οι κηπουροι τησ αυγησ

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2021

ΤΙ ΑΠΑΝΤΑ Ο Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ ΣΕ ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟ (πρωτευόντως) ΚΑΙ ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ (δευτερευόντως).....

Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 01/01/21



Περί «επιδειξιών» και γλωσσικών επιδείξεων

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ*

Κύριε διευθυντά

Ο εκλεκτός αρθρογράφος της «Καθημερινής» κ. Τάκης Θεοδωρόπουλος σχολιάζει (20 Δεκ.) ότι για τη λέξη «επιδειξίας» (βρήκαμε, αλήθεια, λέξη-έννοια να ασχολούμεθα!…) το χρηστικό λεξικό του καθηγητή κ. Χριστόφορου Χαραλαμπάκη (το επονομαζόμενο… «Λεξικό της Ακαδημίας») «ξεχωρίζει τον επιδειξία ως ψυχιατρικό όρο», ενώ εγώ στο Λεξικό μου και το Λεξικό του Δημητράκου την θεωρούμε συνώνυμη της λ. «επιδειξιομανής» (σημειωτέον ότι συνώνυμη αναφέρεται, βεβαίως, και στο χρηστικό λεξικό»!).

Μάλλον δεν πρόσεξε ο κ. Θεδωρόπουλος ότι στο Λεξικό μου στο λήμμα επιδειξίας γράφω:

«επιδειξίας 1. πρόσωπο που πάσχει από επιδειξιομανία (βλ. λ., σημ. 2)


ΣΥΝ. επιδειξιομανής 2. …».

Και τι γράφω στη σημ. 2 του λήμματος επιδειξιομανία όπου παραπέμπω;

«επιδειξιομανία «[…] 2. ΙΑΤP. η σεξουαλική διαστροφή κατά την οποία διεγείρεται κανείς επιδεικνύοντας τα γεννητικά του όργανα χωρίς προσπάθεια για παραπέρα σεξουαλική δραστηριότητα».

Αλλά και στο λ. επιδειξιομανής και μάλιστα με τον χαρακτηρισμό «συνήθ(ως)» γράφω:

«επιδειξιομανής […] 2. (συνήθ.) ΙΑΤP. αυτός που πάσχει από επιδειξιομανία (βλ. λ., σημ. 2)» [δηλαδή παραπέμπω στο «η σεξουαλική διαστροφή κατά την οποία διεγείρεται κανείς επιδεικνύοντας …»].

Επίσης διέφυγε την προσοχή του κ. Θεοδωρόπουλου ότι και τις δύο σημασίες της λέξης δίνουν όλα τα έγκυρα νεοελληνικά λεξικά: το λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, του Κριαρά, του Σταματάκου (το 3τομο), της Πρωίας (το 3τομο), του Δημητράκου (το 9 τόμων), του Παπύρου (το 13 τόμων), του Τεγόπουλου, το Υπερλεξικό, για να αναφέρω ενδεικτικώς τα κυριότερα (στα οποία ανέτρεξα προσωπικά).

Το περίεργο είναι ότι επαινώντας το «χρηστικό λεξικό» διέφυγε πάλι την προσοχή του κ. Θεοδωρόπουλου ότι στο λ. επιδειξίας αυτού του λεξικού με ορισμό «πρόσωπο που πάσχει από επιδειξιομανία (sic)», αν προστρέξει ο αναγνώστης στο λ. επιδειξιομανία, διαβάζει ως πρώτη σημασία:

«επιδειξιομανία 1. έντονη τάση για επίδειξη, αυτοπροβολή με στόχο τον εντυπωσιασμό: αυτάρεσκη /νεοπλουτίστικη/ υπερφίαλη ~».

Πρόκειται προφανώς για παρανόηση τού θέματος και άστοχη απόρριψη εμού και τού Δημητράκου. Φοβάμαι, τελικά, πως με αφορμή τη λέξη «επιδειξίας» περάσαμε σε απρόκλητη γλωσσική επίδειξη. Ακόμη και ο συναρθρογραφών στην «Καθημερινή» κ. Παντελής Μπουκάλας για να δείξει (στον κ. Κακλαμάνη και την κ. Ελευθεριάδου) ότι η λ. επιδειξίας έχει δύο σημασίες παραπέμπει (όπως το κάνει συχνά και τον ευχαριστώ) μόνο στο Λεξικό μου («Καθημερινή» 16 Δεκ.).

Αλλο ζήτημα είναι –και έρχομαι σ’ αυτό διότι έχει γλωσσικό ενδιαφέρον– αν και ο κ. Παντελής Μπουκάλας στο ίδιο άρθρο, από κεκτημένη ταχύτητα ως εξαίρετος επιμελητής κειμένων συνηθισμένος στις διορθώσεις, διορθώνει… λαθεμένα και μια σωστή φράση σε δικό μου κείμενο «“οι εραστές τής γλωσσικής πλάκας” που βρίθουν στην χώρα μας» (την ήθελε: «Η χώρα μας βρίθει εραστών…»), εγκαλώντας με μάλιστα για βιασύνη («Καθημερινή» 16 Δεκ.). 

Ωστόσο, αυτός που βιάστηκε «να διορθώσει» είναι ο ίδιος ο κ. Μπουκάλας. Δεν φαίνεται να γνωρίζει ότι η Ελληνική (και γενικότερα η γλώσσα) επιτρέπει να χρησιμοποιούμε κατά περίπτωση ένα μεταβατικό ρήμα (ρήμα με συμπλήρωμα) και ως αμετάβατο (ρήμα χωρίς συμπλήρωμα). Κρίμα που ο κ. Μπουκάλας, με την άλλη του ιδιότητα, του συγγραφέα, δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι συχνά με πολλά ρήματα μπορούμε συχνά «ορθώς και νομίμως» να χρησιμοποιήσουμε ένα μεταβατικό ρήμα ως αμετάβατο, αναβαθμίζοντας το αντικείμενο σε λειτουργία υποκειμένου, ακριβώς για να το προβάλουμε λεκτικά («λειτουργική προοπτική της πρότασης»). 

Δεν απαιτώ, βεβαίως, να γνωρίζει ο κ. Μπουκάλας αυτό που γράφουμε με τον συνάδελφο Χρίστο Κλαίρη στη μεγάλη (1160 σελίδων) «Γραμματική τής Νέας Ελληνικής. Δομολειτουργική – επικοινωνιακή» (2011) ότι «Τα περισσότερα ρήματα τής Νέας Ελληνικής εμφανίζουν σε διαφορετικά περιβάλλοντα και τις δύο χρήσεις [μεταβατική και αμετάβατη]» (σελ. 611). Αλλά θα έπρεπε ίσως να γνωρίζει, αφού εισχωρεί στα βαθιά της γλώσσας μας, τι έχει πει πολύ πριν από μάς (από το 1946) ο μεγάλος εκπαιδευτικός-γλωσσολόγος Αχιλλέας Τζάρτζανος στη «Νεοελληνική Σύνταξη της Κοινής Δημοτικής» (1946, τόμ. Α΄ σελ. 234 κ.εξ.): «πλείστα ενεργητικά μεταβατικά ρήματα […] από μεταβατικά γίνονται αμετάβατα». 

Δίνει δε ο Τζάρτζανος πλήθος παραδειγμάτων: π.χ. «ο τσοπάνης βόσκει πρόβατα –τα πρόβατα βόσκουν στο βουνό, σκορπώ τα χρήματα – τα πρόβατα σκορπούν στα χωράφια, στεγνώνω τα ρούχα στον ήλιο – τα ρούχα στεγνώνουν στον ήλιο κ.ά.». Θα μπορούσα να μιλήσω και για τα περίφημα «εργαστικά ρήματα» («έσπασε τη λάμπα» – «η λάμπα έσπασε»), αλλά θα μάς πήγαινε πολύ μακριά. Ωστόσο, σπεύδω και με αυτή την ευκαιρία να δηλώσω ειλικρινώς –όπως το έχω κάνει συχνά σε δημόσιες συνεντεύξεις μου– ότι δεν θεωρώ τον εαυτό μου γλωσσικά αλάνθαστο παρά τις 12.500 σελίδες που έχω γράψει για τις λέξεις της γλώσσας μας στα εννέα (9) λεξικά μου. Ο κ. Μπουκάλας μάλλον διεκδικεί το αλάθητο.

Τελικά, λυπάμαι –για να σταθώ ταπεινά απέναντι στο εταστικό αξιολογικό βλέμμα τού κ. Θεοδωρόπουλου και στον τίτλο του άρθρου του– που δεν μπόρεσα να γίνω Παπαδιαμάντης, το γλωσσικό είδωλό του· με πολλή και σκληρή δουλειά πολλών χρόνων κατάφερα να γίνω τουλάχιστον Μπαμπινιώτης. Ισως είναι κάτι κι αυτό.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου