"ΤΑ ΝΕΑ", 02/01/20
ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΔΗΜΟΥ
Σφραγίδα στην ενίσχυση της γεωπολιτικής σημασίας της Ελλάδας, που συνεχίζει τις διπλωματικές κινήσεις της για απομόνωση της Τουρκίας, βάζει, κατά το Μαξίμου, η συμμαχία των τεσσάρων μεσογειακών κρατών για τον αγωγό EastMed, η οποία επικυρώνεται επισήμως σήμερα με τις υπογραφές της Ελλάδας, της Κύπρου και του Ισραήλ, ενώ αναμένεται να ακολουθήσει η Ιταλία.
Τον εκνευρισμό της τουρκικής πλευράς, που βλέπει εαυτόν εκτός του συγκεκριμένου πλάνου, μαρτυρούν ήδη η αντίδραση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και οι «εκρήξεις» των στενών συνεργατών του, ενώ ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης εμμένει συνολικά στην κεντρική γραμμή του - όπως την επανέλαβε και στο μήνυμα για τη νέα χρονιά - ότι «οι γεωπολιτικές προκλήσεις δεν μας φοβίζουν, έχουμε το δίκιο με το μέρος μας, έχουμε ισχυρούς συμμάχους και έχουμε την αποτρεπτική ικανότητα να αποκρούσουμε οποιαδήποτε αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων».
Τους τόνους ωστόσο ανεβάζει, με αφορμή και τη διακρατική συμφωνία για τον αγωγό φυσικού αερίου, ο τούρκος πρόεδρος, επιμένοντας ότι «τα σχέδια για τον πλήρη αποκλεισμό της Τουρκίας από τη Μεσόγειο εξουδετερώθηκαν τελείως με τα τελευταία βήματα που κάναμε» (δηλαδή το τουρκολιβυκό σύμφωνο). Ενα βήμα παραπέρα έκανε ο εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας Ιμπραήμ Καλί προειδοποιώντας ότι η Αγκυρα δεν σκοπεύει να καθίσει «με σταυρωμένα τα χέρια» στα σχέδια για «τη μεταφορά του αερίου στην Ευρώπη που θα βρεθεί στην Ανατολική Μεσόγειο παρακάμπτοντας την Τουρκία». Παράλληλα με τα «ξεσπάσματα» της τουρκικής πλευράς, όμως, η Αθήνα γινόταν παραλήπτης ένθερμης υποστήριξης από την Ιταλία, καθώς ο αρμόδιος υπουργός Στέφανο Πατουανέλι ξεκαθάρισε με επιστολή του στον υπουργό Ενέργειας Κωστή Χατζηδάκη ότι στηρίζει την πρωτοβουλία Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ και εύχεται την επιτυχία της.
Η τελετή υπογραφής θα γίνει στο Ζάππειο (έχει προγραμματιστεί για τις 18.30) από τους υπουργούς Ενέργειας των τριών χωρών, παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη και του πρωθυπουργού του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου, οι οποίοι νωρίτερα θα περάσουν διαδοχικά την πόρτα του Μαξίμου για κατ' ιδίαν συναντήσεις με τον Πρωθυπουργό. Επιπλέον, λίγες ώρες πριν από την τελετή του Ζαππείου θα υπογραφεί στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας το προσύμφωνο συνεργασίας μεταξύ της ΔΕΠΑ και της Energean Oil & Gas.
ΤΟ «ΠΙΟ ΩΡΙΜΟ ΕΡΓΟ». Κατά το αρμόδιο υπουργείο, ο αγωγός EastMed - μήκους 1.872 χιλιομέτρων (τα 1.335 χλμ. υποθαλάσσιο τμήμα), δυναμικότητας 10 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου και αρχικού προϋπολογισμού 5,2 δισ. ευρώ - αποτελεί «σήμερα το πιο ώριμο έργο για τη δημιουργία ενός ενεργειακού διαδρόμου που θα συνδέει τις νέες πηγές φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου και τις αγορές της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Νοτιοανατολικής Ευρώπης». Επίσης είναι η επιλογή που συγκεντρώνει τα περισσότερα οικονομικά και πολιτικά πλεονεκτήματα για τη μεταφορά φυσικού αερίου από την Ανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη, όπως προκύπτει από τις προκαταρκτικές μελέτες για λογαριασμό της εταιρείας ΥΑΦΑ Ποσειδών που διαχειρίζεται το έργο (συμμετέχουν κατά 50%-50% η ΔΕΠΑ και η ιταλική Edison). Σύμφωνα με τα συμπεράσματα των μελετών, η επιλογή του EastMed ξεχωρίζει ως η μόνη εναλλακτική που δεν εξαρτάται από τρίτα μέρη εκτός ΕΕ και ακόμα:
-Το κόστος μεταφοράς του φυσικού αερίου εκτιμάται στα 2,81 δολάρια ανά MMBtu (εκατομμύριο Btu) ή 3,50 δολάρια ανά MMBtu, ανάλογα με τη μεταφορική ικανότητα του αγωγού που θα επιλεγεί (20 ή 10 δισ. κυβικά μέτρα αερίου τον χρόνο).
-Το κόστος εξαγωγής του φυσικού αερίου σε υγροποιημένη μορφή, δηλαδή μεταφορά στην Αίγυπτο και υγροποίηση στα εργοστάσια, κυμαίνεται από 3,65 έως 4,50 δολάρια ανά MMBtu.
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΚΛΙΚΗ
Η στασιμότητα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ο τουρκικός επιθετικός σχεδιασμός για την εξαφάνιση των ελληνικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο καθιστούν επείγουσα προτεραιότητα την ανάληψη μιας τολμηρής ελληνικής πρωτοβουλίας. Οι διμερείς πολιτικές συνεννοήσεις, που πάγια επιδιώκει η Αγκυρα, αποτελούν φενάκη. Στόχος της Τουρκίας είναι να θέσει επί τάπητος όλα τα θέματα που προβάλλει ως διαφορές της με την Ελλάδα. Και είναι προφανές ότι η συζήτηση δεν θα γίνει με όρους πολιτισμένου διαλόγου αλλά υπό το φάσμα απειλών. Οι απευθείας διαπραγματεύσεις Ελλάδας - Τουρκίας ευνοούν περισσότερο το ενδεχόμενο οι πολιτικές και στρατιωτικές παράμετροι να είναι καθοριστικές. Καλό είναι μη ξεχνάμε ότι η διεύρυνση της στρατιωτικής και δημογραφικής ανισορροπίας των δύο χωρών όπως και το κόστος συντήρησης της εκκρεμότητας συνηγορούν υπέρ της αποφυγής της διατήρησης της εκκρεμότητας.
Ακραία λύση θα ήταν η σύγκρουση. Μια σύγκρουση την οποία δεν φαίνεται να αποκλείει η Αγκυρα, αρκεί να εξασφαλίσει, για ευνόητους λόγους, το πρώτο βήμα της Αθήνας προς την κατεύθυνση αυτή. Στο μεταξύ κάνει ό,τι μπορεί ώστε η τελευταία να καμφθεί και να αποδεχθεί τον διμερή πολιτικό διάλογο.
Υπάρχει όμως μια διέξοδος η οποία εξασφαλίζει μια ρύθμιση που μπορεί να αποδειχθεί η καλύτερη: η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Είναι σημαντικό ότι οι ελληνικές θέσεις για το θέμα της υφαλοκρηπίδας βρίσκονται σε αρμονία με το διεθνές δίκαιο. Ομως, για το αν συμφέρει η προσφυγή στη Χάγη, βεβαιότητα μπορεί να υπάρξει μόνο αν η ελληνική πλευρά συνδιαμορφώσει κατά τα συμφέροντά της το περιεχόμενο του συνυποσχετικού που θα αποτελέσει τη βάση για την παραπομπή. Και αυτό σημαίνει ότι αν το συνυποσχετικό περιέχει δικλίδες ασφαλείας, μπορεί να αποτελέσει επιλογή της Αθήνας. Ιδίως τη στιγμή που το διεθνές δίκαιο και η διεθνής πρακτική ευνοούν σημαντικά τις ελληνικές θέσεις. Αντίθετα, αν αφήνει πεδίο για αυθαίρετες ερμηνείες και παρεισφρήσεις πολιτικών κριτηρίων από την πλευρά του διεθνούς δικαστηρίου, τότε η Χάγη μετατρέπεται σε απευκταία επιλογή.
Η Τουρκία είναι πιθανό να προβάλει αντιρρήσεις. Ομως, αξίζει να συγκρατηθεί ότι μια τέτοια ελληνική πρωτοβουλία θα έχει διεθνώς επικοινωνιακά αποτελέσματα που θα αποδειχθούν χρήσιμα στην προσπάθειά μας για αποφυγή εντάσεων. Αν οι ελληνικές προσπάθειες για τη Χάγη καταστούν διεθνώς γνωστές, η Αθήνα στην περίπτωση μιας ακραίας κρίσης θα είναι σε θέση να αξιώσει την άμεση προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο και να επιτύχει την έξοδο από την κρίση αυτή με τις λιγότερες συνέπειες.
Λέχθηκε ότι η προσφυγή στο Δικαστήριο είναι επισφαλέστερη των απευθείας διαπραγματεύσεων. Καλό όμως είναι να συνεκτιμηθεί ότι η προετοιμασία της προσφυγής περιλαμβάνει και διαπραγματεύσεις επί θεμάτων ουσίας. Η σύναψη συνυποσχετικού προϋποθέτει ουσιαστικότατες διαπραγματεύσεις που θα προδικάσουν εν πολλοίς την έκβαση της υπόθεσης.
Η προσφυγή στη Χάγη αποτελεί αντιμετώπιση του προβλήματος τόσο επί της ουσίας όσο και επικοινωνιακά. Αποτελεί σαφή και εύληπτο στόχο και διευκολύνει τους χειρισμούς της Ελλάδας όσο και των τρίτων εκείνων που επιθυμούν να βοηθήσουν χωρίς να εκτίθενται σε κριτική για έλλειψη αμεροληψίας.
-Ο Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή
ΤΟΥ Π.Κ. ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗ
"Χάρισα το Αιγαίο στους Τούρκους»! Αυτό φέρεται ότι είπε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στοχαζόμενος πάνω σ' ένα από τα κεντρικά λάθη που διέπραξε στην εξωτερική πολιτική. Η εξωτερική πολιτική της Μεταπολίτευσης υπήρξε σε γενικές γραμμές επιτυχής. (Εφερε την Ελλάδα όπως και την Κύπρο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, κ.λπ.). Διέπραξε όμως και ορισμένα στρατηγικά λάθη που τα πληρώνουμε ακόμη. Καταγράφω πέντε - τα κυριότερα:
-Πρώτον, η απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή να αποσύρει τον Αύγουστο του 1974 την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ ως αντίδραση στη δεύτερη εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο. Η απόφαση αυτή επέτρεψε στην Τουρκία να εγείρει αξιώσεις και να κατοχυρώσει θέσεις για το Αιγαίο που διαφορετικά δεν θα μπορούσε να κάνει (εναέριος χώρος, FIR, κ.λπ.). Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη (όπως καταγράφεται στο βιβλίο του Αλέξη Παπαχελά «Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με τα δικά του λόγια», τόμος Β, 1974-1916), ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αναγνώριζε αυτό το λάθος, φέρεται μάλιστα ότι έχει πει «χάρισα το Αιγαίο στους Τούρκους» με την απόσυρση! Η Ελλάδα επανήλθε βέβαια στο στρατιωτικό σκέλος το 1980, αλλά τα τετελεσμένα που είχαν δημιουργηθεί στο Αιγαίο δεν ανατράπηκαν.
-Δεύτερον, ο τρόπος με τον οποίο δημιουργήσαμε (1991) και διαχειριστήκαμε την ονομασία της γειτονικής μας χώρας (Βόρεια Μακεδονίας σήμερα). Και κυρίως η απόρριψη από την Ελλάδα τον Μάιο 1992 του λεγόμενου «πακέτου Πινέιρο» για τη λύση του προβλήματος. Η απόρριψη είχε ως συνέπεια να παραμείνει το θέμα ανοιχτό για άλλα είκοσι επτά χρόνια σε μια διαμάχη που ο υπόλοιπος κόσμος δεν μπορούσε και πολύ εύκολα να καταλάβει και με την Ελλάδα να εμφανίζεται ολίγον γραφική σε θέσεις και απόψεις, σπαταλώντας πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο εις βάρος του πραγματικού προβλήματος - απειλής που αντιμετώπιζε.
-Τρίτον, η μη επίλυση του κυπριακού προβλήματος, παρά το γεγονός ότι υπήρξαν δύο τουλάχιστον ρεαλιστικές ευκαιρίες για κάτι τέτοιο - το 2004 με το σχέδιο Ανάν που εάν είχε γίνει αποδεκτό τώρα τα πράγματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά και το 2017 στο Κραν Μοντανά. Βεβαίως η πρωταρχική ευθύνη για τη μη επίλυση δεν ανήκει στην Αθήνα, αλλά η τελευταία στο μέτρο που της αναλογεί έπαιξε τον (αρνητικό) ρόλο της, ιδιαίτερα το 2017, καθώς προέβαλε ακραία μαξιμαλιστικές θέσεις. Η μη επίλυση του κυπριακού προβλήματος συνιστά έναν αφετηριακό λόγο για την έκρυθμη κατάσταση που έχουμε σήμερα στην Ανατολική Μεσόγειο με τις έκνομες δραστηριότητες της Τουρκίας και μια άλλη αλληλουχία δυσμενών εξελίξεων.
-Τέταρτον, η εγκατάλειψη το 2004 των ρυθμίσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ελσίνκι (Δεκέμβριος 1999) για τη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών είτε μέσω διαπραγματεύσεων είτε με παραπομπή τους στο Διεθνές Δικαστήριο. Η Ελλάδα επέτρεψε την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία χωρίς να έχουν εκπληρωθεί αυτές οι προϋποθέσεις. Και το έκανε αυτό γιατί δεν ήθελε να παραπέμψει κάποια θέματα στο Διεθνές Δικαστήριο λόγω του φόβου ότι δεν θα δικαιωθεί πλήρως (!) ενώ σε κάποια θέματα είχαν σημειωθεί συγκλίσεις. Θα είχαμε δηλαδή τότε πιθανότατα λύσει τα ελληνοτουρκικά και δεν το πράξαμε λόγω φόβου.
-Πέμπτον, ο άστοχος τρόπος με τον οποίο μπήκαμε στις λεγόμενες τριμερείς συμπράξεις στην Ανατολική Μεσόγειο έπειτα από σχετική παρότρυνση και πίεση της Λευκωσίας. Ενώ θα έπρεπε να ενισχύσουμε στον ύψιστο βαθμό τις σχέσεις μας με όλες τις χώρες της περιοχής, δεν θα έπρεπε να μπούμε τόσο άγαρμπα σε σχήματα που καταλήγουν σκόπιμα ή μη να ερμηνεύονται ή παρερμηνεύονται ως επιχειρήσεις αποκλεισμού της Τουρκίας από τα τεκταινόμενα της Ανατολικής Μεσογείου.
Τις συνέπειες όλων των λαθών τις βιώνουμε. Τα λάθη πληρώνονται...
-Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην
πρεσβευτής - σύμβουλος του ΥΠΕΞ
...από την "ΕΣΤΙΑ", και...
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου