Από "ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ"
"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 01/03/20 |
ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΑΛ. ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
Το σενάριο για το οποίο πολλοί προειδοποιούσαν επί μακρό χρονικό διάστημα την κυβέρνηση βρίσκεται πλέον προ των πυλών και η Αθήνα καλείται να λάβει δύσκολες αποφάσεις, ώστε να διαχειριστεί την ύψιστη πρόκληση του Μεταναστευτικού. Η σαφής πρόθεση της Αγκυρας να εργαλειοποιήσει το ζήτημα έπειτα από τα γεγονότα στην Ιντλίμπ της Συρίας, όπου τουλάχιστον 33 τούρκοι στρατιώτες σκοτώθηκαν το βράδυ της περασμένης Πέμπτης έπειτα από επίθεση του συριακού στρατού, φέρνει την Ελλάδα σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση. Με δεδομένο το πρόβλημα στα hotspots των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου, η Δήλωση ΕΕ – Τουρκίας δοκιμάζεται επικίνδυνα. Οι δηλώσεις τούρκων αξιωματούχων, ανώνυμες ή επίσημες, ότι η Αγκυρα ίσως να μην μπορεί πια να σηκώσει το μεταναστευτικό/προσφυγικό βάρος θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ακόμη και ως παραβίαση των προβλέψεων της Δήλωσης του Μαρτίου 2016. Την ίδια στιγμή, στο ΝΑΤΟ η πρόθεση των Συμμάχων να προχωρήσουν σε μια δήλωση στήριξης της Αγκυρας χωρίς να ληφθεί υπόψη το ελληνικό αίτημα για συμπερίληψη στο κείμενο της αναφοράς στην ανάγκη σεβασμού της Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας για το Μεταναστευτικό οδήγησε την Αθήνα να σπάσει την ομοφωνία και να ασκήσει βέτο στην υιοθέτησή της.
Η λίστα αιτημάτων
στο ΝΑΤΟ
Υπενθυμίζεται ότι ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλουείχε ζητήσει, ήδη από το βράδυ της Πέμπτης, τη σύγκληση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου, αιτούμενος πολιτικές διαβουλεύσεις βάσει του Αρθρου 4 της Συνθήκης της Ουάσιγκτον. Ο τούρκος Μόνιμος Αντιπρόσωπος προσήλθε στη συζήτηση το πρωί της Παρασκευής με μια λίστα αιτημάτων, στο επίκεντρο των οποίων ήταν η ενίσχυση της αεράμυνας της χώρας, π.χ. με συστήματα Patriot (αυτές οι συνεισφορές γίνονται επί διμερούς βάσεως), καθώς επίσης η συνδρομή σε επίπεδο πληροφοριών, εναέριας αστυνόμευσης, ανθρωπιστικής συνδρομής κ.ά. Ο γενικός γραμματέας της Συμμαχίας Γενς Στόλτεμπεργκ προχώρησε αργότερα σε μια καταδίκη της επίθεσης που στοίχισε τη ζωή τουλάχιστον 33 τούρκων στρατιωτών, αλλά κοινή δήλωση δεν υπήρξε. Η συζήτηση συνεχίστηκε αργότερα σε επίπεδο Αναπληρωτών Μονίμων Αντιπροσώπων και εκεί η κατάσταση άλλαξε. Οπως «Το Βήμα» πληροφορείται, η Τουρκία έλαβε ισχυρότατη στήριξη που επρόκειτο να αποτυπωθεί σε κείμενο δήλωσης. Το Ηνωμένο Βασίλειο πρωτοστάτησε σε αυτήν, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία όσο και η Γαλλία!
Την ίδια στιγμή, η επιλογή της Αθήνας να εντάξει στο κείμενο μια αναφορά στη Δήλωση ΕΕ – Τουρκίας του 2016 για το Μεταναστευτικό δεν έγινε δεκτή, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες σε αυτήν αντιτάχθηκαν και οι Αμερικανοί – με αποτέλεσμα το βέτο. Σύμφωνα με εκτιμήσεις έμπειρων παραγόντων, η πολύ αρνητική στάση αρκετών κρατών-μελών έναντι της Ρωσίας οδήγησε σε μια μάλλον συμπαγή στάση. Επιπλέον, σε κύκλους της Ουάσιγκτον επικρατεί η αντίληψη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να σταθούν στο πλευρό της Τουρκίας λόγω των πρόσφατων εξελίξεων σε Συρία και Λιβύη όπου η ρωσική επιρροή εμφανίζεται ιδιαίτερα αυξημένη. Οι κύκλοι αυτοί θεωρούν ότι η Τουρκία μπορεί να αποτελέσει το αντίβαρο σε αυτή την επιρροή.
Η τουρκική «απειλή»
προς της ΕΕ
Η συσσώρευση μεταναστών στη μεθόριο του Εβρου, μια περιοχή η οποία, σημειωτέον, δεν καλύπτεται από τη Δήλωση, αλλά και βαρκών στη Λέσβο καταδεικνύουν την έκταση που μπορεί να λάβει το Μεταναστευτικό/Προσφυγικό, καθώς η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) εμφανίζεται προς το παρόν αιφνιδιασμένη έναντι του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Αν η κατάσταση δεν ελεγχθεί και η πίεση στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ αυξηθεί ραγδαία, ουδείς θα έπρεπε να αποκλείσει την επιστροφή σεναρίων τύπου 2016, όταν κράτη-μέλη της Ενωσης (ιδιαίτερα οι «4» του Βίζεγκραντ, αλλά όχι μόνο) πίεζαν ακόμη και για την έξοδο της Ελλάδος από τη ζώνη του Σένγκεν. Παράλληλα δε, την Παρασκευή το απόγευμα υπήρχαν πληροφορίες ότι η Αγκυρα θα δημιουργήσει ειδικά γραφεία ενημέρωσης (press centres) τόσο στην Ανατολική Θράκη, κοντά στον Εβρο, όσο και στη Σμύρνη ώστε να καταγράψει την πιθανότητα επαναπροωθήσεων (pushbacks) από ελληνικής πλευράς για να ενισχύσει τη δική της εικόνα. Η κατάσταση περιπλέκεται επικίνδυνα και με ραγδαίο ρυθμό. Η Αθήνα έχει ήδη αποφασίσει να ενισχύσει την προστασία των συνόρων της ακόμη και με στοχευμένη παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων, αλλά στο πολιτικό επίπεδο αυτό ίσως να μην αποδειχθεί αρκετό. Εξετάζονται επίσης και λύσεις σε άλλα μέτωπα, όπως σε αυτό των εθελουσίων επιστροφών.
Η χαλάρωση των
ελέγχων στα σύνορα
Η Αγκυρα παίζει ένα ιδιόμορφο «υβριδικό» παιχνίδι έναντι των Ευρωπαίων. Η φοβία πολλών ευρωπαϊκών χωρών για ένα πιθανό νέο κύμα μεταναστών έχει επιτρέψει στην τουρκική πλευρά «να μυρίσει αίμα». Ετσι εξηγείται και η διακύμανση των δηλώσεων τούρκων αξιωματούχων. Η αρχική ανώνυμη δήλωση στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters, το βράδυ της Πέμπτης, ότι «αποφασίσαμε, με άμεση εφαρμογή, να μη σταματάμε τους σύρους πρόσφυγες να φθάνουν στην Ευρώπη διά ξηράς και θαλάσσης» έδωσε, λίγες ώρες αργότερα, τη θέση της σε πιο προσεκτικές δημόσιες δηλώσεις, όπως αυτή του εκπροσώπου του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης Ομέρ Τσελίκ, ή εκείνη της ανακοίνωσης του υπουργείου Εξωτερικών ότι «ως η χώρα που φιλοξενεί τους περισσότερους πρόσφυγες στον κόσμο, δεν υπάρχει αλλαγή στην πολιτική της Τουρκίας έναντι προσφύγων και αιτούντων άσυλο». Ο υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου φέρεται επίσης να διαβεβαίωσε τον ύπατο εκπρόσωπο της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ ότι η Αγκυρα παραμένει προσηλωμένη στη Δήλωση ΕΕ – Τουρκίας του 2016. Τόσο ο εκπρόσωπος της γερμανικής καγκελαρίας Στέφεν Ζάιμπερτ όσο και ο εκπρόσωπος του κ. Μπορέλ, ο Πίτερ Στάνο, στάθηκαν σε αυτές τις επίσημες δηλώσεις λέγοντας ότι δεν υπάρχει αλλαγή στην τουρκική πολιτική. Ενδιαμέσως, ο Φαχρετίν Αλτούν, διευθυντής της Υπηρεσίας Μέσων Ενημέρωσης και Επικοινωνίας της τουρκικής προεδρίας, είχε πει ότι η Αγκυρα δεν είχε άλλη επιλογή από το να χαλαρώσει τους συνοριακούς ελέγχους μετά τα γεγονότα στην Ιντλίμπ.
Οι συγκρούσεις στην Ιντλίμπ και το δίπολο Μόσχας – Αγκυρας
Το γεωπολιτικό παζλ του Συριακού είναι πλέον τόσο σύνθετο που οποιαδήποτε πρόβλεψη πρέπει να αποφεύγεται. Η απόφαση του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Ασαντ να πραγματοποιήσει επίθεση στην Ιντλίμπ – με την αμέριστη υποστήριξη της Ρωσίας που ελέγχει πλήρως την κυκλοφορία στον συριακό εναέριο χώρο – ώστε να ανακαταλάβει το τελευταίο προπύργιο της αντίστασης έφερε την Τουρκία σε πολύ δυσχερή θέση. Η Αγκυρα και η Μόσχα είχαν συμφωνήσει, με το Μνημόνιο του Σότσι του Σεπτεμβρίου 2018 για την αποκλιμάκωση στην περιοχή της Ιντλίμπ, σε μια σειρά από κινήσεις. Η Ρωσία ανέμενε ότι η Τουρκία θα προχωρούσε, μεταξύ άλλων, στον διαχωρισμό μεταξύ μετριοπαθών και εξτρεμιστικών ομάδων στους κόλπους της αντιπολίτευσης, αλλά και στην αποκατάσταση της κυκλοφορίας σε δύο βασικούς αυτοκινητοδρόμους: τον Μ4, που ενώνει τη Λατάκια με το Χαλέπι, και τον Μ5, που ενώνει το Χαλέπι με τη Χάμα και κατ’ επέκταση με την πρωτεύουσα Δαμασκό, αποτελώντας τη βασικότερη οικονομική αρτηρία της χώρας. Σε αντάλλαγμα, η Μόσχα θα διασφάλιζε ότι ο στρατός του Ασαντ δεν θα επετίθετο στις δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Η Αγκυρα όμως δεν υλοποίησε αυτή τη δέσμευση και η κατάσταση έχει περιπλακεί.
Παιχνίδι ισορροπίας
από τον Πούτιν
Ο Μπασάρ αλ Ασαντ αποφάσισε να επιτεθεί στην Ιντλίμπ και λογικά δεν θα το έπραττε αν δεν είχε τη συγκατάθεση τόσο της Μόσχας όσο και της Τεχεράνης. Μπορεί τα βλέμματα των περισσοτέρων να είναι στραμμένα στη διελκυστίνδα Ρωσίας – Τουρκίας, αλλά δεν πρέπει να λησμονείται η στενότατη σχέση του Ασαντ με το Ιράν, το οποίο τον στήριξε από την αρχή του συριακού εμφυλίου αλλά προτιμά να κινείται πιο παρασκηνιακά. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν παίζει δε ένα παιχνίδι ισορροπίας με τον σύρο ηγέτη, καθώς αν τον πιέσει υπερβολικά τότε δεν αποκλείεται ο τελευταίος να στραφεί ακόμη περισσότερο προς την Τεχεράνη. Κάτι τέτοιο δεν θα ευνοούσε τα ρωσικά συμφέροντα στην περιοχή.
Η στρατιωτική κλιμάκωση εκ μέρους του Ασαντ, που ουσιαστικά άρχισε να κορυφώνεται από τις 20 Φεβρουαρίου και μετά, δεν μπορούσε να μείνει αναπάντητη από την Αγκυρα για μια σειρά λόγων. Η Ιντλίμπ είναι ένα από τα ισχυρότερα «χαρτιά» της Τουρκίας στο «συριακό πόκερ» όπου διακυβεύονται δύο μείζονος σημασίας θέματα για την εθνική της ασφάλεια και την εσωτερική της σταθερότητα: το Κουρδικό και το Μεταναστευτικό/Προσφυγικό. Αυτός ήταν ο λόγος που η Αγκυρα έστειλε τις τελευταίες ημέρες, σύμφωνα με στοιχεία του Συριακού Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, πάνω από 2.500 στρατιωτικά οχήματα στο συριακό έδαφος ενώ οι τούρκοι στρατιώτες στην περιοχή ξεπέρασαν τις 7.400.
Η συνεννόηση Αγκυρας – Μόσχας στην Ιντλίμπ και στη Συρία ευρύτερα επέτρεψε στην πρώτη να λάβει τη συγκατάθεση του Κρεμλίνου στις τρεις επιχειρήσεις της («Κλάδος Ελαίας», «Ασπίδα του Ευφράτη» και «Πηγή Ειρήνης») στο συριακό έδαφος. Εν όψει της τελικής φάσης της διευθέτησης του Συριακού Ζητήματος, ο πρόεδρος Ερντογάν δεν μπορεί να αφήσει τον Ασαντ να προελάσει στην Ιντλίμπ χωρίς αντίσταση, διότι θα παραδώσει ο ίδιος, αμαχητί, το «διαπραγματευτικό του χαρτί». Την ίδια στιγμή, η Μόσχα επιθυμεί να στείλει στην Αγκυρα ένα διπλό μήνυμα: πρώτον, ότι θέλει να αποτρέψει μια ευρύτερη κλιμάκωση και δεν επιθυμεί να χαλάσει τη σχέση της με την Τουρκία, αλλά και, δεύτερον, να θέσει ένα όριο στην τουρκική στρατιωτική δραστηριότητα, δείχνοντας ότι η ίδια εξακολουθεί να ρυθμίζει την κατάσταση επί του εδάφους, με απώτερο σκοπό να βρεθεί μια διπλωματική διευθέτηση. Σε αυτό το πλαίσιο, η Μόσχα ίσως να επιθυμούσε μια ευρύτερη συνεννόηση με τη συμμετοχή και του Ιράν (στο πρότυπο της Διαδικασίας της Αστανά), παρά μια τετραμερή συνάντηση με τη συμμετοχή Γερμανίας και Γαλλίας.
Το κλειδί των εξελίξεων
στα χέρια του Κρεμλίνου
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν φαίνεται να θέλει να γκρεμίσει τη σχέση του με τον ρώσο ομόλογό του. Αν και όπως προκύπτει από το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Μετίν Γκουρτσάν στην ιστοσελίδα «Al Monitor» για τα όσα συνέβησαν την περασμένη Πέμπτη στην Ιντλίμπ ρωσικά αεροσκάφη συμμετείχαν στον βομβαρδισμό που οδήγησε στον θάνατο των τούρκων στρατιωτών (παρά την επίσημη διάψευση εκ μέρους της Μόσχας), ο τούρκος πρόεδρος κατηγόρησε τη Δαμασκό αλλά όχι τη Ρωσία, ενώ την επομένη, Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου, συνομίλησε με τον Βλαντίμιρ Πούτιν και φαίνεται ότι επιδιώκει μία τετ α τετ συνάντηση μαζί του για να βρεθεί μία διέξοδος. Δεν αποκλείεται αυτή η συνάντηση να πραγματοποιηθεί στις 5 ή 6 Μαρτίου, ίσως στη Μόσχα. Μέχρι αυτή να συμβεί πάντως, ο κ. Ερντογάν διατηρεί ανοιχτούς τους διαύλους και με τον Ντόναλντ Τραμπ, όπως φάνηκε και από την τηλεφωνική συνομιλία που είχαν την Παρασκευή.
Ο έλεγχος των δύο αυτοκινητοδρόμων Μ4 και Μ5 και η κατάληψη της στρατηγικής σημασίας πόλης Σαρακέμπ – που αρχικά πέρασε στον έλεγχο των δυνάμεων του Ασαντ πριν από λίγες ημέρες για πρώτη φορά μετά το 2012 προτού ανακαταληφθεί – θα επιτρέψει στο καθεστώς Ασαντ να προκαλέσει ασφυξία στην αντιπολίτευση, ενώ θα φέρει σε δύσκολη θέση την Τουρκία καθώς τα 12 παρατηρητήρια που διατηρεί στην περιοχή κινδυνεύουν να βρεθούν πίσω από τις δυνάμεις του αντιπάλου. Η Μόσχα και η Δαμασκός έχουν ορισμένα κοινά συμφέροντα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την εξόντωση των τρομοκρατών. Και ας μη λησμονείται ότι στους κόλπους των ανταρτών του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (NLF) συμπεριλαμβάνεται και η οργάνωση Hayat Tahrir al-Sham, όπως έχει μετονομαστεί η άλλοτε Jabhat al-Nusra, που διατηρούσε στενότατες σχέσεις με την Αλ Κάιντα.
Το συμπέρασμα είναι ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν κρατά στα χέρια του το κλειδί των εξελίξεων. Η πιθανότερη εκδοχή για την πορεία των εξελίξεων, αν και τίποτε δεν πρέπει να προεξοφλείται, είναι ότι η Μόσχα επιθυμεί την αποκλιμάκωση αλλά αφού ο Ασαντ έχει κερδίσει ακόμη λίγο έδαφος με σκοπό την πλήρη επικράτησή του και την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας. Αυτό θα σημάνει περιορισμό των εδαφών υπό τουρκικό έλεγχο εγγύτερα στη μεθόριο.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν φαίνεται να θέλει να γκρεμίσει τη σχέση του με τον ρώσο ομόλογό του. Αν και όπως προκύπτει από το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Μετίν Γκουρτσάν στην ιστοσελίδα «Al Monitor» για τα όσα συνέβησαν την περασμένη Πέμπτη στην Ιντλίμπ ρωσικά αεροσκάφη συμμετείχαν στον βομβαρδισμό που οδήγησε στον θάνατο των τούρκων στρατιωτών (παρά την επίσημη διάψευση εκ μέρους της Μόσχας), ο τούρκος πρόεδρος κατηγόρησε τη Δαμασκό αλλά όχι τη Ρωσία, ενώ την επομένη, Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου, συνομίλησε με τον Βλαντίμιρ Πούτιν και φαίνεται ότι επιδιώκει μία τετ α τετ συνάντηση μαζί του για να βρεθεί μία διέξοδος. Δεν αποκλείεται αυτή η συνάντηση να πραγματοποιηθεί στις 5 ή 6 Μαρτίου, ίσως στη Μόσχα. Μέχρι αυτή να συμβεί πάντως, ο κ. Ερντογάν διατηρεί ανοιχτούς τους διαύλους και με τον Ντόναλντ Τραμπ, όπως φάνηκε και από την τηλεφωνική συνομιλία που είχαν την Παρασκευή.
Ο έλεγχος των δύο αυτοκινητοδρόμων Μ4 και Μ5 και η κατάληψη της στρατηγικής σημασίας πόλης Σαρακέμπ – που αρχικά πέρασε στον έλεγχο των δυνάμεων του Ασαντ πριν από λίγες ημέρες για πρώτη φορά μετά το 2012 προτού ανακαταληφθεί – θα επιτρέψει στο καθεστώς Ασαντ να προκαλέσει ασφυξία στην αντιπολίτευση, ενώ θα φέρει σε δύσκολη θέση την Τουρκία καθώς τα 12 παρατηρητήρια που διατηρεί στην περιοχή κινδυνεύουν να βρεθούν πίσω από τις δυνάμεις του αντιπάλου. Η Μόσχα και η Δαμασκός έχουν ορισμένα κοινά συμφέροντα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την εξόντωση των τρομοκρατών. Και ας μη λησμονείται ότι στους κόλπους των ανταρτών του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (NLF) συμπεριλαμβάνεται και η οργάνωση Hayat Tahrir al-Sham, όπως έχει μετονομαστεί η άλλοτε Jabhat al-Nusra, που διατηρούσε στενότατες σχέσεις με την Αλ Κάιντα.
Το συμπέρασμα είναι ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν κρατά στα χέρια του το κλειδί των εξελίξεων. Η πιθανότερη εκδοχή για την πορεία των εξελίξεων, αν και τίποτε δεν πρέπει να προεξοφλείται, είναι ότι η Μόσχα επιθυμεί την αποκλιμάκωση αλλά αφού ο Ασαντ έχει κερδίσει ακόμη λίγο έδαφος με σκοπό την πλήρη επικράτησή του και την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας. Αυτό θα σημάνει περιορισμό των εδαφών υπό τουρκικό έλεγχο εγγύτερα στη μεθόριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου