Από "ΤΑ ΝΕΑ"
"ΤΑ ΝΕΑ", 27/03/24 |
ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΚΑΝΕΛΛΗ
Η πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, που έκανε ο Νίκος Ανδρουλάκης και ήδη άρχισε να συζητείται στη Βουλή, κατά τη γνώμη μου είναι μια ακόμα αδιέξοδη πολιτική κίνηση του ΠΑΣΟΚ. Χωρίς ουσιαστικά οφέλη.
Μια τέτοια πρόταση μπορεί να έχει διάφορους στόχους. Ο πρώτος είναι ο αντικειμενικός: η πτώση της κυβέρνησης, η επιβεβαίωση μιας αίσθησης απώλειας εμπιστοσύνης που θα μπορούσε να επικυρώσει η κοινοβουλευτική διαδικασία. Αλλά κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Η κυβέρνηση, που δεν έχει κλείσει χρόνο, παραμένει ισχυρή, με συνεκτική πλειοψηφία 158 βουλευτών η οποία θα ήταν παράλογο να διαταραχθεί μόνο από την ανακίνηση ενός ζητήματος που συζητήθηκε και στις τελευταίες εκλογές, όταν η ΝΔ θριάμβευσε με ποσοστό σχεδόν 41%, με χαώδη διαφορά από τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Αφού λοιπόν δεν θα πέσει η κυβέρνηση, ο επόμενος στόχος θα μπορούσε να είναι ο κλονισμός της, η φυλλορροή της. Κι αυτή θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί είτε με μείωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας, είτε με παγίωση μιας δημοσκοπικής υποχώρησής της. Αλλά η πρόταση μομφής, και μάλιστα για τους λόγους που γίνεται, μάλλον ενισχύει την κυβερνητική συνοχή παρά την αποσταθεροποιεί.
Αφενός, υποχρεώνει και τα πιο απρόθυμα στελέχη της ΝΔ να στοιχηθούν πίσω από τον Πρωθυπουργό. Αφετέρου, συσπειρώνει στη ΝΔ ψηφοφόρους που απομακρύνονταν, είτε λόγω κάποιας δυσαρέσκειας είτε λόγω της χαλαρής ψήφου που συνήθως είναι ευκολότερη σε λιγότερο πολωμένα περιβάλλοντα.
Μήπως όμως αλλάζει ο συσχετισμός με τον ΣΥΡΙΖΑ, τον αντίπαλο των δημοσκοπήσεων για τη δεύτερη θέση, που την πρώτη περίοδο προεδρίας του Στέφανου Κασσελάκη φαινόταν εφικτή αλλά, σήμερα, έπειτα από την έκθεση του φαντάρου προέδρου στους μηχανισμούς δημοσιότητας φαίνεται να απομακρύνεται; Αλλά γιατί να αλλάξει; Η πρωτότυπη ιδέα αυτού του τύπου της ηθικολογικής διαμαρτυρίας ανήκει στον ΣΥΡΙΖΑ. Από τα χρόνια της χρεοκοπίας και την εμφάνιση των Αγανακτισμένων, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκτήσει τεχνογνωσία στον προσπορισμό μιας ασαφούς διαμαρτυρίας που προέρχεται περισσότερο από το θυμικό των διαμαρτυρομένων και όχι από την ορθολογική ανάγνωση των δεδομένων. Το ΠΑΣΟΚ προσχώρησε επί Νίκου Ανδρουλάκη σε αυτό το ρεύμα που αναζητά ψηφοφόρους ανάμεσα σε διαμαρτυρόμενους πολίτες, σε μια εποχή όμως που όλη η αντιπολίτευση, μικρή και μεγάλη, δεξιά κι αριστερή, πολιτεύεται με αυτόν τον τρόπο.
Δεν είναι τυχαίο ότι την ώρα που ο Ανδρουλάκης ανήγγελλε την πρόταση δυσπιστίας, ο Κασσελάκης ζητούσε από τον Μητσοτάκη να παραιτηθεί ήρεμα και να κάνει εκλογές με διεθνείς παρατηρητές. Το γεγονός ότι, στη συνέχεια, τα δύο κόμματα συνεργάστηκαν για την πρόταση, βάζει το ΠΑΣΟΚ ακόμα μια φορά στη σκιά του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτός των άλλων επειδή στο πεδίο όπου έχει φτάσει η πολιτική αντιπαράθεση, κερδίζει ο πιο ακραίος, ο πιο παραδοξολόγος, ο πιο εξωγήινος.
Μήπως όμως η επιτυχία έγκειται σε αυτό που είπε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Δημήτρης Μάντζος, ότι η πρόταση μομφής θα φέρει στη Βουλή τον «μονίμως κρυπτόμενο» Πρωθυπουργό; Θα φανεί από το αν ο «μονίμως κρυπτόμενος» συντριβεί από τον Νίκο Ανδρουλάκη. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα ήταν η πρώτη φορά. Αν δεν συμβεί, απλώς, θα έχει δοθεί η ευκαιρία στον Πρωθυπουργό να σκεφτεί τα επιχειρήματα που η κυβερνητική πλειοψηφία δεν τόνισε ως χθες και να αναθεωρήσει λάθη τακτικής που έδωσαν στην αντιπολίτευση την αίσθηση ότι βρίσκεται στο προνομιακό πεδίο της.
Με άλλα λόγια, Νίκο Ανδρουλάκη, όλο πάμε κι ερχόμαστε κι όλο στον ίδιο παρονομαστή βρισκόμαστε.
Μια τέτοια πρόταση μπορεί να έχει διάφορους στόχους. Ο πρώτος είναι ο αντικειμενικός: η πτώση της κυβέρνησης, η επιβεβαίωση μιας αίσθησης απώλειας εμπιστοσύνης που θα μπορούσε να επικυρώσει η κοινοβουλευτική διαδικασία. Αλλά κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Η κυβέρνηση, που δεν έχει κλείσει χρόνο, παραμένει ισχυρή, με συνεκτική πλειοψηφία 158 βουλευτών η οποία θα ήταν παράλογο να διαταραχθεί μόνο από την ανακίνηση ενός ζητήματος που συζητήθηκε και στις τελευταίες εκλογές, όταν η ΝΔ θριάμβευσε με ποσοστό σχεδόν 41%, με χαώδη διαφορά από τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Αφού λοιπόν δεν θα πέσει η κυβέρνηση, ο επόμενος στόχος θα μπορούσε να είναι ο κλονισμός της, η φυλλορροή της. Κι αυτή θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί είτε με μείωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας, είτε με παγίωση μιας δημοσκοπικής υποχώρησής της. Αλλά η πρόταση μομφής, και μάλιστα για τους λόγους που γίνεται, μάλλον ενισχύει την κυβερνητική συνοχή παρά την αποσταθεροποιεί.
Αφενός, υποχρεώνει και τα πιο απρόθυμα στελέχη της ΝΔ να στοιχηθούν πίσω από τον Πρωθυπουργό. Αφετέρου, συσπειρώνει στη ΝΔ ψηφοφόρους που απομακρύνονταν, είτε λόγω κάποιας δυσαρέσκειας είτε λόγω της χαλαρής ψήφου που συνήθως είναι ευκολότερη σε λιγότερο πολωμένα περιβάλλοντα.
Μήπως όμως αλλάζει ο συσχετισμός με τον ΣΥΡΙΖΑ, τον αντίπαλο των δημοσκοπήσεων για τη δεύτερη θέση, που την πρώτη περίοδο προεδρίας του Στέφανου Κασσελάκη φαινόταν εφικτή αλλά, σήμερα, έπειτα από την έκθεση του φαντάρου προέδρου στους μηχανισμούς δημοσιότητας φαίνεται να απομακρύνεται; Αλλά γιατί να αλλάξει; Η πρωτότυπη ιδέα αυτού του τύπου της ηθικολογικής διαμαρτυρίας ανήκει στον ΣΥΡΙΖΑ. Από τα χρόνια της χρεοκοπίας και την εμφάνιση των Αγανακτισμένων, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκτήσει τεχνογνωσία στον προσπορισμό μιας ασαφούς διαμαρτυρίας που προέρχεται περισσότερο από το θυμικό των διαμαρτυρομένων και όχι από την ορθολογική ανάγνωση των δεδομένων. Το ΠΑΣΟΚ προσχώρησε επί Νίκου Ανδρουλάκη σε αυτό το ρεύμα που αναζητά ψηφοφόρους ανάμεσα σε διαμαρτυρόμενους πολίτες, σε μια εποχή όμως που όλη η αντιπολίτευση, μικρή και μεγάλη, δεξιά κι αριστερή, πολιτεύεται με αυτόν τον τρόπο.
Δεν είναι τυχαίο ότι την ώρα που ο Ανδρουλάκης ανήγγελλε την πρόταση δυσπιστίας, ο Κασσελάκης ζητούσε από τον Μητσοτάκη να παραιτηθεί ήρεμα και να κάνει εκλογές με διεθνείς παρατηρητές. Το γεγονός ότι, στη συνέχεια, τα δύο κόμματα συνεργάστηκαν για την πρόταση, βάζει το ΠΑΣΟΚ ακόμα μια φορά στη σκιά του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτός των άλλων επειδή στο πεδίο όπου έχει φτάσει η πολιτική αντιπαράθεση, κερδίζει ο πιο ακραίος, ο πιο παραδοξολόγος, ο πιο εξωγήινος.
Μήπως όμως η επιτυχία έγκειται σε αυτό που είπε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Δημήτρης Μάντζος, ότι η πρόταση μομφής θα φέρει στη Βουλή τον «μονίμως κρυπτόμενο» Πρωθυπουργό; Θα φανεί από το αν ο «μονίμως κρυπτόμενος» συντριβεί από τον Νίκο Ανδρουλάκη. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα ήταν η πρώτη φορά. Αν δεν συμβεί, απλώς, θα έχει δοθεί η ευκαιρία στον Πρωθυπουργό να σκεφτεί τα επιχειρήματα που η κυβερνητική πλειοψηφία δεν τόνισε ως χθες και να αναθεωρήσει λάθη τακτικής που έδωσαν στην αντιπολίτευση την αίσθηση ότι βρίσκεται στο προνομιακό πεδίο της.
Με άλλα λόγια, Νίκο Ανδρουλάκη, όλο πάμε κι ερχόμαστε κι όλο στον ίδιο παρονομαστή βρισκόμαστε.
Πομπώδεις και άδειοι
«Απέναντί μας έχουμε μια αδίστακτη αγέλη εξουσίας, που καταπατά ανθρώπινα δικαιώματα και υπονομεύει το κράτος δικαίου. Γι’ αυτό υπάρχει μόνο ένας δρόμος: η πρόταση δυσπιστίας. Αναλαμβάνω τη θεσμική πρωτοβουλία και καλώ όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων». Με αυτά τα λόγια ο Νίκος Ανδρουλάκης εξήγγειλε την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης που, κατανοώ από τα συμφραζόμενα, δεν την περιλαμβάνει στο «δημοκρατικό τόξο».
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επαναφέρει μια ορολογία που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον τη δεκαετία της χρεοκοπίας και του λαϊκισμού. Αναφερόταν, τότε, στην ύπαρξη πολιτικών δυνάμεων που δρούσαν εκτός πλαισίου αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας. Κι ήταν σαφές ότι οι δυνάμεις αυτές ήταν η Χρυσή Αυγή, αλλά και λόγω καταστατικού το ΚΚΕ (αφού διακηρυγμένος στόχος του είναι να αντικαταστήσει την «αστική δημοκρατία» με άλλο σύστημα).
Αντιδημοκρατική όμως, και θεσμικώς επικίνδυνη, ήταν και η στάση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, όταν μάλιστα προσπαθούσαν για την υπόθεση Novartis να βάλουν φυλακή και δικούς του συντρόφους, «για να κερδίσουν τις εκλογές», όπως έλεγε ο Πολάκης.
Ο καταδικασθείς ομοφώνως Νίκος Παππάς αποδεδειγμένα επιχείρησε να χειραγωγήσει τον Τύπο. Και σήμερα, ο Ανδρουλάκης στοιχίζεται με τον Παππά και τον Πολάκη τους οποίους θεωρεί «δημοκρατικό τόξο». Αποδεικνύοντας ότι οι πομπώδεις όροι που σαν παπαγάλος χρησιμοποιεί μπορεί εξίσου να είναι άδειοι από νόημα.
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΓΙΑΝΝΑΚΙΔΗ
Αν πράγματι έγινε μοντάζ για λόγους επικοινωνιακής διαχείρισης, η υπόθεση παραπέμπει σε μια, πολύ πιο ελαφριά, εκδοχή εκείνης της παράστασης στο Συντονιστικό της Πυροσβεστικής, όταν ο Τσίπρας παρίστανε τον ανήξερο για τους νεκρούς.
Στην κυβέρνηση πίστευαν ότι ξεπέρασαν τον σκόπελο των Τεμπών διά του 41% στις εκλογές. Τελικά δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Εχουν πλέον μαζευτεί πολλά. Είναι το μονταρισμένο υλικό. Ποιος έκανε το μοντάζ; Και πώς απέκτησε πρόσβαση στις ηχογραφήσεις; Εδώ απάντηση δεν υπάρχει. Είναι οι καταγγελίες για την ύπαρξη επικίνδυνων υλικών στην εμπορική αμαξοστοιχία. Είναι και οι κοινοβουλευτικές μεθοδεύσεις για κλείσιμο της υπόθεσης χωρίς να βρεθεί στο κάδρο των ευθυνών ο Κώστας Αχ. Καραμανλής. Είναι και οι επιθέσεις προς την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και ο βόρβορος των τρολ κατά της Μαρίας Καρυστιανού.
Ολα αυτά είναι πολλά για να αποτελούν συμπτώσεις ή κομμάτια σχεδίου για την αποσταθεροποίηση της χώρας. Και δείχνουν ότι ο χειρισμός είναι αντίστοιχος με την υπόθεση των υποκλοπών. Ακόμα και αν η κυβερνητική εκδοχή δεν ταιριάζει με την πραγματικότητα, τότε τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα.
Ο Κασσελάκης ζήτησε εκλογές. Δικαίωμά του. Τα περί διεθνών παρατηρητών που απαιτεί είναι, ασφαλώς, φαιδρότητες. Ωστόσο για πρώτη φορά βλέπουμε μια οργανική συσπείρωση της αντιπολίτευσης. Δεν καταψηφίζουν, απλώς, ένα νομοσχέδιο όπως γίνεται συνήθως. Συνυπογράφουν πρόταση δυσπιστίας. Και έτσι η κυβέρνηση βρίσκεται σε επικοινωνιακή και δημοσκοπική πίεση. Από τη μια έχει απώλειες στα δεξιά της και από την άλλη οι κεντρώοι ψηφοφόροι διακρίνουν συμπεριφορές και μεθοδεύσεις που δεν συνάδουν ούτε κατ΄ ελάχιστον με τους λόγους για τους οποίους εμπιστεύτηκαν τη Νέα Δημοκρατία.
Ναι, εννοείται ότι δεν κινδυνεύει κοινοβουλευτικά. Οταν ολοκληρωθεί η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας, η συμπολίτευση θα χειροκροτεί όρθια. Ομως πια η δυσπιστία δεν ανθίζει μόνο μέσα στη Βουλή. Και όσο φουσκώνει η δυσφορία για την κυβέρνηση ενώ παράλληλα δεν διαφαίνεται καμία σοβαρή εναλλακτική λύση, τόσο θα κερδίζει ο «αντισυστημισμός», δηλαδή οι φωνές της λαϊκιστικής διαμαρτυρίας. Μπορεί να μην υπάρχει σοβαρός αντίπαλος στο γήπεδο, αλλά ενίοτε τα ματς χάνονται και με αυτογκόλ.
«Απέναντί μας έχουμε μια αδίστακτη αγέλη εξουσίας, που καταπατά ανθρώπινα δικαιώματα και υπονομεύει το κράτος δικαίου. Γι’ αυτό υπάρχει μόνο ένας δρόμος: η πρόταση δυσπιστίας. Αναλαμβάνω τη θεσμική πρωτοβουλία και καλώ όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων». Με αυτά τα λόγια ο Νίκος Ανδρουλάκης εξήγγειλε την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης που, κατανοώ από τα συμφραζόμενα, δεν την περιλαμβάνει στο «δημοκρατικό τόξο».
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επαναφέρει μια ορολογία που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον τη δεκαετία της χρεοκοπίας και του λαϊκισμού. Αναφερόταν, τότε, στην ύπαρξη πολιτικών δυνάμεων που δρούσαν εκτός πλαισίου αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας. Κι ήταν σαφές ότι οι δυνάμεις αυτές ήταν η Χρυσή Αυγή, αλλά και λόγω καταστατικού το ΚΚΕ (αφού διακηρυγμένος στόχος του είναι να αντικαταστήσει την «αστική δημοκρατία» με άλλο σύστημα).
Αντιδημοκρατική όμως, και θεσμικώς επικίνδυνη, ήταν και η στάση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, όταν μάλιστα προσπαθούσαν για την υπόθεση Novartis να βάλουν φυλακή και δικούς του συντρόφους, «για να κερδίσουν τις εκλογές», όπως έλεγε ο Πολάκης.
Ο καταδικασθείς ομοφώνως Νίκος Παππάς αποδεδειγμένα επιχείρησε να χειραγωγήσει τον Τύπο. Και σήμερα, ο Ανδρουλάκης στοιχίζεται με τον Παππά και τον Πολάκη τους οποίους θεωρεί «δημοκρατικό τόξο». Αποδεικνύοντας ότι οι πομπώδεις όροι που σαν παπαγάλος χρησιμοποιεί μπορεί εξίσου να είναι άδειοι από νόημα.
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΓΙΑΝΝΑΚΙΔΗ
Αν πράγματι έγινε μοντάζ για λόγους επικοινωνιακής διαχείρισης, η υπόθεση παραπέμπει σε μια, πολύ πιο ελαφριά, εκδοχή εκείνης της παράστασης στο Συντονιστικό της Πυροσβεστικής, όταν ο Τσίπρας παρίστανε τον ανήξερο για τους νεκρούς.
Στην κυβέρνηση πίστευαν ότι ξεπέρασαν τον σκόπελο των Τεμπών διά του 41% στις εκλογές. Τελικά δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Εχουν πλέον μαζευτεί πολλά. Είναι το μονταρισμένο υλικό. Ποιος έκανε το μοντάζ; Και πώς απέκτησε πρόσβαση στις ηχογραφήσεις; Εδώ απάντηση δεν υπάρχει. Είναι οι καταγγελίες για την ύπαρξη επικίνδυνων υλικών στην εμπορική αμαξοστοιχία. Είναι και οι κοινοβουλευτικές μεθοδεύσεις για κλείσιμο της υπόθεσης χωρίς να βρεθεί στο κάδρο των ευθυνών ο Κώστας Αχ. Καραμανλής. Είναι και οι επιθέσεις προς την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και ο βόρβορος των τρολ κατά της Μαρίας Καρυστιανού.
Ολα αυτά είναι πολλά για να αποτελούν συμπτώσεις ή κομμάτια σχεδίου για την αποσταθεροποίηση της χώρας. Και δείχνουν ότι ο χειρισμός είναι αντίστοιχος με την υπόθεση των υποκλοπών. Ακόμα και αν η κυβερνητική εκδοχή δεν ταιριάζει με την πραγματικότητα, τότε τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα.
Ο Κασσελάκης ζήτησε εκλογές. Δικαίωμά του. Τα περί διεθνών παρατηρητών που απαιτεί είναι, ασφαλώς, φαιδρότητες. Ωστόσο για πρώτη φορά βλέπουμε μια οργανική συσπείρωση της αντιπολίτευσης. Δεν καταψηφίζουν, απλώς, ένα νομοσχέδιο όπως γίνεται συνήθως. Συνυπογράφουν πρόταση δυσπιστίας. Και έτσι η κυβέρνηση βρίσκεται σε επικοινωνιακή και δημοσκοπική πίεση. Από τη μια έχει απώλειες στα δεξιά της και από την άλλη οι κεντρώοι ψηφοφόροι διακρίνουν συμπεριφορές και μεθοδεύσεις που δεν συνάδουν ούτε κατ΄ ελάχιστον με τους λόγους για τους οποίους εμπιστεύτηκαν τη Νέα Δημοκρατία.
Ναι, εννοείται ότι δεν κινδυνεύει κοινοβουλευτικά. Οταν ολοκληρωθεί η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας, η συμπολίτευση θα χειροκροτεί όρθια. Ομως πια η δυσπιστία δεν ανθίζει μόνο μέσα στη Βουλή. Και όσο φουσκώνει η δυσφορία για την κυβέρνηση ενώ παράλληλα δεν διαφαίνεται καμία σοβαρή εναλλακτική λύση, τόσο θα κερδίζει ο «αντισυστημισμός», δηλαδή οι φωνές της λαϊκιστικής διαμαρτυρίας. Μπορεί να μην υπάρχει σοβαρός αντίπαλος στο γήπεδο, αλλά ενίοτε τα ματς χάνονται και με αυτογκόλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου