Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
Ο Τόμας Στερνς Ελιοτ, πιο γνωστός ως T.S. Eliot, γέννημα του Μιζούρι, πολιτογραφηθείς Βρετανός, Νομπέλ Λογοτεχνίας 1948, βαφτιστής του Απρίλη, ως μήνα σκληρού (κατ’ άλλους άσπλαχνου), εξηγεί στην περιγραφική, αλληγορική «Ερημη Χώρα» το γιατί. Τον σύστησε στο ευρύ ελληνικό κοινό ο (και εκ των μεταφραστών του) Γιώργος Σεφέρης, απαντώντας σε όσους έβλεπαν στο δικό του ποιητικό βασίλειο έντονη την απήχηση του ομοτέχνου του Ελιοτ: «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας». Η, όπως λένε, επίπονη αλλά προαιρετική απόπειρα γνωριμίας με το έργο του Ελιοτ περιλαμβάνει και τη δοκιμασία επίλυσης ενός γρίφου που ο ίδιος με αγαθή καρδιά μονολόγησε: «Πού είναι όλη η σοφία που χάσαμε μέσα στη γνώση; Πού είναι όλη η γνώση που χάσαμε μέσα στην πληροφόρηση;». Σαν κυνήγι χαμένου θησαυρού μιας ζωής ακούγεται.
1. Ο Απρίλης ο μήνας ο σκληρός, η φιλαλληλία και η σταδιακή επανεμφάνιση μιας κάποιας αισιοδοξίας
Κύριε διευθυντά,
Η χώρα μας, εν μέσω –και λόγω– κορωνοϊού, βιώνει έναν σκληρό Απρίλη. Ο Απρίλης, ούτως ή άλλως, έχει μια σκληρότητα, όταν το φυσικό τοπίο, μετά τον βαρύ χειμώνα, προκαλεί μια βίαιη αναγέννηση της φύσης και της ζωής. Σκληρός ήταν και ο Απρίλης του 1941, όταν από τις 6 του μηνός ξεκίνησε η γερμανική εισβολή στη χώρα μας, για να συναντήσει την ηρωική αντίσταση των Ελλήνων, που όμως δεν απέτρεψε τη γερμανική κατοχή λίγες μέρες αργότερα. Ελεύθεροι συνειρμοί με οδηγούν ακόμη, στον «Σκληρό Απρίλη του ’45», αυτό το εξαιρετικό έργο του Μάνου Χατζιδάκι, ένα μουσικό σχόλιο πάνω στον καιρό του Εμφυλίου. Ο Κώστας Ταχτσής, στο προλογικό του σημείωμα, αναφέρει ότι εάν οι «Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη» (σε στίχο από την «Ερημη χώρα» του T.Σ. Ελιοτ) ήταν μία προσευχή (όπως έχει πει ο Μάνος Χατζιδάκις), ο «Σκληρός Απρίλης του ’45» είναι ένα ρέκβιεμ σε εκείνο το ωραίο και τόσο γόνιμο νεανικό μας όραμα και ίσως έτσι, η ενδόμυχη υπόσχεση μιας το ίδιο γόνιμης χρήσης του λίγου χρόνου που μας μένει ακόμα. Συμπληρώνει ο Κ. Ταχτσής ότι «δεν είχαμε τίποτα έτοιμο να βάλουμε στη θέση αυτών που θα γκρεμίζαμε».
Οι πιο πάνω ελεύθεροι συνειρμοί, εξ ορισμού καταλήγουν και εστιάζουν στην «Ερημη χώρα» του Ελιοτ. Με το ποίημα αυτό (1922), παράλληλα με τον Εζρα Πάουντ, η ποίηση εισέρχεται στη νέα φάση του μοντερνισμού.
Ο Χάρης Βλαβιανός προχώρησε πρόσφατα σε μία δική του μετάφραση, κάνοντας την επιλογή του τίτλου (Waste Land) «Αγονη Γη». Το «Ερημη χώρα» είναι η επιλογή του Σεφέρη, το «Ρημαγμένη γη» ήταν η μετάφραση του Κύρου. Υπάρχει όμως και το «Σακατεμένη γη» που επιλέγει ο Λέανδρος Βατάκας. Βέβαια οι αγγλικές λέξεις εμπεριέχουν τις επί μέρους σημασίες, νομίζω όμως ότι η επιλογή του Σεφέρη έρχεται πιο κοντά στο πραγματικό περιεχόμενο του ποιήματος παρόλο που από την ανάγνωσή του, προκύπτει ένας τόπος, μια χώρα, που κάθε άλλο παρά έρημη είναι. Εδώ, η αγωνία του ποιητή για την κατάντια αλλά και το μέλλον αυτού του τόπου είναι πρόδηλη. Στον τόπο αυτό οι κάτοικοι προσπαθούν να συνυπάρχουν και να συνεννοηθούν αλλά μοιάζει σαν να απουσιάζουν οι «κώδικες επικοινωνίας». Παρ’ όλα αυτά η χώρα είναι γεμάτη όντα, μνήμες και κυρίως δυνατότητες.
Η εποχή που ζει και γράφει ο Ελιοτ, μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, είναι μία εποχή μοναξιάς και αποξένωσης, που θυμίζει το σήμερα. Βλέπει την Ευρώπη, μετά το τέλος του πολέμου, σαν «χώρα» από όπου έχει ξεριζωθεί ο πολιτισμός, η αγάπη, η συντροφικότητα. Επιπλέον έχει ξεσπάσει στον κόσμο μια άλλη επιδημία, αυτή της ισπανικής γρίπης, η οποία οδήγησε στον θάνατο εκατομμύρια ανθρώπους, μόνο δε στην Αγγλία πάνω από διακόσιες χιλιάδες. Ο Ελιοτ όπως και ο φίλος του ο Πάουντ προσβλήθηκαν, αλλά επέζησαν. Να θυμίσω τους πρώτους στίχους της «Ερημης χώρας» (σε μετάφρ. Γ. Σεφέρη):
«Ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός, γεννώντας / Μες απ’ την πεθαμένη γη τις πασχαλιές, σμίγοντας / Θύμηση κι επιθυμία, ταράζοντας / Με τη βροχή της άνοιξης ρίζες οκνές. / Ο χειμώνας μάς ζέσταινε, σκεπάζοντας / Τη γη με το χιόνι της λησμονιάς, θρέφοντας / Λίγη ζωή μ’ απόξερους βολβούς».
Η σημερινή συγκυρία, με την πανδημία του κορωνοϊού, υπογραμμίζει τη δραματική διάσταση των πιο πάνω στίχων.
Ο φετινός Απρίλης δεν ήταν ο μήνας της χαρούμενης προσμονής του Πάσχα και της Ανάστασης, δεν θα είναι η πρωτομαγιάτικη αποθέωση της αναγέννησης της ζωής.
Κλεισμένοι μέσα, σε σπίτια, όχι κρατητήρια αλλά καταφύγια, «θα συλλογιζόμαστε το κλειδί, ο καθένας μες στη φυλακή του / με τη σκέψη του κλειδιού» (όπως λέει ο Ελιοτ). Θα ανακαλύψουμε όμως και την αξία της φαντασίας, της σκέψης και της περίσκεψης. Εχουμε και την ευκαιρία αναστοχασμού πάνω στα προβλήματα, ή αυτά που θεωρούσαμε προβλήματα. Αυτές οι ειδικές συνθήκες μπορούν να μας φέρουν πιο κοντά στους άλλους, αλλά και πιο κοντά στον βαθύτερο εαυτό μας, με όρους αλήθειας ζωής και όχι αλαζονείας, οργής και απληστίας. Μπορούμε να βγούμε από αυτή την περιπέτεια, περισσότερο φιλοσοφημένοι και ταπεινοί, πιο κοντά στο πραγματικό περιεχόμενο και νόημα της ζωής. Ενα νόημα που μπορεί να βρίσκεται πολύ περισσότερο μέσα στην εγγύτητα και την αλήθεια στις μεταξύ μας σχέσεις, παρά στον άκρατο ευδαιμονισμό.
Η διαπάλη ζωής και θανάτου είναι προαιώνια. Και οι δύο αυτοί πόλοι έχουν πολλές συμβολικές απεικονίσεις.
Θα στεκόμουν στα λόγια - «προειδοποίηση» του Ουίσταν Χιου Οντεν (W. H. Auden):
«Αν αλήθεια θέλουμε να ζήσουμε, καλύτερα ν’ αρχίσουμε
Τώρα αμέσως.
Αν δεν το θέλουμε, δεν πειράζει, αλλά καλύτερα ν’ αρχίσουμε να πεθαίνουμε».
Ανδρέας Κωστάλας, Ιατρός
2. Μεταφράζοντας Ντοστογιέφσκι
Κύριε διευθυντά,
Κύριε διευθυντά,
Η «εμφάνιση» του Δημήτρη Λιγνάδη στις σελίδες της «Καθημερινής» πάντα κινεί το ενδιαφέρον μας. Τον είχαμε ακούσει πριν από λίγα χρόνια να απαγγέλλει μοναδικά ένα ποίημα του Καβάφη! Εξάλλου υπήρξα και αναγνώστης του αείμνηστου Τάσου Λιγνάδη, πάλι στην «Καθημερινή». Νομίζω με αυτά δικαιούμαι να κάνω μια παρατήρηση: η μετάφραση του Παπαδιαμάντη στο «Εγκλημα και τιμωρία» είναι αναχρονιστική (μάλλον, απαράδεκτη) και δεν συνιστάται, ακόμα και στην εποχή του κορωνοϊού.
Νομίζω ούτε στην εποχή που γράφτηκε (για βιοποριστικούς λόγους, προφανώς) ήταν σωστή. Τέτοια έργα θέλουν σύγχρονη γλώσσα. Και μόνον ο τρόπος με τον οποίον αποδίδεται το μικρό όνομα του Ντοστογιέφσκι (Θεόδωρος) δείχνει ότι η μετάφραση κλωτσάει. Δόξα σοι ο Θεός, υπάρχουν στα ελληνικά σπουδαίες μεταφράσεις, όπως του Αρη Αλεξάνδρου ή του Σαραντόπουλου κ.ά. Οσο για τον Παπαδιαμάντη, είναι μια πολύ μεγάλη υπόθεση, αλλά για άλλους λόγους και όχι για τις μεταφράσεις του. Αν πάλι (ο κ. Λιγνάδης) θέλει να χαρεί την ποιητική γλώσσα του κυρ Αλέξανδρου, ας διαβάσει το Ρωμέικο Πάσχα, τον Λαμπριατικό ψάλτη, ή την εμπνευσμένη πρόποση του μπαρμπα-Μηλιού στην εξοχική Λαμπρή!
Β. Πουλόπουλος, Τορόντο, Καναδά
3. Το τάμα του Μότσαρτ και το Κύριε Ελέησον
Κύριε διευθυντά,
Στα εξαιρετικά άρθρα που φιλοξενούνται καθημερινά στις σελίδες 12 και 13 στην «Κ», θα ήθελα να σχολιάσω αυτό του κ. Ηλία Μαγκλίνη με τον τίτλο «Κύριε Ελέησον» (15/4), φράση που ακούγεται στη Μεγάλη Λειτουργία του μεγαλύτερου μουσικού ταλέντου που έχει υπάρξει ποτέ, του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ.
Τη Μεγάλη Λειτουργία η οποία αναλύεται θαυμάσια στο άρθρο, υποστηρίζεται ότι την έγραψε ο Μότσαρτ για να εκπληρώσει ένα τάμα προς τον Θεό, σε κάποιες δύσκολες στιγμές της ζωής του, όταν η μνηστή του και μετέπειτα γυναίκα του Κωνστάντσα αρρώστησε βαριά.
Παρακάλεσε τότε τον Θεό να βοηθήσει να γίνει καλά, και μόλις η υγεία της αποκαταστάθηκε άρχισε να γράφει το μεγαλειώδες αυτό έργο, το οποίο τοποθετείται ανάμεσα σε δύο άλλα μεγαθήρια, στη Μεγάλη Λειτουργία του «προτεστάντη» Μπαχ και τη «Missa Solemnis» του «καθολικού» Μπετόβεν.
Και οι τρεις όμως αυτοί Μεγάλοι έχουν ένα κοινό σκοπό, ζητούν από τον Θεό (τον Κύριο) και από τον Χριστό με τις πιο αγωνιώδεις παρακλήσεις που έχουν γραφτεί ποτέ, να ελεήσουν τους ανθρώπους ανεξάρτητα από την Εκκλησία που ανήκει ο καθένας τους.
Ο Μότσαρτ παρά το ότι δεν ήταν τόσο «θρησκευτικός» όσο ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ ή ο Χαίντελ, χρησιμοποιεί για δεύτερη φορά το «Κύριε Ελέησον» στο τελευταίο έργο του, το «Ρέκβιεμ κ. 626», μία από τις μεγαλύτερες συνθέσεις όλων των εποχών, με ήχους που παραμένουν άφθαστοι.
Και ενώ η Μεγάλη Λειτουργία αρχίζει με το «Κύριε Ελέησον», εδώ τοποθετεί την παράκληση δεύτερη με διάρκεια 2΄ και 50΄΄, και όπως υποστηρίζει ο Ρούντολφ Μπάουερ, αποτελεί «μια υπόκλιση» ενώπιον του πνεύματος του άλλου μεγάλου «θρησκευτικού», του Φρίντριχ Χαίντελ.
«Κύριε Ελέησον», Κύριε σπλαχνίσου μας, χάρισέ μας το έλεός Σου, τη συμπόνια Σου. Είναι πιστεύω η φράση που θα πρέπει σήμερα όσο ποτέ να ακούγεται όλο και πιο συχνά, γιατί πραγματικά τη χρειαζόμαστε!
Ι.Κ. Γεωργίου, Καρδιολόγος
4. Αρετή που επαινείται μεγαλώνει σαν δέντρο
Κύριε διευθυντά,
Ναι! Μένουμε σπίτι και υπακούμε σε νομοθετικές διατάξεις, προκειμένου να φέρουμε σε αίσιο πέρας την επιχείρηση «κορωνοϊός». Μένουμε σπίτι, ανθιστάμενοι στον ιό που ρύπανε τον πλανήτη λόγω του προφανούς χαρακτήρα του και μας βύθισε σε πνεύμα απαισιοδοξίας και αφανισμού, δεδομένου ότι σε καθημερινή βάση φεύγουν από τη ζωή συνάνθρωποί μας με θλιβερή συχνότητα.
Ναι, μένουμε στο σπίτι μας, στο οχυρό της ζωής μας («ο ποντικός στην τρύπα του, ο μεγαλύτερος άρχοντας») παρέα με την αβεβαιότητα, την καχυποψία και την αμφιβολία, αν το αύριο το γκρεμίσει το υπόγειο ρεύμα του δαιμονικού ιού.
Υπάρχουμε ακόμα, δόξα τω Θεώ, μέσα στα σπίτια μας με όλες τις αισθήσεις μας στην υπηρεσία του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης και κάπου κάπου βγαίνουμε με ευσπλαχνία στα ανοιξιάτικα μπαλκόνια μας, όχι για να ρεμβάσουμε τα αστέρια, αλλά για να χειροκροτήσουμε αυτούς τους γήινους αγγέλους με τις άσπρες και πράσινες ποδιές, που δεν παύουν να είναι άνθρωποι σαν εμάς με φόβους και ανασφάλειες, θέτουν όμως τον εαυτό τους στην υπηρεσία της ζωής.
Εφαρμόζουμε το «μένουμε στο σπίτι», όμως όλοι μας πρέπει –με μια ξεχωριστή αυτοσυγκέντρωση– να υψωθούμε σε ένα ανώτερο επίπεδο, εκεί όπου εργάζεται ένας μεγάλος αριθμός προσώπων που φέρνουν στους ώμους τους τον σταυρό του δικού τους κοινωνικού λειτουργήματος.
Πρόκειται για τους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό.
Μέσα στην υπέρτατη αγωνία του σήμερα, αυτά τα άτομα, στο πλαίσιο του λειτουργήματός τους, δίνονται στους συνανθρώπους τους χωρίς να κρατούν τίποτα για τον εαυτό τους, και αποτελούν πρότυπα δράσεως.
Υπερβαίνουν τον εαυτό τους, κάνουν την επιστήμη τους θρησκεία και αντίδοτο στο κακό προς όφελος των άλλων. Η λέξη λειτούργημα, officium, σημαίνει υποχρέωση, οφειλή, χρέος. Εν μέσω μιας πανδημίας, ο γιατρός οφείλει να διατίθεται, να δώσει από τον εαυτό του όσα μπορεί να δώσει και περισσότερα ακόμα, να υπερβεί τον εαυτό του, να δοθεί στους άλλους.
Το θέμα δεν είναι να τους αναγορεύσουμε ήρωες για τον αγώνα τους με ένα χειροκρότημα, αλλά να αναγράφουμε τις μεγάλες υπηρεσίες που προσέφεραν και προσφέρουν στην ανθρωπότητα, όχι μόνο σε τραγικές στιγμές, αλλά σε όλο το διάγραμμα της ιστορίας της. Ο μέγιστος των λυρικών της αρχαιότητας Πίνδαρος λέει: «Η αρετή που επαινείται μεγαλώνει σαν δέντρο». Ανταμοιβή τους, η ικανοποίηση στη συνείδησή τους ότι εκπληρώθηκε το καθήκον τους.
Στην αναζήτηση της δικαιοσύνης και της ισότητας, θεωρώ χρέος της πολιτείας να βρει τον τρόπο να ανταμειφθούν αυτοί που εμπλέκονται άμεσα με τους πάσχοντες, θέτοντας σε κίνδυνο τη δική τους ζωή καθώς και της οικογένειάς τους. Ωστόσο, για όλους μας υπάρχει μέσα μας ένας παθιασμένος Δον Κιχώτης που μας εμψυχώνει να παλέψουμε για την επιβίωσή μας και αναφωνεί «Ζήτω η ελπίδα», γιατί είναι υποχρέωση του ανθρώπου «κι εκεί ακόμα που δεν υπάρχει ελπίδα, να επινοήσει την ελπίδα» (Αλμπέρ Καμύ).
Τιτίκα Βρυάζη-Μασδράκη, Κάντζα Αττικής
5. Πάντα υπάρχει κάτι που σε λυτρώνει
Κύριε διευθυντά,
Πήρα κάποιο φίλο τηλέφωνο στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων που ως... ευλογία –η μόνη, βέβαια– μας δίνει η ατυχία του ιού. Αφού είπαμε τα πρώτα τον ρώτησα, περίεργος για τις απαντήσεις του. Κι εκείνος, λες και τον είχα παραγγελία, αράδιασε τα εξής: Δεν φαντάζεσαι, λέει, πόσο έχω χαρεί τα παιδιά μου, τη σύζυγό μου, το σπίτι και τη ζεστασιά του, τους φίλους μου, έστω από το τηλέφωνο.
Και προτού αρχίσω να του λέω παρόμοια, βιάστηκε να με ρωτήσει:
«Εσύ πώς τα περνάς στη φυλακή σου;». Διαμαρτυρήθηκα. Eσπευσε να ζητήσει συγγνώμη. Κι εκεί ήταν που τον άδραξα. Λέγοντάς του, μεταξύ άλλων, και τούτα:
Τι λες, αγαπητέ μου; Βρήκα τη χαρά μου. Εχω όλο τον χρόνο να ψάξω τα βιβλία μου, που βέβαια είμαστε οι καλύτεροι φίλοι. Κάποια όμως παλιά ή άλλα που τα είχα παραμερίσει και τα είχα ξεχάσει τελείως, να τα απολαύσω τώρα. Αθεράπευτος φίλος της μουσικής, που ποτέ δεν παραμέλησα, τώρα την απολαμβάνω.
Και συνέχισα: Χαίρομαι τη συντροφιά των αγαπημένων μου όλων είτε με τη συνεχή άμεση παρουσία τους είτε μέσω του υπολογιστή μου.
Με το θαύμα της τεχνολογίας που το λένε σκάιπ. Εχω την ευκαιρία να ψάχνω τις εκκρεμότητές μου. Πολλές άλλωστε και σε πολλά θέματα εδώ και πολύ καιρό, ίσως χρόνια. Νόμιζα ότι θα έπληττα με τη διαρκή παραμονή μέσα, αλλά πού κάτι τέτοιο.
Oταν όμως σκέπτομαι ότι τόσοι άνθρωποι έφυγαν έτσι απότομα, αυτό με συντρίβει. Σε όλον τον κόσμο μάλιστα.
Σκέπτομαι: Μήπως είναι καιρός να καταλάβουμε ότι είναι όλων μας πάνω στη γη η «τύχη» μας κοινή; Και είναι και μεγάλες μέρες για εμάς. Ειρήνη υμίν, είχε πει Εκείνος. Δεν την έδωσε όμως. Από εμάς την περιμένει.
Και πάλι η σκέψη μου κόλλησε σε αυτούς που έφυγαν και φεύγουν. Προσπαθώ να το αποφύγω. Δεν τα καταφέρνω. Και αμέσως έρχεται στη σκέψη… η μουσική. Πάντα υπάρχει κάτι που σε λυτρώνει από καθετί βασανιστικό. Σταματώ για να ψάξω...
Νίκος Παπαδόπουλος, Καθηγ. Ψυχολογίας (Παν. Κρήτης και Heidelberg)
6. Βέβαιοι και... όχι σίγουροι
Κύριε διευθυντά,
Εμελέτησα τη συνέντευξη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη που δημοσιεύθηκε στην «Κ» των ημερών 18-19 Απριλίου. Βεβαιώθηκα ότι η κυβέρνησή μας με σχέδιο, σύνεση και τόλμη αντιμετώπισε (και αντιμετωπίζει) τόσο την απειλή του Ερντογάν να πλημμυρίσει τη χώρα μας με παράνομους πρόσφυγες - μετανάστες όσο και την επέλαση του κορωνοϊού. Αυτά αποτυπώνονται και στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις.
Στηρίζω τα ανωτέρω συμπεράσματά μου και στο γεγονός ότι στο κείμενο αυτής της συνέντευξης αλίευσα τέσσερις (4) φορές τη λέξη «σίγουρος» και άλλες τέσσερις (4) φορές τη λέξη «σίγουρα», που εξέφερε ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στη βεβαιότητα της ορθότητας των πράξεών του.
Ως Ελληνες, πάντοτε πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι πράττουμε το σωστό. Σίγουροι (αν μπορούν) ας είναι για τα πεπραγμένα τους οι Ιταλοί. Η βεβαιότητα είναι ελληνική. Η σιγουριά είναι ιταλική.
Γεώργιος Τόλης, Καρδιοχειρουργός
7. Για τους δικαιούχους των 800 ευρώ
Kύριε διευθυντά,
Θα ήθελα μέσω της παρούσης επιστολής να επισημάνω μια αστοχία ως προς τους δικαιούχους του επιδόματος των 800 ευρώ. Η τρέχουσα υπουργική απόφαση αποκλείει τις επιχειρήσεις που έχουν μηδενικά έσοδα κατά το 2018.
Ορθώς ο νομοθέτης προσπαθεί να αποκλείσει επιχειρήσεις που είναι πιθανώς ανενεργές ή ίσως και οχήματα φορολογικής εξοικονόμησης και απαιτεί να υπάρχουν κέρδη στο παρελθόν που χάθηκαν, ώστε να δώσει την όποια επιδότηση.
Ομως θα έπρεπε από το μέτρο να μην εξαιρούνται νεοσύστατες επιχειρήσεις που δεν έχουν έσοδα διότι απλά μόλις ιδρύθηκαν και μάλιστα βρίσκονται στην πλέον ευάλωτη περίοδο της επενδύσεως σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό. Δηλαδή άθελά της φαντάζομαι η κυβέρνηση τιμωρεί τις πλέον ευάλωτες και ελπιδοφόρες επιχειρήσεις που είναι τα λεγόμενα startup και απλά είχαν την ατυχία να επενδύσουν λίγο πριν από την κρίση, δηλαδή κατά το τέλος του 2018 και ολόκληρο το 2019.
Σας καλώ να δημοσιοποιήσετε τη συγκεκριμένη αστοχία με την ελπίδα πως η κυβέρνηση θα τη διορθώσει.
Βασίλειος Πολυμένης, Καθηγητής Χρηματοοικονομικής ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου