οι κηπουροι τησ αυγησ

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2020

Η παιδαγωγική της δικαστικής απόφασης λειτουργεί αποτρεπτικά. Αλλά δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά. Δεν θα μπορούσε να αποδομήσει τις δοξασίες περί φυλετικής ανωτερότητας των Ελλήνων· τη σύνδεση του αρχαίου κλέους με τη μυϊκή μάζα· τον ενδημικό αντισημιτισμό. Αξίζει να θυμάται κανείς ότι η κάθαρση μπορεί να μην είχε επιτευχθεί χωρίς το αίμα του Παύλου Φύσσα. Αξίζει να μην ξεχνά ότι τα κοινωνικά αντανακλαστικά αφυπνίσθηκαν μόνον όταν δολοφονήθηκε ένας Ελληνας. Μέχρι τότε, ο φάκελος των πεπραγμένων της εγκληματικής οργάνωσης απλώς πάχαινε. Μόνο τότε, με νωπό τον κοινό αποτροπιασμό, κινήθηκαν οι θεσμοί. Οποιος λέει ότι ο Φύσσας θυσιάστηκε, ακριβολογεί...

Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
 
                                                        "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 23/10/20


ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ

Μέχρι χθες συζητούσαμε πώς επηρεάζει η κοινωνία τη Δικαιοσύνη. Σήμερα, το ερώτημα μπορεί να αντιστραφεί: πώς επηρεάζει η Δικαιοσύνη την κοινωνία; Ποιο είναι το αποτύπωμα που αφήνει στην πολιτική ζωή η απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων;

Πρώτον, ο παραδειγματισμός. Το μήνυμα της απόφασης είναι ότι η Δημοκρατία έχει άμυνες. Μπορεί η καταστατική ανοχή της να την καθιστά ευάλωτη. Αλλά η ετυμηγορία σχηματίζει τα όρια αυτής της ανοχής. Δείχνει ότι όποιος χρησιμοποιεί τα δικαιώματα που του χορηγεί η Δημοκρατία για να την υπονομεύσει, δεν θα μείνει ατιμώρητος. Το όριο θα παρέμενε δυσδιάκριτο στους επίδοξους υπονομευτές χωρίς τη σιδηρά πειθώ της θέας των χειροπέδων.

Δεύτερον, ο αντίκτυπος στο πολιτικό σύστημα. Η δύσκολα διατηρημένη νηφαλιότητα του δικαστηρίου λειτούργησε ως κάτοπτρο αποκαλυπτικό για την αδυναμία των κομμάτων να αντιμετωπίσουν ενιαία μια απειλή τόσο χονδροειδή όσο οι νεοναζί. Ακόμη και προχθές, στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης εμφανίστηκαν έτοιμα να υιοθετήσουν τις θεωρίες συνωμοσίας με τις οποίες ο Κασιδιάρης δοκίμασε στην αυλαία να μουτζουρώσει το κατηγορητήριο. Ακόμη και τώρα, ο κομματικός φανατισμός υπερισχύει του «αντιφασισμού» τόσο, ώστε να επαναπολιτικοποιεί την εγκληματική οργάνωση σαν αντιπολιτευτικό εργαλείο.

Τρίτον, η ανάγκη του θεσμικού αντίβαρου. Οι μασημένοι πανηγυρικοί ερμηνεύουν τη δικαστική κρίση ως «νίκη» του ενός ή του άλλου «κινήματος». Στην πραγματικότητα, η διαλεκτική Δικαιοσύνης – λαϊκής κυριαρχίας αναπτύσσεται εδώ αντίστροφα: οι δικαστές δίκαζαν κόντρα στη βούληση των ψηφοφόρων που είχαν ψηφίσει και ξαναψηφίσει την υπόδικη οργάνωση. Αρκεί να φανταστεί κανείς ποια θα ήταν η εικόνα, αν η Χρυσή Αυγή είχε καταφέρει να αποσπάσει τον Ιούλιο του 2019 τις λίγες ψήφους που τη χώριζαν από το εκλογικό όριο. Θα ερχόταν χθες το δικαστήριο να αντιρροπήσει –για να μην πούμε, να διορθώσει– τη λαϊκή ετυμηγορία. Αυτό το όχι ευφάνταστο σενάριο είναι μια αφορμή για να ξύσουν τις βεβαιότητές τους όσοι εξακολουθούν να ορέγονται συγχώνευση όλων των εξουσιών – και αποσυναρμολόγηση όλων των αρμών τους. Να ξανασκεφθούν τι σημαίνει να πιστεύεις ότι ο μόνος θεσμός είναι ο λαός.

Η παιδαγωγική της δικαστικής απόφασης λειτουργεί αποτρεπτικά. Αλλά δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά. Δεν θα μπορούσε να αποδομήσει τις δοξασίες περί φυλετικής ανωτερότητας των Ελλήνων· τη σύνδεση του αρχαίου κλέους με τη μυϊκή μάζα· τον ενδημικό αντισημιτισμό.

Αξίζει να θυμάται κανείς ότι η κάθαρση μπορεί να μην είχε επιτευχθεί χωρίς το αίμα του Παύλου Φύσσα. Αξίζει να μην ξεχνά ότι τα κοινωνικά αντανακλαστικά αφυπνίσθηκαν μόνον όταν δολοφονήθηκε ένας Ελληνας. Μέχρι τότε, ο φάκελος των πεπραγμένων της εγκληματικής οργάνωσης απλώς πάχαινε. Μόνο τότε, με νωπό τον κοινό αποτροπιασμό, κινήθηκαν οι θεσμοί. Οποιος λέει ότι ο Φύσσας θυσιάστηκε, ακριβολογεί.

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ",23/10/20

ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ ΚΕΦΑΛΙΔΟΥ

Η δημοκρατία οφείλει να προστατεύει τον εαυτό της. Με όπλο τον νόμο, δικαιούται να επιδιώξει την αναστολή λειτουργίας κομμάτων που δεν σέβονται τους κανόνες του δημοκρατικού πολιτεύματος. Μπήκαν στο Κοινοβούλιο το 2012 με σκοπό αρχικά να μολύνουν και στη συνέχεια να καταλύσουν το δημοκρατικό πολίτευμα, όχι μόνο με τις ευλογίες του, αλλά και με τα λεφτά του! 

Δύναμή τους, οι 449.660 πολίτες που τους έφεραν τρίτη δύναμη στη Βουλή. Στόχος τους, η αύξηση της εκλογικής δύναμης της Χ.Α., δηλαδή του αριθμού των πολιτών που τη στηρίζουν, αυτών που οικειοθελώς επιδιώκουν την απεμπόληση των ατομικών ελευθεριών τους και την κατάργηση της ελεύθερης έκφρασής τους, περιφρονώντας τις κατακτήσεις του σύγχρονου πολιτισμού, τους θεσμούς και την ίδια τη δημοκρατία ως πολίτευμα. Απέκτησαν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση δείχνοντας το αληθινό τους πρόσωπο, χωρίς να προσποιούνται κάτι που δεν είναι. Μπορεί να μην βροντοφώναζαν τα εγκλήματά τους, αλλά έκαναν όσο γίνεται πιο ξεκάθαρες τις προθέσεις τους ξεδιάντροπα και με τσαμπουκά. Δεν παραπλάνησαν κανέναν. Χρησιμοποίησαν την απογοήτευση από την αποτυχία της πολιτείας να δώσει λύσεις σε ζωτικά προβλήματα των πολιτών: την ανάγκη και την εξαθλίωση που έφερε η οικονομική κρίση, την άγνοια και την αμορφωσιά που για χρόνια παράγει το αδιάφορο, αναξιολόγητο και ελλιπές ελληνικό δημόσιο σχολείο. Να το ξαναπούμε: Δεν προσποιήθηκε η Χ.Α. κάτι που δεν είναι – το αντίθετο. Με θράσος ασύστολο πλασάριζε το σκοτεινό της πρόσωπο παριστάνοντας τον προστάτη – δυνάστη, επιλέγοντας «ωφελουμένους» μεταξύ εξαθλιωμένων γερόντων, αναξιοπαθούντων ανέργων, απογοητευμένων οικογενειαρχών, απειλούμενων επαγγελματιών και ανασφαλών νεαρών.

Πουλούσε τζάμπα ασφάλεια όπου η πολιτεία απουσίαζε, τζάμπα ελπίδα, τζάμπα μαγκιά, τζάμπα εθνική υπερηφάνεια. Σε ένα φονικό παιχνίδι κατίσχυσης που προσέφερε εκτόνωση των βίαιων ενστίκτων τα οποία διεγείρονται από την ανέχεια και το αίσθημα ματαίωσης και αποκλεισμού, χωρίς κόστος και χωρίς φόβο τιμωρίας, αυτή η εγκληματική συμμορία «έπαιζε μπάλα» μόνη της σε ένα κατάμεστο γήπεδο οπαδών που νόμισαν ότι βρήκαν την ομάδα της καρδιάς τους. Την ίδια ώρα, έσπερναν τον φόβο, σκόρπιζαν τον θάνατο και καλλιεργούσαν το μίσος και τον διχασμό.

Σήμερα η Δικαιοσύνη κάνει τη δουλειά που της έχει αναθέσει η δημοκρατική πολιτεία. H ενοχή και η τιμωρία μπορεί να λειτούργησαν ανακουφιστικά για τη δημοκρατική κοινωνία, αλλά μέχρις εκεί. Δεν μπορούν να φέρουν πίσω τον αδικοχαμένο Φύσσα, ούτε τους άτυχους αλλοδαπούς που πλήρωσαν με τη ζωή τους τη διαφορετικότητα και τη δίψα τους για μια ανεκτή ζωή. Δεν ξερίζωσαν όμως από τις 450.000 οπαδούς την πρόκριση του τσαμπουκά, της απειλής και του εκφοβισμού κάθε φορά που η απανθρωπιά και τα συμπλέγματα αναζητούν την εύκολη διέξοδο πάνω στον αδύναμο.

Στις δημοκρατίες η Δικαιοσύνη συνήθως δρα ανακουφιστικά και κάποιες, λίγες μόνο, φορές θεραπευτικά. Ως λαός, μετά το τέλος της αυταπάτης, κάναμε το υγιές αυτονόητο: αφήσαμε τη Χ.Α. εκτός Βουλής και περιμέναμε από τη Δικαιοσύνη την τιμωρία της.

Μας αρκεί αυτό για να πούμε, τώρα που τελειώνει η πρωτοβάθμια δίκη, ότι ξεμπερδέψαμε με τη Χ.Α. και την κάθε Χ.Α. του μέλλοντός μας; Το βάρος πέφτει στην οργανωμένη πολιτεία, στις πολιτικές δυνάμεις και σε όλους εμάς, το κάθε μέλος της κοινωνίας, να κλείσουμε οριστικά τον δρόμο σε ελλειμματικά ανθρωπάκια που μπερδεύουν το μέγεθος του ίσκιου τους με το ανάστημά τους και νομίζουν πως μεταμορφώθηκαν σε Τιτάνες.

Ο κοινός αγώνας κατά του φασισμού δεν τελείωσε. Για την ακρίβεια, μόλις ξεκίνησε. Είναι αγώνας διαρκής, επίπονος, απαιτητικός, που ξεκινάει μέσα από το σπίτι μας και το σχολείο μας για να περάσει στις παρέες, στη δουλειά, στον κύκλο μας, πριν φτάσει στις κάλπες και στο Κοινοβούλιο. Και αν για το σήμερα και το κοντινό αύριο η ευθύνη πέφτει στην κυβέρνηση και στα κόμματα, για το μέλλον και την πορεία της χώρας το βάρος πέφτει στον κάθε πολίτη ατομικά. Τον φασισμό πρέπει καθένας από όλους εμάς να τον εκτοπίσει πρώτα από το μυαλό του, ανεξάρτητα από συγκυρίες, κορωνοϊούς και κρίσεις. Ετσι θα έρθει η νίκη κατά του φασισμού.

Ο μόνος εγγυητής για ένα δημοκρατικό αύριο είναι το σχολείο. Αυτό επωμίζεται την ευθύνη της διαμόρφωσης των αυριανών πολιτών, μέσα από διαπαιδαγώγηση, γνώσεις, πολιτισμό, εθνική μνήμη, πολιτικό ήθος, σεβασμό της αξιοπρέπειας και της προσωπικότητας του άλλου. Και να μην ξεχνάμε ότι σχολείο σημαίνει δάσκαλος. Δάσκαλος υπεύθυνος, καταρτισμένος, ελεύθερος, διαρκώς αξιολογούμενος, παθιασμένος με το λειτούργημά του και με βαθιά επίγνωση της ευθύνης του για την έκβαση του σπουδαίου έργου που υπηρετεί.
Αν και η Δικαιοσύνη έδωσε το πρώτο σάλπισμα, είμαστε ακόμη στην αρχή. Αν πάλι χαλαρώσουμε και ξεχάσουμε, αν ξανακυλήσουμε στην ολέθρια συνήθεια της κοντής μνήμης, σύντομα θα ξαναζήσουμε τον εφιάλτη του φασισμού, που σαν το σαράκι, όπως είπε ο μεγάλος Μίκης, θα συνεχίσει να κατατρώει το εθνικό σώμα. Στη δημοκρατία η ελεύθερη επιλογή είναι τόσο αυτονόητο δικαίωμα όσο αυτονόητη είναι και η υποχρέωση πληρωμής του τιμήματός της.

*Βουλευτής Δράμας και τομεάρχης Παιδείας του Κινήματος Αλλαγής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου