Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", και...
...από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"
"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 09-10/03/24 |
H επόμενη ημέρα μετά τη σύγκρουση
Σενάρια να μην παραστούν μητροπολίτες στις παρελάσεις
Σενάρια να μην παραστούν μητροπολίτες στις παρελάσεις
της 25ης Μαρτίου Αποφάσεις να μην προσκαλούν βουλευτές
σε θρησκευτικές εκδηλώσεις
ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΡΟΒΒΑ
«Την Εκκλησία όποιο χέρι την άγγιξε, ξεράθηκε». Την περίφημη αυτή φράση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, έχουν στον νου τους τις ημέρες αυτές κυβερνητικά στελέχη καθώς προσπαθούν να αποτιμήσουν τις πληγές που ενδέχεται να επιφέρουν οι τεταμένες σχέσεις τους με την Εκκλησία της Ελλάδος. Μετά την απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου για «αποκλεισμό» της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας από τον εορτασμό της Κυριακής της Ορθοδοξίας, τα βλέμματα πλέον είναι στραμμένα στην 25η Μαρτίου και στο Πάσχα.
ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΡΟΒΒΑ
«Την Εκκλησία όποιο χέρι την άγγιξε, ξεράθηκε». Την περίφημη αυτή φράση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, έχουν στον νου τους τις ημέρες αυτές κυβερνητικά στελέχη καθώς προσπαθούν να αποτιμήσουν τις πληγές που ενδέχεται να επιφέρουν οι τεταμένες σχέσεις τους με την Εκκλησία της Ελλάδος. Μετά την απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου για «αποκλεισμό» της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας από τον εορτασμό της Κυριακής της Ορθοδοξίας, τα βλέμματα πλέον είναι στραμμένα στην 25η Μαρτίου και στο Πάσχα.
Η πραγματικότητα διαψεύδει εκείνους που θεωρούσαν πως το θέμα θα έληγε μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου για τα ομόφυλα ζευγάρια, καθώς ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος δέχεται εισηγήσεις για ακόμη πιο σκληρή στάση της Εκκλησίας που περιλαμβάνει ακόμη και αποχή από τις εκδηλώσεις της 25ης Μαρτίου. Αρκετοί ιεράρχες εξετάζουν το ενδεχόμενο να μην παραστούν ούτε οι ίδιοι στις παρελάσεις ανά την Ελλάδα και να μην αποδοθούν τιμές στα πολιτικά πρόσωπα κατά την επίσημη δοξολογία.
Παρότι ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος φέρεται να μην επιθυμεί την πρόκληση έντασης ανήμερα της εθνικής επετείου, ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει ποιες τάσεις θα επικρατήσουν. Ηδη οι Μητροπόλεις Πειραιώς και Κερκύρας ανακοίνωσαν πως διακόπτουν την κοινωνία με τους βουλευτές των περιοχών τους που ψήφισαν το νομοσχέδιο ενώ ο μητροπολίτης Κισσάμου Αμφιλόχιος, δήλωσε πως τα πρόσωπα αυτά δεν θα τιμώνται και δεν θα προσκαλούνται σε εκδηλώσεις και τελετές της Μητρόπολης. Ο πρώην Καλαβρύτων Αμβρόσιος, ζήτησε τον αφορισμό του Πρωθυπουργού ενώ μια σειρά ιεραρχών τονίζουν καθημερινά πως «όποιος δεν τηρεί τις αποφάσεις της Εκκλησίας θέτει τον εαυτό του εκτός».
Στο πλαίσιο αυτό και για να μην εκτραχυνθεί περαιτέρω η κατάσταση, κάποιοι ζητούν να ληφθεί από τη ΔΙΣ ένα οριζόντιο μέτρο για όλα τα πολιτικά πρόσωπα, ώστε να αποφευχθούν ακραίες πρωτοβουλίες από τις Μητροπόλεις. Μία από τις προτάσεις που έχουν κατατεθεί είναι να μην αποδίδονται τιμές σε κανένα πολιτικό που προσέρχεται σε ναό σε ολόκληρη τη χώρα.
Παρότι οι επιμέρους αποφάσεις για την αντιμετώπιση των βουλευτών που υπερψήφισαν αλλά και για τη βάπτιση των παιδιών των ομόφυλων ζευγαριών αναμένονται προσεχώς, δεδομένη θεωρείται η έντονη δυσαρέσκεια της Ιεραρχίας για την ψήφιση του νόμου και για τα «προκλητικά επινίκια» που ακολούθησαν σε γκέι μπαρ της Αθήνας με τη συμμετοχή κυβερνητικών στελεχών και της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου.
Παρότι οι επιμέρους αποφάσεις για την αντιμετώπιση των βουλευτών που υπερψήφισαν αλλά και για τη βάπτιση των παιδιών των ομόφυλων ζευγαριών αναμένονται προσεχώς, δεδομένη θεωρείται η έντονη δυσαρέσκεια της Ιεραρχίας για την ψήφιση του νόμου και για τα «προκλητικά επινίκια» που ακολούθησαν σε γκέι μπαρ της Αθήνας με τη συμμετοχή κυβερνητικών στελεχών και της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου.
Εξίσου ενοχλημένος φέρεται να είναι και σε προσωπικό επίπεδο ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, γεγονός το οποίο οφείλεται, σύμφωνα με όσους γνωρίζουν, σε δύο λόγους: Στη διαρροή –από κυβερνητικές πηγές– της πληροφορίας για τη συνάντηση που είχε με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στις 10 Ιανουαρίου, συνάντηση την οποία είχε ζητήσει ο Αρχιεπίσκοπος για θέματα υπογεννητικότητας και στέγης των νέων οικογενειών και αφετέρου από το γεγονός ότι το προηγούμενο χρονικό διάστημα είχε διαμορφωθεί ένα κλίμα μεταξύ κυβέρνησης και Εκκλησίας που δεν επέτρεπε τον «αιφνιδιασμό» ο οποίος τελικά έγινε, με την κατάθεση του νομοσχεδίου.
Μόλις στις 27 Μαΐου 2023, λίγες μέρες πριν από τις εθνικές εκλογές, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος με μια ηχηρή παρέμβασή του δήλωνε πως «δεν πρόκειται να ανεχθώ τη χυδαία απόπειρα χρησιμοποίησης της Εκκλησίας μας ως εργαλείο για την επιδίωξη των αλλότριων σκοπών οιωνδήποτε και της οικειοποίησής της από τους οιουσδήποτε παραχαράκτες της πίστης μας, που, εκμεταλλευόμενοι το θρησκευτικό συναίσθημα των ανθρώπων, επιζητούν να δημιουργήσουν οπαδούς και στρατούς», μια δήλωση που θεωρήθηκε ότι συνέβαλε στη συγκράτηση δυνάμεων που φλέρταραν πολιτικά με τα άκρα, στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας. Παρ’ όλα αυτά ο τρόπος με τον οποίο κατατέθηκε το νομοσχέδιο εξελήφθη ως απαξίωση της Εκκλησίας εκ μέρους της κυβέρνησης.
Τι θα επικρατήσει. Πλέον, απομένει να φανεί ποια τάση θα επικρατήσει στην Ιεραρχία. Αν, δηλαδή, η έκφραση της δυσαρέσκειας θα περιοριστεί στην Κυριακή της Ορθοδοξίας ή αν θα ληφθούν και άλλες πρωτοβουλίες ενόψει 25ης Μαρτίου και Πάσχα, οι οποίες θα δυσχεράνουν την παρουσία πολιτικών προσώπων σε ναούς και μάλιστα μια ανάσα πριν από τις ευρωεκλογές.
Αλλωστε, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο φαίνεται πως θα αποτελέσει κριτήριο ψήφου για τμήμα του εκλογικού σώματος, γεγονός το οποίο γνωρίζουν οι βουλευτές. Και, παρά τα κελεύσματα περί μη εμπλοκής στις πολιτικές εξελίξεις, στα οποία έχει προβεί κατά καιρούς και ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος, κανείς δεν αγνοεί πως οι ιεροί ναοί λειτουργούν ενίοτε και ως εκλογικά κέντρα…
Τι θα επικρατήσει. Πλέον, απομένει να φανεί ποια τάση θα επικρατήσει στην Ιεραρχία. Αν, δηλαδή, η έκφραση της δυσαρέσκειας θα περιοριστεί στην Κυριακή της Ορθοδοξίας ή αν θα ληφθούν και άλλες πρωτοβουλίες ενόψει 25ης Μαρτίου και Πάσχα, οι οποίες θα δυσχεράνουν την παρουσία πολιτικών προσώπων σε ναούς και μάλιστα μια ανάσα πριν από τις ευρωεκλογές.
Αλλωστε, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο φαίνεται πως θα αποτελέσει κριτήριο ψήφου για τμήμα του εκλογικού σώματος, γεγονός το οποίο γνωρίζουν οι βουλευτές. Και, παρά τα κελεύσματα περί μη εμπλοκής στις πολιτικές εξελίξεις, στα οποία έχει προβεί κατά καιρούς και ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος, κανείς δεν αγνοεί πως οι ιεροί ναοί λειτουργούν ενίοτε και ως εκλογικά κέντρα…
"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 09-10/03/24 |
Η ανάγκη της εκκοσμίκευσης
ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΜΗΤΣΟΥ
Νέα Σμύρνη, οκτώ το πρωί. Από τα μεγάφωνα του Δημοτικού της γειτονιάς ακούγεται η αργή, καθαρή, μελωδική φωνή του μαθητή (αγόρι είναι συνήθως, γιατί;). «Αγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς» (τρις). «Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς» και τα λοιπά.
Εχίνος, 26 χιλιόμετρα από την Ξάνθη, έντεκα το πρωί. Από τα μεγάφωνα που έχουν τοποθετηθεί ακόμη και στα δέντρα του δάσους, ακούγεται η βροντερή, επιβλητική, τραγουδιστή φωνή του μουεζίνη (αυτός είναι πάντα άνδρας). «Αλλάχου Εκμπερ, Αλλάχου Εκμπερ, Εσχεδου εν-λα ιλάχε Ιλ-λαλλάχ» και τα λοιπά.
Οχι, δεν υπαινίσσομαι ότι η Ελλάδα είναι μια θεοκρατική χώρα, κάτι σαν την Τουρκία ή πολύ περισσότερο το Ιράν. Απλώς κάθε πρωί που ακούω την προσευχή στο σχολείο αναρωτιέμαι: μα το 2024; Κι όταν επισκέφθηκα πρόσφατα τον Εχίνο αναρωτήθηκα: μα πώς γίνεται να εφαρμόζεται ακόμα εδώ η σαρία;
Το ζήτημα του διαχωρισμού Κράτους και Εκκλησίας αποτελεί ένα ταμπού στην Ελλάδα, κάτι που το πρώτο δείχνει να μην τολμά επειδή οι κυβερνήσεις φοβούνται ότι θα χάσουν τις ψήφους των πιστών και η δεύτερη δείχνει να αποκλείει για να μη χάσει τα προνόμιά της. Κι όμως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ανέλαβε μια τέτοια πρωτοβουλία πριν από έξι χρόνια (την αποκάλεσε «εξορθολογισμό των σχέσεων» των δύο πλευρών και ηττήθηκε κατά κράτος), ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είχε δηλώσει τότε ότι αποκλείει μεν το γαλλικό μοντέλο, θα μπορούσε όμως να δεχθεί το γερμανικό.
Τι προβλέπει ο θεμελιώδης νόμος που ψηφίστηκε στη Γερμανία το 1949; Οτι οι πιστοί αναφέρουν στη φορολογική τους δήλωση αν επιθυμούν ή όχι οι φόροι τους να πηγαίνουν για θρησκευτικούς σκοπούς, όπως η μισθοδοσία των ιερέων. Στη δεύτερη περίπτωση εξαιρούνται από τον εκκλησιαστικό φόρο και αποκλείονται από τους θρησκευτικούς γάμους και κηδείες. Το Κράτος είναι ουδέτερο, αλλά αποδίδει στις Εκκλησίες ένα καθεστώς συμμετοχής στο κοινό καλό. Και ο λαός έχει «ευθύνες απέναντι στον Θεό».
Στη Γαλλία, πάλι, ο νόμος που ψηφίστηκε το 1905 προβλέπει πλήρη διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους και ξεκαθαρίζει ότι «η Δημοκρατία δεν αναγνωρίζει, δεν μισθοδοτεί και δεν επιδοτεί καμιά θρησκεία». Η προμετωπίδα του Συντάγματος χαρακτηρίζει τη Δημοκρατία «κοσμική, αδιαίρετη, δημοκρατική και κοινωνική». Και το 1958, η κοσμικότητα απέκτησε συνταγματικό χαρακτήρα (όπως έγινε αυτή την εβδομάδα με το δικαίωμα στην άμβλωση).
Ανάμεσα στα δύο αυτά μοντέλα υπάρχουν βέβαια κι άλλα. Το αγγλικό, όπου η Εκκλησία παίζει έναν ρόλο στην οργάνωση των δημοσίων αξιωμάτων, αλλά το Κράτος ελέγχει εν μέρει το δόγμα, τη λατρεία και την εκκλησιαστική ηγεσία. Το ιταλικό, όπου ο καθολικισμός δεν αποτελεί κρατική θρησκεία, αλλά οι αρχές του αναγνωρίζονται ως «ιστορική κληρονομιά». Το ισπανικό, όπου το Σύνταγμα του 1978 διαχωρίζει την Εκκλησία από το Κράτος, οι άτυποι δεσμοί όμως ανάμεσα στις δύο σφαίρες παραμένουν ισχυροί.
Συμπέρασμα: παρόλο που η καθολική Εκκλησία είναι παραδοσιακά πολύ ισχυρή, ή ακριβώς γι’ αυτό, οι χώρες όπου οι καθολικοί υπερισχύουν έχουν προχωρήσει σε σαφέστερο διαχωρισμό της Εκκλησίας και του Κράτους απ’ ό,τι οι χώρες όπου υπερισχύουν οι ορθόδοξοι. Στις τελευταίες, οι πολιτικοί γίνονται συχνά βασιλικότεροι του βασιλέως, είτε για ψηφοθηρικούς λόγους είτε επειδή φοβούνται μήπως κακοχαρακτηριστούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ορκωμοσίες των μελών του υπουργικού συμβουλίου, η είδηση είναι αυτοί που παίρνουν πολιτικό, όχι θρησκευτικό όρκο.
Ο διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας εν τοις πράγμασι έχει γίνει στην Ελλάδα, έλεγε πριν από λίγους μήνες στο News247 ο συγγραφέας Σταύρος Ζουμπουλάκης, επικαλούμενος τον πολιτικό γάμο, την πολιτική κηδεία, την αποτέφρωση, την ονοματοδοσία στο ληξιαρχείο και την κατάργηση του θρησκευτικού όρκου στα δικαστήρια. «Η ορκωμοσία της Βουλής ενώπιον του Αρχιεπισκόπου ή η παρουσία των πολιτικών αρχηγών στα Θεοφάνια δεν υπαγορεύονται από κάποιο νόμο, είναι της εθιμοταξίας», τόνισε. «Απορρέουν από την πεποίθηση, που κατά τη γνώμη μου είναι υπερβολική, ότι η Εκκλησία είναι ισχυρός εκλογικός μηχανισμός».
Ακόμη όμως κι αν ο περιβόητος διαχωρισμός έχει συντελεστεί στην κοινωνία, υπάρχουν σημαντικές πτυχές που πρέπει να ρυθμιστούν και νομοθετικά. Η μισθοδοσία και η ασφάλιση των κληρικών, για παράδειγμα. Οι φορολογικές υποχρεώσεις της Εκκλησίας και η αλλαγή του χαρακτήρα της σε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου. Η διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Η παρουσία εκκλησιαστικών συμβόλων σε δημόσιες υπηρεσίες. Για την ολοκλήρωση της εκκοσμίκευσης, έγραφε προχθές στα «ΝΕΑ» ο διδάσκων Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου Αλέξανδρος Σακελλαρίου, είναι απαραίτητη και η συνταγματική αναθεώρηση, αφού όλες οι αποφάσεις του ΣτΕ για τη διατήρηση της ορθοδοξίας στο σχολείο έχουν στηριχθεί στο Σύνταγμα.
Οι αλλαγές αυτές δεν θα οδηγήσουν στη νίκη της μιας πλευράς και στην ήττα της άλλης. Αντιθέτως, θα λειτουργήσουν λυτρωτικά και για τις δύο, αφού θα θέτουν όρια και θα ξεκαθαρίζουν αρμοδιότητες. Κι έτσι, την επόμενη φορά που η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα διαβάσει το «Πιστεύω», θα το κάνει επειδή το επιθυμεί η ίδια, όχι επειδή της το «επιτρέπει» η Ιερά Σύνοδος.
Μιχάλης Σταθόπουλος (1938 – )
Θέμα βούλησης
Για να μεταβληθούν οι υπάρχουσες σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας στη χώρα μας, πρέπει «να υπάρχει η σχετική πολιτική και εκκλησιαστική βούληση. Δύσκολο, στο μέτρο που η διαπλοκή στις σχέσεις των δύο μερών εξυπηρετεί συμφέροντα». Αυτό λέει ο καθηγητής Αστικού Δικαίου Μιχάλης Σταθόπουλος, μια από τις προσωπικότητες από τους χώρους της πολιτικής, της οικονομίας, της δικαιοσύνης και του ακτιβισμού με τις οποίες μίλησε ο δημοσιογράφος Μηνάς Παπαγεωργίου για τις ανάγκες του βιβλίου του «Διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας» (εκδ. iWrite, Θεσσαλονίκη, 2019). Μερικά από τα ερωτήματα στα οποία επιχειρεί να απαντήσει ο Παπαγεωργίου με αυτές τις συνεντεύξεις είναι τι ακριβώς εννοούμε όταν μιλάμε για διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας στην Ελλάδα, ποιοι είναι οι ιστορικοί, πολιτικοί και κοινωνικοί παράγοντες που τον καθιστούν αναγκαίο και ποια θα είναι τα οφέλη αυτού του διαχωρισμού για τους πολίτες.
ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΜΗΤΣΟΥ
Νέα Σμύρνη, οκτώ το πρωί. Από τα μεγάφωνα του Δημοτικού της γειτονιάς ακούγεται η αργή, καθαρή, μελωδική φωνή του μαθητή (αγόρι είναι συνήθως, γιατί;). «Αγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς» (τρις). «Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς» και τα λοιπά.
Εχίνος, 26 χιλιόμετρα από την Ξάνθη, έντεκα το πρωί. Από τα μεγάφωνα που έχουν τοποθετηθεί ακόμη και στα δέντρα του δάσους, ακούγεται η βροντερή, επιβλητική, τραγουδιστή φωνή του μουεζίνη (αυτός είναι πάντα άνδρας). «Αλλάχου Εκμπερ, Αλλάχου Εκμπερ, Εσχεδου εν-λα ιλάχε Ιλ-λαλλάχ» και τα λοιπά.
Οχι, δεν υπαινίσσομαι ότι η Ελλάδα είναι μια θεοκρατική χώρα, κάτι σαν την Τουρκία ή πολύ περισσότερο το Ιράν. Απλώς κάθε πρωί που ακούω την προσευχή στο σχολείο αναρωτιέμαι: μα το 2024; Κι όταν επισκέφθηκα πρόσφατα τον Εχίνο αναρωτήθηκα: μα πώς γίνεται να εφαρμόζεται ακόμα εδώ η σαρία;
Το ζήτημα του διαχωρισμού Κράτους και Εκκλησίας αποτελεί ένα ταμπού στην Ελλάδα, κάτι που το πρώτο δείχνει να μην τολμά επειδή οι κυβερνήσεις φοβούνται ότι θα χάσουν τις ψήφους των πιστών και η δεύτερη δείχνει να αποκλείει για να μη χάσει τα προνόμιά της. Κι όμως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ανέλαβε μια τέτοια πρωτοβουλία πριν από έξι χρόνια (την αποκάλεσε «εξορθολογισμό των σχέσεων» των δύο πλευρών και ηττήθηκε κατά κράτος), ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είχε δηλώσει τότε ότι αποκλείει μεν το γαλλικό μοντέλο, θα μπορούσε όμως να δεχθεί το γερμανικό.
Τι προβλέπει ο θεμελιώδης νόμος που ψηφίστηκε στη Γερμανία το 1949; Οτι οι πιστοί αναφέρουν στη φορολογική τους δήλωση αν επιθυμούν ή όχι οι φόροι τους να πηγαίνουν για θρησκευτικούς σκοπούς, όπως η μισθοδοσία των ιερέων. Στη δεύτερη περίπτωση εξαιρούνται από τον εκκλησιαστικό φόρο και αποκλείονται από τους θρησκευτικούς γάμους και κηδείες. Το Κράτος είναι ουδέτερο, αλλά αποδίδει στις Εκκλησίες ένα καθεστώς συμμετοχής στο κοινό καλό. Και ο λαός έχει «ευθύνες απέναντι στον Θεό».
Στη Γαλλία, πάλι, ο νόμος που ψηφίστηκε το 1905 προβλέπει πλήρη διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους και ξεκαθαρίζει ότι «η Δημοκρατία δεν αναγνωρίζει, δεν μισθοδοτεί και δεν επιδοτεί καμιά θρησκεία». Η προμετωπίδα του Συντάγματος χαρακτηρίζει τη Δημοκρατία «κοσμική, αδιαίρετη, δημοκρατική και κοινωνική». Και το 1958, η κοσμικότητα απέκτησε συνταγματικό χαρακτήρα (όπως έγινε αυτή την εβδομάδα με το δικαίωμα στην άμβλωση).
Ανάμεσα στα δύο αυτά μοντέλα υπάρχουν βέβαια κι άλλα. Το αγγλικό, όπου η Εκκλησία παίζει έναν ρόλο στην οργάνωση των δημοσίων αξιωμάτων, αλλά το Κράτος ελέγχει εν μέρει το δόγμα, τη λατρεία και την εκκλησιαστική ηγεσία. Το ιταλικό, όπου ο καθολικισμός δεν αποτελεί κρατική θρησκεία, αλλά οι αρχές του αναγνωρίζονται ως «ιστορική κληρονομιά». Το ισπανικό, όπου το Σύνταγμα του 1978 διαχωρίζει την Εκκλησία από το Κράτος, οι άτυποι δεσμοί όμως ανάμεσα στις δύο σφαίρες παραμένουν ισχυροί.
Συμπέρασμα: παρόλο που η καθολική Εκκλησία είναι παραδοσιακά πολύ ισχυρή, ή ακριβώς γι’ αυτό, οι χώρες όπου οι καθολικοί υπερισχύουν έχουν προχωρήσει σε σαφέστερο διαχωρισμό της Εκκλησίας και του Κράτους απ’ ό,τι οι χώρες όπου υπερισχύουν οι ορθόδοξοι. Στις τελευταίες, οι πολιτικοί γίνονται συχνά βασιλικότεροι του βασιλέως, είτε για ψηφοθηρικούς λόγους είτε επειδή φοβούνται μήπως κακοχαρακτηριστούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ορκωμοσίες των μελών του υπουργικού συμβουλίου, η είδηση είναι αυτοί που παίρνουν πολιτικό, όχι θρησκευτικό όρκο.
Ο διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας εν τοις πράγμασι έχει γίνει στην Ελλάδα, έλεγε πριν από λίγους μήνες στο News247 ο συγγραφέας Σταύρος Ζουμπουλάκης, επικαλούμενος τον πολιτικό γάμο, την πολιτική κηδεία, την αποτέφρωση, την ονοματοδοσία στο ληξιαρχείο και την κατάργηση του θρησκευτικού όρκου στα δικαστήρια. «Η ορκωμοσία της Βουλής ενώπιον του Αρχιεπισκόπου ή η παρουσία των πολιτικών αρχηγών στα Θεοφάνια δεν υπαγορεύονται από κάποιο νόμο, είναι της εθιμοταξίας», τόνισε. «Απορρέουν από την πεποίθηση, που κατά τη γνώμη μου είναι υπερβολική, ότι η Εκκλησία είναι ισχυρός εκλογικός μηχανισμός».
Ακόμη όμως κι αν ο περιβόητος διαχωρισμός έχει συντελεστεί στην κοινωνία, υπάρχουν σημαντικές πτυχές που πρέπει να ρυθμιστούν και νομοθετικά. Η μισθοδοσία και η ασφάλιση των κληρικών, για παράδειγμα. Οι φορολογικές υποχρεώσεις της Εκκλησίας και η αλλαγή του χαρακτήρα της σε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου. Η διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Η παρουσία εκκλησιαστικών συμβόλων σε δημόσιες υπηρεσίες. Για την ολοκλήρωση της εκκοσμίκευσης, έγραφε προχθές στα «ΝΕΑ» ο διδάσκων Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου Αλέξανδρος Σακελλαρίου, είναι απαραίτητη και η συνταγματική αναθεώρηση, αφού όλες οι αποφάσεις του ΣτΕ για τη διατήρηση της ορθοδοξίας στο σχολείο έχουν στηριχθεί στο Σύνταγμα.
Οι αλλαγές αυτές δεν θα οδηγήσουν στη νίκη της μιας πλευράς και στην ήττα της άλλης. Αντιθέτως, θα λειτουργήσουν λυτρωτικά και για τις δύο, αφού θα θέτουν όρια και θα ξεκαθαρίζουν αρμοδιότητες. Κι έτσι, την επόμενη φορά που η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα διαβάσει το «Πιστεύω», θα το κάνει επειδή το επιθυμεί η ίδια, όχι επειδή της το «επιτρέπει» η Ιερά Σύνοδος.
Μιχάλης Σταθόπουλος (1938 – )
Θέμα βούλησης
Για να μεταβληθούν οι υπάρχουσες σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας στη χώρα μας, πρέπει «να υπάρχει η σχετική πολιτική και εκκλησιαστική βούληση. Δύσκολο, στο μέτρο που η διαπλοκή στις σχέσεις των δύο μερών εξυπηρετεί συμφέροντα». Αυτό λέει ο καθηγητής Αστικού Δικαίου Μιχάλης Σταθόπουλος, μια από τις προσωπικότητες από τους χώρους της πολιτικής, της οικονομίας, της δικαιοσύνης και του ακτιβισμού με τις οποίες μίλησε ο δημοσιογράφος Μηνάς Παπαγεωργίου για τις ανάγκες του βιβλίου του «Διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας» (εκδ. iWrite, Θεσσαλονίκη, 2019). Μερικά από τα ερωτήματα στα οποία επιχειρεί να απαντήσει ο Παπαγεωργίου με αυτές τις συνεντεύξεις είναι τι ακριβώς εννοούμε όταν μιλάμε για διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας στην Ελλάδα, ποιοι είναι οι ιστορικοί, πολιτικοί και κοινωνικοί παράγοντες που τον καθιστούν αναγκαίο και ποια θα είναι τα οφέλη αυτού του διαχωρισμού για τους πολίτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου