οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 6 Απριλίου 2025

H αμεσοδημοκρατικής έμπνευσης αιτιολογία της κλήσης σε απολογία είναι πιο τρομακτική από την ίδια την κλήση: η αξίωση ένας δημοσιογράφος να λαμβάνει υπ’ όψιν του «τη γενική κοινωνική απαίτηση» για οτιδήποτε, όχι μόνο δεν αντιπροσωπεύει το ρομαντικό ιδεώδες σύνδεσης του επαγγελματία με την κοινή γνώμη, αλλά το υπονομεύει. Οταν λέμε ότι οι δημοσιογράφοι οφείλουν να είναι αδέσμευτοι, δεν αναφερόμαστε μόνο στις σχέσεις τους με ισχυρούς πολιτικούς και επιχειρηματικούς παράγοντες· αναφερόμαστε στον κίνδυνο επηρεασμού τους από οποιαδήποτε δύναμη μπορεί να ασκήσει αθέμιτη εξουσία – ακόμη κι αν είναι δύναμη «λαϊκής» προέλευσης. Ενας δημοσιογράφος μπορεί να λάβει υπ’ όψιν μια γενική κοινωνική απαίτηση και παράλληλα να μη συμφωνεί μαζί της ή ακόμα και να τη βρίσκει εσφαλμένη και επικίνδυνη. Δημοσιογραφία επ’ αγαθώ του κοινού δεν είναι η δημοσιογραφία που το κολακεύει ή το επιβεβαιώνει· μπορεί κάλλιστα να συνεπάγεται σύγκρουση με τις πιο διαδεδομένες και δημοφιλείς απόψεις....

 Από την  "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", και....

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 05/04/25

ΔΙΑΤΑΣΕΙΣ του Αρη Αλεξανδρή



















Δημοσιογραφική ελευθερογνωμία και όρια

Με αφορμή άρθρο γνώμης που έγραψε για την υπόθεση των Τεμπών και τη Μαρία Καρυστιανού, η δημοσιογράφος Σοφία Γιαννακά κλήθηκε από το πειθαρχικό συμβούλιο της Ενωσης Συντακτών σε απολογία. Στο σκεπτικό του, το Συμβούλιο της καταλογίζει το γεγονός ότι δεν έλαβε υπ’ όψιν της «τη γενική κοινωνική απαίτηση για δικαιοσύνη, καθώς και τον αγώνα μιας μάνας για δικαίωση και τιμωρία των ενόχων». Είναι ασαφές πώς γνωρίζει ένα συνδικαλιστικό όργανο τι έλαβε και τι δεν έλαβε υπ’ όψιν ένας δημοσιογράφος κατά τη σύνταξη ενός άρθρου (Βρίσκεται στο κεφάλι του; Τον ρώτησε;), είναι όμως εν προκειμένω σαφές ότι σε κάποιους δεν άρεσε το άρθρο. Και οι δύο παράμετροι πάντως είναι αδιάφορες. Η ελευθερία του λόγου και του Τύπου δεν υπάγεται στις συναισθηματικές προδιαγραφές που τίθενται από τον εκάστοτε φορέα κλαδικής εξουσίας. Η δεοντολογία δεν είναι ιδεολογική ορθοδοξία και η συμμόρφωση σε αυτή δεν μπορεί να εξετάζεται με όρους πολιτικής συμφωνίας ή διαφωνίας. Μία δημοσιογράφος μπορεί να κρίνει ένα δημόσιο πρόσωπο, αρκεί να το κάνει ευπρεπώς. Το πού τοποθετείται η κρίνουσα στο χρηματιστήριο της κοινωνικής συμπάθειας έπειτα, δεν πρέπει να επηρεάζει το δικαίωμά της να εκφέρει ελεύθερα απόψεις, ακόμα και αντιπαθητικές, ή την υποχρέωση του συνδικαλιστικού της οργάνου να αποδέχεται και να προασπίζει το δικαίωμα αυτό.

Τι σημαίνει αδέσμευτος

H αμεσοδημοκρατικής έμπνευσης αιτιολογία της κλήσης σε απολογία είναι πιο τρομακτική από την ίδια την κλήση: η αξίωση ένας δημοσιογράφος να λαμβάνει υπ’ όψιν του «τη γενική κοινωνική απαίτηση» για οτιδήποτε, όχι μόνο δεν αντιπροσωπεύει το ρομαντικό ιδεώδες σύνδεσης του επαγγελματία με την κοινή γνώμη, αλλά το υπονομεύει. Οταν λέμε ότι οι δημοσιογράφοι οφείλουν να είναι αδέσμευτοι, δεν αναφερόμαστε μόνο στις σχέσεις τους με ισχυρούς πολιτικούς και επιχειρηματικούς παράγοντες· αναφερόμαστε στον κίνδυνο επηρεασμού τους από οποιαδήποτε δύναμη μπορεί να ασκήσει αθέμιτη εξουσία – ακόμη κι αν είναι δύναμη «λαϊκής» προέλευσης. Ενας δημοσιογράφος μπορεί να λάβει υπ’ όψιν μια γενική κοινωνική απαίτηση και παράλληλα να μη συμφωνεί μαζί της ή ακόμα και να τη βρίσκει εσφαλμένη και επικίνδυνη. Δημοσιογραφία επ’ αγαθώ του κοινού δεν είναι η δημοσιογραφία που το κολακεύει ή το επιβεβαιώνει· μπορεί κάλλιστα να συνεπάγεται σύγκρουση με τις πιο διαδεδομένες και δημοφιλείς απόψεις.

Το πλειοψηφικό ρεύμα

Αλλωστε, ο πλειοψηφικός χαρακτήρας μιας ιδέας σε καμία περίπτωση δεν την καθιστά ορθή. Σκέφτηκαν άραγε οι εκπρόσωποι της ΕΣΗΕΑ πού μπορεί να οδηγήσει ο συλλογισμός πως ό,τι δεν συμπορεύεται με το κοινό περί δικαίου αίσθημα είναι επιλήψιμο και πειθαρχικώς ελεγκτέο; Αν αύριο η επικρατούσα αντίληψη είναι ρατσιστική και ξενοφοβική (αν υποθέσουμε ότι δεν είναι ήδη), θα πρέπει οι αρθρογράφοι να απέχουν από την προσβολή της; Αν γινόταν ένα γκάλοπ σχετικά με τον πρόσφατο βανδαλισμό της Εθνικής Πινακοθήκης από βουλευτή της Νίκης και αποδεικνυόταν ότι οι περισσότεροι πολίτες τον βρίσκουν λογικό, θα όφειλαν και οι δημοσιογράφοι να εναρμονιστούν με το κλίμα; Βέβαια, η λογική του χαϊδολογήματος του κοινού δεν είναι εσφαλμένη επειδή μπορεί κάποτε να γυρίσει εναντίον μας. Είναι εσφαλμένη επειδή δεν είναι ηθική, όποιον κι αν ευνοεί κάθε φορά. Ο αντίλογος είναι ευπρόσδεκτος ακόμα και όταν έχουμε δίκιο.

Κρίση και διάκριση

Να μείνει, λοιπόν, η δημοσιογραφική δραστηριότητα ανέλεγκτη; Να λέει ο καθένας ό,τι θέλει χωρίς καν τον φόβο της επίσημης αποδοκιμασίας και των συμβολικών κυρώσεων; Οχι. Οι παρεμβάσεις της ΕΣΗΕΑ θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες· είναι όμως σημαντικό να γίνει ένας εννοιολογικός διαχωρισμός ανάμεσα στο δημοσιογραφικό έργο που επιδέχεται και σε εκείνο που, εκ των πραγμάτων, δεν επιδέχεται παρεμβάσεις: είναι άλλο, για παράδειγμα, να καταπιάνεσαι με πραγματικά δεδομένα και να τα μεταφέρεις ανακριβώς, και άλλο να καταθέτεις μια υποκειμενική γνώμη για ένα υποκειμενικό ζήτημα· είναι διαφορετικό να παράγεις ψευδείς ειδήσεις που θα παραπλανήσουν από το να εκφράζεις μια ιδέα που αφορά μόνο εσένα, χωρίς να αξιώνει δάφνες αντικειμενικού γεγονότος. Αν πρέπει να γίνονται παρεμβάσεις, ας αφορούν την ποιότητα της διακινούμενης πληροφορίας, όχι την ποιότητα των πεποιθήσεων του συντάκτη.

Επιλεκτική ευαισθησία

Στους ταραχώδεις καιρούς των χονδροειδών fake news και της κραυγαλέας παραπληροφόρησης, όποιος θέλει να διασώσει την τιμή της δημοσιογραφίας δεν τα βάζει με τις προσωπικές απόψεις (που δεν κρύβουν ότι είναι προσωπικές), αλλά καταπιάνεται με ό,τι μεταφέρεται ως αντικειμενικά αληθές χωρίς να είναι: Τι έχει κάνει η Ενωση για τη διείσδυση της ρωσικής και τουρκικής προπαγάνδας στα ελληνικά media κι από εκεί στη συνείδηση του κοινού; Πώς έχει αντιμετωπίσει τους δημοσιογράφους που δίνουν βήμα και κύρος σε αντιεπιστημονικά παραληρήματα και σε συνωμοσιολόγους χωρίς ίχνος απόδειξης για όσα ισχυρίζονται; Εχει καλέσει σε απολογία τους υπευθύνους για επικά (αλλά αμφιβόλου αξιοπιστίας) ρεπορτάζ σχετικά με σκορπιούς, νεκρά παιδιά και απαγωγές στα σύνορα, που κατά καιρούς συγκλόνισαν αδίκως την κοινή γνώμη; Ενας πειθαρχικός έλεγχος που αποσκοπεί σε ουσιαστικό αποτέλεσμα, προϋποθέτει σύγκρουση με βαριές παθογένειες· ένας πειθαρχικός έλεγχος που επιζητεί εύκολο χειροκρότημα, αρκείται στην αστυνόμευση αντιδημοφιλών άρθρων γνώμης.



"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 05/04/25

Οι χωροφύλακες της ενημέρωσης

ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΛΑΜΨΙΑ

Πριν από μερικές δεκαετίες, όταν ξεκινούσα αυτή τη δουλειά, ένας τότε πολύπειρος συνάδελφός μου και εν συνεχεία φίλος μου με ρώτησε εάν έχω μεγάλο στομάχι. Στη συνέχεια της συζήτησης μου συνέστησε πως αν νιώσω πίεση, να εγκαταλείψω νωρίς για να ζήσω κανονικά, γιατί «δεν αντέχουν όλοι το στρες και ενίοτε τη βαρβαρότητα» του επαγγέλματος. Τότε δεν συμμερίστηκα τους φόβους του και θεώρησα υπερβολικές τις προτροπές του. 

Με τα χρόνια κατάλαβα πως είχε δίκιο στα περισσότερα και οι υποδείξεις του αποδείχθηκαν περίτρανα στα χρόνια που ακολούθησαν. Βεβαίως, η επιλογή και η παραμονή σε αυτό το επάγγελμα δεν είναι υποχρεωτική και ως εκ τούτου δεν μας φταίει κανείς για ό,τι μας συμβαίνει. Συχνά όμως, πέρα από τις αντιξοότητες της φύσης του επαγγέλματος που λογικά συνυπάρχουν με τις χαρές και την ικανοποίηση, αντιμετωπίζει κανείς και την «ελαφρότητα» εντεταλμένων οργάνων του κλάδου. Εν προκειμένω θύμα αυτής της ακατανόητης ταλαιπωρίας έπεσε η Σοφία Γιαννακά γιατί έγραψε τη γνώμη της για ένα θέμα της επικαιρότητας, χωρίς να προσβάλει κανέναν και με σωστά ελληνικά. 

Το εκλεγμένο Πειθαρχικό της Ενωσης Συντακτών ως μη ώφειλε εγκάλεσε τη δημοσιογράφο διότι κατά την άποψή του πρέπει με τα γραπτά της να εκφράζει «...τη γενική κοινωνική απαίτηση για δικαιοσύνη, καθώς και τον αγώνα μιας μάνας για δικαίωση και τιμωρία των ενόχων...». Ανήκουστη προσέγγιση και παράλογη απαίτηση που μόνον σε ασχετοσύνη μπορεί να αποδοθεί. Από πότε οι δημοσιογράφοι απονέμουν δικαιοσύνη και ποιοι γνωρίζουν και εκφράζουν τη λεγόμενη «κοινωνική απαίτηση»; Ποιος κανόνας το ορίζει και ποιο όργανο αποφασίζει να εφαρμόσει ποινολόγιο για το αυτονόητο δικαίωμα ενός δημοσιογράφου να εκφράζει τη γνώμη του χωρίς τον φόβο ή την απειλή πειθαρχικών διώξεων; Αποτελεί ντροπή για τον κλάδο η έμμεση σύσταση προς τους συναδέλφους γενικώς να αυτολογοκρίνονται για να συμβαδίζουν με κάτι απροσδιόριστο που το Πειθαρχικό όρισε ως απαίτηση της κοινωνίας. Αν αυτό το τολμούσε κάποιος άλλος σε βάρος του κλάδου, θα είχαν ξεσηκωθεί και οι πέτρες, αλλά επειδή την... ανορθογραφία διέπραξε το Πειθαρχικό, υπήρξε –αρχικώς...– σιωπητήριο από τα επίσημα όργανα του κλάδου εκτός της Ενωσης Ιδιοκτητών.

Ασφαλώς υπήρξαν και δεκάδες παρεμβάσεις συναδέλφων που υπερασπίστηκαν όχι τη Σοφία Γιαννακά, αλλά το προφανές δικαίωμά της να διατυπώνει ελεύθερα τη γνώμη της. Αν ο κλάδος βάζει παγίδες στον «εαυτό» του, τότε ποιος άραγε θα προστατεύσει την πολυφωνία και την ελευθερία του Τύπου σε κάθε εκδοχή τους; Με όλα αυτά είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να καλλιεργηθεί εκ των έσω η αμφιβολία και η διαβολή για ένα επάγγελμα που δέχεται ομαδικά πυρά και δεν περνά την καλύτερη περίοδο της ιστορίας του. Ηταν υποχρέωση της ΕΣΗΕΑ να αποδοκιμάσει «εξαρχής» τα φαινόμενα ανθρωποφαγίας και υποτίμησης του επαγγέλματος και να βάλει στη θέση τους τούς χωροφύλακες της ενημέρωσης. Αλλά με καθυστέρηση και μετά τον σάλο που προκλήθηκε, με ανακοίνωση «απολογήθηκε» ότι η πειθαρχική παρέμβαση οφειλόταν σε καταγγελίες και διαμαρτυρίες πολιτών, κάτι που (βεβαίως...) δεν προδικάζει καταδικαστική απόφαση..


...από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"

"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ",
05-06/04/25

ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΠΑΝΟΓΟΠΟΥΛΟΥ

Ο τραγέλαφος που ζήσαμε ως κλάδος αυτή την εβδομάδα συμπυκνώνεται υπέροχα σε ένα παλιότερο σκίτσο του Αρκά: «Μπορούμε ελεύθερα να λέμε τη γνώμη τους». Το πειθαρχικό του συνδικαλιστικού οργάνου των δημοσιογράφων αντί να προστατεύει την ελευθερία του λόγου και την έκφραση άποψης (που δεν περιλαμβάνει συκοφαντίες ή ψευδείς ειδήσεις) στοχοποίησε τη δημοσιογράφο Σοφία Γιαννακά καλώντας την σε απολογία. Επισήμως επειδή κατά την κρίση του σε άρθρο της όπου αναφερόταν στη Μαρία Καρυστιανού «δεν λαμβάνει υπόψη τη γενική κοινωνική απαίτηση για δικαιοσύνη». Ανεπισήμως επειδή διαφωνεί με την άποψή της. 

Και στις δύο περιπτώσεις – την επίσημη και την ανεπίσημη – το πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ (να σημειωθεί, όχι το ΔΣ) ασκεί ωμή λογοκρισία. Σε κανέναν δημοσιογραφικό κώδικα δεοντολογίας δεν προβλέπεται ο δημοσιογράφος να λαμβάνει υπόψη πάνδημα αιτήματα όταν αρθρογραφεί, αλλά να μη συκοφαντεί και να μη διασπείρει ψευδείς ειδήσεις. Ο καθένας μπορεί να πει τη γνώμη του. Λέγεται πλουραλισμός. Ταυτόχρονα, ουδείς έχει εξουσιοδοτηθεί να αποφαίνεται για το τι αποτελεί και τι δεν αποτελεί «κοινωνική απαίτηση». Αλλά ακόμα και αν κάποιος ήταν επιφορτισμένος να προσδιορίζει ο ίδιος ποια είναι η «γενική κοινωνική απαίτηση», στις δυτικές Δημοκρατίες ουδόλως αποτελεί υποχρέωση του δημοσιογράφου να ταυτίζεται με την πλειοψηφία. Και η αλήθεια είναι πως ευτυχώς.

Διότι στο πρόσφατο παρελθόν μια άλλη «γενική κοινωνική απαίτηση» ήταν να στηθούν κρεμάλες και να «καεί να καεί το μπουρδέλο η Βουλή». Ευτυχώς τότε υπήρξαν κάποιοι σοβαροί δημοσιογράφοι, στάθηκαν απέναντι σε εκείνη τη «γενική κοινωνική απαίτηση». Με προσωπικό και επαγγελματικό κόστος, αντιστάθηκαν στις σειρήνες του λαϊκισμού και τα «πάνδημα αιτήματα». Η αντίδραση του πειθαρχικού της ΕΣΗΕΑ τότε ήταν να διαγράψει δημοσιογράφους επειδή υποστήριξαν το «Ναι» στο δημοψήφισμα. Εκείνο το «Ναι» που υποστήριξε μετά την «περήφανη διαπραγμάτευση» και η τότε κυβέρνηση, διεθνοποιώντας τη λέξη «κωλοτούμπα». Σε κάθε περίπτωση, ο δημοσιογράφος οφείλει να εκφράζει αδέσμευτα την άποψή του – και όχι να την εντάσσει στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα – και κρίνεται από τον αναγνώστη, τον ακροατή ή τον τηλεθεατή. Η Σοφία Γιαννακά είναι μία σοβαρή δημπσιογράφος που διευθύνει επί χρόνια το Iefimerida του Χρήστου Ράπτη, το οποίο με βάση τις μετρήσεις βρίσκεται διαρκώς στις πρώτες θέσεις επισκεψιμότητας. Συνεπώς, το ποια είναι η «γενική απαίτηση» και ποιος τελικά την εκφράζει ίσως θα πρέπει να αναθεωρηθεί.

Στην έκτακτη συνεδρίασή του το πειθαρχικό δεν αναίρεσε την παραπομπή. Σχολίασε πως «η πειθαρχική παρέμβαση οφείλεται σε διαμαρτυρίες πολιτών και αποφάσισε κατά πλειοψηφία τη διερεύνηση των καταγγελιών μέσω της αποδεικτικής διαδικασίας». Περίπου δηλαδή ό,τι συνέβαινε την περίοδο της πανδημίας, όταν αντιεμβολιαστές έσερναν στα δικαστήρια σοβαρούς επιστήμονες και γιατρούς που έχαναν εργατοώρες, χρήματα, ψυχικές δυνάμεις τρέχοντας στα δικαστήρια για να αποδείξουν ότι το εμβόλιο δεν έχει τσιπάκι.


Είχε στο μεταξύ ενδιαφέρον που σε μια προσπάθεια virtue signalling, κάποιοι έτρεξαν τάχα να στηρίξουν τη Γιαννακά με μία γραμμή, γράφοντας άλλες δέκα για το πόσο άθλιο ήταν το άρθρο της – προφανώς για να ταυτιστούν οι ίδιοι «με τη γενική κοινωνική απαίτηση». Ας είναι.. Τη στιγμή που δημοσιεύονται αναρίθμητα fake news και θεωρίες συνωμοσίας για εξαιρετικά σοβαρά ζητήματα χωρίς ουδείς να αντιδρά, μια δημοσιογράφος εγκαλείται για άρθρο γνώμης – το οποίο επί της ουσίας επέκρινε την πολιτική εργαλειοποίηση της τραγωδίας. Στο μεταξύ, ουδείς έχει ενοχληθεί από τη συστηματική διάδοση θεωριών συνωμοσίας για το δυστύχημα, οι οποίες πέφτουν με κρότο η μία μετά την άλλη. Εν κατακλείδι, στη χώρα μας είναι κατοχυρωμένη η ελευθερία του Τύπου. Οχι αυτή που υπηρετεί τις απόψεις της πλειοψηφίας συνδικαλιστικών οργάνων. Συνεπώς, χωρίς αστερίσκους: Με τη Σοφία Γιαννακά!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου