οι κηπουροι τησ αυγησ

Τετάρτη 27 Μαρτίου 2024

Μη δυνάμενη η αντιπολίτευση να στηριχτεί σε μεταρρυθμιστική ταυτότητα, ξαναρίχνει την πολιτική αντιπαράθεση στην ευκολία της συγκίνησης. Και κρύβεται πίσω από τον ανθρώπινο πόνο των συγγενών θυμάτων του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη, υπονομεύοντας με τη συνδρομή θεωριών συνωμοσίας τα δημοκρατικά θεμέλια της κοινωνίας μας: την ανάγκη η ανεξάρτητη δικαιοσύνη να κάνει απερίσπαστη τη δουλειά της. Επιδιώκοντας η δικαιοσύνη να απονέμεται είτε από τους πολιτικούς είτε από λαϊκά δικαστήρια – εργαλειοποιώντας, δηλαδή, για πολιτικά οφέλη την απονομή της. Απέναντι σε αυτό το κλίμα εκ νέου υπονόμευσης της δημοκρατικής ομαλότητας από ανώριμα πολιτικά κόμματα και συστήματα, είναι προφανές ότι το χθεσινό αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο θα είναι πάντα εδώ. Ετοιμο να υπερασπίσει τους θεσμούς, τη δημοκρατία, τους κανόνες της. Και ασφαλώς, τον δημοκρατικό δρόμο....

"ΤΑ ΝΕΑ", 26/03/24


ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΜΗΤΣΟΥ

Το πρώτο της στοίχημα για τα Τέμπη, ότι το ζήτημα θα ξεχνιόταν σύντομα όπως οι υποκλοπές, η κυβέρνηση το έχασε. Και θα έπρεπε να το περιμένει. Εδώ δεν μιλάμε για την παρακολούθηση των τηλεφώνων κάποιων δημοσιογράφων ή πολιτικών, που στα μάτια της κοινής γνώμης μπορεί και να έχουν λερωμένη τη φωλιά τους, αλλά για τον θάνατο δεκάδων νέων ανθρώπων, που θα μπορούσαν να είναι τα παιδιά ή τα αδέλφια οποιουδήποτε από εμάς. Η κυρίαρχη διάσταση δεν είναι η πολιτική, αλλά η συναισθηματική. Που αποκτά όμως μοιραία στη συνέχεια πολιτικό χαρακτήρα αν διαφανεί ότι γίνονται προσπάθειες προστασίας των υπευθύνων και συγκάλυψης των ευθυνών.

Κι έτσι φτάσαμε, στην πρώτη επέτειο της τραγωδίας, να δείχνουν οι δημοσκοπήσεις μια αξιοσημείωτη φθορά της κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού προσωπικά, έστω κι αν αυτό δεν μεταφράζεται σε άμεση απειλή. Σε αυτή τη συγκυρία έρχεται το δημοσίευμα του Βήματος για τη διαχείριση των ηχητικών ντοκουμέντων λίγες ώρες μετά το δυστύχημα. Και η κυβέρνηση βάζει ένα δεύτερο στοίχημα: ότι θα μπορέσει να αποφύγει την απάντηση σε δύο βασικά ερωτήματα (Εγινε μοντάζ; Και αν ναι, ποιος το έκανε;) εμφανιζόμενη ως θύμα ενός πολέμου συμφερόντων. Οι καιροί έχουν αλλάξει όμως από τον Οκτώβριο του 2004, όταν ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής φέρεται να είχε πει σε μια παρέα βουλευτών στον Μπαϊρακτάρη ότι δεν θα αφήσει πέντε νταβατζήδες να χειραγωγήσουν την πολιτική ζωή του τόπου. Τώρα οι τόνοι πρέπει να είναι ακόμη υψηλότεροι. Τώρα ένα από τα πιο φιλελεύθερα κυβερνητικά στελέχη, ο Ακης Σκέρτσος, κατηγορεί επώνυμους δημοσιογράφους ότι «σκυλεύουν τον πόνο» (sic) των ανθρώπων.

Η κυβέρνηση θα μπορούσε να κερδίσει αυτό το στοίχημα – συμβάλλει άλλωστε στη συσπείρωσή της η κατάθεση της πρότασης δυσπιστίας από την αντιπολίτευση. Ομως εδώ κάνει ένα ακόμη λάθος: υποτιμά τη νοημοσύνη των πολιτών. Τους θεωρεί μια αγέλη χωρίς κρίση που παρασύρεται από τους δημαγωγούς.

Η χθεσινή ανάρτηση του Αδωνη Γεωργιάδη είναι χαρακτηριστική. Ο υπουργός Υγείας δεν αρκείται να κατηγορήσει την αντιπολίτευση ότι συνασπίστηκε γύρω από τα Συμφέροντα και όλοι μαζί «προβάλουν» (sic) τους συγγενείς τον (sic) νεκρών». Προσθέτει ότι, ως αποτέλεσμα της υποχώρησης της κυβέρνησης ενώπιον των συγγενών των νεκρών, ο Ελληνικός Λαός πίστεψε «στη συντριπτική του Πλειοψηφία» (αχ, αυτά τα κεφαλαία) στο «Εγκλημα των Τεμπών» και στη «συγκάλυψη του εγκλήματος». Ο,τι ακριβώς είχε συμβεί, λέει, και μετά τη ναυμαχία των Αργινουσών και τη χυδαία πολιτική εκμετάλλευση του πένθους των συγγενών.

Καμία πρόοδος λοιπόν εδώ και 2.500 χρόνια; Ούτε κουκούτσι μυαλό δεν έχει αποκτήσει πια αυτός ο λαός; Ολο παρασύρεται κι όλο το μετανιώνει; Οι συγγενείς των νεκρών επηρεάζονται από τους κακούς πολιτικούς που κολλάνε πάνω τους σαν βδέλλες και οι πολίτες επηρεάζονται από τους κακούς δημοσιογράφους που υπηρετούν τα Συμφέροντα;

Κάπου μπάζει το αφήγημα.

"ΤΑ ΝΕΑ", 26/03/24

Το έγκλημα και η «μονταζιέρα»

«Πήραν φωτιά τα τόπια» την Κυριακή με αφορμή το αποκαλυπτικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Το Βήμα», άλλη μια απόδειξη τού πόσο «καίει» το έγκλημα των Τεμπών. Πόσο «καίει» κυβέρνηση και κοινωνία. Για την κοινωνία, δεν αποτελεί κάποια έκπληξη ή κάτι περίεργο. Εναν χρόνο ύστερα από εκείνη τη φοβερή νύχτα του Φεβρουαρίου του 2023, που τη γέμισε πληγές, διαβάζει, μαθαίνει και πέφτει από τα σύννεφα. Γιατί καταλαβαίνει ότι εδώ, σ’ αυτή την τρομερή υπόθεση, παίχτηκε ένα βρώμικο παιχνίδι, ένα blame game όπως θα λέγαμε και στην εύανδρο Ηπειρο, για να περιοριστεί (και να προσδιοριστεί) η ευθύνη για το έγκλημα στο στενό πλαίσιο ενός «ανθρώπινου λάθους». Είναι η εκδοχή που πλασαρίστηκε τεχνηέντως από την πρώτη στιγμή του δυστυχήματος. Και έκτοτε την αναμασούν οι πάντες σαν φτηνή τσιχλόφουσκα, μήπως και καταφέρουν τελικά να κολλήσει στο μυαλό των ανθρώπων, ώστε να μην μπορέσουν να σκεφτούν τίποτε άλλο, εκτός από αυτό που τους παρουσιάστηκε με τόση επιδεξιότητα ως η αλήθεια που δεν είναι!


Αν υπάρχουν λοιπόν fake news σε αυτή την τραγωδία, προφανώς αυτά δεν αφορούν «Το Βήμα» και την άψογη δημοσιογραφική δουλειά που έκανε. Αφορούν εκείνους που από την πρώτη στιγμή έβαλαν στη «μονταζιέρα» τις συνομιλίες του σταθμάρχη Λάρισας και έκοψαν και έραψαν κατά το δοκούν, προκειμένου να διευκολύνουν το αφήγημα. Ηταν κυβερνητικά στελέχη αυτά; Ηταν δημοσιογράφοι; Ηταν άλλοι; Κάποιος/οι πάντως το έκανε/αν. Εδρασαν γρήγορα, μεθοδικά, με ακρίβεια και είχαν σαφή στόχευση. Να πειστεί η κοινωνία ότι όλο αυτό που συνέβη οφειλόταν σε έναν άσχετο, ανίκανο, εγκληματία, σταθμάρχη.

Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

Στρατηγική συγκάλυψης

Και πάμε τώρα, στην κυβέρνηση. Η αντίδρασή της στο δημοσίευμα δεν ήταν απλά ενοχική, ήταν αντίδραση βγαλμένη από τις πιο σκοτεινές περιόδους του επιτελικού παρακράτους. Μπροστά σε μια αποκάλυψη, την οποία θα έπρεπε να καλοδεχτεί, και ευθύς εξαρχής τα στελέχη της να δηλώσουν ότι ζητούν την άμεση παρέμβαση της Δικαιοσύνης προκειμένου να διερευνηθεί τι ακριβώς έχει συμβεί, προτίμησαν να αναμασήσουν την άλλη φτηνή τσιχλόφουσκα, αυτή των «οργανωμένων οικονομικών συμφερόντων» που επιχειρούν, τάχα μου, να θέσουν υπό ομηρεία την κυβέρνηση!!!

Τι όμως έκανε (και έπαθε) η κυβέρνηση αντιδρώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο; Αναδέχθηκε την ευθύνη ότι πίσω από την άθλια ιστορία της «μονταζιέρας» βρίσκονται δικά της στελέχη – κάτι που ΔΕΝ της χρέωνε η εφημερίδα. Πρωτοφανές; Οχι, και τόσο. Γιατί η στάση αυτή έρχεται σε συνέχεια μιας στρατηγικής για το δυστύχημα των Τεμπών που παρακολουθούμε έναν χρόνο τώρα και η οποία έχει δημιουργήσει στην κοινωνία την αίσθηση πως αυτό που επιχειρείται δεν είναι η αποκάλυψη της αλήθειας και η παραπομπή των φυσικών και ηθικών αυτουργών στη Δικαιοσύνη, αλλά η συγκάλυψη. Στρατηγική που σημαδεύτηκε από το ανούσιο πόρισμα της ΝΔ στην Εξεταστική, την απουσία του Πρωθυπουργού από τη σχετική συζήτηση της περασμένης εβδομάδας στη Βουλή και την πλήρη εξαφάνιση του πρώην υπουργού Κ. Καραμανλή από το προσκήνιο.

Στρατηγική που πλαισιώθηκε από τη συστηματική υποτίμηση και απαξία των προσπαθειών των συγγενών των θυμάτων για επιτάχυνση της Δικαιοσύνης και διεύρυνση του κατηγορητηρίου με τη συμπερίληψη πολιτικών ως υπευθύνων για το δυστύχημα…

Ωρα για σκληρές αποφάσεις

Η τραγική από κάθε άποψη αυτή στρατηγική παράγει πλέον αποτέλεσμα στις δημοσκοπήσεις και το δυστύχημα για την κυβέρνηση είναι ότι έως και προχθές, με αφορμή το επίμαχο δημοσίευμα της εφημερίδας, έγινε απόπειρα να «δικαιωθεί» από τον θρίαμβο των περσινών εκλογών! Από το 41% του Ιουνίου του 2023.

Κατά τη γνώμη μου, πρόκειται για την πιο σοβαρή απόδειξη της χρεοκοπίας της. Και της αδυναμίας της κυβέρνησης να αντιληφθεί έστω και τώρα, στο παρά 1′ του να λάβει πλέον χαρακτήρα χιονοστιβάδας η υπόθεση, ότι οφείλει, για τη δική της προστασία, να λάβει τις αναγκαίες σκληρές αποφάσεις. Με κρύο αίμα.

Για παράδειγμα, ουδείς πλέον αντιλαμβάνεται στην κοινωνία, την πολιτική τάξη, αλλά ακόμη και την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ προς τι η προστασία που παρέχεται από το Μέγαρο Μαξίμου στον πρώην υπουργό Υποδομών Κώστα Καραμανλή. Είναι στη βάση κάποιας συμφωνίας μεταξύ του Πρωθυπουργού και του κ. Καραμανλή; Εχει τη βάση της στον φόβο να μη διαταραχθούν περαιτέρω οι εσωκομματικές ισορροπίες με τις βαρονίες της ΝΔ; Είναι κάτι άλλο;

Ο,τι και να συμβαίνει πάντως, από τη στιγμή που ο ίδιος ο κ. Καραμανλής αρνείται να διευκολύνει την κατάσταση, δηλώνοντας ότι παραιτείται της ασυλίας του προκειμένου να αντιμετωπίσει τη Δικαιοσύνη ως κοινός πολίτης, είναι μονόδρομος πλέον η ανάληψη πρωτοβουλίας από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό.

Εχω την αίσθηση, συνομιλώντας με κάνα δυο σοβαρά κυβερνητικά στελέχη χθες, ότι αυτό θα συμβεί με την επιστροφή του από τον Καναδά. Ισως και στη διάρκεια της τριήμερης συζήτησης επί της πρότασης δυσπιστίας που καταθέτει σήμερα το ΠΑΣΟΚ.
Γαλάζιο κρυφτούλι

Η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, πάντως, παρουσιαζόταν κατά το πρώτο 24ωρο μετά το δημοσίευμα εντυπωσιακά διχασμένη. Οχι μόνο στην περίπτωση του Κ. Καραμανλή, αλλά και γενικότερα. Ας πούμε, στον πανικό που προκάλεσε η αποκάλυψη από το «Βήμα» της «μονταζιέρας» στα Τέμπη τι μπορούσε να παρατηρήσει κανείς με ευκολία ως χθες το πρωί; Οτι πλην του Αδωνη, μερικών τρολ της «Ομάδας Αλήθειας» και ορισμένων βουλευτών (εκ των οποίων κάνα δυο εκλεγόμενοι στον Πειραιά…), τα περισσότερα κορυφαία στελέχη του κόμματος και της κυβέρνησης απέφευγαν επιμελώς να πάρουν θέση. Κρύβονταν. Μακρινοί, αμέτοχοι παρατηρητές.

Ηταν δε τόσο ηχηρή η απουσία αυτή, στο προσκλητήριο στήριξης που σήμανε από το νωρίς το πρωί της Κυριακής, ώστε δεν είναι μακριά από την πραγματικότητα η εκτίμηση ότι συνιστούσε ανοιχτή αποδοκιμασία στη στρατηγική που ακολουθείται έως τώρα, για το δυστύχημα των Τεμπών. Και χρειάστηκε να κινητοποιηθεί άμεσα χθες το πρωί με αυστηρή εντολή Κυριάκου το βαρύ πυροβολικό του Μαξίμου (Παπασταύρου, Μπρατάκος), για να αρχίσουν να εμφανίζονται ένας ένας οι κορυφαίοι υπουργοί, στην αρένα.

Κίνδυνος θάνατος να χάσουν το κεφάλι τους, η υπόθεση…

Η μαχητική εισαγγελέας

Αναγνώστης μου εκ Πατρών, με αφορμή μια προ ημερών αναφορά μου στην ευρωπαία εισαγγελέα Λάουρα Κοντρούτσα Κιόβεσι και ειδικότερα στην επισήμανσή μου ότι διώχθηκε από τη θέση της στη Ρουμανία για άγνωστους σε εμένα λόγους, μου συνέστησε να προσφύγω στη Wikipedia. Προσέφυγα λοιπόν στο σχετικό λήμμα και διαβάζω μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

«Στις αρχές του 2018, ο Υπουργός Δικαιοσύνης (της Ρουμανίας) Τοντορέλ Τόντερ πρότεινε την απόλυσή της ως γενική εισαγγελέας της DNA (Εθνική Διεύθυνση Καταπολέμησης της Διαφθοράς), αφού παρουσίασε έκθεση σχετικά με τη διαχειριστική της δραστηριότητα στη DNA βάσει 20 κατηγοριών και ισχυρισμών. Μεταξύ των κατηγοριών ήταν: υπερβολικά αυταρχική συμπεριφορά, διακριτική ευχέρεια του Γενικού Εισαγγελέα της DNA, συμμετοχή σε έρευνες άλλων εισαγγελέων, ιεράρχηση των φακέλων σύμφωνα με τον αντίκτυπο των μέσων ενημέρωσης, παραβίαση των αποφάσεων του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ρουμανίας και υπογραφή παράνομων συμφωνιών με τις Μυστικές Υπηρεσίες. Ο Πρόεδρος Γιοχάνες αρνήθηκε αρχικά να την ανακαλέσει, αλλά μια απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου τον ανάγκασε να το κάνει, δηλώνοντας ότι μπορεί να επαληθεύσει μόνο τη νομιμότητά του, όχι τα επιχειρήματα που οδηγούν στην πρόταση».

Εναν χρόνο αργότερα, τον Ιούνιο του 2019, και αφού είχε ανακριθεί δύο φορές από τις εισαγγελικές Αρχές, η κ. Κιόβεσι, λέει, απηλλάγη των κατηγοριών με βούλευμα. Τέσσερις μήνες μετά, τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, επελέγη, αντί ενός γάλλου ανθυποψηφίου της, ως η πρώτη ευρωπαία εισαγγελέας. Λογικό. Ηδη το όνομά της είχε βγει εκτός συνόρων, ως η γενική εισαγγελέας της Ρουμανίας που διεξάγει πραγματικό αγώνα για την πάταξη της διαφθοράς, σε μια χώρα της πρώην Ανατολικής Ευρώπης.

Γενικά δεν είναι εύκολη περίπτωση και όσοι από την κυβέρνηση επιχειρούν να την απαξιώσουν δεν κάνουν καλά. Αυτό μόνο έχω να πω




"ΤΑ ΝΕΑ", 26/03/24


ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΚΑΝΕΛΛΗ

Τι ήταν το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο; Το πολιτικό κλίμα αντίθεσης στα λαϊκιστικά χαρακτηριστικά της πολιτικής που, την προηγούμενη δεκαετία, δοκίμασε την κοινωνική συνοχή, δημιούργησε εχθροπάθεια και κοινωνικό μίσος, υπονόμευσε τους θεσμούς, πρωτίστως τη δικαιοσύνη, και την ελευθερία του Τύπου – τα δύο τελευταία τα παραδέχτηκε πρόσφατα ακόμα και ο Αλέξης Τσίπρας, από τους περισσότερο ωφελημένους από αυτό το πολιτικό κλίμα. Μια ιδεολογικά πολυσυλλεκτική αλλά, πάντως, δημοκρατική εγρήγορση, που πάλεψε για τη διεκδίκηση του δυτικού προσανατολισμού της Ελλάδας, για την Ευρώπη και τη δημοκρατία. Κίνημα δημοκρατικής εγρήγορσης πολιτών απέναντι στους λαϊκιστές που παραλίγο να οδηγήσουν τη χώρα εκτός ευρώ, ακόμα και εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης, με τις συνέπειες που όλοι αντιλαμβανόμαστε στο επίπεδο της ζωής μας, στις ελευθερίες μας, στη δημοκρατία και στην ακεραιότητα της χώρας μας.


Το κίνημα αυτό στήριξε το μνημόνιο του ΠΑΣΟΚ και του Γιώργου Παπανδρέου, στήριξε την κυβέρνηση Παπαδήμου, στήριξε την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου (την οποία εγκατέλειψε η ΔΗΜΑΡ), διαδήλωσε στο Σύνταγμα με τους Μένουμε Ευρώπη, αγωνίστηκε για να υπερισχύσει το Ναι στο δημοψήφισμα του 2015 και, όταν στη ΝΔ εξελέγη ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επένδυσε στη δυναμική της παρουσίας του για να απαλλαγεί η χώρα από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και τη «στασιμοχρεοκοπία» (για να χρησιμοποιήσω τον όρο που είχε λανσάρει ο Ευάγγελος Βενιζέλος). Η νίκη Μητσοτάκη, οι κατευθύνσεις της πρώτης κυβερνητικής θητείας του, η διεύρυνση της πλειοψηφίας του στις περσινές εκλογές επανέφεραν στη χώρα τη διασαλευθείσα σταθερότητα, πάνω στα βήματα της οποίας υπήρχε περιθώριο εξυγίανσης του πολιτικού παιχνιδιού: ζητούμενο ήταν και παραμένει η δημιουργία τουλάχιστον δύο μεγάλων κομμάτων με δυναμική εναλλαγής στην εξουσία, που δεν θα διακυβεύσουν εκ νέου τον χαρακτήρα του πολιτεύματος.

Δυστυχώς, ούτε η Αριστερά ούτε το ΠΑΣΟΚ κατανόησαν το ζητούμενο της νέας περιόδου. Γι’ αυτό η εξομάλυνση της πολιτικής ζωής και η σταθερότητα είναι ακόμα ελλιπής. Ο αντισυστημισμός και η αμφισβήτηση του καταστατικού, δηλαδή του δυτικού προσανατολισμού της χώρας, συνεχίζει να εμπνέει τις πολιτικές της Αριστεράς ενώ μοιάζει να έχει κυριαρχήσει και στο ΠΑΣΟΚ. Προφανώς, οι ίδιες κατευθύνσεις εμπνέουν και την Ακροδεξιά. Γι’ αυτό τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν μιλούν για την Ελλάδα του σήμερα και του αύριο, αλλά επιστρατεύουν τα στερεότυπα και τις προγραμματικές ευκολίες του χρεοκοπημένου παρελθόντος, ελπίζοντας ότι έτσι θα ανοίξει ο δρόμος τους. Και χρησιμοποιούν την ίδιας καταγωγής εντυπωσιοθηρία της περιόδου των Αγανακτισμένων, με αντίπαλο τον Μητσοτάκη.

Μη δυνάμενη η αντιπολίτευση να στηριχτεί σε μεταρρυθμιστική ταυτότητα, ξαναρίχνει την πολιτική αντιπαράθεση στην ευκολία της συγκίνησης. Και κρύβεται πίσω από τον ανθρώπινο πόνο των συγγενών θυμάτων του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη, υπονομεύοντας με τη συνδρομή θεωριών συνωμοσίας τα δημοκρατικά θεμέλια της κοινωνίας μας: την ανάγκη η ανεξάρτητη δικαιοσύνη να κάνει απερίσπαστη τη δουλειά της. Επιδιώκοντας η δικαιοσύνη να απονέμεται είτε από τους πολιτικούς είτε από λαϊκά δικαστήρια – εργαλειοποιώντας, δηλαδή, για πολιτικά οφέλη την απονομή της.

Απέναντι σε αυτό το κλίμα εκ νέου υπονόμευσης της δημοκρατικής ομαλότητας από ανώριμα πολιτικά κόμματα και συστήματα, είναι προφανές ότι το χθεσινό αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο θα είναι πάντα εδώ. Ετοιμο να υπερασπίσει τους θεσμούς, τη δημοκρατία, τους κανόνες της. Και ασφαλώς, τον δημοκρατικό δρόμο. Εγραφα προχθές ότι το θέμα πάντα είναι η σταθερότητα. Επιμένω – επειδή χωρίς σταθερότητα η χώρα θα είναι ευάλωτη σε όσους επωφελούνται από κάθε είδους συνθήκη ανωμαλίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου