Aπό "ΤΑ ΝΕΑ" (κύριο θέμα+εσωτερικές σελίδες)
"ΤΑ ΝΕΑ", 19/06/17
"ΤΑ ΝΕΑ", 19/06/17
Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΑΠΟΛΟΓΙΑΣ
Με κύριο γνώμονα ότι πρέπει να τελειώσει η ενδοσκόπηση για τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους και η κυβέρνηση - όπως παραδέχονται και τα δικά της στελέχη - «επιτέλους να κυβερνήσει», το πρωθυπουργικό επιτελείο επιθυμεί να χτίσει μια θετική ατζέντα, η οποία θα επιτρέψει ακριβώς τον απεγκλωβισμό προσωπικά του Πρωθυπουργού από τη συζήτηση για το χρέος και γενικότερα την οικονομία. Ετσι, θα επιδιώξει να πείσει τους πολίτες - και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση - ότι προτεραιότητα πλέον αποτελούν τα ζητήματα της καθημερινότητας.
Το σύνθημα, επίσης, που θα ακουστεί από τα χείλη του Τσίπρα και των συνεργατών του το επόμενο διάστημα είναι «η έξοδος από τα Μνημόνια» το καλοκαίρι του 2018, με το τέλος του προγράμματος - «η ανάκτηση της οικονομικής μας ανεξαρτησίας», όπως βαφτίστηκε από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο, καθώς η φράση «έξοδος από την επιτροπεία» που είχε ακουστεί παλαιότερα έρχεται μάλλον σε αντίθεση με τη συμφωνία του Eurogroup και τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα που προβλέπει έως το μακρινό 2060.
ΜΕ ΓΙΛΝΤΙΡΙΜ ΚΑΙ ΑΡΧΗΓΟΥΣ. Από τη νέα αυτή κυβερνητική ατζέντα δεν θα λείψουν τα ζητήματα υψηλής πολιτικής. Μάλιστα, η αρχή γίνεται σήμερα: ο Πρωθυπουργός θα αξιοποιήσει σχετικά τη συνάντησή του με τον τούρκο ομόλογό του Μπιναλί Γιλντιρίμ, ο οποίος πραγματοποιεί επίσκεψη στην Αθήνα. Αντικείμενο των συνομιλιών δεν θα είναι μόνο οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας, αλλά και το Κυπριακό, ενόψει της επανεκκίνησης των συνομιλιών μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στην Ελβετία. Συζητήσεις Ελλάδας - Τουρκίας σε διμερές επίπεδο θα υπάρξουν και μεταξύ υπουργών για σειρά ζητημάτων, όπως η οικονομική και εμπορική συνεργασία των δύο χωρών, το Προσφυγικό και η ενέργεια, με τον αγωγό ΤΑΡ στο προσκήνιο.
Θα ακολουθήσουν από σήμερα και θα συνεχιστούν αύριο οι διαδοχικές συναντήσεις Τσίπρα με τους πολιτικούς αρχηγούς, οι οποίες, μολονότι επισήμως έχουν ως θέμα την ενημέρωση για τα αποτελέσματα του Eurogroup, θεωρείται βέβαιο ότι θα «απλωθούν» εφ' όλης της ύλης. Εκκρεμεί πλέον η συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία θα γίνει αμέσως μετά τις συναντήσεις των αρχηγών - πιθανότατα το πρωί της Τετάρτης -, ενώ συνεννοήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη με το γραφείο του Προέδρου της Βουλής, προκειμένου να οριστεί ημερομηνία για την προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση των αρχηγών που ζήτησε η ΝΔ για το Eurogroup.
ΦΟΡΤΩΜΕΝΗ ΑΤΖΕΝΤΑ. Ωστόσο, το πρόγραμμα του Πρωθυπουργού αυτή την εβδομάδα είναι ιδιαίτερα φορτωμένο, καθώς την Πέμπτη και την Παρασκευή ο Τσίπρας θα βρίσκεται στις Βρυξέλλες για τη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης και μάλιστα θα βρεθεί στη βελγική πρωτεύουσα μία μέρα νωρίτερα: το απόγευμα της Τετάρτης θα είναι ομιλητής σε εκδήλωση της Προοδευτικής Συμμαχίας (Ευρωπαϊκή Αριστερά, Πράσινοι, Σοσιαλιστές) για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μαζί με την επικεφαλής των Πρασίνων Σκα Κέλερ, τον πρόεδρο της Βαλονίας Πολ Μανιέτ και τον γάλλο Σοσιαλιστή υποψήφιο στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές Μπενουά Αμόν.
Ως προς το Eurogroup, στην κυβέρνηση επιμένουν στους πανηγυρικούς τόνους και υποστηρίζουν ότι η Αθήνα βγήκε νικήτρια, καθώς η συμφωνία κάνει σε μεγάλο βαθμό αποδεκτές τις ελληνικές θέσεις και εξασφαλίζει αυτό που στην κυβέρνηση ονομάζουν «καθαρό διάδρομο» για την οικονομία, εστιάζοντας στις αναπτυξιακές προοπτικές. Στόχος είναι, όπως λένε, να δοθεί το σήμα για επενδύσεις και να εξασφαλιστεί η έξοδος της χώρας στις αγορές. Για να συμβεί ωστόσο αυτό, θα πρέπει πρώτα να εξασφαλιστεί αντίστοιχα και η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Κάτι που μοιάζει μακρινή προσδοκία μετά την απόφαση του Eurogroup, αφού αυτή απομακρύνει το ενδεχόμενο για θετικές εκθέσεις βιωσιμότητας του χρέους άμεσα, ιδίως από την πλευρά του ΔΝΤ.
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο ανασχηματισμού, πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Πρωθυπουργός δεν το σκέφτεται τουλάχιστον στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αλλά θα μπορούσε να το... ξανασκεφτεί το φθινόπωρο, όταν θα εμφανιστεί η ανάγκη για νέο γύρο πολιτικών πρωτοβουλιών. Αλλωστε, στο προσεχές Υπουργικό Συμβούλιο αναμένεται να επαναλάβει την παραίνεση προς τους υπουργούς του για περισσότερη δουλειά μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, υπονοώντας ότι όλοι βρίσκονται υπό αξιολόγηση σε μια άτυπη περίοδο ανοχής. Το ενδεχόμενο ανασχηματισμού χαρακτηρίστηκε, πάντως, χθες ως «δημοσιογραφική έμπνευση» από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, αλλά, ως γνωστόν, οι ανασχηματισμοί ποτέ δεν προαναγγέλλονται και αποτελούν «προνομία του πρωθυπουργού».
Ο ΟΔΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
ΙΟΥΛΙΟ Η ΔΟΣΗ – ΟΚΤΩΒΡΙΟ Ο ΠΟΝΟΚΕΦΑΛΟΣ
Εννέα μήνες μετά την έναρξη των διαπραγματεύσεων για τη δεύτερη αξιολόγηση το δράμα αναμένεται να ολοκληρωθεί στο διάστημα 6-7 Ιουλίου όταν σχεδιάζεται να γίνει η εκταμίευση της δόσης των 6,9 δισ. ευρώ την οποία ενέκρινε το Eurogroup.
Από τα κεφάλαια που αναμένονται ποσό 6,1 δισ. θα διατεθεί για την κάλυψη υποχρεώσεων του ελληνικού Δημοσίου σε λήξεις ομολόγων και τόκους το διάστημα 17-20 Ιουλίου συνολικού ύψους 7,4 δισ. Για τη διαφορά ανάμεσα στις υποχρεώσεις και τα δανεικά το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους θα πρέπει να τσοντάρει από το πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού. Τα υπόλοιπα 800 εκατ. από τη δόση αναμένεται ότι θα διατεθούν για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου προς ιδιώτες, οι οποίες προσεγγίζουν τα 5 δισ. ευρώ.
Η επόμενη εκταμίευση των 800 εκατ., σύμφωνα με τις αποφάσεις, αναμένεται μετά το καλοκαίρι και τα δανεικά θα φτάσουν στην Αθήνα μόνο υπό την προϋπόθεση ότι στο μεταξύ θα έχουν μειωθεί τα ληξιπρόθεσμα με ίδιους πόρους.
Εως το τέλος του έτους δεν αναμένεται νέα εκταμίευση κεφαλαίων από το τρίτο πρόγραμμα του ESM όπως ανακοίνωσε τις προηγούμενες ημέρες ο επικεφαλής Κλάους Ρέγκλινγκ, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν αξιοσημείωτες υποχρεώσεις σε ομόλογα και τόκους μετά τον σκόπελο του Ιουλίου.
ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ Η ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ. Χωρίς την πίεση που συνηθίζουν να ασκούν οι λήξεις ομολόγων για το πέρας των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς από τώρα ότι η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης έχει όλες τις προϋποθέσεις να διαρκέσει μήνες.
Οι πιέσεις για ταχεία ολοκλήρωση δεν θα παιχτούν στο στίβο μιας ακόμα δόσης, αλλά στην ανάγκη δραστικής ενίσχυσης του μεταρρυθμιστικού προφίλ και της αξιοπιστίας της κυβέρνησης. Μετά το φιάσκο στο στόρι με το QE - «δεν είναι πάνω στο τραπέζι» αναφέρουν αρμόδιες πηγές - αν η ελληνική κυβέρνηση θελήσει να δοκιμάσει μια έξοδο στις αγορές προς τα τέλη του έτους ή στις αρχές του 2018 θα πρέπει να δώσει ισχυρά μηνύματα μεταρρυθμίσεων και αξιοπιστίας.
«Η επιστροφή βασίζεται στην εμπιστοσύνη των αγορών» τονίζουν εγχώριες τραπεζικές πηγές αναδεικνύοντας παράλληλα την περίπτωση της Κύπρου όπου «χωρίς QE η οικονομία λειτουργεί».
Στην τρίτη αξιολόγηση, στο επίκεντρο αναμένεται να βρεθούν βαθιές διαρθρωτικές τομές και αποκρατικοποιήσεις . Μετά την ψήφιση του πακέτου μέτρων των 5,5 δισ. ευρώ θεωρητικά τα δημοσιονομικά μέτρα έχουν τελειώσει έως το 2020 και το μόνο που μένει να διευθετηθεί είναι ο ακριβής χρόνος εφαρμογής τους από το 2019 και μετά.
Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΝΤ. Στο σενάριο αυτό υπάρχει ένας αστερίσκος. Το ΔΝΤ μέχρι σήμερα δεν έχει μεταβάλει τις προβλέψεις του και εκτιμά ότι το επόμενο έτος το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι 2% του ΑΕΠ έναντι 3,5% που ορίζει το πρόγραμμα. Μέχρι σήμερα παραμένει στο τραπέζι ένας άτυπος συμβιβασμός με φόντο τον περίφημο κόφτη. Αν κρίνει κανείς όμως από τον τρόπο που λειτουργεί τα τελευταία χρόνια το Ταμείο, τίποτα δεν αποκλείει τον Οκτώβριο όταν ο υπουργός Οικονομικών θα προετοιμάζεται για την κατάθεση του προϋπολογισμού 2018, η κυρία Βελκουλέσκου να έρθει στην Αθήνα και να ζητήσει πρόσθετα μέτρα.
-Ο Γιώργος Αργείτης είναι καθηγητής του ΕΚΠΑ και επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ ΓΣΕΕ
"ΤΑ ΝΕΑ", 19/06/17
"ΤΑ ΝΕΑ", 19/06/17
Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΑΠΟΛΟΓΙΑΣ
ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣΜΟΥΣ
Να κλείσει κάθε συζήτηση για τη δεύτερη αξιολόγηση και να βάλει κάτω από το χαλί το θέμα του χρέους, μετά την αποτυχία να εξασφαλίσει άμεσες παρεμβάσεις, επιδιώκει τώρα η κυβέρνηση
Να κλείσει κάθε συζήτηση για τη δεύτερη αξιολόγηση και να βάλει κάτω από το χαλί το θέμα του χρέους, μετά την αποτυχία να εξασφαλίσει άμεσες παρεμβάσεις, επιδιώκει τώρα η κυβέρνηση
Του Αιμίλιου Περδικάρη
Να απολογηθεί σε αντιπάλους και φίλους για όσα συνέβησαν ή δεν συνέβησαν στο Eurogroup και να προχωρήσει σε έναν νέο κυβερνητικό σχεδιασμό θα επιχειρήσει, τα επόμενα κιόλας 24ωρα, ο Αλέξης Τσίπρας.
Να απολογηθεί σε αντιπάλους και φίλους για όσα συνέβησαν ή δεν συνέβησαν στο Eurogroup και να προχωρήσει σε έναν νέο κυβερνητικό σχεδιασμό θα επιχειρήσει, τα επόμενα κιόλας 24ωρα, ο Αλέξης Τσίπρας.
Με κύριο γνώμονα ότι πρέπει να τελειώσει η ενδοσκόπηση για τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους και η κυβέρνηση - όπως παραδέχονται και τα δικά της στελέχη - «επιτέλους να κυβερνήσει», το πρωθυπουργικό επιτελείο επιθυμεί να χτίσει μια θετική ατζέντα, η οποία θα επιτρέψει ακριβώς τον απεγκλωβισμό προσωπικά του Πρωθυπουργού από τη συζήτηση για το χρέος και γενικότερα την οικονομία. Ετσι, θα επιδιώξει να πείσει τους πολίτες - και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση - ότι προτεραιότητα πλέον αποτελούν τα ζητήματα της καθημερινότητας.
Το σύνθημα, επίσης, που θα ακουστεί από τα χείλη του Τσίπρα και των συνεργατών του το επόμενο διάστημα είναι «η έξοδος από τα Μνημόνια» το καλοκαίρι του 2018, με το τέλος του προγράμματος - «η ανάκτηση της οικονομικής μας ανεξαρτησίας», όπως βαφτίστηκε από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο, καθώς η φράση «έξοδος από την επιτροπεία» που είχε ακουστεί παλαιότερα έρχεται μάλλον σε αντίθεση με τη συμφωνία του Eurogroup και τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα που προβλέπει έως το μακρινό 2060.
ΜΕ ΓΙΛΝΤΙΡΙΜ ΚΑΙ ΑΡΧΗΓΟΥΣ. Από τη νέα αυτή κυβερνητική ατζέντα δεν θα λείψουν τα ζητήματα υψηλής πολιτικής. Μάλιστα, η αρχή γίνεται σήμερα: ο Πρωθυπουργός θα αξιοποιήσει σχετικά τη συνάντησή του με τον τούρκο ομόλογό του Μπιναλί Γιλντιρίμ, ο οποίος πραγματοποιεί επίσκεψη στην Αθήνα. Αντικείμενο των συνομιλιών δεν θα είναι μόνο οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας, αλλά και το Κυπριακό, ενόψει της επανεκκίνησης των συνομιλιών μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στην Ελβετία. Συζητήσεις Ελλάδας - Τουρκίας σε διμερές επίπεδο θα υπάρξουν και μεταξύ υπουργών για σειρά ζητημάτων, όπως η οικονομική και εμπορική συνεργασία των δύο χωρών, το Προσφυγικό και η ενέργεια, με τον αγωγό ΤΑΡ στο προσκήνιο.
Θα ακολουθήσουν από σήμερα και θα συνεχιστούν αύριο οι διαδοχικές συναντήσεις Τσίπρα με τους πολιτικούς αρχηγούς, οι οποίες, μολονότι επισήμως έχουν ως θέμα την ενημέρωση για τα αποτελέσματα του Eurogroup, θεωρείται βέβαιο ότι θα «απλωθούν» εφ' όλης της ύλης. Εκκρεμεί πλέον η συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία θα γίνει αμέσως μετά τις συναντήσεις των αρχηγών - πιθανότατα το πρωί της Τετάρτης -, ενώ συνεννοήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη με το γραφείο του Προέδρου της Βουλής, προκειμένου να οριστεί ημερομηνία για την προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση των αρχηγών που ζήτησε η ΝΔ για το Eurogroup.
ΦΟΡΤΩΜΕΝΗ ΑΤΖΕΝΤΑ. Ωστόσο, το πρόγραμμα του Πρωθυπουργού αυτή την εβδομάδα είναι ιδιαίτερα φορτωμένο, καθώς την Πέμπτη και την Παρασκευή ο Τσίπρας θα βρίσκεται στις Βρυξέλλες για τη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης και μάλιστα θα βρεθεί στη βελγική πρωτεύουσα μία μέρα νωρίτερα: το απόγευμα της Τετάρτης θα είναι ομιλητής σε εκδήλωση της Προοδευτικής Συμμαχίας (Ευρωπαϊκή Αριστερά, Πράσινοι, Σοσιαλιστές) για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μαζί με την επικεφαλής των Πρασίνων Σκα Κέλερ, τον πρόεδρο της Βαλονίας Πολ Μανιέτ και τον γάλλο Σοσιαλιστή υποψήφιο στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές Μπενουά Αμόν.
Ως προς το Eurogroup, στην κυβέρνηση επιμένουν στους πανηγυρικούς τόνους και υποστηρίζουν ότι η Αθήνα βγήκε νικήτρια, καθώς η συμφωνία κάνει σε μεγάλο βαθμό αποδεκτές τις ελληνικές θέσεις και εξασφαλίζει αυτό που στην κυβέρνηση ονομάζουν «καθαρό διάδρομο» για την οικονομία, εστιάζοντας στις αναπτυξιακές προοπτικές. Στόχος είναι, όπως λένε, να δοθεί το σήμα για επενδύσεις και να εξασφαλιστεί η έξοδος της χώρας στις αγορές. Για να συμβεί ωστόσο αυτό, θα πρέπει πρώτα να εξασφαλιστεί αντίστοιχα και η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Κάτι που μοιάζει μακρινή προσδοκία μετά την απόφαση του Eurogroup, αφού αυτή απομακρύνει το ενδεχόμενο για θετικές εκθέσεις βιωσιμότητας του χρέους άμεσα, ιδίως από την πλευρά του ΔΝΤ.
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο ανασχηματισμού, πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Πρωθυπουργός δεν το σκέφτεται τουλάχιστον στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αλλά θα μπορούσε να το... ξανασκεφτεί το φθινόπωρο, όταν θα εμφανιστεί η ανάγκη για νέο γύρο πολιτικών πρωτοβουλιών. Αλλωστε, στο προσεχές Υπουργικό Συμβούλιο αναμένεται να επαναλάβει την παραίνεση προς τους υπουργούς του για περισσότερη δουλειά μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, υπονοώντας ότι όλοι βρίσκονται υπό αξιολόγηση σε μια άτυπη περίοδο ανοχής. Το ενδεχόμενο ανασχηματισμού χαρακτηρίστηκε, πάντως, χθες ως «δημοσιογραφική έμπνευση» από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, αλλά, ως γνωστόν, οι ανασχηματισμοί ποτέ δεν προαναγγέλλονται και αποτελούν «προνομία του πρωθυπουργού».
Ο ΟΔΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
ΙΟΥΛΙΟ Η ΔΟΣΗ – ΟΚΤΩΒΡΙΟ Ο ΠΟΝΟΚΕΦΑΛΟΣ
Της Έλενας Λάσκαρη
Αρχές Οκτωβρίου αναμένεται να ξεκινήσει ο νέος, τρίτος, γύρος αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος. Εάν δεν υπάρξουν ανατροπές και το ΔΝΤ δεν ζητήσει νέα μέτρα, σε πρώτο πλάνο θα βρίσκονται βαθιές μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις. Το εναλλακτικό σενάριο μάλλον δεν θέλει να το σκέφτεται κανείς.
Αρχές Οκτωβρίου αναμένεται να ξεκινήσει ο νέος, τρίτος, γύρος αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος. Εάν δεν υπάρξουν ανατροπές και το ΔΝΤ δεν ζητήσει νέα μέτρα, σε πρώτο πλάνο θα βρίσκονται βαθιές μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις. Το εναλλακτικό σενάριο μάλλον δεν θέλει να το σκέφτεται κανείς.
Εννέα μήνες μετά την έναρξη των διαπραγματεύσεων για τη δεύτερη αξιολόγηση το δράμα αναμένεται να ολοκληρωθεί στο διάστημα 6-7 Ιουλίου όταν σχεδιάζεται να γίνει η εκταμίευση της δόσης των 6,9 δισ. ευρώ την οποία ενέκρινε το Eurogroup.
Από τα κεφάλαια που αναμένονται ποσό 6,1 δισ. θα διατεθεί για την κάλυψη υποχρεώσεων του ελληνικού Δημοσίου σε λήξεις ομολόγων και τόκους το διάστημα 17-20 Ιουλίου συνολικού ύψους 7,4 δισ. Για τη διαφορά ανάμεσα στις υποχρεώσεις και τα δανεικά το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους θα πρέπει να τσοντάρει από το πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού. Τα υπόλοιπα 800 εκατ. από τη δόση αναμένεται ότι θα διατεθούν για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου προς ιδιώτες, οι οποίες προσεγγίζουν τα 5 δισ. ευρώ.
Η επόμενη εκταμίευση των 800 εκατ., σύμφωνα με τις αποφάσεις, αναμένεται μετά το καλοκαίρι και τα δανεικά θα φτάσουν στην Αθήνα μόνο υπό την προϋπόθεση ότι στο μεταξύ θα έχουν μειωθεί τα ληξιπρόθεσμα με ίδιους πόρους.
Εως το τέλος του έτους δεν αναμένεται νέα εκταμίευση κεφαλαίων από το τρίτο πρόγραμμα του ESM όπως ανακοίνωσε τις προηγούμενες ημέρες ο επικεφαλής Κλάους Ρέγκλινγκ, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν αξιοσημείωτες υποχρεώσεις σε ομόλογα και τόκους μετά τον σκόπελο του Ιουλίου.
ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ Η ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ. Χωρίς την πίεση που συνηθίζουν να ασκούν οι λήξεις ομολόγων για το πέρας των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς από τώρα ότι η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης έχει όλες τις προϋποθέσεις να διαρκέσει μήνες.
Οι πιέσεις για ταχεία ολοκλήρωση δεν θα παιχτούν στο στίβο μιας ακόμα δόσης, αλλά στην ανάγκη δραστικής ενίσχυσης του μεταρρυθμιστικού προφίλ και της αξιοπιστίας της κυβέρνησης. Μετά το φιάσκο στο στόρι με το QE - «δεν είναι πάνω στο τραπέζι» αναφέρουν αρμόδιες πηγές - αν η ελληνική κυβέρνηση θελήσει να δοκιμάσει μια έξοδο στις αγορές προς τα τέλη του έτους ή στις αρχές του 2018 θα πρέπει να δώσει ισχυρά μηνύματα μεταρρυθμίσεων και αξιοπιστίας.
«Η επιστροφή βασίζεται στην εμπιστοσύνη των αγορών» τονίζουν εγχώριες τραπεζικές πηγές αναδεικνύοντας παράλληλα την περίπτωση της Κύπρου όπου «χωρίς QE η οικονομία λειτουργεί».
Στην τρίτη αξιολόγηση, στο επίκεντρο αναμένεται να βρεθούν βαθιές διαρθρωτικές τομές και αποκρατικοποιήσεις . Μετά την ψήφιση του πακέτου μέτρων των 5,5 δισ. ευρώ θεωρητικά τα δημοσιονομικά μέτρα έχουν τελειώσει έως το 2020 και το μόνο που μένει να διευθετηθεί είναι ο ακριβής χρόνος εφαρμογής τους από το 2019 και μετά.
Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΝΤ. Στο σενάριο αυτό υπάρχει ένας αστερίσκος. Το ΔΝΤ μέχρι σήμερα δεν έχει μεταβάλει τις προβλέψεις του και εκτιμά ότι το επόμενο έτος το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι 2% του ΑΕΠ έναντι 3,5% που ορίζει το πρόγραμμα. Μέχρι σήμερα παραμένει στο τραπέζι ένας άτυπος συμβιβασμός με φόντο τον περίφημο κόφτη. Αν κρίνει κανείς όμως από τον τρόπο που λειτουργεί τα τελευταία χρόνια το Ταμείο, τίποτα δεν αποκλείει τον Οκτώβριο όταν ο υπουργός Οικονομικών θα προετοιμάζεται για την κατάθεση του προϋπολογισμού 2018, η κυρία Βελκουλέσκου να έρθει στην Αθήνα και να ζητήσει πρόσθετα μέτρα.
Μία ψύχραιμη αποτίμηση, εις πείσμα των πανηγυρισμών...
ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΣΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Γιατί η πρόσφατη συμφωνία στο Eurogroup θα έπρεπε να μας δημιουργεί προβληματισμό και να μην είναι ακόμη μία αφορμή για επικοινωνιακή εκμετάλλευση
Του Γιώργου Αργείτη
Η διαχείριση της ελληνικής κρίσης χρέους από το 2010 μέχρι σήμερα γίνεται βάσει του τι είναι πολιτικά εφικτό για τους δανειστές και τι εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Η συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους αφορά το πώς η αναδιάρθρωση των δανειακών απαιτήσεων των δανειστών θα επηρεάσει το δικό τους μακροχρόνιο όφελος/υποθετικό κόστος, και δεν αφορά το αν η αναδιάρθρωση των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας οδηγεί σε βιώσιμη εξυπηρέτησή τους σε βραχυμεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Δυστυχώς, η αγνόηση αυτής της παραμέτρου καθιστά το κυρίαρχο αφήγημα της κυβέρνησης για την έξοδο της οικονομίας από την κρίση μη βιώσιμο. Η πρόσφατη συμφωνία στο Eurogroup θα έπρεπε να μας δημιουργεί τουλάχιστον προβληματισμό και να μην είναι ακόμη μία αφορμή για επικοινωνιακή εκμετάλλευση.
Οι δανειστές χρησιμοποιούν πλέον ως κριτήριο αξιολόγησης της βιωσιμότητας του χρέους τις ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της χώρας, οι οποίες δεν θα πρέπει μεσοπρόθεσμα να ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ. Το κριτήριο αυτό είναι μια πολιτική επιλογή του ΔΝΤ, δεν έχει καμία θεωρητική θεμελίωση. Το γεγονός ότι προσδιορίζει τα όρια της συζήτησης για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους δεν σημαίνει ότι είναι το κατάλληλο μέγεθος για τον ρόλο αυτό. Να θυμίσω ότι μόλις πριν από πολύ λίγα χρόνια ως κριτήριο αξιολόγησης της βιωσιμότητας του χρέους το ΔΝΤ χρησιμοποιούσε τον λόγο του ακαθάριστου χρέους στο ΑΕΠ.
Το κριτήριο των ακαθάριστων δανειακών αναγκών είναι χρήσιμο για τους δανειστές γιατί εκτιμά το μέγεθος της χρηματοδοτικής τους ανάμειξης στο ελληνικό πρόβλημα. Θα μπορούσε επίσης να είναι χρήσιμο ως ένα όριο μόχλευσης του δημοσίου χρέους. Ωστόσο, η βιωσιμότητα του χρέους και ειδικά μιας οικονομίας που είναι σε κρίση χρέους εξαρτάται από τη δυναμική των μεγεθών που προσδιορίζουν τις ακαθάριστες δανειακές ανάγκες. Με άλλα λόγια, μπορεί η Ελλάδα να κινείται πολύ κάτω από το όριο του 15% και να μην μπορεί να αναχρηματοδοτήσει τις υποχρεώσεις της.
Ενα υποθετικό παράδειγμα θα μπορούσε να είναι το εξής: το πρωτογενές πλεόνασμα να είναι στο 2% του ΑΕΠ, οι τόκοι στο 3% και τα χρεολύσια στο 5% και η οικονομία να τρέχει με ήπιους ρυθμούς μεγέθυνσης. Σύμφωνα με το κριτήριο των ακαθάριστων δανειακών αναγκών, το χρέος θα θεωρείται βιώσιμο. Θα ήταν όμως πράγματι αυτή μια βιώσιμη δημοσιονομική κατάσταση; Οι υποχρεώσεις της χώρας θα ήταν εξυπηρετήσιμες; Η κεφαλαιοποίηση των τόκων που δεν θα καλύπτονταν από το πλεόνασμα θα οδηγούσε σε σωρευτική αύξηση των δανειακών υποχρεώσεων. Επιπλέον, η έξοδος της χώρας στις αγορές θα δημιουργούσε σωρευτικά μια νέα δομή χρέους υψηλότερου κόστους που θα επιτάχυνε την απόκλιση μεταξύ τόκων και πρωτογενούς πλεονάσματος και θα αύξανε τον ρυθμό κεφαλαιοποίησης των τόκων, συνεπώς και των χρεολυσίων. Εάν οι ιδιώτες επενδυτές γνώριζαν ότι η επιστροφή των χρημάτων τους θα εξαρτάται από τον δικό τους νέο δανεισμό προς τη χώρα, θα τη θεωρούσαν φερέγγυα και αξιόπιστη;
Υπάρχει όμως και μια άλλη εξίσου σημαντική διάσταση. Η βασική κριτική που γίνεται στις αγορές είναι ότι επιβάλλουν δημοσιονομική πειθαρχία στις χώρες που δανείζουν. Παίζουν κερδοσκοπικά, γιατί αυτή είναι η φύση τους, δανείζουν με υψηλό κόστος και επιβάλλουν δημοσιονομική πειθαρχία και προσαρμογή, καθώς τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα είναι αναγκαία για να αποφευχθεί μια αύξηση του ρίσκου χρεοκοπίας που θα οδηγούσε την οικονομία σε κρίση αναχρηματοδότησης του χρέους της.
Ας αξιολογήσουμε τώρα με πραγματισμό το κυρίαρχο αφήγημα. Δεδομένων των ακαθάριστων δανειακών αναγκών μας, θέλουμε να βγούμε για δανεισμό στις αγορές έτσι ώστε να βγούμε από τα Μνημόνια και την επιτροπεία. Το κριτήριο των ακαθάριστων δανειακών αναγκών μας επιτρέπει να συσσωρεύουμε νέες υποχρεώσεις προς τους ιδιώτες επενδυτές εφόσον είμαστε κάτω από το όριο του 15%. Η αναδιάρθρωση των δανειακών απαιτήσεων των θεσμών ανάλογα με τη μεταβολή του ΑΕΠ πρακτικά, και σκόπιμα, επιτρέπει τον μετασχηματισμό της σημερινής διάρθρωσης του χρέους, επιτρέποντας τη σωρευτική αύξηση των δανειακών υποχρεώσεών μας προς τις αγορές. Δηλαδή, θα μειώνεται το χρέος μας προς τους θεσμούς και θα αυξάνεται η αναχρηματοδοτική μας εξάρτηση από τους ιδιώτες επενδυτές. Η δημοσιονομική διαχείριση θα επιβάλλει να επιδιώκουμε είτε μόνοι μας είτε κάτω από την τότε πίεση των θεσμών, που θα θέλουν να αποφύγουν μια νέα χρηματοδοτική ανάμειξή τους ή για να έχουν νέα ανάμειξη, υψηλότερα πλεονάσματα. Η διαφορά με τη σημερινή κατάσταση θα είναι ότι η λιτότητα δεν θα επιβάλλεται (ίσως μόνο) μέσω προγραμμάτων προσαρμογής αλλά (και) μέσω της πίεσης των αγορών.
Είναι αυτό αφήγημα βιώσιμης αισιοδοξίας και εξόδου της χώρας από την οικονομική κρίση και την παγίδα χρέους; Η άποψή μου είναι ότι το κριτήριο των δανειστών για τη βιωσιμότητα του χρέους είναι μια παγίδα που σε συνδυασμό με την έξοδο της χώρας για δανεισμό στις αγορές, ειδικά όταν δεν έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις για διατηρήσιμα υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης, είναι πιθανό να εγκλωβίσει την οικονομία σύντομα σε μη κοινωνικά και αναπτυξιακά βιώσιμα εξυπηρετήσιμες υποχρεώσεις. Η Ελλάδα απέτυχε, εξαιτίας της πολιτικής της κουλτούρας, να κάνει τη δική της έκθεση βιωσιμότητας του χρέους της και τη δική της πρόταση εξόδου από την κρίση και με αξιοπιστία να τις διαπραγματευτεί. Παραδομένη πλέον στις σκοπιμότητες και τα συμφέροντα των δανειστών, απλά περιμένει κάθε φορά να της πουν το οικονομικό και κοινωνικό κόστος που θα αναλάβει. Ο σχεδιασμός των δανειστών για τη διαχείριση του χρέους μας υποκρύπτει μακροχρόνιο εγκλωβισμό της χώρας στις παγίδες χρέους και λιτότητας. Η συμφωνία του Eurogroup τις 15ης Ιουνίου αποκαλύπτει ότι η κύρια επιδίωξη των δανειστών είναι το πρόβλημα να μετακινηθεί ελεγχόμενα κάτω από το χαλί της επιτροπείας για τις επόμενες δεκαετίες.
Γιατί η πρόσφατη συμφωνία στο Eurogroup θα έπρεπε να μας δημιουργεί προβληματισμό και να μην είναι ακόμη μία αφορμή για επικοινωνιακή εκμετάλλευση
Του Γιώργου Αργείτη
Η διαχείριση της ελληνικής κρίσης χρέους από το 2010 μέχρι σήμερα γίνεται βάσει του τι είναι πολιτικά εφικτό για τους δανειστές και τι εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Η συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους αφορά το πώς η αναδιάρθρωση των δανειακών απαιτήσεων των δανειστών θα επηρεάσει το δικό τους μακροχρόνιο όφελος/υποθετικό κόστος, και δεν αφορά το αν η αναδιάρθρωση των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας οδηγεί σε βιώσιμη εξυπηρέτησή τους σε βραχυμεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Δυστυχώς, η αγνόηση αυτής της παραμέτρου καθιστά το κυρίαρχο αφήγημα της κυβέρνησης για την έξοδο της οικονομίας από την κρίση μη βιώσιμο. Η πρόσφατη συμφωνία στο Eurogroup θα έπρεπε να μας δημιουργεί τουλάχιστον προβληματισμό και να μην είναι ακόμη μία αφορμή για επικοινωνιακή εκμετάλλευση.
Οι δανειστές χρησιμοποιούν πλέον ως κριτήριο αξιολόγησης της βιωσιμότητας του χρέους τις ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της χώρας, οι οποίες δεν θα πρέπει μεσοπρόθεσμα να ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ. Το κριτήριο αυτό είναι μια πολιτική επιλογή του ΔΝΤ, δεν έχει καμία θεωρητική θεμελίωση. Το γεγονός ότι προσδιορίζει τα όρια της συζήτησης για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους δεν σημαίνει ότι είναι το κατάλληλο μέγεθος για τον ρόλο αυτό. Να θυμίσω ότι μόλις πριν από πολύ λίγα χρόνια ως κριτήριο αξιολόγησης της βιωσιμότητας του χρέους το ΔΝΤ χρησιμοποιούσε τον λόγο του ακαθάριστου χρέους στο ΑΕΠ.
Το κριτήριο των ακαθάριστων δανειακών αναγκών είναι χρήσιμο για τους δανειστές γιατί εκτιμά το μέγεθος της χρηματοδοτικής τους ανάμειξης στο ελληνικό πρόβλημα. Θα μπορούσε επίσης να είναι χρήσιμο ως ένα όριο μόχλευσης του δημοσίου χρέους. Ωστόσο, η βιωσιμότητα του χρέους και ειδικά μιας οικονομίας που είναι σε κρίση χρέους εξαρτάται από τη δυναμική των μεγεθών που προσδιορίζουν τις ακαθάριστες δανειακές ανάγκες. Με άλλα λόγια, μπορεί η Ελλάδα να κινείται πολύ κάτω από το όριο του 15% και να μην μπορεί να αναχρηματοδοτήσει τις υποχρεώσεις της.
Ενα υποθετικό παράδειγμα θα μπορούσε να είναι το εξής: το πρωτογενές πλεόνασμα να είναι στο 2% του ΑΕΠ, οι τόκοι στο 3% και τα χρεολύσια στο 5% και η οικονομία να τρέχει με ήπιους ρυθμούς μεγέθυνσης. Σύμφωνα με το κριτήριο των ακαθάριστων δανειακών αναγκών, το χρέος θα θεωρείται βιώσιμο. Θα ήταν όμως πράγματι αυτή μια βιώσιμη δημοσιονομική κατάσταση; Οι υποχρεώσεις της χώρας θα ήταν εξυπηρετήσιμες; Η κεφαλαιοποίηση των τόκων που δεν θα καλύπτονταν από το πλεόνασμα θα οδηγούσε σε σωρευτική αύξηση των δανειακών υποχρεώσεων. Επιπλέον, η έξοδος της χώρας στις αγορές θα δημιουργούσε σωρευτικά μια νέα δομή χρέους υψηλότερου κόστους που θα επιτάχυνε την απόκλιση μεταξύ τόκων και πρωτογενούς πλεονάσματος και θα αύξανε τον ρυθμό κεφαλαιοποίησης των τόκων, συνεπώς και των χρεολυσίων. Εάν οι ιδιώτες επενδυτές γνώριζαν ότι η επιστροφή των χρημάτων τους θα εξαρτάται από τον δικό τους νέο δανεισμό προς τη χώρα, θα τη θεωρούσαν φερέγγυα και αξιόπιστη;
Υπάρχει όμως και μια άλλη εξίσου σημαντική διάσταση. Η βασική κριτική που γίνεται στις αγορές είναι ότι επιβάλλουν δημοσιονομική πειθαρχία στις χώρες που δανείζουν. Παίζουν κερδοσκοπικά, γιατί αυτή είναι η φύση τους, δανείζουν με υψηλό κόστος και επιβάλλουν δημοσιονομική πειθαρχία και προσαρμογή, καθώς τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα είναι αναγκαία για να αποφευχθεί μια αύξηση του ρίσκου χρεοκοπίας που θα οδηγούσε την οικονομία σε κρίση αναχρηματοδότησης του χρέους της.
Ας αξιολογήσουμε τώρα με πραγματισμό το κυρίαρχο αφήγημα. Δεδομένων των ακαθάριστων δανειακών αναγκών μας, θέλουμε να βγούμε για δανεισμό στις αγορές έτσι ώστε να βγούμε από τα Μνημόνια και την επιτροπεία. Το κριτήριο των ακαθάριστων δανειακών αναγκών μας επιτρέπει να συσσωρεύουμε νέες υποχρεώσεις προς τους ιδιώτες επενδυτές εφόσον είμαστε κάτω από το όριο του 15%. Η αναδιάρθρωση των δανειακών απαιτήσεων των θεσμών ανάλογα με τη μεταβολή του ΑΕΠ πρακτικά, και σκόπιμα, επιτρέπει τον μετασχηματισμό της σημερινής διάρθρωσης του χρέους, επιτρέποντας τη σωρευτική αύξηση των δανειακών υποχρεώσεών μας προς τις αγορές. Δηλαδή, θα μειώνεται το χρέος μας προς τους θεσμούς και θα αυξάνεται η αναχρηματοδοτική μας εξάρτηση από τους ιδιώτες επενδυτές. Η δημοσιονομική διαχείριση θα επιβάλλει να επιδιώκουμε είτε μόνοι μας είτε κάτω από την τότε πίεση των θεσμών, που θα θέλουν να αποφύγουν μια νέα χρηματοδοτική ανάμειξή τους ή για να έχουν νέα ανάμειξη, υψηλότερα πλεονάσματα. Η διαφορά με τη σημερινή κατάσταση θα είναι ότι η λιτότητα δεν θα επιβάλλεται (ίσως μόνο) μέσω προγραμμάτων προσαρμογής αλλά (και) μέσω της πίεσης των αγορών.
Είναι αυτό αφήγημα βιώσιμης αισιοδοξίας και εξόδου της χώρας από την οικονομική κρίση και την παγίδα χρέους; Η άποψή μου είναι ότι το κριτήριο των δανειστών για τη βιωσιμότητα του χρέους είναι μια παγίδα που σε συνδυασμό με την έξοδο της χώρας για δανεισμό στις αγορές, ειδικά όταν δεν έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις για διατηρήσιμα υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης, είναι πιθανό να εγκλωβίσει την οικονομία σύντομα σε μη κοινωνικά και αναπτυξιακά βιώσιμα εξυπηρετήσιμες υποχρεώσεις. Η Ελλάδα απέτυχε, εξαιτίας της πολιτικής της κουλτούρας, να κάνει τη δική της έκθεση βιωσιμότητας του χρέους της και τη δική της πρόταση εξόδου από την κρίση και με αξιοπιστία να τις διαπραγματευτεί. Παραδομένη πλέον στις σκοπιμότητες και τα συμφέροντα των δανειστών, απλά περιμένει κάθε φορά να της πουν το οικονομικό και κοινωνικό κόστος που θα αναλάβει. Ο σχεδιασμός των δανειστών για τη διαχείριση του χρέους μας υποκρύπτει μακροχρόνιο εγκλωβισμό της χώρας στις παγίδες χρέους και λιτότητας. Η συμφωνία του Eurogroup τις 15ης Ιουνίου αποκαλύπτει ότι η κύρια επιδίωξη των δανειστών είναι το πρόβλημα να μετακινηθεί ελεγχόμενα κάτω από το χαλί της επιτροπείας για τις επόμενες δεκαετίες.
-Ο Γιώργος Αργείτης είναι καθηγητής του ΕΚΠΑ και επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ ΓΣΕΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου