οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2025

«Ηξερα ότι είσαι κακιά, εεε κακός, αλλά όχι τόσο», είπε ο Βελόπουλος στον Καιρίδη, που αμφισβητούσε τον πατριωτισμό του επειδή έχει καταθέσεις σε γερμανική τράπεζα. Οταν ο Καιρίδης τον ρώτησε τι εννοεί, ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης είπε «κακιά στιγμή». Περίμενα ότι η προεδρεύουσα Ολγα Γεροβασίλη, από έναν πολιτικό χώρο που πρωτοστατεί σε θέματα φύλου, θα επιτιμούσε τον Βελόπουλο. Προτίμησε να είναι κατευναστική. «Να σταθούμε στο ύψος της συζήτησης. Το παίρνω ως “κακία”, δεν θα το πάρω ως “κακιά”», είπε. Πιθανόν, εκτόνωσε τον καβγά. Αλλά έτσι άφησε τη χυδαιότητα, το λαϊκό τσατσά του Βελόπουλου, την ψευτομαγκιά του, να κυριαρχήσει. Δίνοντας μια εικόνα φτήνιας για τη Βουλή και το κοινοβουλευτικό έργο. Και το χειρότερο: είναι η εκπρόσωπος ενός χώρου που προσπαθεί να κάνει μείζον ζήτημα τη διαφωνία με την ακρότητα του όρου: «τα μαθητά», «τα φοιτητά», «τα ποιητά».

 Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", και...

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 18/10/25

Απύλωτα στόματα

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΠΟΥΡΔΑΡΑ

Δεν ήταν μόνο ή απλώς θέμα χρόνου: η εκδήλωση χυδαίων συμπεριφορών και η καταγραφή θλιβερών ακροτήτων στον χώρο του Κοινοβουλίου αποτελούσε νομοτελειακή εξέλιξη.

Το εκλογικό σώμα, η κοινωνία, όλοι εμείς δηλαδή που έχουμε το δικαίωμα να βρισκόμαστε πίσω από το παραβάν και να επιλέγουμε όχι μόνο κόμμα, αλλά και πρόσωπα που θα μας εκπροσωπήσουν ή και θα μας κυβερνήσουν, βιώνουμε εδώ και καιρό μια βαθύτατη κρίση αξιών, ιδεών, εξαιτίας της εξόχως προβληματικής παιδείας που –παθητικά αποδεχόμαστε να– λαμβάνουμε. Τα κρούσματα βίας εντείνονται και πολλαπλασιάζονται στην καθημερινότητά μας, στο σπίτι, στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο, στην εργασία ή και στον δρόμο. Μοιάζουν, πλέον, να είναι ο κανόνας. Χρειάζεται να θυμίσουμε ότι μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ακόμα και η ερωτική πράξη έχει μετατραπεί σε ύβρι – ώς και σε απειλή επιβολής ισχύος προς ένα πρόσωπο με το οποίο βρισκόμαστε σε σύγκρουση;

Αντιθέτως, η ήρεμη συμπεριφορά, η αυτοσυγκράτηση και η έκφραση συμπόνιας εκλαμβάνονται ως ενδείξεις αδυναμίας και ηττοπάθειας, όταν δεν απορρίπτονται σαν γραφικότητες.

«Αυτοί είμαστε», που θα έλεγε και ο Δημήτρης Κουτσούμπας. Και εκ του αποτελέσματος, όπως αυτό αποτυπώνεται επαναλαμβανόμενα την τελευταία σχεδόν 15ετία στους κόλπους της εθνικής αντιπροσωπείας, προκύπτει ότι ο κοινοβουλευτικός καθρέφτης μας δεν θα μπορούσε να δείχνει κάτι διαφορετικό στην επιφάνειά του όταν τον κοιτάζουμε. Οι απρεπείς, χυδαίες και βίαιες συμπεριφορές δεν έχουν χωροταξικό περιορισμό. Τα άθλια κρούσματα εμφανίζονται σε όλο το πολιτικό φάσμα και έχουν αρνητικούς πρωταγωνιστές, από πολιτικούς αρχηγούς έως και βουλευτές στων οποίων το βιογραφικό μπορεί να γράφεται ότι είναι γιατροί ή/και καθηγητές πανεπιστημίου, ή που είναι –κατά δήλωση τους– επιτυχημένα πρόσωπα στον ιδιωτικό - επιχειρηματικό τομέα.

Είναι αυτό το αποτέλεσμα που δείχνει πως μεταξύ όσων επιλέγουν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα, ισχυρή ομάδα είναι εκείνη η οποία «στέλνει» στη Βουλή πρόσωπα ακατάλληλα να διαθέτουν βήμα δημόσιας παρουσίας και λόγου. Μπορεί να αλλάξει αυτό; Ισως.

Βραχυπρόθεσμα, υπάρχει ενδεχόμενο κάποιας αλλαγής των κακώς κειμένων αν στην επόμενη εκλογική διαδικασία προσέλθει στην κάλπη εκείνη η σιωπηρή μειοψηφία που απέχει, εκδηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο την απογοήτευσή της ή και την απέχθειά της προς τους θεσμούς και εκείνους/ες που τους εκπροσωπούν. Μακροπρόθεσμα, μπορούμε να μετασχηματίσουμε τη σημερινή ασχήμια, δρομολογώντας με αίσθηση ευθύνης από όλους σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση και στις κοινωνικές δομές, μέσω των οποίων έχουμε την ευκαιρία και πρέπει να συνδημιουργήσουμε ένα περιβάλλον αλληλοσεβασμού, αλληλεγγύης και ειρηνικής συνύπαρξης.

Αν παραμείνουμε αδρανείς, απλώς ας έχουμε επίγνωση πως φίλος του κακού είναι το χειρότερο. Και μας περιμένει, με ανυπομονησία, χαμογελώντας μνησίκακα.

...από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"



"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ",
18-19/10/25

ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΚΑΝΕΛΛΗ

Είναι πολλές φορές υπερβολική η ευαισθησία για τον τρόπο που η γλώσσα απαριθμεί τους άντρες και τις γυναίκες και, συνολικότερα, τα φύλα. Η γλώσσα που μιλά ο κόσμος, και η γλώσσα που γράφαμε ακόμα έως πριν από είκοσι χρόνια, ήταν απλή: λέγαμε οι μαθητές, και εννοούσαμε τους μαθητές και τις μαθήτριες. Κάποια στιγμή, ένα ιερατείο της γλωσσικής ορθότητας θεώρησε ότι είναι διάκριση σε βάρος των γυναικών, γι’ αυτό οι γλωσσικές συνήθειες επέβαλλαν να λέμε οι μαθητές και οι μαθήτριες. Αλλά και πάλι υπάρχει διάκριση, υπέρ των ανδρών, οπότε λέμε οι μαθήτριες και οι μαθητές. Και στη μία περίπτωση, και στην άλλη, ακόμα και έτσι, πάντα υπερίπταται η κατηγορία του σεξισμού; Γιατί πρώτος ο άνδρας, επειδή είναι ισχυρό φύλο; Γιατί πρώτη η γυναίκα, κατά παραχώρηση του άνδρα και της τοξικής πατριαρχίας; Τα πράγματα γίνονται συνθετότερα όταν εισήχθη ο όρος «τα μαθητά», οπότε σηκώνεις τα χέρια.

Αν στον υπέροχο χώρο της επαγγελματικής γραφής τα πράγματα είναι πολύ αυστηρά, στη χύμα ζωή τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά. Λίγο έξω από το γραφείο μας, η γλώσσα δεν ανταποκρίνεται στις εκκλήσεις του προοδευτισμού για πολιτική ορθότητα, απλούστατα, επειδή εκφράζει τις πραγματικές κοινωνικές σχέσεις και τις πραγματικές αξίες, όχι το φαντασιακό του προοδευτισμού. Αφήστε που και ο προοδευτισμός δεν μπορεί να ξεφύγει από τις σοβαρές αντιφάσεις του: πώς μπορεί να φωνάζει «φρι Παλεστάιν», π.χ., και να μην υπολογίζει ότι οι γυναίκες στον ισλαμικό κόσμο ποδοπατιούνται, η ομοφυλοφιλία είναι παράνομη και η συζήτηση για τα φύλα επιστημονική φαντασία;

Ολα αυτά είναι προοίμιο για να περιγραφεί η αθλιότητα του επιστολογράφου του Ιησού, Κυριάκου Βελόπουλου, που έβρισε χυδαία τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο της ΝΔ, Δημήτρη Καιρίδη – τον οποίο, από το βήμα της Βουλής, στη διάρκεια ενός πολιτικού διαξιφισμού, τον αποκάλεσε «κακιά».

«Ηξερα ότι είσαι κακιά, εεε κακός, αλλά όχι τόσο», είπε ο Βελόπουλος στον Καιρίδη, που αμφισβητούσε τον πατριωτισμό του επειδή έχει καταθέσεις σε γερμανική τράπεζα. Οταν ο Καιρίδης τον ρώτησε τι εννοεί, ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης είπε «κακιά στιγμή».

Περίμενα ότι η προεδρεύουσα Ολγα Γεροβασίλη, από έναν πολιτικό χώρο που πρωτοστατεί σε θέματα φύλου, θα επιτιμούσε τον Βελόπουλο. Προτίμησε να είναι κατευναστική. «Να σταθούμε στο ύψος της συζήτησης. Το παίρνω ως “κακία”, δεν θα το πάρω ως “κακιά”», είπε. Πιθανόν, εκτόνωσε τον καβγά. Αλλά έτσι άφησε τη χυδαιότητα, το λαϊκό τσατσά του Βελόπουλου, την ψευτομαγκιά του, να κυριαρχήσει. Δίνοντας μια εικόνα φτήνιας για τη Βουλή και το κοινοβουλευτικό έργο. Και το χειρότερο: είναι η εκπρόσωπος ενός χώρου που προσπαθεί να κάνει μείζον ζήτημα τη διαφωνία με την ακρότητα του όρου: «τα μαθητά», «τα φοιτητά», «τα ποιητά».

Κατανοώ ότι η Βουλή είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας. Γι’ αυτό οι υπεύθυνοι για το επίπεδο του κοινοβουλευτικού λόγου οφείλουν να είναι άτεγκτοι με το επίπεδο της χυδαιότητας και της φτήνιας. Συμπεριφορές όπως η συγκεκριμένη του Βελόπουλου είναι ανάγκη να αποκηρύσσονται και να τιμωρούνται. Η σλανγκ των ουρητηρίων της δεκαετίας του 1960 δεν είναι μαγκιά. Είναι ο πιο χυδαίος αναχρονισμός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου