οι κηπουροι τησ αυγησ

Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

"...Η Αθήνα κάνει ό,τι μπορεί για να κατευνάσει τα νεύρα του «Σουλτάνου», που πιθανότατα οφείλονται και σε ανασφάλεια του καθεστώτος του στο εσωτερικό της χώρας. Σε βαθμό μάλιστα αρκούντως εξευτελιστικό για την ίδια και τη χώρα, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να ρίξει τους τόνους. Δύσκολα μπορεί να κατηγορηθεί γι’ αυτό, ωστόσο υπάρχουν και όρια, ειδικά όταν στην ηγεσία της γείτονος βρίσκεται ένας απρόβλεπτος άνθρωπος που συμπεριφέρεται ως «νταής» και «μπεχλιβάνης», ιδιαίτερα όταν νιώθει φοβισμένο και υποχωρητικό το αντικείμενο του «μπούλινγκ» του...."

Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 04/01/18

ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΤΑΓΚΟΥ


Τ​​ο συστηματικό «μπούλινγκ» της Αγκυρας κατά της ελληνικής κυβέρνησης και κατ’ επέκτασιν κατά της χώρας, αλλά και το «Μακεδονικό», που έχει επικρατήσει να αποκαλείται «Σκοπιανό», είναι δύο –ενδεχομένως, ανεξέλεγκτοι– παράγοντες που μπορεί να ανατρέψουν θεαματικά δεδομένα και κυβερνητική ατζέντα το 2018. Μπορεί δηλαδή να δημιουργήσουν γεγονότα και καταστάσεις τις οποίες η κυβέρνηση θα αδυνατεί να ελέγξει ή να υπερβεί και όλοι οι σχεδιασμοί της να πάνε κατά διαόλου. Μαζί τους και οι επαναλαμβανόμενες διαβεβαιώσεις πρωθυπουργού και υπουργών, ότι εκλογές θα γίνουν με την ολοκλήρωση της κοινοβουλευτικής θητείας της κυβέρνησης το 2019. Κάτι που ούτως ή άλλως είναι αμφίβολο ότι το εννοούν, ακόμη και δίχως αναπάντεχες εξελίξεις.

Είναι φανερό και αποδεικνύεται καθημερινά ότι ο Ερντογάν και οι αξιωματούχοι του ξεφεύγουν ταχύτατα από τα όρια. Βρίσκουν συνεχώς αφορμές για να απειλούν, να «τραμπουκίζουν» και να καταφεύγουν σε επιδείξεις δύναμης, πότε με τις έρευνες για υδρογονάνθρακες στην κυπριακή ΑΟΖ, πότε με τις αμφισβητήσεις της ελληνικής κυριαρχίας σε νησίδες του Αιγαίου, πότε χρησιμοποιώντας τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη και πότε με τις αποφάσεις της ελληνικής Δικαιοσύνης για τους Τούρκους αξιωματικούς που κατέφυγαν στην Ελλάδα. Κλιμακώνουν δηλαδή συστηματικά την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και έχουν αρχίσει να εμφανίζονται σε διεθνή μέσα αναλύσεις που δεν αποκλείουν να προκληθεί ένα «θερμό επεισόδιο» –ό,τι και να σημαίνει αυτό– μέσα στο 2018. Χωρίς όμως και να αποκλείεται τέτοιες αναλύσεις να εντάσσονται στο τουρκικό «μπούλινγκ». Από την πλευρά της η Αθήνα κάνει ό,τι μπορεί για να κατευνάσει τα νεύρα του «Σουλτάνου», που πιθανότατα οφείλονται και σε ανασφάλεια του καθεστώτος του στο εσωτερικό της χώρας. Σε βαθμό μάλιστα αρκούντως εξευτελιστικό για την ίδια και τη χώρα, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να ρίξει τους τόνους. Δύσκολα μπορεί να κατηγορηθεί γι’ αυτό, ωστόσο υπάρχουν και όρια, ειδικά όταν στην ηγεσία της γείτονος βρίσκεται ένας απρόβλεπτος άνθρωπος που συμπεριφέρεται ως «νταής» και «μπεχλιβάνης», ιδιαίτερα όταν νιώθει φοβισμένο και υποχωρητικό το αντικείμενο του «μπούλινγκ» του. Με αυτή την έννοια, η Τουρκία είναι πιθανό να προκαλέσει εξελίξεις στο εσωτερικό της Ελλάδας.

Το «Μακεδονικό» είναι άλλης μορφής «ταραχή», που μπορεί να προκαλέσει απρόβλεπτες εξελίξεις. Στην περίπτωση αυτή, η πρωτοβουλία τέτοιας πρόκλησης δεν ανήκει στην άλλη πλευρά, αλλά αποτελεί εσωτερικό ζήτημα. Το δημιουργεί ο Π. Καμμένος για να αναστηθεί πολιτικά, επικαλούμενος την απόφαση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών του 1992. Μόνο που το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών δεν είναι θεσμικό όργανο προβλεπόμενο από το Σύνταγμα, οι αποφάσεις του για τη σύσταση του ονόματος μπορούν να αλλάξουν και ουσιαστικά άλλαξαν από τον Κώστα Καραμανλή. Παρ’ όλα αυτά και με την κινητικότητα που παρατηρείται για μία συμβιβαστική λύση –για την οποία πιέζουν και οι ξένοι– οι απρόβλεπτες πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας δεν μπορούν να αποκλειστούν. Με ελληνική... πρωτοβουλία, βέβαια.


κοντά σε μια λύση με διπλή ονομασία, την οποία πρέπει να επιδιώξουμε χωρίς δισταγμό», αναφέρει και καταλήγει ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι να ελπίζει κάποιος σε μια κατάρρευση της κυβέρνησης, όχι όμως την επίλυση του Μακεδονικού. Ουσιαστικά ο κ. Τσακυράκης διαφωνεί με τον κ. Βενιζέλο, ο οποίος υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση όφειλε να παραιτηθεί με δεδομένη τη διαφωνία των δύο εταίρων της στο ζήτημα. Πολλοί έχουν υιοθετήσει παρόμοιες απόψεις, με το βασικό επιχείρημα ότι «προέχει η πτώση της κυβέρνησης και το Μακεδονικό θα λυθεί αργότερα».

Η στάση της κυβέρνησης είναι όντως προβληματική, για να το θέσουμε ήπια, πιθανότατα και τυχοδιωκτική: Δίνει την εντύπωση ότι είτε αποτολμά μια ηρωική έξοδο με μηδενικό κόστος για αμφότερους τους εταίρους (ο ΣΥΡΙΖΑ απευθυνόμενος στο δικό του ακροατήριο, που πλειοψηφικά είναι υπέρ της λύσης, και οι ΑΝΕΛ στο εθνικιστικό δικό τους) είτε θεωρεί δεδομένη την υπεύθυνη στάση της αντιπολίτευσης, ελπίζοντας ότι θα μεταφέρει στο δικό της εσωτερικό την καυτή πατάτα. Πράγματι, η Ν.Δ. θα έχει αντίστοιχο πρόβλημα σε περίπτωση που κληθεί εκείνη να βγάλει το φίδι από την τρύπα και να παίξει τον ρόλο «του χρήσιμου ηλίθιου», κατά τον Αδωνι Γεωργιάδη.

Στην πολιτική, όμως, δεν είναι όλα τα θέματα τακτικισμοί, υπάρχουν και ζητήματα υπεράνω μικροπολιτικής σκοπιμότητας. Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να κλείσει ένα τραυματικό κεφάλαιο, που την παγιδεύει επί δεκαετίες σε μια ανεγκέφαλη, αυτιστική διπλωματία αναζήτησης ανύπαρκτων όρων («κρατίδιο-Σκοπιανό-ΠΓΔΜ») τη στιγμή που όλη η υπόλοιπη υφήλιος λέει ξερά και μονολεκτικά: «Μακεδονία». Την ίδια στιγμή, η γειτονική χώρα ύστερα από μια παρατεταμένη περίοδο εθνικιστικής υστερίας, σκανδάλων και πλειοδοσίας μνημείων και συμβόλων, υπό νέα διαλλακτική ηγεσία, εξαρτά την ευρωπαϊκή προοπτική της και τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ από τα δικά μας υπαρξιακά προβλήματα.«Το Μακεδονικό (σ.σ. επιτέλους κι ένας που δεν κάνει λόγο για Σκοπιανό) δεν προσφέρεται για αντιπολίτευση. Δεν είναι συνηθισμένο πολιτικό ζήτημα, αλλά εθνικό. Φαίνεται ότι είμαστε κοντά σε μια λύση με διπλή ονομασία, την οποία πρέπει να επιδιώξουμε χωρίς δισταγμό», αναφέρει και καταλήγει ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι να ελπίζει κάποιος σε μια κατάρρευση της κυβέρνησης, όχι όμως την επίλυση του Μακεδονικού. Ουσιαστικά ο κ. Τσακυράκης διαφωνεί με τον κ. Βενιζέλο, ο οποίος υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση όφειλε να παραιτηθεί με δεδομένη τη διαφωνία των δύο εταίρων της στο ζήτημα. Πολλοί έχουν υιοθετήσει παρόμοιες απόψεις, με το βασικό επιχείρημα ότι «προέχει η πτώση της κυβέρνησης και το Μακεδονικό θα λυθεί αργότερα».

Η στάση της κυβέρνησης είναι όντως προβληματική, για να το θέσουμε ήπια, πιθανότατα και τυχοδιωκτική: Δίνει την εντύπωση ότι είτε αποτολμά μια ηρωική έξοδο με μηδενικό κόστος για αμφότερους τους εταίρους (ο ΣΥΡΙΖΑ απευθυνόμενος στο δικό του ακροατήριο, που πλειοψηφικά είναι υπέρ της λύσης, και οι ΑΝΕΛ στο εθνικιστικό δικό τους) είτε θεωρεί δεδομένη την υπεύθυνη στάση της αντιπολίτευσης, ελπίζοντας ότι θα μεταφέρει στο δικό της εσωτερικό την καυτή πατάτα. Πράγματι, η Ν.Δ. θα έχει αντίστοιχο πρόβλημα σε περίπτωση που κληθεί εκείνη να βγάλει το φίδι από την τρύπα και να παίξει τον ρόλο «του χρήσιμου ηλίθιου», κατά τον Αδωνι Γεωργιάδη.

Στην πολιτική, όμως, δεν είναι όλα τα θέματα τακτικισμοί, υπάρχουν και ζητήματα υπεράνω μικροπολιτικής σκοπιμότητας. Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να κλείσει ένα τραυματικό κεφάλαιο, που την παγιδεύει επί δεκαετίες σε μια ανεγκέφαλη, αυτιστική διπλωματία αναζήτησης ανύπαρκτων όρων («κρατίδιο-Σκοπιανό-ΠΓΔΜ») τη στιγμή που όλη η υπόλοιπη υφήλιος λέει ξερά και μονολεκτικά: «Μακεδονία». Την ίδια στιγμή, η γειτονική χώρα ύστερα από μια παρατεταμένη περίοδο εθνικιστικής υστερίας, σκανδάλων και πλειοδοσίας μνημείων και συμβόλων, υπό νέα διαλλακτική ηγεσία, εξαρτά την ευρωπαϊκή προοπτική της και τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ από τα δικά μας υπαρξιακά προβλήματα.

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 04/01/18

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου