Από τη ΣΥΡΙΖΑίϊκη "Εφ.Συν"
δικηγόροι δικαιούνται το επίδομα, αφού τα δικαστήρια έχουν κλείσει από 13/3/2020. Η παροχή του επιδόματος στους επιστήμονες καταγράφηκε σε κυβερνητικά δελτία Τύπου, τα οποία είναι ακόμα και σήμερα αναρτημένα σε κρατικές ιστοσελίδες.
Κι όμως, τελείως αιφνιδιαστικά, ο υπουργός Εργασίας Γ. Βρούτσης ανακοίνωσε στις 25/3/2020 την εξαίρεση των επιστημόνων, μεταξύ τους και των δικηγόρων, από το επίδομα των 800 ευρώ. Ο Γεωργιάδης ζήτησε συγγνώμη για την «παρεξήγηση» (η αυτογελοιοποίηση είναι αναφαίρετο δικαίωμα στη δημοκρατία μας) και στη συνέχεια η κυβέρνηση ανακοίνωσε, ως αντίμετρο, τα επιμορφωτικά τηλε-σεμινάρια των 100 ωρών που πρέπει να παρακολουθήσουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες αν επιθυμούν να πληρωθούν 600 ευρώ μέσω ΕΣΠΑ κατόπιν πιστοποίησης και αρκετών μηνών αναμονής. Μιλάμε δηλαδή για κανονικό εμπαιγμό σε επαγγελματίες κλάδων όπως οι δικηγόροι, που δεν μπορούν να εργαστούν και να πληρώσουν έστω τους λογαριασμούς του Μαρτίου και του Απριλίου, με προοπτική κλεισίματος των δικαστηρίων για πολλές ακόμα εβδομάδες.
Θα αντιτάξει κάποιος: καλά όλα αυτά, αλλά προς τι τα πομπώδη περί «αρχής του τέλους» της κυβέρνησης; Μήπως πρόκειται για τη γνωστή μεγαλομανία των μικροαστικών στρωμάτων, που υπερτιμούν τον ρόλο και το βάρος τους στα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι διαχρονικά η τύχη μιας κυβέρνησης κρίνεται τελικά στη σχέση της με τη μεγάλη εργαζόμενη μισθωτή πλειοψηφία και τις πολιτικές της διαθέσεις. Η επίθεση στα δικαιώματα των εργαζόμενων, ήδη ξεκινημένη από τους εργοδότες και το υπουργείο Εργασίας, και η εξέλιξή της θα είναι η λυδία λίθος της κυβερνητικής μακροημέρευσης. Ομως, η διάρρηξη της σχέσης της κυβέρνησης με τους ελεύθερους επαγγελματίες και ιδιαίτερα με τους αυτοαπασχολούμενους, είναι κρίσιμος κόμβος για τις πολιτικές εξελίξεις. Και αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο η Νέα Δημοκρατία ήρθε στην εξουσία.
Η πολιτική αντεπίθεση της δεξιάς παράταξης απέναντι στην τότε ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ έχει την αφετηρία της στις κινητοποιήσεις του 2016 για το ασφαλιστικό Κατρούγκαλου. Η υπερφορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών και η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για μικρομεσαία εισοδήματα από 10.000-25.000 ευρώ πόλωσε πολιτικά τα στρώματα αυτά εναντίον της τότε κυβέρνησης. Τα στρώματα αυτά μπορεί να είναι μειοψηφικά, ωστόσο είναι πολιτικά κρίσιμα: προσέφεραν την κοινωνική βάση για μια πολιτική αντικυβερνητική αιχμή, την ώρα που η εφαρμογή μνημονιακών πολιτικών, έστω και αμβλυμένων, αποξένωνε τον ΣΥΡΙΖΑ από τη μεγάλη εργατική μάζα των ψηφοφόρων του.
Οταν πλέον οι πολιτικές διαθέσεις των μισθωτών απέναντι στην κυβέρνηση που οι ίδιοι είχαν αναδείξει είχαν «κρυώσει», οι αντικυβερνητικές διαθέσεις της «μεσαίας τάξης» έγιναν ο πολιορκητικός κριός μιας επελαύνουσας αντιπολίτευσης που δεν δίστασε να παίξει το παιχνίδι της πατριδοκαπηλίας με το Μακεδονικό και του ρατσισμού κατά των προσφύγων, για να βρεθεί στην εξουσία. Κάποιες διορθωτικές κινήσεις της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ το 2018-2019, τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τα φτωχότερα μεσαία στρώματα ήρθαν πολύ αργά.
Τώρα, η κοινωνική συμμαχία που έφερε τον Μητσοτάκη στην εξουσία δείχνει τα πρώτα σημάδια κλονισμού της. Τα μεγαλοαστικά κέντρα που στηρίζουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη έχουν αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα και αυτό δημιουργεί πολιτικούς τρανταγμούς, ιδιαίτερα εν μέσω όξυνσης της κρίσης. Τα μεσοστρώματα πολώνονται ταξικά: οι μικροί και μεσαίοι ελεύθεροι επαγγελματίες ανακαλύπτουν ότι αυτή δεν είναι «η κυβέρνησή τους». Φάνηκε από το ασφαλιστικό Βρούτση: οι φτωχότεροι είδαν αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών τους, οι μικρομεσαίοι δεν είχαν κανένα κέρδος.
Τώρα με το επίδομα, οι αυτοαπασχολούμενοι σοκαρίστηκαν από την ταξική υπεροψία και τον κυνισμό των «φιλελεύθερων» κυβερνώντων. «Ας φάνε παντεσπάνι» ή για να το πούμε με πιο επίκαιρους όρους «ας φάνε τηλεκατάρτιση», λέει πλέον η κυβέρνηση σε ανθρώπους που ζουν από τη δουλειά τους και είχαν πιστέψει ότι μια κυβέρνηση της «αγοράς» θα ήταν πιο φιλική στα συμφέροντά τους. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποκαλύπτεται σαν αυτό που ήταν πάντα: η κυβέρνηση των μεγαλοεργοδοτών, η κυβέρνηση των εταιρειών, η κυβέρνηση των μεγάλων αστικών συμφερόντων. Και πλέον, η επερχόμενη σύγκρουση της κυβέρνησης με τους μισθωτούς του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, δηλαδή με τη μεγάλη πλειοψηφία, θα γίνει χωρίς το μαξιλαράκι και το φωτοστέφανο τού δήθεν προστάτη της «μεσαίας τάξης».
Το αν τελικά η κυβέρνηση θα δώσει το επίδομα των 800 ευρώ στους δικηγόρους και θα διασώσει έστω λίγη από την τρωθείσα αξιοπιστία της είναι, όσο γράφεται αυτό το άρθρο, ακόμα άγνωστο. Πάντως, ακόμα και πράκτορες να είχε ο Αλέξης Τσίπρας στο επιτελείο του πρωθυπουργού, τόση επιτυχία στην αποδόμηση του πολιτικού αφηγήματος του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν θα μπορούσε να την έχει. Αυτοί που πρότειναν την εξαίρεση των δικηγόρων από το επίδομα κάνανε τη δουλειά από μόνοι τους. Φαίνεται πως ο πρωθυπουργός έχει χτίσει το επιτελείο του πάνω στη λάθος πέτρα. Και χωρίς να το θέλει, πάτησε το κουμπί της αντίστροφης μέτρησης για τον βίο της κυβέρνησής του.
(*) Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με την «Εναλλακτική Παρέμβαση – Δικηγορική Ανατροπή»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου