί! Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
1. Με αυτοδήλως επώδυνο ιστορικό συμβιβασμό (γιατί δεν γίνεται διαφορετικά) στην πρώτη περίπτωση. Της λύσης δηλαδή. Καθώς ο βασικός πυλώνας οποιασδήποτε συναινετικής ρύθμισης θα εδράζεται αφεύκτως στα τετελεσμένα της εισβολής (ή τουλάχιστον κατά το μεγαλύτερο μέρος) όπως παγιώθηκαν ως λειτουργικές δομές, με την πολύχρονη κατοχή. Κι από κοντά, την απροκάλυπτη εν πολλοίς ανοχή.
Οπότε λοιπόν και σε μεγάλο βαθμό: α) Θα νομιμοποιηθούν, ως μέρος των ήδη αμοιβαίως προαγόμενων σχεδίων, που απασχολούν συνομιλητές και διαμεσολαβούντες. β) Θα επισφραγίσουν τη γεωπολιτική διαίρεση, ως κεντρικό άξονα και σημείο αναφοράς, αυτού που προσδιορίζεται ως «Διζωνική Ομοσπονδία» στη βάση της «πολιτικής ισότητας». Πέραν δηλαδή ποσοτικών αναλογιών. Γιατί η Διζωνική ως μόρφωμα και πρακτική παραπέμπει σε δυνάμει «εσωτερική διχοτόμηση».
2. Με καταιγιστική (και επικίνδυνη) μετεξέλιξη αυτών των ίδιων τετελεσμένων, στη δεύτερη περίπτωση. Δηλαδή, αυτή του αδιεξόδου. Από την οποία και θα αναπαραχθούν νέες γεωπολιτικές πραγματικότητες. Που δεν θα είναι δυστυχώς αναστρέψιμες. Τουλάχιστον ανωδύνως. Και κυρίως με τα κρατούντα ισοζύγια. Στα οποία η ελληνική πλευρά είναι το ανίσχυρο σκέλος της καταθλιπτικής ανισοσθένειας.
Πραγματικότητες που εν πολλοίς (και αφεύκτως) θα οδηγήσουν: α) Σε αναβάθμιση του κατοχικού μορφώματος σε σημείο «οιονεί αναγνώρισης», με τη δημιουργία συνθηκών «ταϊβανοποίησης». Και αυτό στην καλύτερη (για μας) περίπτωση. Στη χειρότερη, θα δούμε την άμεση αναγνώρισή του από «γνωστούς πρόθυμους» λόγω διασταυρούμενων συμφερόντων. β) Σε δημιουργία προσαρτησιακών προϋποθέσεων που ήδη επωάζονται με συγκεκριμένη μεθοδολογία. Η οποία, πέραν άλλων, διαλαμβάνει (ως προεισαγωγή) τη ζεύξη των κατεχομένων με την Τουρκία, μέσω αγωγών υδροδότησης (που ήδη λειτουργούν) και πόντισης καλωδίων ηλεκτροδότησης. γ) Σε απροκάλυπτη και άρδην δημογραφική ανατροπή. Με πληθυσμικό διεμβολισμό της Κύπρου γενικότερα. Και μετάλλαξη της ίδιας της τουρκοκυπριακής κοινότητας ειδικότερα. Εν ολίγοις, επιτάχυνση της έωλης και μη αναστρέψιμης εκτροπής. Και ως προς αυτό, η Αγκυρα είναι «κάθετη»!
Το μεγάλο ερώτημα. Ως προς αυτά, λοιπόν, να μην υπάρχει αμφιβολία. Και το κρίσιμο για την ελληνική πλευρά ερώτημα είναι αρκούντως απλό: Συναινεί σήμερα στα πρώτα, προκειμένου να αποφύγει αύριο τα δεύτερα; Υπογράφουμε δηλαδή έστω και επώδυνο συμβιβασμό, για να προλάβουμε τα χειρότερα; Ή μήπως διά της υπογραφής μας θα εισπράξουμε τελικώς αυτά που θέλουμε διακαώς να αποτρέψουμε;
Αυτό δεν είναι σοφιστική προσέγγιση. Ούτε και τρόπος αποφυγής της ιστορικής ευθύνης για (επιτέλους) επίλυση του προβλήματος. Η οποία θα έπρεπε ήδη να έχει επιτευχθεί. «Λύση χθες» όπως έλεγε προηγούμενος πολιτειακός διαχειριστής. Που εμείς όσο κανένας άλλος πρέπει διακαώς να επιδιώκουμε. Γιατί εμάς είναι που καίει το αδιέξοδο.
Αυτές οι σημάνσεις είναι απλώς η αναψηλάφηση τεκμαρτών φόβων. Τους οποίους το τελευταίο διάστημα φροντίζουν να τονίζουν χώρες που ατύπως διαμεσολαβούν. ΗΠΑ, Βρετανία και Ευρώπη. Και το μέτρο αυτών των φόβων προσδιορίζεται από βεβαιότητες που συμπτύσσονται σε μία λέξη: ασφάλεια! Το άπαν. Βασικές δικλίδες της οποίας είναι:
1. Η εν δυνάμει κατοχύρωση της επιβίωσης και της ιστορικής συνέχειας του κυπριακού Ελληνισμού, στη φυσική του γεωγραφία. Και αυτό αποτελεί το καθαυτό ζητούμενο.
2. Η αποτροπή διεμβολισμού των ευρωπαϊκών πλαισίων και διάβρωσης του κοινοτικού κεκτημένου, με δούρειους ίππους «εξαιρέσεων» και σοφιστικές θεωρίες «αναγκαίων μεταβατικών παρακάμψεων».
Υπό το φως ακριβώς όσων συγκροτούν την αδυσώπητη (και δυσεπίλυτη) εξίσωση του Κυπριακού, εκείνο που αυτή τη στιγμή προκύπτει για τη Λευκωσία (και από κοντά την Αθήνα) ως το καθαυτό ζητούμενο, δεν είναι η αποφυγή συμβιβασμού αλλά το είδος του. Δεν είναι η αποφυγή εκπτώσεων από τις αντιλήψεις περί δικαίου και λογικού, αλλά η σαφής χάραξη των τελικών ορίων ως προς τις παραχωρήσεις στις οποίες θα υποχρεωθούν.
Και αυτό, καθώς τα Ηνωμένα Εθνη διά χειλέων του γενικού γραμματέα έχουν θέσει ατύπως μεν, ουσιαστικώς δε, περιθώριο λίγων μόνο μηνών για τελική συμφωνία.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 27/09/16 |
Του Αθανάσιου Έλλις
Παρά τις προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας να εκπέμψει ένα μήνυμα υπεραισιοδοξίας για επικείμενη λύση του Κυπριακού, τις τελευταίες ημέρες και μετά τις επαφές που πραγματοποιήθηκαν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αναπτύσσεται στους κόλπους της ελληνοκυπριακής πλευράς έντονος προβληματισμός, καθώς δέχεται υπερβολικές πιέσεις στο πλαίσιο μιας μάλλον ετεροβαρούς προσέγγισης. Ο πρόεδρος Αναστασιάδης τόνισε δημοσίως ότι πέρα από την υπαρκτή πρόοδο που όντως έχει σημειωθεί, παρατηρείται σε πολλά θέματα στασιμότητα και διεμήνυσε πως αν δεν λυθούν με δίκαιο και ισορροπημένο τρόπο οι εναπομείνασες διαφορές, δεν πρόκειται να υπάρξει λύση που θα γίνει αποδεκτή από την ελληνοκυπριακή πλευρά. Υπογράμμισε ότι ο ίδιος με τη μέχρι τώρα στάση του έχει αποδείξει ότι έχει το θάρρος, την τόλμη και την αποφασιστικότητα να πάρει δύσκολες αποφάσεις. Αυτό είναι αλήθεια. Δεν αποτελεί ρητορική υπερβολή. Και το γνωρίζει η διεθνής κοινότητα. Το 2004 ο κ. Αναστασιάδης είχε υποστηρίξει το σχέδιο Ανάν, κόντρα στη συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων.
Σε συζήτηση που είχε ο γράφων στην Αγκυρα με τον Αχμέτ Νταβούτογλου, την άνοιξη του 2013, λίγο μετά την εκλογή Αναστασιάδη στην προεδρία, ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας είχε αναγνωρίσει τη θαρραλέα στάση που είχε τηρήσει ο κ. Αναστασιάδης και υπό αυτό το πρίσμα είχε εκφράσει την ελπίδα ότι αυτή τη φορά θα λυθεί το Κυπριακό.
Αυτός, λοιπόν, ο Αναστασιάδης που υποστήριξε το σχέδιο Ανάν καλεί τώρα τη διεθνή κοινότητα –κατά κύριο λόγο την Ουάσιγκτον που διαδραματίζει τον καθοριστικό μεσολαβητικό ρόλο– να μην επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει το Κυπριακό για να εξυπηρετήσει ευρύτερα συμφέροντά της. Η αίσθηση που δημιουργήθηκε τις προηγούμενες ημέρες στον ΟΗΕ είναι ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική τείνει να βρεθεί όμηρος της υπόθεσης Γκιουλέν από τη μια πλευρά και των προτεραιοτήτων της στη Συρία από την άλλη. Και για να μη συγκρουσθούν με τον Ταγίπ Ερντογάν σε ένα ακόμη ζήτημα, οι Αμερικανοί ίσως –αυτό μένει να φανεί– είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν την Κύπρο. Να προσφέρουν, δηλαδή, στον Τούρκο πρόεδρο μια λύση που να μην περιλαμβάνει εκ μέρους του παραχωρήσεις ώστε να μην «εκτεθεί» έναντι κεμαλιστών και εθνικιστών που θα τον επικρίνουν ότι αφήνει «απροστάτευτη» την Κύπρο. Μήπως, όμως, θα έπρεπε οι ΗΠΑ να προσεγγίσουν την όλη εξίσωση αντιστρόφως; Τη στιγμή που ο Τούρκος πρόεδρος έχει ανοίξει τόσα μέτωπα –με τις ΗΠΑ λόγω Γκιουλέν και αμερικανικής υποστήριξης στους Κούρδους αντάρτες και με την Ε.Ε. λόγω προσφυγικού και μη κατάργησης της βίζας– έχει την πολυτέλεια να διατηρεί ανοικτό και το «μέτωπο» της Κύπρου, επιμένοντας σε ένα μη λειτουργικό και απαράδεκτο για ευρωπαϊκό κράτος καθεστώς;
Και χωρίς να παραγνωρίζεται ο ρόλος της Τουρκίας, η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να μην αντιλαμβάνεται ότι η «μικρή Κύπρος», μέσα από τις συνεργασίες με Ελλάδα, Ισραήλ και Αίγυπτο, θα μπορούσε δυνητικά να αποτελέσει «μεγάλο σύμμαχο» στην Αν. Μεσόγειο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου