οι κηπουροι τησ αυγησ

Τετάρτη 24 Μαΐου 2023

Οι Ελληνες ψήφισαν όντως Αλλαγή, όπως τους είχε ζητήσει με ένταση ο Αλ. Τσίπρας, κλέβοντας αδιάντροπα τα συνθήματα του ΠΑΣΟΚ. Μόνο που η Αλλαγή που ψήφισε - με συντριπτικό ποσοστό - το εκλογικό σώμα αφορά τον ίδιο. Αλλη εξήγηση δεν υπάρχει. Να ζητάς απαλλαγή της χώρας από την «καταστροφική κυβέρνηση Μητσοτάκη» και το εκλογικό σώμα να σου απαντάει, αν πρέπει κάποιος να φύγει, αυτός είσαι εσύ. Και εδώ, επειδή τα λέμε όλα, όπως ξέρετε, θα πούμε και αυτό: πραγματικά ο Τσίπρας είχε μια θεαματική πορεία στην ελληνική πολιτική ζωή. Μέσα σε 15 χρόνια που ηγείται του ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να πάρει ένα μικρό κόμμα από το χέρι και να το ανεβάσει στην εξουσία (ανεξάρτητα από τις βαριές επιπτώσεις στην πορεία της χώρας). Κυβέρνησε επί 4½ χρόνια, έκανε άλλα 4 χρόνια αρχηγός της αντιπολίτευσης, αλλά η σκληρή αλήθεια είναι ότι έχει πλέον εκμετρήσει τον πολιτικό του βίο. Μέσα σε αυτά τα 15 χρόνια τα έχει πει όλα, δεν έχει αφήσει τίποτε που να μην το έχει αγγίξει, να μην έχει δώσει υποσχέσεις, να μην έχει δεσμευτεί.

Από "ΤΑ ΝΕΑ"

"ΤΑ ΝΕΑ", 23/05/23


ΤΟΥ Ι.Κ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗ

Εντελώς φυσιολογικά, ο θρίαμβος του Μητσοτάκη ήταν η πανωλεθρία του Τσίπρα. Στην πολιτική σπανίως υπάρχουν ισοπαλίες.

Με την ψυχραιμία όμως των ωρών που ακολουθούν το εκλογικό αποτέλεσμα έχω μια απορία.

Γιατί είδαμε τη νίκη αλλά όχι τον θρίαμβο, την ήττα αλλά όχι την πανωλεθρία;

Με άλλα λόγια, γιατί αξιολογήσαμε ορθά αυτό που συμβαίνει αλλά δεν διαβλέψαμε έγκαιρα πού θα καταλήξει;

Η απάντηση είναι απλή και κοινή. Επειδή μέσα από αδιευκρίνιστα κανάλια σκέψης είχαμε δεχτεί ότι η κανονικότητα μπορεί να οικοδομηθεί πάνω στα απομεινάρια ή τα απότοκα της κρίσης.

Αποδείχτηκε ότι δεν μπορεί. Κάθε νέα κατάσταση κουβαλάει μαζί τα δικά της οικοδομικά υλικά.

Παραδόξως όμως μια πνευματική οκνηρία είχε οδηγήσει ακόμη και σοβαρούς ανθρώπους να πιστέψουν ότι μετά την κρίση τα πράγματα απλώς θα γίνουν «σαν πριν» - άντε με τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του ΠΑΣΟΚ, ίσως και τον Τσίπρα στο κοστούμι του Παπανδρέου.

Η ίδια η σκέψη είναι εξόχως παρδαλή. Αλλά είχε πέραση, ιδίως σε όσους είχαν υπερεκτιμήσει τον Τσίπρα και υποτιμήσει τον Μητσοτάκη.

Στην πραγματικότητα, οι δύο πολιτικοί δεν είναι καν συγκρίσιμοι.

Ο Μητσοτάκης είναι το τυπικό είδος ενός κανονικού πολιτικού σε μια σύγχρονη δυτική χώρα.

Ο Τσίπρας είναι το πρότυπο ενός πολιτικού που γεννήθηκε από την κρίση και επιχειρεί να επιβιώσει μετά από αυτήν.

Η ίδια η κρίση τους διασταύρωσε και τους έφερε αντιμέτωπους. Η ίδια η κανονικότητα τους εμποδίζει να συνυπάρξουν.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως από το περασμένο καλοκαίρι εξελίχθηκε μια επιχείρηση αποσταθεροποίησης, ακόμη και ανατροπής του Μητσοτάκη.

Η Ουκρανία, οι υποκλοπές, η ακρίβεια, τα Τέμπη ήταν απλώς οι αφορμές.

Η αιτία ήταν η κανονικότητα. Ανθρωποι που έχτισαν καριέρες και φιλοδοξίες πάνω στην απόρριψη ή την άρνησή της δεν αντέχουν να την αποδεχτούν. Δεν τους συμφέρει - το έχει εξηγήσει σε μια εμβληματική παραδοχή και η Αχτσιόγλου.

Η επιχείρηση έληξε άδοξα εκεί όπου οι δημοκρατίες κρίνουν τα πράγματα: στην κάλπη.

Ο θρίαμβος του Μητσοτάκη και η πανωλεθρία του Τσίπρα ήταν τελικά η φυσιολογική κατάληξη μιας απόπειρας αποσταθεροποίησης που απέτυχε.

Και απέτυχε επειδή κανείς και πάντως όχι η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία δεν ήθελε να ρισκάρει την κανονικότητα που μόλις έχει κατακτήσει.

Το μήνυμα είναι θετικό αφού η χώρα έδειξε ότι θα συνεχίσει την πορεία της παρά τον ορυμαγδό τοξικότητας που την πλημμύρισαν.

Κι αν δεν το είδε κανείς να έρχεται είναι μάλλον επειδή έχουμε ξεσυνηθίσει σε τέτοια θετικά μηνύματα τα τελευταία χρόνια.

"ΤΑ ΝΕΑ", 23/05/23

Το σφουγγάρι του πελάτη

Τώρα που το εκλογικό αποτέλεσμα ανήκει στην Ιστορία, γιατί είναι όντως ένα ιστορικό αποτέλεσμα, είναι ευκαιρία να δούμε με ψυχραιμία τι ψήφισαν οι Ελληνες και να βγάλουμε τα αναγκαία συμπεράσματα. Ενα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι οι δημοσιογράφοι είμαστε ολίγον τι μακριά νυχτωμένοι. Ζυμώνουμε μεταξύ μας διάφορα σενάρια, μερικοί το ρίχνουν στις αυτοεκπληρούμενες προφητείες, άλλοι κάνουν τα πιστεύω τους «θέλω» και κάποιοι προωθούν για το «μεροκάματο» απόψεις που καμιά σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα.

Ανακαλύπτοντας κάθε φορά «κρίσιμα» και «καταλυτικά» γεγονότα, οι περισσότεροι εξ ημών επιχειρούν να προβλέψουν τα μελλούμενα και το αποτέλεσμα είναι όχι απλώς να πέφτουν έξω στις (να τις κάνει ο Θεός) προβλέψεις τους, αλλά να μεγαλώνει και η απόσταση από αυτά που πραγματικά πιστεύει ο μέσος Ελληνας. Θα δώσω μερικά παραδείγματα εν τάχει.

Υποστήριζε ο πολακισμός του ΣΥΡΙΖΑ ότι η διαχείριση του δεύτερου κύματος της πανδημίας ήταν, σε αντίθεση με εκείνη του πρώτου, τραγική, από κοντά εμείς να στηρίξουμε. Και να υιοθετήσουμε απνευστί απόψεις, όπως η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες θέσεις παγκοσμίως στους δείκτες θνητότητας κι ακόμη το ΕΣΥ που καταρρέει, οι υγειονομικοί που λείπουν, τα εγκληματικά λάθη, οπότε - συμπέρασμα - «τελείωσε» η διακυβέρνηση Μητσοτάκη, όποτε και αν πραγματοποιηθούν οι εκλογές.

Σκάνδαλο των υποκλοπών. Μπλα... μπλα… μπλα… το μεγαλύτερο σκάνδαλο από τη Μεταπολίτευση και μετά, πλήγηκε ο πυρήνας της δημοκρατίας, κατέρρευσαν οι θεσμοί, είναι καθ' ολοκληρίαν υπεύθυνο το Μέγαρο Μαξίμου, αρχιερέας των υποκλοπών ο Μητσοτάκης. Επιμύθιο, «Μητσοτάκης τέλος» στις εκλογές.

Δυστύχημα στα Τέμπη. Βαριές ευθύνες, κακή συντήρηση του δικτύου, κομματοκρατία στους σιδηροδρόμους, υπεύθυνος ο Κ. Καραμανλής, περισσότερο υπεύθυνος για το δυστύχημα και τους θανάτους ο Μητσοτάκης που τον διόρισε, εμπλέκεται στην τραγωδία το Μέγαρο Μαξίμου, εγκληματίας ο Μητσοτάκης. Συμπέρασμα, όποτε και αν γίνουν οι εκλογές, ο Μητσοτάκης θα συντριβεί.

Και φυσικά σκάνδαλα, την ευθύνη των οποίων έχει, φυσικά, ο Μητσοτάκης, αφού αυτός διόρισε τους εμπλεκομένους, είναι εκείνος που τους έκανε «πλάτες», τους κάλυπτε και τους ενθάρρυνε. Διότι πρώτος αυτός τα «πιάνει» ως επικεφαλής της «Μητσοτάκης ΑΕ», άρα οι εκλογές θα επισφραγίσουν αυτό που είναι βέβαιο - ότι ο λαός έχει ήδη αποφασίσει να τον αλλάξει.

Και ήρθε ο πολίτης, κρατώντας ένα μεγάλο σφουγγάρι στο χέρι, και έκανε ένα «σβου» και τα έσβησε όλα αυτά. Εκατομμύρια σφουγγάρια, για την ακρίβεια, έκαναν την ίδια δουλειά την Κυριακή. Εσβηναν ασταμάτητα. Αφήνοντας εμάς τους δημοσιογράφους με την απορία γιατί δεν καταλάβαμε τίποτε από τον πολιτικό σεισμό που προετοίμαζε η κοινωνία για να μας συνεφέρει. Ολους. Πολιτικούς, μέσα ενημέρωσης, δημοσκόπους, δημοσιογράφους…

Η Αλλαγή που δεν περίμενε

Ενα δεύτερο συμπέρασμα για το αποτέλεσμα της Κυριακής είναι ότι οι Ελληνες ψήφισαν όντως Αλλαγή, όπως τους είχε ζητήσει με ένταση ο Αλ. Τσίπρας, κλέβοντας αδιάντροπα τα συνθήματα του ΠΑΣΟΚ. Μόνο που η Αλλαγή που ψήφισε - με συντριπτικό ποσοστό - το εκλογικό σώμα αφορά τον ίδιο. Αλλη εξήγηση δεν υπάρχει. Να ζητάς απαλλαγή της χώρας από την «καταστροφική κυβέρνηση Μητσοτάκη» και το εκλογικό σώμα να σου απαντάει, αν πρέπει κάποιος να φύγει, αυτός είσαι εσύ. 

Και εδώ, επειδή τα λέμε όλα, όπως ξέρετε, θα πούμε και αυτό: πραγματικά ο Τσίπρας είχε μια θεαματική πορεία στην ελληνική πολιτική ζωή. Μέσα σε 15 χρόνια που ηγείται του ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να πάρει ένα μικρό κόμμα από το χέρι και να το ανεβάσει στην εξουσία (ανεξάρτητα από τις βαριές επιπτώσεις στην πορεία της χώρας). Κυβέρνησε επί 4½ χρόνια, έκανε άλλα 4 χρόνια αρχηγός της αντιπολίτευσης, αλλά η σκληρή αλήθεια είναι ότι έχει πλέον εκμετρήσει τον πολιτικό του βίο. Μέσα σε αυτά τα 15 χρόνια τα έχει πει όλα, δεν έχει αφήσει τίποτε που να μην το έχει αγγίξει, να μην έχει δώσει υποσχέσεις, να μην έχει δεσμευτεί. 

Το όραμά του για τη χώρα το ξέρουμε πια, και από την καλή και από την ανάποδη. Είναι εντελώς παρωχημένο. Δεν συμβαδίζει με τις ανάγκες της. Και φάνηκε από την προεκλογική καμπάνια που έκανε. Τη συνόψισε στο θολό τρίπτυχο «αύξηση μισθών - μείωση τιμών - ρύθμιση χρεών» κι ό,τι κατάλαβε κανείς, κατάλαβε. Δεν είχε τίποτε καινούργιο να πει στο εκλογικό σώμα και μοιραία αποδοκιμάστηκε με τρόπο σοκαριστικό.

Μνημείο αλαζονείας

Ηλπιζα, όπως και πολλοί άλλοι, ότι θα αποκωδικοποιήσει σωστά το μήνυμα και θα πράξει ανάλογα. Οτι θα αφήσει κατά μέρος τα παπατζιλίκια. Ξεγελάστηκα. Η χθεσινή του δήλωση ότι «είναι παρών» αποτελεί μνημείο αλαζονείας και οίησης με την εξουσία. Τίποτα δεν κατάλαβε. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά η άθλια επίθεση στο ΠΑΣΟΚ φανέρωσε και ποιο είναι το πραγματικό του πρόβλημα πλέον. Το ΠΑΣΟΚ έρχεται «με φόρα» και στις εκλογές του Ιουνίου θα είναι δεύτερο κόμμα. Και το ξέρει.

 Οσο για το «παρών» που δήλωσε, θυμίζω απλώς ότι πριν από τις εκλογές, την περασμένη Τρίτη, αν θυμάμαι καλά, έδωσε μια συνέντευξη στο Mega, στην εκπομπή της δικιάς μας Δανάης. Και όταν ρωτήθηκε τι σκοπεύει να κάνει αν χάσει τις εκλογές (επειδή νωρίτερα είχε αναφέρει για τον Κυριάκο ότι θα πρέπει να φύγει την επόμενη ημέρα!) είχε απαντήσει το καταπληκτικό: «Στον ΣΥΡΙΖΑ είναι αλλιώς. Κερδίσει ή χάσει ο Τσίπρας, θα υπάρξει μια εκτίμηση απέναντί του (;!!) αλλά και η δυνατότητα, και νομίζω είναι υγιές, όποιος διαφωνεί μαζί μου να το λέει δημόσια και ανοιχτά»!!

Αύριο θα κάνει μια «εκτίμηση» στην Κεντρική Επιτροπή και φυσικά θα συνεχίσει. Γιατί «τέτοιος είναι», που θα έλεγε και ο Μήτσος Κουτσούμπας…

Γιατί έπεσαν έξω οι δημοσκόποι

Και μια κουβέντα για τις δημοσκοπήσεις και το γιατί έπεσαν τόσο έξω. Για το γιατί προέβλεπαν διαφορά 6 και 7 μονάδων μεταξύ ΝουΔου και ΣΥΡΙΖΑ και τελικά η διαφορά που καταγράφηκε ήταν 20 μονάδες. Υπάρχει εξήγηση. Οφείλεται στον ανηλεή πόλεμο που έχει εξαπολύσει εναντίον τους ο ΣΥΡΙΖΑ, συνειδητά, μεθοδευμένα, επίμονα, εδώ και έξι επτά χρόνια. Από την εποχή που ήταν κυβέρνηση. Τα αποκάλυψαν όλα με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες κορυφαίοι δημοσκόποι, όπως ο Στράτος Φαναράς, ο Θωμάς Γεράκης, ο Ζαχαρίας Ζούπης και ο Δημήτρης Μαύρος, που τελευταία συνεργαζόταν με τον Τσίπρα. Επιθέσεις, στα όρια του εκβιασμού, για να συντηρηθεί το αφήγημα ΣΥΡΙΖΑ. Οτι πότε τα «μεγάλα οικονομικά συμφέροντα» πλήρωναν τις εταιρείες για να βγάζουν ευνοϊκές δημοσκοπήσεις υπέρ του Κυριάκου και πότε, όταν η ΝουΔου έγινε κυβέρνηση, τα «έπιαναν» απευθείας από το Μέγαρο Μαξίμου για να στηρίζουν την κυβέρνηση. Ετσι, εξαναγκάστηκαν να κάνουν το ακριβώς αντίθετο από αυτό που τις συκοφαντούσε ο ΣΥΡΙΖΑ: να μεγαλώνουν το δικό του ποσοστό και να κρατούν «προσγειωμένη» τη ΝουΔου και εξαφανισμένο σε μονοψήφιο ποσοστό το ΠΑΣΟΚ!
Γκεμπελίστικες πρακτικές…

Συκοφαντικές επιθέσεις

Οταν δηλαδή ο Τσίπρας έλεγε οι εταιρείες «υποεκτιμούν» τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ ή ότι οι δημοσκοπήσεις είναι «φτιαχτές», κατασκευασμένες, διότι «δύο στους επτά απαντούν», στην πραγματικότητα γνώριζε (και το γνώριζε καλά, διότι τον ενημέρωνε ο Δ. Μαύρος) ότι έτσι θα αύξαναν το ποσοστό του για να αποφύγουν τις συκοφαντικές επιθέσεις του.

Και μην πιάσω τώρα την άλλη άθλια ιστορία (στα όρια της υστερίας) των δήθεν «εχθρικών» μέσων ενημέρωσης προς τον ΣΥΡΙΖΑ, επειδή ΜΜΕ και δημοσιογράφοι ήταν «πετσοταϊσμένοι». Ή τις απειλές του φουκαρά του «πολλά βαρύ και όχι» Πολάκη για «την άλλη φορά που θα 'ναι αλλιώς» και έμεινε ο κακομοίρης με τις μαγκιές και τα νταηλίκια στο χέρι…

Στην εύανδρο Ηπειρο, για κάτι τέτοιες περιπτώσεις, οι άνθρωποι έχουν μια σόκιν παροιμία, την οποία φυσικά δεν θα αναφέρω, αλλά θα κάνω μια μικρή, πλην ρεαλιστική, νύξη. Ομιλώ περί της «κοντής…» της οποίας συνήθως «της φταίνε οι τρίχες». Να τα λέμε κι αυτά…


"ΤΑ ΝΕΑ", 23/05/23

ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΨΥΧΟΓΙΟΥ

Το ανώτερο από κάθε πρόβλεψη νικηφόρο 40% της ΝΔ αποτελεί μεγάλη προσωπική επιτυχία του κ. Μητσοτάκη αλλά ας το δούμε στα πραγματικά του μέτρα: την εποχή του «μεγάλου δικομματισμού» τα ποσοστά που απαιτούνταν για τη νίκη ήσαν πάνω από 43% και για το ΠαΣοΚ και για τη Νέα Δημοκρατία - για παράδειγμα, το 2000 ο Κώστας Καραμανλής είχε χάσει τις εκλογές με 42,7%.

Και για την επίσης απρόβλεπτη και ασυνήθη αύξηση του εκλογικού ποσοστού της ΝΔ κατά 1% (από 39,8% στο 40,8%) υπάρχει προηγούμενο, το 2000 ξανά: το ΠαΣοΚ επί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη είχε άνοδο 2,3% (από 41,5% το 1996 σε 43,8 το 2000).

Αυτό που καθιστά θρίαμβο τη νίκη της ΝΔ δεν είναι η δική της επίδοση καθεαυτή αλλά η διαφορά 20% με την αξιωματική αντιπολίτευση: κάτι τέτοιο είχε να συμβεί από τη δεκαετία του 1970, αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, όταν ηγείτο της ΝΔ ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Αν συνυπολογίσουμε στην καταστροφική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ την αποτυχία των κομμάτων Βαρουφάκη και Κωνσταντοπούλου, αυτό που τέλειωσε προχθές πανηγυρικά είναι το «2015», τα τρομερά και απαράδεκτα που έγιναν εκείνη τη χρονιά για τα οποία επαίρονταν ακόμη οι υπεύθυνοι.

Ηττήθηκαν η βία, η ασύστολη ψευδολογία, ο τυχοδιωκτισμός και η τραγελαφική προσδοκία του Αλέξη Τσίπρα ότι μπορούσε να γίνει πρωθυπουργός όντας ταυτόχρονα αντισυστημικός και σοσιαλδημοκράτης.

Ο κ. Τσίπρας φαίνεται να μην κατάλαβε τίποτα: αποδίδει την ήττα του στα «κόμματα της ήσσονος και προοδευτικής αντιπολίτευσης» διότι έκαναν «μονομέτωπη επίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ την ώρα που έτεινε χείρα προοδευτικών συγκλίσεων»! Εξακολουθεί να πιστεύει ότι σπέρνοντας μίσος και χολή δημιουργούνται συνθήκες «προοδευτικών συγκλίσεων».

Και συμπλήρωσε ότι «ηττήθηκε η στρατηγική της απλής αναλογικής», αποδεικνύοντας αυτό που είχαμε καταλάβει: δεν την ήθελε. Ήθελε πλήρη και ανεμπόδιστη άσκηση της εξουσίας. Δεν είναι δυστυχώς ο μόνος. Αυτό το στοιχείο της μη συνεργατικής πολιτικής κουλτούρας έχει βλάψει τη χώρα. Το παράδοξο είναι ότι παράλληλα ευδοκιμεί ο μεγάλος άτυπος συνασπισμός της ΝΔ από κεντρώους φιλελεύθερους ως σκληρούς δεξιούς του «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια».


Μένει να δούμε πώς θα διαχειριστεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης τη αναμενόμενη νέα πρωθυπουργία του, δεδομένου ότι οι δεύτερες τετραετίες όλων ανεξαιρέτως των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων ήσαν χειρότερες από τις πρώτες. Και ο νικών δεν δικαιώνεται, η νίκη δεν έσβησε τα γνωστά ατοπήματα της προηγούμενης θητείας.

Μένει να δούμε ακόμη πώς θα αξιοποιήσει τη μικρότερη αλλά σημαντική νίκη του ο Νίκος Ανδρουλάκης. Είναι πρόσφατο το αντιπαράδειγμα που διδάσκει τι δεν πρέπει να κάνει: η προσφυγή σε «παπανδρεϊκά πρότυπα» όχι μόνο δεν φέρνει νίκη, όπως νόμιζε ο κ. Τσίπρας, αλλά ούτε καν σώζει.


"ΤΑ ΝΕΑ", 23/05/23





















Πρόσω ολοταχώς για ισχυρή κυβέρνηση

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέστρεψε αμέσως τη διερευνητική εντολή στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου και ανέδειξε την πρόθεσή του για νέες εκλογές στις 25 Ιουνίου


ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΚΑΝΕΛΛΗ

Εκλογές, ενδεχομένως και στις 25 Ιουνίου. Αυτή είναι η επιθυμία του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως την εξέφρασε χθες το πρωί κατά την επίσκεψή του στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, προκειμένου να λάβει τη διερευνητική εντολή για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Γι' αυτό τον λόγο, άλλωστε, έπειτα από συνομιλία του με όλους τους πολιτικούς αρχηγούς το κόμμα των οποίων μπαίνει στη Βουλή, το απόγευμα επέστρεψε την εντολή, προκειμένου να επισπευσθούν οι διαδικασίες.

Στη διάρκεια της συνάντησής του με την Πρόεδρο, ο Πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι είναι απαραίτητη το συντομότερο δυνατόν ισχυρή κυβέρνηση και, κατεδαφίζοντας ακόμα περισσότερο την παρένθεση της απλής αναλογικής, επέμεινε ότι «το καλύτερο για τη χώρα είναι να συζητήσουμε για τα πραγματικά προβλήματα, πώς θα αυξήσουμε τους μισθούς και πώς θα στηρίξουμε το κοινωνικό κράτος. Αλλά να μιλήσουμε και για τις προκλήσεις και για τα θέματα που αφορούν τη νέα γενιά».

Τα αίτια της νίκης της ΝΔ

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν ο μόνος πολιτικός αρχηγός που δεν αμπαλάριζε με ιδεολογικές αναφορές τον λόγο του, αλλά μιλούσε για συγκεκριμένα ζητήματα - για τα επιτεύγματα της κυβέρνησής του, τις παραλείψεις και τα λάθη της και για τους τομείς που θα χρειαστούν μεταρρυθμιστική ένταση. Απ' αυτή την άποψη, το αποτέλεσμα των προχθεσινών εκλογών, το 40,79% έναντι του 20,07%, δεν ήταν απλώς η συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ. Ηταν μια στρατηγική νίκη της κυβέρνησής του. Πραγματιστής και συγκεκριμένος, ο Μητσοτάκης προεκλογικά μίλησε για προβλήματα και πιθανές λύσεις. Σε αντίθεση με τους αντιπάλους του, που μιλούσαν μια δύσχρηστη κομματική σλανγκ βουτηγμένη στην ιδεολογικοποίηση των πάντων.

Με άλλα λόγια, η ΝΔ, μέσα από την κυβερνητική της θητεία κατάφερε να εμφανιστεί ως η μοναδική λύση διακυβέρνησης, ως μια δύναμη που εμπέδωσε τη σταθερότητα και προδιέγραψε τις κατευθύνσεις μιας οικονομίας που επιθετικά ανακάμπτει. Ο προεκλογικός της ρόλος έδωσε έμφαση στη σταθερότητα, στο πόσο πολύτιμη είναι και στο ότι οι αντίπαλοί της δεν είχαν αξιόπιστο και κοστολογημένο προγραμματικό σχέδιο.

Λίγες εβδομάδες πριν από τις κάλπες, κυκλοφόρησε στα κοινωνικά δίκτυα ένα πολύ έξυπνο αστείο. Μια χειρόγραφη απόδειξη ταβέρνας, τα φαγητά ήταν γραμμένα με γράμματα που δεν διαβάζονταν και πλάι τους οι τιμές εμφανίζονταν ως κοστολόγιο του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ. Οι πολίτες καταλάβαιναν ότι δεν μπορούν να εμπιστευτούν ένα κόμμα οι εκπρόσωποι του οποίου, στην τηλεόραση, αντιμετώπιζαν το οικονομικό πρόγραμμά τους σαν τέτοιου τύπου πρόχειρο μπακαλοτέφτερο.

Κάπως έτσι, οι υποσχέσεις, τα τοπικά νομίσματα, οι μνήμες των capital control απλώς προσετίθεντο στην εχθροπάθεια, στη γενικολογία και στα κυβερνητικά σχέδια που εναλλάσσονταν αφού κανένα δεν φαινόταν εφικτό ή βιώσιμο. Μιλώντας με συριζαϊκά στερεότυπα για τις ζωές μας, ο Τσίπρας και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έδειχναν πόσο περιφρονούν τη μεσαία τάξη, τους αγρότες, τους νέους - τις κοινωνικές ομάδες που κυρίως τους μαύρισαν. Αλλά εδώ που τα λέμε, ακόμα μια φορά, περιφρονούσαν την πραγματικότητα: πώς αλλιώς να περιγράψει κανείς την κατάσταση κατά την οποία όλες οι δημοσκοπήσεις περιέγραφαν μια μεγάλη ήττα ενώ απτόητα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ διατυμπάνιζαν τη βεβαιότητά τους ότι θα είναι «άχαστοι», πρώτο κόμμα;

Τα υπόλοιπα ήταν θέμα μιας Κυριακής που αποδείχτηκε μοιραία.

Η μέρα της κρίσης

Η επόμενη μέρα είναι μέρα κρίσης για τον ΣΥΡΙΖΑ. Βαδίζοντας προς την επόμενη εκλογική αναμέτρηση, εκτός από μια κρίση ηγεσίας που σοβεί και αργά ή γρήγορα θα εκδηλωθεί, μένει χωρίς προεκλογικό αφήγημα. Τι μπορεί να πει ο Αλέξης Τσίπρας στους πολίτες πηγαίνοντας εκ νέου στις κάλπες; Και πώς; Με τι μούτρα θα βγει ξανά στο μπαλκόνι; Ολη η στρατηγική του της τελευταίας τετραετίας, και της προεκλογικής περιόδου, έχει ακυρωθεί. Κι όταν δεν μπόρεσε να αποκτήσει προγραμματικό λόγο μια ολόκληρη τετραετία, θα τον αποκτήσει τώρα;

Δεν μένει λοιπόν άλλη προοπτική από την προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα της στρατηγικής της εχθροπάθειας και της υπονόμευσης της κυβερνησιμότητας της χώρας. Τι επιδιώκει ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Την αυτοδυναμία, προκειμένου να εφαρμόσει, με σχετική κοινοβουλευτική άνεση, το πρόγραμμά του. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα πολεμήσει την πορεία της ΝΔ προς την αυτοδυναμία.

Το έναυσμα ήδη έδωσε χθες ο ξάδελφος Γιώργος Τσίπρας, ο οποίος δήλωσε στο Mega ότι στόχος πλέον του ΣΥΡΙΖΑ είναι να μην πάρει αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές ο Μητσοτάκης. Με δεδομένη την αδυναμία του κόμματος στη χθεσινή συνεδρίαση του Εκτελεστικού Γραφείου του να αναλάβει και να περιγράψει κομματικές ευθύνες για την ήττα, είναι περίπου νομοτέλεια ένας νέος γύρος με στρατηγικό στόχο «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα». Αν όμως ο ετεροπροσδιορισμός στην προχθεσινή εκλογική διαδικασία συνέθλιψε τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, καταλαβαίνει τι επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει στην επόμενη εκλογική διαδικασία η αδυναμία του να αυτοπεριχαρακωθεί και να μιλήσει, έστω γενικόλογα, προγραμματικά.

Επιπλέον παράγων ανησυχίας είναι η δυναμική που μπορεί να διαφανεί έναντι του ΣΥΡΙΖΑ από το ΠΑΣΟΚ, που θα συνεχίσει τις βολές κατά των δύο αντιπάλων του, αν και η αντιδεξιά ρητορική του θα ανταγωνίζεται πρωτίστως την ανάλογη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ. Χθες, φόρτωσαν στο ΠΑΣΟΚ τη συντριβή τους, οπότε κατανοεί κανείς ότι ήδη αρχίζουν οι αψιμαχίες και στο άλλο μέτωπο. Πόλεμος παντού λοιπόν. Αχαρο για τον Αλέξη Τσίπρα και το κόμμα του να προσπαθούν να αποφύγουν τη μοίρα του χαμένου.

Η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι προφανές ότι θα συνεχίσουν την επιτυχημένη έως σήμερα στρατηγική τους. Ηπιος πολιτικός λόγος, αναφορά στις κυβερνητικές προτεραιότητες, εκκλήσεις για πολιτική σταθερότητα, αποφυγή αδιαλλαξίας. Στόχος είναι ασφαλώς η αυτοδυναμία, χάρη στο μπόνους του συστήματος ενισχυμένης αναλογικής με το οποίο θα γίνουν οι επόμενες εκλογές. Στόχος, επίσης, είναι το ποσοστό που έλαβε το κόμμα στην εκλογή της 21ης Μαΐου, αν και δεν θα δοθεί έμφαση σε αυτό, επειδή κάθε εκλογική διαδικασία έχει τις ιδιοτυπίες της - το κόμμα πάντως θα μιλάει για πλειοψηφία αυτοδυναμίας.

Τη ΝΔ απασχολεί, επίσης, πώς θα ανακόψει προγραμματικά την ενίσχυση του ιδιότυπου κόμματος Νίκη, που χάρη στο αποτέλεσμα που επέτυχε αποκτά δυναμική εισόδου στη Βουλή - η μιντιακή γνωριμία με τα στελέχη του, πάντως, μπορεί να ενισχύσει αλλά και να ανακόψει τη φόρα με την οποία μπήκε στο πολιτικό παιχνίδι. Ανάλογα προβλήματα έχει και με την Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, αλλά και με το ΜέΡΑ 25 του Βαρουφάκη. Κάθε μικρό κόμμα που πιάνει το όριο του 3% και μπαίνει στη Βουλή, στερεί έδρες που αναλογικά θα κατέληγαν σε μεγαλύτερο βαθμό στο πρώτο κόμμα, υπονομεύουν δηλαδή την αυτοδυναμία του. Η ΝΔ θα χρειαστεί να ασχοληθεί σοβαρά με το παζλ της αυτοδυναμίας.

Τέλος, πάντα, σε κάθε εκλογική αντιπαράθεση, υπάρχει ο φόβος του απρόοπτου, γι' αυτό τα υπουργεία και οι υπηρεσίες θα επαγρυπνούν. Η ΝΔ γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει ένα απρόοπτο συμβάν, από τις δημοσκοπικές επιπτώσεις που αντιμετώπισε μετά το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, αλλά και λόγω της δυσαρέσκειας που τροφοδότησαν οι μεγάλες πυρκαγιές του καλοκαιριού του 2021 στην Εύβοια.

Στόχος η κοινοβουλευτική πλειοψηφία με 180 έδρες στις επόμενες κάλπες


ΤΗΣ ΕΛΕΝΗ ΕΥΑΓΓΕΛΟΔΗΜΟΥ


Ταυτόχρονα με την ανάλυση που κάνουν οι επιτελείς σε Μαξίμου και οδό Πειραιώς για τα ποιοτικά δεδομένα της κάλπης, μετά τον «πολιτικό σεισμό» το βλέμμα των γαλάζιων στρέφεται στους (νέους) στόχους, στους φόβους και στα διακυβεύματα της δεύτερης αναμέτρησης. Αυτά συνοψίζονται στις λέξεις «κανονικότητα» και «μεταρρυθμίσεις», οι οποίες είναι βέβαιο ότι θα βρεθούν στο επίκεντρο της προεκλογικής ρητορικής του Κυριάκου Μητσοτάκη εν όψει της 25ης Ιουνίου, καθώς από προχθές ο ίδιος έδειξε να δεσμεύθηκε για μεγαλύτερες ταχύτητες στον δρόμο «της προόδου» και των «τολμηρών μεταρρυθμίσεων». Οσο για τις ανησυχίες, αυτές προκαλούνται κυρίως από την απόσταση 20 μονάδων από τον ΣΥΡΙΖΑ, με χαρακτηριστική για τις σκέψεις που κάνει ο Μητσοτάκης την προειδοποίησή του ότι δεν θα ανεχθεί «αλαζονεία» και «έπαρση» από τα στελέχη του. Οπως έλεγε το βράδυ των εκλογών, επιχειρώντας ισορροπίες, «πρώτος εγώ ξέρω πόση πολλή δουλειά έχουμε τώρα» με οδηγό, κατά τα λεγόμενά του, τη «γλώσσα της αλήθειας», τη σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες, τη διάθεση για «αυτοκριτική».

Η διαχείριση της εντυπωσιακής νίκης της κεντροδεξιάς παράταξης περνά μέσα και από μια διαδικασία επαναξιολόγησης του πολιτικού τοπίου και ταυτόχρονα των στόχων της ΝΔ για τις δεύτερες εκλογές. Μαξίμου και Πειραιώς θέλουν να βάλουν πιο ψηλά τον πήχη, με ενδεικτικές τις συζητήσεις στελεχών της ΝΔ για πιο φιλόδοξους στόχους, συγκεκριμένα για κοινοβουλευτική πλειοψηφία ακόμα και 180 βουλευτών - στον ορίζοντα, μεταξύ άλλων, της βούλησης του Μητσοτάκη να εκκινήσει τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, αλλά και την προεδρική εκλογή του 2025.

Εκλογολόγοι επισημαίνουν ότι ο εκλογικός πήχης για την αυτοδυναμία εξαρτάται καθοριστικά (είτε ανεβαίνει είτε πέφτει) από το άθροισμα των ποσοστών που συγκεντρώνουν τα κόμματα τα οποία δεν κατορθώνουν να μπουν στη Βουλή. Το ποσοστό 40%+ σε περιβάλλον ενισχυμένης αναλογικής θα μεταφραζόταν για τη ΝΔ σε 171 έδρες - και όχι στις 146 που έλαβε με την απλή αναλογική. Με το κλιμακούμενο μπόνους, οι 180 έδρες θα απαιτούσαν ποσοστό 43,5% στην ίσως δύσκολη περίπτωση να επαναληφθεί στις 25 Ιουνίου το αθροιστικό 16% που συγκέντρωσαν προχθές τα εκτός Βουλής κόμματα, ενώ ο πήχης ανεβαίνει στο 46%+ εφόσον ανέλθουν στο 10% τα κόμματα που δεν θα πιάσουν το όριο εισόδου στη Βουλή. Σε κάθε περίπτωση, το γαλάζιο στρατόπεδο ξαναβάζει στο τραπέζι τη στρατηγική της επόμενης περιόδου, ξορκίζοντας πρωτίστως τον εφησυχασμό.

Το έλλειμμα της Αριστεράς και του κ. Τσίπρα

Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας ακριβώς δεν κατάφεραν να παρουσιάσουν ένα συνεκτικό, οργανωμένο και συμβατό με τη θέση της χώρας στον κόσμο σχέδιο, ικανό να αναγεννά τις προσδοκίες της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.


ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΡΑΚΟΥΣΗ

Μετά την ήττα του 2019 ο Αλέξης Τσίπρας υποσχέθηκε ότι θα αλλάξει και θα ανανεώσει το κόμμα του, αφού μελετήσει και αξιολογήσει τα λάθη και τις αδυναμίες της κυβερνητικής του θητείας. Ωστόσο ο χρόνος κυλούσε και εκείνος δυσκολευόταν να εκπληρώσει μετεκλογικές του υποσχέσεις. Επί τρία χρόνια ταλαντευόταν, αποφεύγοντας τη σύγκρουση με τη συνομοσπονδία δυνάμεων που ορίζει τον ΣΥΡΙΖΑ. 

Δώδεκα μήνες πριν στηθούν οι τωρινές κάλπες έκανε μια απόπειρα να «κουνήσει» τα λιμνάζοντα νερά του κόμματός του, αλλά απεδείχθη ασθενής και ημιτελής. Και έτσι το κόμμα του και ο ίδιος παρέμειναν εγκλωβισμένοι και εξαρτημένοι από τον γνωστό εχθροπαθή παλαιοκομματικό κύκλο που υποσχόταν υποτίθεται «δικαιοσύνη παντού», αλλά δεν μπορούσε να προσθέσει ούτε γραμμή σε ένα σχέδιο συνεκτικό και οργανωμένο για τη χώρα και τους πολίτες. 

Ο τρόπος που πολιτεύθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ όλα τα προηγούμενα χρόνια των επάλληλων κρίσεων μόνο έλλειμμα κατανόησης των συνθηκών και αδυναμία προσδιορισμού καθαρής γραμμής φανέρωνε και τίποτε άλλο. Ιδιαιτέρως στην τελευταία φάση της μεταπανδημικής περιόδου δεν αξιολόγησε τη μεταβολή των οικονομικών συνθηκών, υποτίμησε τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και αγνόησε εντελώς τον κύκλο των ισχυρών προσδοκιών που γεννήθηκαν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο.

 Παρά την αναγνωρισμένη από όλους τους διεθνείς οργανισμούς πρόοδο της ελληνικής οικονομίας, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας επέμειναν στην αβάσιμη και αστήρικτη ρητορική της απόλυτης καταστροφής των πολλών προηγούμενων χρόνων. Η Ελλάδα απολάμβανε καλύτερες οικονομικές συνθήκες, βελτίωνε τις εξαγωγικές και τουριστικές επιδόσεις της, οι επιχειρήσεις και τα ακίνητά της γίνονταν αντικείμενο διεκδίκησης από ξένους επενδυτές, οι αγορές της, της εργασίας συμπεριλαμβανομένης, άνθιζαν ξανά, οι προσδοκίες όλων των εμπορευομένων αγαθά και υπηρεσίες εκτοξεύονταν στα ύψη και ο Αλέξης Τσίπρας απευθυνόταν σε ένα υποσύνολο του εκλογικού σώματος, επιμένοντας στις γκρίζες εικόνες των αρχών της περασμένης δεκαετίας.

Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα σχεδόν του συνόλου της Αριστεράς και τμημάτων της Κεντροαριστεράς. Δεν «διαβάζουν» σωστά την ελληνική κοινωνία και δεν παρακολουθούν την εξέλιξη και τις κατά καιρούς μετατοπίσεις της.

Η ελληνική κοινωνία είναι πιο σύνθετη στη συγκρότησή της από ό,τι αντιλαμβάνονται οι επιτελείς του ΣΥΡΙΖΑ και πολλών άλλων κομμάτων. Η συνθετότητά της έχει περιγραφεί σε ανύποπτο χρόνο από τον Κωνσταντίνο Τσουκαλά, ο οποίος από τη δεκαετία του '80 ακόμη μιλούσε για την περίφημη «πολυσθένεια», για αυτή την ιδιάζουσα κατάσταση όπου ένα άτομο μπορεί να συγκεντρώνει περισσότερες από μια ιδιότητες, με αποτέλεσμα τα πρόσωπα να βρίσκονται σε μια διαρκή σύγχυση εξαιτίας της εσωτερικής σύγκρουσης συμφερόντων, η οποία ορίζει κάθε φορά και την ευμετάβλητη εκλογική στάση και συμπεριφορά τους.

Οι Ελληνες μπορεί να είναι ταυτόχρονα μισθωτοί και ιδιοκτήτες ακινήτων, εισοδηματίες και μικροπαραγωγοί, ελεύθεροι επαγγελματίες και αγρότες μαζί, συνταξιούχοι και διαχειριστές μικρών τουριστικών καταλυμάτων. Μόνο και μόνο το γεγονός ότι η Ελλάδα διατηρεί ένα από τα υψηλότερα ποσοστά διάχυσης της ατομικής ιδιοκτησίας στην Ευρώπη αρκεί για να κατανοήσει κανείς πόσο επιδραστικές μπορούν να γίνουν οι προσδοκίες επαύξησης της αξίας των ακινήτων και των εισοδημάτων που απορρέουν από αυτά. Με άλλα λόγια, ένα μεγάλο κόμμα δεν μπορεί να απευθύνεται μόνο στο 30% του εκλογικού σώματος και να πιστεύει ότι δύναται να διεκδικεί με αξιώσεις την εξουσία.

Ετσι εξηγείται άλλωστε και η μακρά παρουσία πολυσυλλεκτικών κομμάτων στην ελληνική πολιτική σκηνή.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας ακριβώς δεν κατάφεραν να παρουσιάσουν ένα συνεκτικό, οργανωμένο και συμβατό με τη θέση της χώρας στον κόσμο σχέδιο, ικανό να αναγεννά τις προσδοκίες της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.

Γι' αυτό έχασαν κατά κράτος στις εκλογές της περασμένης Κυριακής και πλέον κινδυνεύουν να συρρικνωθούν ακόμη περισσότερο στις 25 Ιουνίου. Είναι προπάντων ζήτημα αξιολόγησης και κατανόησης των συνθηκών, οικονομικών και κοινωνικών. Το έλλειμμα είναι μεγάλο και δεν μπορεί να καλυφθεί σε διάστημα ενός μηνός...

 

"ΤΑ ΝΕΑ", 23/05/23























Μπροστά σε κενό αντιπολίτευσης

Η εκλογική επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί ένα πραγματικά νέο δεδομένο στα πολιτικά πράγματα της χώρας αφού για πρώτη φορά οι ψηφοφόροι «καταψήφισαν» ένα μεγάλο κόμμα το οποίο δεν κυβερνούσε


ΤΗΣ ΚΑΡΟΛΙΝΑΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ

Οι ιστοριοδίφες της πολιτικής λένε πως υπάρχει μόνο ένα προηγούμενο τόσο μεγάλης διαφοράς μεταξύ πρώτου και δεύτερου κόμματος στη μεταπολιτευτική ιστορία: το αποτέλεσμα των πρόωρων του 1977. Εκείνη τη χρονιά, η ΝΔ έγραψε 41,84% και το ΠΑΣΟΚ 25,34%. Βέβαια, το σκορ δεν ήταν νταμπλ, σαν το προχθεσινό. Κι ο Ανδρέας Παπανδρέου ερχόταν. Είχε κατορθώσει να αυξήσει τη δύναμη του κόμματός του κατά 11,76% και να πάρει 81 έδρες παραπάνω. Γι' αυτό, η εκλογική επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ τις προάλλες δημιούργησε ένα πραγματικά νέο δεδομένο στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Για πρώτη φορά οι ψηφοφόροι «καταψήφισαν» ένα μεγάλο κόμμα το οποίο δεν κυβερνούσε. Με αποτέλεσμα πολλοί να υποστηρίζουν πως σήμερα δεν υπάρχει αξιωματική αντιπολίτευση.

Στις εθνικές του 2019 ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσαν αθροιστικά το 71,38% των ψήφων. Αυτό το ποσοστό - παρότι απείχε πολύ από εκείνα του ένδοξου δικομματικού παρελθόντος - είχε τότε εκληφθεί ως απόδειξη πως τα τραύματα που ο δικομματισμός υπέστη την περίοδο 2011-2015 επουλώθηκαν. Την τελευταία τετραετία, όμως, οι μελετητές των μετρήσεων κατέληξαν αρκετά συχνά να μιλούν για τον δικομματισμό του ενάμισι κόμματος.

«Καχεκτικός δικομματισμός»

Τα νούμερα της ΝΔ στα γκάλοπ και κυρίως η στασιμότητα των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ καθ' όλη τη διάρκεια της τετραετίας - ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές για την κυβέρνηση, όπως οι πυρκαγιές του 2021, οι υποκλοπές ή το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη - είχαν ενισχύσει την ανάλυση που ήθελε τον δικομματισμό να μετεξελίσσεται σε ένα σύστημα όπου κυριαρχεί το πρώτο κόμμα, ενώ το δεύτερο αδυνατεί να το απειλήσει.

Οσοι προτιμούν τις πιο κομψές διατυπώσεις αναφέρονταν στο φαινόμενο ως «καχεκτικό δικομματισμό» - μια και στις προ της προκήρυξης των εκλογών δημοσκοπήσεις του 2023 παρατηρούσαν ότι τα δύο μεγάλα κόμματα έφταναν μαζί από 56% έως 66% στην πρόθεση ψήφου με αναγωγή. Τελικά, με καταγεγραμμένο το 99,70% της επικράτειας, πήραν 60,86%. Ομως, το ένα ψηφίστηκε απ' το 40,79% του εκλογικού σώματος και το άλλο απ' το 20,07%. Με άλλα λόγια, δηλαδή, ο ένας πόλος του δικομματικού συστήματος αποδείχθηκε όχι απλώς λειψός, αλλά βαριά πληγωμένος.

Κι όχι μόνο ο κομματικός πόλος, ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ιδεολογικός, στον οποίο εκείνος επιθυμούσε να ηγεμονεύσει - η Κεντροαριστερά - εμφανίστηκε κατακερματισμένος. Η διασπορά της μη δεξιάς, ή κατ' άλλους αντιδεξιάς, ψήφου είναι τόσο μεγάλη ώστε να μαρτυρά τη ρευστότητα η οποία επικρατεί στον συγκεκριμένο χώρο.

Το comeback του ΠΑΣΟΚ

Η εκλογική άνοδος του ΠΑΣΟΚ δίνει στον αρχηγό του την ευκαιρία να διεκδικήσει το comeback του Κινήματος στην πολιτική πίστα στην οποία είχε συνηθίσει να παίζει μέχρι το Μπιγκ Μπανγκ του 2012. Δεν έχει ξανασυμβεί στα χρονικά, άλλωστε, η διαφορά του τρίτου με τον δεύτερο να είναι μικρότερη απ' αυτή του δεύτερου με τον πρώτο. Ωστόσο, ο υπαρξιακός αντίπαλος του ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ, επιμένει πως όλα παραμένουν ανοιχτά, ισχυριζόμενος ότι τον επόμενο μήνα, πριν από τις δεύτερες εκλογές, ενδέχεται να διαμορφωθούν διαφορετικές ισορροπίες.

Κάποιοι, μάλιστα, τοποθετούν τον χρονικό ορίζοντα της αποκρυστάλλωσης του υπό διαμόρφωση σκηνικού ακόμη πιο μακριά, θυμίζοντας ότι τον Οκτώβριο οι πολίτες θα κληθούν στις αυτοδιοικητικές κάλπες και τον Μάιο του 2024 θα ψηφίσουν στις ευρωεκλογές. Οπως και να 'χει, η μάχη που ξεκίνησε για τον ρόλο της μείζονος αντιπολίτευσης επιβεβαιώνει την ύπαρξη ενός κενού στη θέση της. Μένει να φανεί πώς θα το καλύψουν οι ψηφοφόροι - οι οποίοι το αποστρέφονται όσο και η φύση.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου