οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2020

ΔΥΟ (Συρίγος+Καραϊτίδης) ΣΕ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕ ΕΝΑΝ (Ιωακειμίδης) ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΑΓΗΣ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ....

Από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"

"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 04-05/01/20


ΤΟΥ Π.Κ. ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗ

Ενα ερώτημα πλανάται πάνω από την πολιτική τάξη της χώρας: «Θα πρέπει να πάμε στη Χάγη ή όχι;». Θα πρέπει δηλαδή να παραπέμψουμε τις διαφορές μας με την Τουρκία στη Διεθνή Δικαιοσύνη και ιδιαίτερα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για επίλυση ή όχι; Μέχρι σχετικά πρόσφατα υπήρχαν ευκρινώς αποκλίνουσες απόψεις πάνω στο ζήτημα. Αλλά ήδη διαφαίνεται ότι τείνει να διαμορφωθεί πολιτική συναίνεση ότι τελικά στο τέλος της διαδικασίας θα πρέπει να προσφύγουμε στη Διεθνή Δικαιοσύνη. Η πρώτη που έθεσε το ζήτημα αυτό με καθαρότητα ήταν η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ Φώφη Γεννηματά. Τάχθηκε ευθέως υπέρ της προσφυγής στη Διεθνή Δικαιοσύνη. Στην πρόσφατη συνέντευξή του στο «Βήμα» (29/12) ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τάχθηκε υπέρ της προσφυγής «σ' ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο όπως είναι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης». Ενώ και ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να κινείται προς την ίδια λογική. Αλλά και ανάμεσα στους σοβαρούς ακαδημαϊκούς κύκλους (με οριακές εξαιρέσεις), ακόμη και σ' αυτούς που είχαν άλλες προσεγγίσεις, έχει ωριμάσει η ιδέα ότι θα πρέπει να λύσουμε τις διαφορές μας με την Τουρκία με προσφυγή στη Διεθνή Δικαιοσύνη.

Η εξέλιξη αυτή συνιστά σημαντική πρόοδο σε σχέση με το παρελθόν στο οποίο υπήρχαν διχογνωμίες πάνω στο ζήτημα. Ως γνωστόν, στο Διεθνές Δικαστήριο προσφύγαμε το 1976 μονομερώς για το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας χωρίς αποτέλεσμα, ενώ το 1987 και ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου είχε ταχθεί υπέρ της προσφυγής στη Χάγη για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Και το 1996 επιδιώξαμε την επίλυση του ζητήματος των Ιμίων με προσφυγή στη Χάγη και με τη σχετική στήριξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η οποία υιοθέτησε και σχετική δήλωση (Ιούλιος 1996). Βεβαίως η μεγάλη ευκαιρία χάθηκε το 2004 όταν αρνηθήκαμε σε εφαρμογή των ρυθμίσεων του «Ελσίνκι» να πάμε στη Χάγη κάτω από τον φόβο ότι δεν θα δικαιωθούμε πλήρως.

Βεβαίως για την προσφυγή εγείρονται δύο ζητήματα. 


Πρώτον, η υπογραφή συνυποσχετικού με την Τουρκία (η τελευταία δεν έχει αναγνωρίσει την υποχρεωτική δικαιοδοσία του ΔΔΧ) και εάν η τελευταία θα συμπράξει. Η Τουρκία επιμένει ως γνωστόν στην επίλυση μέσω πολιτικών διαπραγματεύσεων. Αλλά στη συνέντευξή του στο «Βήμα» (22/12) ο τούρκος υπουργός Μεβλούτ Τσαβούσογλου υπαινίχθηκε ότι μπορεί τελικά η Τουρκία να δεχθεί την προσφυγή αφού προηγηθούν διαπραγματεύσεις. Αλλά διαπραγματεύσεις (όχι κάτω από πίεση) θα πρέπει ούτως ή άλλως να διεξαχθούν στο πλαίσιο της προώθησης των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης, των διερευνητικών επαφών και της σύνταξης του συνυποσχετικού. Η εκτίμησή μου είναι ότι η Τουρκία τελικά υπό προϋποθέσεις θα συμπράξει στη διαδικασία εάν η Ελλάδα εμφανισθεί με μια ολοκληρωμένη σοβαρή προσέγγιση.

Δεύτερον, ποια θέματα «θα πάμε στη Χάγη»; Η Ελλάδα ως γνωστόν αναγνωρίζει μόνο μία διαφορά με την Τουρκία, την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας (και κατ' επέκταση της ΑΟΖ) και τίποτε άλλο. Η Τουρκία έχει θέσει στην agenda μια σειρά από άλλα ζητήματα ως «μονομερείς διεκδικήσεις». Και πιθανότατα εάν συμπράξει θα ζητήσει να συμπεριληφθούν στην προσφυγή. Ο Πρωθυπουργός και άλλοι πολιτικοί ηγέτες έχουν τονίσει ότι «στη Χάγη πάμε» μόνο το θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ. Αλλά εάν υποθέσουμε ότι καθόμαστε στο τραπέζι με την Τουρκία για τη σύνταξη του συνυποσχετικού και τελικά καταλήξουμε στο δίλημμα ή πάμε στη Χάγη με ευρύτερη δέσμη θεμάτων ή όχι, τι ακριβώς κάνουμε; Η απάντηση δεν είναι εύκολη καθώς δεν μπορεί να είναι εύκολη και η εγκατάλειψη της προσφυγής. Αποτελεί μονόδρομο. Το πολιτικό σύστημα θα πρέπει να δείξει τόλμη και αποφασιστικότητα. Δεν θα διακινδυνεύσουμε κάτι ουσιαστικό στο μέτρο που το διεθνές δίκαιο είναι με το μέρος μας.

Πάντως, θεωρώ ότι η προσφυγή στη Διεθνή Δικαιοσύνη αποτελεί την κύρια κίνηση ενός τρίπτυχου πρωτοβουλιών που επίσης περιλαμβάνει 
(α) την προσπάθεια για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος, 
(β) την προώθηση μιας ειδικής σχέσης ΕΕ - Τουρκίας με οικονομικά, πολιτικά και στοιχεία για την ασφάλεια και άμυνα.

-Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην πρεσβευτής - σύμβουλος του ΥΠΕΞ

ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΥΡΙΓΟΥ


Ολα τα θέματα που θέτει η Τουρκία ως προβλήματα στις διμερείς μας σχέσεις, σχετίζονται άμεσα με το διεθνές δίκαιο. Η τουρκική πλευρά παγίως μετά το 1974 αναζητά λύση μέσω των διμερών διαπραγματεύσεων οι οποίες θα οδηγήσουν σε «συνολική συμφωνία» για όλα τα θέματα που θέτει στο Αιγαίο. Με τη συνολική συμφωνία η Τουρκία επιδιώκει πολιτική διαπραγμάτευση όπου το διεθνές δίκαιο θα είναι μόνον ένας από τους παράγοντες που θα ληφθούν υπόψη. Η λύση θα είναι κατ' ουσίαν πολιτική. Τα δύο μέρη θα προβούν σε αμοιβαίες υποχωρήσεις. Εν μέρει σε αυτό τον λόγο οφείλεται η έγερση τόσων θεμάτων από την Τουρκία. Τη διευκολύνει κατά τις διαπραγματεύσεις να εμφανίζεται πιο υποχωρητική σε κάποια θέματα, με τη βάσιμη ελπίδα ότι στο τέλος θα αποκομίσει περισσότερα απ' όσα δικαιούται.

Με την εξαίρεση ενός σύντομου διαλείμματος το 1975, η Τουρκία μέχρι το 1996 απέρριπτε τη λογική της προσφυγής σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο. Μετά την κρίση στα Ιμια αποδέχθηκε τη δικαστική επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, περιλαμβανομένης και της υφαλοκρηπίδας αλλά ως μέρος μίας ευρύτερης διαπραγματευτικής διαδικασίας. Τον Οκτώβριο του 1997 ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Ισμαήλ Τζεμ, δήλωσε ότι η χώρα του δεν μπορεί να δεχθεί την παραπομπή του ζητήματος των Ιμίων στο Διεθνές Δικαστήριο, εάν δεν παραπεμπόταν παραλλήλως και το θέμα της στρατιωτικοποιήσεως των Δωδεκανήσων. Φαίνεται όμως ότι και αυτή η θέση έχει αλλάξει.

Το 2015 ο ιστότοπος Wikileaks δημοσίευσε σειρά τηλεγραφημάτων του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών. Εκεί περιλαμβάνεται κι ένα τηλεγράφημα αμερικανού αξιωματούχου με τον τούρκο ανώτατο διπλωμάτη Ερτσιγές. Εκεί αναφέρεται επί λέξει ο ακόλουθος διάλογος: «Ο Ερτσιγές επανέλαβε τη θέση της τουρκικής κυβερνήσεως ότι η Τουρκία δεν αποκλείει κανένα ειρηνικό μέσο για την επίλυση των διαφορών που σχετίζονται με το Αιγαίο, περιλαμβανομένου μεταξύ άλλων και του Διεθνούς Δικαστηρίου, εφόσον παραπεμφθούν όλα τα ζητήματα και όχι μόνο το ζήτημα της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας» (τηλεγράφημα, 10ANKARA57, 13 January 2010, 14:45, «Subject: Turkey ready to re-energize Aegean talks, ball in Athens' court», παρ. 3).

Επομένως, όταν αναφερόμαστε στη Χάγη, ας έχουμε υπόψη μας ότι η Τουρκία πλέον την αποδέχεται υπό τον όρο παραπομπής όλων των θεμάτων που θεωρεί ως διαφορές, περιλαμβανομένης της αποστρατιωτικοποιήσεως των ανατολικών νησιών του Αιγαίου, των γκρίζων ζωνών κυριαρχίας και της διαφοράς χωρικών υδάτων (6 μίλια) και εναερίου χώρου (10 μίλια). Δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση που θα μπορούσε να συζητήσει σοβαρά τέτοια θέματα τα οποία άλλωστε έχουμε εξαιρέσει ρητώς από την αρμοδιότητα του διεθνούς Δικαστηρίου από το 2015.

-Ο Αγγελος Συρίγος είναι αν. καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής. Βουλευτής της ΝΔ στην Α΄ Αθηνών

"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 04-05/01/20



ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΡΑΪΤΙΔΗ


Στο πλαίσιο της εντεινόμενης όξυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του δημόσιου προβληματισμού για τους πλέον πρόσφορους τρόπους ελληνικής αντίδρασης, έχει αναπτυχθεί τελευταίως μια ενδιαφέρουσα συζήτηση για το εάν η στρατηγική της ελληνικής πλευράς θα πρέπει να προσανατολιστεί στην επιδίωξη προσφυγής στο διεθνές δικαστήριο ή μήπως η γραμμή αυτή θα αποτελέσει επικίνδυνη παγίδα ελληνικής υποχώρησης.

Επί του θέματος αυτού είναι σκόπιμες οι ακόλουθες επισημάνσεις:

1. Η προσφυγή στο ΔΔ αποτελεί ένα από τα μέσα ειρηνικής επίλυσης διεθνών διαφορών, τα οποία προβλέπονται από τον καταστατικό χάρτη του ΟΗΕ, όπως και οι Διαπραγματεύσεις και η Διαιτησία. Αρα πρόκειται για τρόπο διεθνώς νόμιμο, η χρήση του οποίου δεν φέρει εξ υπαρχής, όπως ποικίλοι κύκλοι ισχυρίζονται, το στίγμα της ταπείνωσης ή της φοβικής υποταγής.

2. Η άσκηση της προσφυγής απαιτεί τη συναίνεση αμφοτέρων των αντίδικων πλευρών σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό της διαφοράς, τη διευθέτησης αυτής βάσει του ΔΔ και τη δέσμευση των μερών να συμμορφωθούν προς την εκδοθησόμενη απόφαση. Αρα η έκδοση της απόφασης λύνει τη διαφορά με τρόπο οριστικό και εμφανίζεται να προέρχεται όχι από την επιβολή της μιας πλευράς επί της άλλης, αλλά από υψηλού κύρους δικαιοδοτικό όργανο.

3. Η κατάθεση της προσφυγής προϋποθέτει ένα κλίμα καλής διαθέσεως και κοινή βούληση για τη βελτίωση των σχέσεων των εμπλεκόμενων πλευρών και απαιτεί και καρποφόρες επαφές για τη σύνταξη του Συνυποσχετικού.

4. Στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων αξίζει να εξεταστεί με προσοχή εάν συντρέχουν τα ανωτέρω δεδομένα. Και σε αρνητική περίπτωση ερευνητέο εάν θα ήταν ρεαλιστική η προσδοκία διασφάλισής τους στο προβλεπτό μέλλον. Επειτα βεβαίως από κατάλληλη προετοιμασία που θα μπορούσε να κάμψει την απροθυμία και την εμμονή στην πολιτική ισχύος που ακολουθεί η Αγκυρα.

5. Εφόσον η τουρκική πολιτική επιμένει στη γραμμή της αδιαλλαξίας και επίδειξης συγκρουσιακής πρόθεσης, ως μόνη εναλλακτική λύση παρουσιάζεται η ζοφερή κατεύθυνση της στρατιωτικής αναμέτρησης, με τα αναπόφευκτα βαριά προβλήματα που αυτή θα επιφέρει και στις δύο χώρες.

6. Εμφανής στόχος της Τουρκίας είναι η άσκηση κλιμακούμενης πίεσης ώστε η Ελλάδα να υποχρεωθεί να προσέλθει σε διμερείς συνομιλίες επί των θεμάτων που θα έχει επιλέξει η τουρκική πλευρά και με στόχο τον εξαναγκασμό στην αποδοχή των τουρκικών βλέψεων και στοχεύσεων.

7. Η Ελλάδα διαθέτει ισχυρά θετικά στοιχεία στη διένεξη αυτή, όπως οι προβλέψεις του διεθνούς δικαίου, η πολιτική στήριξη της ΕΕ, έστω και αν αυτή χαρακτηρίζεται από ατολμία στην εφαρμογή της, και οι συμμαχικές της σχέσεις με χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, θιγόμενες από την τουρκική αυθαιρεσία.

8. Αυτό όμως δεν αρκεί. Οφείλει η χώρα μας να κινηθεί επειγόντως και εμπράκτως για την ενίσχυση της σχέσης της και την κατάρτιση προσαρμοσμένης στην ακανθώδη πραγματικότητα στρατηγικής, η οποία θα βασίζεται στην υπογράμμιση των ειρηνικών της προθέσεων και στον τονισμό της επιθυμίας για προσφυγή στη Χάγη, αλλά μόνο για τη διαφορά της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Βεβαίως δε, με ρητό αποκλεισμό της Ευθυδικίας την οποία επιζητεί η Τουρκία ώστε να αποφύγει το διεθνές δίκαιο, το οποίο αντικρούει τις πλείστες των απαράδεκτων αξιώσεών της.

9. Η διαμόρφωση παρόμοιας στρατηγικής επιβάλλει συνεννόηση της κυβέρνησης με τις πολιτικές δυνάμεις, ψύχραιμη ενημέρωση της κοινής γνώμης για την κρισιμότητα της κατάστασης και επιδέξιους πολιτικοδιπλωματικούς χειρισμούς. Επιβάλλει επιπλέον και την επιδίωξη διερευνητικών επαφών με την Τουρκία για την αναχαίτιση και αποδυνάμωση της αλαζονείας της.

10. Κυρίως, όμως, η χώρα οφείλει να παρουσιάσει χάρτες που θα αποτυπώνουν με σαφήνεια τις θέσεις της και βεβαίως επιβάλλεται να μεριμνά και για τη διαρκή βελτίωση της αμυντικής μας δύναμης, η οποία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο αντιμετώπισης της τουρκικής αλαζονείας.

Οι καιροί είναι ιδιαίτερα δύσκολοι και η ηγεσία της χώρας καλείται να προβεί στις δέουσες επιλογές με αίσθημα ευθύνης και αποφασιστικότητα.

-Ο Δημήτρης Καραϊτίδης είναι πρέσβης επί τιμή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου