οι κηπουροι τησ αυγησ

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

"....Με την ανυπαρξία ομοφωνίας στην ΕΕ, ανακύπτει ένα όχι ευκαταφρόνητο πρόβλημα, όπως επισημάνθηκε πρόσφατα από τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος παρατήρησε ότι «η μη έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων συνεπάγεται καθυστέρηση ως προς την πραγματική εσωτερική χρήση του σύνθετου ονόματος. Δηλαδή καθυστέρηση ως προς την erga omnes χρήση της ονομασίας». Και αυτό είναι η σημαντική συνέπεια αυτής της απόφασης της Γαλλίας, της Δανίας και της Ολλανδίας που έφεραν τα πράγματα σε οιονεί αδιέξοδο. Πέρα όμως από τις τρέχουσες εξελίξεις, αναμένονται και άλλες στο εσωτερικό της χώρας. Στις εκλογές του Απριλίου ενδέχεται να υπάρξουν εκπλήξεις. Με ενδεχόμενο να δούμε ξανά στην πρώτη θέση το εθνικιστικό VMRO που, σήμερα τουλάχιστον, βρίσκεται δημοσκοπικά στην πρώτη θέση. Πάντως, αν και το αίσθημα εγκατάλειψης από την Ευρωπαϊκή Ενωση πλανάται βαρύ σήμερα στη Βόρεια Μακεδονία, ο χρόνος μέχρι την κάλπη δεν αποκλείεται να αποφορτίσει τους ψηφοφόρους και να τους οδηγήσει στον ίδιο και πάλι δρόμο...."

Από "ΤΑ ΝΕΑ"

"ΤΑ ΝΕΑ", 30/10/19

"ΤΑ ΝΕΑ", 30/10/19


ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΚΛΙΚΗ

Σε δήλωσή του στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων στο κοινοβούλιο της Βόρειας Μακεδονίας, ο Νίκολα Ντιμιτρόφ σημείωσε ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως αν δεν συμπεριληφθεί η χώρα του στη διαδικασία ένταξης στην ΕΕ. Και υπογράμμισε πως «η πλήρης εφαρμογή των υποχρεώσεων των Σκοπίων σχετίζεται με τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ενωση».

Πρόκειται για μια ερμηνεία της ανακοπής της ευρωπαϊκής πορείας της Βόρειας Μακεδονίας που αποτελεί τόσο νομική προσέγγιση της κατάστασης που δημιουργήθηκε όσο και έκφραση δυσαρέσκειας γι' αυτήν. Ακριβώς όπως και ο πρωθυπουργός Ζάεφ είχε αντιδράσει, μετά την ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, προκηρύσσοντας εκλογές και διατυπώνοντας επιφυλάξεις για την πλήρη πλέον εφαρμογή των προβλέψεων της συμφωνίας.

Η μη αποσύνδεση της υποψηφιότητας της Βόρειας Μακεδονίας από την, πιο προβληματική, υποψηφιότητα της Αλβανίας έχει προκαλέσει προβληματισμούς στα Σκόπια που αισθάνονται ότι η ΕΕ δεν φάνηκε συνεπής. Ετσι, ο πρωθυπουργός Ζάεφ δήλωσε ότι αν και η χώρα του δεν ανέμενε άμεση ένταξη στις ευρωπαϊκές δομές, θα θεωρούσε σημαντική ενθάρρυνση τη θετική στάση των Βρυξελλών. Επισημαίνοντας ότι «ένα μέρος της Συμφωνίας των Πρεσπών θα παγώσει διότι δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της». Παράλληλα, ο πρόεδρος Πεντάροφσκι επεσήμανε την αρνητική γεωπολιτική σημασία της παραμονής της χώρας εκτός ευρωπαϊκού νυμφώνος.

Με την ανυπαρξία ομοφωνίας στην ΕΕ, ανακύπτει ένα όχι ευκαταφρόνητο πρόβλημα, όπως επισημάνθηκε πρόσφατα από τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος παρατήρησε ότι «η μη έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων συνεπάγεται καθυστέρηση ως προς την πραγματική εσωτερική χρήση του σύνθετου ονόματος. Δηλαδή καθυστέρηση ως προς την erga omnes χρήση της ονομασίας». Και αυτό είναι η σημαντική συνέπεια αυτής της απόφασης της Γαλλίας, της Δανίας και της Ολλανδίας που έφεραν τα πράγματα σε οιονεί αδιέξοδο.

Πέρα όμως από τις τρέχουσες εξελίξεις, αναμένονται και άλλες στο εσωτερικό της χώρας. Στις εκλογές του Απριλίου ενδέχεται να υπάρξουν εκπλήξεις. Με ενδεχόμενο να δούμε ξανά στην πρώτη θέση το εθνικιστικό VMRO που, σήμερα τουλάχιστον, βρίσκεται δημοσκοπικά στην πρώτη θέση. Πάντως, αν και το αίσθημα εγκατάλειψης από την Ευρωπαϊκή Ενωση πλανάται βαρύ σήμερα στη Βόρεια Μακεδονία, ο χρόνος μέχρι την κάλπη δεν αποκλείεται να αποφορτίσει τους ψηφοφόρους και να τους οδηγήσει στον ίδιο και πάλι δρόμο.

Στο μεταξύ, οι Βρυξέλλες θα πρέπει να πείσουν τους πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας ότι δεν μένουν έρμαια των βλέψεων «κακόβουλων εξωτερικών παικτών» όπως πρόσφατα ανακοίνωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Και, μέχρι τον Μάιο, δεν αποκλείεται η αντίσταση του προέδρου Μακρόν και των κυβερνήσεων Ολλανδίας και Δανίας να καμφθεί και να γίνει δεκτή η πολυπόθητη έναρξη. Αρκεί να μη γίνουν αναφορές σε «ειδική σχέση». Κάτι τέτοιο θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια της περιοχής, με την απογοήτευση και τον εσωτερικό πολιτικό καιροσκοπισμό να οδηγούν σε απομάκρυνση της Βόρειας Μακεδονίας από το όραμα των Βρυξελλών. Ας μην ξεχνάμε πόση φαιά ουσία και προσπάθειες δαπανήθηκαν πριν από την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών όταν, σε μια ατέλειωτη παρέλασή τους στα Σκόπια, δυτικοί πολιτικοί και αξιωματούχοι υπόσχονταν στους γείτονές μας τον παράδεισο της δυτικής ασφάλειας και σταθερότητας.

-Ο Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή

ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Π. ΜΑΛΟΥΧΟΥ


Η είδηση έπεσε όντως σαν βόμβα: ο Ζόραν Ζάεφ παγώνει τη Συμφωνία των Πρεσπών. Οπως ο ίδιος είπε στο Euronews: «Υπάρχει σύνδεση μεταξύ της εφαρμογής της Συμφωνίας και του ανοίγματος και κλεισίματος των κεφαλαίων ένταξης. Ειδικά για την εσωτερική χρήση σε κάποιες περιπτώσεις. Υπάρχει σύνδεση, διότι οι έλληνες φίλοι μας το δέχθηκαν πως μπορούμε να τα καταφέρουμε λόγω του μέλλοντος που έχει η Βόρεια Μακεδονία με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Και στο πλαίσιο αυτό, δεν υπάρχει δυνατότητα υλοποίησης της Συμφωνίας των Πρεσπών. Μέρος της θα παγώσει, διότι δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της. Θα προσπαθήσουμε να υλοποιήσουμε κάποιες διατάξεις, όμως τα δύο συνδέονται μεταξύ τους, διότι η διαδικασία εναλλαγής των κεφαλαίων σημαίνει ότι θα παραδώσουμε την εθνική μας κυριαρχία στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Η ευρωπαϊκή προοπτική είναι η μοναδική προοπτική για τη χώρα και τα Δυτικά Βαλκάνια, διότι σε διαφορετική περίπτωση οι εξελίξεις θα είναι δυσάρεστες τόσο για την περιοχή όσο και για ολόκληρη τη Γηραιά Ηπειρο».

Εχει ο Ζάεφ το δικαίωμα να το κάνει; Ασφαλώς και δεν έχει: ποιος δεν θυμάται το περίφημο «Οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται;». Οπως έχει από την πρώτη ημέρα εμφατικά επισημανθεί, η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν πολύ μεγάλο σφάλμα και οδηγούσε σε αδιέξοδο, που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα ερχόταν στην επιφάνεια. Ηρθε γρήγορα μέσω του ίδιου του ενός από τους δύο που την υπέγραψαν - ο άλλος έχει εν τω μεταξύ φύγει από την εξουσία. Ο Τσίπρας ήδη «πνίγηκε», σε μεγάλο βαθμό, στις Πρέσπες και τώρα ο Ζάεφ επιχειρεί να αποφύγει να έχει την ίδια τύχη. Για να το πράξει, πετάει στα σκουπίδια την υπογραφή της χώρας του και τη δική του, όπως και κάθε έννοια αξιοπιστίας και σεβασμού των διεθνών τους υποχρεώσεων. Η μονομερής αυτή ακυρότητα που με τέτοιον πανηγυρικό τρόπο κήρυξε ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας είναι απολύτως απαράδεκτη από κάθε άποψη: νομικά, πολιτικά, διπλωματικά.


Ωστόσο αυτή ακριβώς είναι και που δίνει σήμερα στην Ελλάδα απόλυτο δικαίωμα και πλήρη νομιμοποίηση να αμφισβητήσει πλέον και η ίδια τη Συμφωνία - δυνατότητα που δεν πρέπει να χαθεί. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ψήφισε κατά των Πρεσπών λέγοντας ότι αν όμως τελικά περάσει η Συμφωνία δεν θα μπορεί να την ακυρώσει και θα τη σεβαστεί. Πέρασε. Και, τώρα, την ακυρώνει η άλλη πλευρά. Ο Πρωθυπουργός πρέπει πλέον να αποδείξει ότι αυτά που έλεγε τα εννοούσε. Η Ελλάδα όχι απλώς πρέπει τώρα να κηρύξει τη Συμφωνία των Πρεσπών άκυρη, αλλά και να θέσει το ζήτημα στο ΝΑΤΟ, όπου με αυτή τη Συμφωνία μπήκε η γειτονική χώρα με πρωτοφανείς διαδικασίες-εξπρές. Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι η βασική προϋπόθεση της νατοϊκής ένταξης της γειτονικής χώρας. Χωρίς αυτήν, ένταξη δεν υφίσταται. Είναι άλλωστε αυτό που ο ίδιος ο Ζάεφ κάνει με την ΕΕ. Είναι δυνατόν η ακύρωση της Συνθήκης να ισχύει για αυτόν εκεί που τον βολεύει αλλά όχι εκεί που δεν τον βολεύει; Εν μέσω όλων αυτών, ας σημειωθεί ότι ο Ζάεφ ακύρωσε την τελευταία στιγμή και τον ερχομό του στην Αθήνα, όπου θα μιλούσε μαζί με τον Μητσοτάκη στην 4η Ευρωαραβική Σύνοδο. Γιατί; Τώρα, η «μπάλα» είναι πλέον στην ελληνική πλευρά. Για την κυβέρνηση ήρθε, ξαφνικά και αναπάντεχα, η ώρα της αλήθειας.

ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ Α. ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΥ

Η άρνηση τριών χωρών να εγκρίνουν ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις, οι οποίες εστιάζονται αφενός στην αξιοπιστία της ΕΕ και αφετέρου - και κυρίως - στις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η εξέλιξη αυτή στην παραπέρα εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Οι επισημάνσεις που ακολουθούν αποσκοπούν να αναδείξουν τις ρεαλιστικές διαστάσεις της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί.

Ως προς την αξιοπιστία της ΕΕ, θα έπρεπε να είναι σαφές ότι αυτή δεν έχει δεχθεί κανένα πλήγμα, αφού είναι δεδομένο και γνωστό ότι οι αποφάσεις για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων απαιτούν ομοφωνία, δηλ. επιτρέπουν τη χρήση βέτο (όπως είχε κάνει και η χώρα μας έναντι των βορείων γειτόνων μας επί σειρά ετών). Ορισμένες μεμονωμένες χώρες-μέλη (όπως η Γερμανία) που είχαν υποσχεθεί υποστήριξη στην ευρωπαϊκή πορεία των δύο χωρών τήρησαν την υπόσχεσή τους υποστηρίζοντας την έναρξη των διαπραγματεύσεων. Το ίδιο ισχύει και για τους θεσμούς της ΕΕ (Ευρωπαϊκή Επιτροπή), που υπέβαλαν θετικές εισηγήσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Αρα, καμία υπόσχεση δεν αθετήθηκε. Και μην ξεχνάμε ότι οι προθέσεις των τριών χωρών που πρόβαλαν βέτο ήσαν γνωστές από πριν, και δεν αποτέλεσαν έκπληξη. Επομένως ούτε απ' αυτή την άποψη δεν διαπιστώνεται «αντικανονικό παιγνίδι». Η ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων εξακολουθεί να ισχύει. Το χρονοδιάγραμμα ήταν, και παραμένει, ασαφές.

Ως προς τη Συμφωνία των Πρεσπών, είναι αλήθεια ότι παρουσιάζει μια πρόνοια που καθίσταται λίγο προβληματική υπό το φως της παραπάνω εξέλιξης: ενώ δεν περιλαμβάνει καμιά διαβεβαίωση ή πρόβλεψη ότι η Βόρεια Μακεδονία θα ενταχθεί στην ΕΕ - πολύ σωστά, αφού κανένα από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη δεν μπορεί να το προεξοφλήσει αυτό - και η Ελλάδα απλώς δεσμεύεται να μην αντιταχθεί «στην υποψηφιότητα ή την ένταξη» της αντισυμβαλλόμενης χώρας στην ΕΕ, στη συνέχεια, στο τμήμα της συμφωνίας όπου περιγράφεται το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής της, θεωρεί δεδομένο ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις θα έχουν αρχίσει, και εξαρτά τις ενέργειες, δηλ. τις υποχρεώσεις, της Βόρειας Μακεδονίας από την εκάστοτε φάση των διαπραγματεύσεων. Συγκεκριμένα, η υποχρέωση να χρησιμοποιείται το καινούργιο όνομα σε έγγραφα που εκδίδονται για αποκλειστικά εσωτερική (όχι διεθνή) χρήση «θα ξεκινά στο άνοιγμα κάθε διαπραγματευτικού κεφαλαίου της ΕΕ στο συναφές πεδίο, και θα ολοκληρωθεί εντός πέντε ετών από τότε» (άρθρο 1, παρ. 10, β). Είναι η πρώτη φορά που το όνομα της ΕΕ εμφανίζεται στη συμφωνία. Ετσι τα συμβαλλόμενα μέρη αναθέτουν έναν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία εφαρμογής της συμφωνίας σε ένα μη συμβαλλόμενο μέρος, δηλ. στην ΕΕ, της οποίας μάλιστα προκαταλαμβάνουν τη θετική απόφαση για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Το αναπόφευκτο για τον γράφοντα συμπέρασμα είναι ότι εδώ πρόκειται για αβλεψία των συντακτών της συμφωνίας, κάτι που καταχωρίζεται στα αρνητικά της συμφωνίας.

Ενα δεύτερο αρνητικό στοιχείο, που καταγράφεται εδώ για την πληρότητα της εικόνας, εντοπίζεται στο άρθρο 1, παρ. 3, γ), όπου αναγράφεται ανακριβώς ότι η μακεδονική γλώσσα «αναγνωρίσθηκε από την Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ην. Εθνών για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων» (ανακρίβεια που αναδεικνύεται από τα έγγραφα της εν λόγω συνδιάσκεψης, τα οποία είναι προσβάσιμα εύκολα στο Διαδίκτυο).

Το καίριο ερώτημα είναι ασφαλώς κατά πόσον τα δύο αυτά αρνητικά στοιχεία μειώνουν ουσιαστικά την ποιότητα της συμφωνίας, και πιο συγκεκριμένα τι είδους δυσκολίες μπορούν να προκαλέσουν κατά την εφαρμογή της συμφωνίας.

Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι για τον γράφοντα σαφής: η ποιότητα και η αξία της συμφωνίας δεν πλήττεται από δύο, τεχνικής ουσιαστικά φύσης, αβλεψίες. Το καινούργιο όνομα της χώρας ικανοποιεί την πάγια θέση της ελληνικής πολιτικής τάξης για σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό. Επίσης, οι επισημάνσεις του άρθρου 7, αφενός ότι οι όροι «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» έχουν στη Βόρεια Μακεδονία διαφορετικό περιεχόμενο απ' αυτό που έχουν στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα ότι δεν έχουν σχέση με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό ή με την ελληνική Μακεδονία, και αφετέρου ότι η μακεδονική γλώσσα ανήκει στην «ομάδα των νότιων σλαβικών γλωσσών» θέτουν οριστικό τέλος στις μέχρι πρόσφατα προσπάθειες των βόρειων γειτόνων μας να ιδιοποιηθούν τη δική μας ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά.


Ναι, μια διάσταση της διαδικασίας εφαρμογής του erga omnes, η λιγότερο σημαντική, αυτή που αφορά έγγραφα εσωτερικής αποκλειστικά χρήσης, θα καθυστερήσει περισσότερο από ό,τι αναμενόταν αρχικά. Μην ξεχνάμε όμως: η ουσιαστική διάσταση είναι η διεθνής, και σε αυτήν η διαδικασία έχει ξεκινήσει και συνεχίζεται κανονικά.

Ενα ακόμη ερώτημα είναι κατά πόσον μια καινούργια κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας θα μπορεί να καταγγείλει μονομερώς τη συμφωνία. Η απάντηση είναι ότι θεωρητικά ναι, μπορεί. Οι επιπτώσεις όμως για τη χώρα της θα είναι τόσο καταστρεπτικές που, με την επιφύλαξη ότι οι κυβερνήσεις της γειτονιάς μας έχουν βεβαρημένο μητρώο ενεργειών καταστρεπτικών για τη χώρα τους και για την περιοχή, θα ήταν σώφρον να διακινδυνεύσουμε την εκτίμηση ότι καμία κυβέρνηση δεν θα τολμήσει κάτι τέτοιο στην παρούσα συγκυρία. Γενικά, η χώρα μας έχει τώρα, και θα έχει μέχρι τη στιγμή της τελικής ένταξης της γείτονος στην ΕΕ, τον απόλυτο έλεγχο της εφαρμογής της συμφωνίας, έχει δηλ. αυτό που λέμε «το πάνω χέρι». Οχι βέβαια ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν άψογο μητρώο ενεργειών επωφελών για τη χώρα.

- Ο Δημήτρης Μοσχόπουλος είναι πρέσβης επί τιμή
"ΤΑ ΝΕΑ", 30/10/19

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου