Από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"
"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 29/02-01/02/20 |
ΤΗΣ ΝΑΤΑΣΑΣ ΜΠΑΣΤΕΑ
Στις 28 Ιανουαρίου 2020 στο Μέγαρο του Λαού ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ συνάντησε τον Τέντρο Ανταχανόμ Γκεμπρεγιεσούς, γενικό διευθυντή της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας, για να συζητήσουν το ξέσπασμα του κορωνοϊού. «Η επιδημία είναι ένας Διάβολος» είπε ο Σι. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε τον Διάβολο να κρύβεται». Τα λόγια του προκάλεσαν την απορία δυτικών αναλυτών. Με 60 εκατομμύρια Kινέζους να βρίσκονται ήδη υπό καραντίνα στις πόλεις τους, ο ηγέτης του έθνους φάνηκε να υποδαυλίζει τον φόβο, συγκρίνοντας τον ιό με ένα κακόβουλο πνεύμα. Ομως τα λόγια του Σι απευθύνονταν κυρίως στο εσωτερικό κοινό και ήταν προσεκτικά επιλεγμένα για να προσφέρουν διαβεβαιώσεις.
Στην Κίνα υπάρχει μακρά παράδοση να συγκρίνονται οι φυσικές καταστροφές, ιδίως οι επιδημίες, με δαίμονες, θεούς ή πνεύματα και μια εξίσου μακρά παράδοση να θεωρούνται προάγγελοι μεγάλων πολιτικών αναταραχών. Ενα παράδειγμα είναι η επιδημία πανώλης της Μαντζουρίας το 1910-1911, που οδήγησε στον θάνατο 60.000 άτομα. Παραμένει ζωντανό στη συλλογική μνήμη των Κινέζων λόγω των πολλών σχετικών ντοκιμαντέρ που έχουν γυριστεί και υμνούν τους ήρωες της εποχής, όπως τον στρατιωτικό γιατρό Γου Λιεν Τεχ που αγωνίστηκε να την θέσει υπό έλεγχο. Την εποχή που ξέσπασε η επιδημία, η δυναστεία Τσινγκ που εξουσίαζε τη χώρα από το 1644, κατέρρεε. Οι γείτονες και αντίπαλοί της, η Ρωσία και η Ιαπωνία, είχαν ήδη φτιάξει σιδηροδρομικές γραμμές προς την, γεμάτη ορυκτά, Μαντζουρία, στα βορειοανατολικά της Κίνας και οι μανδαρίνοι στο Πεκίνο φοβούνταν ότι η επιδημία μπορούσε να προσφέρει δικαιολογία για μια πιο ανοιχτή εισβολή, με τη δικαιολογία του ελέγχου της ασθένειας. Ηταν απαραίτητο οι Κινέζοι να ελέγξουν την επιδημία μόνοι τους - και το έκαναν, κυρίως χάρη στον Γου, που είχε εκπαιδευθεί στην Ευρώπη και στην ιδέα ότι τα μικρόβια προκαλούν ασθένειες. Επέβαλε άνευ προηγουμένου δρακόντεια μέτρα, όπως την καραντίνα και την καύση των θυμάτων της πανώλης.
Η επιδημία δεν ξέφυγε από τα σύνορα της Κίνας και ο Γου έγινε ήρωας. Ο θρίαμβός του βέβαια δεν βοήθησε τη δυναστεία Τσινγκ - την οποία ανέτρεψε το 1911 η επανάσταση του Μάο, επιβεβαιώνοντας την αντίληψη της επιδημίας ως προάγγελου αλλαγής - αλλά ενίσχυσε στη χώρα τη σχέση της καραντίνας με την κυριαρχία. Το ποίημα που έγραψε ο Μάο το 1958 με τίτλο «Αποχαιρετισμός στον θεό της πανώλης» είναι διάσημο στην Κίνα και διδάσκεται στα σχολεία. Σε αυτό ο Μάο πανηγυρίζει - πρόωρα, όπως αποδείχθηκε - για την εξάλειψη της σχιστοσωμίασης, που λεγόταν και «πυρετός των σαλιγκαριών», από μεγάλες περιοχές της Νότιας Κίνας.
Οταν, λοιπόν, ο πρόεδρος Σι είπε στους Κινέζους ότι ο Διάβολος δεν μπορούσε να κρυφθεί, επικαλούμενος τον Γου και τον Μάο υπενθύμιζε ουσιαστικά στους πολίτες την ισχύ της σημερινής κυβέρνησης και την ικανότητά της να διαχειρισθεί την τωρινή κρίση μόνη της. Οι γιγαντιαίες προσπάθειες του κράτους να περιορίσει τον Covid-19, θέτοντας μεγάλες πόλεις σε καραντίνα και χτίζοντας νοσοκομεία μέσα σε λίγες ημέρες, δείχνει πως αυτά δεν ήταν απλά λόγια, καθώς το Πεκίνο έχει αγνοήσει προσφορές για βοήθεια από την ΠΟΥ και τα αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών. Οπως μάθαμε όμως από τις ιστορικές επιδημίες, οι ιοί δεν σέβονται σύνορα. Σε έναν κόσμο που τείνει προς τον απομονωτισμό και επιστρέφει στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων, φαίνεται ότι μπορεί να χρειασθεί να μελετήσουμε και πάλι αυτό το μάθημα.
Η ΠΟΥ είναι η ενσάρκωση αυτού του μαθήματος. Δημιουργήθηκε αρχικά στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά η πτέρυγα υγείας ήταν η απάντηση στην καταστροφική πανδημία της ισπανικής γρίπης του 1918-1921, που υπολογίζεται ότι σκότωσε 50 εκατομμύρια άτομα σε όλον τον κόσμο και είχε μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Θεωρείται ότι επιτάχυνε το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και παρενέβη στην ειρηνευτική διαδικασία, μιας και κόλλησαν πολλοί από τους συμμετέχοντες στην ειρηνευτική διάσκεψη των Παρισίων. Βύθισε σε στασιμότητα την παγκόσμια οικονομία και πλήττοντας πολλούς νέους - η μέση ηλικία θανάτου των ασθενών ήταν 28 ετών - εμπόδισε την ικανότητα της Ευρώπης για ανοικοδόμηση μετά τον πόλεμο, άφησε εκατομμύρια ορφανά και ηλικιωμένους να εξαρτώνται από κρατική βοήθεια και διέλυσε τον κοινωνικό ιστό παντού.
Οι επιδημίες πάντα ήταν πολιτικές και πάντα συμπεριλάμβαναν συνοριακούς ελέγχους. Τον 18ο αιώνα, οι Αψβούργοι θέλησαν να φτιάξουν ένα cordon sanitaire από τον Δούναβη έως το Βαλκάνια, με τη μορφή μιας αλυσίδας κάστρων, που υποτίθεται ότι θα σταματούσαν την είσοδο των ιών από τη γειτονική Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εχοντας ταυτόχρονα στρατιωτικά, οικονομικά και θρησκευτικά σύνορα, τα κάστρα αυτά διέθεταν επίσης περιπολίες ένοπλων αγροτών που έστελναν όσους υποψιάζονταν ότι νοσούν σε σταθμούς καραντίνας που είχαν κατασκευασθεί κατά μήκος.
Ακόμα και εάν κάποια στοιχεία δείχνουν επιβράδυνση της εξάπλωσης του ιού στην Κίνα, θα ήταν επικίνδυνο να υποθέσουμε ότι τα χειρότερα έχουν περάσει. Η κυβέρνηση του Πεκίνου ανακάλυψε το 2003 με το Sars ότι δεν μπορεί να είναι μυστικοπαθής. Αυτή τη φορά η ενημέρωση ήταν σαφώς καλύτερη, όμως οι επιπτώσεις παραμένουν σοβαρές. Ο πρόεδρος Σι έχει συγκεντρώσει μεγάλη δύναμη, γεγονός που τον κάνει πιθανό στόχο ενός εξαγριωμένου και φοβισμένου πληθυσμού εάν το εν εξελίξει πείραμα αποτύχει. Ισως γι' αυτό έχει αποφύγει δημόσιες εμφανίσεις τον τελευταίο καιρό, αφήνοντας τους συνεργάτες του να εμφανίζονται στα ΜΜΕ.
Στις αρχές Φεβρουαρίου ο κινέζος δημοσιογράφος Ρονγκ Τζιάν συνέκρινε τη ζημιά που έγινε στο κύρος της κυβέρνησης λόγω του κορωνοϊού με τη σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν το 1989. Ο Σι έκανε λόγο για τη μεγαλύτερη πρόκληση στην Κίνα από τη δημιουργία του Κομμουνιστικού Κόμματος. Μένει να αποδειχθεί εάν ο πρόεδρος Σι μπορέσει να γράψει έναν «Αποχαιρετισμό στον θεό του κορωνοϊού».
ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Π. ΜΑΛΛΟΥΧΟΥ
Από τότε που κυριάρχησε ως καπιταλιστική δύναμη, η Κίνα εγκαταστάθηκε με πολλούς τρόπους στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος. Πιο πριν, από το 1949, είχε γίνει κομμουνιστική και ήταν ερμητικά κλειστή: πρόβλημα σαν του ιού ουδέποτε θα μπορούσε να προέλθει από εκεί. Ο μαοϊσμός ήταν σκληρό καθεστώς, που ανταγωνιζόταν την ΕΣΣΔ σε ιδεολογική αγριότητα. Οι σχέσεις τους ήταν δύσκολες, τόσο για γεωπολιτικούς λόγους όσο και για την πρωτοκαθεδρία του κομμουνιστικού κόσμου. Εγινε δε πολύ πιο πικρή από την ώρα που, στην καρδιά του Ψυχρού Πολέμου, η Κίνα άρχισε να «φλερτάρει» τόσο με τις ΗΠΑ, από τα χρόνια του Νίξον, όσο και με την Ιαπωνία, με την οποία τη χώριζε ένα παρελθόν αιματηρό όσο ανάμεσα σε λίγες χώρες. Ολα αυτά τέλειωναν σταδιακά ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του '70. Η εποχή του στραγγαλιστικού κεντρικού οικονομικού σχεδιασμού και η πλήρης απαγόρευση ιδιωτικών επιχειρήσεων που δέσποζαν επί δεκαετίες καταργήθηκαν, όπως και η κολεκτιβοποίηση της γης, που άρχισε τότε να ιδιωτικοποιείται. Και έδωσαν τη θέση τους σε ένα ιδιότυπο καθεστώς που εξελίχθηκε σε αυτό που γνωρίζουμε σήμερα: στη δεύτερη ισχυρότερη οικονομία στον κόσμο με τάση να ξεπεράσει ακόμα και τις ΗΠΑ.
Μετά τον θάνατο του Μάο η Κίνα συνήψε διπλωματικές σχέσεις με την Ιαπωνία που έγινε τελικά ο μεγαλύτερος, παράλληλα με τις ΗΠΑ, επενδυτής στη χώρα. Μεταφέρθηκε πολύ προηγμένη τεχνογνωσία σε όλους τους τομείς, το βιοτικό επίπεδο άρχισε να ανεβαίνει, το «Made in China» έκανε τα πρώτα του βήματα στον κόσμο, ώσπου τον κατέκτησε. Κύριο ορόσημο αυτής της πορείας υπήρξε η ανακοίνωση του εκτεταμένου προγράμματος ενίσχυσης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και σκληρής λιτότητας θατσερικού τύπου τον Φεβρουάριο του 1981. Ομως, στη Δύση, πολλοί, εκείνη την εποχή μα και πολύ αργότερα, εξακολουθούσαν να υμνούν το κομμουνιστικό παράδειγμα της Κίνας ως «απάντηση» στον καπιταλισμό τον οποίο η ίδια είχε ήδη αγκαλιάσει με πάθος. Στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, διανοούμενοι, ιδίως της Αριστεράς, έβριζαν τη Θάτσερ και τον Ρίγκαν, ήταν καχύποπτοι και προσεκτικοί με την ΕΣΣΔ λόγω του Ψυχρού Πολέμου, όμως θαύμαζαν την Κίνα. Αλλά όχι για αυτό που η ίδια έκανε, μα για εκείνο που στη φαντασία τους συνέβαινε.
Ακριβώς όταν οι Κινέζοι ξεκινούσαν τη δική τους «Αλλαγή» προς τον καπιταλισμό στις αρχές του 1981, εμείς πηγαίναμε ανάποδα: στο ΠΑΣΟΚ. Ερχόταν στην εξουσία, καβάλα σε τσουνάμι ψεύτικης ελπίδας για έναν «παράδεισο κρατισμού» που επίσης ήρθε. Οχι ο παράδεισος. Ο κρατισμός. Μόνος του. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά σε όλους. Τελικά η Ελλάδα έχασε όχι μία, αλλά τρεις δεκαετίες. Αυτές ακριβώς που κέρδισε η Κίνα σε έναν κόσμο που άλλαζε ραγδαία και δραματικά και εμείς κάναμε σαν να μη μας αφορούσε. Εχασε τελικά την ανεξαρτησία της. Εχασε και μισό εκατομμύριο νέους ανθρώπους, που ακόμα και για την Κίνα δεν θα ήταν λίγοι. Τι κι αν μέχρι και οι Κινέζοι καταργούσαν την κρατική οικονομία και αναζητούσαν μανιακά ξένες επενδύσεις; Τι κι αν το 1981 άρχισαν να κλείνουν τις μη βιώσιμες κρατικές επιχειρήσεις στη χώρα τους; Εμείς όχι μόνον κρατούσαμε τεχνητά τις παλιές στη «ζωή», αλλά φτιάχναμε σωρηδόν και νέες. Το '81 η Κίνα έγινε καπιταλιστική και εμείς κρατικιστές. Πήγαμε τριάντα χρόνια πίσω.
Θα πει κανείς: ό,τι έγινε έγινε, τώρα είναι αλλιώς. Ακόμα και οι ιοί έρχονται απ' την Κίνα. Εδώ είναι όμως αλλιώς; Παρά τη δεκαετή πτώχευση, η ελληνική κοινωνία έχει συνειδητοποιήσει ότι δεν μπορεί να τη ζει το κράτος; Οτι οι επιχειρήσεις δεν είναι ο... έξω από δω; Το έχει πιστέψει; Ή πολλοί φαντάζονται ότι τέτοιες «καλές» μέρες κάποτε θα επιστρέψουν;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου