Από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"
"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 25-26/04/20 |
ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΔΗΜΟΥ
Τροχιά όξυνσης στους τόνους αντιπαράθεσης με αιχμή τη μεσαία τάξη και την εργασία προδιαγράφεται ανάμεσα στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση, στον δρόμο για την επόμενη μέρα της υγειονομικής κρίσης, με τα εκλογικά σενάρια να εγκαταλείπονται ακόμα και από ένθερμους υποστηρικτές τους, χωρίς ωστόσο να παρασέρνουν και εκείνα ενός ενδεχόμενου ανασχηματισμού ακόμα και εντός του καλοκαιριού. Μπροστά σε μια πολιτικά «ζωηρή» εβδομάδα, καθώς μετά το μήνυμα του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τους πολίτες και τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου θα ακολουθήσει η ενημέρωση της Βουλής από τον Πρωθυπουργό, έχουν πυροδοτηθεί συζητήσεις στο πολιτικό παρασκήνιο (ανάμεσα και στους «γαλάζιους») για τα επόμενα «διορθωτικά» σχέδια του Μαξίμου. Με άλλα λόγια, για έναν πιθανό κύκλο ανανέωσης προσώπων ή ενδεχόμενες δομικού τύπου αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα. Στο φόντο υπάρχει πλέον η υπόθεση «vouchers», που επανέφερε τις συζητήσεις. Το σίγουρο είναι ότι το πρωθυπουργικό επιτελείο γνωρίζει πως η σοβαρή αστοχία - τόσο διαχειριστική όσο και επικοινωνιακή - με τα προγράμματα τηλεκατάρτισης των επιστημόνων άνοιξε διάπλατα το πεδίο κριτικής, ειδικά από τον ΣΥΡΙΖΑ που επιχειρεί να βαθύνει την κυβερνητική πληγή, χρησιμοποιώντας όρους «σκανδάλου» και «πολιτικής απάτης».
Στην κυβέρνηση γνωρίζουν επίσης ότι ο Γιάννης Βρούτσης, στον οποίο «χρεώνεται» εκ χαρτοφυλακίου η ευθύνη της συγκεκριμένης δράσης, θα παραμείνει στο στόχαστρο σύσσωμης της αντιπολίτευσης, με τα «πυρά» της επόμενης μέρας να εκτοξεύονται έτσι κι αλλιώς πάνω από το οικονομικό μέτωπο. Η παρέμβαση Μητσοτάκη για κατάργηση της συγκεκριμένης δράσης του υπουργού Εργασίας, την οποία ο ίδιος και άλλα στελέχη υποστήριζαν, αποτελεί ουσιαστικά και ένα μήνυμα στο εσωτερικό της κυβέρνησης: δεν είναι ανεκτές οι σκιές, αναλάβετε ευθύνες στα λάθη. Λίγες ημέρες έχουν περάσει από τις αναφορές του Πρωθυπουργού στη «λογοδοσία» και στο χρέος της εξουσίας «να εγκαταλείπει το απυρόβλητο της ανάγκης». Φράσεις που έχουν αφήσει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για πρωτοβουλίες, που έτσι κι αλλιώς δεν προαναγγέλλονται ποτέ.
Στην εξίσωση μπορεί να προστεθεί η βεβαιότητα ότι το Μαξίμου θα θελήσει να ρίξει το βάρος της προσπάθειας εξόδου από την πανδημία με το μικρότερο δυνατό κόστος σε καίριους τομείς για την ανασυγκρότηση της οικονομίας, παράλληλα με τη δημόσια υγεία, ακόμα και το επικοινωνιακό σκέλος. Εξού και τα παραγωγικά υπουργεία αλλά και ο Τουρισμός και η Ναυτιλία αναμένεται να βρεθούν στην πρώτη γραμμή, με πολλούς να στοιχηματίζουν παρασκηνιακά σε πρωθυπουργικές κινήσεις ενίσχυσής τους είτε με επιπλέον χαρτοφυλάκιο είτε με νέα πρόσωπα, ώστε να δυναμώσει το μήνυμα της ανασυγκρότησης.
Χαρδαλιάς και Μόσιαλος. Κάποιοι «βλέπουν» αναβάθμιση του υφυπουργού Νίκου Χαρδαλιά, για τον οποίο πράγματι ο σχεδιασμός του Μαξίμου είναι να διατηρηθεί στον κυβερνητικό μηχανισμό (μετακομίζοντας μάλιστα σύντομα σε κτίριο της λεωφόρου Κηφισίας μαζί με τις κομβικές υπηρεσίες της Πολιτικής Προστασίας). Και αυτό γιατί πέραν της υγειονομικής κρίσης έρχεται η αντιπυρική περίοδος. Αλλοι στοιχηματίζουν για την υπουργοποίηση του καθηγητή Ηλία Μόσιαλου, αν και ο ίδιος έχει διαψεύσει «πολιτικές προεκτάσεις» στην πρωθυπουργική απόφαση να τοποθετηθεί εκπρόσωπος της κυβέρνησης στους διεθνείς οργανισμούς. Αν κάτι έχει κάνει σαφές ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι τόσο η διεύρυνση του κύκλου των συνομιλητών του όσο και η διάθεση για διορθωτικές κινήσεις ανά πάσα στιγμή, όπως έκανε με το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής «χωρίζοντας» το δίδυμο Γιάννη Βρούτση - Νότη Μηταράκη από το Εργασίας. Επιπλέον σε «γαλάζιους» κύκλους συζητείται η εμπιστοσύνη του Μαξίμου στις διαχειριστικές ικανότητες ενός μοντέλου «Σωτήρη Τσιόδρα - Νίκου Χαρδαλιά», που δείχνουν και δημοκοπικά ευρεία αποδοχή από την κοινωνία, θεωρώντας έτσι πιθανές τις αποφάσεις για ανάδειξη προσώπων και πέραν των πολιτικών δυνάμεων σε άλλους τομείς του κυβερνητικού έργου.
Οι πρόωρες εκλογές. Οι συζητήσεις που γίνονται σε πολιτικο-οικονομικούς κύκλους είναι ενδεικτικές, ωστόσο δεν σημαίνουν ότι υπάρχουν ειλημμένες αποφάσεις ή σχετικές προθέσεις στο Μαξίμου, που δεν σκοπεύει να αποκαλύψει εκ των προτέρων τυχόν σχεδιασμούς. Ειδικά τις πρόωρες εκλογές τις απέρριψε ευθέως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θεωρώντας - όπως είπε - ότι έχει «πολιτική νομιμοποίηση» για την «επόμενη μέρα» και «μεσοπρόθεσμα». Ενα από τα «κατά» μιας τέτοιας επιλογής για το πρωθυπουργικό επιτελείο προκύπτει ανάμεσα σε άλλα από το αναμενόμενο δεύτερο κύμα πανδημίας από το φθινόπωρο.
Στους συνομιλητές του ο Πρωθυπουργός δεν κρύβει την αγωνία του όχι μόνο για τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας αλλά και για την ανάγκη να υπάρχει θωράκιση του συστήματος υγείας ώστε να ανταποκριθεί στις επόμενες προκλήσεις. Ετσι κυβερνητικές πηγές έλεγαν ότι οι καταστάσεις έκτακτης ανάγκης δεν επιτρέπουν εκλογικούς σχεδιασμούς, πόσω μάλλον ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης να πάρει το ρίσκο να βαθύνει την αστάθεια και την ύφεση, που σίγουρα θα προκαλούσαν δύο συνεχόμενες - λόγω απλής αναλογικής - αναμετρήσεις στην κάλπη. «Μάχες» οι οποίες δεν εγγυώνται βέβαια ούτε την αυτοδυναμία των 158 εδρών που σήμερα έχει η κυβέρνηση, από την οποία διαμηνύεται ότι προτεραιότητα είναι η ανάκαμψη της χώρας και ότι στην πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν έχουν αλλάξει οι προτεραιότητες.
Επιπλέον το πρωθυπουργικό επιτελείο «ξορκίζει» τους τακτικισμούς, επιμένοντας ότι ο Πρωθυπουργός είναι σταθερά προσηλωμένος στις θεσμικές διαδικασίες. Αντιθέτως, οι εισηγητές των πρόωρων εκλογών κινούνται με βασικό επιχείρημα ότι η κυβέρνηση θα μπορέσει να κεφαλαιοποιήσει την ευρεία αποδοχή από τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, σε μια ιδιαίτερα ευνοϊκή συγκυρία, προκαλώντας σερί ήττας για τον ΣΥΡΙΖΑ.
ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ Ν. ΜΑΝΙΑΤΗ
Επιπλέον το πρωθυπουργικό επιτελείο «ξορκίζει» τους τακτικισμούς, επιμένοντας ότι ο Πρωθυπουργός είναι σταθερά προσηλωμένος στις θεσμικές διαδικασίες. Αντιθέτως, οι εισηγητές των πρόωρων εκλογών κινούνται με βασικό επιχείρημα ότι η κυβέρνηση θα μπορέσει να κεφαλαιοποιήσει την ευρεία αποδοχή από τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, σε μια ιδιαίτερα ευνοϊκή συγκυρία, προκαλώντας σερί ήττας για τον ΣΥΡΙΖΑ.
ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ Ν. ΜΑΝΙΑΤΗ
Μπαράζ κοινοβουλευτικού ελέγχου. Τηλεδιασκέψεις με επαγγελματικούς φορείς. Κλιμάκωση της ρητορικής και ξεδίπλωμα των προτάσεων για την επόμενη ημέρα του κορωνοϊού. Κάπως έτσι, θα κλιμακωθεί η στρατηγική της αξιωματικής αντιπολίτευσης αυτό το διάστημα αν και οι δυσκολίες, οι πονοκέφαλοι και τα διλήμματα για τον Αλέξη Τσίπρα και τους συντρόφους του δεν είναι λίγα.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το τελευταίο διάστημα δεν ήταν λίγες οι φωνές που επέμεναν πως η όποια συναίνεση έπρεπε να είχε ένα όριο, αφού λόγω της κατάστασης εκ των πραγμάτων οι πόντοι πολιτικά πιστώνονταν στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Την τελευταία εβδομάδα, σημειώθηκε η μεταβολή σιγά σιγά στην παραπάνω τακτική, με αποκορύφωμα τις δύο πρόσφατες συνεντεύξεις του Αλέξη Τσίπρα όπου και επισημοποιήθηκε το «σκληρό ροκ» και η νέα γραμμή του «πλάτη στην πανδημία, πολεμική στο μετά τοπίο».
Με αφορμή την τηλεκατάρτιση, τις ανεπάρκειες στο ΕΣΥ αλλά και το τερέν της Ευρώπης όπου σύμφωνα με τον Αλέξη Τσίπρα και το επιτελείο του, η ελληνική κυβέρνηση δεν διαπραγματεύεται σθεναρά, ο χώρος βρέθηκε. Πάνω σε αυτό το δυσμενές πεδίο για υψηλής έντασης αντιπολίτευση, βρέθηκε επίσης το «πολιτικό εργαλείο» των επερωτήσεων από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και του αιτήματος για προ ημερησίας συζήτησης στη Βουλή. Παράλληλα με την αυτοτελή πολεμική σε υπουργούς όπως τον Γιάννη Βρούτση, αλλά και προσωπικά κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη, τον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας επρόκειτο να καταγγείλει χθες στη Βουλή για «φυγομαχία» στην υπόθεση της τηλεκατάρτισης των επιστημόνων, για την οποία θεωρεί πως «είχε πλήρη γνώση και γι΄ αυτό δεν αποπέμπει τον υπουργό Εργασίας». Η υψηλή δημοφιλία του Πρωθυπουργού και τα σενάρια για εκλογές βέβαια διατηρούνται ως πονοκέφαλοι για τον Τσίπρα, πυροδοτώντας και διλήμματα. Τον εξυπηρετεί πολιτικά μια όξυνση ή απλώς συσπειρώνει την στενή κομματική δεξαμενή του; Θυμίζουμε πως ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι φουλ με τη διεύρυνση. Η εβδομάδα που έρχεται θα είναι πολιτικά καθοριστική για τις κινήσεις του Τσίπρα και της Κουμουνδούρου.
ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗ ΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
Δεν είναι θέμα ισορροπιών. Μπορεί οι προκάτοχοι στην κυβέρνηση και το κόμμα να είχαν το βλέμμα για τις κινήσεις και τις αποφάσεις τους και στα εσωκομματικά συστήματα, τις ομάδες ή τις τοπικές ηγεμονίες, αλλά για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι προφανές ότι τα κριτήρια έχουν αλλάξει. Πρωτίστως επειδή δεν υπάρχει η πολιτική ανάγκη να κινηθεί ο Πρωθυπουργός με τις παλαιές συνταγές. Κάπως έτσι, ο Γιάννης Βρούτσης βρέθηκε σαν παιδί στο χώμα, μόνος στη μία άκρη της τραμπάλας, αφού στην άλλη άκρη δεν υπάρχει κανείς για να διατηρηθεί το ισοζύγιο. Η γείωση του υπουργού Εργασίας είναι θορυβώδης και η πολιτική κάλυψή του φαινομενική. Χωρίς τη φασαρία της αντιπολίτευσης και τις αναγκαιότητες που δημιουργεί η πανδημική κρίση, οι αποφάσεις ίσως ήταν αμεσότερες και τραυματικές. Το «άδειασμα» Βρούτση, ωστόσο, σχεδόν προεξοφλείται ότι σε δεύτερο χρόνο θα ολοκληρωθεί. Το μήνυμα Μητσοτάκη πως δεν υπάρχει χώρος για παιχνίδια και φάλτσα που θα πληγώνουν τη δική του εικόνα και τη γενικότερη προσπάθεια της κυβερνητικής ορχήστρας είναι ήδη ηχηρό.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μητσοτάκης επέλεξε τη γενική αναδίπλωση, με όποιο κόστος μπορεί να έχει αυτή για την κυβερνητική αξιοπιστία, από την ανεκτική αντιμετώπιση μιας κατάστασης που δημιουργεί παράσιτα στο σήμα για αλλαγή παραδείγματος. Το είχε ήδη πράξει και μπροστά στο προβληματικό σκηνικό που δημιουργούσαν οι αρχικές επιλογές για τις διοικήσεις των κρατικών νοσοκομειακών μονάδων, οι οποίες ανέδιδαν οσμές παλαιοκομματισμού και συνοδεύονταν από ένα εσωκομματικό αλισβερίσι που προκαλούσε έντονες αντιδράσεις, κυρίως στο παρασκήνιο. Η εικόνα είχε κριθεί διαβρωτική για τη σχέση της νέας κυβέρνησης με ένα κοινωνικό σύνολο που απαιτούσε διαφορετικό δείγμα γραφής. Οι διορθωτικές κινήσεις δεν θα είναι πλέον μια σπάνια εξαίρεση, αλλά συστατικό μιας νέας κανονικότητας. Με στόχο, μάλιστα, να γίνονται εγκαίρως, πριν ακόμη οι πληγές, έστω και μικρές, κακοφορμίσουν. Στους γαλάζιους διαδρόμους ήδη σχολιάζεται πόσο διαφορετική θα μπορούσε να είναι η πορεία του κόμματος την τελευταία 15ετία, εάν τα αντανακλαστικά ήταν διαφορετικά για υποθέσεις με βαριές σκιές, όπως το ζήτημα των «κουμπάρων» που είχαν προωθηθεί σε δημόσιους οργανισμούς ή το Βατοπέδι.
Στην περίπτωση Βρούτση και τα ΚΕΚ της τηλεκατάρτισης, είναι ξεκάθαρο ότι το Μαξίμου αποδέχεται μια σκανδαλώδη υφή. Περισσότερο καθαρό δε, είναι ότι η ευθύνη μετατοπίζεται αποκλειστικά στον χώρο του υπουργείου Εργασίας. Το κυβερνητικό επιτελείο και προσωπικά ο Πρωθυπουργός, μπροστά στη γενίκευση των αντιδράσεων, ζήτησαν πλήρη ενημέρωση και όταν διαπίστωσαν ότι υπάρχουν όντως «λάθη και αστοχίες», δόθηκαν άμεσα εντολές για στροφή 180 μοιρών. Ακόμη περισσότερο, ο αρμόδιος υπουργός κλήθηκε να διαχειρισθεί πολιτικά την αναδίπλωση, με ένα έμμεσο προσωπικό Mea Culpa. Δεν είναι μια συνηθισμένη πρακτική, αλλά στον Βρούτση έγινε σαφές ότι θα ήταν χειρότερα για τη δική του θέση η απόσυρση της επίμαχης ρύθμισης να γινόταν μέσα από μια ανακοίνωση του κυβερνητικού εκπροσώπου. Αυτή ίσως ήταν και η μοναδική κίνηση στήριξης του υπουργού, καθώς οι λοιπές διαβεβαιώσεις (ότι ο Γιάννης Βρούτσης «απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του Πρωθυπουργού») αποτελούν περισσότερο σχήματα λόγου και μια κλασική συνταγή. Μια αναφορά περί του αντιθέτου, άλλωστε, θα ήταν αδιανόητη με τον υπουργό να παραμένει στη θέση του.
Στον κυβερνητικό πυρήνα αναγνωρίζουν ότι στο υπουργείο Εργασίας είχε από μήνες δημιουργηθεί μια προβληματική κατάσταση, όπως είχε αναδειχθεί και με τη μετακίνηση του Νότη Μηταράκη στο επανασυσταθέν υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής. Επίσης αναγνωρίζουν ότι οι συντεχνιακές «εκρήξεις», με κομματικούς μηχανικούς και δικηγόρους να πρωτοστατούν, θορύβησαν περισσότερο από τις αντιδράσεις του αντιπολιτευτικού μετώπου - που βρήκε, ωστόσο, για πρώτη φορά ένα θέμα σύμπλευσης. Το βασικό ζητούμενο, όμως, παραμένει μια αλώβητη πρωθυπουργική εικόνα. Η κεντρική γραμμή πως «η διόρθωση αστοχιών πιστώνεται και δεν χρεώνεται στον Κυριάκο Μητσοτάκη», δεν χωρεί παρερμηνείες. Είναι εξίσου σαφές ότι σε αυτή τη γραμμή χώρος για τον υπουργό Εργασίας δεν υπάρχει.
Δεν είναι θέμα ισορροπιών. Μπορεί οι προκάτοχοι στην κυβέρνηση και το κόμμα να είχαν το βλέμμα για τις κινήσεις και τις αποφάσεις τους και στα εσωκομματικά συστήματα, τις ομάδες ή τις τοπικές ηγεμονίες, αλλά για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι προφανές ότι τα κριτήρια έχουν αλλάξει. Πρωτίστως επειδή δεν υπάρχει η πολιτική ανάγκη να κινηθεί ο Πρωθυπουργός με τις παλαιές συνταγές. Κάπως έτσι, ο Γιάννης Βρούτσης βρέθηκε σαν παιδί στο χώμα, μόνος στη μία άκρη της τραμπάλας, αφού στην άλλη άκρη δεν υπάρχει κανείς για να διατηρηθεί το ισοζύγιο. Η γείωση του υπουργού Εργασίας είναι θορυβώδης και η πολιτική κάλυψή του φαινομενική. Χωρίς τη φασαρία της αντιπολίτευσης και τις αναγκαιότητες που δημιουργεί η πανδημική κρίση, οι αποφάσεις ίσως ήταν αμεσότερες και τραυματικές. Το «άδειασμα» Βρούτση, ωστόσο, σχεδόν προεξοφλείται ότι σε δεύτερο χρόνο θα ολοκληρωθεί. Το μήνυμα Μητσοτάκη πως δεν υπάρχει χώρος για παιχνίδια και φάλτσα που θα πληγώνουν τη δική του εικόνα και τη γενικότερη προσπάθεια της κυβερνητικής ορχήστρας είναι ήδη ηχηρό.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μητσοτάκης επέλεξε τη γενική αναδίπλωση, με όποιο κόστος μπορεί να έχει αυτή για την κυβερνητική αξιοπιστία, από την ανεκτική αντιμετώπιση μιας κατάστασης που δημιουργεί παράσιτα στο σήμα για αλλαγή παραδείγματος. Το είχε ήδη πράξει και μπροστά στο προβληματικό σκηνικό που δημιουργούσαν οι αρχικές επιλογές για τις διοικήσεις των κρατικών νοσοκομειακών μονάδων, οι οποίες ανέδιδαν οσμές παλαιοκομματισμού και συνοδεύονταν από ένα εσωκομματικό αλισβερίσι που προκαλούσε έντονες αντιδράσεις, κυρίως στο παρασκήνιο. Η εικόνα είχε κριθεί διαβρωτική για τη σχέση της νέας κυβέρνησης με ένα κοινωνικό σύνολο που απαιτούσε διαφορετικό δείγμα γραφής. Οι διορθωτικές κινήσεις δεν θα είναι πλέον μια σπάνια εξαίρεση, αλλά συστατικό μιας νέας κανονικότητας. Με στόχο, μάλιστα, να γίνονται εγκαίρως, πριν ακόμη οι πληγές, έστω και μικρές, κακοφορμίσουν. Στους γαλάζιους διαδρόμους ήδη σχολιάζεται πόσο διαφορετική θα μπορούσε να είναι η πορεία του κόμματος την τελευταία 15ετία, εάν τα αντανακλαστικά ήταν διαφορετικά για υποθέσεις με βαριές σκιές, όπως το ζήτημα των «κουμπάρων» που είχαν προωθηθεί σε δημόσιους οργανισμούς ή το Βατοπέδι.
Στην περίπτωση Βρούτση και τα ΚΕΚ της τηλεκατάρτισης, είναι ξεκάθαρο ότι το Μαξίμου αποδέχεται μια σκανδαλώδη υφή. Περισσότερο καθαρό δε, είναι ότι η ευθύνη μετατοπίζεται αποκλειστικά στον χώρο του υπουργείου Εργασίας. Το κυβερνητικό επιτελείο και προσωπικά ο Πρωθυπουργός, μπροστά στη γενίκευση των αντιδράσεων, ζήτησαν πλήρη ενημέρωση και όταν διαπίστωσαν ότι υπάρχουν όντως «λάθη και αστοχίες», δόθηκαν άμεσα εντολές για στροφή 180 μοιρών. Ακόμη περισσότερο, ο αρμόδιος υπουργός κλήθηκε να διαχειρισθεί πολιτικά την αναδίπλωση, με ένα έμμεσο προσωπικό Mea Culpa. Δεν είναι μια συνηθισμένη πρακτική, αλλά στον Βρούτση έγινε σαφές ότι θα ήταν χειρότερα για τη δική του θέση η απόσυρση της επίμαχης ρύθμισης να γινόταν μέσα από μια ανακοίνωση του κυβερνητικού εκπροσώπου. Αυτή ίσως ήταν και η μοναδική κίνηση στήριξης του υπουργού, καθώς οι λοιπές διαβεβαιώσεις (ότι ο Γιάννης Βρούτσης «απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του Πρωθυπουργού») αποτελούν περισσότερο σχήματα λόγου και μια κλασική συνταγή. Μια αναφορά περί του αντιθέτου, άλλωστε, θα ήταν αδιανόητη με τον υπουργό να παραμένει στη θέση του.
Στον κυβερνητικό πυρήνα αναγνωρίζουν ότι στο υπουργείο Εργασίας είχε από μήνες δημιουργηθεί μια προβληματική κατάσταση, όπως είχε αναδειχθεί και με τη μετακίνηση του Νότη Μηταράκη στο επανασυσταθέν υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής. Επίσης αναγνωρίζουν ότι οι συντεχνιακές «εκρήξεις», με κομματικούς μηχανικούς και δικηγόρους να πρωτοστατούν, θορύβησαν περισσότερο από τις αντιδράσεις του αντιπολιτευτικού μετώπου - που βρήκε, ωστόσο, για πρώτη φορά ένα θέμα σύμπλευσης. Το βασικό ζητούμενο, όμως, παραμένει μια αλώβητη πρωθυπουργική εικόνα. Η κεντρική γραμμή πως «η διόρθωση αστοχιών πιστώνεται και δεν χρεώνεται στον Κυριάκο Μητσοτάκη», δεν χωρεί παρερμηνείες. Είναι εξίσου σαφές ότι σε αυτή τη γραμμή χώρος για τον υπουργό Εργασίας δεν υπάρχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου