Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
Και εκεί αναδεικνύεται το πραγματικό αδιέξοδο και η αδυναμία της διεθνούς κοινότητας να δώσει έστω την προοπτική μιας βιώσιμης λύσης. Μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973, κι ενώ χιλιάδες νέοι Ισραηλινοί είχαν χάσει τη ζωή τους, η Αίγυπτος ήταν ο εχθρός. Λίγα χρόνια αργότερα, όμως, ο Σαντάτ έγινε η πιο δημοφιλής προσωπικότητα στο Ισραήλ. Ας υποθέσουμε ότι το Ισραήλ συμφωνεί στη δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους. Το ίδιο το Ισραήλ είναι κουρασμένο από τον πόλεμο. Ποιος όμως θα εκπροσωπήσει τους Παλαιστινίους; Η Χαμάς, που έχει ως στόχο τον αφανισμό του Ισραήλ; Εκτός κι αν ο Τραμπ βγάλει από το καπέλο του θείου Σαμ κάποιο λαγό που θα κάνει το θαύμα. Οσο για την Ευρώπη, αρκείται στην κατανάλωση ανθρωπιστικής ρητορείας. Δεν χάνει ευκαιρία για να επιδείξει την αδυναμία της.
Ειλικρινά δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση του ιστορικού του μέλλοντος ο οποίος θα αναλάβει να αφηγηθεί το δικό μας παρόν. Πώς να αφηγηθείς το χάος και την αναρχία; Λίγο πιο πάνω, η Συρία απελευθερώθηκε μεν από τον Ασαντ, για να πέσει στα χέρια ενός επικηρυγμένου τρομοκράτη τον οποίο ο Τραμπ μπορεί να βρίσκει συμπαθή, όμως δεν απέχει πολύ απ’ τη στιγμή που θα βυθίσει τη χώρα του σ’ έναν νέο εμφύλιο. Ακόμη πιο πάνω, ο ίδιος Τραμπ συνομιλεί επί δύο ώρες με τον Πούτιν. Δεν θα μάθουμε ποτέ τι ειπώθηκε, διότι είθισται να ανακοινώνεται το συμπέρασμα των συνομιλιών και προφανώς συμπέρασμα δεν βγήκε. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Πούτιν θα εξέθεσε το απολύτως λογικό σχέδιό του: πλήρης αφοπλισμός της Ουκρανίας, παράδοση περιοχών που ακόμη ελέγχει ο ουκρανικός στρατός και καρατόμηση αυτού του κλόουν του Ζελένσκι. Ο Τραμπ τού είπε ότι κουράστηκε και θα σηκωθεί να φύγει για να βάλει δασμούς στους Κινέζους.
Γι’ αυτό σκέφτομαι ότι απ’ όλες τις σοφές γεωστρατηγικές αναλύσεις είναι καλύτερο να ακούσουμε τον Ησίοδο της Θεογονίας: «εκ χάεος δ’ έρεβός τε μέλαινά τε νυξ εγένοντο».
Ειλικρινά δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση του ιστορικού του μέλλοντος ο οποίος θα αναλάβει να αφηγηθεί το δικό μας παρόν. Πώς να αφηγηθείς το χάος και την αναρχία; Λίγο πιο πάνω, η Συρία απελευθερώθηκε μεν από τον Ασαντ, για να πέσει στα χέρια ενός επικηρυγμένου τρομοκράτη τον οποίο ο Τραμπ μπορεί να βρίσκει συμπαθή, όμως δεν απέχει πολύ απ’ τη στιγμή που θα βυθίσει τη χώρα του σ’ έναν νέο εμφύλιο. Ακόμη πιο πάνω, ο ίδιος Τραμπ συνομιλεί επί δύο ώρες με τον Πούτιν. Δεν θα μάθουμε ποτέ τι ειπώθηκε, διότι είθισται να ανακοινώνεται το συμπέρασμα των συνομιλιών και προφανώς συμπέρασμα δεν βγήκε. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Πούτιν θα εξέθεσε το απολύτως λογικό σχέδιό του: πλήρης αφοπλισμός της Ουκρανίας, παράδοση περιοχών που ακόμη ελέγχει ο ουκρανικός στρατός και καρατόμηση αυτού του κλόουν του Ζελένσκι. Ο Τραμπ τού είπε ότι κουράστηκε και θα σηκωθεί να φύγει για να βάλει δασμούς στους Κινέζους.
Γι’ αυτό σκέφτομαι ότι απ’ όλες τις σοφές γεωστρατηγικές αναλύσεις είναι καλύτερο να ακούσουμε τον Ησίοδο της Θεογονίας: «εκ χάεος δ’ έρεβός τε μέλαινά τε νυξ εγένοντο».
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"", 22/05/25
Υπεκφυγές
ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Ο αντισημιτισμός δεν έχει κόμμα. Τον ακούει κανείς από τον εξώστη της Δεξιάς: οι «κοσμοπολίτες Εβραίοι» που βρίσκονται πίσω από τη νεοταξική ισοπέδωση των εθνών. Τον ακούει και από τις ντουντούκες της Αριστεράς: οι «λομπίστες Εβραίοι» που κινούν τα νήματα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού.
Αντισημιτικός είναι κατά βάθος ακόμη και ο μιλιταριστικός θαυμασμός για τα επιτεύγματα του Ισραήλ στον στρατό και στις υπηρεσίες ασφαλείας. Θαυμάζουν το Ισραήλ γι’ αυτό που απέγινε: Ενα κράτος - σκαντζόχοιρος, που προσπαθεί να επιβληθεί με την ωμή ισχύ του και την εργαλειοποίηση των ιστορικών του καταβολών.
Σε αυτούς που διαμαρτύρονται για την πολιτική του Ισραήλ εμφιλοχωρούν συχνά αυτές οι προκαταλήψεις – τα αρχαϊκά φυλετικά στερεότυπα που κατατάσσουμε ως «αντισημιτικά». Η δυσκολία να καταγγελθεί η Χαμάς –η τάση ακόμη ακόμη και να δικαιολογηθεί η τρομοκρατία της, σαν συγγνωστή άμυνα– δείχνει την αντοχή των προκαταλήψεων.
Ομως, δεν μπορεί κάθε συζήτηση για το παρόν να ανατρέχει στον Αδάμ και στην
Εύα. Δεν μπορεί η απάντηση σε κάθε κριτική για τον πόλεμο που διεξάγει η σημερινή κυβέρνηση του Ισραήλ, να εξορκίζεται με το «αλεξικέραυνο» του αντισημιτισμού.
Η κυβέρνηση του Ισραήλ έχει προ πολλού ξεπεράσει το όριο της νόμιμης άμυνας στη Γάζα. Δεν το λένε οι θερμοκέφαλοι με τις καφίγια. Το λένε οι κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας και του Καναδά.
Η εξωτερική πολιτική είναι περισσότερο άσκηση κυνισμού παρά ανθρωπισμού. Αυτό ισχύει ακόμη και για μια χώρα που καταστρώνει τη διεθνή της υπόσταση κυρίως ηθικολογικά – με ευλαβική επίκληση των αρχών του (διεθνούς) δικαίου. Ακόμη κι αν μιλάει ασταμάτητα για «δίκαιο» και για «σωστή πλευρά της Ιστορίας», η Αθήνα δεν μπορεί να αφήσει το συμφέρον της για να κυνηγήσει το δίκαιο. Δεν μπορεί να στραφεί κατά του Ισραήλ που –με την Αμερική στη σφαίρα του ασυνάρτητου– έχει αναβαθμιστεί στον πιο πολύτιμο σύμμαχό της στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα δεν είναι ούτε Ηνωμένο Βασίλειο, ούτε καν Καναδάς. Γι’ αυτό και ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών δεν μπορεί παρά να περιορίζεται στο ευχολογικό κλισέ ότι θέλουμε τάχα να είμαστε ο «honest broker» μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων (ευχή που προϋποθέτει ότι θα εξακολουθούν να υπάρχουν Παλαιστίνιοι, για να μπορούν να αξιωθούν την αγαθή μας μεσιτεία). «Να τελειώσει», λέει ο υπουργός, «ο εφιάλτης». Σαν να μπορούσε απλώς να ξημερώσει, και το κακό όνειρο να εξατμιστεί μόνο του.
Η στάση αυτή απέναντι σε αυτό που συντελείται στη Γάζα δεν είναι «εξωτερική πολιτική» ενός κράτους-μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Είναι περισσότερο μια βερμπαλιστική υπεκφυγή ενός κράτους που έχει την ανομολόγητη βεβαιότητα ότι η δική του στάση δεν έχει σημασία. Οτι στην Ιστορία δεν θα περάσει ούτε ως υποσημείωση.
Υπεκφυγές
ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Ο αντισημιτισμός δεν έχει κόμμα. Τον ακούει κανείς από τον εξώστη της Δεξιάς: οι «κοσμοπολίτες Εβραίοι» που βρίσκονται πίσω από τη νεοταξική ισοπέδωση των εθνών. Τον ακούει και από τις ντουντούκες της Αριστεράς: οι «λομπίστες Εβραίοι» που κινούν τα νήματα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού.
Αντισημιτικός είναι κατά βάθος ακόμη και ο μιλιταριστικός θαυμασμός για τα επιτεύγματα του Ισραήλ στον στρατό και στις υπηρεσίες ασφαλείας. Θαυμάζουν το Ισραήλ γι’ αυτό που απέγινε: Ενα κράτος - σκαντζόχοιρος, που προσπαθεί να επιβληθεί με την ωμή ισχύ του και την εργαλειοποίηση των ιστορικών του καταβολών.
Σε αυτούς που διαμαρτύρονται για την πολιτική του Ισραήλ εμφιλοχωρούν συχνά αυτές οι προκαταλήψεις – τα αρχαϊκά φυλετικά στερεότυπα που κατατάσσουμε ως «αντισημιτικά». Η δυσκολία να καταγγελθεί η Χαμάς –η τάση ακόμη ακόμη και να δικαιολογηθεί η τρομοκρατία της, σαν συγγνωστή άμυνα– δείχνει την αντοχή των προκαταλήψεων.
Ομως, δεν μπορεί κάθε συζήτηση για το παρόν να ανατρέχει στον Αδάμ και στην
Εύα. Δεν μπορεί η απάντηση σε κάθε κριτική για τον πόλεμο που διεξάγει η σημερινή κυβέρνηση του Ισραήλ, να εξορκίζεται με το «αλεξικέραυνο» του αντισημιτισμού.
Η κυβέρνηση του Ισραήλ έχει προ πολλού ξεπεράσει το όριο της νόμιμης άμυνας στη Γάζα. Δεν το λένε οι θερμοκέφαλοι με τις καφίγια. Το λένε οι κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας και του Καναδά.
Η εξωτερική πολιτική είναι περισσότερο άσκηση κυνισμού παρά ανθρωπισμού. Αυτό ισχύει ακόμη και για μια χώρα που καταστρώνει τη διεθνή της υπόσταση κυρίως ηθικολογικά – με ευλαβική επίκληση των αρχών του (διεθνούς) δικαίου. Ακόμη κι αν μιλάει ασταμάτητα για «δίκαιο» και για «σωστή πλευρά της Ιστορίας», η Αθήνα δεν μπορεί να αφήσει το συμφέρον της για να κυνηγήσει το δίκαιο. Δεν μπορεί να στραφεί κατά του Ισραήλ που –με την Αμερική στη σφαίρα του ασυνάρτητου– έχει αναβαθμιστεί στον πιο πολύτιμο σύμμαχό της στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα δεν είναι ούτε Ηνωμένο Βασίλειο, ούτε καν Καναδάς. Γι’ αυτό και ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών δεν μπορεί παρά να περιορίζεται στο ευχολογικό κλισέ ότι θέλουμε τάχα να είμαστε ο «honest broker» μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων (ευχή που προϋποθέτει ότι θα εξακολουθούν να υπάρχουν Παλαιστίνιοι, για να μπορούν να αξιωθούν την αγαθή μας μεσιτεία). «Να τελειώσει», λέει ο υπουργός, «ο εφιάλτης». Σαν να μπορούσε απλώς να ξημερώσει, και το κακό όνειρο να εξατμιστεί μόνο του.
Η στάση αυτή απέναντι σε αυτό που συντελείται στη Γάζα δεν είναι «εξωτερική πολιτική» ενός κράτους-μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Είναι περισσότερο μια βερμπαλιστική υπεκφυγή ενός κράτους που έχει την ανομολόγητη βεβαιότητα ότι η δική του στάση δεν έχει σημασία. Οτι στην Ιστορία δεν θα περάσει ούτε ως υποσημείωση.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου