Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 19/03/19 |
του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Σε παλαιότερους αιώνες, οι ιατροφιλόσοφοι προσέφεραν σημαντικές υπηρεσίες και στην επιστήμη και στους ασθενείς. Από τον ομηρικό Μαχάωνα και τον πυθαγόρειο Δημοκήδη έως τους Ελληνες του 18ου και του 19ου αιώνα. Σήμερα, το είδος δεν ευδοκιμεί πλέον. Δεν ξέρω πόσοι από εσάς θα εμπιστευόσασταν την υγεία σας σε κάποιον που θα χαρακτηριζόταν ιατροφιλόσοφος. Εγώ πάντως προτιμώ τους καρδιολόγους, τους παθολόγους ή τους ορθοπεδικούς. Πέστε το στενομυαλιά, αλλά τι να κάνουμε. Η ειδικότης πάντως με παραπέμπει σε κάποιον του οποίου η σκέψη κινείται ανάμεσα στην επιστήμη και σε μια άλλη δραστηριότητα της ανθρώπινης διάνοιας, τη φιλοσοφία. Σκέφτομαι δε ότι μπορεί να διαγνώσει πως κάτι δεν πάει καλά με τον οργανισμό του ασθενούς, αναρωτιέμαι όμως αν έχει τα μέσα να εντοπίσει τι δεν πάει καλά ώστε να το θεραπεύσει. Τις σκέψεις τις έκανα όταν διάβασα ότι ο κύριος Σερζ Λατούς είναι οικονομοφιλόσοφος. Κάτι σαν ιατροφιλόσοφος της οικονομίας.
Ο κ. Λατούς δίδαξε σε ένα από τα παραρτήματα του πανεπιστημίου των Παρισίων, στη Λίλη, στο Κονγκό και στο Λάος. Δεν ξέρω αν η ζωή σ’ αυτές τις δύο χώρες τον έπεισε για την αξία του στοιχήματος της «απο-ανάπτυξης» και της κοινωνίας της «λιτής αφθονίας». Ενας φιλόσοφος που σέβεται εαυτόν, ειδικά αν είναι Γάλλος, οφείλει να επινοήσει τουλάχιστον έναν ή δύο νεολογισμούς και να περάσει το υπόλοιπον της σταδιοδρομίας του προσπαθώντας να εξηγήσει τι εννοεί. Ο κ. Λατούς απασχόλησε την ελληνική κοινή γνώμη όταν το 2014 πρότεινε στην Κρήτη να αυτονομηθεί από την υπόλοιπη επικράτεια, να φύγει από το ευρώ, να εκδώσει μινωικό νόμισμα και να ζήσει στην αυτάρκεια που της προσφέρουν ο αέρας, η θάλασσα και το λάδι της. Τι άλλο χρειάζεται ο Κρητικός για να είναι ευτυχισμένος; Πώς λέμε Λάος ή Κονγκό; Τον ξαναθυμηθήκαμε όταν ο πρωθυπουργός μας έβγαλε από τα ράφια της πλούσιας βιβλιοθήκης του το έργο του κ. Λατούς «Προς μια κοινωνία της λιτής αφθονίας» για να μας εξηγήσει ότι θα οδηγήσει τη χώρα στη λιτή αφθονία μέσω της απο-ανάπτυξης. Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στους οικονομοφιλόσοφους που τους κερνάς μια μπίρα στα Εξάρχεια κι αυτοί στην ανταποδίδουν με θεωρίες στυλ Λατούς.
Στην Ελλάδα, ως γνωστόν, η ανάπτυξη καλπάζει. Η φρενήρης οικονομική δραστηριότης συσσωρεύει όλο και περισσότερο κέρδος και έχει οδηγήσει τους κατοίκους της στο καθεστώς της δυστυχίας που προκαλεί το αίσθημα της ματαιότητος. Τι να τον κάνεις τόσο πλούτο, όπως λέει και ο κ. Λατούς, όταν έχεις τις ελιές σου και τη θάλασσα, άντε και το κορίτσι σου ή τ’ αγόρι σου; Σάμπως θα τον πάρεις μαζί σου; Οχι άλλη ανάπτυξη.
Χορτάσαμε, μπουκώσαμε. Καιρός για απο-ανάπτυξη για να ζήσουμε τη ζωή μας.
Το φιλοσοφικόν ερώτημα πάντως παραμένει αναπάντητο: Πόση μπουρδολογία μπορούμε να αντέξουμε ακόμη;
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 19/03/19 |
"ΜΑΣΚΕΣ",
του Μιχάλη Τσιντσίνη
Δεν άξιζε το ελαφρύ γεύμα που παρέθεσε ο πρωθυπουργός στους υποψήφιους ευρωβουλευτές του τόσο θόρυβο. Ηταν περισσότερο ελαφρύ, παρά γεύμα, αν κρίνει κανείς από τις λιτές μπρουσκετίτσες που είχαν σερβιριστεί μπροστά στον πληθωρικό Θεοδόση Πελεγρίνη. Το να κατηγορείται αυτή η νηστήσιμη ευωχία σαν προδοσία της ολιγαρκούς αφθονίας είναι λίγο λαϊκισμός. Το να καταγγέλλεται δε ο ΣΥΡΙΖΑ επειδή χρησιμοποιεί το Μαξίμου ως τόπο προεκλογικών εκδηλώσεων, είναι μάλλον πολιτικός σολοικισμός. Για ένα κόμμα με το «θεσμικό μητρώο» του ΣΥΡΙΖΑ, το τραπέζωμα ήταν πταισματάκι. Ηταν σαν να κατηγορεί κανείς τον Πελεγρίνη για ναρκισσιστική επίδειξη επειδή φόρεσε μπορντό γραβάτα.
Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση έχει εξαντλήσει τα όρια της ανοχής για να μπορούν να της συγχωρεθούν ακόμη και τα πταίσματα. Εξ ου και, μισό-σατιρικά και μισο-καταγγελτικά, υφίσταται τρολάρισμα για όλα: Από τη γλώσσα των αναρτήσεων του πρωθυπουργού και των υπουργών στα κοινωνικά δίκτυα μέχρι τις λυρικές εξάρσεις της Μεγαλοοικονόμου και το τσιγάρο του Πολάκη. Ολες αυτές οι ανορθογραφίες χαμηλής πολιτικής εκλαμβάνονται ως ψηφίδες του ύφους της εξουσίας – ως συριζαϊκή κουλτούρα. Η κουλτούρα αυτή ήταν από την αρχή εδώ. Απλώς τώρα, που το πολιτικό δράμα έχει υποχωρήσει και η κυβέρνηση παράγει κυρίως ύφος, οι λεπτομέρειες μετρούν σαν ίχνη καθεστωτικής εξάντλησης.
Θα μπορούσε κανείς να το πει υποκλέπτοντας τους αυτοκριτικούς ορισμούς των ίδιων των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, όπως τους κατέγραψε η «Αυγή». Για τον Νίκο Φίλη, ας πούμε, το κόμμα υφίσταται «αποριζοσπαστικοποίηση». Για τον Χριστόφορο Βερναρδάκη, ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει διαρκώς να υποταχθεί στον «κυβερνητισμό, δηλαδή στη διαχείριση σχέσεων οργανωμένων συμφερόντων».
Το ερώτημα είναι τι θα απομείνει από τον ΣΥΡΙΖΑ αν του πάρεις τον κυβερνητισμό; Τι θα απομείνει από ένα κόμμα που, αφότου «αποριζοσπαστικοποιήθηκε» –αφότου δηλαδή προσγειώθηκε αιφνιδίως στην Ευρώπη– κατάφερε να επιβιώσει μόνο σαν πρότζεκτ «διαχείρισης οργανωμένων συμφερόντων»;
Αν πάρεις από τον ΣΥΡΙΖΑ τον κυβερνητισμό θα μείνουν μόνο κάτι φαντασιώσεις περί βουκολικής οικονομίας· κάτι λάτιν θούριοι. Δεν θα μείνουν ούτε «άξονες προγραμματικού λόγου», ούτε «ατζέντες», ούτε «προτάγματα». Αυτά είναι κουφάρια μιας παλιάς κομματικής γλώσσας που δεν «αποριζοσπαστικοποιήθηκε» – που δεν ακολούθησε τη μετατροπή του κόμματος σε μηχανισμό εξουσίας.
Τόσο τέρας του θεάματος όσο και συνδικαλιστής –θεατρίνος, αλλά και πρώην υπουργός– ο Πελεγρίνης ήρθε την κατάλληλη στιγμή να καθίσει στο τραπέζι μιας εξουσίας που σερβίρει πλέον αντιθετικά ζεύγματα απελέκητου μεταμοντερνισμού. Ο μπουφονικός ακαδημαϊσμός του είναι συμμετρικός προς ένα θίασο ριζοσπαστικής οπισθοδρόμησης. Προς έναν οργανισμό που προσπαθεί να γεφυρωθεί με τον εαυτό του: Να γεφυρώσει τον ΣΥΡΙΖΑ που δεν είναι πια με το μετα-ΠΑΣΟΚ που δεν μπορεί ακόμη να γίνει.Έντυπη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου