Μέσα στον κορονο-ορυμαγδό των ημερών, μου είχε διαφύγει τελείως και χρωστώ ειλικρινή ευγνωμοσύνη στον Στέφανο Κασιμάτη της «Καθημερινής» που το περιέλαβε στη στήλη του –της οποίας είμαι φανατικός αναγνώστης– ανοίγοντάς μου τα μάτια. Αναφέρομαι στο μνημειώδες γραπτό μήνυμα του Προκόπη Παυλόπουλου, αυτό το μήνυμα-σταθμό προς τον δήμαρχο Μεσολογγίου για την επέτειο της ηρωικής Εξόδου, το οποίο –το γράφω και ντρέπομαι– μου είχε διαφύγει τελείως.
Αλλά αυτά συμβαίνουν σε καιρούς ασύμμετρων απειλών και πλανητικών υγειονομικο-οικονομικών κρίσεων. Προσηλωνόμαστε σε αυτά που λένε κάτι τύποι σαν τον Τσιόδρα και αφήνουμε στα αζήτητα συγκλονιστικές και ανεπανάληπτες –κατά τούτο ιστορικές– παρεμβάσεις, όπως αυτή του τέως Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας.
O Παυλόπουλος νομίζει ότι είναι ακόμα Πρόεδρος της Δημοκρατίας Πατήστε εδώ
Παραθέτω ολόκληρη την επιστολή Παυλόπουλου, καθότι η πένα μου νιώθει πολύ μικρή και ασήμαντη ώστε να παρέμβει στην (ωσάν γάργαρο νεράκι του ποταμακίου) ροή, στη (Διονυσιοσολωμική) λυρικότητα, στην (εθνεγερτική) ιστορική σημασία, στη (μυσταγωγική) θρησκευτικότητα και στην (αυθεντική σαν παλιά ταινία με τον Γιάννη Βόγλη στον ρόλο του αδίστακτου τσιφλικά) βουκολικότητα της μνημειώδους αυτής γραπτής παρεμβάσεως. Κάθε απόπειρα μου να τεμαχίσω –προς χάριν οικονομίας και ευκολίας της ανάγνωσης– τα λόγια του Προκόπη, θα ισοδυναμούσε με βέβηλο ακρωτηριασμό. Καθίστε το λοιπόν αναπαυτικά και ρουφήξτε ως τελευταία απόλαυσι –που λέει και ο Αλεξανδρινός– όσα εμπνεύστηκε εκεί στην μοναχική του κατοικία ο μέγας μαχητής του νεοφιλελεύθερου Μινώταυρου.
«Ο αχός από το Μεσολόγγι, εκείνο τον σκληρό Απρίλη της Εξόδου, δεν έχει σιγήσει. Δεν θα σιγήσει ποτέ. Μπορείς να τον αφουγκραστείς, να τον ακούσεις σαν πένθιμη καμπάνα ή και σαν εγερτήριο σάλπισμα, αρκεί ν’ αφήσεις την ψυχή σου αγνή –σα να ’ρχεται από τη μεταλαβιά– να νιώσει τα μυστικά της Λιμνοθάλασσας. Ν’ ανασάνει, μέσα στην εκκωφαντική σιωπή, τον αέρα μιας εγκαταλελειμμένης πελάδας της, να μυρίσει, μέσα στη νηνεμία της άνοιξης, την άρμη του νερού της. Θ’ ακούσεις τα κανόνια, θ’ ακούσεις τα ντουφέκια, θ’ ακούσεις την κραυγή των Εξοδιτών, θα μυρίσεις τον καπνό και το αίμα, δίχως να φοβηθείς, δίχως να πάρεις το δρόμο της φυγής. Θα μείνεις εκεί και θα συλλογιέσαι τι σημαίνει να είσαι Έλληνας. Θα συναντάς, ξανά και ξανά, την Ελευθερία να σφίγγει στην αγκαλιά της μάνες και παιδιά, να γνέφει στοργικά στους Αγωνιστές που υψώνουν το σπαθί με το μάτι αγριεμένο, να μοιρολογάει, σαν Παναγιά κάτω από το Σταυρό, το ξόδι του Βύρωνα. Το Μεσολόγγι ζει».
Προς διευκόλυνση των νεότερων αναγνωστών που δυσκολεύονται με τον παπαδιαμαντικό πλούτο των λέξεων (το οποίον ο Προκόπης κατέχει στο σύνολο του), επισημαίνω τη «μεταλαβιά». Η οποία δεν είναι τίποτα άλλο από το (παράνομο και κατακριτέο στις μέρες μας) μυστήριο της Θείας Μετάληψης. Επίσης την «πελάδα», που είναι η αχυρένια καλύβα πάνω σε πασσάλους καρφωμένους στον βυθό της λιμνοθάλασσας και περικυκλωμένη από σμήνη κουνουπιών. Συνεχίζοντας, παρακαλώ να μην υπάρξει σύγχυση του αναγνώστη ανάμεσα στους «Εξοδίτες» που κραυγάζουν και στο «ξόδι» του λόρδου Βύρωνα. Οι «Εξοδίτες» είναι οι αγωνιστές που επιχειρούν την έξοδο από τη μαρτυρική πόλη, ενώ το «ξόδι» του Βύρωνα είναι η εξόδιος ακολουθία του, η κηδεία του σαν να λέμε. Τέλος, η «άρμη» του νερού της λιμνοθάλασσας, λέξη δυσπρόσιτη και δυσεξήγητη ως προς το βαθύτερο νόημα της, προέρχεται μεν από την άρμη μέσα στην οποίαν βυθίζουμε την βαρελίσια φέτα για να διατηρηθεί, αλλά εδώ ο Πρόεδρος την χρησιμοποιεί με άλλη σημασία, πού να σας εξηγώ τώρα.
ΥΓ. Οποιος κακόβουλος διακρίνει (και) σ’ αυτή την επιστολική παρέμβαση έναν τύπο που έχει ψιλολαλήσει επειδή του πήραν την καρέκλα και συμπεριφέρεται σαν γκρινιάρικο κακομαθημένο παιδί που θέλει να το προσέξουν, απλώς κοιτάζει το δάκτυλο και χάνει το φεγγάρι. Αυτός χάνει.
Πηγή: Protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου