"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 04-05/01/20
ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗ
Η διένεξη του Αιγαίου, το κατεξοχήν ελληνοτουρκικό διμερές ζήτημα, αποτελεί ελληνικό και τουρκικό εθνικό θέμα, που βασανίζει την Ελλάδα και τους Ελληνες εδώ και σχεδόν μισό αιώνα. Από τον Νοέμβριο του 1973 μέχρι σήμερα, η διένεξη αυτή έχει οδηγήσει σε συνεχή διπλωματική και στρατιωτική δραστηριότητα και σε τρεις μεγάλες κρίσεις - τον Αύγουστο του 1976, τον Μάρτιο του 1987 και τον Ιανουάριο - Φεβρουάριο του 1996 - με κάθε επόμενη κρίση πιο επικίνδυνη από την προηγούμενη και πιο κοντά στην ένοπλη αντιπαράθεση. Επίσης πληθώρα μικρότερων επεισοδίων έχουν λάβει χώρα στο Ανατολικό Αιγαίο που όμως, από το 1999 και έπειτα, υπήρξαν διαχειρίσιμες λόγω της ελληνοτουρκικής ύφεσης που ακολούθησε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2010.
Ομως τα τελευταία χρόνια, και ειδικά από το 2016, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών έχουν επιδεινωθεί, λόγω της ανόδου του εθνικισμού και λόγω του παράγοντα Ερντογάν, ο οποίος ουδεμία σχέση έχει με τον Ερντογάν της περιόδου 2003 - 2011. Τώρα φαίνεται διατεθειμένος να παίξει ακόμη και με τη φωτιά προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία, γατί αν απολέσει την εξουσία είναι βέβαιο ότι θα αντιμετωπίσει δίωξη, δικαστικώς, και βέβαιη καταδίκη για ευρείας κλίμακας διαφθορά του ιδίου και μελών της οικογενείας του. Γενικότερα η περίπτωση Ερντογάν ανταποκρίνεται πλήρως στο περίφημο ρητό του λόρδου Acton: «Η ισχύς τείνει να διαφθείρει και η απόλυτη ισχύς διαφθείρει απολύτως».
Σήμερα, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ξεκινούν έναν νέο κύκλο ελληνοτουρκικού ψυχρού πολέμου, με κρίσεις όπως αυτές τις περιόδου 1974 - Ιανουάριος 1999 που θα είναι επιζήμιες και για τις δύο χώρες και για τους λαούς τους, με τα πράγματα τώρα να επεκτείνονται και στα ενεργειακά (βλ. πρόσφατη υπόθεση EastMed, ενός έργου οικονομικά δυσβάστακτου για την Κύπρο και την Ελλάδα).
Ωστόσο η ελληνική διπλωματία προκειμένου να είναι αποτελεσματική και πειστική διεθνώς, πρέπει να κάνει σαφή διάκριση μεταξύ δύο πραγμάτων:
(α) των ακραίων και παράνομων ενεργειών που φέρουν τη σφραγίδα ενός ανεξέλεγκτου και σχεδόν παράλογου Ερντογάν (που έχει αφήσει άφωνους τους νηφάλιους τούρκους διπλωμάτες, πολιτικούς και αναλυτές), όπως η περίπτωση του Μνημονίου με τη Λιβύη καθώς και οι προσπάθειες γεωτρήσεων μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου, ενώ δεν έχει λάβει χώρα οριοθέτηση της ΑΟΖ ή της υφαλοκρηπίδας για να επιτρέπεται γεώτρηση· και
(β) των σοβαρών θέσεων της Τουρκίας στα θέματα του Αιγαίου που συνιστούν «νομιμοποιημένα» και «ζωτικά συμφέροντα», για να χρησιμοποιήσουμε την καίρια έκφραση της Διακήρυξης της Μαδρίτης μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Γιώργου. Παπανδρέου και Ισμαήλ Τζεμ (8 Ιουλίου 1997). Η Διακήρυξη αυτή αναφέρεται στα «νομιμοποιημένα» και «ζωτικά συμφέροντα» των δύο πλευρών, καθώς και στην επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών με ειρηνικό τρόπο στη βάση του σεβασμού της εθνικής κυριαρχίας και των κανόνων του διεθνούς δικαίου.
Ας δούμε λοιπόν ποια είναι αυτά τα νομιμοποιημένα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο που, σημειωτέον, μπορούν να επιλυθούν με διάλογο και ειρηνικό τρόπο, με τις δύο πλευρές κερδισμένες, χωρίς από την άλλη να έχουν υποχωρήσει από τις «κόκκινες γραμμές» τους, δηλαδή με λύση αμοιβαία συμφέρουσα, όπως είχε συμβεί στις συνομιλίες του 2002 - 2003 όταν είχαν παραλίγο καταλήξει σε συμφωνία.
Το βασικό ζήτημα, το κυριότερο γι' αυτήν, είναι η αιγιαλίτιδα ζώνη που για την Τουρκία είναι αδιανόητο να επεκταθεί από την Ελλάδα πέραν των υπαρχόντων έξι μιλίων, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση μαζί της, προκειμένου να μην καταστεί το Αιγαίο «ελληνική λίμνη» (σαν η Ελλάδα να κατείχε τα παράλια της Μικράς Ασίας όπως το 1919-22) και να κλείσει η ανοικτή θάλασσα εις βάρος της Τουρκίας αλλά και πολλών άλλων χωρών που τα πλοία τους διέρχονται από το Αιγαίο Πέλαγος.
Το δεύτερο ζήτημα είναι η υφαλοκρηπίδα που η Τουρκία θέλει να επιλυθεί με οριοθέτηση σε συνδυασμό, ενδεχομένως, και με συνεκμετάλλευση, μια οριοθέτηση που θα είναι δίκαιη και θα ανταποκρίνεται στην έκταση των παραλίων των δύο χωρών, εννοείται ηπειρωτικών και νησιωτικών, που είναι τρία προς τέσσερα υπέρ της Ελλάδας. Επίσης αν η Ελλάδα επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της στα 12 μίλια, τότε η προς οριοθέτηση υφαλοκρηπίδα θα είναι μηδαμινή για την Τουρκία, με την Τουρκία να αδικείται κατάφορα (όπως είχε παραδεχθεί και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής - και αυτό είναι προ τιμήν του - στις συνομιλίες του με τον τούρκο ομόλογό του, Μπουλέντ Ετζεβίτ, τον Μάρτιο του 1978 στο Μοντρέ).
Το τρίτο ζήτημα είναι ο ελληνικός εθνικός εναέριος χώρος που δεν ανταποκρίνεται στους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Αντί των 10 σημερινών μιλίων θα έπρεπε, για να εναρμονίζεται με το διεθνές δίκαιο, να βρίσκεται στα 6 μίλια (εξού και οι τουρκικές «παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου»). Κατά το διεθνές δίκαιο το εύρος της θάλασσας καθορίζει το εύρος του εναερίου χώρου και όχι το αντίθετο.
Υπάρχουν και άλλα ζητήματα νομιμοποιημένων τουρκικών συμφερόντων στο Αιγαίο, όπως η αποστρατικοποίηση των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου, αλλά είναι, συγκριτικά, δευτερεύουσας σημασίας και θα έχαναν τη βαρύτητά τους αν λύνονταν τα ανωτέρω τρία που είναι ζωτικά. Ο κύριος φόβος της Τουρκίας, που είναι απολύτως δικαιολογημένος, είναι να μην καταστεί το Αιγαίο «ελληνική λίμνη» σαν η ίδια να μη διαθέτει μεγάλη ακτογραμμή στο Αιγαίο, αλλά μόνο ακτογραμμή στη Μαύρη Θάλασσα και την Ανατολική Μεσόγειο.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου